“Η ψευδολογία είναι η σύνθεση ψευδών λόγων και πράξεων, για τις οποίες αυτός που ψευδολογεί επιθυμεί να γίνει πιστευτός, ενώ ο ψευδολόγος το είδος του ανθρώπου που μόλις απαντήσει το φίλο του, αμέσως χαλαρώνει το ύφος του και χαμογελώντας ρωτά: «Από πού έρχεσαι; Έχεις κάτι να μου πεις; Πώς είσαι;» και προτού εκείνος να προλάβει να πει «Είμαι καλά», ο ψευδολόγος προσθέτει:
«Ρωτάς μήπως κυκλοφορεί κανένα νέο; Ναι, και μάλιστα τα νέα είναι καλά». Και χωρίς να αφήσει τον άλλο να αποκριθεί, λέει: «Τί λες; Δεν έχεις ακούσει τίποτε; Θαρρώ ότι θα σε χορτάσω με φρέσκα νέα»·
Και έχει πάντα στη διάθεσή του κάποιον, ή στρατιώτη ή δούλο του Αστείου του αυλητή ή το Λύκωνα τον εργολάβο, που επέστρεψε από την ίδια τη μάχη και από τον οποίο ισχυρίζεται ότι άκουσε τα νέα· και τα πρόσωπα στα οποία αποδίδει τα λόγια του είναι τέτοια, ώστε κανείς δε θα μπορούσε να τον αντικρούσει·
Και διηγείται, ισχυριζόμενος ότι εκείνοι του το είπαν, ότι ο Πολυπέρχων και ο βασιλιάς νίκησαν στη μάχη και ότι ο Κάσσανδρος συνελήφθη ζωντανός. Κι αν κάποιος του πει «Εσύ τα πιστεύεις αυτά;», απαντά ότι τα πιστεύει, γιατί όλη η πόλη μιλά γι᾽ αυτή την υπόθεση και η φήμη απλώνεται και όλοι συμφωνούν, καθώς λένε τα ίδια πράγματα για τη μάχη.
Και λέει ότι η αιματοχυσία ήταν μεγάλη, ότι απόδειξη για τα λεγόμενά του είναι τα πρόσωπα των αρχόντων της πόλης, αφού παρατήρησε ότι όλων είναι αλλαγμένα. Λέει επίσης ότι άκουσε λαθραία πως κρύβουν σ᾽ ένα σπίτι κάποιον, ο οποίος έχει κιόλας πέντε μέρες που έφτασε από τη Μακεδονία και ο οποίος ξέρει τα πάντα.
Και καθώς τα διηγείται όλα αυτά, δε φαντάζεστε με πόσο πειστικό τρόπο αγανακτεί και λέει: «Δυστυχισμένε Κάσσανδρε! Ταλαίπωρε! Αντιλαμβάνεσαι πόσο ευμετάβολη είναι η τύχη;
Κι όμως, κάποτε ήταν ισχυρός» και προσθέτει: «Μόνο εσύ πρέπει να τα ξέρεις αυτά».
Ο ίδιος όμως έχει τρέξει διαδίδοντας την ιστορία σε όλους στην πόλη.
Απορώ μ᾽ αυτούς τους ανθρώπους, τί επιζητούν τέλος πάντων με το να διαδίδουν φήμες.
Γιατί όχι μόνο ψεύδονται, αλλά και απέρχονται δίχως ωφέλεια. Γιατί πολλές φορές άλλοι απ᾽ αυτούς, ενώ μαζεύουν γύρω τους κόσμο στα λουτρά, χάνουν τα ιμάτιά τους· άλλοι, ενώ νικούν μάχες κατά ξηρά και κατά θάλασσα στη στοά, καταδικάζονται ερήμην στο δικαστήριο. Είναι και ορισμένοι που, ενώ με τα λόγια κυριεύουν κατά κράτος πόλεις, εντούτοις χάνουν το δείπνο τους.
Η συμπεριφορά τους είναι πραγματικά αξιοθρήνητη.
Γιατί σε ποιά στοά, σε ποιό εργαστήριο, σε ποιό μέρος της αγοράς δεν περνούν τη μέρα τους, κάνοντας τους ακροατές τους να απαυδήσουν; Τόσο πολύ τους καταπονούν με τις ψευδολογίες τους.”
«Ρωτάς μήπως κυκλοφορεί κανένα νέο; Ναι, και μάλιστα τα νέα είναι καλά». Και χωρίς να αφήσει τον άλλο να αποκριθεί, λέει: «Τί λες; Δεν έχεις ακούσει τίποτε; Θαρρώ ότι θα σε χορτάσω με φρέσκα νέα»·
Και έχει πάντα στη διάθεσή του κάποιον, ή στρατιώτη ή δούλο του Αστείου του αυλητή ή το Λύκωνα τον εργολάβο, που επέστρεψε από την ίδια τη μάχη και από τον οποίο ισχυρίζεται ότι άκουσε τα νέα· και τα πρόσωπα στα οποία αποδίδει τα λόγια του είναι τέτοια, ώστε κανείς δε θα μπορούσε να τον αντικρούσει·
Και διηγείται, ισχυριζόμενος ότι εκείνοι του το είπαν, ότι ο Πολυπέρχων και ο βασιλιάς νίκησαν στη μάχη και ότι ο Κάσσανδρος συνελήφθη ζωντανός. Κι αν κάποιος του πει «Εσύ τα πιστεύεις αυτά;», απαντά ότι τα πιστεύει, γιατί όλη η πόλη μιλά γι᾽ αυτή την υπόθεση και η φήμη απλώνεται και όλοι συμφωνούν, καθώς λένε τα ίδια πράγματα για τη μάχη.
Και λέει ότι η αιματοχυσία ήταν μεγάλη, ότι απόδειξη για τα λεγόμενά του είναι τα πρόσωπα των αρχόντων της πόλης, αφού παρατήρησε ότι όλων είναι αλλαγμένα. Λέει επίσης ότι άκουσε λαθραία πως κρύβουν σ᾽ ένα σπίτι κάποιον, ο οποίος έχει κιόλας πέντε μέρες που έφτασε από τη Μακεδονία και ο οποίος ξέρει τα πάντα.
Και καθώς τα διηγείται όλα αυτά, δε φαντάζεστε με πόσο πειστικό τρόπο αγανακτεί και λέει: «Δυστυχισμένε Κάσσανδρε! Ταλαίπωρε! Αντιλαμβάνεσαι πόσο ευμετάβολη είναι η τύχη;
Κι όμως, κάποτε ήταν ισχυρός» και προσθέτει: «Μόνο εσύ πρέπει να τα ξέρεις αυτά».
Ο ίδιος όμως έχει τρέξει διαδίδοντας την ιστορία σε όλους στην πόλη.
Απορώ μ᾽ αυτούς τους ανθρώπους, τί επιζητούν τέλος πάντων με το να διαδίδουν φήμες.
Γιατί όχι μόνο ψεύδονται, αλλά και απέρχονται δίχως ωφέλεια. Γιατί πολλές φορές άλλοι απ᾽ αυτούς, ενώ μαζεύουν γύρω τους κόσμο στα λουτρά, χάνουν τα ιμάτιά τους· άλλοι, ενώ νικούν μάχες κατά ξηρά και κατά θάλασσα στη στοά, καταδικάζονται ερήμην στο δικαστήριο. Είναι και ορισμένοι που, ενώ με τα λόγια κυριεύουν κατά κράτος πόλεις, εντούτοις χάνουν το δείπνο τους.
Η συμπεριφορά τους είναι πραγματικά αξιοθρήνητη.
Γιατί σε ποιά στοά, σε ποιό εργαστήριο, σε ποιό μέρος της αγοράς δεν περνούν τη μέρα τους, κάνοντας τους ακροατές τους να απαυδήσουν; Τόσο πολύ τους καταπονούν με τις ψευδολογίες τους.”
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου