Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

Γιατί κάποιοι έφηβοι καταλήγουν στα ναρκωτικά;

Ποια είναι τα αίτια της χρήσης και της εξάρτησης;
Αναζητήσαμε πληροφορίες στο ενημερωτικό κείμενο τoυ Κέντρου Πρόληψης της Εξάρτησης από τα ναρκωτικά Πυξίδα. 
Η χρήση και οι ουσίες εµφανίζονται πρώιµα στην ιστορία των ανθρώπινων κοινωνιών. Ωστό σο η παρουσία και η λειτουργία τους διαφοροποιείται µεταξύ των κοινωνιώ ν και των ιστορικών περιόδων και έρχεται να καλύψει διαφορετικές σε κάθε περίπτωση κοινωνικές και πολιτιστικές συνθήκες και κατ’ επέκταση διαφορετικές ατοµικές ανάγκες. Η χρήση, η κατάχρηση ουσιών και η εξάρτηση από αυτές στις σύγχρονες κοινωνίες (σε διαφορετικό βαθµό και έκταση µεταξύ των κοινωνιών) έχει πάρει µεγάλες διαστάσεις και αποτελεί φαινόµενο επιβαρυντικό και καταστροφικό, τόσο για τις κοινωνίες, όσο και για τα µέλη τους.
Γιατί όµως οι άνθρωποι αποφασίζουν να δοκιµάσουν ουσίες και σε ποιους από εκείνους που δοκιµάζουν η δοκιµή καταλήγει σε περιστασιακή χρήση ή και εξάρτηση;
 Η προσπ άθεια από µέρους µας να απαντήσουµε στο παραπάνω ερώτηµα απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή και την επίγνωση ότι ορισµένους µόνον παράγοντες και συνθήκες µπορούµε να εντοπίσουµε (από το εύρος των υπαρχόντων) και σε αυτούς να εστιάσουµε την προσοχή µας. Αναφερόµαστε σε αυτούς ως υποβοηθητικούς (για τη χρήση και την εξάρτηση) εκλυτικούς παράγοντες και όχι αιτιολογικούς. Τούτο γιατί πρόκειται για ένα περίπλοκο φαινόµενο, όπου η σχέση αιτίου αιτιατού δεν υφίσταται.
Οι προσεγγίσεις αυτού του τύπου αγνοούν την περιπλοκότητα του φαινοµένου και αποδίδουν µία απλοϊκή και εύκολη ερµηνεία σε ένα πολύπλοκο και δύσκολα αντιµετωπίσιµο πρόβληµα.
 Η Κοκκέβη (1987) µιλά για ένα φαινόµενο «πολυπαραγοντικής προέλευσης», χαρακτηρισµός που αναγνωρίζει την ύπαρξη και σύµπραξη πολλών παραγόντων παράλληλα. Ο Olivenstein (Κεφαλάς 1997) µιλά για τη συνάντηση  και συµπλοκή 3 παραµέτρων, µιας συγκεκριµένης προσωπικότητας, µε µία συγκεκριµένη τοξική ουσία, σε µία δεδοµένη κοινωνικο-πολιτιστική στιγµή.
Η προσέγγιση της «αιτιολογίας» και της ερµηνείας του φαινοµένου, όπως επίσης και της αντιµετώπισης του καθορίζεται σε µεγάλο βαθµό από τη θεωρητική προ σέγγιση που ενστερνίζεται κάποιος. Οι περισσότεροι ωστόσο ερευνητές υποστηρίζουν ότι υπάρχει ένας συνδυασµός παραγόντων:
ψυχολογικών (που συνδέονται µε την προσωπικότητα του ατόµου), βιολογικών (που συνδέονται µε τα χαρακτηριστικά της ουσίας και τα βιολογικά χαρακτηριστικά του ατόµου) και κοινωνικών (που συνδέονται µε τις κοινωνικές πολιτιστικές συνθήκες, το οικογενειακό περιβάλλον κ.α.). Συµφωνούν επίσης ότι υπάρχει ένας συγκεκριµένος κάθε φορά συνδυασµός παραγόντων που οδηγεί κάποιον άνθρωπο στη χρήση. Τούτο σηµαίνει ότι οι επιρροές και οι παράγοντες που καθορίζουν µια συµπεριφορά χρήσης διαφοροποιούνται µεταξύ των ατόµων, αλλά και στο ίδιο το άτοµο κατά τη διάρκεια του χρόνου. Ένα µεµονωµένο χαρακτηριστικό δε µας επιτρέπει να βγάλουµε συµπεράσµατα για τη µετέπειτα εξέλιξη του ατόµου, π.χ. η ύπαρξη ενός αλκοολικού πατέρα δεν προδιαγράφει τον αλκοολισµό. Όσο περισσότερα χαρακτηριστικά (προσωπικότητας) έχει ένας άνθρωπος, όσο πιο ισχυρά είναι αυτά και όσο περισσότερες είναι οι επιβαρυντικές συνθήκες που τον περιβάλλουν, τόσο περισσότερο ευάλωτος είναι στην ουσία και στην εξάρτηση από αυτήν (McM urran 1994).
Η χρήση ουσιών και η εξάρτηση από αυτές είναι µία προβληµατική συµπεριφορά (και µε αυτή την έννοια το σύµπτωµα βαθύτερων δυσκολιών και προβληµάτων) και οι παράγοντες που την επηρεάζουν είναι ανάλογοι µε αυτούς που καθορίζουν και άλλες µορφές προβληµατικών συµπεριφορών και διαταραχών.
 Σύµφωνα µε την Κοκκέβη (1987) «ο βαθµός συµµετοχής των διαφόρων παραγόντων διαφοροποιείται σε συνάρτηση µε το είδος της ουσίας (π.χ. κοινωνικά αποδεκτή ή καταδικ αστέα), µε το βαθµό ή το στάδιο χρήσης (π.χ. δοκιµή, ευκαιριακή χρήση, εξάρτηση), τους τρόπους χρήσης της ουσίας (π.χ. ενδο φλέβια χρήση, από τη µύτη ή το στόµα), τη βαρύτητα εξάρτησης, τις προκαλούµενες επιπλοκές, τη δυνατότητα διακοπής της χρήσης ή της  ανταπόκρισης στη θεραπείας». Τούτο σηµαίνει, όπως εντοπίζει, ότι η κοινωνική στάση προς την ουσία παίζει καθοριστικό ρόλο για τη στάση που διαµορφώνει το άτοµο για αυτήν, συγκεκριµένα όσον αφορά την εφηβεία, κατά τη διάρκεια της οποίας, συνήθως, αρχίζει ο πειραµατισµός µε τις ουσίες. Η προβολή της ουσία από τα Μ.Μ.Ε. οι οικογενειακές συνθήκες και τα πρότυπα χρήσης, η διαθεσιµότητα της ουσίας και η πίεση των συνοµηλίκων ευνοούν τη δοκιµή κοινωνικά αποδεκτών ουσιών (αλκοόλ, χάπια). Ενώ ατοµικοί παράγοντες (προσωπικότητα, ψυχοπαθολογία, δοµή οικογένειας) έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα σε συνδυασµό µε τη διαθεσιµότητα της ουσίας για τη συχνότητα της χρήσης παράνοµων ουσιών.
Ο Farell και οι συν. (1992) βρήκαν υψηλή συσχέτιση µεταξύ του συνολικού αριθµού παραγόντων κινδύνου και της τρέχουσας χρήσης ουσιών.
Αυτό υποστηρίζει ότι οι έφηβοι εµπλέκονται στη χρήση ουσιών για έναν αριθµό παραγόντων που συνυπάρχουν και αλληλοσυντηρούνται και ο κάθε έφηβος έχει ένα µοναδικό προφίλ κινδύνου.
Ωστόσο οφείλει κανείς να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός όταν µιλά για καταστάσεις κινδύνου, γιατί πολλοί έφηβοι που φαίνεται να αντιµετωπίζουν υψηλό κίνδυνο ουδέποτε προχωρούν σε συµπεριφορά επικίνδυνη για τους εαυτούς τους ή τους άλλους ανθρώπους ή εµπλέκονται λιγότερο συγκρινόµενοι µε τους συνοµηλίκους τους ή και αν εµπλέκονται φαίνεται να εγκαταλείπουν πιο γρήγορα από άλλους (Jessor 1992). Τούτο σηµαίνει ότι η κάθε περίπτωση χρήσης και εξάρτησης είναι µοναδική και ως τέτοια πρέπει να διερευνάται.
 
Ας δούμε όμως ποιο είναι οι ψυχολογικοί παράγοντες
 
Οι προσδοκίες που έχει το άτοµο για τις ουσίες, παίζουν σηµαντικό ρόλο στη χρήση ουσιών, αυτό σηµαίνει ότι τα αποτελέσµατα που κάποιο άτοµο προσδο κά από τη χρήση καθορίζουν, κατά κάποιον τρόπο, αν θα προχωρήσει στην υιοθέτηση αυτής της συµπεριφοράς ή όχι. Σε έρευνα φάνηκε ότι όσο πιο θετικές είναι οι προσδοκίες που τρέφει το άτοµο για τη χρήση, τόσο πιο πιθανόν είναι να προχωρήσει σε αυτήν. Οι προσδοκίες που αφορούν την αλλαγή στην κοινωνική συµπεριφορά και τη βελτίωση στις νοητικές και κινητικές ικανότητες φαίνονται ιδιαίτερα καθοριστικές. Αυτές οι δύο µεγάλες περιοχές αποτελούν αντικείµενο ανασφάλειας κατά την εφηβεία. Είναι σηµαντικό ότι οι διαφήµιση εκµεταλλεύεται αυτές τις δύο ανασφάλειες για προώθηση της κατανάλωσης προϊόντων.
Οι προσδοκίες που αναπτύσσονται κατά την παιδική ηλικία, προετοιµάζουν το έδαφος για την πιθανή κατανάλωση και χρήση στο µέλλον. Ωστόσο δεν πρέπει να αγνοηθούν οι άµεσες ψυχολογικές και κοινωνικές συνέπειες του ποτού και της χρήσης ουσιών.
Σηµαντικός επίσης είναι ο ρόλος των ψυχολογικών πιέσεων και των στρεσσογόνων γεγονότων ζωής ( Baer και συν.1987).
Τέτοια είναι:
 Χωρισµός από το αγόρι ή το κορίτσι του/της
 Αύξηση του αριθµού των συγκρούσεων µε τους γονείς
 Έναρξη των ραντεβού
 Αύξηση αριθµού συγκρούσεων µεταξύ των γονέων
 Θάνατος κάποιου οικείου προ σώπου
 Αλλαγή στην οικονοµική κατάσταση των γονέων
 Αλλαγή σχολείου
 Νοσηλεία στο νοσοκοµείο του/της ίδιου/ας ή µέλους της οικογένειας
 Αποτυχία στο σχολείο
 Εγκυµοσύνη στη γονεϊκή οικο γένεια
 Χωρισµός ή διαζύγιο γονέων
 Η παρουσία ενός καινούριου ενήλικου προσώπου στην οικογένεια
 Οι πιέσεις αυτές έχουν µεγαλύτερες συνέπειες για τους εφήβους γιατί αδυνατούν να τις χειρισθούν. 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου