Μια φορά και έναν καιρό ζούσε ένας πρίγκιπας, ο πρίγκιπας Πλουμιστός, που αγαπούσε πάρα πολύ τα Χρώματα. Τόσο πολύ που τα έφερε στο παλάτι του και τους πρόσφερε όλες τις ανέσεις για να μένουν εκεί με έναν όρο, να μη χρωματίσουν τίποτα χωρίς τη διαταγή του. Τα Χρώματα στην αρχή ξεγελάστηκαν και πήγαν στο παλάτι μα όταν κατάλαβαν πως θα ζούσαν σαν φυλακισμένα προσπάθησαν να φύγουν. Όμως ο Πλουμιστός είχε βάλει φρουρούς να τα φυλάνε, μάλιστα τα βράδια πήγαινε ο ίδιος και διπλοτριπλοκλείδωνε τα δωμάτια των Χρωμάτων.
Το πρωί φώναζε το Κόκκινο να του βάψει τη μαρμελάδα φράουλα, το Κίτρινο να του χρωματίσει την ομελέτα, το Σταχί για το ψωμί. Μόνο ένα χρώμα, το Άσπρο είχε ξεφύγει από την παγίδα του Πλουμιστού και το Άσπρο είχε βάψει τα πάντα στο βασίλειο έξω από το πολύχρωμο παλάτι. Όλα τα λουλούδια ήταν άσπρα, οι παπαρούνες, τα τριαντάφυλλα, οι τουλίπες, τα ζουμπούλια, ακόμα και οι βιολέτες που επειδή ήταν άσπρες τις έλεγαν ασπρέτες. Οι καστανιές ήταν και αυτές άσπρες και τις έλεγαν ασπριές, οι λεύκες ήταν άσπρες, τα κυπαρίσσια είχαν ένα ασπρί χρώμα.
Όλα ήταν άσπρα, σαν να είχε καλύψει τα πάντα το λευκό χιόνι. Μόνο το παλάτι ξεχώριζε με χρωματιστές ρίγες στους τοίχους και χρωματιστά τζάμια στα παράθυρα. Τα ρούχα του Πλουμιστού είχαν όποιο χρώμα μπορούσες να φανταστείς. Είχε πορτοκαλί παντελόνια, πράσινες κάλτσες, κόκκινους μανδύες, λιλά πανωφόρια, μπλε παπούτσια. Του άρεσε μάλιστα να φοράει πολλά χρώματα και να κάνει βόλτες στους κάτασπρους κήπους. Ήταν πολύ εύκολο για τους σωματοφύλακές του να τον προσέχουν, ήταν ο μοναδικός χρωματιστός άνθρωπος στο παλάτι και σε όλο το βασίλειο και τον ξεχώριζες από μακριά.
Μια μέρα πέρασε από το βασίλειο η νεράιδα Τριανταφυλλένια. Πραγματικά απόρησε με αυτό το ολόλευκο θέαμα που αντίκρισε, πόνεσαν τα μάτια της! Κάθισε κάτω από μια ασπριά να ξεκουραστεί και αυτή της εξομολογήθηκε τον πόνο της.
“Όλοι εδώ είμαστε άσπροι γιατί ο πρίγκιπας Πλουμιστός έχει κλείσει τα Χρώματα στο παλάτι και δεν τα αφήνει να βγουν” της είπε. Η Τριανταφυλλένια απόρησε και είπε πως ο Πλουμιστός είναι ένας πολύ εγωιστής πρίγκιπας και του αξίζει ένα καλό μάθημα.
Το ίδιο κιόλας βράδυ, λίγο πριν βγει ο ήλιος, μπήκε κρυφά στο παλάτι. Κοίμισε με το μαγικό της ξόρκι τους φρουρούς και τον πρίγκιπα Πλουμιστό και του πήρε τα κλειδιά από τα δωμάτια των Χρωμάτων. Έπειτα ξεκλείδωσε μία μία τις πόρτες και τα Χρώματα ξεχύθηκαν βιαστικά έξω από τη χρυσή φυλακή τους.
Αμέσως έπιασαν δουλειά. Το κόκκινο και το ροζ έβαψαν τριανταφυλλιές, το μωβ τις τουλίπες, το βιολετί τις ασπρέτες που τώρα πια μπορούμε να τις λέμε βιολέτες, το κίτρινο έβαψε εκατοντάδες αγριολούλουδα και το κέντρο στις μαργαρίτες και τα χαμομήλια.
Πολλή δουλειά έκανε το πράσινο βάφοντας τα φύλλα των δέντρων. Όταν έφτασε στα κυπαρίσσια του ζήτησαν να τα βάψει 2 φορές και έτσι έγινε αυτό το σκούρο πράσινο που λέμε κυπαρισσί. το καφέ έβαψε το χώμα, τους κορμούς και τα κλαδιά και όταν έφτασε στις ασπριές εκείνες του ζήτησαν να δώσει στους καρπούς τους ένα έντονο καστανό χρώμα και έτσι από τότε αυτά τα δέντρα τα λέμε καστανιές. Τα Χρώματα έτρεχαν γελώντας αφήνοντας πίσω τους χρωματιστά μονοπάτια. Πιτσίλισαν με τα χρώματά τους τις πεταλούδες αλλά εκεί που δυσκολεύτηκαν ήταν όταν τους ζήτησε ο ουρανός μια χάρη.
“Τόσα χρόνια άσπρος δεν θέλω να έχω ένα μόνο χρώμα. Μπορείτε σας παρακαλώ να με κάνετε σκούρο μπλε για την αυγή, γαλάζιο για την ημέρα και πορτοκαλί με κόκκινο στο ηλιοβασίλεμα;”
Τα Χρώματα δεν χάλασαν κανενός το χατίρι. Το Άσπρο, ευτυχισμένο έβλεπε τα αδέρφια του μετά από τόσον καιρό να κάνουν τον κόσμο στο βασίλειο χρωματιστό. Χάρηκε όμως πάρα πολύ όταν οι λεύκες δεν ζήτησαν να αλλάξουν το όνομά τους και είχαν γίνει και αυτές με καφετί κορμό και πρασινωπά φύλλα. Και χάρηκε το ίδιο όταν κάποια λουλούδια κράτησαν το λευκό τους χρώμα που τους πήγαινε τόσο πολύ.
Όταν ο πρίγκιπας Πλουμιστός ζήτησε να φάει το πρωινό του τον περίμενε μια έκπληξη. Το Κόκκινο δεν ήταν εκεί για να του βάψει την αγαπημένη του μαρμελάδα φράουλα. Ούτε κάποιο από τα άλλα Χρώματα ήταν εκεί. Ξαφνιασμένος κοίταξε προς τον απέραντο κήπο και τι να δει; Όλα τα Χρώματα ήταν μαζεμένα στη μέση του κήπου περιτρυγιρισμένα από πράσινα, κόκκινα, λιλά λουλούδια κάτω από έναν χαρούμενο και γαλάζιο ουρανό.
Ο πρίγκιπας Πλουμιστός κατάλαβε το λάθος του. Ακόμα και το πιο πολύτιμο πράγμα και αν έχεις, δεν αξίζει τίποτα άμα δεν το μοιράζεσαι με τους άλλους.
Υποσχέθηκε πως ποτέ ξανά δεν θα φυλακίσει τα Χρώματα.
Έτσι έζησαν αυτοί καλά εμείς καλύτερα και όλοι πολύχρωμοι.
Το πρωί φώναζε το Κόκκινο να του βάψει τη μαρμελάδα φράουλα, το Κίτρινο να του χρωματίσει την ομελέτα, το Σταχί για το ψωμί. Μόνο ένα χρώμα, το Άσπρο είχε ξεφύγει από την παγίδα του Πλουμιστού και το Άσπρο είχε βάψει τα πάντα στο βασίλειο έξω από το πολύχρωμο παλάτι. Όλα τα λουλούδια ήταν άσπρα, οι παπαρούνες, τα τριαντάφυλλα, οι τουλίπες, τα ζουμπούλια, ακόμα και οι βιολέτες που επειδή ήταν άσπρες τις έλεγαν ασπρέτες. Οι καστανιές ήταν και αυτές άσπρες και τις έλεγαν ασπριές, οι λεύκες ήταν άσπρες, τα κυπαρίσσια είχαν ένα ασπρί χρώμα.
Όλα ήταν άσπρα, σαν να είχε καλύψει τα πάντα το λευκό χιόνι. Μόνο το παλάτι ξεχώριζε με χρωματιστές ρίγες στους τοίχους και χρωματιστά τζάμια στα παράθυρα. Τα ρούχα του Πλουμιστού είχαν όποιο χρώμα μπορούσες να φανταστείς. Είχε πορτοκαλί παντελόνια, πράσινες κάλτσες, κόκκινους μανδύες, λιλά πανωφόρια, μπλε παπούτσια. Του άρεσε μάλιστα να φοράει πολλά χρώματα και να κάνει βόλτες στους κάτασπρους κήπους. Ήταν πολύ εύκολο για τους σωματοφύλακές του να τον προσέχουν, ήταν ο μοναδικός χρωματιστός άνθρωπος στο παλάτι και σε όλο το βασίλειο και τον ξεχώριζες από μακριά.
Μια μέρα πέρασε από το βασίλειο η νεράιδα Τριανταφυλλένια. Πραγματικά απόρησε με αυτό το ολόλευκο θέαμα που αντίκρισε, πόνεσαν τα μάτια της! Κάθισε κάτω από μια ασπριά να ξεκουραστεί και αυτή της εξομολογήθηκε τον πόνο της.
“Όλοι εδώ είμαστε άσπροι γιατί ο πρίγκιπας Πλουμιστός έχει κλείσει τα Χρώματα στο παλάτι και δεν τα αφήνει να βγουν” της είπε. Η Τριανταφυλλένια απόρησε και είπε πως ο Πλουμιστός είναι ένας πολύ εγωιστής πρίγκιπας και του αξίζει ένα καλό μάθημα.
Το ίδιο κιόλας βράδυ, λίγο πριν βγει ο ήλιος, μπήκε κρυφά στο παλάτι. Κοίμισε με το μαγικό της ξόρκι τους φρουρούς και τον πρίγκιπα Πλουμιστό και του πήρε τα κλειδιά από τα δωμάτια των Χρωμάτων. Έπειτα ξεκλείδωσε μία μία τις πόρτες και τα Χρώματα ξεχύθηκαν βιαστικά έξω από τη χρυσή φυλακή τους.
Αμέσως έπιασαν δουλειά. Το κόκκινο και το ροζ έβαψαν τριανταφυλλιές, το μωβ τις τουλίπες, το βιολετί τις ασπρέτες που τώρα πια μπορούμε να τις λέμε βιολέτες, το κίτρινο έβαψε εκατοντάδες αγριολούλουδα και το κέντρο στις μαργαρίτες και τα χαμομήλια.
Πολλή δουλειά έκανε το πράσινο βάφοντας τα φύλλα των δέντρων. Όταν έφτασε στα κυπαρίσσια του ζήτησαν να τα βάψει 2 φορές και έτσι έγινε αυτό το σκούρο πράσινο που λέμε κυπαρισσί. το καφέ έβαψε το χώμα, τους κορμούς και τα κλαδιά και όταν έφτασε στις ασπριές εκείνες του ζήτησαν να δώσει στους καρπούς τους ένα έντονο καστανό χρώμα και έτσι από τότε αυτά τα δέντρα τα λέμε καστανιές. Τα Χρώματα έτρεχαν γελώντας αφήνοντας πίσω τους χρωματιστά μονοπάτια. Πιτσίλισαν με τα χρώματά τους τις πεταλούδες αλλά εκεί που δυσκολεύτηκαν ήταν όταν τους ζήτησε ο ουρανός μια χάρη.
“Τόσα χρόνια άσπρος δεν θέλω να έχω ένα μόνο χρώμα. Μπορείτε σας παρακαλώ να με κάνετε σκούρο μπλε για την αυγή, γαλάζιο για την ημέρα και πορτοκαλί με κόκκινο στο ηλιοβασίλεμα;”
Τα Χρώματα δεν χάλασαν κανενός το χατίρι. Το Άσπρο, ευτυχισμένο έβλεπε τα αδέρφια του μετά από τόσον καιρό να κάνουν τον κόσμο στο βασίλειο χρωματιστό. Χάρηκε όμως πάρα πολύ όταν οι λεύκες δεν ζήτησαν να αλλάξουν το όνομά τους και είχαν γίνει και αυτές με καφετί κορμό και πρασινωπά φύλλα. Και χάρηκε το ίδιο όταν κάποια λουλούδια κράτησαν το λευκό τους χρώμα που τους πήγαινε τόσο πολύ.
Όταν ο πρίγκιπας Πλουμιστός ζήτησε να φάει το πρωινό του τον περίμενε μια έκπληξη. Το Κόκκινο δεν ήταν εκεί για να του βάψει την αγαπημένη του μαρμελάδα φράουλα. Ούτε κάποιο από τα άλλα Χρώματα ήταν εκεί. Ξαφνιασμένος κοίταξε προς τον απέραντο κήπο και τι να δει; Όλα τα Χρώματα ήταν μαζεμένα στη μέση του κήπου περιτρυγιρισμένα από πράσινα, κόκκινα, λιλά λουλούδια κάτω από έναν χαρούμενο και γαλάζιο ουρανό.
Ο πρίγκιπας Πλουμιστός κατάλαβε το λάθος του. Ακόμα και το πιο πολύτιμο πράγμα και αν έχεις, δεν αξίζει τίποτα άμα δεν το μοιράζεσαι με τους άλλους.
Υποσχέθηκε πως ποτέ ξανά δεν θα φυλακίσει τα Χρώματα.
Έτσι έζησαν αυτοί καλά εμείς καλύτερα και όλοι πολύχρωμοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου