Όταν αναφερόμαστε στην λέξη διαφορετικότητα πιθανώς να οδηγείται ο νους μας σε περιπτώσεις πολύ πιο εξειδικευμένες απ’ ό,τι συναντάμε στη συνήθη καθημερινότητά μας. Ο όρος διαφορετικότητα συνιστά το σύνολο κάποιων χαρακτηριστικών τα οποία τείνουν να αποκλίνουν από αυτό που ορίζει η πλειοψηφία ως φυσιολογικό και εντός των αποδεκτών ορίων.
Αυτό φυσικά είναι από μόνο του ένα μεγάλο ζήτημα που χρήζει εκτενέστερης ανάλυσης, καθώς το φυσιολογικό για τον καθένα είναι τελείως υποκειμενικό και επηρεάζεται από πολλούς και ποικίλους παράγοντες.
Γι’αυτό και στην προκειμένη περίπτωση, αυτό που αποτελεί ζητούμενό μας δεν είναι το τι συνιστά το διαφορετικό, αλλά πως θα πρέπει να διαχειριζόμαστε αυτό το οποίο αντιλαμβανόμαστε ως διαφορετικό. Κάτι τέτοιο μπορεί να αποτελούν και οι έντονες αντιθέσεις ανάμεσα σε δύο διαφορετικές προσωπικότητες π.χ. τι κάνουμε όταν οι δικοί μας ρυθμοί διαφέρουν από τους ρυθμούς των άλλων;
Ή πως θα μπορούσαμε να διαχειριστούμε έναν εξαιρετικά ήπιο έως και υποτονικό χαρακτήρα τη στιγμή που εμείς λειτουργούμε πολύ πιο έντονα και νευρικά;
Η λέξη κλειδί σε κάθε τέτοια περίπτωση είναι σεβασμός. Μπορεί να φαντάζει κοινότυπη αλλά χωρίς αυτήν δεν μπορεί να επέλθει ισορροπία ανάμεσα σε δύο διαφορετικότητες. Με τον τρόπο και το βαθμό που εκφράζουμε το σεβασμό μας αποδεικνύουμε τη δουλειά που έχουμε κάνει με τον εαυτό μας, καθώς και το επίπεδο νοητικής και συναισθηματικής ωριμότητας στο οποίο βρισκόμαστε.
Είναι απαραίτητο λοιπόν να εκπαιδεύσουμε τον εαυτό μας με όποιο τρόπο είναι για τον καθένα καταλληλότερος (βιβλία, εκπαίδευση, σεμινάρια, ατομικές ή ομαδικές συνεδρίες με ειδικούς, εναλλακτικές θεραπείες κ.α.) αρχικά στη βαθιά γνώση του εαυτού μας και στον αυτοσεβασμό. Όταν το δεδομένο αυτό έχει αρχίσει να εδραιώνεται μέσα μας, είναι αδύνατον να μην επεκταθεί και στους γύρω μας, όποιοι κι αν είναι αυτοί.
Έτσι λοιπόν, όσο χαοτικά διαφορετικοί κι αν έμοιαζαν αρχικά, νιώθοντας ειλικρινή σεβασμό καιαποδοχή για κάθε πλευρά της ύπαρξής μας, αρχίζουμε να παρατηρούμε ότι κανένας δεν είναι τόσο διαφορετικός όσο έμοιαζε αρχικά. Θα αρχίσουμε, στην αρχή ασυνείδητα και στη συνέχεια με μεγαλύτερη επίγνωση, να εστιάζουμε στα θετικά στοιχεία του ατόμου που αντιλαμβανόμασταν ως διαφορετικά και θα παρατηρούμε όλο και περισσότερο ότι υπάρχουν πολλά περισσότερα πράγματα απ’ όσα ίσως να περιμέναμε που μπορεί να μας συνδέουν με το ή τα άτομα αυτά. Γιατί όταν οι μονάδες αρχίσουν να επιλέγουν μία πιο ενωτική συνλειτουργία τότε τα κοινωνικά σύνολα θα παρουσιάζουν πολύ μεγαλύτερη συνοχή και εξέλιξη.
Άλλωστε πίσω από κάθε πεποίθηση διαφορετικότητας ελλοχεύει ένας κρυμμένος φόβος. Και είναι αυτός που μας απομακρύνει και μας κάνει να αντιλαμβανόμαστε ως αρνητικά διαφορετικό ένα άτομο ή ένα κοινωνικό σύνολο. Και επειδή αυτό που συνήθως μας φοβίζει είναι αυτό που ξεπερνάει τα προσωπικά μας όρια κατανόησης, αυτό που πρέπει να επιτύχουμε είναι την διεύρυνση αυτών των ορίων. Άρα διαφορετικότητα αποτελεί για εμάς οτιδήποτε αδυνατούμε ή δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε, γι’ αυτό και μας φοβίζει ή επιθυμούμε να την αποφεύγουμε.
Αν όμως εκπαιδεύσουμε το νου μας να μην αντιλαμβάνεται το διαφορετικό ως κάτι εχθρικό που ενδεχομένως να αποτελεί απειλή για εμάς, τότε θα επιτρέψουμε στον εαυτό μας να ζει μία ζωή χωρίς φόβους και ανασφάλειες που θα βασίζεται στην αρμονική συνύπαρξη και την αμοιβαία εξέλιξη. Κι αυτό δεν αποτελεί ένα ουτοπικό σενάριο, αλλά κάτι άμεσα εφαρμόσιμο και πρακτικά εφικτό. Το μόνο που απαιτεί από εμάς είναι την ειλικρινή διάθεση να προσπαθήσουμε για το καλύτερο, εστιάζοντας μόνο στην προσωπική μας εξέλιξη…
Αυτό φυσικά είναι από μόνο του ένα μεγάλο ζήτημα που χρήζει εκτενέστερης ανάλυσης, καθώς το φυσιολογικό για τον καθένα είναι τελείως υποκειμενικό και επηρεάζεται από πολλούς και ποικίλους παράγοντες.
Γι’αυτό και στην προκειμένη περίπτωση, αυτό που αποτελεί ζητούμενό μας δεν είναι το τι συνιστά το διαφορετικό, αλλά πως θα πρέπει να διαχειριζόμαστε αυτό το οποίο αντιλαμβανόμαστε ως διαφορετικό. Κάτι τέτοιο μπορεί να αποτελούν και οι έντονες αντιθέσεις ανάμεσα σε δύο διαφορετικές προσωπικότητες π.χ. τι κάνουμε όταν οι δικοί μας ρυθμοί διαφέρουν από τους ρυθμούς των άλλων;
Ή πως θα μπορούσαμε να διαχειριστούμε έναν εξαιρετικά ήπιο έως και υποτονικό χαρακτήρα τη στιγμή που εμείς λειτουργούμε πολύ πιο έντονα και νευρικά;
Η λέξη κλειδί σε κάθε τέτοια περίπτωση είναι σεβασμός. Μπορεί να φαντάζει κοινότυπη αλλά χωρίς αυτήν δεν μπορεί να επέλθει ισορροπία ανάμεσα σε δύο διαφορετικότητες. Με τον τρόπο και το βαθμό που εκφράζουμε το σεβασμό μας αποδεικνύουμε τη δουλειά που έχουμε κάνει με τον εαυτό μας, καθώς και το επίπεδο νοητικής και συναισθηματικής ωριμότητας στο οποίο βρισκόμαστε.
Είναι απαραίτητο λοιπόν να εκπαιδεύσουμε τον εαυτό μας με όποιο τρόπο είναι για τον καθένα καταλληλότερος (βιβλία, εκπαίδευση, σεμινάρια, ατομικές ή ομαδικές συνεδρίες με ειδικούς, εναλλακτικές θεραπείες κ.α.) αρχικά στη βαθιά γνώση του εαυτού μας και στον αυτοσεβασμό. Όταν το δεδομένο αυτό έχει αρχίσει να εδραιώνεται μέσα μας, είναι αδύνατον να μην επεκταθεί και στους γύρω μας, όποιοι κι αν είναι αυτοί.
Έτσι λοιπόν, όσο χαοτικά διαφορετικοί κι αν έμοιαζαν αρχικά, νιώθοντας ειλικρινή σεβασμό καιαποδοχή για κάθε πλευρά της ύπαρξής μας, αρχίζουμε να παρατηρούμε ότι κανένας δεν είναι τόσο διαφορετικός όσο έμοιαζε αρχικά. Θα αρχίσουμε, στην αρχή ασυνείδητα και στη συνέχεια με μεγαλύτερη επίγνωση, να εστιάζουμε στα θετικά στοιχεία του ατόμου που αντιλαμβανόμασταν ως διαφορετικά και θα παρατηρούμε όλο και περισσότερο ότι υπάρχουν πολλά περισσότερα πράγματα απ’ όσα ίσως να περιμέναμε που μπορεί να μας συνδέουν με το ή τα άτομα αυτά. Γιατί όταν οι μονάδες αρχίσουν να επιλέγουν μία πιο ενωτική συνλειτουργία τότε τα κοινωνικά σύνολα θα παρουσιάζουν πολύ μεγαλύτερη συνοχή και εξέλιξη.
Άλλωστε πίσω από κάθε πεποίθηση διαφορετικότητας ελλοχεύει ένας κρυμμένος φόβος. Και είναι αυτός που μας απομακρύνει και μας κάνει να αντιλαμβανόμαστε ως αρνητικά διαφορετικό ένα άτομο ή ένα κοινωνικό σύνολο. Και επειδή αυτό που συνήθως μας φοβίζει είναι αυτό που ξεπερνάει τα προσωπικά μας όρια κατανόησης, αυτό που πρέπει να επιτύχουμε είναι την διεύρυνση αυτών των ορίων. Άρα διαφορετικότητα αποτελεί για εμάς οτιδήποτε αδυνατούμε ή δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε, γι’ αυτό και μας φοβίζει ή επιθυμούμε να την αποφεύγουμε.
Αν όμως εκπαιδεύσουμε το νου μας να μην αντιλαμβάνεται το διαφορετικό ως κάτι εχθρικό που ενδεχομένως να αποτελεί απειλή για εμάς, τότε θα επιτρέψουμε στον εαυτό μας να ζει μία ζωή χωρίς φόβους και ανασφάλειες που θα βασίζεται στην αρμονική συνύπαρξη και την αμοιβαία εξέλιξη. Κι αυτό δεν αποτελεί ένα ουτοπικό σενάριο, αλλά κάτι άμεσα εφαρμόσιμο και πρακτικά εφικτό. Το μόνο που απαιτεί από εμάς είναι την ειλικρινή διάθεση να προσπαθήσουμε για το καλύτερο, εστιάζοντας μόνο στην προσωπική μας εξέλιξη…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου