Του Αλαίν ντε Μπενουά
από το βιβλίο του «ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΣΤΑ ΟΡΘΑ», Εκδ. «Ελεύθερη Σκέψις».
Δεν έχω πολλή συμπάθεια για την «ηθική». Ξέρω πολύ καλά την «γεννεαλογία» της (την οποία μου φαίνεται ότι ο Νίτσε διεφώτισε αρκετά καλά). Τείνω άλλωστε να θεωρήσω ότι υπάρχουν τόσες «ηθικές», όσα επίπεδα ανθρωπότητας υπάρχουν, πράγμα που αποτελεί ένα σχετικό αριθμό.
Αντίθετα, πιστεύω πολύ στις αρχές, που μπορούν να είναι και κανόνες ζωής. (κάθε ιστορική πορεία πηγαίνει από τον μύθο στις αρχές, δια μέσου μιας ιδέας). Σε κάθε περίπτωση, αυτές είναι οι δικές μου. Ελπίζω να μην τις παραβαίνω συχνά.
1) Ο άνθρωπος είναι συμπαίχτης του Θεού, δεμένος μ’ αυτόν, για το καλύτερο όπως και για το χειρότερο. Και οι δυο δημιουργούν από κοινού. Ο Θεός δεν είναι υπεράνω, ούτε έξω από μας. Δεν είναι ούτε πέρα από τις αισθήσεις μας.
Το σπουδαίο δεν είναι να πιστεύει κανείς στον Θεό, αλλά να πράττει κατά τρόπο ώστε Αυτός να μπορεί να πιστεύει σε μας. Να τον βρίσκει και να τον αναγνωρίζει κανείς μέσα του, να αποκαλύπτει τον εαυτό του όπως αποκαλύπτει Αυτόν.
Το σώμα και η ψυχή είναι ένα και το αυτό. Το να φέρνει κανείς το ένα στο άλλο, το ν’ αντιπαραθέτει αυτές τις έννοιες, αναλογεί στην ίδια ασθένεια του πνεύματος.
Ένας θεός που δεν συμπεριφέρεται όπως έχει κανείς το δικαίωμα να περιμένει απ’ αυτόν, αξίζει να γίνει απαρνητός, υπό τον όρο ότι εκείνος που τον απαρνείται, έχει δώσει το καλύτερο του εαυτού του.
2) Δεν αρκεί να γεννηθεί κανείς, πρέπει ακόμη να «δημιουργηθεί». Η δημιουργία είναι μεταγενέστερη της γεννήσεως. Δεν μπορεί κανείς να δημιουργηθεί παρά από τον εαυτό του. έτσι είναι δυνατόν να δώσει στον εαυτό του μια ψυχή.
Ο Έκχαρτ μιλά για «αυτοδημιουργία»: «Υπήρξα η αίτία του εαυτού μου, εκεί που θέλησα τον εαυτό μου και δεν υπήρξα τίποτ’ άλλο. Υπήρξα αυτό που θέλησα και αυτό που θέλησα, υπήρξε εγώ».
Ένας λαός θεμελιώνει έναν πολιτισμό, όταν γίνεται αιτία του εαυτού του, της ύπαρξής του, όταν βρίσκει μέσα του μόνο (μέσα στην παράδοσή του) την πηγή μιας αιώνιας ανανέωσης. Το ίδιο και ο άνθρωπος: όταν βρίσκει μέσα του τις αίτίες του εαυτού του και μέσα της αυτοϋπέρβασής του.
3) Η αρετή δεν είναι ένα μέσον, που αναφέρεται σε κάποια νομοτέλεια. Είναι νομοτέλεια του εαυτού της – η ίδια η αμοιβή της. Η εσωτερική ανάκτηση ή η ανάκτηση του εαυτού: αρχικό σημείο κάθε αναζήτησης και κάθε κατάκτησης. Και πρώτα η αμοιβαία αναγνώριση και ανακάλυψη του ψυχισμού και της ψυχής. Θεσμοποίηση στον εαυτό μας μιας κυρίαρχης αυτοκρατορίας (ενός πλήρους ελέγχου). Να είναι κανείς αρχηγός του εαυτού του. να υπακούει κανείς στον Κύριο που είναι μέσα μας, την ίδια στιγμή που διατάσσουμε στον Δούλο που είναι μέσα μας. Να αναζητείται το μέτρο.
4) Το να είναι κανείς ο εαυτός του, δεν είναι αρκετό. Πρέπει ακόμη να γίνει αυτό που μπορεί να γίνει – να κτιστεί, ανάλογα με την ιδέα που κατασκευάζει για τον εαυτό του. να μην είναι ποτέ ικανοποιημένος από τον εαυτό του.
Να θέλει να αλλάξει ο ίδιος πριν να θελήσει ν’ αλλάξει τον κόσμο.
Καλύτερα να παραδεχτούμε τον κόσμο όπως είναι, παρά να παραδεχτούμε τους εαυτούς μας όπως είμαστε.
Να αναπτύξουμε μέσα μας, ανάμεσα στις δυναμικότητές μας, εκείνες που μας καθιστούν, ειδικότερα εμάς ανθρώπους. Μια ισχυρή θέληση επιτρέπει να είναι κανείς αυτό που θέλει, ανεξάρτητα από το τι ήταν. Η θέληση προηγείται όλων των προκαθορισμών, ακόμη και εκείνου της γεννήσεως, υπό τον όρο να μπορεί κανείς να θέλει.
Πρώτα να καλλιεργήσει την εσωτερική ενέργεια, αυτή την ενέργεια «της οποίας την απόδειξη μπορεί να δώσει το ίδιο ένα μυρμήγκι, όπως και ένας ελέφαντας» (Σταντάλ) και που επιτρέπει να «είναι» κανείς μέσα στον χειμώνα αυτό, δια μέσου του οποίου επιστρέφει η άνοιξη.
5) Να καθορίζει κανείς τον δικό του κανόνα και να επιμένει σ’ αυτόν. Να ορίζει κανείς ένα νόμο για τον εαυτό του, υπό τον όρο να μην τον αλλάζει. (Πράγμα που δεν του απαγορεύει να δώσει νέες διαστάσεις στην προοπτική που επέλεξε). Να μην υποχωρήσει. Να μην τσακίσει. Να συνεχίσει και χωρίς να υπάρχουν λόγοι να συνεχίσει. Να είναι πιστός στις προδομένες ιδέες, να είναι πιστός για λογαριασμό εκείνων που δεν ήταν. Να είναι πιστός επίσης και σ’ εκείνους που δεν υπάρχουν πια. Να υπερασπίζει εναντίον όλων και εναντίον του εαυτού του την ιδέα που έχει για τα πράγματα και την ιδέα που θα ήθελε να έχει για τον εαυτό του.
6) Να μην γίνεται «κυρίαρχος – κάτοχος» των άλλων, πριν να γίνει «κυρίαρχος – κάτοχος» του εαυτού του: ο αυτοεξαναγκασμός είναι πρωταρχική προϋπόθεση του δικαιώματος εξαναγκασμού των άλλων. Κατά τον ίδιο τρόπο: να ανέχεται τους συγχρόνους του, αφού πρώτα ανέχεται τον εαυτό του. «Ο άνθρωπος ποιότητας έχει πρώτα απαιτήσεις από τον εαυτό του, ο κοινός άνθρωπος δεν έχει περά από τους άλλους» (Κονφούκιος).
Η δύναμη πρέπει να βασίζεται πάνω στην υπεροχή και όχι η υπεροχή πάνω στην δύναμη. αυτοί που ηγούνται έχουν το δικαίωμα να κατέχουν, αλλά αυτοί που κατέχουν, δεν έχουν υποχρεωτικά το δικαίωμα να ηγούνται.
Ο άνθρωπος ποιότητας είναι πέρα από δεσποτισμούς: δεσπόζει των δεσποτών, με μέσα που του ανήκουν ειδικά. «Μια νέα ευγένεια είναι αναγκαστικώς αντίθετη σε οτιδήποτε είναι όχλος και δεσποτισμός» (Νίτσε).
Όσο πιο ψηλά ανεβαίνει κανείς, τόσο πιο μόνος πορεύεται: τόσο περισσότερο πρέπει να υπολογίζει στον εαυτό του. Αυτοί που είναι ψηλά, είναι υπεύθυνοι γι’ αυτούς που είναι χαμηλά: πρέπει ν’ ανταποκρίνονται στην προσδοκία τους. δεν έχουν προνόμια παρά κατά το μέτρο που οι άλλοι μπορούν πραγματικά να δώσουν τα βάρη στους ώμους τους. Στην αντίθετη περίπτωση όλες οι επαναστάσεις είναι δίκαιες.
Να ακολουθεί κανείς ελεύθερα αυτούς που μας είναι ανώτεροι: υπερηφάνεια του να βρει κανείς έναν Κυρίαρχο (Στέφαν Ζώρζ). Το αντάλλαγμα της υποταγής δεν είναι η κυριαρχία, αλλά η προστασία.
Έχει κανείς το δικαίωμα να υπακούει και το καθήκον να κυριαρχείται ή να κυριαρχεί, όχι το αντίθετο.
Να διακηρύσσει το καθήκον να έχει δικαιώματα, και το ωραίο δικαίωμα να έχει καθήκοντα.
7) Ο κόσμος είναι μια αμέτρητη τραγωδία. Κάθε ύπαρξη έχει την τραγωδία της, κάθε διακήρυξη έχει την δική της. Ο κόσμος είναι ένα χάος, αλλά μπορεί να του δώσει κανείς μια μορφή. Αυτό που κάνουμε δεν έχει άλλη έννοια απ’ εκείνη που του δίνουμε. Αντάλλαγμα: όλα απηχούν σε όλα. Οι πιο μικρές χειρονομίες μας έχουν μια συνέπεια στα πιο απομακρυσμένα σημεία της οικουμένης. Το κακό δεν έχει θετικότητα στην ύπαρξή του. δεν είναι παρά απλός περιορισμός αυτού που επέρχεται, ένας περιορισμός της μορφής που τα όντα δίνουν στον κόσμο. Μια καθαρή αιώνια αρνητικότητα.
Αξίζουμε οτιδήποτε μας συμβαίνει ατομικά ή συλλογικά. Από ένα σημείο κι ύστερα, δεν υπάρχει ούτε τύχη ούτε σύμπτωση: οι αντίπαλοί μας, σε τελευταία ανάλυση, δεν έχουν άλλη δύναμη από εκείνη των δικών μας αδυναμιών. Συνεπώς, όχι μόνο πρέπει να δέχεται κανείς, αλλά και να θέλει αυτό που συμβαίνει. Να θέλει αυτό που συμβαίνει, από την στιγμή που δεν μπορέσαμε να το εμποδίσουμε να συμβεί. Καμμιά παραίτηση, αλλά διατήρηση της δικής μας ελευθερίας: είναι το μόνο μέσον αντίδρασης, όταν δεν μπορεί πια κανείς να δράσει.
Στωικισμός: η μόνη δυνατή συμπεριφορά, όταν οι άλλοι δεν είναι πλέον στωικοί. Να κάνει κανείς ώστε αυτό επάνω στο οποίο δεν μπορεί να επιδράσει, να μη μπορεί κι αυτό να επιδράσει επάνω του (Έβολα).
9) Η αρχή είναι η δράση. Τα μεγάλα και δυνατά πράγματα δεν έχουν λόγους ύπαρξης. Γι’ αυτό ακριβώς πρέπει να γίνονται. (Αλλά ό,τι δεν έχει λόγο ύπαρξης, δεν είναι υποχρεωτικά μεγάλο και δυνατό). Η δράση είναι το πιο σπουδαίο, όχι εκείνος που την αναλαμβάνει. Η αποστολή και όχι αυτός που την φέρει σε πέρας. Εναντίον του ατομισμού – για μια δραστήρια αποπροσώπηση. Αυτό που είναι να κάνει κανείς δεν εξηγείται με κίνητρα. Η αριστοκρατία σιωπά.
10) Η τιμή: να μη παραβεί κανείς ποτέ τους κανόνες που έβαλε στον εαυτό του. Η εικόνα που δημιουργεί κανείς για τον εαυτό του, γίνεται αληθινή την στιγμή που συμμορφώνεται μ’ αυτήν. Απ’ εκεί και ύστερα, το αν είναι μια «εικόνα», ή μια «πραγματικότητα», έχει μικρή σημασία. Οι δύο όροι συμπίπτουν. Η ιδέα γίνεται σάρκα: είναι η πραγματική ενσάρκωση του Λόγου.
Κάθε υπόσχεση υποχρεώνει, καμμιά περίσταση δεν αποδεσμεύει. Να μπορεί να είναι κανείς υπερήφανος για τον εαυτό του: ο καλύτερος τρόπος να μην ντρέπεται για τους άλλους.
11) Ο τρόπος είναι ο άνθρωπος. Το λειτουργικό μετρά περισσότερο από το δόγμα. Το ωραίο δεν είναι ποτέ κακό. Καλύτερα να κάνει κανείς καλά μέτρια πράγματα, παρά να κάνει άσχημα έξοχα πράγματα.
Ο τρόπος με τον οποίο κάνει κανείς τα πράγματα αξίζει περισσότερο από τα ίδια τα πράγματα. Ο τρόπος με τον οποίο ζει τις ιδέες του, αξίζει περισσότερο από τις ιδέες του. ο τρόπος που ζει κανείς, αξίζει περισσότερο απ’ αυτό που ζει – καμμιά φορά περισσότερο κι από την ζωή.
«Περισσότερη απλότητα από τρόπους, είναι κανείς αγροίκος. Περισσότερους τρόπους από απλότητα, είναι γελοίος. Ίσους τρόπους και απλότητα, αυτός είναι ο άνθρωπος ποιότητας» (Κονφούκιος).
12) Νίτσε: «Τι είναι αριστοκράτης; – Να αναζητεί τις καταστάσεις που επιβάλλουν συμπεριφορά. Να εγκαταλείπει την ευτυχία στις μάζες. Αυτή την ευτυχία που είναι ψυχική ηρεμία, αρετή, άνεση, αγγλοσαξωνικός μερκαντιλισμός. Να αναζητεί ενστικτωδώς τις βαρύτερες ευθύνες. Να ξέρει να κάνει παντού εχθρούς. Στην ανάγκη να κάνει και τον εαυτό του εχθρό.
13) Να τοποθετεί το καθήκον του πριν από τα πάθη του, τα πάθη του πριν από τα συμφέροντά του. Το να κάνει «καλές πράξεις» για να κερδίσει την σωτηρία του, να πάει στον παράδεισο κ.ο.κ. είναι πάντα εξυπηρέτηση των συμφερόντων του. Να κάνει αυτό που πρέπει, όχι αυτό που θα του αρέσει. Αλλ’ αυτό χρειάζεται μια εκμάθηση: ο άνθρωπος έχει ανάγκη κανονισμών για να κτιστεί – γιατί είναι άμετρα εύπλαστος. Η εργασία σαν εξυπηρέτηση, το καθήκον σαν προορισμός.
14) Να πραγματοποιεί και συνεχώς να ξανακάνει την αρμονία υπάρξεως των συμπτώσεων και των αρχών. Να κάνει τις πράξεις πάντα σύμφωνες με τους λόγους. Ο άνθρωπος του οποίου οι λόγοι υπερβαίνουν τις πράξεις, δεν είναι περισσότερο κυρίαρχος του εαυτού του από τον άνθρωπο του οποίου οι πράξεις υπερβαίνουν τους λόγους.
Το να είναι ειλικρινής, δεν είναι το να λέει την αλήθεια. Είναι το να προσχωρεί ολοκληρωτικά, χωρίς υστεροβουλίες, σε ότι επιχειρεί.
15) Να μη μετανοεί, αλλά να εξάγει διδάγματα. Να κάνει οτιδήποτε για να μην κάνει κακό. Εάν κάνει, να μην επιζητεί δικαιολογίες. Οι δικαιολογίες που δίνει κανείς στον εαυτό του είναι υπεκφυγές. Η μετάνοια δεν αποβλέπει στην απόσβεση του λάθους, αλλά στην ανάπαυση της συνείδησης. Να ανταποδίδει το καλό στο καλό, την δικαιοσύνη στο κακό. (Αν ανταπέδιδε το καλό στο κακό, τι θα έπρεπε ν’ ανταποδώσει στο καλό; Και τι αξία θα είχε αυτό;).
16) Να μη συγχωρεί ποτέ. να ξεχνά πολλά. Να μη μισεί ποτέ. να περιφρονεί συχνά. Το αίσθημα των πληβείων είναι: μίσος, μνησικακία, το ευερέθιστο, ματαιοδοξία, τσιγγουνιά. Το μίσος που είναι το αντίθετο της περιφρόνησης, η μνησικακία που είναι το αντίθετο της λησμοσύνης, το ευερέθιστο και η ματαιοδοξία που είναι το αντίθετο της υπερηφάνειας, η τσιγγουνιά που είναι το αντίθετο του πλούτου. Απ’ όλα αυτά τα αισθήματα, η μνησικακία είναι το πιο αξιοπεριφρόνητο. Ο Νίτσε :
«Κοντά είναι ο καιρός του πιο αξιοπεριφρόνητου των ανθρώπων, εκείνου που δεν είναι ικανός ούτε τον εαυτό του να περιφρονήσει».
17) Εναντίον του κοινωφελισμού. Όπως είναι για τον άνθρωπο, έτσι είναι και για τους στρατούς. Οι στρατοί που για να πολεμήσουν καλά, έχουν ανάγκη να ξέρουν γιατί πολεμούν, είναι ήδη μέτριοι στρατοί. Υπάρχει και χαμηλότερο: Οι στρατοί που πρέπει να πεισθούν ότι η αιτία τους είναι η σωστή. Και χαμηλότερο ακόμη: Αυτοί που πολεμούν μόνο όταν είναι σίγουροι ότι θα νικήσουν.
Όταν πρέπει να επιχειρήσει κανείς κάτι, να μη νοιάζεται παρά δευτερευόντως να ξέρει αν η επιχείρηση μπορεί να επιτύχει ή όχι. Το κλειδί του Σιωπηλού, παραμένει το κλειδί των χαλκογραφιών του Ντύρερ, «Ο Ιππότης, ο Θάνατος και ο Διάβολος».
Αλλά δεν αρκεί να επιχειρεί κανείς χωρίς να είναι βέβαιος για την επιτυχία, πρέπει ακόμη να επιχειρεί όταν είναι βέβαιος για την αποτυχία, γιατί το να μείνει κανείς πιστός στους κανόνες που έδωσε στον εαυτό του, είναι ο μόνος τρόπος, τότε, να ξεφύγει με τιμή. Να σκέπτεται τον «στρατιώτη της Πομπηίας» (Σπένγκλερ). Και ακόμη το παράδειγμα του Ρέγουλου.
Το να θέλει να κάνει όπως ο αντίπαλος με την δικαιολογία ότι επέτυχε αυτός, είναι να γίνεται αυτός ο αντίπαλος – να μην είναι διαφορετικός απ’ αυτόν.
Υπάρχει χαμέρπεια από την στιγμή που αναρωτιέται κανείς «σε τι χρησιμεύει», «τι αποφέρει», «αυτό που μας υποχρεώνει να το κάνουμε». Το να προσπαθεί να διατηρήσει μια ζωή που θα χάσει οπωσδήποτε – απολογητής των ζωντανών σκύλων και των νεκρών λεόντων – να ένας ωραίος παραλογισμός.
18) Η αρετή όπως και η διαστροφή, δεν μπορούν παρά να είναι η προίκα μιας επίλεκτης ομάδας. Απαιτούν την ίδια ικανότητα αυτοκυριαρχίας. Αναφέρονται λιγότερο στην «ηθική», παρά στην καθαρή θέληση. Η ελευθερία να κάνει κανείς κάτι, συμβαδίζει πάντα με μια ελευθερία έναντι κάποιου πράγματος. Μ’ άλλα λόγια, πρέπει να θέλει κανείς πράγματα, για τα οποία αισθάνεται επίσης τον εαυτό του ικανό να τα αποποιηθεί.
Ιούλιος Έβολα: «Σου επιτρέπεται να κάνεις κάτι, στο μέτρο που μπορείς επίσης να το αποφύγεις… Σου επιτρέπεται να θέλεις κάτι – και να το αποκτήσεις – στο μέτρο που είσαι επίσης ικανός να το αποφύγεις».
19) Να μην αναζητεί να πείσει, αλλά να αφυπνίσει. Η ζωή βρίσκει ένα νόημα σε κάτι που είναι περισσότερο από την ζωή – αλλά όχι πέρα από την ζωή. Αυτό που είναι περισσότερο από την ζωή, δεν εκφράζεται με (και από) λέξεις, αλλά γίνεται κάποτε αισθητό.
Να δίνει κανείς προβάδισμα στην ψυχή έναντι του πνεύματος, στη ζωή έναντι της λογικής, στην εικόνα έναντι της αντιλήψεως.
20) Ο λυρισμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν ηθικός «κανόνας» υπό τον όρο να έχει τεθεί σαν βασική σχέση της υπάρξεως όχι η σχέση του ανθρώπου προς τον άνθρωπο, αλλά εκείνη του ανθρώπου προς την οικουμένη. (Ο μόνος τρόπος να φτάσει κανείς στον ανώτερο κόσμο είναι να κτιστεί σε αναλογία μ’ αυτόν).
Οι μεγάλοι αρχηγοί κρατών είναι εκείνοι, χάρη στους οποίους οι λαοί μπορούν να σκέπτονται λυρικά για τους εαυτούς τους.
21) Το παρόν μετατρέπει σε επικαιρότητα όλα τα παρελθόντα και δίνει δυναμικότητα σ’ όλα τα μέλλοντα. Το να δεχτεί κανείς το παρόν με ενθουσιώδη ανάταση της στιγμής, είναι το να μπορεί να απολαμβάνει συγχρόνως όλες τις στιγμές του.
Παρελθόν, παρόν και μέλλον, είναι τρεις προοπτικές το ίδιο επίκαιρες, είναι τα παντοτινά δεδομένα της ιστορικής πορείας. Όλα όσα κάνουμε ενθέτουν αυτά που συνέβησαν ήδη, κατά τον ίδιο τρόπο μ’ αυτά που θα ξανασυμβούν.
22) Σκοπός της ζωής: Να βάλει κανείς κάτι το σπουδαίο μεταξύ του εαυτού του και του θανάτου. Η εποχή, όπως και η κοινωνία μπορούν να μας εμποδίσουν. Δύο τρόποι υπάρχουν για την κοινωνία να δημιουργήσει τρέλα: να απαιτεί πάρα πολλά, να μην προτείνει αρκετά. Μπορεί να συμβαίνει και στους ανθρώπους το ίδιο ακριβώς.
Μοναξιά. Να ξέρει κανείς να ανήκει στο κόμμα του πολικού αστέρα: αυτού που μένει στην θέση του, όταν τα άλλα άστρα εξακολουθούν να περιστρέφονται. Η ηρεμία βρίσκεται στο κέντρο της κινήσεως, στον άξονα του τροχού. Να καλλιεργεί μέσα του το αυτό που ο άνθρωπος ποιότητας διατηρεί αμετακίνητο, σε όλες τις καταστάσεις: το «παιχνίδι» του Κονφούκιου, το «πουρούσα» των Αρίων, το «ουμάνιτας» των Ρωμαίων – τον εσωτερικό πυρήνα του όντος.
24) Δεν υπάρχει αληθινή ευλάβεια, άλλη από την ευλάβεια του γιου εκτεινομένη στους προγόνους, στην γενετική γραμμή και στον λαό. Ο Ιησούς ισχυριζόμενος ότι ο Ιωσήφ δεν είναι ο πραγματικός πατέρας του – ότι είναι ο γιος ενός μοναδικού Θεού, ο αδελφός όλων των ανθρώπων – αρχίζει την διαδικασία απαρνήσεως της πατρότητας. Οι εξαφανισμένοι πρόγονοί μας δεν είναι ούτε πνευματικά νεκροί, ούτε περασμένοι σ’ έναν άλλο κόσμο. Είναι πλάι μας, πλήθος αόρατο και θροΐζον. Μας περιτριγυρίζουν όσο καιρό η ανάμνησή τους διαιωνίζεται από τους απογόνους τους. Απ’ αυτό δικαιολογείται η λατρεία των προγόνων και το καθήκον να γίνεται σεβαστό τ’ όνομά τους.
25) Όλοι οι άνθρωποι ποιότητας είναι αδέλφια, ανεξάρτητα από την φυλή, τον χώρο και τον χρόνο.
από το βιβλίο του «ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΣΤΑ ΟΡΘΑ», Εκδ. «Ελεύθερη Σκέψις».
Δεν έχω πολλή συμπάθεια για την «ηθική». Ξέρω πολύ καλά την «γεννεαλογία» της (την οποία μου φαίνεται ότι ο Νίτσε διεφώτισε αρκετά καλά). Τείνω άλλωστε να θεωρήσω ότι υπάρχουν τόσες «ηθικές», όσα επίπεδα ανθρωπότητας υπάρχουν, πράγμα που αποτελεί ένα σχετικό αριθμό.
Αντίθετα, πιστεύω πολύ στις αρχές, που μπορούν να είναι και κανόνες ζωής. (κάθε ιστορική πορεία πηγαίνει από τον μύθο στις αρχές, δια μέσου μιας ιδέας). Σε κάθε περίπτωση, αυτές είναι οι δικές μου. Ελπίζω να μην τις παραβαίνω συχνά.
1) Ο άνθρωπος είναι συμπαίχτης του Θεού, δεμένος μ’ αυτόν, για το καλύτερο όπως και για το χειρότερο. Και οι δυο δημιουργούν από κοινού. Ο Θεός δεν είναι υπεράνω, ούτε έξω από μας. Δεν είναι ούτε πέρα από τις αισθήσεις μας.
Το σπουδαίο δεν είναι να πιστεύει κανείς στον Θεό, αλλά να πράττει κατά τρόπο ώστε Αυτός να μπορεί να πιστεύει σε μας. Να τον βρίσκει και να τον αναγνωρίζει κανείς μέσα του, να αποκαλύπτει τον εαυτό του όπως αποκαλύπτει Αυτόν.
Το σώμα και η ψυχή είναι ένα και το αυτό. Το να φέρνει κανείς το ένα στο άλλο, το ν’ αντιπαραθέτει αυτές τις έννοιες, αναλογεί στην ίδια ασθένεια του πνεύματος.
Ένας θεός που δεν συμπεριφέρεται όπως έχει κανείς το δικαίωμα να περιμένει απ’ αυτόν, αξίζει να γίνει απαρνητός, υπό τον όρο ότι εκείνος που τον απαρνείται, έχει δώσει το καλύτερο του εαυτού του.
2) Δεν αρκεί να γεννηθεί κανείς, πρέπει ακόμη να «δημιουργηθεί». Η δημιουργία είναι μεταγενέστερη της γεννήσεως. Δεν μπορεί κανείς να δημιουργηθεί παρά από τον εαυτό του. έτσι είναι δυνατόν να δώσει στον εαυτό του μια ψυχή.
Ο Έκχαρτ μιλά για «αυτοδημιουργία»: «Υπήρξα η αίτία του εαυτού μου, εκεί που θέλησα τον εαυτό μου και δεν υπήρξα τίποτ’ άλλο. Υπήρξα αυτό που θέλησα και αυτό που θέλησα, υπήρξε εγώ».
Ένας λαός θεμελιώνει έναν πολιτισμό, όταν γίνεται αιτία του εαυτού του, της ύπαρξής του, όταν βρίσκει μέσα του μόνο (μέσα στην παράδοσή του) την πηγή μιας αιώνιας ανανέωσης. Το ίδιο και ο άνθρωπος: όταν βρίσκει μέσα του τις αίτίες του εαυτού του και μέσα της αυτοϋπέρβασής του.
3) Η αρετή δεν είναι ένα μέσον, που αναφέρεται σε κάποια νομοτέλεια. Είναι νομοτέλεια του εαυτού της – η ίδια η αμοιβή της. Η εσωτερική ανάκτηση ή η ανάκτηση του εαυτού: αρχικό σημείο κάθε αναζήτησης και κάθε κατάκτησης. Και πρώτα η αμοιβαία αναγνώριση και ανακάλυψη του ψυχισμού και της ψυχής. Θεσμοποίηση στον εαυτό μας μιας κυρίαρχης αυτοκρατορίας (ενός πλήρους ελέγχου). Να είναι κανείς αρχηγός του εαυτού του. να υπακούει κανείς στον Κύριο που είναι μέσα μας, την ίδια στιγμή που διατάσσουμε στον Δούλο που είναι μέσα μας. Να αναζητείται το μέτρο.
4) Το να είναι κανείς ο εαυτός του, δεν είναι αρκετό. Πρέπει ακόμη να γίνει αυτό που μπορεί να γίνει – να κτιστεί, ανάλογα με την ιδέα που κατασκευάζει για τον εαυτό του. να μην είναι ποτέ ικανοποιημένος από τον εαυτό του.
Να θέλει να αλλάξει ο ίδιος πριν να θελήσει ν’ αλλάξει τον κόσμο.
Καλύτερα να παραδεχτούμε τον κόσμο όπως είναι, παρά να παραδεχτούμε τους εαυτούς μας όπως είμαστε.
Να αναπτύξουμε μέσα μας, ανάμεσα στις δυναμικότητές μας, εκείνες που μας καθιστούν, ειδικότερα εμάς ανθρώπους. Μια ισχυρή θέληση επιτρέπει να είναι κανείς αυτό που θέλει, ανεξάρτητα από το τι ήταν. Η θέληση προηγείται όλων των προκαθορισμών, ακόμη και εκείνου της γεννήσεως, υπό τον όρο να μπορεί κανείς να θέλει.
Πρώτα να καλλιεργήσει την εσωτερική ενέργεια, αυτή την ενέργεια «της οποίας την απόδειξη μπορεί να δώσει το ίδιο ένα μυρμήγκι, όπως και ένας ελέφαντας» (Σταντάλ) και που επιτρέπει να «είναι» κανείς μέσα στον χειμώνα αυτό, δια μέσου του οποίου επιστρέφει η άνοιξη.
5) Να καθορίζει κανείς τον δικό του κανόνα και να επιμένει σ’ αυτόν. Να ορίζει κανείς ένα νόμο για τον εαυτό του, υπό τον όρο να μην τον αλλάζει. (Πράγμα που δεν του απαγορεύει να δώσει νέες διαστάσεις στην προοπτική που επέλεξε). Να μην υποχωρήσει. Να μην τσακίσει. Να συνεχίσει και χωρίς να υπάρχουν λόγοι να συνεχίσει. Να είναι πιστός στις προδομένες ιδέες, να είναι πιστός για λογαριασμό εκείνων που δεν ήταν. Να είναι πιστός επίσης και σ’ εκείνους που δεν υπάρχουν πια. Να υπερασπίζει εναντίον όλων και εναντίον του εαυτού του την ιδέα που έχει για τα πράγματα και την ιδέα που θα ήθελε να έχει για τον εαυτό του.
6) Να μην γίνεται «κυρίαρχος – κάτοχος» των άλλων, πριν να γίνει «κυρίαρχος – κάτοχος» του εαυτού του: ο αυτοεξαναγκασμός είναι πρωταρχική προϋπόθεση του δικαιώματος εξαναγκασμού των άλλων. Κατά τον ίδιο τρόπο: να ανέχεται τους συγχρόνους του, αφού πρώτα ανέχεται τον εαυτό του. «Ο άνθρωπος ποιότητας έχει πρώτα απαιτήσεις από τον εαυτό του, ο κοινός άνθρωπος δεν έχει περά από τους άλλους» (Κονφούκιος).
Η δύναμη πρέπει να βασίζεται πάνω στην υπεροχή και όχι η υπεροχή πάνω στην δύναμη. αυτοί που ηγούνται έχουν το δικαίωμα να κατέχουν, αλλά αυτοί που κατέχουν, δεν έχουν υποχρεωτικά το δικαίωμα να ηγούνται.
Ο άνθρωπος ποιότητας είναι πέρα από δεσποτισμούς: δεσπόζει των δεσποτών, με μέσα που του ανήκουν ειδικά. «Μια νέα ευγένεια είναι αναγκαστικώς αντίθετη σε οτιδήποτε είναι όχλος και δεσποτισμός» (Νίτσε).
Όσο πιο ψηλά ανεβαίνει κανείς, τόσο πιο μόνος πορεύεται: τόσο περισσότερο πρέπει να υπολογίζει στον εαυτό του. Αυτοί που είναι ψηλά, είναι υπεύθυνοι γι’ αυτούς που είναι χαμηλά: πρέπει ν’ ανταποκρίνονται στην προσδοκία τους. δεν έχουν προνόμια παρά κατά το μέτρο που οι άλλοι μπορούν πραγματικά να δώσουν τα βάρη στους ώμους τους. Στην αντίθετη περίπτωση όλες οι επαναστάσεις είναι δίκαιες.
Να ακολουθεί κανείς ελεύθερα αυτούς που μας είναι ανώτεροι: υπερηφάνεια του να βρει κανείς έναν Κυρίαρχο (Στέφαν Ζώρζ). Το αντάλλαγμα της υποταγής δεν είναι η κυριαρχία, αλλά η προστασία.
Έχει κανείς το δικαίωμα να υπακούει και το καθήκον να κυριαρχείται ή να κυριαρχεί, όχι το αντίθετο.
Να διακηρύσσει το καθήκον να έχει δικαιώματα, και το ωραίο δικαίωμα να έχει καθήκοντα.
7) Ο κόσμος είναι μια αμέτρητη τραγωδία. Κάθε ύπαρξη έχει την τραγωδία της, κάθε διακήρυξη έχει την δική της. Ο κόσμος είναι ένα χάος, αλλά μπορεί να του δώσει κανείς μια μορφή. Αυτό που κάνουμε δεν έχει άλλη έννοια απ’ εκείνη που του δίνουμε. Αντάλλαγμα: όλα απηχούν σε όλα. Οι πιο μικρές χειρονομίες μας έχουν μια συνέπεια στα πιο απομακρυσμένα σημεία της οικουμένης. Το κακό δεν έχει θετικότητα στην ύπαρξή του. δεν είναι παρά απλός περιορισμός αυτού που επέρχεται, ένας περιορισμός της μορφής που τα όντα δίνουν στον κόσμο. Μια καθαρή αιώνια αρνητικότητα.
Αξίζουμε οτιδήποτε μας συμβαίνει ατομικά ή συλλογικά. Από ένα σημείο κι ύστερα, δεν υπάρχει ούτε τύχη ούτε σύμπτωση: οι αντίπαλοί μας, σε τελευταία ανάλυση, δεν έχουν άλλη δύναμη από εκείνη των δικών μας αδυναμιών. Συνεπώς, όχι μόνο πρέπει να δέχεται κανείς, αλλά και να θέλει αυτό που συμβαίνει. Να θέλει αυτό που συμβαίνει, από την στιγμή που δεν μπορέσαμε να το εμποδίσουμε να συμβεί. Καμμιά παραίτηση, αλλά διατήρηση της δικής μας ελευθερίας: είναι το μόνο μέσον αντίδρασης, όταν δεν μπορεί πια κανείς να δράσει.
Στωικισμός: η μόνη δυνατή συμπεριφορά, όταν οι άλλοι δεν είναι πλέον στωικοί. Να κάνει κανείς ώστε αυτό επάνω στο οποίο δεν μπορεί να επιδράσει, να μη μπορεί κι αυτό να επιδράσει επάνω του (Έβολα).
9) Η αρχή είναι η δράση. Τα μεγάλα και δυνατά πράγματα δεν έχουν λόγους ύπαρξης. Γι’ αυτό ακριβώς πρέπει να γίνονται. (Αλλά ό,τι δεν έχει λόγο ύπαρξης, δεν είναι υποχρεωτικά μεγάλο και δυνατό). Η δράση είναι το πιο σπουδαίο, όχι εκείνος που την αναλαμβάνει. Η αποστολή και όχι αυτός που την φέρει σε πέρας. Εναντίον του ατομισμού – για μια δραστήρια αποπροσώπηση. Αυτό που είναι να κάνει κανείς δεν εξηγείται με κίνητρα. Η αριστοκρατία σιωπά.
10) Η τιμή: να μη παραβεί κανείς ποτέ τους κανόνες που έβαλε στον εαυτό του. Η εικόνα που δημιουργεί κανείς για τον εαυτό του, γίνεται αληθινή την στιγμή που συμμορφώνεται μ’ αυτήν. Απ’ εκεί και ύστερα, το αν είναι μια «εικόνα», ή μια «πραγματικότητα», έχει μικρή σημασία. Οι δύο όροι συμπίπτουν. Η ιδέα γίνεται σάρκα: είναι η πραγματική ενσάρκωση του Λόγου.
Κάθε υπόσχεση υποχρεώνει, καμμιά περίσταση δεν αποδεσμεύει. Να μπορεί να είναι κανείς υπερήφανος για τον εαυτό του: ο καλύτερος τρόπος να μην ντρέπεται για τους άλλους.
11) Ο τρόπος είναι ο άνθρωπος. Το λειτουργικό μετρά περισσότερο από το δόγμα. Το ωραίο δεν είναι ποτέ κακό. Καλύτερα να κάνει κανείς καλά μέτρια πράγματα, παρά να κάνει άσχημα έξοχα πράγματα.
Ο τρόπος με τον οποίο κάνει κανείς τα πράγματα αξίζει περισσότερο από τα ίδια τα πράγματα. Ο τρόπος με τον οποίο ζει τις ιδέες του, αξίζει περισσότερο από τις ιδέες του. ο τρόπος που ζει κανείς, αξίζει περισσότερο απ’ αυτό που ζει – καμμιά φορά περισσότερο κι από την ζωή.
«Περισσότερη απλότητα από τρόπους, είναι κανείς αγροίκος. Περισσότερους τρόπους από απλότητα, είναι γελοίος. Ίσους τρόπους και απλότητα, αυτός είναι ο άνθρωπος ποιότητας» (Κονφούκιος).
12) Νίτσε: «Τι είναι αριστοκράτης; – Να αναζητεί τις καταστάσεις που επιβάλλουν συμπεριφορά. Να εγκαταλείπει την ευτυχία στις μάζες. Αυτή την ευτυχία που είναι ψυχική ηρεμία, αρετή, άνεση, αγγλοσαξωνικός μερκαντιλισμός. Να αναζητεί ενστικτωδώς τις βαρύτερες ευθύνες. Να ξέρει να κάνει παντού εχθρούς. Στην ανάγκη να κάνει και τον εαυτό του εχθρό.
13) Να τοποθετεί το καθήκον του πριν από τα πάθη του, τα πάθη του πριν από τα συμφέροντά του. Το να κάνει «καλές πράξεις» για να κερδίσει την σωτηρία του, να πάει στον παράδεισο κ.ο.κ. είναι πάντα εξυπηρέτηση των συμφερόντων του. Να κάνει αυτό που πρέπει, όχι αυτό που θα του αρέσει. Αλλ’ αυτό χρειάζεται μια εκμάθηση: ο άνθρωπος έχει ανάγκη κανονισμών για να κτιστεί – γιατί είναι άμετρα εύπλαστος. Η εργασία σαν εξυπηρέτηση, το καθήκον σαν προορισμός.
14) Να πραγματοποιεί και συνεχώς να ξανακάνει την αρμονία υπάρξεως των συμπτώσεων και των αρχών. Να κάνει τις πράξεις πάντα σύμφωνες με τους λόγους. Ο άνθρωπος του οποίου οι λόγοι υπερβαίνουν τις πράξεις, δεν είναι περισσότερο κυρίαρχος του εαυτού του από τον άνθρωπο του οποίου οι πράξεις υπερβαίνουν τους λόγους.
Το να είναι ειλικρινής, δεν είναι το να λέει την αλήθεια. Είναι το να προσχωρεί ολοκληρωτικά, χωρίς υστεροβουλίες, σε ότι επιχειρεί.
15) Να μη μετανοεί, αλλά να εξάγει διδάγματα. Να κάνει οτιδήποτε για να μην κάνει κακό. Εάν κάνει, να μην επιζητεί δικαιολογίες. Οι δικαιολογίες που δίνει κανείς στον εαυτό του είναι υπεκφυγές. Η μετάνοια δεν αποβλέπει στην απόσβεση του λάθους, αλλά στην ανάπαυση της συνείδησης. Να ανταποδίδει το καλό στο καλό, την δικαιοσύνη στο κακό. (Αν ανταπέδιδε το καλό στο κακό, τι θα έπρεπε ν’ ανταποδώσει στο καλό; Και τι αξία θα είχε αυτό;).
16) Να μη συγχωρεί ποτέ. να ξεχνά πολλά. Να μη μισεί ποτέ. να περιφρονεί συχνά. Το αίσθημα των πληβείων είναι: μίσος, μνησικακία, το ευερέθιστο, ματαιοδοξία, τσιγγουνιά. Το μίσος που είναι το αντίθετο της περιφρόνησης, η μνησικακία που είναι το αντίθετο της λησμοσύνης, το ευερέθιστο και η ματαιοδοξία που είναι το αντίθετο της υπερηφάνειας, η τσιγγουνιά που είναι το αντίθετο του πλούτου. Απ’ όλα αυτά τα αισθήματα, η μνησικακία είναι το πιο αξιοπεριφρόνητο. Ο Νίτσε :
«Κοντά είναι ο καιρός του πιο αξιοπεριφρόνητου των ανθρώπων, εκείνου που δεν είναι ικανός ούτε τον εαυτό του να περιφρονήσει».
17) Εναντίον του κοινωφελισμού. Όπως είναι για τον άνθρωπο, έτσι είναι και για τους στρατούς. Οι στρατοί που για να πολεμήσουν καλά, έχουν ανάγκη να ξέρουν γιατί πολεμούν, είναι ήδη μέτριοι στρατοί. Υπάρχει και χαμηλότερο: Οι στρατοί που πρέπει να πεισθούν ότι η αιτία τους είναι η σωστή. Και χαμηλότερο ακόμη: Αυτοί που πολεμούν μόνο όταν είναι σίγουροι ότι θα νικήσουν.
Όταν πρέπει να επιχειρήσει κανείς κάτι, να μη νοιάζεται παρά δευτερευόντως να ξέρει αν η επιχείρηση μπορεί να επιτύχει ή όχι. Το κλειδί του Σιωπηλού, παραμένει το κλειδί των χαλκογραφιών του Ντύρερ, «Ο Ιππότης, ο Θάνατος και ο Διάβολος».
Αλλά δεν αρκεί να επιχειρεί κανείς χωρίς να είναι βέβαιος για την επιτυχία, πρέπει ακόμη να επιχειρεί όταν είναι βέβαιος για την αποτυχία, γιατί το να μείνει κανείς πιστός στους κανόνες που έδωσε στον εαυτό του, είναι ο μόνος τρόπος, τότε, να ξεφύγει με τιμή. Να σκέπτεται τον «στρατιώτη της Πομπηίας» (Σπένγκλερ). Και ακόμη το παράδειγμα του Ρέγουλου.
Το να θέλει να κάνει όπως ο αντίπαλος με την δικαιολογία ότι επέτυχε αυτός, είναι να γίνεται αυτός ο αντίπαλος – να μην είναι διαφορετικός απ’ αυτόν.
Υπάρχει χαμέρπεια από την στιγμή που αναρωτιέται κανείς «σε τι χρησιμεύει», «τι αποφέρει», «αυτό που μας υποχρεώνει να το κάνουμε». Το να προσπαθεί να διατηρήσει μια ζωή που θα χάσει οπωσδήποτε – απολογητής των ζωντανών σκύλων και των νεκρών λεόντων – να ένας ωραίος παραλογισμός.
18) Η αρετή όπως και η διαστροφή, δεν μπορούν παρά να είναι η προίκα μιας επίλεκτης ομάδας. Απαιτούν την ίδια ικανότητα αυτοκυριαρχίας. Αναφέρονται λιγότερο στην «ηθική», παρά στην καθαρή θέληση. Η ελευθερία να κάνει κανείς κάτι, συμβαδίζει πάντα με μια ελευθερία έναντι κάποιου πράγματος. Μ’ άλλα λόγια, πρέπει να θέλει κανείς πράγματα, για τα οποία αισθάνεται επίσης τον εαυτό του ικανό να τα αποποιηθεί.
Ιούλιος Έβολα: «Σου επιτρέπεται να κάνεις κάτι, στο μέτρο που μπορείς επίσης να το αποφύγεις… Σου επιτρέπεται να θέλεις κάτι – και να το αποκτήσεις – στο μέτρο που είσαι επίσης ικανός να το αποφύγεις».
19) Να μην αναζητεί να πείσει, αλλά να αφυπνίσει. Η ζωή βρίσκει ένα νόημα σε κάτι που είναι περισσότερο από την ζωή – αλλά όχι πέρα από την ζωή. Αυτό που είναι περισσότερο από την ζωή, δεν εκφράζεται με (και από) λέξεις, αλλά γίνεται κάποτε αισθητό.
Να δίνει κανείς προβάδισμα στην ψυχή έναντι του πνεύματος, στη ζωή έναντι της λογικής, στην εικόνα έναντι της αντιλήψεως.
20) Ο λυρισμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν ηθικός «κανόνας» υπό τον όρο να έχει τεθεί σαν βασική σχέση της υπάρξεως όχι η σχέση του ανθρώπου προς τον άνθρωπο, αλλά εκείνη του ανθρώπου προς την οικουμένη. (Ο μόνος τρόπος να φτάσει κανείς στον ανώτερο κόσμο είναι να κτιστεί σε αναλογία μ’ αυτόν).
Οι μεγάλοι αρχηγοί κρατών είναι εκείνοι, χάρη στους οποίους οι λαοί μπορούν να σκέπτονται λυρικά για τους εαυτούς τους.
21) Το παρόν μετατρέπει σε επικαιρότητα όλα τα παρελθόντα και δίνει δυναμικότητα σ’ όλα τα μέλλοντα. Το να δεχτεί κανείς το παρόν με ενθουσιώδη ανάταση της στιγμής, είναι το να μπορεί να απολαμβάνει συγχρόνως όλες τις στιγμές του.
Παρελθόν, παρόν και μέλλον, είναι τρεις προοπτικές το ίδιο επίκαιρες, είναι τα παντοτινά δεδομένα της ιστορικής πορείας. Όλα όσα κάνουμε ενθέτουν αυτά που συνέβησαν ήδη, κατά τον ίδιο τρόπο μ’ αυτά που θα ξανασυμβούν.
22) Σκοπός της ζωής: Να βάλει κανείς κάτι το σπουδαίο μεταξύ του εαυτού του και του θανάτου. Η εποχή, όπως και η κοινωνία μπορούν να μας εμποδίσουν. Δύο τρόποι υπάρχουν για την κοινωνία να δημιουργήσει τρέλα: να απαιτεί πάρα πολλά, να μην προτείνει αρκετά. Μπορεί να συμβαίνει και στους ανθρώπους το ίδιο ακριβώς.
Μοναξιά. Να ξέρει κανείς να ανήκει στο κόμμα του πολικού αστέρα: αυτού που μένει στην θέση του, όταν τα άλλα άστρα εξακολουθούν να περιστρέφονται. Η ηρεμία βρίσκεται στο κέντρο της κινήσεως, στον άξονα του τροχού. Να καλλιεργεί μέσα του το αυτό που ο άνθρωπος ποιότητας διατηρεί αμετακίνητο, σε όλες τις καταστάσεις: το «παιχνίδι» του Κονφούκιου, το «πουρούσα» των Αρίων, το «ουμάνιτας» των Ρωμαίων – τον εσωτερικό πυρήνα του όντος.
24) Δεν υπάρχει αληθινή ευλάβεια, άλλη από την ευλάβεια του γιου εκτεινομένη στους προγόνους, στην γενετική γραμμή και στον λαό. Ο Ιησούς ισχυριζόμενος ότι ο Ιωσήφ δεν είναι ο πραγματικός πατέρας του – ότι είναι ο γιος ενός μοναδικού Θεού, ο αδελφός όλων των ανθρώπων – αρχίζει την διαδικασία απαρνήσεως της πατρότητας. Οι εξαφανισμένοι πρόγονοί μας δεν είναι ούτε πνευματικά νεκροί, ούτε περασμένοι σ’ έναν άλλο κόσμο. Είναι πλάι μας, πλήθος αόρατο και θροΐζον. Μας περιτριγυρίζουν όσο καιρό η ανάμνησή τους διαιωνίζεται από τους απογόνους τους. Απ’ αυτό δικαιολογείται η λατρεία των προγόνων και το καθήκον να γίνεται σεβαστό τ’ όνομά τους.
25) Όλοι οι άνθρωποι ποιότητας είναι αδέλφια, ανεξάρτητα από την φυλή, τον χώρο και τον χρόνο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου