“Όλα θα πάνε καλά”! Ή, μήπως, “Όλα πάνε κατά διαόλου”; “Τέλειο, ας το κάνουμε”! Ή, μήπως, “Να το σκεφτώ λίγο, κάτι δεν μου κολλάει”; Γίνεται πολύς λόγος για τη “θετική” και την “αρνητική” σκέψη, αλλά και για το αν η “θετική” μάς βοηθάει, ενώ η “αρνητική” μάς δημιουργεί προβλήματα. Κατά πόσον, όμως, ισχύει αυτό;
Αυτό που λέμε “σκέψη” είναι μία διεργασία στον εγκέφαλό μας, την οποία μάλιστα νομίζουμε ότι μπορούμε να κατευθύνουμε κατά βούληση, παρόλο που δεν ισχύει και τόσο, όπως έχει αποδείξει η νευροεπιστήμη. Η σκέψη χρησιμοποιεί τη γλώσσα και μοιάζει με “εσωτερικό διάλογο” – έναν διάλογο μέσα στο μυαλό μας που δεν ακούνε οι άλλοι, συχνά μάλιστα συνοδεύεται και από εικόνες και συναισθήματα.
Ως “θετική” εννοούμε συνήθως μία σκέψη που δηλώνει κάτι ευχάριστο, μία επιθυμία, μία ευκαιρία, μία δυνατότητα, μία ιδέα ή πίστη ότι κάτι καλό θα συμβεί ή ότι είναι δυνατόν να συμβεί, ένα επίτευγμα, ένα ευχάριστο συναίσθημα, μία προτροπή κ.ο.κ.
Ως “αρνητική” εννοούμε συνήθως μία σκέψη που δηλώνει κάτι δυσάρεστο, κάτι ανεπιθύμητο, κάτι που, αν συμβεί, μπορεί να είναι επώδυνο ή βλαπτικό, έναν πιθανό κίνδυνο, μία αδυναμία, έναν αποκλεισμό, μία απαγόρευση, μία έλλειψη, ένα δυσάρεστο συναίσθημα, μία αναστολή κ.ο.κ.
Τόσο οι θετικές όσο και οι αρνητικές σκέψεις έχουν τη χρησιμότητά τους. Οι θετικές σχετίζονται με περισσότερες επιλογές, πιο εύκολες αποφάσεις, καλύτερη διάθεση, πιο εύκολη δοκιμή νέων πραγμάτων, κατάργηση κανόνων και επέκταση ορίων, φαντασίωση μελλοντικών επιτευγμάτων, μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε δυσκολίες και ατυχίες κ.ά. Οι αρνητικές σχετίζονται με προστασία, αποφυγή κινδύνων και λαθών, πιο ρεαλιστική και αποτελεσματική αντιμετώπιση μίας πολύπλοκης κατάστασης ή θέματος, επισήμανση του τι δεν πάει καλά και πρέπει να προσέξουμε, επιβολή κανόνων και ορίων κ.ά.
Το ότι μία σκέψη είναι θετική δεν ισοδυναμεί απαραίτητα με το ότι είναι καλή και χρήσιμη, ούτε ότι μία σκέψη αρνητική είναι άχρηστη ή επιζήμια. Πολύ εύκολα μπορεί μία θετική σκέψη να είναι επιζήμια, π.χ. όταν μας “τυφλώνει” από το να αντιληφθούμε υπαρκτούς κινδύνους και να τους αντιμετωπίσουμε σωστά. Όπως και μία αρνητική σκέψη μπορεί να είναι ωφέλιμη, π.χ. όταν μας βοηθάει να εντοπίσουμε και να δούμε στην πραγματική τους διάσταση προβλήματα που πρέπει να λυθούν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα επιζήμιων θετικών σκέψεων είναι αυτές που κάνει π.χ. ένας πολιτικός ηγέτης και οι ψηφοφόροι του, βάζοντας σε κίνδυνο την κοινωνία και την οικονομία μίας χώρας, όταν η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Άλλο παράδειγμα είναι η υπεραισιοδοξία ενός επιχειρηματία που παραβλέπει σημαντικούς κινδύνους και, τελικά, οδηγεί την επιχείρησή του σε χρεωκοπία και τους υπαλλήλους του στην ανεργία.
Πιο αποτελεσματικός ο συνδυασμός
Ιδανικά, τα καλύτερα αποτελέσματα έρχονται από ένα μείγμα θετικών και αρνητικών σκέψεων κατά περίπτωση, όπου οι θετικές σκέψεις ωθούν και οι αρνητικές προστατεύουν. Αυτό ισχύει σε ατομικό επίπεδο, αλλά και σε ομαδικό.
Δύο άνθρωποι μπορεί να σκέφτονται για το ίδιο θέμα ο ένας πολύ πιο θετικά και ο άλλος πολύ πιο αρνητικά. Για παράδειγμα, όταν ένα αντρόγυνο πρέπει να αποφασίσει για την αγορά ενός σπιτιού και έχουν βρει ένα που τους αρέσει, μπορεί π.χ. ο άντρας να αρχίσει να παραθέτει πόσα ελαττώματα και προβλήματα έχει το σπίτι (ότι είναι πιο ακριβό από όσο αντέχουν κ.λπ.), ενώ η γυναίκα να τονίζει πόσο ωραία είναι η περιοχή, πόσο ευρύχωρο είναι το σπίτι και ιδανικό για τα παιδιά που θα αποκτήσουν, πόσο καλοί φαίνονται οι γείτονες κ.λπ. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι “τα ετερώνυμα έλκονται”, όπως λέμε, πιθανώς για να υπάρχει συνολική ισορροπία και αλληλοκάλυψη.
Αντίστοιχα, μία ομάδα ανθρώπων μπορεί να λειτουργήσει πολύ καλύτερα σε μία δραστηριότητα ή ένα έργο (project), αν αποτελείται από άτομα που διαφέρουν ως προς το πόσο θετικά ή αρνητικά σκέφτονται: Οι πιο αισιόδοξοι και θετικά σκεπτόμενοι μπορεί να βάζουν στόχους, να δίνουν κατευθύνσεις και να σχεδιάζουν πορεία και δράσεις, ενώ οι πιο απαισιόδοξοι και αρνητικά σκεπτόμενοι μπορούν εύκολα να επισημαίνουν και να προβλέπουν προβλήματα και κινδύνους, και όλοι μαζί να βρίσκουν καλές λύσεις.
Ο… πόλεμος κατά της αρνητικής σκέψης
Τότε γιατί φαίνεται η σύγχρονη κουλτούρα του Δυτικού κόσμου να προσπαθεί να επιβάλει τη θετική σκέψη εις βάρος της αρνητικής; Ακούμε, διαβάζουμε, δεχόμαστε συμβουλές για το πώς να διώξουμε τις αρνητικές σκέψεις (και τα συναισθήματα), πώς να τις αγνοήσουμε, να τις αποφύγουμε: “Μην το σκέφτεσαι, όλα θα πάνε καλά”, “Μην σκέφτεσαι ότι θα σε απολύσει, δεν πρόκειται να συμβεί” κ.ά. Όμως, πολλοί από εμάς διαπιστώνουμε πως, όταν προσπαθούμε να τις εφαρμόσουμε, αυτό είναι δύσκολο έως αδύνατο και προκαλεί και επιπλέον άγχος.
Αντίθετα, όταν σκεφτόμαστε πολύ θετικά, ακόμα και υπερβολικά θετικά, πολύ σπάνια μπορεί να δεχθούμε συμβουλή να μην το κάνουμε, παρόλο που θα μπορούσε να μας ωφελήσει σε αρκετές περιπτώσεις.
Γιατί αυτός ο πόλεμος με τις αρνητικές σκέψεις; Ίσως γιατί οι θετικές σκέψεις συνδέονται με καλή διάθεση και οι αρνητικές με δυσάρεστη διάθεση, με άγχος και στρες. Ίσως και γιατί το “κόλλημα” σε αρνητικές σκέψεις συνδέεται με ψυχικές διαταραχές και προβλήματα συμπεριφοράς, όπως η κατάθλιψη. Ίσως γιατί οι αρνητικές σκέψεις απαιτούν περισσότερο χρόνο σκέψης και, συχνά, δεν υπάρχει χρόνος για πολλή σκέψη! Ίσως επειδή μία αρνητική σκέψη δεν είναι ευχάριστη και συχνά είναι αγχωτική, υπάρχει η εντύπωση ότι αυτή η σκέψη μπορεί να κάνει ζημιά και γίνεται επίφοβη. Ίσως επειδή υιοθετούμε άκριτα τον αναπόδεικτο μύθο της “αυτο-εκπληρούμενης προφητείας”.
Πολλοί, μάλιστα, κατηγορούν τις αρνητικές σκέψεις ως πηγές προβλημάτων υγείας, αλλά δεν έχει επιβεβαιωθεί επιστημονικά τέτοια σχέση αιτίου-αποτελέσματος. Υπάρχει, λοιπόν, συχνά ένας φόβος για τις αρνητικές σκέψεις και μία προσπάθεια απόκρουσης ή και αντικατάστασής τους από θετικές.
Κάποια πειράματα και έρευνες έδειξαν ότι όσοι έχουν την τάση να σκέφτονται “θετικά”, που τους λέμε και αισιόδοξους, ζορίζονται ή και “βραχυκυκλώνουν” όταν τύχει ή χρειάζεται να σκεφτούν αρνητικά. Αντίστοιχα, όσοι έχουν την τάση να σκέφτονται “αρνητικά”, που τους λέμε και απαισιόδοξους, ζορίζονται πολύ με τις θετικές σκέψεις που τους επιβάλλονται, το στρες τους αυξάνεται όταν σκέφτονται θετικά με το ζόρι και δεν λειτουργούν καλά! Επιπλέον, φαίνεται ότι οι πρώτοι δεν μπορούν να αντιληφθούν πόσο καλά λειτουργούν οι δεύτεροι με τον τρόπο τους και αντίστροφα, αλλά η προσπάθεια επιβολής είναι μονόπλευρη εις βάρος των αρνητικών σκέψεων και των απαισιόδοξων.
Ευτυχώς, τα τελευταία χρόνια έχει μελετηθεί και αναδειχθεί η χρησιμότητα της τάσης για αρνητική σκέψη. Όταν η αρνητική σκέψη δεν λειτουργεί παθολογικά, μπορεί να χαρακτηριστεί πλέον ως “αμυντική απαισιοδοξία” και να απενοχοποιηθεί, καθώς μπορεί να λειτουργήσει θετικά (βλ. π.χ. δημοσίευση των J.K. Norem και E.C. Chang, με τίτλο ‘The positive psychology of negative thinking’, στο Journal of Clinical Psychology, 2002 Sep; 58(9):993-1001).
Ελέγχεται η σκέψη;
Επίσης, η νευροεπιστήμη μάς έχει δείξει ότι δεν ελέγχουμε πάντα τις σκέψεις μας και το αν θα είναι θετικές ή αρνητικές, καθώς επηρεάζονται πολύ από τα συναισθήματα, τις ερμηνείες που έχουμε για τα βιώματά μας, ακόμα και τη συμπεριφορά των ανθρώπων γύρω μας. Γι’ αυτό δεν χρειάζεται να κατηγορούμε τον εαυτό μας αν “δεν σκέφτεται θετικά” – συχνά δεν είναι κάτι που μπορούμε να ελέγξουμε εύκολα.
Βέβαια, είναι καθησυχαστικό να πιστεύουμε ότι ελέγχουμε τις σκέψεις μας και μέσω αυτών και τα συναισθήματά μας, και μάλλον ανησυχητικό το ότι μπορεί να μας ελέγχουν τα συναισθήματα και κάτι έξω από το συνειδητό μας έλεγχο. Ο συνειδητός μας νους έχει μία φυσική προτίμηση στην αντι-αγχωτική ιδέα ότι “μπορούμε να επιλέξουμε τι σκεφτόμαστε ή ακόμα και τι θα νιώσουμε”. Όμως πολύ συχνά είναι μία ψευδαίσθηση!
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να αυξήσουμε τις θετικές σκέψεις μας μειώνοντας τις αρνητικές (ή και το αντίστροφο, αν χρειάζεται), αλλά χρειάζεται προσοχή, γιατί η απλή αποφυγή και προσπάθεια ακύρωσης μπορεί να αυξήσουν το στρες, έχοντας συχνά το αντίθετο αποτέλεσμα. Το σημαντικό είναι να υπάρχει ένα μείγμα θετικών και αρνητικών σκέψεων που να λειτουργεί καλά για το άτομο, την οικογένεια, την ομάδα, την κοινωνία.
Αυτό που λέμε “σκέψη” είναι μία διεργασία στον εγκέφαλό μας, την οποία μάλιστα νομίζουμε ότι μπορούμε να κατευθύνουμε κατά βούληση, παρόλο που δεν ισχύει και τόσο, όπως έχει αποδείξει η νευροεπιστήμη. Η σκέψη χρησιμοποιεί τη γλώσσα και μοιάζει με “εσωτερικό διάλογο” – έναν διάλογο μέσα στο μυαλό μας που δεν ακούνε οι άλλοι, συχνά μάλιστα συνοδεύεται και από εικόνες και συναισθήματα.
Ως “θετική” εννοούμε συνήθως μία σκέψη που δηλώνει κάτι ευχάριστο, μία επιθυμία, μία ευκαιρία, μία δυνατότητα, μία ιδέα ή πίστη ότι κάτι καλό θα συμβεί ή ότι είναι δυνατόν να συμβεί, ένα επίτευγμα, ένα ευχάριστο συναίσθημα, μία προτροπή κ.ο.κ.
Ως “αρνητική” εννοούμε συνήθως μία σκέψη που δηλώνει κάτι δυσάρεστο, κάτι ανεπιθύμητο, κάτι που, αν συμβεί, μπορεί να είναι επώδυνο ή βλαπτικό, έναν πιθανό κίνδυνο, μία αδυναμία, έναν αποκλεισμό, μία απαγόρευση, μία έλλειψη, ένα δυσάρεστο συναίσθημα, μία αναστολή κ.ο.κ.
Τόσο οι θετικές όσο και οι αρνητικές σκέψεις έχουν τη χρησιμότητά τους. Οι θετικές σχετίζονται με περισσότερες επιλογές, πιο εύκολες αποφάσεις, καλύτερη διάθεση, πιο εύκολη δοκιμή νέων πραγμάτων, κατάργηση κανόνων και επέκταση ορίων, φαντασίωση μελλοντικών επιτευγμάτων, μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε δυσκολίες και ατυχίες κ.ά. Οι αρνητικές σχετίζονται με προστασία, αποφυγή κινδύνων και λαθών, πιο ρεαλιστική και αποτελεσματική αντιμετώπιση μίας πολύπλοκης κατάστασης ή θέματος, επισήμανση του τι δεν πάει καλά και πρέπει να προσέξουμε, επιβολή κανόνων και ορίων κ.ά.
Το ότι μία σκέψη είναι θετική δεν ισοδυναμεί απαραίτητα με το ότι είναι καλή και χρήσιμη, ούτε ότι μία σκέψη αρνητική είναι άχρηστη ή επιζήμια. Πολύ εύκολα μπορεί μία θετική σκέψη να είναι επιζήμια, π.χ. όταν μας “τυφλώνει” από το να αντιληφθούμε υπαρκτούς κινδύνους και να τους αντιμετωπίσουμε σωστά. Όπως και μία αρνητική σκέψη μπορεί να είναι ωφέλιμη, π.χ. όταν μας βοηθάει να εντοπίσουμε και να δούμε στην πραγματική τους διάσταση προβλήματα που πρέπει να λυθούν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα επιζήμιων θετικών σκέψεων είναι αυτές που κάνει π.χ. ένας πολιτικός ηγέτης και οι ψηφοφόροι του, βάζοντας σε κίνδυνο την κοινωνία και την οικονομία μίας χώρας, όταν η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Άλλο παράδειγμα είναι η υπεραισιοδοξία ενός επιχειρηματία που παραβλέπει σημαντικούς κινδύνους και, τελικά, οδηγεί την επιχείρησή του σε χρεωκοπία και τους υπαλλήλους του στην ανεργία.
Πιο αποτελεσματικός ο συνδυασμός
Ιδανικά, τα καλύτερα αποτελέσματα έρχονται από ένα μείγμα θετικών και αρνητικών σκέψεων κατά περίπτωση, όπου οι θετικές σκέψεις ωθούν και οι αρνητικές προστατεύουν. Αυτό ισχύει σε ατομικό επίπεδο, αλλά και σε ομαδικό.
Δύο άνθρωποι μπορεί να σκέφτονται για το ίδιο θέμα ο ένας πολύ πιο θετικά και ο άλλος πολύ πιο αρνητικά. Για παράδειγμα, όταν ένα αντρόγυνο πρέπει να αποφασίσει για την αγορά ενός σπιτιού και έχουν βρει ένα που τους αρέσει, μπορεί π.χ. ο άντρας να αρχίσει να παραθέτει πόσα ελαττώματα και προβλήματα έχει το σπίτι (ότι είναι πιο ακριβό από όσο αντέχουν κ.λπ.), ενώ η γυναίκα να τονίζει πόσο ωραία είναι η περιοχή, πόσο ευρύχωρο είναι το σπίτι και ιδανικό για τα παιδιά που θα αποκτήσουν, πόσο καλοί φαίνονται οι γείτονες κ.λπ. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι “τα ετερώνυμα έλκονται”, όπως λέμε, πιθανώς για να υπάρχει συνολική ισορροπία και αλληλοκάλυψη.
Αντίστοιχα, μία ομάδα ανθρώπων μπορεί να λειτουργήσει πολύ καλύτερα σε μία δραστηριότητα ή ένα έργο (project), αν αποτελείται από άτομα που διαφέρουν ως προς το πόσο θετικά ή αρνητικά σκέφτονται: Οι πιο αισιόδοξοι και θετικά σκεπτόμενοι μπορεί να βάζουν στόχους, να δίνουν κατευθύνσεις και να σχεδιάζουν πορεία και δράσεις, ενώ οι πιο απαισιόδοξοι και αρνητικά σκεπτόμενοι μπορούν εύκολα να επισημαίνουν και να προβλέπουν προβλήματα και κινδύνους, και όλοι μαζί να βρίσκουν καλές λύσεις.
Ο… πόλεμος κατά της αρνητικής σκέψης
Τότε γιατί φαίνεται η σύγχρονη κουλτούρα του Δυτικού κόσμου να προσπαθεί να επιβάλει τη θετική σκέψη εις βάρος της αρνητικής; Ακούμε, διαβάζουμε, δεχόμαστε συμβουλές για το πώς να διώξουμε τις αρνητικές σκέψεις (και τα συναισθήματα), πώς να τις αγνοήσουμε, να τις αποφύγουμε: “Μην το σκέφτεσαι, όλα θα πάνε καλά”, “Μην σκέφτεσαι ότι θα σε απολύσει, δεν πρόκειται να συμβεί” κ.ά. Όμως, πολλοί από εμάς διαπιστώνουμε πως, όταν προσπαθούμε να τις εφαρμόσουμε, αυτό είναι δύσκολο έως αδύνατο και προκαλεί και επιπλέον άγχος.
Αντίθετα, όταν σκεφτόμαστε πολύ θετικά, ακόμα και υπερβολικά θετικά, πολύ σπάνια μπορεί να δεχθούμε συμβουλή να μην το κάνουμε, παρόλο που θα μπορούσε να μας ωφελήσει σε αρκετές περιπτώσεις.
Γιατί αυτός ο πόλεμος με τις αρνητικές σκέψεις; Ίσως γιατί οι θετικές σκέψεις συνδέονται με καλή διάθεση και οι αρνητικές με δυσάρεστη διάθεση, με άγχος και στρες. Ίσως και γιατί το “κόλλημα” σε αρνητικές σκέψεις συνδέεται με ψυχικές διαταραχές και προβλήματα συμπεριφοράς, όπως η κατάθλιψη. Ίσως γιατί οι αρνητικές σκέψεις απαιτούν περισσότερο χρόνο σκέψης και, συχνά, δεν υπάρχει χρόνος για πολλή σκέψη! Ίσως επειδή μία αρνητική σκέψη δεν είναι ευχάριστη και συχνά είναι αγχωτική, υπάρχει η εντύπωση ότι αυτή η σκέψη μπορεί να κάνει ζημιά και γίνεται επίφοβη. Ίσως επειδή υιοθετούμε άκριτα τον αναπόδεικτο μύθο της “αυτο-εκπληρούμενης προφητείας”.
Πολλοί, μάλιστα, κατηγορούν τις αρνητικές σκέψεις ως πηγές προβλημάτων υγείας, αλλά δεν έχει επιβεβαιωθεί επιστημονικά τέτοια σχέση αιτίου-αποτελέσματος. Υπάρχει, λοιπόν, συχνά ένας φόβος για τις αρνητικές σκέψεις και μία προσπάθεια απόκρουσης ή και αντικατάστασής τους από θετικές.
Κάποια πειράματα και έρευνες έδειξαν ότι όσοι έχουν την τάση να σκέφτονται “θετικά”, που τους λέμε και αισιόδοξους, ζορίζονται ή και “βραχυκυκλώνουν” όταν τύχει ή χρειάζεται να σκεφτούν αρνητικά. Αντίστοιχα, όσοι έχουν την τάση να σκέφτονται “αρνητικά”, που τους λέμε και απαισιόδοξους, ζορίζονται πολύ με τις θετικές σκέψεις που τους επιβάλλονται, το στρες τους αυξάνεται όταν σκέφτονται θετικά με το ζόρι και δεν λειτουργούν καλά! Επιπλέον, φαίνεται ότι οι πρώτοι δεν μπορούν να αντιληφθούν πόσο καλά λειτουργούν οι δεύτεροι με τον τρόπο τους και αντίστροφα, αλλά η προσπάθεια επιβολής είναι μονόπλευρη εις βάρος των αρνητικών σκέψεων και των απαισιόδοξων.
Ευτυχώς, τα τελευταία χρόνια έχει μελετηθεί και αναδειχθεί η χρησιμότητα της τάσης για αρνητική σκέψη. Όταν η αρνητική σκέψη δεν λειτουργεί παθολογικά, μπορεί να χαρακτηριστεί πλέον ως “αμυντική απαισιοδοξία” και να απενοχοποιηθεί, καθώς μπορεί να λειτουργήσει θετικά (βλ. π.χ. δημοσίευση των J.K. Norem και E.C. Chang, με τίτλο ‘The positive psychology of negative thinking’, στο Journal of Clinical Psychology, 2002 Sep; 58(9):993-1001).
Ελέγχεται η σκέψη;
Επίσης, η νευροεπιστήμη μάς έχει δείξει ότι δεν ελέγχουμε πάντα τις σκέψεις μας και το αν θα είναι θετικές ή αρνητικές, καθώς επηρεάζονται πολύ από τα συναισθήματα, τις ερμηνείες που έχουμε για τα βιώματά μας, ακόμα και τη συμπεριφορά των ανθρώπων γύρω μας. Γι’ αυτό δεν χρειάζεται να κατηγορούμε τον εαυτό μας αν “δεν σκέφτεται θετικά” – συχνά δεν είναι κάτι που μπορούμε να ελέγξουμε εύκολα.
Βέβαια, είναι καθησυχαστικό να πιστεύουμε ότι ελέγχουμε τις σκέψεις μας και μέσω αυτών και τα συναισθήματά μας, και μάλλον ανησυχητικό το ότι μπορεί να μας ελέγχουν τα συναισθήματα και κάτι έξω από το συνειδητό μας έλεγχο. Ο συνειδητός μας νους έχει μία φυσική προτίμηση στην αντι-αγχωτική ιδέα ότι “μπορούμε να επιλέξουμε τι σκεφτόμαστε ή ακόμα και τι θα νιώσουμε”. Όμως πολύ συχνά είναι μία ψευδαίσθηση!
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να αυξήσουμε τις θετικές σκέψεις μας μειώνοντας τις αρνητικές (ή και το αντίστροφο, αν χρειάζεται), αλλά χρειάζεται προσοχή, γιατί η απλή αποφυγή και προσπάθεια ακύρωσης μπορεί να αυξήσουν το στρες, έχοντας συχνά το αντίθετο αποτέλεσμα. Το σημαντικό είναι να υπάρχει ένα μείγμα θετικών και αρνητικών σκέψεων που να λειτουργεί καλά για το άτομο, την οικογένεια, την ομάδα, την κοινωνία.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου