Ακόµα και αυτοί που πιστεύουν ότι θα κατακτούσαν την ευτυχία βρίσκοντας τον κατάλληλο άνθρωπο µπορεί να εγκαταλειφθούν µέσα σε µια δυστυχισμένη σχέση λόγω µιας αίσθησης καθήκοντος προς τους συντρόφους τους, τα παιδιά τους ή το θεσµό του γάµου.
Πιστεύουν, λανθασµένα, ότι η θυσία είναι συνώνυµη µε την αρετή και δεν αντιλαµβάνονται ότι µένοντας για το χατίρι του άλλου θα οδηγηθούν και οι δύο σε απογοήτευση και δυστυχία. Με την πάροδο του χρόνου, αυτός που θυσιάζεται θα δυσφορεί µε το σύντροφό του επειδή του στερεί το νόηµα ή την ευχαρίστηση που θα έβρισκε αλλού.
Ο σύντροφός του, από την άλλη µεριά, θα είναι δυστυχισµένος ξέροντας ότι µένει µαζί του επειδή νιώθει υποχρέωση και όχι επειδή το επιθυμεί, και αυτός µε τη σειρά του θα χάσει οποιοδήποτε νόηµα ή ευχαρίστηση αντλούσε από τη σχέση.
Ακόµα και µέσα σε µια σχέση που οι σύντροφοι αγαπιούνται και θέλουν να είναι µαζί, η ευτυχία µπορεί να υπονοµευτεί από την πεποίθηση ότι η θυσία είναι συνώνυµη της αγάπης -ότι όσο µεγαλύτερη η θυσία, τόσο βαθύτερη η αγάπη.
Είναι σηµαντικό να γνωρίζουµε ότι το να σταθούµε στο πλευρό του συντρόφου μας όταν αυτός µας χρειάζεται δεν αποτελεί θυσία.
Όταν αγαπάµε κάποιον, συχνά αισθανόµαστε ότι βοηθώντας τον βοηθάµε τους εαυτούς µας. Όπως σηµειώνει ο Ναθάνιελ Μπράντεν: «Αυτός είναι ο µεγάλος προσδιορισµός της αγάπης: ότι το ατοµικό µας συµφέρον επεκτείνεται ώστε να συµπεριλάβει το σύντροφό µας».
Όταν αναφέροµαι εδώ στη θυσία, µιλάω για έναν άνθρωπο που απαρνείται κάτι απαραίτητο για την ευτυχία του.
Για παράδειγµα, µια γυναίκα που διαρκώς αφήνει την εργασία που αγαπά και την οποία δεν µπορεί να βρει αλλού προκειµένου να πάρει ο άντρας της μια δουλειά στο εξωτερικό θυσιάζεται - γιατί, αν η εργασία της είναι θεμελιώδης για τον πυρήνα του εαυτού της, αν είναι μέρος του προορισμού της, τότε το να την εγκαταλείψει είναι επιζήμια για την ευτυχία της.
Η ίδια γυναίκα, αν πάρει άδεια µιας εβδομάδας γιατι θελει να βοηθήσει τον άντρα της σε κάποιο έργο του, δε θυσιάζεται απαραίτητα - µπορεί να µη συµβιβάζει την ευτυχία της.
Επιπλέον, επειδή η ευτυχία της είναι συνυφασμένη µε τη δική του, επειδή ο καθένας τους είναι ευτυχέστερος όταν ο άλλος είναι ευτυχισµένος, βοηθώντας τον βοηθά συγχρόνως τον εαυτό της.
Δεν υπάρχει εύκολος τρόπος διάκρισης µεταξύ θυσιαστικών συµπεριφορών, και συνεπώς καταστροφικών για τη µακρόχρονη επιτυχία της σχέσης, και συµπεριφορών που οδηγούν στην ωρίµανση της σχέσης. Ο µόνος τρόπος να ξεχωρίσουµε την επιβλαβή από την ωφέλιµη, είναι αξιολογώντας τη σχέση ως σύνολο στο νόµισµα της ευτυχίας.
Μια σχέση είναι µια συναλλαγή στο υπέρτατο νόµισμα. Όπως κάθε συναλλαγή, όσο πιο επικερδής είναι µια σχέση και για τους δύο, τόσο µεγαλύτερες πιθανότητες έχει να ανθήσει. Όταν ο ένας από τους συντρόφους αδικείται στο υπέρτατο νόµισµα -όταν εκείνη διαρκώς στερείται το νόηµα και την ευχαρίστηση ώστε εκείνος να λαµβάνει µεγαλύτερο µέρος τους- και οι δύο σύντροφοι καταλήγουν σε βάθος χρόνου λιγότερο ευτυχισµένοι. Για να νιώθουμε ευχαριστηµένοι σε µια σχέση, πρέπει να νιώθουµε ότι η συναλλαγή είναι ισότιµη.
Η ψυχολόγος Ελέιν Χάτφιλντ, η οποία µελετά τις σχέσεις, δείχνει ότι δεν αρέσει στους ανθρώπους να «καλοπληρώνονται» ή να «κακοπληρώνονται» σε µια σχέση. Οι άνθρωποι νιώθουν πιο ευχαριστηµένοι, και οι σχέσεις τους έχουν µεγαλύτερες πιθανότητες να ανθήσουν, αν και οι δύο σύντροφοι βλέπουν τη σχέση ως ισότιμη. Αυτό φυσικά δε σημαίνει ότι και οι δύο σύντροφοι θα πρέπει να έχουν αντίστοιχους μισθούς. Η ισοτιμία της σχέσης μετατράται στο υπέρτατο νόμισμα. Αν και ο συµβιβασµός είναι ένα µακό και υγιές µέρος οποιασδήποτε σχέσης, αν και σε διαφορετικές φάσεις ο κάθε σύντροφος θα αποποιηθεί µέρος του νοήµατος και της ευχαρίστησής του για το καλό του άλλου, συνολικά η σχέση θα πρέπει να είναι προσοδοφόρα και για τους δύο – και οι δύο θα πρέπει να νιώθουν ευτυχισμένοι που είναι μαζί.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου