Άλλοτε αυτοσυστηνόταν ως στρατιωτικός χειρουργός, άλλοτε πάλι ασκούσε το επάγγελμα του πλανόδιου γιατρού. Περιστασιακά, όλο και τον καλούσαν για να φροντίσει κάποιον αρρωστιάρη ευγενή, οπότε αμειβόταν πλουσιοπάροχα για τους κόπους του. Άλλες φορές, πάλι, ξέπεφτε και αναγκαζόταν να πουλάει ως γυρολόγος στο παζάρι γιατρικά παραγόμενα με οικοτεχνικές μεθόδους.
Έτσι κατάφερε και ταξίδεψε στην Ολλανδία, τη Σκοτία, τη Ρωσία, ακόμη και την Κωνσταντινούπολη. Και, καθώς δεν είχε κανέναν ενδοιασμό στο να... διανθίζει κάπως την αλήθεια, ισχυρίσθηκε ότι είχε ταξιδέψει ακόμη πιο μακριά, μέχρι την Αίγυπτο, τους Αγίους Τόπους και την Περσία. Αργότερα, όμως, σε μια καθόλου χαρακτηριστική για αυτόν στιγμή ταπεινοφροσύνης, παραδέχθηκε: «Δεν έχω επισκεφθεί ούτε την Ασία ούτε και την Αφρική, παρά τα όσα αναφέρονται». Και παντού όπου πήγαινε μάθαινε τις γνώσεις των ντόπιων - ειδικότερα σε ό,τι αφορούσε τις χημικές ενώσεις και τις επιδράσεις τους, τα γιατροσόφια και τις θεραπείες που χρησιμοποιούσαν οι γερόντισσες, καθώς και τις αλχημιστικές πρακτικές. Όπως αναφέρει ένας σύγχρονός του:
«Ζούσε σα γουρούνι κι έμοιαζε με μπροστάρη αρνιών σε ζωοπανήγυρη. Εύρισκε φοβερή ευχαρίστηση κάνοντας παρέα με τα πλέον ακόλαστα άτομα χαμηλής υποστάθμης και ξόδευε τον περισσότερο χρόνο του πίνοντας το καταπέτασμα».
Άλλοι, όμως, που τον συνάντησαν, εντυπωσιάσθηκαν τόσο που τον αποκάλεσαν «Γερμανό Ερμή», «ευγενή και πολυαγαπημένο πρίγκιπα της μάθησης», «βασιλέα της γνώσης». Ο Παράκελσος έμελλε να εμπνεύσει τις πιο αλληλοσυγκρουόμενες αντιδράσεις και η διδασκαλία του, κατά περίεργο τρόπο, το αντικατοπτρίζει. Η άξεστη μορφή του φωνακλά μαρτυρούσε, χωρίς αμφιβολία, πως επρόκειτο για κομπογιαννίτη· οι ιδέες, εντούτοις, που κληροδότησε, παρά το γεγονός ότι, πολλές φορές, ήταν ασυνάρτητες και καθόλου πρωτότυπες, έδειχναν το δρόμο προς το μέλλον. Ήταν τα πρώτα βήματα έξω από το τέλμα του Μεσαίωνα, πάνω στο στέρεο έδαφος της επιστημονικής μεθόδου. Ίσως και να ήταν αναγκαίος ένας τέτοιος άνθρωπος γι’ αυτό το έργο.
Ας δούμε, για παράδειγμα, την επίσκεψη στην Κωνσταντινούπολη το 1522. Η πρωτεύουσα των Οθωμανών, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, δεν ήταν το καλύτερο μέρος για έναν άπιστο. Δεν ήταν δα και δύσκολο, ακόμη και για πρέσβεις σταλμένους από την Ευρώπη, να πάρουν, χωρίς πολλά πολλά, την άγουσα για τα φοβερά και τρομερά μπουντρούμια του ακροπύργιου του Γεντί Κουλέ ως κατάσκοποι. (Θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει πως, ανέκαθεν, κάτι τέτοιο ήταν οι διπλωμάτες... η ουσία, όμως, είναι πως ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής, πολύ απλά, «δεν καταλάβαινε» από διπλωματικές αβρότητες.) Και όμως, εκεί, στην Κωνσταντινούπολη, ο Παράκελσος ανακάλυψε εκ νέου κάποια από τα χαμένα μυστικά της βυζαντινής αλχημείας και ήταν αυτός που τα πρωτοέφερε στην Ευρώπη. Έδρεψε όμως και κάποιες εξίσου συγκλονιστικές και αυθεντικές επιστημονικές γνώσεις.
Οι αγρότισσες ασκούσαν μια πρωτόγονη μορφή ιατρικής πρακτικής, η οποία, κατά τα φαινόμενα, δρούσε προληπτικά έναντι ασθενειών όπως η ευλογιά. Διάνοιγαν μια λεπτή τομή σε μια φλέβα και έβαζαν μέσα μια βελόνα μολυσμένη με υγρό από εξάνθημα ευλογιάς. Αργότερα, λοιπόν, ο Παράκελσος ήταν ο πρώτος ευρωπαίος γιατρός που δήλωνε πως «ό,τι αρρωσταίνει έναν άνθρωπο, αυτό τον θεραπεύει κιόλας». Και πάλι, όμως, η κληρονομιά του Παράκελσου, όπως πάντα, στάθηκε και σε αυτό το ζήτημα αφορμή διχοστασίας. Κάποιοι την ερμήνευσαν ως μια κατανόηση της αρχής του εμβολιασμού δυο αιώνες πριν γίνει κατανοητή από άλλους· κάποιοι άλλοι, πάλι, είδαν σε αυτήν μια πρώιμη υποστήριξη των αμφισβητούμενων πρακτικών της ομοιοπαθητικής ιατρικής.
Το 1521 ο Παράκελσος παρευρέθηκε στη Δίαιτα της Βορμς, ενώπιον της οποίας είχε κληθεί ο Μαρτίνος Λούθηρος για να δικαιολογήσει τις επιθέσεις του κατά της Καθολικής Εκκλησίας. Ο Παράκελσος αναγνώρισε τις εκλεκτικές πνευματικές συγγένειες που συνέδεαν τον ισχυρογνώμονα γιο του μεταλλωρύχου, με αυτόν ο οποίος τολμούσε να προκαλέσει τον Πάπα λοιδορώντας τα συγχωροχάρτια ως πώληση «εισιτηρίων για τον παράδεισο». Όταν ο Λούθηρος αρνήθηκε να αποκηρύξει τις ιδέες του, λέγοντας ότι εμμένει σε αυτές γιατί του είναι φύσει αδύνατον να πράξει αλλιώς, άναψε για τα καλά η φωτιά του Προτεσταντισμού που έμελλε να διχάσει την Ευρώπη. Για τον Παράκελσο, αυτό ήταν ένα έναυσμα για να δει την αποστολή του μέσα από παρόμοιο πρίσμα. Παρέμεινε, όμως, καθολικός, αν και κάπως ανορθόδοξος, και στάθηκε πάντα μακριά από τις θρησκευτικές έριδες. Αυτός έδινε τη μάχη του στο πεδίο της επιστήμης.
Πέρα, όμως, από την έκφραση μιας διαμαρτυρίας, τι ήταν ακριβώς αυτό που επιθυμούσε ο Παράκελσος να μεταδώσει στον κόσμο; Την ανακάλυψη νέων επιστημονικών μεθόδων (ή και παλαιών, εν χρήσει από το λαουτζίκο, τις οποίες, όμως, αγνοούσε η αξιοσέβαστη «κατεστημένη» γνώση); Μια προτίμηση προς την εμπειρία σε αντιπαράθεση προς την αυθεντία; Μια επιμονή σε σχέση με την αποτελεσματικότητα; Πρόκειται, βέβαια, για πράγματα που είναι, με τον τρόπο τους, διαφορετικά μεταξύ τους - συνιστούν όμως, έστω και μετά βίας, ένα συνεκτικό δόγμα.
Ο Παράκελσος σύντομα έβαλε τα πράγματα στη θέση τους, κηρύσσοντας σα δική του την ιδέα της ιατροχημείας. Στην πραγματικότητα, δεν επρόκειτο για δική του ιδέα' είχε, όμως, κάνει τόσο πολλά για την προώθησή της, που την είχε κάνει ουσιαστικά δική του. Η ιατροχημεία προέρχεται από την ελληνική λέξη ιατρός και στόχος της ήταν να καθιερώσει τη χημεία στον πυρήνα της ιατρικής πρακτικής.
Στην πραγματικότητα, η χημεία δεν είχε ακόμη, βέβαια, υπερβεί τη στάδιο της αλχημείας. Όμως, ο Παράκελσος δήλωσε απερίφραστα ότι η αλχημεία έχανε τον καιρό της προσπαθώντας να παρασκευάσει χρυσό. Οι τεχνικές της αλχημείας θα έπρεπε να τεθούν στην υπηρεσία της ιατρικής, για την παραγωγή χημικών γιατρικών για αδιαθεσίες και άλλες παθήσεις —εξειδικευμένα φάρμακα παρασκευαζόμενα για τη θεραπευτική αγωγή συγκεκριμένων ασθενειών. Έτσι, η ιατρική θα γινόταν επιστήμη, κατ’ αντιδιαστολή προς την ελαφρώς ύποπτη και διφορούμενη πρακτική τέχνη που, κατά τα φαινόμενα, ήταν μέχρι τότε. Η ιατρική γνώση θα έπρεπε να καταγραφεί σε βιβλία, τα οποία θα έπρεπε να μπορούν να συμβουλεύονται όλοι οι γιατροί, που στη συνέχεια θα ήταν σε θέση να παρασκευάσουν τα απαιτούμενα φάρμακα. Κάθε φάρμακο θα έπρεπε να διαθέτει ένα σαφές και καθολικά αποδεκτό όνομα, θα έπρεπε δε να συνοδεύεται από μια απλή και σαφή περιγραφή του τρόπου παρασκευής του. Δεν υπήρχε χώρος για τις αμφιλογίες και τις μεταφορικές εκφράσεις που δημιουργούσαν τη σύγχυση στα αλχημιστικά κείμενα, λόγω περιττών θεωρητικολογιών. Από εδώ και στο εξής η έμφαση θα έπρεπε να δοθεί στην πρακτική και επιστημονική εφαρμογή των παρασκευαζόμενων γιατρικών. Δεν υπήρχε πλέον ανάγκη ούτε από θεωρίες ούτε από τις δεισιδαιμονίες που διαιωνίζονταν από τις σοφές γερόντισσες ούτε και από φυτικής προέλευσης γιατροσόφια.
Δύσκολο να αρνηθεί κανείς ότι ο Παράκελσος φάσκει και αντιφάσκει σε δύο σημεία. Πρώτον, εξακολουθούσε να πιστεύει ότι η αλχημεία μια μέρα θα μπορούσε να παρασκευάσει χρυσό και, σε όλη του τη ζωή, αποδύθηκε επανειλημμένα σε πειράματα με αυτό το στόχο. Δεύτερον, παρέμεινε σταθερά πιστός στις δεισιδαιμονίες των γεροντισσών σε ό,τι αφορά τα φυτικά γιατροσόφια που ήταν εν χρήσει από το λαό. Η διάκριση φαίνεται να βασίζεται στο ότι αυτά ήταν αποδεκτά μόνο αν τα είχε καταγράψει αυτός ό ίδιος— ποτέ όταν τα χρησιμοποιούσε κάποιος αντίπαλός του γιατρός.
Όπως πάντα, ο Παράκελσος ήταν ένα κράμα του παλαιού και του νέου, ένα μείγμα τόλμης και αμυαλοσύνης. Η έρευνα των μεταλλευμάτων θα έπρεπε να είναι ενδελεχής, έτσι ώστε να ανακαλύπτονται οι ιδιότητές τους και, μόνον τότε, θα ήταν δυνατόν να προσδιορισθούν ως τα ενδεικνυόμενα θεραπευτικά μέσα για συγκεκριμένες ασθένειες. Επέμενε στο ότι οι ενώσεις θα έπρεπε να παρασκευάζονται κατά επακριβή τρόπο από καθαρές χημικές ουσίες, και όχι μέσω κάποιων αναμείξεων όπως-όπως, κατά τον τρόπο των αλχημιστών. Αυτή η επιμονή του έμελλε, αργότερα, να τον οδηγήσει σε μια από τις πιο οξυδερκείς συλλήψεις στην ιστορία της χημείας. Κι όμως, όσο σημαντική και προφανής και αν φαντάζει σε μας σήμερα αυτή η άποψη, η εποχή του Παράκελσου δε συνειδητοποίησε τη σημασία της. Δεν ήταν κατανοητό ότι οι ιδιότητες των χημικών ενώσεων επηρεάζονται από τα στοιχεία που τις αποτελούν. Ένα τέτοιο γεγονός μας βοηθάει, θέλοντας και μη, να συναισθανθούμε το βάθος της άγνοιας που χαρακτήριζε την εμβρυϊκή χημεία της εποχής του Παράκελσου. Η αλχημεία είχε οδηγήσει τη χημεία μόνο μέχρι το σημείο εκείνο όπου άρχιζε να ψηλαφεί την επιφάνεια των πραγμάτων. Η πρώτη ύλη της πραγματικότητας - η ύλη αυτή καθεαυτή -εξακολουθούσε, εν πολλοίς, να είναι ένας αστάθμητος παράγοντας.
Για μια ακόμη φορά ο Παράκελσος βάλθηκε να κάνει πράξη ό,τι κήρυσσε. Μελέτησε πλήρως τις χημικές ενώσεις και, μέχρι σήμερα, το σύγχρονο φαρμακείο διαθέτει ένα στοκ ενώσεων που είχε ερευνήσει και συνταγογραφήσει: άλατα ψευδαργύρου και χαλκού, ενώσεις μολύβδου και μαγνησίου, παρασκευάσματα από αρσενικό για δερματικές παθήσεις κοκ. Ταυτόχρονα, όμως, ο Παράκελσος επέμενε να περιφρονεί τις προόδους των αντιπάλων του. Η διάνοιξη (ανατομή) νεκρών οργανισμών απορρίφθηκε ως «ανατομία επί νεκρών οργανισμών»- τα συναγόμενα εκ των εσωτερικών λειτουργιών του σώματος συμπεράσματα σε περιπτώσεις ασθένειας αντιμετωπίσθηκαν, κατά παρόμοιο τρόπο, με χλευασμό (εκτός των περιπτώσεων στις οποίες αυτά είχαν καταδειχθεί από αυτόν και μόνον).
Παρά τα τσαλαβουτήματά του στην αλχημεία, ο Παράκελσος δεν παύει να είναι ένας λειτουργός μιας επιστήμης - της χημείας — που βρισκόταν ακόμη στα σπάργανα. Πίστευε πως η ζωή, στο σύνολό της, στην πραγματικότητα δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μια σειρά χημικών διεργασιών. Το σώμα δεν ήταν παρά ένα χημικό εργαστήριο. Η αρρώστια οφειλόταν σε χημική ανισορροπία ή δυσλειτουργία. Κι αυτό μπορούσε να διορθωθεί με την εισαγωγή αντισταθμιστικών χημικών ουσιών ή πυροδοτώντας την κατάλληλη χημική απόκριση. Μέχρις εδώ όλα καλά. Και πάλι, όμως, παρ’ ότι ήταν ένας χημικός που έβλεπε μακριά, παρεμποδιζόταν από μια οπισθοδρομική θεωρία. Η αντίληψη του Παράκελσου για τα στοιχεία δεν ήταν παρά μια ακόμη παραλλαγή των παραδοσιακών αντιλήψεων. Δεχόταν τη γη, τον αέρα, τη φωτιά και το νερό του Αριστοτέλη. Δεχόταν επίσης την ανάπτυξη των αραβικών τριών αρχών: θείο (που προσέδιδε αναφλεξιμότητα ή καθιστούσε το υλικό εύφλεκτο), υδράργυρος (που χάριζε πτητικότητα και το αντίθετό της) και άλας (που χάριζε στερεότητα). Ο Παράκελσος θεώρησε αυτές τις αρχές θεμελιώδεις και τις αιτιολόγησε προσφεύγοντας στην παραδοσιακή περιγραφή για την καύση του ξύλου.
Ο υδράργυρος περιλάμβανε το στοιχείο της συνεκτικότητας οπότε, φεύγοντας υπό μορφή καπνού, το ξύλο διαλυόταν. Ο καπνός αντιπροσώπευε την πτητικότητα (την αρχή του υδραργύρου), οι φλόγες που έδιναν θερμότητα αντιπροσώπευαν την ιδιότητα του εύφλεκτου (θείο) και η εναπομένουσα στάχτη αντιπροσώπευε τη στερεότητα (άλας). Αυτές οι τρεις αρχές δεν ήταν ύλη (που την αποτελούσαν τα τέσσερα στοιχεία), αλλά ήταν ο τρόπος λειτουργίας της ύλης.
Το 1524 ο Παράκελσος ξαναβρέθηκε πάλι στο σπίτι του, στο Βίλαχ, μαζί με ένα μακρύ ξίφος που, αν πιστέψει κανείς τους ισχυρισμούς του, το είχε αποκτήσει υπηρετώντας στο στρατό της Βενετίας. (Από δω και στο εξής θα παίρνει μαζί του το σπαθί όπου πάει- είχε γίνει το φυλαχτό του, το σήμα κατατεθέν του. Πολλές προσωπογραφίες του Παράκελσου τον δείχνουν με αυτό το εντυπωσιακό φροϊδικό σύμβολο. Μέχρι που λέγεται πως κοιμόταν με το ξίφος αυτό ζωσμένο.) Ο Παράκελσος καλωσορίσθηκε στο σπίτι από τον πατέρα του, έναν ευυπόληπτο πλέον πολίτη της ανώτερης τοπικής κοινωνίας. Σε αυτό το στάδιο, κατά μεγάλο μέρος χάρη σε μια άοκνη αυτοδιαφήμιση, ο Παράκελσος άρχισε να χαίρει κάποιας φήμης. Παράλληλα, όμως, με τη φήμη του, μεγάλωνε και η ματαιοδοξία του. Ο σκληραγωγημένος ταξιδευτής-σοφός σύντομα άρχισε να έχει την αίσθηση πως ήταν σε θέση να πράττει και να λέει ό,τι τραβούσε η ψυχή του. Το 1525, στο Ζάλτσμπουργκ, από καθαρή τύχη και μόνο διέφυγε ζωντανός, όταν γνωστοποίησε δημόσια την υποστήριξή του προς τον Πόλεμο των Χωρικών. Οι ιστορίες για τα ταξίδια του βρίθουν αναλογών επεισοδίων, πολλά από τα οποία είναι, αναμφίβολα, υπερβολές, αλλά και πολλά έχουν μια δόση αλήθειας, πράγμα που υποδηλώνει πως μπορεί όντως αρχικά να βασίζονταν σε πραγματικά περιστατικά. Οι ηρωικές κρασοκατανύξεις και οι παράτολμες ενέργειες διαμαρτυρίας κατά της εξουσίας είναι τα κύρια επανερχόμενα θέματα σε αυτές τις ιστορίες.
Το 1527 ο Παράκελσος κίνησε για τη Βασιλεία. Εκεί, ένας από τους ισχυρούς του τόπου με μεγάλη επιρροή, που λεγόταν Φρομπένιους, τον κάλεσε κοντά του εναποθέτοντας επάνω του τις τελευταίες ελπίδες του για θεραπεία του σακατεμένου δεξιού ποδιού του. Οι ντόπιοι γιατροί ήταν όλοι υπέρ του ακρωτηριασμού, αλλά ο Παράκελσος κατόρθωσε να τους μεταπείσει εγκαίρως, αποτρέποντας αυτή την τόσο δραστική αγωγή. Και, στη συνέχεια, εφάρμοσε μια θεραπεία με θεαματικά αποτελέσματα. Ως προς το τι ακριβώς έκανε, θα σας γελάσουμε, δε χωρεί, όμως, αμφιβολία για το γεγονός ότι τα κατάφερε!
Ο Παράκελσος είχε αποκτήσει ένα σημαντικό φίλο. Ο Φρομπένιους ήταν ένας πλούσιος εκδότης με ουμανιστικές αντιλήψεις, που οι επιχειρήσεις του τον είχαν φέρει σε επαφή με πολλά άτομα από την πρωτοπορία της ευρωπαϊκής διανόησης. Την εποχή που ο Παράκελσος θεράπευε με πρόχειρα μέσα τον Φρομπένιους, το έφερε η τύχη να μπαινοβγαίνει στο σπίτι του εκδότη ο Ολλανδός αναγεννησιακός λόγιος Έρασμος.
Ο Έρασμος ήταν ένας άνθρωπος εκπληκτικής πολυμάθειας που σεμνυνόταν για την ανεξαρτησία των απόψεων του. Αυτές επηρεάζονταν ελάχιστα από τις διδαχές της Καθολικής Εκκλησίας, ενώ δεν συνέπιπταν ούτε και με τις αναλήψεις εκείνων των συχνά στενόμυαλων μεταρρυθμιστών που συντάσσονταν με τον Λούθηρο. Ανένταχτος, λοιπόν, ο Έρασμος, συνέβαλε με τη στάση του στο να ανοίξει ο δρόμος για τις ρηξικέλευθες εκείνες προόδους στη φιλοσοφία, τα μαθηματικά και τις επιστήμες, που έμελλε να λάβουν χώρα την επόμενη εκατονταετία. Με πλήρη επίγνωση των ελλείψεών του, ήταν αυτός στον οποίον αποδίδεται η πατρότητα της φράσης: «Μεταξύ των τυφλών, ο μονόφθαλμος βασιλεύει». Το νόημα αυτής της ρήσης, σε ό,τι αφορά τον Παράκελσο, είναι κάτι παραπάνω από εμφανές, ο ίδιος, όμως, μάλλον δεν θα πρέπει να ένιωθε και πολύ ευτυχής με αυτό.
Μεταξύ Εράσμου και Παράκελσου, η συμπάθεια ήταν αμοιβαία και ακαριαία.
Δύσκολο να βρει κανείς τι κοινό μπορούσε να έχει ο ηλικιωμένος και φιλάσθενος λόγιος με τον ηλιοκαμένο και ανεμοδαρμένο ταξιδιάρη αλχημιστή, που τον χαρακτήριζε μια τάση προς την κομπορρημοσύνη. Είναι πιθανόν ο Έρασμος να φιλοτιμήθηκε και να κάθισε να ακούσει «ζαρώνοντας το μεσόφρυδό του και με γυάλινο βλέμμα» τις ενθουσιώδεις ιατροχημικές απεραντολογίες του ρακένδυτου φίλου του, προφανώς, όμως, δεν αμφέβαλε για την αλήθεια των λόγων του. Ζήτησε από τον Παράκελσο να μπει στον κόπο και να ασχοληθεί με την ποδάγρα και την επώδυνη νεφρική του πάθηση, ο δε Παράκελσος ανταποκρίθηκε δεόντως με μια θεραπευτική αγωγή. Τόσο πολύ δε εντυπωσιάσθηκε ο Έρασμος από τη λογιοσύνη όσο και την ιατρική δεινότητα του Παράκελσου, που του έγραψε: «Αδυνατώ να σας προσφέρω αμοιβή αντίστοιχη προς την τέχνη και τη γνώση σας». Καθόλου μικρή φιλοφρόνηση, αν σκεφτεί κανείς πως προερχόταν από το λαμπρότερο μυαλό της εποχής του. Συν τοις άλλοις, ο Έρασμος προσφέρθηκε να βρει στον Παράκελσο δουλειά ανάλογη προς τα ταλέντα του.
Κατόπιν συστάσεων του Εράσμου και του Φρομπένιους, δόθηκε στον Παράκελσο η θέση δημοτικού ιατρού, καθώς και του λέκτορα της ιατρικής στο πανεπιστήμιο της Βασιλείας. Ήταν μόλις τριάντα τριών ετών. Ήταν φαλακρός και τα πλατιά και τραχιά χαρακτηριστικά του τα γλύκαινε μόνον η έλλειψη γενειάδας, καθώς και ένας ανεπαίσθητος ερμαφροδιτισμός. Άρχιζε πια να δείχνει την ηλικία του, στο βαθμό που τα κουραστικά ταξίδια και η σκληρή ζωή είχαν αφήσει τα σημάδια τους πάνω της. Όμως τώρα πλέον ήταν κατασταλαγμένος και έτοιμος για μεγάλα πράγματα, αρκεί να μην... του τα χάλαγε η συμπεριφορά του!
Στο ζήτημα αυτό, όμως, όντως χώλαινε. Γιατί ο Παράκελσος ήταν εκ φύσεως ανίκανος για κάτι τέτοιο. Στην αρχή του ακαδημαϊκού έτους τοιχοκόλλησε το πρόγραμμα των πανεπιστημιακών διαλέξεων που επρόκειτο να δώσει στον πίνακα ανακοινώσεων έξω από την αυλόπορτα του πανεπιστημίου. Σε αντίθεση προς τα μέχρι τότε κρατούντα, ανακοίνωσε πως οι διαλέξεις θα ήταν ανοιχτές για το κοινό και πως θα δίδονταν στα γερμανικά για να τις κατανοούν απαξάπαντες. Μέχρι και οι ντόπιοι αλχημιστές, ακόμη-ακόμη και οι μπαρμπέρηδες που έκαναν τους χειρούργους και πραγματοποιούσαν αφαιμάξεις με βδέλλες, καλούντο να τις παρακολουθήσουν. Η οργή των αρχών ήταν αναπόφευκτη, στο βαθμό που ήταν εύκολα ανιχνεύσιμη η πηγή της έμπνευσής του για μια τέτοια κίνηση.
Δέκα χρόνια νωρίτερα, ο Λούθηρος είχε καρφώσει στην είσοδο ενός ναού στη Βιτεμβέργη τις «Είκοσι πέντε Θέσεις» του ενάντια στα συγχωροχάρτια και τους ψευδείς ισχυρισμούς της Καθολικής Εκκλησίας. Ο Λούθηρος δεν έκανε πλέον το κήρυγμα στα λατινικά, αλλά στην απλή γερμανική γλώσσα που καταλάβαινε ο λαός. Ο κάθε άλλο, λοιπόν, παρά αφελής Παράκελσος, υπέβαλε στις αρχές το εξής ερώτημα: «Γιατί με αποκαλείτε Λούθηρο της ιατρικής; Θέλετε μήπως να μας δείτε αντάμα στην πυρά;» Γιατί ήξερε, βέβαια, πως οι απόψεις του συνιστούσαν πρόκληση για το ορθόδοξο ιατρικό κατεστημένο μόνο, και για κανέναν άλλον, καθώς και ότι δε διακινδύνευε να οδηγηθεί στην πυρά. Επιζητούσε, όμως, το ρόλο του ηρώα. Επιθυμούσε διακαώς να ακουστεί το όνομά του σε ολόκληρη την Ευρώπη, κάτι που έμελλε να του το εξασφαλίσει η συμπεριφορά του στη Βασιλεία.
Αν και τις είχε διαφημίσει υπερβολικά, δημιουργώντας μια αίσθηση προσμονής, εντούτοις, οι διαλέξεις του Παράκελσου κατάφεραν, τελικά, να σταθούν στο ύψος των προσδοκιών του κοινού. Αποποιούμενος την ακαδημαϊκή τήβεννο για την εναρκτήρια διάλεξη, ο Παράκελσος έκανε την εμφάνισή του φορώντας την πέτσινη ποδιά του αλχημιστή. Στην αίθουσα δεν έπεφτε καρφίτσα: φοιτητές, απλοί δημότες, ακαδημαϊκοί και ντόπιοι γιατροί είχαν συρρεύσει απαξάπαντες για να δουν τι σόι αρλούμπες θα ξεφούρνιζε αυτός ο ξέμπαρκος. Δεν τους απογοήτευσε. Ο Παράκελσος ξεκίνησε με την ανακοίνωση ότι θα αποκάλυπτε ευθύς αμέσως το μεγαλύτερο μυστικό της ιατρικής επιστήμης. Και, αμ’ έπος αμ’ έργον, αποκάλυψε σε κοινή θέα μια λεκάνη αποχωρητηρίου. Οι γιατροί άρχισαν να εγκαταλείπουν αηδιασμένοι την αίθουσα, ενώ ξωπίσω τους αντηχούσαν οι φωνές του Παράκελσου που κραύγαζε: «Αν δε θέλετε να ακούσετε για τα μυστικά της σηπτικής ζύμωσης, είσθε ανάξιοι να φέρετε τον τίτλο του ιατρού». Ο Παράκελσος πίστευε πως η ζύμωση ήταν η πιο σημαντική χημική διεργασία που λάμβανε χώρα στο χημικό εργαστήριο του ανθρώπινου σώματος.
Και ο Παράκελσος συνέχισε να κατεδαφίζει την επικρατούσα ακαδημαϊκή θεωρία περί σωματικής υγείας. (Είχε επέλθει πλέον ο χρόνος για τη μαζική αποχώρηση του ακαδημαϊκού κοινού.) Η ορθόδοξη ιατρική της εποχής λειτουργούσε βάσει της θεωρίας των «τεσσάρων χυμών», η οποία προερχόταν από τον Ιπποκράτη. Δηλαδή το αίμα, το φλέγμα, την κίτρινη χολή και τη μέλαινα χολή (μελαγχολία). Η αναλογία των τεσσάρων αυτών χυμών μέσα στο σώμα καθόριζε τις σωματικές και διανοητικές ιδιότητες. Ήταν υπεύθυνοι για τη σωματική διάπλαση και για το ταμπεραμέντο κάθε ατόμου. Ένα χολερικό άτομο οργιζόταν εύκολα και είχε την τάση να κιτρινίζει στο πρόσωπο (ιδίως άμα οργιζόταν και το αίμα έφευγε από τα χαρακτηριστικά του προσώπου του). Όταν κυριαρχούσε το αίμα, το άτομο έτεινε να χαρακτηρίζεται από αισιόδοξο ταμπεραμέντο (αισιόδοξος = sanguine, στα αγγλικά, από το λατινικό sanguis αίμα) και από μια ροδαλότητα στο πρόσωπο. Το γεγονός ότι ακόμη και σήμερα αναφερόμαστε σε φλεγματικά ή χολερικά άτομα είναι κατάλοιπο αυτής της θεωρίας.
Κάθε χυμός είχε τη θέση του σε ένα από τα μείζονα όργανα του σώματος: την καρδιά (αίμα), τον εγκέφαλο (φλέγμα), το συκώτι (κίτρινη χολή) και τη σπλήνα (μέλαινα χολή). Οι τέσσερις χυμοί ήταν σαφώς παράγωγα των τεσσάρων στοιχείων —το αίμα από το πυρ, η μέλαινα χολή ή μελαγχολία από τη γη κοκ. Η ασθένεια ενός ατόμου ερμηνευόταν ως πάθηση προερχόμενη από μια ανισομέρεια μεταξύ των χυμών. Για παράδειγμα, η εμφάνιση πυρετού σήμαινε υπερβολική θερμότητα ή πυρ. Το στοιχείο αυτό αντιστοιχούσε στο χυμό του αίματος, οπότε, η θεραπεία συνίστατο στην πρόκληση τεχνητής αιμορραγίας για να μειωθεί η θερμότητα του σώματος. (Ήταν δε τόσο ακαταμάχητη η ισχύς της απλοϊκής αυτής θεωρίας, που οι απομυζητικές βδέλλες έμελλε να εξακολουθήσουν να κατέχουν μια περίοπτη θέση ανάμεσα στα θεραπευτικά σύνεργα του γιατρού για πάνω από δυο χιλιάδες χρόνια, φθάνοντας στο ζενίθ της δημοτικότητάς τους το δέκατο ένατο αιώνα, πολύ αργότερα από την απαξίωση της θεωρίας των τεσσάρων χυμών. Κάθε γιατρός της βικτοριανής εποχής, που πραγματοποιούσε επισκέψεις κατ’ οίκον και που σεβόταν το καλό του όνομα, όφειλε να καταφθάνει πάντα με μερικές βδέλλες στο βαλιτσάκι του.)
Οι τέσσερις χυμοί συνδέονταν κατά ολιστικό τρόπο με τις τέσσερις εποχές, τις τέσσερις ηλικίες του ανθρώπου και τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Κυβερνήτες τους ήταν οι τέσσερις μείζονες πλανήτες, δηλαδή η Σελήνη, ο Άρης, ο Δίας και ο Κρόνος (μέχρι και σήμερα, ένα άτομο επιρρεπές στη μελαγχολία περιγράφεται στα αγγλικά ως άτομο με saturnine temperament, όπου το επίθετο saturnine, εκ του Saturn=Kpόvoς, στα αγγλικά, χαρακτηρίζει το βαρύθυμο ή το κατηφές του χαρακτήρα). Με τον τρόπο αυτό, η ιατρική), η αστρονομία, η αστρολογία, η ψυχολογία και η αλχημεία συνδέονταν όλες μεταξύ τους μέσα από πλούσιους συμβολικούς συνειρμούς σχηματίζοντας έναν ενιαίο κόσμο.
Όμως ο Παράκελσος δε χαμπάριαζε από όλα αυτά. Το κλουβί του μεταφυσικού συμβολισμού έπρεπε να ανοιχτεί και η ανθρωπότητα να αφεθεί να πετάξει ελεύθερη προς τους ανοιχτούς ορίζοντες της πραγματικότητας. Ο ουρανός και η γη δεν ήταν άρρηκτα συνδεδεμένοι και η ανθρωπότητα δε βρισκόταν στο κέντρο του σύμπαντος. (Την εποχή που ο Παράκελσος παρέδιδε τις διαλέξεις του στην Ελβετία, αν διέσχιζε κανείς τη μισή Ευρώπη, στην Πολωνία, θα συναντούσε τον Κοπέρνικο, ο οποίος, με το ηλιοκεντρικό πλανητικό του σύστημα, εκτόπιζε την ανθρωπότητα από το κέντρο του σύμπαντος. Αν και βέβαια, από φόβο, θα δημοσιοποιούσε τη θεωρία του δεκαέξι χρόνια αργότερα, λίγο προτού αφήσει την τελευταία του πνοή.)
Η αλήθεια, κατά τον Παράκελσο, έγκειται στην ιατροχημεία. Η ασθένεια θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται με τα κατάλληλα γιατρικά, τα οποία ήταν δυνατόν να παρασκευασθούν από ορυκτά. Τα ακλόνητα στοιχεία της ιατροχημείας θα αντικαθιστούσαν τους άνευ ουσίας «χυμούς», που παρέμεναν προσδεδεμένοι στα τέσσερα στοιχεία του Αριστοτέλη. Εκ των υστέρων, πάντοτε, είμαστε πλέον σε θέση να γνωρίζουμε πως αυτή η στροφή υπήρξε καίρια σε ό,τι αφορά τη χημεία. Από δω και στο εξής η έρευνα θα εστίαζε το ενδιαφέρον της στις πολυσχιδείς και πραγματικές ιδιότητες των χημικών ενώσεων, παύοντας να αποδίδει τις χημικές ιδιότητες στην ισορροπία των τεσσάρων στοιχείων εντός μιας ουσίας. Αντί για τέσσερις νότες, η χημεία θα είχε πλέον στη διάθεσή της ένα ολόκληρο κλειδοκύμβαλο.
Αυτό σημαίνει, μήπως, ότι ο Παράκελσος αναγορεύεται σε πατέρα της σύγχρονης χημείας; Δυστυχώς, όχι! Ήταν υπερβολικά ενθουσιώδης και περίπλοκος χαρακτήρας για να περιορίσει τον εαυτό του στο αυστηρά επιστημονικό πεδίο. Σε ένα κλασικό παράδειγμα διανοητικής σχιζοφρένειας, ο Παράκελσος επινόησε και μια θεωρία, η οποία, στις μέρες μας, φαντάζει ως μία επιτομή όλων των γραφικών και παλαιικών στοιχείων της μεσαιωνικής σκέψης. Και, ακόμη χειρότερα, πίστεψε και ο ίδιος σε αυτή τη θεωρία και τη χρησιμοποίησε μάλιστα και για θεραπευτικούς σκοπούς, έστω και αν αντέβαινε πλήρως προς τις ρηξικέλευθες επιστημονικές του θεωρίες.
Το «δόγμα των υπογραφών» του Παράκελσου επιζητούσε να συλλάβει την υπέρτατη σοφία της φύσης. Ήταν καθήκον του γιατρού να αναζητήσει την κατανόηση της γλώσσας της φύσης, η οποία υποδείκνυε με τρόπο απλό πώς μπορούν να επιτευχθούν ειδικές θεραπευτικές αγωγές. Τα φυτά είχαν «υπογραφές», που ο γιατρός όφειλε να μάθει να διαβάζει. Έτσι, για παράδειγμα, μια ορχιδέα έμοιαζε με όρχι, πράγμα που σήμαινε πως ενδεικνυόταν για τη θεραπεία των αφροδισίων νοσημάτων, η πασχαλιά είχε καρδιόσχημα φύλλα, άρα ήταν κατάλληλη για τα καρδιακά νοσήματα, το κιτρινοπόρφυρο χελιδόνιο ήταν ό,τι πρέπει για τον ίκτερο (χρυσή) κοκ.
Ο Παράκελσος - αν θέλουμε τον πιστεύουμε - διδάχθηκε αυτή τη σοφία «από τους γεωργούς», αν και ακόμη και οι σύγχρονοί του ήταν σκεπτικιστές σε σχέση με την προέλευσή της από αυτούς, πιστεύοντας πως ακόμη και οι γεωργοί διέθεταν περισσότερο μυαλό και κρίση. Το δόγμα των υπογραφών διαθέτει όλα τα στοιχεία για να εκληφθεί ως αυθεντικό δείγμα ενός από τα σφαλερά μονοπάτια όπου πλανιώνταν καμιά φορά οι πνευματικές αναζητήσεις του ισχυρογνώμονα Παράκελσου. Που δεν του αρκούσε να είναι απλά και μόνον ένας σφοδρός πολέμιος των οπαδών της μεσαιωνικής σκέψης, αλλά ήθελε και να τους δείξει ότι, ακόμη και στο πεδίο τους, αυτός ήταν ανώτερος!
Γιατί όντως στράφηκε εναντίον τους. Τρεις εβδομάδες μετά από τα δημόσια αποκαλυπτήρια της λεκάνης αποχωρητηρίου στην πρώτη του παράδοση, ο Παράκελσος οδήγησε ένα πλήθος ζωηρών φοιτητών στο πανηγύρι του Αί Γιαννιού, στην πλατεία μπροστά από το πανεπιστήμιο. Εκεί, προέβη σε δημόσια πυρπόληση των έργων του Αβικέννα και του Γαληνού, πασπαλίζοντάς τα με θειάφι και νίτρο ενόσω φλέγονταν. Μερικοί σχολιαστές ισχυρίσθηκαν πως επρόκειτο για συμβολική ενέργεια. Και πως ο στόχος του Παράκελσου ήταν να αποδείξει πως οι χημικές ουσίες ήταν σε θέση να κατισχύσουν επί των γραπτών έργων του παρελθόντος, τα οποία πλέον περίττευαν. Οποιοσδήποτε έχει ποτέ ρίξει αυτές τις δυο ουσίες στη φωτιά, θα καταλάβει πως η πράξη του Παράκελσου δεν ήταν τέτοιας φύσεως. Επιζητούσε το εφετζίδικο θέαμα. Τις φλόγες της κόλασης και την αιώνια καταδίκη.
«Αν οι γιατροί σας ήξεραν μονάχα πως ο πρίγκιπάς τους, ο Γαληνός... βρίσκεται στα τρίσβαθα της Κολάσεως, από όπου μου έχει στείλει επιστολές, θα σχημάτιζαν το σημείο του σταυρού με μια αλεποουρά. Κι όσο για τον Αβικέννα σας, αυτός τελεί εν αναμονή στον προθάλαμο των πυλών της Κολάσεως».
Εδώ, για πρώτη φορά, ακούμε πράγματι τις μεγαλοστομίες ενός μεγαλοφυούς τσαρλατάνου. Ο Παράκελσος δεν είχε ενδοιασμούς σε ό,τι αφορούσε τους εχθρούς του: «Αλίμονο σας την ημέρα της Κρίσεως! Γιατί εγώ γνωρίζω πως δική μου θα είναι η βασιλεία. Δική μου και η τιμή και η δόξα. Και δεν είμαι του λόγου μου που υμνώ τον εαυτό μου, είναι η Φύση η ίδια που με υμνεί!» Υπό το προκάλυμμα δε της πυράς και της μεγαλοστομίας του, εξέπεμπε και ένα λιγότερο σαφώς εκφραζόμενο μήνυμα. Οι εύλογα εξοργισμένες αρχές μπορούσαν να δουν πολύ καθαρά εναντίον ποιων — και μόνον — εξεγειρόταν ο Παράκελσος. Γιατί δεν είχαν περάσει ούτε έξι χρόνια από τότε που ο Λούθηρος είχε κάψει δημοσίως μια παπική βούλα του Λέοντος Γ, στην οποία τον απειλούσε με αφορισμό. Αυτά όσον αφορά την από μέρους του Παράκελσου άρνηση του τίτλου του «Λούθηρου της ιατρικής».
Ο Παράκελσος απολάμβανε τα μέγιστα την άρτι αποκτηθείσα θέση του και διακήρυσσε ανενδοίαστα ό,τι ακριβώς ένιωθε του λόγου του ως αλήθεια. «Όλα τα πανεπιστήμια και όλοι οι αρχαίοι συγγραφείς μαζί έχουν λιγότερο ταλέντο από όσο ο πισινός μου». Οι φοιτητές τον λάτρευαν, οι παραδόσεις του ήταν δημόσιο γεγονός ενώ τα μεθύσια του στα καπηλειά ήταν δημόσιο όνειδος. Ήταν δε άξιο θαυμασμού το γεγονός ότι, παρ’ όλα αυτά, εξακολουθούσε να παράγει πρωτότυπο έργο.
Ο γραμματέας του, ο Οπωρίνος, θυμάται πως:
Σπαταλούσε το χρόνο του μεθοκοπώντας και χλαπακιάζοντας, μέρα-νύχτα. Αδύνατον να τον πετύχεις νηφάλιο για πάνω από μια-δνο ώρες. Κι όμως, όταν πια ήταν τύφλα και ερχόταν σπίτι για να μου υπαγορεύσει, είχε τόση συνοχή κι ήταν τόσο λογικός, που κανείς νηφάλιος δεν θα μπορούσε να επιφέρει βελτίωση στα γραφόμενά του.
Ο Οπωρίνος φαίνεται πως τα είχε βρει σκούρα με τον αφέντη του:
Ολη νύχτα, όσο έμενα μαζί του, δεν κατάφερνε να ξεντυθεί, πράγμα που απέδιδα στο μεθύσι του. Ερχόταν συχνά μισομεθυσμένος, μετά τα μεσάνυχτα, σωριαζόταν στο κρεβάτι με τα ρούχα, χωρίς να βγάλει το ξίφος του, που έλεγε πως το είχε αποκτήσει από κάποιον δήμιο. Δεν είχε καλά καλά αποκοιμηθεί και σηκωνόταν, τραβούσε σαν παλαβός το ξίφος του και το έριχνε καταγής ή στον τοίχο κι ήταν φορές που φοβόμουν μη με σκοτώσει.
Και όταν το αποφάσιζε να στρωθεί στη δουλειά, τα πράγματα σκούραιναν ακόμα περισσότερο:
Η κουζίνα του κόντευε να λαμπαδιάσει από τη φωτιά που έκαιγε ασταμάτητα, με το άλκαλί του, το έλαιον εξαχνώματος, το βασιλέα της καθιζήσεως, το αρσενικόν έλαιον, τον κρόκο ή το θαυμαστό σαπωνοκαμφορούχον χρίσμα καθώς και Κύριος οίδε ποιο άλλο παρασκεύασμα. Μια φορά, λίγο έλειψε να με σκοτώσει. Μου είπε να κοιτάξω το οινόπνευμα στον αποστακτήρα του και μου έβαλε τη μύτη τόσο κοντά, που ο καπνός χώθηκε σε μύτη και μάτια. Ένιωσα να λιποθυμώ από τη δύναμη τον ατμού... Πίστευε πως μπορούσε να προφητεύει πράματα και θάματα και πως ήταν γνώστης μεγάλων μυστικών και μυστηρίων. Εγώ πάλι δεν τολμούσα να ανακατευτώ στις υποθέσεις τον, ένεκα του φόβου που με διακατείχε.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου