9.3 «Χαλάει» τις γλώσσες ο δανεισμός;
Στο ερώτημα αυτό έχουμε ήδη δώσει, στο πρώτο κεφάλαιο, απάντηση. Οι γλώσσες δεν χαλάνε - αλλάζουν. Και ο δανεισμός είναι μορφή γλωσσικής αλλαγής. Ο δανεισμός εξυπηρετεί ανάγκες και συμβαίνει γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο. Επιπλέον, όπως είδαμε, τα δάνεια προσαρμόζονται στη νέα γλωσσική τους πατρίδα και γίνονται κομμάτι της. Πόσοι από εμάς που μιλούμε τα νέα ελληνικά αισθανόμαστε τη λέξη σπίτι σαν ξένη; Κι όμως είναι δάνειο, όπως θα δούμε της ελληνικής γλώσσας από τα λατινικά.
Το λεξιλόγιο όλων των γλωσσών είναι σε σημαντικό ποσοστό προϊόν δανεισμού. Στα αρχαία ελληνικά π.χ. ένα μεγάλο ποσοστό των λέξεων για τον κόσμο των φυτών και των ζώων (π.χ. κυπάρισσος, το σημερινό κυπαρίσσι· πέρκη, η σημερινή πέρκα) προέρχεται από χαμένες, άγνωστες γλώσσες (τις λέμε προελληνικές και μιλήσαμε ήδη γι' αυτές) που μιλιούνταν από πληθυσμούς που ζούσαν σε αυτή τη γωνιά της Μεσογείου πριν εγκατασταθούν οι Έλληνες. Από αυτούς δανείστηκαν οι Έλληνες ένα μεγάλο μέρος του λεξιλογίου της χλωρίδας (των φυτών) και της πανίδας (των ζώων) για να ονομάσουν όψεις του καινούργιου γι' αυτούς μεσογειακού περιβάλλοντος. Κάτι ανάλογο με αυτό που έγινε στην περίπτωση των Τούρκων και των δάνειων λέξεων kilit, anahtar.
Ο δανεισμός λοιπόν δεν «χαλάει» τις γλώσσες, απλά γιατί οι γλώσσες δεν «χαλάνε». Αντίθετα τις εμπλουτίζει. Άλλωστε, αυτός είναι ο λόγος που συμβαίνει η διαδικασία του δανεισμού.
Θα μπορούσε όμως κανείς να διατυπώσει την εξής αντίρρηση. Δεν θα ήταν καλύτερο αντί να λέμε μπαρ να χρησιμοποιούμε την ελληνικής προέλευσης λέξη κυλικείο (που βγαίνει από την αρχαία ελληνική λέξη κύλιξ, που δηλώνει ένα είδος κούπας απ' όπου έπιναν κρασί), και αντί να λέμε πάρτι να λέμε συμπόσιο, συνεστίαση; Η απάντηση είναι ναι, αρκεί να μην πιστεύουμε ότι, εφόσον δεν γίνεται αυτό, η γλώσσα «χαλάει», «καταστρέφεται». Και έχουμε ήδη εξηγήσει γιατί αυτό δεν ισχύει. Άλλωστε, με έναν τέτοιο τρόπο, όπως λέγαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, δημιουργήθηκε, σε σημαντικό ποσοστό, η κοινή νέα ελληνική, με τη μετάφραση ή απόδοση ξένων όρων στα ελληνικά. Έτσι, το ντοβλέτι, η τουρκική αυτή λέξη, αποδόθηκε με την αναβίωση ενός αρχαίου ελληνικού όρου: εξουσία. Η ιταλικής προέλευσης λέξη γκουβέρνο αποδόθηκε με την αναβίωση της αρχαίας ελληνικής λέξης κυβέρνησις. Ωστόσο, αυτή η διαδικασία απόδοσης ξένων όρων, με τη χρήση «ντόπιου» γλωσσικού υλικού δεν πετυχαίνει πάντα απόλυτα ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν πετυχαίνει καθόλου. Πριν μιλήσουμε για τις λέξεις πάρτι και μπαρ, που αναφέραμε πιο πριν, ας δούμε ένα άλλο παράδειγμα. Η λέξη faxείναι δάνειο από τα αγγλικά. Έγινε, και γίνεται ακόμα από ορισμένους, η προσπάθεια να αποδοθεί στα ελληνικά ως τηλεομοιότυπο. Η απόδοση αυτή δεν «έπιασε». Και δεv «έπιασε», γιατί είναι σκέτος σιδηρόδρομος. Έτσι, επικρατεί η λέξη fax προσαρμοσμένη, όπως γίνεται πάντα, στη δομή της ελληνικής γλώσσας. Εμφανίζεται δηλαδή ως ουδέτερο: το φαξ.
Ας δούμε τώρα τη λέξη μπαρ. Η λέξη κυλικείο χρησιμοποιείται, αλλά δεν έχει εκτοπίσει τη λέξη μπαρ. Κι αυτό γιατί περιορίζεται σε μια ειδική κατηγορία παρόμοιων χώρων: σε σχολεία, νοσοκομεία κλπ. Η λέξη μπαρ «επιμένει», γιατί αποδίδει καλύτερα από τις ελληνικές αποδόσεις το είδος της ξενικής προέλευσης διασκέδασης με την οποία συνδέεται: ξένη μουσική, ποτό (χωρίς φαΐ). Αντίστοιχα, η λέξη πάρτι «επιμένει», γιατί καμία απόδοση στα ελληνικά (π.χ. συνεστίαση, χοροεσπερίδα) δεν αποδίδει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτού του είδους διασκέδασης: νεανική συγκέντρωση, ξένη μουσική, χορός.
Ας δούμε ακόμη ένα παράδειγμα που φωτίζει το ζήτημα που ψάχνουμε. Η λέξη καβγάς είναι δάνειο από τα τουρκικά. Η λέξη αυτή επιμένει να είναι ζωντανή στα νέα ελληνικά, παρόλο που υπάρχουν, και χρησιμοποιούνται, λέξεις ελληνικής προέλευσης με παρόμοιο νόημα: διαμάχη, φιλονικία. Αλλά πού και πώς χρησιμοποιούνται αυτές οι λέξεις; Δεν χρησιμοποιούνται στον καθημερινό, οικείο λόγο αλλά στον γραπτό λόγο ή σε πιο «επίσημες» και λιγότερο καθημερινές προφορικές χρήσεις. Ακριβώς επειδή οι λέξεις αυτές χρησιμοποιούνται σε τέτοιου είδους πλαίσια είναι «ψυχρότερες», παρόλο που είναι φτιαγμένες από ελληνικό γλωσσικό υλικό. Και χρησιμοποιούνται σε τέτοιου είδους πλαίσια, γιατί προέρχονται από αυτό που ονομάζεται λόγια γλώσσα ή καθαρεύουσα. Πρόκειται για ένα είδος γλώσσας που κυριάρχησε μέχρι το 1976 στη Ελλάδα και προσπαθούσε να μιμηθεί την αρχαία ελληνική γλώσσα διατηρώντας την κλίση της και ένα μέρος του λεξιλογίου της. Οι λόγιες λέξεις, ακριβώς επειδή δεν ανήκουν στο καθημερινό, οικείο λεξιλόγιο, δεν μπορούν να αντικαταστήσουν λέξεις οι οποίες, παρόλο που δεν είναι ελληνικής προέλευσης, ανήκουν στο καθημερινό, οικείο λεξιλόγιο και έχουν τη «θέρμη», την αμεσότητα της καθημερινής χρήσης. Έτσι, η τουρκικής προέλευσης λέξη καβγάς εξακολουθεί να είναι ζωντανή στο καθημερινό λεξιλόγιο, ενώ δεν ισχύει το ίδιο για τις ελληνικής προέλευσης λέξεις διαμάχη, φιλονικία. Το παράδειγμα που συζητήσαμε, και θα μπορούσαν να προστεθούν πολλά άλλα, δείχνει καθαρά πόσο επιπόλαιο και πόσο μακριά από τη φύση της γλώσσας είναι να στιγματίζονται τα δάνεια και να θεωρούνται είτε ως «ξένο σώμα» είτε ως «παθολογία» και «ρύπανση», δηλαδή «βρώμισμα», της γλώσσας.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου