ὁπότ᾽ ἀπ᾽ Ἄργεος ἤλυθον [στρ. γ]
δευτέραν ὁδὸν Ἐπίγονοι.
ὧδ᾽ εἶπε μαρναμένων·
«φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει
45 ἐκ πατέρων παισὶ λῆμα. θαέομαι σαφές
δράκοντα ποικίλον αἰθᾶς Ἀλκμᾶν᾽ ἐπ᾽ ἀσπίδος
νωμῶντα πρῶτον ἐν Κάδμου πύλαις.
ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳ [αντ. γ]
νῦν ἀρείονος ἐνέχεται
50 ὄρνιχος ἀγγελίᾳ
Ἄδραστος ἥρως· τὸ δὲ οἴκοθεν
ἀντία πράξει. μόνος γὰρ ἐκ Δαναῶν στρατοῦ
θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦ, τύχᾳ θεῶν
ἀφίξεται λαῷ σὺν ἀβλαβεῖ
55 Ἄβαντος εὐρυχόρους ἀγυιάς.» τοιαῦτα μέν [επωδ. γ]
ἐφθέγξατ᾽ Ἀμφιάρηος. χαίρων δὲ καὶ αὐτός
Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω, ῥαίνω δὲ καὶ ὕμνῳ,
γείτων ὅτι μοι καὶ κτεάνων φύλαξ ἐμῶν
ὑπάντασεν ἰόντι γᾶς ὀμφαλὸν παρ᾽ ἀοίδιμον,
60 μαντευμάτων τ᾽ ἐφάψατο συγγόνοισι τέχναις.
***
τότε που από το Άργος ήρθαν οι Επίγονοι [στρ. γ]με δεύτερη εκστρατεία.Έτσι είπε αυτός, καθώς εκείνοι πολεμούσαν:45«Η φύση στα παιδιά φανερώνει των γονιών την ανδρεία.Ξεκάθαρα βλέπω το πλουμιστό το φίδιστου Αλκμάνα πάνω τη λαμπρή ασπίδα,που πρώτος την κραδαίνει στις πύλες μπρος του Κάδμου.
Σ᾽ αυτόν, στον ήρωα Άδραστο, που είχε πρωτύτερα ατυχήσει, [αντ. γ]50τώρα η αγγελία τού μηνά καλύτερα σημάδια.Όμως το σπιτικό του δυστυχία θα βρει,γιατί μόνος αυτός από τους Δαναούςτα κόκαλα του σκοτωμένου γιου του θα μαζέψεικαι θά ᾽ρθει πίσω, καθώς τ᾽ ορίσαν οι θεοί,με σώο όλο τον υπόλοιπο στρατό.
55στου Άβαντα τους απλόχωρους δρόμους». [επωδ. γ]Αυτά τα λόγια είπε ο Αμφιάραος.Κι εγώ μετά χαράς στεφάνια ρίχνω στον Αλκμάνακαι τον ραίνω με ύμνο,γιατί είναι γείτονάς μου και των χτημάτων μου φρουρός·στον δρόμο για τον ομφαλό της γης τον φημισμένο μού φανερώθηκε60και μου ᾽δωσε το μάντεμα με την πατροπαράδοτή του τέχνη.
δευτέραν ὁδὸν Ἐπίγονοι.
ὧδ᾽ εἶπε μαρναμένων·
«φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει
45 ἐκ πατέρων παισὶ λῆμα. θαέομαι σαφές
δράκοντα ποικίλον αἰθᾶς Ἀλκμᾶν᾽ ἐπ᾽ ἀσπίδος
νωμῶντα πρῶτον ἐν Κάδμου πύλαις.
ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳ [αντ. γ]
νῦν ἀρείονος ἐνέχεται
50 ὄρνιχος ἀγγελίᾳ
Ἄδραστος ἥρως· τὸ δὲ οἴκοθεν
ἀντία πράξει. μόνος γὰρ ἐκ Δαναῶν στρατοῦ
θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦ, τύχᾳ θεῶν
ἀφίξεται λαῷ σὺν ἀβλαβεῖ
55 Ἄβαντος εὐρυχόρους ἀγυιάς.» τοιαῦτα μέν [επωδ. γ]
ἐφθέγξατ᾽ Ἀμφιάρηος. χαίρων δὲ καὶ αὐτός
Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω, ῥαίνω δὲ καὶ ὕμνῳ,
γείτων ὅτι μοι καὶ κτεάνων φύλαξ ἐμῶν
ὑπάντασεν ἰόντι γᾶς ὀμφαλὸν παρ᾽ ἀοίδιμον,
60 μαντευμάτων τ᾽ ἐφάψατο συγγόνοισι τέχναις.
***
τότε που από το Άργος ήρθαν οι Επίγονοι [στρ. γ]με δεύτερη εκστρατεία.Έτσι είπε αυτός, καθώς εκείνοι πολεμούσαν:45«Η φύση στα παιδιά φανερώνει των γονιών την ανδρεία.Ξεκάθαρα βλέπω το πλουμιστό το φίδιστου Αλκμάνα πάνω τη λαμπρή ασπίδα,που πρώτος την κραδαίνει στις πύλες μπρος του Κάδμου.
Σ᾽ αυτόν, στον ήρωα Άδραστο, που είχε πρωτύτερα ατυχήσει, [αντ. γ]50τώρα η αγγελία τού μηνά καλύτερα σημάδια.Όμως το σπιτικό του δυστυχία θα βρει,γιατί μόνος αυτός από τους Δαναούςτα κόκαλα του σκοτωμένου γιου του θα μαζέψεικαι θά ᾽ρθει πίσω, καθώς τ᾽ ορίσαν οι θεοί,με σώο όλο τον υπόλοιπο στρατό.
55στου Άβαντα τους απλόχωρους δρόμους». [επωδ. γ]Αυτά τα λόγια είπε ο Αμφιάραος.Κι εγώ μετά χαράς στεφάνια ρίχνω στον Αλκμάνακαι τον ραίνω με ύμνο,γιατί είναι γείτονάς μου και των χτημάτων μου φρουρός·στον δρόμο για τον ομφαλό της γης τον φημισμένο μού φανερώθηκε60και μου ᾽δωσε το μάντεμα με την πατροπαράδοτή του τέχνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου