Υπάρχει αντικειμενική αλήθεια; Είναι ένα πολύ παλιό φιλοσοφικό ερώτημα. Ας θυμηθούμε τον Σωκράτη που έλεγε ότι η αλήθεια είναι μία για όλους τους ανθρώπους είτε ζουν στην Ελλάδα είτε στην Ασία. Ο Σωκράτης έψαχνε να τη βρει με τη μαιευτική όπως ονομάσθηκε μέθοδο, μέσα δηλαδή από ερωτήσεις που προσπαθούσαν να ξεκαθαρίσουν τις πλάνες, τις λαθεμένες αντιλήψεις για τα πράγματα. Ο Πλάτωνας από την ίδια αφετηρία ξεκινώντας, μιλούσε για τις απόλυτες ιδέες, αλήθειες, που είναι η αρχή των πάντων, που οι αισθήσεις τις συσκοτίζουν και καθήκον των φιλοσόφων είναι να προσπαθούν να φθάσουν σ’ αυτές. Όλη η γνώση για τον Πλάτωνα δεν είναι τίποτε άλλο από μία προσπάθεια επιστροφής σ’ αυτές τις απόλυτες ιδέες. Είναι χαρακτηριστική και η ερμηνεία που έδωσε στην ετυμολογία της λέξεως αλήθεια, από το στερητικό α- και τη λήθη. Το ξεπέρασμα της λήθης δηλαδή, αν και η λέξη λήθη είχε και την έννοια της πλάνης, του λάθους, αλλά και τη λήθη με την έννοια του ξεχασμένου.
Στον Πλάτωνα ο πραγματικός κόσμος είναι ο κόσμος των ιδεών. Τα φαινόμενα, η εμπειρία, είναι αντανακλάσεις των ιδεών. Οι ιδέες είναι το πραγματικό και τα φαινόμενα είναι σκιές, είναι στην ουσία ‘’μη πραγματικότητα’’.
Η άποψη του Πλάτωνα και του Σωκράτη ότι η γνώση βρίσκεται κρυμμένη μέσα μας, ως a priori υπάρχουσες ιδέες, μπορούμε να πούμε ότι εξηγείται και από τον τρόπο με τον οποίον διαμορφώθηκε εξελικτικά ο άνθρωπος και ο εγκέφαλός του. Ο οποίος είναι αποτέλεσμα μιας μακράς ιστορικής διαδικασίας, όπου το παρελθόν όχι μόνο διαμόρφωσε το παρόν αλλά είναι και το ίδιο παρόν ως δυνατότητες εναλλακτικών επιλογών δράσης που έχουν σωρευθεί εξελικτικά. Οι πληροφορίες αυτές με ένα τρόπο υπάρχουν και στο γονιδιακό υλικό του κάθε ξεχωριστού κυττάρου. Μ’ αυτή την έννοια ο άνθρωπος κουβαλά μέσα του δυνητικά όλη την εμπειρία που έχει συσσωρευθεί από την εξέλιξη. Η οντογένεση, η ανάπτυξη δηλαδή του κάθε όντος, επαναλαμβάνει την φυλογένεση, τη δημιουργία του είδους. Η ανάπτυξη του κάθε ανθρώπου, έχει αναλογίες με την ανάπτυξη της ανθρώπινης ιστορίας στο σύνολό της, όπως και το αντίστροφο. Η αυτοπραγμάτωση αποτελεί ουσιαστικά ένα ξεδίπλωμα δυνατοτήτων, επιθυμιών για δράση προς ορισμένους στόχους, οι οποίες υπάρχουν μέσα μας.
Ταυτόχρονα όμως ξέρουμε ότι αυτό γίνεται με την αλληλεπίδραση μέσω των αισθήσεων με το περιβάλλον, η οποία είναι απαραίτητη για το ξεδίπλωμα των κρυμμένων μέσα μας δυνατοτήτων και για τον τρόπο ή το βαθμό που αυτό θα γίνει. Μέσα από αυτή τη μακραίωνη αλληλεπίδραση διαμορφώθηκαν σε μια εξελικτική, βήμα-βήμα, διαδικασία, η αντίληψη του χώρου, του χρόνου, της ποσότητας, της ποιότητας, που πάνω τους στηρίζονται οι αρχές της λογικής και αποτυπώθηκαν σαν πληροφορίες μιας ιστορικής μνήμης.
Αν το δούμε από την κλίμακα του ξεχωριστού ανθρώπου, φαίνεται ότι αυτές οι γνώσεις προϋπάρχουν, ενώ αν το δούμε από την μακραίωνη εξελικτική κλίμακα, θα δούμε ότι διαμορφώθηκαν από την αλληλεπίδραση με το περιβάλλον και δεν προϋπήρχε τίποτε.
Αλλά και στην κλίμακα του τώρα, η προΰπαρξη αυτών των δεδομένων, ως δυνητικής συσσωρευμένης γνώσης, λειτουργεί ως η μία πλευρά της έκφρασής τους. Η άλλη είναι η αλληλεπίδραση με το συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, η οποία είναι και απαραίτητη για να εκδηλωθούν αυτές οι δυνατότητες, σε όποιο βαθμό εκδηλώνονται. Η πρώτη πλευρά, το προϋπάρχον, δημιουργεί με ένα τρόπο τις αναγκαιότητες της εξέλιξης και η δεύτερη πλευρά αποτελεί την πηγή του τυχαίου. Ένας συνδυασμός δηλαδή αναγκαιοτήτων και τυχαίου.
Επίσης πρέπει να πούμε ότι ακόμη και αν θεωρήσουμε ότι η μέχρι τώρα συσσωρευμένη γνώση λειτουργεί σαν ο ελκυστής μιας κίνησης με χαοτικά χαρακτηριστικά, τείνει δηλαδή σε ένα σκοπό, και πάλι αυτός ο σκοπός έχει σχέση με τη μέχρι τώρα συσσωρευμένη γνώση. Στο βάθος του χρόνου αυτό θα αλλάζει, θα δημιουργούνται συνεχώς νέοι “σκοποί”.
Όμως παρ' όλες αυτές τις ενστάσεις, η αρχική ιδέα του Πλάτωνα και του Σωκράτη, κατά ένα μέρος είναι σωστή. Ο εγκέφαλος είναι με μια έννοια, άπειροι θησαυροί, οι περισσότεροι καλά κρυμμένοι. Τους έχει σωρεύσει όλους αυτούς τους θησαυρούς η μακρόχρονη εξέλιξη. Σκοπός της γνώσης είναι να τους βγάζει στην επιφάνεια. Βγαίνουν με πολύ κόπο αλλά οι ανταμοιβές είναι μεγάλες και διαρκείς.
Η άποψη αυτή του Πλάτωνα επηρέασε καθοριστικά το μεγαλύτερο μέρος της φιλοσοφικής σκέψης, μέχρι και σήμερα. Όλα τα μεγάλα φιλοσοφικά συστήματα, αυτά που θέλησαν να δώσουν συνολικές απαντήσεις για το πριν, το τώρα και το μετά της ανθρώπινης ιστορίας, επηρεάστηκαν από τον Πλάτωνα, ήταν κατά κάποιο τρόπο παραλλαγές της βασικής ιδέας του. Ο Χέγκελ με το σκοπό της ιστορίας ή ο Καντ που είναι από μια άποψη ένας ανεστραμμένος Πλάτωνας, με τον διαχωρισμό στον κόσμο των σκοπών και στον φυσικό κόσμο, όπου όμως στον Καντ ο πραγματικός κόσμος είναι ο φυσικός κόσμος, της εμπειρίας, άσχετα αν τελικά μπορούμε να γνωρίσουμε ένα μικρό μόνο μέρος του.
Ο Πλάτωνας προχωρώντας αυτή την αρχική ιδέα στις ανθρώπινες κοινωνίες, ότι η αλήθεια είναι μία και είναι οι φιλόσοφοι αυτοί που μπορούν να τη βρουν, να φθάσουν στις απόλυτες ιδέες, κατέληγε στο συμπέρασμα ότι αυτοί, ως εκφραστές της μίας και μοναδικής αλήθειας, θα πρέπει να διοικούν τις κοινωνίες. Στην Πολιτεία των ιδεών στη θέση αυτών που θα διοικούν έβαλε όπως ξέρουμε τους φιλόσοφους. Αυτοί έχουν τον πρώτο λόγο για τα πάντα και επιβάλλουν τη μία και μοναδική αλήθεια έστω και με τη βία για όσους δεν θέλουν να τη δεχθούν. Ο ίδιος ο Πλάτωνας προσπάθησε να εφαρμόσει τις ιδέες του, σε τυραννικά κατά βάση καθεστώτα της Σικελίας, όπου και απέτυχε. O Karl Popper ανήγαγε σ’ αυτές τις ιδέες του Πλάτωνα όλα τα σύγχρονα ολοκληρωτικά συστήματα. Στην πράξη οδηγούν σε αυταρχικές μορφές εξουσίας και στατικές κλειστές κοινωνίες από αυτούς που πιστεύουν ότι κατέχουν τη μία και μοναδική αλήθεια. Στη διαλεκτική σχέση ιδέας και εμπειρίας, πράξης, προτεραιότητα τελικά έχει η ιδέα, η οποία θα πρέπει να εφαρμοσθεί ανεξάρτητα σε μεγάλο βαθμό του τι λέει η εμπειρία. Ο πραγματικός κόσμος λειτουργεί σαν ένα απλό πεδίο εφαρμογής των ιδεών.
Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε μόνο ο Πλάτωνας. Υπήρχαν πολλά και διαφορετικά ρεύματα σκέψης. Οι σοφιστές εμφανίζονται στα μέσα του 5ου αιώνα σε διάφορες Ελληνικές πόλεις. Τους συναντούμε στις Ελληνικές αποικίες στο Βόσπορο και τις Θρακικές ακτές, τη Σικελία και τη Νότια Ιταλία, τα νησιά του Αιγαίου και την Πελοπόνησσο. Στα παράλια της Ιωνίας όπου είχε αναπτυχθεί και είχε ισχυρή επίδραση η φυσική φιλοσοφία, δεν έχουμε παρουσία σοφιστών, οι οποίοι(σοφιστές) φάνηκαν να αδιαφορούν για τις γενικές φιλοσοφικές θεωρίες και τις εικοτολογίες τους. Παρ' όλη την αρχική αοριστία του όρου σοφιστές, τις μεγάλες διαφορές σε πολλές αντιλήψεις τους, τελικά καθιερώνονται ως ένας νέος τύπος του Έλληνα σοφού και αντιπροσωπεύουν το νέο ορθολογιστικό πνεύμα που αμφισβητεί όλες τις προηγούμενες πατροπαράδοτες γνώσεις, από τον Όμηρο και τον Ησίοδο, τους θεούς τους και το πνεύμα που μετέφεραν, τους οποίους συχνά ειρωνεύονταν, μέχρι και την αμφισβήτηση για τις διάφορες φιλοσοφικές θεωρίες και εικοτολογίες που αναζητούσαν μια ενιαία απάντηση για τον κόσμο και τις διάφορες αντιφατικές απαντήσεις που δίνανε σ' αυτά τα ερωτήματα. Έτσι στηρίχθηκαν περισσότερο στο έδαφος της εμπειρίας ώστε με την ονομαζόμενη επαγωγική μέθοδο να καταλήγουν σε συμπεράσματα τα οποία είχαν και πρακτικό αλλά και εν μέρει θεωρητικό χαρακτήρα. Οι γνώσεις αποτελούσαν μέσο για την καλυτέρευση της ζωής, ώστε να κυριαρχήσουν πάνω της και όχι η απάντηση ερωτημάτων που κατά τη γνώμη τους δεν μπορούσαν να απαντηθούν οριστικά. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι σοφιστές αποτελούσαν το σημερινό ανάλογο του θετικιστικού πνεύματος στην επιστήμη αλλά και την αναλυτική φιλοσοφία. Οι κυριότεροι εκπρόσωποί τους ήταν ο Πρωταγόρας, ο Γοργίας, ο Πρόδικος, ο Εμπεδοκλής, ο Ιππίας, ο Ζήνων ο Ελεάτης.
Οι σοφιστές στρέφοντας την προσοχή τους στον άνθρωπο και όχι σε εικοτολογίες για την αρχή του κόσμου, θεωρούσαν ότι δεν υπήρχε μια απόλυτη αλήθεια και είναι οι άνθρωποι που κρίνουν κάθε φορά ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν τι είναι σωστό και τι όχι. Ο Πρωταγόρας έλεγε ότι "πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος", δηλαδή ότι ο άνθρωπος είναι το μέτρο όλων των αξιών. Αυτό σήμαινε ότι η αλήθεια δεν προϋπάρχει είτε ως απόλυτες ιδέες είτε προερχόμενη από κάποιους θεούς που ορίζουν τι είναι σωστό και τι όχι αλλά την καθορίζουν οι ίδιοι οι άνθρωποι μέσα από την άσκηση του ορθολογικού πνεύματος.
Οι διδαχές των σοφιστών κατευθύνονταν στις επιστήμες, όπως τα μαθηματικά, την αστρονομία, τη μουσική και τη γραμματική ως μέσο για την άσκηση του ορθολογικού πνεύματος, την αποτελεσματικότητα και την καλυτέρευση της ζωής και όχι ως αναζήτηση κάποιας αιώνιας και αμετάβλητης αλήθειας. Η κύρια προσπάθειά τους ήταν στην άσκηση της λήψης σωστών αποφάσεων(ευβουλία) και την οξύνοια. Μια άλλη κατεύθυνση που είχε τις ρίζες της στη Σικελία, παραιτήθηκε συνειδητά από τη διδασκαλία της αρετής, περιοριζόμενη στην άσκηση της καθαρά τυπικής τέχνης του λόγου, της πειθούς (πειθούς δημιουργός), με την πεποίθηση ότι αυτό αποτελεί το τελειότερο μέσο εξουσιασμού των ανθρώπων. Έτσι ασκούνταν σε ρητορικά προβλήματα και μάθαιναν να μελετούν ένα ζήτημα από δύο αντίθετες πλευρές. Ένα δημοφιλές παράδειγμα που το αξιοποίησαν με μεγάλη επιτυχία προς όφελός τους ήταν το κατηγορητήριο του Οδυσσέα για τον Παλαμήδη που καταδικάστηκε σε θάνατο από τον στρατό των Αχαιών και την υπεράσπιση του τελευταίου. (W. Nestle,“από τον μύθο στο λόγο”, εκδ. ΓΝΩΣΗ, 1999).
Οι σοφιστές ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς στους νέους και οι εύποροι πληρώνανε αδρά για τα μαθήματά τους.
Η υποκειμενικότητα στην αναζήτηση της αλήθειας στις κοινωνικές σχέσεις, στηρίζεται στο ότι το ιστορικό κοινωνικό γίγνεσθαι αποτελεί μια διαδικασία στην οποία βρίσκονται σε μια αλληλεξάρτηση και ανταγωνισμό οι ατομικές ή οι επιμέρους, διαφόρων υποσυνόλων, βουλήσεις, που αλληλοεμπλέκονται στην εξέλιξή της, με τη συνολική συνισταμένη όλων αυτών των δράσεων να διαμορφώνει αυτό που θα ονομάζαμε αντικειμενική ιστορική πραγματικότητα. Ένα πλέγμα διαφορετικών συμφερόντων, διαφορετικών επιπέδων, ατομικών, συλλογικών που αλληλεξαρτώνται αλλά και συγκρούονται μεταξύ τους αλλά έχουν και κοινή σε μεγάλο βαθμό μοίρα. Οι αρχές της κοινωνικής συμβίωσης, οι αξίες δηλαδή, διαμορφώνουν ένα πλαίσιο κανόνων, αναγκαιοτήτων, αποτέλεσμα της μακραίωνης εμπειρίας της συμβίωσης, που όμως και αυτές, όπως και η κάθε γνώση, κρίνονται τελικά από την πράξη. Σε ένα περιβάλλον μεγάλης πολυπλοκότητας τόσο τα απαρέγκλιτα γενικά σχέδια δεν μπορούν να παρακολουθήσουν την εξέλιξη, όσο και μια στενά εγωϊστική προσέγγιση θα καταλήξει κατά κανόνα γρήγορα σε αδιέξοδο. Το πεδίο της ανθρώπινης ιστορίας είναι γεμάτο πτώματα τέτοιων μεγάλων σχεδίων, όπως και από τα αδιέξοδα και τη δυστυχία στην οποίαν καταλήγουν κατά κανόνα οι στενές εγωϊστικές επιδιώξεις.
Και επειδή το κριτήριο είναι τελικά η πράξη, στην αρχαία Ελλάδα, οι περισσότεροι σοφιστές ήταν οπαδοί της δημοκρατίας, ενώ ο Πλάτωνας στην προσπάθεια του να εφαρμόσει την Πολιτεία των ιδεών, ήρθε σε επαφή με διάφορα τυραννικά κατά βάση καθεστώτα στις Ελληνικές πόλεις στη Σικελία, όπου και απέτυχε στην εφαρμογή των ιδεών του. Ήταν ένας υπέρμαχος του καλού, της μιας αλήθειας, που έπρεπε να εφαρμοσθεί με οποιοδήποτε κόστος, ακόμη και με τη βία.
Οι σοφιστές που θα μπορούσαμε να τους ονομάσουμε τεχνικούς των κοινωνικών σχέσεων και της εξουσίας στις συνθήκες των νέων δημοκρατικών θεσμών και της ανάπτυξης του ορθολογικού πνεύματος, ορισμένοι δε, με κυνικό Μακιαβελικό πνεύμα, ήταν τέκνα της εποχής της Δημοκρατίας και του ορθού λόγου, της θετικιστικής, αναλυτικής σκέψης, πρόδρομοι σημερινών ρευμάτων σκέψης και φιλοσοφίας.
Στον Πλάτωνα ο πραγματικός κόσμος είναι ο κόσμος των ιδεών. Τα φαινόμενα, η εμπειρία, είναι αντανακλάσεις των ιδεών. Οι ιδέες είναι το πραγματικό και τα φαινόμενα είναι σκιές, είναι στην ουσία ‘’μη πραγματικότητα’’.
Η άποψη του Πλάτωνα και του Σωκράτη ότι η γνώση βρίσκεται κρυμμένη μέσα μας, ως a priori υπάρχουσες ιδέες, μπορούμε να πούμε ότι εξηγείται και από τον τρόπο με τον οποίον διαμορφώθηκε εξελικτικά ο άνθρωπος και ο εγκέφαλός του. Ο οποίος είναι αποτέλεσμα μιας μακράς ιστορικής διαδικασίας, όπου το παρελθόν όχι μόνο διαμόρφωσε το παρόν αλλά είναι και το ίδιο παρόν ως δυνατότητες εναλλακτικών επιλογών δράσης που έχουν σωρευθεί εξελικτικά. Οι πληροφορίες αυτές με ένα τρόπο υπάρχουν και στο γονιδιακό υλικό του κάθε ξεχωριστού κυττάρου. Μ’ αυτή την έννοια ο άνθρωπος κουβαλά μέσα του δυνητικά όλη την εμπειρία που έχει συσσωρευθεί από την εξέλιξη. Η οντογένεση, η ανάπτυξη δηλαδή του κάθε όντος, επαναλαμβάνει την φυλογένεση, τη δημιουργία του είδους. Η ανάπτυξη του κάθε ανθρώπου, έχει αναλογίες με την ανάπτυξη της ανθρώπινης ιστορίας στο σύνολό της, όπως και το αντίστροφο. Η αυτοπραγμάτωση αποτελεί ουσιαστικά ένα ξεδίπλωμα δυνατοτήτων, επιθυμιών για δράση προς ορισμένους στόχους, οι οποίες υπάρχουν μέσα μας.
Ταυτόχρονα όμως ξέρουμε ότι αυτό γίνεται με την αλληλεπίδραση μέσω των αισθήσεων με το περιβάλλον, η οποία είναι απαραίτητη για το ξεδίπλωμα των κρυμμένων μέσα μας δυνατοτήτων και για τον τρόπο ή το βαθμό που αυτό θα γίνει. Μέσα από αυτή τη μακραίωνη αλληλεπίδραση διαμορφώθηκαν σε μια εξελικτική, βήμα-βήμα, διαδικασία, η αντίληψη του χώρου, του χρόνου, της ποσότητας, της ποιότητας, που πάνω τους στηρίζονται οι αρχές της λογικής και αποτυπώθηκαν σαν πληροφορίες μιας ιστορικής μνήμης.
Αν το δούμε από την κλίμακα του ξεχωριστού ανθρώπου, φαίνεται ότι αυτές οι γνώσεις προϋπάρχουν, ενώ αν το δούμε από την μακραίωνη εξελικτική κλίμακα, θα δούμε ότι διαμορφώθηκαν από την αλληλεπίδραση με το περιβάλλον και δεν προϋπήρχε τίποτε.
Αλλά και στην κλίμακα του τώρα, η προΰπαρξη αυτών των δεδομένων, ως δυνητικής συσσωρευμένης γνώσης, λειτουργεί ως η μία πλευρά της έκφρασής τους. Η άλλη είναι η αλληλεπίδραση με το συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, η οποία είναι και απαραίτητη για να εκδηλωθούν αυτές οι δυνατότητες, σε όποιο βαθμό εκδηλώνονται. Η πρώτη πλευρά, το προϋπάρχον, δημιουργεί με ένα τρόπο τις αναγκαιότητες της εξέλιξης και η δεύτερη πλευρά αποτελεί την πηγή του τυχαίου. Ένας συνδυασμός δηλαδή αναγκαιοτήτων και τυχαίου.
Επίσης πρέπει να πούμε ότι ακόμη και αν θεωρήσουμε ότι η μέχρι τώρα συσσωρευμένη γνώση λειτουργεί σαν ο ελκυστής μιας κίνησης με χαοτικά χαρακτηριστικά, τείνει δηλαδή σε ένα σκοπό, και πάλι αυτός ο σκοπός έχει σχέση με τη μέχρι τώρα συσσωρευμένη γνώση. Στο βάθος του χρόνου αυτό θα αλλάζει, θα δημιουργούνται συνεχώς νέοι “σκοποί”.
Όμως παρ' όλες αυτές τις ενστάσεις, η αρχική ιδέα του Πλάτωνα και του Σωκράτη, κατά ένα μέρος είναι σωστή. Ο εγκέφαλος είναι με μια έννοια, άπειροι θησαυροί, οι περισσότεροι καλά κρυμμένοι. Τους έχει σωρεύσει όλους αυτούς τους θησαυρούς η μακρόχρονη εξέλιξη. Σκοπός της γνώσης είναι να τους βγάζει στην επιφάνεια. Βγαίνουν με πολύ κόπο αλλά οι ανταμοιβές είναι μεγάλες και διαρκείς.
Η άποψη αυτή του Πλάτωνα επηρέασε καθοριστικά το μεγαλύτερο μέρος της φιλοσοφικής σκέψης, μέχρι και σήμερα. Όλα τα μεγάλα φιλοσοφικά συστήματα, αυτά που θέλησαν να δώσουν συνολικές απαντήσεις για το πριν, το τώρα και το μετά της ανθρώπινης ιστορίας, επηρεάστηκαν από τον Πλάτωνα, ήταν κατά κάποιο τρόπο παραλλαγές της βασικής ιδέας του. Ο Χέγκελ με το σκοπό της ιστορίας ή ο Καντ που είναι από μια άποψη ένας ανεστραμμένος Πλάτωνας, με τον διαχωρισμό στον κόσμο των σκοπών και στον φυσικό κόσμο, όπου όμως στον Καντ ο πραγματικός κόσμος είναι ο φυσικός κόσμος, της εμπειρίας, άσχετα αν τελικά μπορούμε να γνωρίσουμε ένα μικρό μόνο μέρος του.
Ο Πλάτωνας προχωρώντας αυτή την αρχική ιδέα στις ανθρώπινες κοινωνίες, ότι η αλήθεια είναι μία και είναι οι φιλόσοφοι αυτοί που μπορούν να τη βρουν, να φθάσουν στις απόλυτες ιδέες, κατέληγε στο συμπέρασμα ότι αυτοί, ως εκφραστές της μίας και μοναδικής αλήθειας, θα πρέπει να διοικούν τις κοινωνίες. Στην Πολιτεία των ιδεών στη θέση αυτών που θα διοικούν έβαλε όπως ξέρουμε τους φιλόσοφους. Αυτοί έχουν τον πρώτο λόγο για τα πάντα και επιβάλλουν τη μία και μοναδική αλήθεια έστω και με τη βία για όσους δεν θέλουν να τη δεχθούν. Ο ίδιος ο Πλάτωνας προσπάθησε να εφαρμόσει τις ιδέες του, σε τυραννικά κατά βάση καθεστώτα της Σικελίας, όπου και απέτυχε. O Karl Popper ανήγαγε σ’ αυτές τις ιδέες του Πλάτωνα όλα τα σύγχρονα ολοκληρωτικά συστήματα. Στην πράξη οδηγούν σε αυταρχικές μορφές εξουσίας και στατικές κλειστές κοινωνίες από αυτούς που πιστεύουν ότι κατέχουν τη μία και μοναδική αλήθεια. Στη διαλεκτική σχέση ιδέας και εμπειρίας, πράξης, προτεραιότητα τελικά έχει η ιδέα, η οποία θα πρέπει να εφαρμοσθεί ανεξάρτητα σε μεγάλο βαθμό του τι λέει η εμπειρία. Ο πραγματικός κόσμος λειτουργεί σαν ένα απλό πεδίο εφαρμογής των ιδεών.
Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε μόνο ο Πλάτωνας. Υπήρχαν πολλά και διαφορετικά ρεύματα σκέψης. Οι σοφιστές εμφανίζονται στα μέσα του 5ου αιώνα σε διάφορες Ελληνικές πόλεις. Τους συναντούμε στις Ελληνικές αποικίες στο Βόσπορο και τις Θρακικές ακτές, τη Σικελία και τη Νότια Ιταλία, τα νησιά του Αιγαίου και την Πελοπόνησσο. Στα παράλια της Ιωνίας όπου είχε αναπτυχθεί και είχε ισχυρή επίδραση η φυσική φιλοσοφία, δεν έχουμε παρουσία σοφιστών, οι οποίοι(σοφιστές) φάνηκαν να αδιαφορούν για τις γενικές φιλοσοφικές θεωρίες και τις εικοτολογίες τους. Παρ' όλη την αρχική αοριστία του όρου σοφιστές, τις μεγάλες διαφορές σε πολλές αντιλήψεις τους, τελικά καθιερώνονται ως ένας νέος τύπος του Έλληνα σοφού και αντιπροσωπεύουν το νέο ορθολογιστικό πνεύμα που αμφισβητεί όλες τις προηγούμενες πατροπαράδοτες γνώσεις, από τον Όμηρο και τον Ησίοδο, τους θεούς τους και το πνεύμα που μετέφεραν, τους οποίους συχνά ειρωνεύονταν, μέχρι και την αμφισβήτηση για τις διάφορες φιλοσοφικές θεωρίες και εικοτολογίες που αναζητούσαν μια ενιαία απάντηση για τον κόσμο και τις διάφορες αντιφατικές απαντήσεις που δίνανε σ' αυτά τα ερωτήματα. Έτσι στηρίχθηκαν περισσότερο στο έδαφος της εμπειρίας ώστε με την ονομαζόμενη επαγωγική μέθοδο να καταλήγουν σε συμπεράσματα τα οποία είχαν και πρακτικό αλλά και εν μέρει θεωρητικό χαρακτήρα. Οι γνώσεις αποτελούσαν μέσο για την καλυτέρευση της ζωής, ώστε να κυριαρχήσουν πάνω της και όχι η απάντηση ερωτημάτων που κατά τη γνώμη τους δεν μπορούσαν να απαντηθούν οριστικά. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι σοφιστές αποτελούσαν το σημερινό ανάλογο του θετικιστικού πνεύματος στην επιστήμη αλλά και την αναλυτική φιλοσοφία. Οι κυριότεροι εκπρόσωποί τους ήταν ο Πρωταγόρας, ο Γοργίας, ο Πρόδικος, ο Εμπεδοκλής, ο Ιππίας, ο Ζήνων ο Ελεάτης.
Οι σοφιστές στρέφοντας την προσοχή τους στον άνθρωπο και όχι σε εικοτολογίες για την αρχή του κόσμου, θεωρούσαν ότι δεν υπήρχε μια απόλυτη αλήθεια και είναι οι άνθρωποι που κρίνουν κάθε φορά ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν τι είναι σωστό και τι όχι. Ο Πρωταγόρας έλεγε ότι "πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος", δηλαδή ότι ο άνθρωπος είναι το μέτρο όλων των αξιών. Αυτό σήμαινε ότι η αλήθεια δεν προϋπάρχει είτε ως απόλυτες ιδέες είτε προερχόμενη από κάποιους θεούς που ορίζουν τι είναι σωστό και τι όχι αλλά την καθορίζουν οι ίδιοι οι άνθρωποι μέσα από την άσκηση του ορθολογικού πνεύματος.
Οι διδαχές των σοφιστών κατευθύνονταν στις επιστήμες, όπως τα μαθηματικά, την αστρονομία, τη μουσική και τη γραμματική ως μέσο για την άσκηση του ορθολογικού πνεύματος, την αποτελεσματικότητα και την καλυτέρευση της ζωής και όχι ως αναζήτηση κάποιας αιώνιας και αμετάβλητης αλήθειας. Η κύρια προσπάθειά τους ήταν στην άσκηση της λήψης σωστών αποφάσεων(ευβουλία) και την οξύνοια. Μια άλλη κατεύθυνση που είχε τις ρίζες της στη Σικελία, παραιτήθηκε συνειδητά από τη διδασκαλία της αρετής, περιοριζόμενη στην άσκηση της καθαρά τυπικής τέχνης του λόγου, της πειθούς (πειθούς δημιουργός), με την πεποίθηση ότι αυτό αποτελεί το τελειότερο μέσο εξουσιασμού των ανθρώπων. Έτσι ασκούνταν σε ρητορικά προβλήματα και μάθαιναν να μελετούν ένα ζήτημα από δύο αντίθετες πλευρές. Ένα δημοφιλές παράδειγμα που το αξιοποίησαν με μεγάλη επιτυχία προς όφελός τους ήταν το κατηγορητήριο του Οδυσσέα για τον Παλαμήδη που καταδικάστηκε σε θάνατο από τον στρατό των Αχαιών και την υπεράσπιση του τελευταίου. (W. Nestle,“από τον μύθο στο λόγο”, εκδ. ΓΝΩΣΗ, 1999).
Οι σοφιστές ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς στους νέους και οι εύποροι πληρώνανε αδρά για τα μαθήματά τους.
Η υποκειμενικότητα στην αναζήτηση της αλήθειας στις κοινωνικές σχέσεις, στηρίζεται στο ότι το ιστορικό κοινωνικό γίγνεσθαι αποτελεί μια διαδικασία στην οποία βρίσκονται σε μια αλληλεξάρτηση και ανταγωνισμό οι ατομικές ή οι επιμέρους, διαφόρων υποσυνόλων, βουλήσεις, που αλληλοεμπλέκονται στην εξέλιξή της, με τη συνολική συνισταμένη όλων αυτών των δράσεων να διαμορφώνει αυτό που θα ονομάζαμε αντικειμενική ιστορική πραγματικότητα. Ένα πλέγμα διαφορετικών συμφερόντων, διαφορετικών επιπέδων, ατομικών, συλλογικών που αλληλεξαρτώνται αλλά και συγκρούονται μεταξύ τους αλλά έχουν και κοινή σε μεγάλο βαθμό μοίρα. Οι αρχές της κοινωνικής συμβίωσης, οι αξίες δηλαδή, διαμορφώνουν ένα πλαίσιο κανόνων, αναγκαιοτήτων, αποτέλεσμα της μακραίωνης εμπειρίας της συμβίωσης, που όμως και αυτές, όπως και η κάθε γνώση, κρίνονται τελικά από την πράξη. Σε ένα περιβάλλον μεγάλης πολυπλοκότητας τόσο τα απαρέγκλιτα γενικά σχέδια δεν μπορούν να παρακολουθήσουν την εξέλιξη, όσο και μια στενά εγωϊστική προσέγγιση θα καταλήξει κατά κανόνα γρήγορα σε αδιέξοδο. Το πεδίο της ανθρώπινης ιστορίας είναι γεμάτο πτώματα τέτοιων μεγάλων σχεδίων, όπως και από τα αδιέξοδα και τη δυστυχία στην οποίαν καταλήγουν κατά κανόνα οι στενές εγωϊστικές επιδιώξεις.
Και επειδή το κριτήριο είναι τελικά η πράξη, στην αρχαία Ελλάδα, οι περισσότεροι σοφιστές ήταν οπαδοί της δημοκρατίας, ενώ ο Πλάτωνας στην προσπάθεια του να εφαρμόσει την Πολιτεία των ιδεών, ήρθε σε επαφή με διάφορα τυραννικά κατά βάση καθεστώτα στις Ελληνικές πόλεις στη Σικελία, όπου και απέτυχε στην εφαρμογή των ιδεών του. Ήταν ένας υπέρμαχος του καλού, της μιας αλήθειας, που έπρεπε να εφαρμοσθεί με οποιοδήποτε κόστος, ακόμη και με τη βία.
Οι σοφιστές που θα μπορούσαμε να τους ονομάσουμε τεχνικούς των κοινωνικών σχέσεων και της εξουσίας στις συνθήκες των νέων δημοκρατικών θεσμών και της ανάπτυξης του ορθολογικού πνεύματος, ορισμένοι δε, με κυνικό Μακιαβελικό πνεύμα, ήταν τέκνα της εποχής της Δημοκρατίας και του ορθού λόγου, της θετικιστικής, αναλυτικής σκέψης, πρόδρομοι σημερινών ρευμάτων σκέψης και φιλοσοφίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου