Παρασκευή 1 Ιουλίου 2016

Λειτουργίες – Οι πλούσιοι στην υπηρεσία όλων

Δύο πράγματα είναι αναπόφευκτα, ο θάνατος και οι φόροι. Στην Αρχαία Ελλάδα όμως, αν ήσουν ανάμεσα στους πλουσιότερους πολίτες της πόλης σου, υπήρχε κάτι ακόμα αναπόφευκτο: οι λειτουργίες (από το «λαός» και «ἔργον»).
 
Οι λειτουργίες ήταν ένας θεσμός μέσω του οποίου οι πλούσιοι πρόσφεραν ένα μέρος των χρημάτων τους προς όφελος όλης της πόλης. Κάποιες από αυτές ήταν τακτικές κι επαναλαμβάνονταν κάθε χρόνο (εγκύκλιες) και κάποιες ήταν έκτακτες. Τις εγκύκλιες λειτουργίες τις αναλάμβαναν εναλλάξ οι πλουσιότεροι πολίτες από κάθε φυλή (περιουσία άνω των 3 ταλάντων), και αυτοί εκπροσωπούσαν όλα τα μέλη της φυλής τους.  Αν τα κατάφερναν καλά, όλη η φυλή ένιωθε περήφανη, αν όχι, μοιραζόταν τη θλίψη της αποτυχίας με τον λειτουργό.
Ποιες ήταν αυτές οι λειτουργίες
Μία από τις πιο δαπανηρές λειτουργίες ήταν η Χορηγία. Ο χορηγός αναλάμβανε να χρηματοδοτήσει τις τραγωδίες και τις κωμωδίες που διαγωνίζονταν στις γιορτές. Έβρισκε τους κατάλληλους χορευτές, χοροδιδάσκαλο για τη διδασκαλία των χορικών, τους μουσικούς και κατάλληλη αίθουσα για την εκπαίδευση και τις πρόβες. Ήταν υπεύθυνος για τη διατροφή τους και παρείχε τις αμοιβές σε όλο το προσωπικό. Κάλυπτε επίσης τα έξοδα για τις ενδυμασίες, τις μάσκες και ό, τι άλλο είχε ανάγκη ο χορός. Το ποσό που ξόδευαν συνήθως οι χορηγοί ξεπερνούσε τα απαραίτητα και κυμαινόταν από 2000 έως 3000 δραχμές, την εποχή που ένα καλό σπίτι κόστιζε 1000 δρχ. κι ένας οπλίτης αμειβόταν με 360 δρχ. τον χρόνο. Ο Αριστοφάνης μας ενημερώνει πως τα μισά από αυτά (180 δρχ. τον χρόνο) ήταν αρκετά για να συντηρηθεί στοιχειωδώς μία οικογένεια τριών ατόμων.
 
Μπορεί τα έξοδα να ήταν πολλά, αλλά οι Έλληνες αγαπούσαν τη δόξα περισσότερο από τα χρήματα. Αν τα κατάφερναν να βραβευτεί στα Διονύσια το έργο που είχαν αναλάβει, τότε  ένας τρίποδας με το όνομά τους και το όνομα της φυλής τους θα στηνόταν σε περίοπτη θέση της πόλης (στην Αθήνα υπήρχε η «οδός τριπόδων»).  Αυτό αποτελούσε τεράστια τιμή για τον χορηγό, ασχέτως αν το κόστος του τρίποδα συμπεριλαμβανόταν στα έξοδα της χορηγίας. Χορηγός διετέλεσε ο Περικλής το 472 π.Κ.Χ στο έργο του Αισχύλου «Πέρσες».
 
Choragic_Monument_of_Lysicrates(Το μοναδικό μνημείο αυτού του είδους που μας έχει διασωθεί. Πρόκειται για βάση σε σχήμα ναΐσκου όπου εξέθεταν το βραβείο τους οι χορηγοί. Ανεγέρθη στην οδό τριπόδων από τον Λυσικράτη, χορηγό που κέρδισε το πρώτο βραβείο στα Μεγάλα Διονύσια το 334 π.Κ.Χ. Οι τρεις έλικες στην κορυφή του τρούλου αποτελούσαν τη βάση επάνω στην οποία ήταν τοποθετημένος ο χαμένος πια τρίποδας.)
 
Σε άλλους η πόλη ανέθετε την εκγύμναση των αθλητών που θα αγωνίζονταν σε διάφορους αγώνες, οι οποίοι ήταν σημαντικό κομμάτι των θρησκευτικών εορτών. Αποτελούσαν κοινωνικές εκδηλώσεις τεράστιας σημασίας για τους Έλληνες. Αυτός που είχε επιφορτιστεί με αυτό το καθήκον ονομαζόταν Γυμνασιάρχης και αναλάμβανε ένα Γυμνάσιο (γυμναστήριο) για ένα χρόνο. Εκτός από την διατροφή των αθλητών και την φροντίδα της υγείας του ήταν υπεύθυνος και για το προσωπικό. Ένας καλός Γυμνασιάρχης δεν δίσταζε να απομακρύνει κάποιον εργαζόμενο που ασκούσε αρνητική επιρροή στους αθλητές. Ο Γυμνασιάρχης εξόπλιζε και διακοσμούσε με δικά του έξοδα τον χώρο που θα φιλοξενούσε τους αγώνες. Αυτός επέλεγε και τους αρίστους από τους εφήβους που θα λάμβαναν μέρος στη λαμπαδηφορία των αγώνων, η προετοιμασία της οποίας ήταν επίσης λειτουργία που ονομαζόταν Λαμπαδαρχία.
 
Η Εστίασις, ήταν ένα άλλο πολύ σημαντικό μέρος κάθε δημόσιας εορτής. Τα «φυλετικά δείπνα» αποσκοπούσαν στη συντήρηση των στενών δεσμών ανάμεσα στα μέλη της κάθε φυλής και ο λειτουργός που τα αναλάμβανε λεγόταν εστιάτωρ. Έτσι ονομάζουμε μέχρι σήμερα εκείνους που διαθέτουν καταστήματα εστίασης.
 
Η Αρχιθεωρία, η οποία ήταν η επίβλεψη μίας αποστολής θεωρών (πρεσβευτών) που είχαν αναλάβει μία συγκεκριμένη θρησκευτική αποστολή. Η πιο συνηθισμένη ήταν η αποστολή στο μαντείο των Δελφών, όταν υπήρχε ανάγκη για χρησμό. Θεωρίες αποστέλλονταν και στις μεγάλες γιορτές, όπως τα Πύθια, τα Ίσθμια ή τα Δήλια, ως εκπρόσωποι των άλλων πόλεων. Οι αρχιθέωροι όφειλαν, με δικά τους βέβαια έξοδα, να είναι πάντα ευπαρουσίαστοι, να κυκλοφορούν με αξιοπρεπείς άμαξες και να διαφημίζουν με την παρουσία τους την ευμάρεια της πόλης. Γνωστοί μας αρχαίοι Αθηναίοι που είχαν αναλάβει αυτή τη λειτουργία με επιτυχία ήταν ο Νικίας στις γιορτές της Δήλου και ο Αλκιβιάδης στην Ολυμπία.
 
Η Τριηραρχία ήταν έκτακτη λειτουργία σε καιρό πολέμου και αφορούσε την επάνδρωση και συντήρηση ενός πολεμικού πλοίου. Η πολιτεία φρόντιζε για την κατασκευή του πλοίου και για τον μισθό του πληρώματος (1 δραχμή την ημέρα), ενώ ο τριήραρχος αναλάμβανε τα υπόλοιπα μαζί με την υποχρέωση να παραδώσει την τριήρη στην κατάσταση που την παρέλαβε. Όταν το πλήρωμα που του παρείχαν οι δήμοι δεν ήταν υψηλού επίπεδου, συχνά ο τριήραρχος αναζητούσε εξειδικευμένους ναυτικούς, στους οποίους πλήρωνε πολύ υψηλότερους μισθούς. Μπορούσαν όμως να συμβούν ένα σωρό απρόοπτα που ανέβαζαν τα έξοδα του τριηράρχου στα ύψη, όπως συνέβη με τον Απολλόδωρο, τις περιπέτειες του οποίου αφηγείται ο Δημοσθένης στον λόγο που έγραψε για λογαριασμό του (Πρὸς Πολυκλέα περὶ τοῦ Ἐπιτριηραρχήματος). Αυτός, όχι μόνο αναγκάστηκε να αντικαταστήσει το πλήρωμα, αλλά υπηρέτησε ως τριήραρχος πέντε μήνες παραπάνω απ’ το καθορισμένο, με ευθύνη του διαδόχου του στη λειτουργία.
 
Αν κάποιος ήθελε να απαλλαγεί από τη φασαρία της τριηραρχίας, ανέθετε την λειτουργία σε κάποιον εργολάβο μετά από μειοδοτικό διαγωνισμό και ησύχαζε. Δεν ησύχαζε όμως το δημόσιο, διότι κάποιοι εργολάβοι χρησιμοποιούσαν τις τριήρεις που είχαν αναλάβει ως πειρατικά πλοία, καταλάμβαναν πλοία του εχθρού κι ύστερα διεκδικούσαν  αποζημίωση από την πολιτεία για λογαριασμό τους.
 
Τα έξοδα της τριηραρχίας για το ένα έτος που διαρκούσε η λειτουργία κυμαινόταν από 40 έως 60 μνες (δηλ. 4.000 έως 6.000 δραχμές), που την καθιστούν την πιο δαπανηρή λειτουργία απ’ όλες! Σε περιόδους οικονομικής κρίσης, που ακόμα και οι πλούσιοι αντιμετώπιζαν προβλήματα, την τριηραρχία, όπως και άλλες λειτουργίες, αναλάμβαναν δύο πολίτες και την διεκπεραίωναν εναλλάξ κατά τη διάρκεια του έτους. Σε κάθε περίπτωση, η πολιτεία ζητούσε λογαριασμό για τον τρόπο που ξόδευε κάποιος τα χρήματά του εκτελώντας το καθήκον της τριηραρχίας. Εκείνοι που έκαναν καλή διαχείριση και είχαν έτοιμο το πλοίο τους εγκαίρως, λάμβαναν τον «στέφανο της τριηραρχίας». Οι αμελείς, που δεν είχαν έτοιμο το πλοίο στην ώρα του κινδύνευαν ακόμα και με φυλάκιση.
 
Από τις λειτουργίες εξαιρούνταν οι ορφανοί κληρονόμοι ως το δεύτερο έτος της ενηλικίωσής τους, οι εννέα άρχοντες και κάποιοι πολίτες ή και ξένοι που είχαν προσφέρει εξαιρετικές υπηρεσίες στην πόλη.
 
Γενικά, οι πλούσιοι αναλάμβαναν χωρίς παράπονο τις λειτουργίες, εκτιμώντας τις τιμές που απολάμβαναν και το κοινωνικό κύρος που αυτό τους προσέδιδε. Πολύ συχνά μάλιστα, ξόδευαν περισσότερα από τα προβλεπόμενα ώστε να ξεπεράσουν τους ανταγωνιστές τους και να εξασφαλίσουν την πρώτη θέση. Υπάρχουν και περιπτώσεις που κάποιοι αναλάμβαναν εθελοντικά κάποια λειτουργία, χωρίς να τους έχει ανατεθεί από την πόλη. Από την άλλη, δεν έλειπαν κι εκείνοι που προσπαθούσαν να την γλυτώσουν.
Ο νόμος της «αντιδόσεως»
Συνέβαινε κάποιες φορές να παραπονεθεί κάποιος πως άδικα του ανέθεσαν τη λειτουργία, διότι κάποιος συμπολίτης του είναι πλουσιότερος από αυτόν. Στην περίπτωση αυτή μπορούσε να ζητήσει από την πολιτεία να τον απαλλάξει. Αν όμως ο άλλος δεν δεχόταν πως η δική του περιουσία είναι μεγαλύτερη, ο πρώτος μπορούσε να του ζητήσει να ανταλλάξουν περιουσίες και να εκτελέσει αυτός την λειτουργία. Αν ούτε αυτό γινόταν δεκτό, τότε η υπόθεση κατέληγε στο δικαστήριο.
 
Αφού ορκίζονταν και οι δύο στο δικαστήριο πως δεν θα αποκρύψουν τίποτα απ’ όσα κινητά και ακίνητα κατέχουν, εντός τριών ημερών κατέθεταν μία λίστα με όλα τους τα περιουσιακά στοιχεία (εκτός από τυχόν μερίδια στα μεταλλεία του Λαυρίου, που είχαν εξαρχής φορολογηθεί) και οι δικαστές αποφάσιζαν ποια περιουσία ήταν μεγαλύτερη. Αν αυτός που ζήτησε την ανταλλαγή κέρδιζε την υπόθεση, ο χαμένος έπρεπε είτε να αναλάβει τη λειτουργία είτε να ανταλλάξει την περιουσία του.
 
Ο θεσμός αυτός άρχισε να παρακμάζει σταδιακά από τον Πελοποννησιακό πόλεμο και μετά, όταν τα έξοδα της πόλης έχουν γίνει τόσο μεγάλα, που οι πλούσιοι αρχίζουν και δυσανασχετούν. Ολοένα και συχνότερα εμφανίζονταν αντιρρησίες, που όχι μόνο δεν ήθελαν να αναλάβουν λειτουργία, αλλά ασκούσαν κριτική εναντίον του ίδιου του θεσμού. Τον 4ο αι. π.Κ.Χ. ο ισχυρός δεσμός του πολίτη με την πόλη άρχισε να χαλαρώνει και η κοινωνική καταξίωση μέσω της προσφοράς στην πόλη δεν ήταν τόσο επιθυμητή όσο η διατήρηση της περιουσίας για ίδιον όφελος. «Δεν μπορείς πια να βρεις έναν πλούσιο που θα γίνει τριήραρχος» γράφει το 411 π.Κ.Χ ο Αριστοφάνης. Στο τέλος του αιώνα αυτού η χορηγία και η τριηραρχία καταργήθηκαν από τον Δημήτριο Φαληρέα και κατά τη διάρκεια των ελληνιστικών χρόνων η λέξη «λειτουργία» χάνει το αρχικό της νόημα. Σημαίνει πια την εθελοντική ενίσχυση των δημοσίων εξόδων, όχι μόνο των πλουσιότερων, αλλά οποιουδήποτε, ανάλογα με τη δυνατότητά του. Έτσι, σιγά-σιγά η υποχρέωση των πλουσίων να πληρώνουν για έργα που ωφελούν την πόλη μετατρέπεται σε αυτό που ως σήμερα λέμε φιλανθρωπία.
 ------------
Πηγές:
1. Δημοσθένους, Προς Φαίνιππον περί αντιδόσεως / Κατά Μειδίου/ Περὶ της Ατελείας προς Λεπτίνην / Πρὸς Πολυκλέα περὶ του Επιτριηραρχήματος
2. Λυσίας, Υπέρ του Αδυνάτου
3. Αριστοτέλους, Αθηναίων Πολιτεία /Πολιτικά
4. Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις 10. 20
5. Αριστοφάνης Σφήκες / Βάτραχοι
6. Ισαίος, Περί του Φιλοκτήμονος κλήρου, Περί του Νικοστράτου κλήρου
7. Αισχίνης, Κατά Τιμάρχου
8. Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου