Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2024

Η επανάσταση του συναισθήματος

Πριν από την τρέχουσα άνθηση στην έρευνα για τα συναισθήματα, οι περισσότεροι επιστήμονες προσλάμβαναν τα συναισθήματα σε ένα πλαίσιο που φτάνει πίσω στις θεωρίες του Κάρολου Δαρβίνου.

Η παραδοσιακή θεωρία του συναισθήματος ασπάζεται κάποιες αρχές που διαισθητικά φαντάζουν εύλογες: ότι υπάρχει ένα μικρό σύνολο βασικών συναισθημάτων –φόβος, θυμός, λύπη, αποστροφή, ευτυχία και έκπληξη– που είναι οικουμενικά σε όλες τις κουλτούρες και δεν έχουν λειτουργική αλληλεπικάλυψη· ότι κάθε συναίσθημα ενεργοποιείται από συγκεκριμένα ερεθίσματα στον εξωτερικό κόσμο· ότι κάθε συναίσθημα προκαλεί πάγιες και συγκεκριμένες συμπεριφορές· και ότι κάθε συναίσθημα δημιουργείται σε συγκεκριμένες αποκλειστικές δομές του εγκεφάλου.

Αυτή η θεωρία συμπεριελάμβανε επίσης μια διχοτομική άποψη για τον εγκέφαλο, η οποία ανάγεται τουλάχιστον στους αρχαίους Έλληνες: ότι ο εγκέφαλος αποτελείται από δύο ανταγωνιστικές δυνάμεις, η μια «ψυχρή», λογική και ορθολογική, και η άλλη «καυτή», παθιασμένη και παρορμητική. Επί χιλιετίες, αυτές οι ιδέες χαρακτήριζαν τη σκέψη σε πολλούς τομείς, από τη θεολογία ως τη φιλοσοφία και τις νευροεπιστήμες. Ο Φρόιντ ενσωμάτωσε την παραδοσιακή θεωρία στο έργο του. Η θεωρία της «συναισθηματικής νοημοσύνης» των Τζον Μάγιερ και Πίτερ Σάλοβι, που την εκλαΐκευσε το ομώνυμο βιβλίο του 1995 του Ντάνιελ Γκόλμαν, βασίζεται εν μέρει σε αυτές. Και είναι το πλαίσιο για τα περισσότερα απ’ όσα σκεφτόμαστε σχετικά με τα συναισθήματά μας. Αλλά είναι λάθος.

Όπως οι νόμοι της κίνησης του Νεύτωνος ξεπεράστηκαν από την κβαντική θεωρία όταν η επιστήμη ανέπτυξε τα εργαλεία που αποκάλυψαν τον ατομικό κόσμο, έτσι και η παλιά θεωρία του συναισθήματος τώρα δίνει τη θέση της σε μια καινούργια θεώρηση, χάρη κυρίως στις εκπληκτικές προόδους της νευροαπεικόνισης και άλλων τεχνολογιών που επέτρεψαν στους επιστήμονες να κοιτάξουν μέσα στον εγκέφαλο και να πειραματιστούν.

Μια σειρά τεχνικών που αναπτύχθηκαν τα λίγα τελευταία χρόνια επιτρέπει στους επιστήμονες να ανιχνεύσουν τις συνδέσεις μεταξύ νευρώνων, προχωρώντας σε ένα είδος χαρτογράφησης κυκλωμάτων του εγκεφάλου που ονομάζεται «συνδέσμωμα» [connectome]. Ο χάρτης του συνδεσμώματος επιτρέπει στους επιστήμονες να ανιχνεύσουν τον εγκέφαλο με τρόπο που ποτέ άλλοτε δεν ήταν δυνατός. Μπορούν να συγκρίνουν βασικά κυκλώματα, να «εισχωρήσουν» σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου για να μελετήσουν τα κύτταρα που τις αποτελούν, και να αποκρυπτογραφήσουν τα ηλεκτρικά σήματα που δημιουργούν τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές μας.

Ένα ακόμη βήμα προόδου, η οπτογενετική, επιτρέπει στους επιστήμονες να αναλάβουν τον έλεγχο ξεχωριστών νευρώνων στον εγκέφαλο ενός ζώου. Διεγείροντάς τους επιλεκτικά, οι επιστήμονες κατάφεραν να αποκαλύψουν τα μικρομοτίβα της εγκεφαλικής δραστηριότητας που προκαλούν συγκεκριμένες ψυχικές καταστάσεις, όπως τον φόβο, το άγχος, και την κατάθλιψη. Μια τρίτη τεχνολογία, η διακρανιακή διέγερση, χρησιμοποιεί ηλεκτρομαγνητικά πεδία ή ρεύμα για να διεγείρει ή να παρεμποδίσει τη νευρωνική δραστηριότητα σε πολύ συγκεκριμένες τοποθεσίες του ανθρώπινου εγκεφάλου χωρίς μόνιμα αποτελέσματα για το πειραματικό υποκείμενο, κάτι που βοηθά τους επιστήμονες να διακριβώσουν τη λειτουργία αυτών των δομών. Αυτές και άλλες τεχνικές και τεχνολογίες έχουν παράσχει τόση εμβάθυνση και τόσο πολύ καινούργιο έργο, ώστε έχει προκύψει ένας ολόκληρος τομέας της ψυχολογίας που λέγεται «συναισθηματική νευροεπιστήμη».

Η συναισθηματική νευροεπιστήμη βασίζεται στην εφαρμογή σύγχρονων εργαλείων στην πανάρχαια μελέτη των ανθρώπινων συναισθημάτων και έχει μεταμορφώσει τον τρόπο που βλέπουν οι επιστήμονες τα συναισθήματα. Έχουν βρει ότι, παρόλο που η παλιά θεώρηση πρόσφερε φαινομενικά πειστικές απαντήσεις στα βασικά ερωτήματα περί συναισθημάτων, δεν αντιπροσώπευε με ακρίβεια τον τρόπο που λειτουργεί ο ανθρώπινος εγκέφαλος. Για παράδειγμα, κάθε «βασικό» συναίσθημα δεν είναι ακριβώς ένα ξεχωριστό συναίσθημα, αλλά στην πραγματικότητα είναι ένας γενικός όρος για ένα φάσμα ή μια κατηγορία συναισθημάτων, και αυτές οι κατηγορίες δεν είναι κατ’ ανάγκην διακριτές μεταξύ τους. Ο φόβος, για παράδειγμα, έχει διάφορες πτυχές, και σε κάποιες περιπτώσεις δύσκολα μπορεί να διακριθεί από το άγχος.

Επιπλέον, η αμυγδαλή, που επί χρόνια θεωρείτο το κέντρο του «φόβου» μας, στην πραγματικότητα διαδραματίζει κεντρικό ρόλο σε αρκετά συναισθήματα, και, αντιθέτως, δεν είναι αναγκαία σε όλους τους τύπους φόβου. Οι επιστήμονες σήμερα έχουν διευρύνει το κέντρο της προσοχής τους πέρα από τα πέντε ή έξι «βασικά» συναισθήματα, έτσι ώστε να συμπεριλάβουν και δεκάδες άλλα, όπως η αμηχανία, η υπερηφάνεια και άλλα λεγόμενα κοινωνικά συναισθήματα, ακόμα και συναισθήματα που κάποτε θεωρούνταν ορμές ή ένστικτα, όπως η πείνα και η σεξουαλική επιθυμία.

Στην επικράτεια της συναισθηματικής υγείας, η συναισθηματική νευροεπιστήμη μάς δίδαξε ότι η κατάθλιψη δεν αποτελεί ξεχωριστή διαταραχή αλλά μάλλον ένα σύνδρομο που το συνιστούν τέσσερα διαφορετικά υποείδη, είναι ευάλωτο σε διαφορετικές θεραπείες και έχει διαφορετικές νευρωνικές υπογραφές. Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τις νέες αποκαλύψεις για να αναπτύξουν μια εφαρμογή τηλεφώνου που μπορεί να βοηθήσει για να ανακουφιστεί η κατάθλιψη στο ένα τέταρτο των ασθενών που υποφέρουν. Και, μάλιστα, τώρα οι επιστήμονες μπορούν μερικές φορές να προσδιορίσουν εκ των προτέρων, μέσω τομογραφίας του εγκεφάλου, αν ένα άτομο με κατάθλιψη θα ωφεληθεί από την ψυχοθεραπεία αντί να χρειαστεί φάρμακα. Επίσης μελετούνται πιθανές καινούργιες θεραπείες για παθήσεις που σχετίζονται με τα συναισθήματα, από την παχυσαρκία ως την ανορεξία και τον εθισμό στο κάπνισμα.

Όλοι αυτοί οι επιστημονικοί θρίαμβοι έδωσαν ώθηση στη συναισθηματική νοημοσύνη, η οποία πλέον είναι από τους πιο συναρπαστικούς τομείς της ακαδημαϊκής έρευνας. Κατέχει προεξάρχουσα θέση στους ερευνητικούς στόχους του Εθνικού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας και σε πολλά ιδρύματα που συνήθως δεν θεωρούμε ότι επικεντρώνονται στον εγκέφαλο, όπως το Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου των ΗΠΑ. Ακόμα και ιδρύματα που δεν έχουν μεγάλη σχέση με την ψυχολογία και την ιατρική, όπως κέντρα επιστήμης υπολογιστών, εταιρείες μάρκετινγκ, σχολές διοίκησης επιχειρήσεων, καθώς και η Σχολή Διακυβέρνησης Κένεντι στο Χάρβαρντ, τώρα αφιερώνουν πόρους και θέσεις εργασίας σε αυτή την καινούργια επιστήμη.

Η συναισθηματική νευροεπιστήμη μπορεί να μας μάθει σημαντικά πράγματα για τη θέση των συναισθημάτων στην καθημερινή ζωή μας και στην ανθρώπινη εμπειρία. Ένας κορυφαίος επιστήμονας έχει πει: «Οι παραδοσιακές “γνώσεις” μας για τα συναισθήματα αμφισβητούνται εκ βάθρων».

Μια άλλη ηγετική φυσιογνωμία του χώρου είπε: «Αν μοιάζετε με τους περισσότερους ανθρώπους, νιώθετε πεπεισμένοι ότι επειδή έχετε συναισθήματα ξέρετε πολλά για το τι είναι τα συναισθήματα, πώς λειτουργούν σχεδόν σίγουρα κάνετε λάθος».

Σύμφωνα και με κάποιον τρίτο, βρισκόμαστε «εν μέσω μιας επανάστασης στις γνώσεις μας για τα συναισθήματα, τη νόηση, και τον εγκέφαλο – μια επανάσταση που ίσως μας αναγκάσει να επανεξετάσουμε βασικά δόγματα της κοινωνίας μας, όπως το πώς αντιμετωπίζουμε τις ψυχικές και τις σωματικές ασθένειες, τις γνώσεις μας για τις προσωπικές σχέσεις, τις προσεγγίσεις μας στην ανατροφή των παιδιών, και τελικά τον τρόπο που βλέπουμε τον εαυτό μας».

Το σημαντικότερο είναι ότι εκεί όπου κάποτε πιστεύαμε πως το συναίσθημα είναι επιζήμιο για την ουσιαστική σκέψη και τις αποφάσεις, τώρα ξέρουμε ότι δεν μπορούμε να πάρουμε αποφάσεις, ούτε καν να σκεφτούμε, χωρίς να επηρεαζόμαστε από τα συναισθήματά μας. Και παρόλο που –στις σύγχρονες κοινωνίες οι οποίες διαφέρουν τόσο από το περιβάλλον στο οποίο εξελιχθήκαμε– τα συναισθήματά μας μερικές φορές είναι αντιπαραγωγικά, πολύ πιο συχνά μας οδηγούν στη σωστή κατεύθυνση. Και μάλιστα θα δούμε ότι χωρίς αυτά θα δυσκολευόμασταν να κινηθούμε προς οποιαδήποτε κατεύθυνση.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου