Κυριακή 18 Μαΐου 2025

Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία

ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ Ο ΠΕΡΙΗΓΗΤΗΣ
5.5.ΣΤ. Άλλοι πεζογράφοι


Από την Ελληνορωμαϊκή εποχή σώζονται και μια ολόκληρη σειρά από έργα που είναι δύσκολο να ενταχτούν σε κάποιο από τα γνωστά μας λογοτεχνικά είδη.

ΔΙΚΤΗΣ ΚΑΙ ΔΑΡΗΣ (1ος μ.Χ. αι.)

Μπορεί να είναι σύμπτωση, αλλά μέσα στον ίδιο αιώνα βρέθηκαν δύο συγγραφείς που αποφάσισαν να διορθώσουν τον Όμηρο, επινοώντας και εκδίδοντας τα ημερολόγια που είχαν τάχα κρατήσει πολεμιστές του Τρωικού πολέμου - και σώθηκαν!

Η Ἐφημερὶς τοῦ τρωικοῦ πολέμου υποτίθεται ότι είναι έργο ενός Δίκτη από την Κνωσό, που είχε τάχα ακολουθήσει στην Τροία τον Ιδομενέα και σημείωνε στο ημερολόγιό του τα γεγονότα όπως τα ζούσε στο ελληνικό στρατόπεδο.

Παρόμοια, η Ιστορία του χαλασμού της Τροίας αποδόθηκε σε κάποιο Δάρη από τη Φρυγία, που και αυτός κρατούσε τάχα πολεμικό ημερολόγιο και σημείωνε τα γεγονότα όπως τα έβλεπε μέσα από την πολιορκημένη Τροία. Οι καταγραφές του είχαν τόση ακρίβεια ώστε να μας πληροφορούν ότι στον Τρωικό πόλεμο χάθηκαν 886.000 ψυχές από την πλευρά των Ελλήνων και 676.000 από τη μεριά των Τρώων!

Και τα δύο έργα πρωτογράφτηκαν στα ελληνικά· δεν ήταν όμως γνωστά παρά μόνο από τις λατινικές μεταφράσεις τους, ώσπου ένα παπυρικό εύρημα, δημοσιευμένο στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, μας έσωσε τρεις πάνω κάτω σελίδες από το πρωτότυπο της Ἐφημερίδος.

Οι άγνωστοί μας συγγραφείς ακολούθησαν τις τάσεις της εποχής τους: και τον Όμηρο επιχείρησαν στα ελληνορωμαϊκά χρόνια να τον διορθώσουν πολλοί, και παλιά χαμένα χειρόγραφα ισχυρίστηκαν ότι ανακάλυψαν άλλοι. Παράδοξο είναι μόνο ότι οι επινοημένες διηγήσεις του Δάρη και του Δίκτη θεωρήθηκαν από πολλούς αληθινές, ότι επηρέασαν τους βυζαντινούς ιστορικούς και διαμόρφωσαν, περισσότερο από τα ομηρικά έπη, τις μεσαιωνικές και νεότερες λογοτεχνικές παραλλαγές του Τρωικού πολέμου.

Τον Όμηρο θέλησε να ανασκευάσει και ο Πτολεμαίος Χέννος από την Αλεξάνδρεια (1ος/2ος μ.Χ. αι.) στο έπος του Ἀνθόμηρος, που έχει χαθεί, όπως χάθηκαν και άλλα του έργα. Στα χέρια μας έφτασαν μόνο αποσπάσματα από το Καινὴ ἱστορία, όπου ο Πτολεμαίος είχε συγκεντρώσει και καταγράψει ποικίλο υλικό: αίτια, σπάνιες μυθολογικές παραλλαγές και λογής λογής παράδοξα.

Σύγχρονος του Πτολεμαίου Χέννου ήταν ο Φλέγων από τις Τράλλεις της Μικρασίας, έμπιστος δούλος και στη συνέχεια απελεύθερος του Αδριανού. Τα μεγάλα του συγγράμματα για την τοπογραφία της Ρώμης, για τη γεωγραφία της Σικελίας, για τις ρωμαϊκές γιορτές και για τους Ολυμπιακούς αγώνες έχουν χαθεί. Σώθηκε μόνο το έργο του Περὶ μακροβίων καὶ θαυμασίων, όπου βρίσκουμε συγκεντρωμένες ιστορίες για φαντάσματα, για αλλαγές φύλου, για ανώμαλες γεννήσεις κ.τ.ό., και έναν μακρύ κατάλογο των ανθρώπων που έζησαν από εκατό χρόνια και πάνω. Τον τελευταίο, ένα δούλο που είχε φτάσει στα 136 χρόνια, ο Φλέγων μαρτυρεί πως τον είδε με τα μάτια του όταν τον έφεραν να τον παρουσιάσουν στον Αδριανό.

Τον 1ο ή τον 2ο μ.Χ. αιώνα υποθέτουμε ότι γράφτηκε η ψευδεπίγραφη Ἀπολλοδώρου Βιβλιοθήκη, ένα εγχειρίδιο μυθολογίας που σίγουρα δεν ανήκει στον γνωστό μας Απολλόδωρο τον γραμματικό από την Αθήνα. Το έργο δεν περιέχει πρωτότυπες πληροφορίες· δεν παύει όμως να αποτελεί την πληρέστερη συστηματική έκθεση της ελληνικής μυθολογίας που διαθέτουμε.

ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ Ο ΠΕΡΙΗΓΗΤΗΣ (2ος μ.Χ. αι.)

Το μόνο που ξέρουμε για τον Παυσανία τον περιηγητή είναι ότι ταξίδεψε πολύ: στη Μικρασία, στην Ιταλία, στη Συρία, στην Αίγυπτο και στην Ελλάδα. Ταξιδιωτικό είναι και το μοναδικό έργο που σώθηκε με το όνομά του, η Ἑλλάδος περιήγησις.

Περιοδεύοντας την Ελλάδα ο Παυσανίας φρόντιζε να σημειώνει τις διαδρομές, να μαζεύει ιστορικές και μυθολογικές πληροφορίες για τα μέρη που επισκεπτόταν και πάνω απ᾽ όλα να περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τα αρχιτεκτονικά μνημεία, τους ναούς, τα αγάλματα και όσα άλλα αξιοθέατα συναντούσε. Η Ἑλλάδος περιήγησις χωρίζεται σε δέκα βιβλία, που ανάλογα με το περιεχόμενό τους ονομάστηκαν Ἀττικά, Κορινθιακά, Λακωνικά, Μεσσηνιακά, Ἠλειακά (2 βιβλία), Ἀχαϊκά, Ἀρκαδικά, Βοιωτικά και Φωκικά.

Δεν ξέρουμε ως ποιο σημείο ο περιηγητής πέτυχε τον στόχο του, να καθοδηγεί και να κατατοπίζει νεότερους ταξιδιώτες· όμως για μας η περιγραφή των τόπων και των μνημείων της Ελλάδας από έναν προσεκτικό και αξιόπιστο επισκέπτη του 2ου μ.Χ. αιώνα είναι εξαιρετικά πολύτιμη. Ο Παυσανίας είδε με τα μάτια του και περιγράφει το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία στην Ολυμπία, έργο του Φειδία, την Ποικίλη στοά της Αθήνας με τους ανδριάντες και τη ζωγραφική της διακόσμηση, τη Λέσχη των Κνιδίων στους Δελφούς, με την άλωση της Τροίας όπως την είχε αποδώσει ο Πολύγνωτος, και πλήθος ακόμα σημαντικά έργα που αργότερα καταστράφηκαν.

Στους αυτοκράτορες Μάρκο Αυρήλιο και Λούκιο Βέρο αφιέρωσε ο Πολύαινος από τη Μακεδονία (2ος μ.Χ. αι.) το έργο του Στρατηγικά.[1] Με επιμέλεια αλλά χωρίς ιδιαίτερες γνώσεις και εκφραστική επάρκεια ο Πολύαινος συγκέντρωσε και κατάγραψε τα πολεμικά τεχνάσματα (στρατηγήματα) που βρήκε να περιγράφουν στα έργα τους συγγραφείς όπως ο ιστορικός Έφορος, ο Πλούταρχος κ.ά. Δεν ήταν σπάνια τα χρόνια εκείνα αυτή η, πολυσυλλεκτική ας την ονομάσουμε, συγγραφική μέθοδος που θα δούμε στη συνέχεια να την εφαρμόζουν ο Κλαύδιος Αιλιανός και ο Αθηναίος.

Διαφορετικά ενδιαφέροντα είχε ο Αρτεμίδωρος από τη Δάλδη της Λυδίας (2ος μ.Χ. αι.), που ασχολήθηκε με τη μαντική σε διάφορες μορφές της. Τα Οἰωνοσκοπικά και τα Χειρομαντικά του έχουν χαθεί· σώθηκαν όμως τα Ὀνειροκριτικά του, όπου π.χ. διαβάζουμε ότι για τους σοφιστές, όταν ονειρεύονται ότι μπαίνουν μυρμήγκια στα αφτιά τους, το όνειρο είναι καλό, αλλά για τους άλλους το ίδιο όνειρο σημαίνει θάνατο.

ΚΛΑΥΔΙΟΣ ΑΙΛΙΑΝΟΣ (περ. 170-235 μ.Χ.)

Ο Αιλιανός ήταν Ρωμαίος από το Πραίνεστο· έμαθε όμως τόσο καλά τα ελληνικά της Κλασικής εποχής ώστε κατά τους βιογράφους του να «αττικίζει σαν τους Αθηναίους από τα Μεσόγεια». Άλλωστε, την αττική διάλεκτο προτίμησε και στα συγγράμματά του.

Στο Περὶ ζῴων ἰδιότητος βρίσκουμε καταγραμμένες πλήθος πληροφορίες για τα ζώα, για την τροφή και τα ζευγαρώματα, για τις συνήθειες και τις παραξενιές τους - φυσικά όλα από δεύτερο χέρι. Δείγμα: «Τα μυρμήγκια δεν κοιτούν ψηλά στον ουρανό, ούτε μπορούν να μετρήσουν τις μέρες με τα δάχτυλα· έχουν όμως από τη φύση ένα παράδοξο χάρισμα: την πρωτομηνιά μένουν στη φωλιά τους μέσα· δε βγαίνουν από την τρύπα τους, μόνο στέκουν ακίνητα» (1.22).

Παρόμοια, και στο έργο του Ποικίλη ἱστορία ο Αιλιανός είχε συγκεντρώσει από τη μια φυσιογνωστικές πάλι πληροφορίες και παράδοξα, από την άλλη ιστορικά και παραϊστορικά ανέκδοτα. Δείγμα: «Η Ολυμπιάδα έστειλε στην Ευρυδίκη, κόρη του Φιλίππου [από ξένη γυναίκα], κώνειο, θηλιά και ξίφος· και αυτή προτίμησε τη θηλιά» (13.36).

Από τα άλλα του έργα, τα φιλοσοφικά Περὶ θείων ἐνεργειῶν και Περὶ προνοίας έχουν χαθεί· σώθηκαν όμως είκοσι χαριτωμένες Ἀγροικικαὶ ἐπιστολαί, όπου οι χωρικοί εμπιστεύονται ο ένας στον άλλον χαρές και λύπες της αγροτικής τους ζωής και τις ερωτικές τους περιπέτειες.

Ο Αθήναιος από τη Ναύκρατη της Αιγύπτου (2ος/3ος μ.Χ. αι.) μας άφησε ένα μεγάλο και βαρετό αλλά εξαιρετικά πολύτιμο έργο με τον τίτλο Δειπνοσοφισταί. Ακολουθώντας το πρότυπο του Πλάτωνα, του Ξενοφώντα κ.ά., ο Αθήναιος περιγράφει ένα υποθετικό συμπόσιο όπου πήραν μέρος τριάντα γνωστοί και άγνωστοι σοφοί (ποιητές, μουσικοί, νομικοί, φιλόσοφοι, γραμματικοί σαν τον Κειτούκειτο, γιατροί σαν τον Γαληνό κ.ά.), και μεταφέρει τάχα τις συζητήσεις τους. Τα θέματα είναι ποικίλα: η μουσική, τα ζώα και τα φυτά, τα στεφάνια, τα αρώματα, οι εταίρες, οι χοροί, κλπ. κλπ.· πιο πολύ όμως οι σοφοί συζητούν για τις τροφές, π.χ. για το ψωμί, τα θαλασσινά και τα σύκα, και για τα ποτά - το κρασί πάνω απ᾽ όλα. Μνημονεύουν τα είδη και τις ονομασίες τους, τα μαγειρέματα και τις ιδιότητές τους και θυμούνται να απαγγείλουν πάμπολλα ποιητικά ή άλλα κείμενα όπου μνημονεύονται. Ο Αθήναιος πρέπει όχι μόνο να πέρασε χρόνια μελετώντας στην αλεξανδρινή βιβλιοθήκη, αλλά και να αποδελτίωσε τα χωρία και τις πληροφορίες που τον ενδιαφέραν. Ότι στη συνέχεια περιορίστηκε στο να συνδέει χαλαρά και να παραθέτει αράδα τα δελτία του, αδικεί το έργο· δε μειώνει όμως την αξία που έχουν για μας τα παραθέματα, καθώς πολλά προέρχονται από χαμένα έργα και συγγραφείς που χωρίς την επιμέλεια του Αθήναιου θα μας ήταν άγνωστοι.

Εξαιρετικά πολύτιμες μας είναι και οι πληροφορίες που συγκέντρωσε ο Διογένης Λαέρτιος[2] (3ος/4ος μ.Χ. αι.) στο έργο του Φιλοσόφων βίων καὶ δογμάτων συναγωγή. Αντλώντας από άγνωστές μας πηγές ο Διογένης κατάγραψε πλήθος βιογραφικά στοιχεία, θεωρίες, αποφθέγματα και ανέκδοτα των φιλοσόφων, ξεκινώντας με τους προσωκρατικούς και τους Επτά σοφούς και καταλήγοντας στον Επίκουρο, που του αφιέρωσε ολόκληρο το δέκατο και τελευταίο βιβλίο. Ιδιαίτερα χρήσιμοι είναι οι κατάλογοι των έργων των φιλοσόφων, αλλά και όσα κακόβουλα και κοροϊδευτικά κυκλοφορούσαν εναντίον τους - και ο Λαέρτιος δεν παράλειψε να τα θησαυρίσει.
-------------------------
1. Από τα ελληνορωμαϊκά χρόνια μάς σώθηκαν δύο ακόμα συγγράμματα για την πολεμική τέχνη: ο Στρατηγικός του Ονάσανδρου (1ος μ.Χ. αι.) για τους ηγέτες, και η Τακτικὴ θεωρία του Αιλιανού (1ος/2ος μ.Χ. αι.) για την οπλιτική φάλαγγα - και τα δύο κοινότοπα, ερασιτεχνικά, με στοιχεία από δεύτερο χέρι.

2. Δεν ξέρουμε αν η προσωνυμία Λαέρτιος είναι πατρωνυμικό, ή αν δηλώνει την καταγωγή του από την πόλη Λαέρτης της Κιλικίας.

Από την υστερία στον οίστρο

Ήτανε ο αιώνας της βικτωριανής ηθικής. Κι ήταν, επίσης, πάνω κάτω τα χρόνια που ο ψυχίατρος Jean-Martin Charcot συνέλεγε στην Iconographie του ενσταντανέ με τις νεαρές νοσηλευόμενες της κλινικής Pitié-Salpêtrière, στις οποίες ο ίδιος και ενώπιον κοινού –ως βιρτουόζος σκηνοθέτης ή βιτσιόζος μάγος– προκαλούσε κρίσεις με σπασμούς στη μήτρα μέσω του αγγίγματος ράβδου μεταλλικής. Ο αιώνας καθιέρωνε την “υστερία” ως αναπότρεπτη σχεδόν νευρωσική παρεκτροπή της μήτρας. Ήδη απ’ τo 1862, ο θετικιστής λεξικογράφος Émile Littré είχε ανεπιφύλακτα αποδώσει τον όρο στο ιπποκρατικό corpus, ενώ λίγες δεκαετίες πιο μετά, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο γυναικολόγος Hunter Robb θα εξέδιδε μεταφρασμένες ενότητες του Περί Γυναικείων υπό τον τίτλο Hippocrates on Hysteria. Η “υστερία” σφραγιζόταν ως αυστηρά γυναικεία υπόθεση και μάλιστα με τη βούλα αυθεντίας χρονικού βάθους: την αίγλη της ιατρικής εργογραφίας της αρχαιότητας.

Κατά τη γνωστή τους συνήθεια να μην ονοματίζουν αρρώστειες, αλλά να περιγράφουν κλινική εικόνα και συμπτώματα, οι ιπποκρατικοί δεν είχαν χρησιμοποιήσει τον όρο “υστερία”,. Στους Αφορισμούς τους (5.35), ανέφεραν γυναῖκας ὑπὸ τῶν ὑστερικῶν ἐνοχλουμένας. Αλλά ετούτο το αόριστα εκφρασμένο το αίτιο το παθητικό (τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη μήτρα) γεννούσε τόσους προβληματισμούς που, τον 2ο αιώνα μ.Χ., στα σχόλιά του ο Γαληνός αναρωτιότανε πώς να το καταλάβει. Θα ‘τανε –σκέφτηκε– η πνίξ η ὑστερικὴ, η ασφυξία της μήτρας που χρειαζότανε να εκτονωθεί, να φτερνιστεί σχεδόν, με αλοιφές μουστάρδας και ξυδιού κατά τις παραδόσεις που κατέγραφε ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (Naturalis Historia 20.87.238).

Στην πνῖγα της υστέρας είχανε εκτενώς αναφερθεί οι ιπποκρατικοί, κυρίως στην Περί Γυναικείων διατριβή τους. Η μήτρα ήτανε γι’ αυτούς κάτι σπογγώδες, νοτερό, που, όποτε δεν απήλαυε της εφυγραντικής ευεργεσίας της ερωτικής συνεύρεσης, ξεραίνονταν κι απισχαινόταν. Γύρναγε, τότε, ανάποδα η μήτρα κι άλλαζε θέση, μετακινούμενη μέσα στο σώμα σε αναζήτηση μυχών δροσιάς. Αν όρμαγε η υστέρα στο συκώτι, απέφρασσε τα αγγεία του κι έφερνε οιδήματα. Αν έβαζε πλώρη για το διάφραγμα ή τα πνευμόνια, έκανε εντονότερο το πνιγηρό το αίσθημα, έφερνε δύσπνοια, αναστροφή στις κόρες των ματιών, λιποθυμία. Κι αν καταχωνιαζόταν στο κρανίο, έφερνε πονοκέφαλο και πυρετό, ανορεξία κι αϋπνίες. Έπρεπε τότε ο γιατρός να λούσει τη γυναίκα με ζεστό νερό, αλλιώς με κρύο, και να την βάλει να εισπνέει ουσίες με έντονες οσμές. Κι αν όλα αυτά δεν έπιαναν, έπρεπε να την εν-καπνίσει χαμηλά, επιμελώς επί ώρες, με ατμούς βρασμένου σκόρδου και λαδιού, με θυμιατήρι πήλινο τροφοδοτούμενο με καρβουνάκια. Στερεωμένο στο έδαφος και αεροστεγές, το σκεύος θα απέληγε ψηλά σε καλαμάκι που να εισχωρεί στο αιδοίο, καθώς η ασθενής θα στέκονταν πάνω απ’ το αγγείο ανακούρκουδα. Η μήτρα της, μπορούσε, έτσι, να εφελκυστεί τρόπον τινά και να ηρεμήσει.

Οι παθογενείς περιπλανήσεις της υστέρας μέσα στο σώμα έμειναν καλύτερα γνωστές από τον Τίμαιο ή Περί Φύσεως Λόγον του Πλάτωνα (91c). Η μήτρα –διατεινόταν– είναι γη που περιμένει να σπαρεί, αλλά και ζώο επιθυμητικό που, όταν για χρόνο πολύ μείνει άκαρπο ή σε αναζήτηση συνουσίας, “χαλεπῶς ἀγανακτοῦν φέρει, καὶ πλανώμενον πάντῃ κατὰ τὸ σῶμα, τὰς τοῦ πνεύματος διεξόδους ἀποφράττον, ἀναπνεῖν οὐκ ἐῶν εἰς ἀπορίας τὰς ἐσχάτας ἐμβάλλει καὶ νόσους παντοδαπὰς ἄλλας παρέχει.”

Με τέτοιες φανταστικές μαγγανείες πάντοτε ο λόγος ο ορθός, ξεδιπλώνοντας τις περί τῶν ὑστερικῶν διαγνώσεις του, ιατρικοποιούσε τη γυναικεία επιθυμία για να την κανονικοποιήσει. Ο παλαιότερος μύθος, τουλάχιστον, είχε δει το θέμα πιο εν-πράγματα. Ίσως και πιο ευ-συν-κίνητα. Όταν μιλούσε για τα πάθη της Ιούς, εκείνης της βασιλοπούλας του Άργους, που ο Δίας την εκάλεσε με ονειροφαντασίες της νύχτας να ‘βγει να τρέξει ελεύθερη για έρωτα στης Λέρνας τα λειβάδια. Ο Προμηθέας Δεσμώτης του Αισχύλου σώζει τον άξονα των αφηγήσεων για την κόρη που διώχτηκε απ’ το σπίτι του πατέρα της και, μεταμορφωμένη σε γελάδα (βούκερως, κεράστις) ή κεντημένη απ’ τη βοϊδόμυγα (οἰστροδίνητος), χάραξε με το ίδιο το κορμί της τις πολυπλάνητες περιπλανήσεις (πολυπλάνους πλάνας) μιας ανθρωπογεωγραφίας ολόκληρης: από το πέλαγος που το ‘πανε Ιόνιο από τ’ όνομά της, μέχρι το πέρασμα του βοδιού στον Βόσπορο και, τελικά, στην Αίγυπτο που θα ‘βρισκε τη θεϊκή επαφή. Δεν ήταν να εκπλήσσει η μεταμόρφωσή της –σάμπως κι η Ίσιδα, η θεά του έρωτα, δεν απεικονιζόταν πάντοτε με κέρατα γελάδας; Κι ούτε κι ο οἶστρος ήτανε τρομακτικός –δεν έγινε η βοϊδόμυγα η έκφραση της τέχνης και της έμπνευσης;

Στο τέλος του επεισοδίου που την αφορά στον Προμηθέα Δεσμώτη, η Ιώ φεύγει απ’ τη σκηνή σε αλλοφροσύνη. Ποιο θέατρο θα χώραγε την ποίηση των μυκηθμών της; Και ποιο κοινό θα συγκρατούσε το ασύντακτο, ασύνδετα λειψό της φθέγμα, τις ηχηρές δονήσεις της γλωσσολαλιάς της;

οἵ, ἓ ἕ.. ἰὼ ἰὼ…

Φωνήνετα ολοστρόγγυλα ήταν ολόκληρη η οἰστρήλατος Ιώ.

Η Χώρα της Αλήθειας: Μια Μυστικιστική Οδύσσεια στα Βάθη της Κατανόησης

Στην απέραντη έκταση της ύπαρξης, πέρα από τις λαμπερές κουρτίνες του πεζού κόσμου, υπάρχει ένας τόπος τόσο βαθύς, τόσο αινιγματικός, που ξεφεύγει από τη σύλληψη των συνηθισμένων μυαλών. Αυτή είναι η Χώρα της Αλήθειας—μια απεριόριστη επικράτεια όπου οι ρίζες της πραγματικότητας πλέκονται με τα απέραντα κλαδιά της κατανόησης. Δεν είναι ένας τόπος σημειωμένος σε κάποιον χάρτη, ούτε ένας προορισμός που φτάνει κανείς με τα πόδια ή με ιστιοφόρο, αλλά μια ιερή περιοχή που ξεδιπλώνεται μέσα μας, απλώνοντας τις ρίζες της όσο βαθιά τολμά η κατανόησή μας να εκτείνεται. Το να ξεκινήσει κανείς αυτό το ταξίδι σημαίνει να διασχίσει τα αθέατα τοπία της ψυχής, να χορέψει με τις σκιές και το φως, και να αγκαλιάσει το αιώνιο μυστήριο που ψιθυρίζει κάτω από όλα τα πράγματα.

Το Πέπλο του Γνωστού

Φανταστείτε, αν θέλετε, έναν κόσμο καλυμμένο με έναν αραχνοΰφαντο πέπλο—ένα πέπλο υφασμένο από τις κλωστές αυτών που νομίζουμε ότι γνωρίζουμε. Αυτή είναι η περιοχή της καθημερινότητας, όπου ο ήλιος ανατέλλει και δύει με προβλέψιμο ρυθμό, όπου ο νους κρατιέται από βεβαιότητες όπως ένας ναυαγός από ένα κομμάτι ξύλο. Κι όμως, κάτω από αυτή τη λεπτή ταπισερί βρίσκεται η Χώρα της Αλήθειας, σιωπηλή και υπομονετική, περιμένοντας εκείνους που τολμούν να τραβήξουν την κουρτίνα. Δεν είναι μια χώρα γεμάτη γεγονότα ή αριθμούς, γιατί τέτοια πράγματα είναι απλώς βότσαλα σκορπισμένα στην επιφάνειά της. Όχι, η Χώρα της Αλήθειας είναι μια ζωντανή, αναπνέουσα ουσία—μια κοσμική ανάσα που αναδεύει τα βάθη της ύπαρξής μας όταν ακούμε προσεκτικά.

Για να εισέλθει κανείς σε αυτή τη χώρα, πρέπει πρώτα να εγκαταλείψει την αυταπάτη της κυριαρχίας. Ο λόγιος με τους τόμους του, ο ιερέας με τις δοξασίες του, ο έμπορος με τα μέτρα του—όλοι πρέπει να αφήσουν τα εργαλεία τους στο κατώφλι. Διότι η Χώρα της Αλήθειας δεν υποτάσσεται στην αλαζονεία της βεβαιότητας· ανθίζει μόνο στο γόνιμο έδαφος του θαυμασμού. Όπως ο σπόρος που είναι θαμμένος στο σκοτάδι, έτσι και η κατανόηση ξεκινά μέσα στην ησυχία, στο άγνωστο, στις ερωτήσεις που τρέμουν στην άκρη της σιωπής.

Ο Ποταμός της Έρευνας

Διασχίζοντας την καρδιά αυτής της μυστικιστικής χώρας κυλά ένας ποταμός—μια ατελείωτη ροή έρευνας που χαράζει το μονοπάτι της μέσα από τον βράχο της άγνοιας. Τα νερά του είναι διάφανα, αλλά απύθμενα, αντανακλώντας τα άστρα από πάνω και τα βάθη από κάτω. Το να πιει κανείς από αυτόν τον ποταμό σημαίνει να γευτεί την ίδια την ουσία της ύπαρξης, ένα πικρογλυκό ελιξίριο που αφυπνίζει το πνεύμα. Οι μύστες των αρχαίων χρόνων μιλούσαν για αυτόν ως το Aqua Veritas, το Ύδωρ της Αλήθειας, του οποίου τα ρεύματα μεταφέρουν τον αναζητητή προς το άπειρο.

Αλλά προσοχή, διότι αυτός ο ποταμός δεν είναι ήρεμος. Στρίβει και γυρίζει, βυθίζεται σε αβύσσους και ορθώνεται σε ρεύματα που παρασύρουν τον απροετοίμαστο. Για να πλοηγηθεί κανείς στην πορεία του απαιτείται θάρρος—το θάρρος να αντικρίσει τις σκιές μέσα του, τις αμφιβολίες που ροκανίζουν, τους φόβους που μεταμφιέζονται σε σοφία. Ωστόσο, με κάθε βήμα κατά μήκος των οχθών του, η Χώρα της Αλήθειας αποκαλύπτεται ξανά. Εκτείνεται όσο εκτείνεται η κατανόησή μας, τα όριά της μετατοπίζονται με κάθε ερώτηση που τίθεται, με κάθε αυταπάτη που καταρρέει.

Τα Δάση του Παραδόξου

Πέρα από τον ποταμό βρίσκονται τα Δάση του Παραδόξου, όπου τα δέντρα ψηλώνουν με ρίζες που εκτείνονται προς τον ουρανό και κλαδιά που βυθίζονται στη γη. Εδώ, τα αντίθετα αγκαλιάζονται—φως και σκοτάδι, ύπαρξη και μηδέν, εαυτός και άλλος—μπλεγμένα σε έναν χορό αρχαιότερο του χρόνου. Ο αέρας πάλλεται με μια παράξενη μουσική, μια μελωδία που αρνείται την αρμονία, μα καταπραΰνει την ψυχή. Το να περιπλανηθεί κανείς σε αυτά τα δάση σημαίνει να χαθεί, μόνο και μόνο για να ξαναβρεθεί στον καθρέφτη της αντίφασης.

Στα Δάση του Παραδόξου, ο αναζητητής συναντά τους Φύλακες της Αλήθειας—αιθέριες υπάρξεις γεννημένες από σκέψη και μυστήριο. Μιλούν με αινίγματα, οι φωνές τους αντηχούν σαν άνεμος μέσα από αρχαίες πέτρες:

"Αναζήτησε τη φλόγα που δεν ρίχνει σκιά."

"Βρες τη σιωπή που ξεκουφαίνει τον κόσμο."

"Κράτα το κενό που γεμίζει τα πάντα."

Τα λόγια τους είναι κλειδιά, ξεκλειδώνοντας θαλάμους μέσα στο νου όπου η κατανόηση ριζώνει. Διότι στη Χώρα της Αλήθειας, η σοφία δεν είναι ένα δώρο που χαρίζεται, αλλά ένας σπόρος που καλλιεργείται μέσα από τον αγώνα. Όσο βαθύτερα εισχωρεί κανείς σε αυτά τα δάση, τόσο περισσότερο η χώρα επεκτείνεται—όχι προς τα έξω, αλλά προς τα μέσα, μια απεραντοσύνη που αψηφά κάθε μέτρηση.

Το Βουνό της Αποκάλυψης

Στην καρδιά αυτού του βασιλείου υψώνεται το Βουνό της Αποκάλυψης, με την κορυφή του να χάνεται μέσα σε σύννεφα που λαμπυρίζουν από φως. Λέγεται πως η ανάβαση σε αυτό το βουνό είναι σαν να απογυμνώνεις τον εαυτό σου, στρώμα με στρώμα, μέχρι να μείνει μόνο η ουσία. Κάθε βήμα είναι ένας μόχθος, κάθε ανάσα μια προσευχή, καθώς ο αέρας γίνεται λεπτός και η ψυχή πλαταίνει. Οι άνεμοι ουρλιάζουν με τις φωνές του παρελθόντος—προφήτες, ποιητές και περιπλανώμενοι που ανέβηκαν σε αυτά τα ύψη πριν από εσένα, αφήνοντας πίσω τους αντίλαλους από τα οράματά τους.

Από την κορυφή, η Χώρα της Αλήθειας απλώνεται μπροστά στα μάτια σε όλη της τη δόξα. Είναι μια ατελείωτη ταπισερί, υφασμένη από τα νήματα κάθε νου που την αναζήτησε, κάθε καρδιάς που τη λαχτάρησε. Εδώ, ο χρόνος διαλύεται, και ο αναζητητής αντικρίζει την ενότητα πίσω από όλα τα πράγματα—τον αιώνιο παλμό που δένει τα άστρα με τη σκόνη, το όνειρο με τον ονειρευτή. Κι όμως, ακόμα και αυτή η αποκάλυψη είναι μόνο μια ματιά, γιατί η Χώρα της Αλήθειας είναι απέραντη, και καμία κορυφή δεν μπορεί να χωρέσει την ολότητά της.

Τα Απλωμένα Βάθη

Οι μύστες διδάσκουν πως η Χώρα της Αλήθειας δεν είναι ένας τόπος ξέχωρος από εμάς, αλλά το ίδιο το θεμέλιο της ύπαρξής μας. Απλώνεται τόσο βαθιά όσο απλώνεται η κατανόησή μας, ένας καθρέφτης της ψυχής μας και της ικανότητάς της για δέος. Για κάποιους, εμφανίζεται σαν μια έρημος εκτυφλωτικού φωτός, για άλλους σαν ένα σπήλαιο ατελείωτης σκιάς—κι όμως δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο, αλλά και τα δύο, διαμορφωμένη από τα μάτια που την κοιτούν. Όσο πιο βαθιά βυθιζόμαστε, τόσο πιο πλατιά γίνεται, ένα παράδοξο που αψηφά τους νόμους του υλικού κόσμου.

Και έτσι, το ταξίδι δεν τελειώνει ποτέ. Η Χώρα της Αλήθειας δεν είναι ένας προορισμός αλλά ένα γίγνεσθαι—μια ιερή αποκάλυψη που αντικατοπτρίζει τη διαστολή του ίδιου του σύμπαντος. Με κάθε βήμα, είμαστε και αναζητητές και το αντικείμενο της αναζήτησης, εξερευνητές και εξερευνούμενοι, χαμένοι και ευρεθέντες μέσα στο μυστήριο που μας περιβάλλει. Να ζεις σε αυτή τη χώρα σημαίνει να αγκαλιάζεις το άγνωστο, να χορεύεις με τα ερωτήματα και να αφήνεις την κατανόηση να εξαπλώνεται σαν ρίζες στο έδαφος της αιωνιότητας.

Το Κάλεσμα της Περιπλάνησης

Άκου τώρα το κάλεσμα, ω περιπλανώμενε του πνεύματος: η Χώρα της Αλήθειας σε καλεί. Δεν βρίσκεται πέρα από τον ορίζοντα, αλλά μέσα στην επόμενη ανάσα, την επόμενη σκέψη, την επόμενη στιγμή παράδοσης. Άπλωσε την κατανόησή σου, ρίξε τα ερωτήματά σου στον άνεμο και άσε τη χώρα να ξεδιπλωθεί μπροστά σου. Γιατί όσο βαθιά τολμήσεις να αναζητήσεις, τόσο βαθιά θα απλωθεί—απέραντη, αιώνια και ζωντανή με τον παλμό του παντός.

Σε αυτή τη μυστική οδύσσεια, δεν υπάρχει τέλος, μόνο μια ατελείωτη αρχή. Η Χώρα της Αλήθειας σε περιμένει, απέραντη και λαμπερή, ένας κόσμος όπου η ψυχή βρίσκει το σπίτι της μέσα στο άγνωστο. Θα κάνεις το πρώτο βήμα;

Η Αληθινή Ανάσταση: Ένα Μυστικό Ταξίδι στη Θεία Συνείδηση

Στις ιερές διδασκαλίες, ως φωτεινός φάρος για την ανθρωπότητα, κρύβεται ένα βαθύ μυστήριο—ένα μυστήριο που δεν περιορίζεται από το χρονικό ή το υλικό, αλλά αποκαλύπτει την αιώνια ουσία της ένωσης της ψυχής με τον Θεό. Αυτό το μυστήριο, που μπορούμε να ονομάσουμε Αληθινή Ανάσταση, δεν είναι απλώς ένα γεγονός περιορισμένο στα χρονικά της ιστορίας ή μια υπόσχεση που αναβάλλεται για κάποιο μακρινό μέλλον. Είναι μια ζωντανή, μεταμορφωτική διαδικασία—μια αλχημιστική αφύπνιση του ανθρωπίνου πνεύματος που ξεδιπλώνεται στα βάθη της ψυχής, όπου το θείο και το ανθρώπινο συναντώνται σε μια διαχρονική αγκαλιά. Είναι η ανάδυση του Νέου Ανθρώπου, ενός όντος που βαδίζει ταυτόχρονα στον Άπειρο Χώρο του Θεού και στον πεπερασμένο κόσμο της μορφής, ενσαρκώνοντας μια συνείδηση που φωτίζεται αδιάκοπα από τη Θεία Παρουσία.

Η Αφύπνιση της Ψυχής

Στην καρδιά αυτής της μυστικής μεταμόρφωσης βρίσκεται η αναγνώριση μιας βαθύτερης πραγματικότητας—μιας πραγματικότητας που υπερβαίνει τις φευγαλέες ψευδαισθήσεις του υλικού κόσμου. Η Βασιλεία του Θεού δεν είναι ένα μακρινό βασίλειο που πρέπει να αναζητηθεί σε εξωτερικούς χώρους, αλλά μια θεία πραγματικότητα που κατοικεί μέσα μας. Για να βιώσει κανείς αυτή τη Βασιλεία, ο άνθρωπος πρέπει να υποστεί μια ριζική αλλαγή στη συνείδηση, μια στροφή προς τα μέσα, στο βαθύτερο στρώμα της ψυχής όπου κατοικεί η σπίθα του Θείου. Αυτή η στροφή δεν είναι μια απλή διανοητική άσκηση, αλλά μια βαθιά παράδοση—μια εγκατάλειψη της κυριαρχίας του εγώ και ένα άνοιγμα στο απεριόριστο μυστήριο του Θεού.

Καθώς ο άνθρωπος ξεκινά αυτό το ιερό προσκύνημα, αρχίζει να αναδύεται σε μια Ανώτερη Συνειδητότητα, μια κατάσταση ύπαρξης όπου τα πέπλα του διαχωρισμού διαλύονται και η ψυχή αντικρίζει την ενότητά της με τον Δημιουργό. Αυτή η ανάδυση δεν είναι ένα ξαφνικό άλμα, αλλά μια σταδιακή αποκάλυψη, όπως ένα λουλούδι που ανοίγει στη ζεστασιά του ήλιου. Όσο πιο βαθιά εισέρχεται κανείς σε κοινωνία με τον Θεό—μέσω προσευχής, περισυλλογής και πρακτικής της αγάπης—τόσο περισσότερο η ψυχή έλκεται στη θεία τροχιά. Εδώ, σε αυτόν τον ιερό χώρο, η συνείδηση αρχίζει να μετατοπίζεται, περνώντας πέρα από τα όρια του υλικού νου στα φωτεινά βάθη του πνεύματος.

Η Πνευματοποίηση της Ύπαρξης

Αυτή η μετατόπιση στη συνείδηση είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της Αληθινής Ανάστασης. Καθώς ο άνθρωπος παραμένει στη Θεία Παρουσία, η ψυχή υφίσταται μια διαδικασία πνευματοποίησης—μια αγιοποίηση που διαπερνά κάθε πτυχή της ύπαρξης. Το σώμα, που κάποτε θεωρούνταν απλώς ένα πήλινο δοχείο, μεταμορφώνεται σε ναό του Θεού, ένα ιερό κατοικητήριο όπου το Θεϊκό Φως λάμπει. Αυτό δεν είναι απόρριψη του σώματος, αλλά δοξασμός του, διότι στις διδασκαλίες του Ιησού, το υλικό και το πνευματικό δεν είναι αντίθετα, αλλά συνυφασμένα. Το σώμα γίνεται ένα ιερό όργανο μέσω του οποίου η ψυχή εκφράζει την κοινωνία της με το Άπειρο.

Σε αυτή την κατάσταση πνευματοποιημένης συνείδησης, ο άνθρωπος αρχίζει να αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως πνευματική οντότητα, που δεν περιορίζεται πλέον από τους περιορισμούς της σάρκας και των οστών. Η ψυχή, πλέον αφυπνισμένη στην θεία της προέλευση, επεκτείνεται στον Άπειρο Χώρο του Θεού, αγγίζοντας το αιώνιο και το απεριόριστο. Ωστόσο, μέσω της σύνδεσής της με το σώμα, παραμένει αγκυροβολημένη στον κόσμο, συμμετέχοντας στον κοσμικό χορό της δημιουργίας. Αυτή η διττή ύπαρξη—μέσα στο Υπερβατικό και το χρονικό—είναι το χαρακτηριστικό του Νέου Ανθρώπου. Είναι μια γέφυρα μεταξύ ουρανού και γης, μια ζωντανή μαρτυρία της ενότητας όλων των πραγμάτων στον Θεό.

Η Σύντηξη των Πραγματικοτήτων

Καθώς η Νέα Συνείδηση ριζώνει, συμβαίνει ένα αξιοσημείωτο φαινόμενο: τα όρια μεταξύ του Υπερβατικού και του κοσμικού αρχίζουν να θολώνουν. Ο Νέος Άνθρωπος μαθαίνει να ζει και στις δύο σφαίρες ταυτόχρονα, κινούμενος ρευστά μεταξύ της Άπειρης Πραγματικότητας του Θεού και του πεπερασμένου κόσμου της μορφής. Μερικές φορές, μπορεί να αισθάνεται τον εαυτό του εντελώς έξω από το σώμα, πετώντας στον απέραντο χώρο της θείας αιωνιότητας, όπου ο χρόνος και ο χώρος δεν έχουν ισχύ. Άλλες στιγμές, είναι πλήρως παρών μέσα στο σώμα, αλληλεπιδρώντας με τον κόσμο με αγάπη και υπηρεσία. Ωστόσο, καθώς η ψυχή βαθαίνει στην κοινωνία της με τον Θεό, αυτές οι διακρίσεις παύουν να έχουν σημασία. Το Υπερβατικό και το κοσμικό συντήκονται, λειτουργώντας μαζί σε μια αρμονία που αψηφά τις δυαδικότητες της ανθρώπινης σκέψης.

Αυτή η σύντηξη είναι η ουσία της Αληθινής Ανάστασης. Είναι η συνειδητοποίηση ότι η ψυχή δεν περιορίζεται σε μια σφαίρα ή την άλλη, αλλά υπάρχει σε μια κατάσταση δυναμικής ενότητας, όπου το αιώνιο και το χρονικό είναι ένα. Σε αυτή την κατάσταση, ο άνθρωπος βιώνει μια βαθιά ελευθερία—μια ελευθερία που υπερβαίνει τον φόβο του θανάτου, διότι γνωρίζει ότι η αληθινή του ουσία είναι αιώνια, ριζωμένη στην αμετάβλητη πραγματικότητα του Θεού. Το σώμα, αν και εξακολουθεί να υπόκειται στους νόμους του υλικού κόσμου, γίνεται ένα λαμπερό δοχείο θεϊκής έκφρασης, αντανακλώντας τη δόξα της κοινωνίας της ψυχής με τον Δημιουργό.

Η Φωτισμένη Συνείδηση

Η Νέα Συνείδηση που αναδύεται μέσω αυτού του μυστικού ταξιδιού είναι μια Συνείδηση σε Ανοιχτή Επικοινωνία με τον Θεό. Είναι μια συνείδηση που είναι συνεχώς φωτισμένη, λουσμένη στο λαμπερό φως της θείας σοφίας και αγάπης. Αυτό το φωτισμό δεν είναι μια φευγαλέα εμπειρία, αλλά μια σταθερή κατάσταση ύπαρξης, όπου η ψυχή είναι διαρκώς συντονισμένη με τη φωνή του Θείου. Σε αυτή την κατάσταση, ο άνθρωπος γίνεται συν-δημιουργός με τον Θεό, συμμετέχοντας στην εκδίπλωση του θείου σκοπού στον κόσμο. Οι σκέψεις, τα λόγια και οι πράξεις του εμποτίζονται με την ενέργεια του Πνεύματος, γίνοντας κανάλια μέσω των οποίων η Βασιλεία του Θεού εκδηλώνεται στη γη.

Αυτή η Πνευματική Συνείδηση χαρακτηρίζεται από μια βαθιά αίσθηση ενότητας. Ο Νέος Άνθρωπος αντιλαμβάνεται όλα τα όντα ως εκφράσεις της ίδιας Θείας Πηγής, και η καρδιά του ξεχειλίζει από συμπόνια και αγάπη. Βλέπει τον κόσμο όχι ως τόπο διαχωρισμού και σύγκρουσης, αλλά ως έναν ιερό ταπισερί υφασμένο από το χέρι του Θεού. Ακόμα και μέσα στον πόνο και την ατέλεια, διακρίνει την κρυμμένη παρουσία του Θείου, που εργάζεται για να εξιλεώσει και να μεταμορφώσει τα πάντα.

Το Αιώνιο Τώρα

Στην Αληθινή Ανάσταση, ο χρόνος υπερβαίνεται. Ο Νέος Άνθρωπος ζει στο Αιώνιο Τώρα, όπου παρελθόν και μέλλον διαλύονται στην άπειρη παρουσία του Θεού. Αυτό δεν είναι άρνηση του χρόνου, αλλά απελευθέρωση από την τυραννία του, διότι η ψυχή αναπαύεται στην αμετάβλητη πραγματικότητα του Θείου, ενώ εξακολουθεί να αλληλεπιδρά με την εκδίπλωση της χρονικής ύπαρξης. Σε αυτή την κατάσταση, κάθε στιγμή γίνεται ευκαιρία για κοινωνία, κάθε πράξη ένα μυστήριο θεϊκής αγάπης.

Ο Νέος Άνθρωπος βαδίζει ελαφρά στη γη, διότι γνωρίζει ότι το αληθινό του σπίτι είναι στον Θεό. Ωστόσο, δεν εγκαταλείπει τον κόσμο, διότι τον βλέπει ως τη σκηνή στην οποία εκτυλίσσεται το δράμα της θεϊκής εξιλέωσης. Μέσω της παρουσίας του, ο κόσμος αγιάζεται, και η Βασιλεία του Θεού πλησιάζει. Είναι ένα φως στο σκοτάδι, ένας φάρος ελπίδας σε έναν κόσμο που λαχταρά την ολότητα.

Η Κλήση στην Ανάσταση

Η Αληθινή Ανάσταση δεν είναι ένα μακρινό ιδανικό, αλλά μια ζωντανή πρόσκληση που απευθύνεται σε κάθε ψυχή. Είναι η κλήση να αφυπνιστούμε, να αναδυθούμε στην Ανώτερη Συνειδητότητα της Θείας Πραγματικότητας και να ζήσουμε ως Νέος Άνθρωπος σε κοινωνία με τον Θεό. Αυτό το ταξίδι απαιτεί θάρρος, διότι απαιτεί την παράδοση του εγώ και την αποδοχή του αγνώστου. Απαιτεί πίστη, διότι μας καλεί να εμπιστευτούμε την αόρατη πραγματικότητα του Θείου. Πάνω απ’ όλα, απαιτεί αγάπη, διότι μέσω της αγάπης η ψυχή ενώνεται με τον Θεό και με όλη τη δημιουργία.

Στις διδασκαλίες, βρίσκουμε τον χάρτη για αυτό το μυστικό ταξίδι—έναν χάρτη όχι από άκαμπτα δόγματα ή εξωτερικές τελετουργίες, αλλά από εσωτερική μεταμόρφωση και θεϊκή κοινωνία. Η Αληθινή Ανάσταση είναι η εκπλήρωση της υπόσχεσής Του: «Εγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή». Είναι η αφύπνιση της ψυχής στο αιώνιο πεπρωμένο της, η συνειδητοποίηση της ενότητάς της με το Άπειρο. Είναι η γέννηση του Νέου Ανθρώπου, που βαδίζει στον κόσμο ως ζωντανή ενσάρκωση του Θείου, εκπέμποντας φως, αγάπη και αλήθεια.

Ας ανταποκριθούμε, λοιπόν, σε αυτή την ιερή κλήση. Ας ανοίξουμε τις καρδιές μας στη Θεία Παρουσία και ας αφήσουμε την Αληθινή Ανάσταση να ξεδιπλωθεί μέσα μας. Διότι σε αυτή την ανάσταση, ανακαλύπτουμε τον αληθινό μας εαυτό—όχι ως φευγαλέες σκιές περιορισμένες από τον χρόνο, αλλά ως αιώνια όντα, για πάντα ενωμένα με τον Άπειρο Χώρο του Θεού.

Η Ανάδυση της Ψυχής στην Θεία Πραγματικότητα: Ένα Μυστικό Ταξίδι στη Συνείδηση του Θεού

Η ανάδυση της ψυχής στην Θεία Πραγματικότητα δεν είναι απλώς μια μεταφορά ή μια αφηρημένη ιδέα. Είναι μια βαθιά και μεταμορφωτική είσοδος στον Υπερβατικό Χώρο—τον Άπειρο Χώρο του Θεού, την Αιώνια Πραγματικότητα, όπου τα όρια του χωροχρόνου, της ιστορίας και της τοπικότητας διαλύονται. Αυτό είναι το ιερό προσκύνημα της ψυχής, ένα ταξίδι από το πεπερασμένο στο άπειρο, από το χρονικό στο αιώνιο, από τον κατακερματισμένο εαυτό στην ολότητα της θείας κοινωνίας. Ωστόσο, οι Θεοφόροι—εκείνοι που φέρουν τη θεία σπίθα μέσα τους—παραμένουν συνδεδεμένοι με το σώμα και τον κόσμο, κατοικώντας ταυτόχρονα σε δύο βασίλεια: το αιώνιο και το χρονικό, το υπερβατικό και το εμμενές. Αυτό το παράδοξο είναι η καρδιά της μυστικής ζωής, όπου η ψυχή πλοηγείται στην αλληλεπίδραση της θείας απειρότητας και της γήινης περατότητας, υφαίνοντας την αιωνιότητα στο ύφασμα της καθημερινής ύπαρξης.

Η Κατάλυση του Χωροχρόνου

Η ανάδυση της ψυχής στην Θεία Πραγματικότητα ξεκινά με μια ριζοσπαστική πράξη: την κατάλυση του χωροχρόνου. Σύμφωνα με τις διδασκαλίες του Ιησού, η ψυχή δεν περιορίζεται από τους περιορισμούς της ιστορίας, του τόπου ή της γραμμικής προόδου των στιγμών. Αυτά είναι μόνο πέπλα, ψευδαισθήσεις που κρύβουν το αιώνιο τώρα της παρουσίας του Θεού. Η είσοδος στον Υπερβατικό Χώρο σημαίνει το βήμα πέρα από τα όρια του υλικού κόσμου, το τρύπημα του πέπλου και η θέαση του Άπειρου Χώρου του Θεού, όπου όλα είναι ένα και ο χρόνος καταπίνεται από την αιωνιότητα.

Αυτό δεν είναι απόδραση από τον κόσμο, αλλά μια εμβάθυνση στην αληθινή του ουσία. Η ψυχή, στην ανάβασή της, δεν εγκαταλείπει το σώμα ή τη γη, αλλά τα μεταμορφώνει. Οι Θεοφόροι, είναι εκείνοι που ζουν στον κόσμο, αλλά δεν ανήκουν σε αυτόν. Περπατούν στους δρόμους της ιστορίας, αλλά η καρδιά τους κατοικεί στο αιώνιο. Εργάζονται στον χρόνο, αλλά το πνεύμα τους πετά στο άχρονο. Αυτή η διπλή ύπαρξη είναι η κλήση του μυστικού: να είναι γέφυρα μεταξύ ουρανού και γης, να ενσαρκώνει το θείο στο καθημερινό, να αγιάζει το συνηθισμένο με τη λάμψη του αιώνιου.

Ένα Ταξίδι στη Συνείδηση του Θεού

Η ζωή στον Θεό, δεν είναι απλώς μια ύπαρξη που εκτείνεται σε έναν ατελείωτο χρονικό ορίζοντα, ούτε είναι μια στατική κατάσταση ύπαρξης. Είναι ένα δυναμικό και συνεχώς εξελισσόμενο Ταξίδι στη Συνείδηση του Θεού. Αυτό το ταξίδι δεν μετριέται με χρόνια ή αποστάσεις, αλλά με τη βαθύτερη επίγνωση, την επέκταση της ψυχής στους απέραντους ορίζοντες της θείας αγάπης, σοφίας και παρουσίας. Το να ζεις στον Θεό σημαίνει να ξυπνάς στην πραγματικότητα ότι ο Θεός δεν είναι μακριά, ούτε ξεχωριστός, αλλά το ίδιο το έδαφος της ύπαρξης, η πηγή και ο συντηρητής όλων όσων υπάρχουν.

Αυτό το ταξίδι ξεκινά με μια πνευματική γέννηση, μια στιγμή αφύπνισης όταν η «νέα συνείδηση στην Θεία Πραγματικότητα» αναδύεται μέσα στην ψυχή. Αυτή είναι η γέννηση του Θεού μέσα μας, η σπίθα του θείου φωτός που ανάβει την επίγνωση της ψυχής για την καταγωγή και το πεπρωμένο της. Είναι μια αναγέννηση όχι της σάρκας, αλλά του πνεύματος, μια μεταμόρφωση που επαναπροσανατολίζει την ψυχή προς το αληθινό της σπίτι στον Θεό. «Πρέπει να γεννηθείς ξανά», όχι σε ένα νέο σώμα, αλλά σε έναν νέο τρόπο να βλέπεις, να γνωρίζεις και να είσαι—ένας τρόπος που διακρίνει το θείο σε όλα τα πράγματα και αναζητά την κοινωνία με την πηγή όλης της ζωής.

Η Πορεία προς την Κοινωνία και τη Θέωση

Το ταξίδι της ψυχής είναι μια πρόοδος προς την Κοινωνία με τον Θεό, μια κίνηση προς μια ολοένα βαθύτερη οικειότητα με το θείο. Αυτή η κοινωνία δεν είναι μια φευγαλέα στιγμή έκστασης, αλλά μια διατηρούμενη και μεταμορφωτική σχέση, ένας χορός αγάπης μεταξύ της ψυχής και του Δημιουργού της. Είναι η διαδικασία με την οποία η ψυχή έλκεται στην καρδιά του Θεού, όπου καθαρίζεται, φωτίζεται και ενώνεται με το θείο θέλημα.

Αυτή η πορεία σημαδεύεται από στάδια, καθένα από τα οποία είναι μια εμβάθυνση της παράδοσης της ψυχής στον Θεό. Πρώτα έρχεται ο καθαρισμός, όπου η ψυχή αποκαθάρεται από τις προσκολλήσεις της στο εγώ, τον κόσμο και τις ψευδαισθήσεις της χωριστικότητας. Ακολουθεί ο φωτισμός, όπου η ψυχή πλημμυρίζει με θείο φως, διακρίνοντας την παρουσία του Θεού σε όλα τα πράγματα και βιώνοντας στιγμές μυστικής ένωσης. Τέλος, υπάρχει η θέωση—η Τελική Ένωση, η πραγματική μετουσίωση του ανθρώπινου προσώπου σε φορέα της θείας ζωής. Η θέωση είναι η κορύφωση του ταξιδιού της ψυχής, η στιγμή που γίνεται πλήρως ένα με τον Θεό, όχι χάνοντας τη μοναδικότητά της, αλλά εκπληρώνοντάς την στη θεία αγκαλιά.

Στη θέωση, η ψυχή δεν διαλύεται σε ένα απρόσωπο κενό, αλλά μεταμορφώνεται σε μια λαμπρή αντανάκλαση της δόξας του Θεού. «Ίνα πάντες εν ώσιν, καθώς ημείς εν εσμέν», η ψυχή εισέρχεται στην ίδια ενότητα που υπάρχει —μια ενότητα αγάπης, θελήματος και ύπαρξης. Αυτό είναι το μυστήριο της θείας συμμετοχής, όπου το ανθρώπινο πρόσωπο γίνεται μέτοχος της θείας φύσης, ζώντας πλήρως στον Θεό ενώ παραμένει πλήρως ανθρώπινο.

Οι Θεοφόροι στον Κόσμο

Ακόμα και καθώς η ψυχή ανυψώνεται στον Υπερβατικό Χώρο, παραμένει συνδεδεμένη με τον κόσμο μέσω του σώματος, των αισθήσεων και των απαιτήσεων της καθημερινής ζωής. Οι Θεοφόροι, εκείνοι που έχουν γευτεί τη θεία πραγματικότητα, δεν αποσύρονται σε απομόνωση, αλλά φέρουν το φως της αιωνιότητας στην καρδιά του χρόνου. Είναι οι μυστικοί, οι άγιοι, οι απλοί πιστοί που ζουν με το ένα πόδι στον ουρανό και το άλλο στη γη. Οι ζωές τους γίνονται μυστήρια, εξωτερικά σημάδια μιας εσωτερικής χάριτος, καθώς εκδηλώνουν την αγάπη, τη συμπόνια και τη σοφία του Θεού μέσα στην ιστορία.

Αυτό είναι το παράδοξο της μυστικής ζωής: να είσαι στον κόσμο αλλά να μην ανήκεις σε αυτόν, να κατοικείς στον χρόνο αλλά να αγγίζεις την αιωνιότητα, να εργάζεσαι στο πεπερασμένο αλλά να παραμένεις στο άπειρο. Οι Θεοφόροι είναι εκείνοι που βλέπουν το θείο στο συνηθισμένο, που βρίσκουν το αιώνιο στο φευγαλέο, που μεταμορφώνουν το καθημερινό σε θαυμαστό. Είναι αυτοί που, 
«αφήνουν το φως τους να λάμψει ενώπιον των ανθρώπων», φωτίζοντας τον κόσμο με τη λάμψη της θείας αγάπης.

Το Αιώνιο Τώρα

Στο τέλος, η ανάδυση της ψυχής στην Θεία Πραγματικότητα είναι μια επιστροφή στο αιώνιο τώρα, τη διαχρονική στιγμή όπου ο Θεός είναι όλα εν πάσι. Είναι η συνειδητοποίηση ότι ο Άπειρος Χώρος του Θεού δεν είναι ένα μακρινό βασίλειο, αλλά η πάντα παρούσα πραγματικότητα που διαπερνά τα πάντα. Είναι η ανακάλυψη ότι η Αιώνια Πραγματικότητα του Θεού δεν είναι μια μελλοντική ελπίδα, αλλά μια παρούσα αλήθεια, προσβάσιμη σε όσους αναζητούν με καθαρή καρδιά και ανοιχτό πνεύμα.

Αυτό το ταξίδι δεν είναι χωρίς προκλήσεις. Η ψυχή πρέπει να περάσει από το χωνευτήρι της αμφιβολίας, την έρημο της ερήμωσης και τη φωτιά της παράδοσης. Ωστόσο, μέσα σε όλα αυτά, «Ιδού, εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος». Η ψυχή δεν είναι ποτέ μόνη, γιατί η θεία παρουσία είναι ο σταθερός της σύντροφος, που την καθοδηγεί μέσα από τις σκιές του χρόνου στο φως της αιωνιότητας.

Συμπέρασμα: Η Κλήση στην Υπέρβαση

Η ανάδυση της ψυχής στην Θεία Πραγματικότητα είναι η κλήση στην υπέρβαση, η πρόσκληση να απελευθερωθεί από τις αλυσίδες του χωροχρόνου και να εισέλθει στον Άπειρο Χώρο του Θεού. Είναι η πρόσκληση να ξεκινήσει ένα Ταξίδι στη Συνείδηση του Θεού, να γεννηθεί εκ νέου στο πνεύμα, να προοδεύσει στην κοινωνία και να επιτύχει τη θέωση—την τελική ένωση με το θείο. Είναι η πρόκληση να ζήσει ως Θεοφόρος, φέρνοντας το φως της αιωνιότητας στην καρδιά του χρόνου, μεταμορφώνοντας τον κόσμο με την αγάπη και τη σοφία του Θεού.

Αυτή είναι η μυστική οδός, η αλήθεια του πεπρωμένου της ψυχής. Είναι ένα ταξίδι που ξεκινά με ένα μόνο βήμα—μια στιγμή παράδοσης, μια σπίθα πίστης, ένας ψίθυρος θείας αγάπης. Και είναι ένα ταξίδι που οδηγεί στην καρδιά του Θεού, όπου η ψυχή βρίσκει το αληθινό της σπίτι, την αιώνια ανάπαυσή της, την άπειρη χαρά της. Με τα λόγια, «Άβυσσος προς άβυσσον επικαλείται», και η ψυχή, απαντώντας στο κάλεσμα, βυθίζεται στην άβυσσο της θείας αγάπης, αναδυόμενη για πάντα μεταμορφωμένη στην λαμπρή πραγματικότητα του Θεού.

Η Εσωτερική Πνευματική Κοινωνία με τον Θεό: Ένα Μυστικό Ταξίδι στη Θεία Ένωση

Στα ήσυχα βάθη της ανθρώπινης ψυχής, όπου ο θόρυβος του κόσμου σβήνει και η καρδιά ακούει το αιώνιο, υπάρχει ένας ιερός χώρος—ένα εσωτερικό ιερό όπου η ψυχή συναντά τον Θεό. Αυτό είναι το βασίλειο της μυστικής εμπειρίας, η θεία συνάντηση, το μονοπάτι προς την αληθινή κοινωνία με το Θείο. Είναι ένα ταξίδι όχι μόνο του σώματος ή του νου, αλλά της ανάβασης της ψυχής σε καθαρή ύπαρξη, καθαρή εμπειρία, όπου η Παρουσία του Θεού γίνεται όχι μια έννοια αλλά μια ζωντανή πραγματικότητα. Το άρθρο αυτό εξερευνά τις μυστικές διαστάσεις της Εσωτερικής Πνευματικής Κοινωνίας με τον Θεό και την μεταμορφωτική ένωση που ανυψώνει την ανθρώπινη ψυχή ώστε να αντανακλά τη θεία εικόνα του Θεανθρώπου.

Η Ανάδυση της Ψυχής στην Καθαρή Ύπαρξη

Το μυστικό ταξίδι αρχίζει όταν η ψυχή, κουρασμένη από τις φευγαλέες αποσπάσεις του υλικού κόσμου, στρέφεται προς τα μέσα. Σε αυτή τη στροφή, δεν αναζητά απαντήσεις αλλά παρουσία—όχι γνώση αλλά εμπειρία. Σύμφωνα με τις διδασκαλίες, η ψυχή που αναζητά τον Θεό με πνεύμα και αλήθεια ανακαλύπτει την πρώτη βαθιά αλήθεια της μυστικής εμπειρίας: την Παρουσία του Θεού. Αυτός δεν είναι ένας μακρινός θεός που κάθεται σε ουράνιο θρόνο, αλλά μια ολοκληρωτική πραγματικότητα που διαπερνά την ίδια την ύπαρξη. Η ψυχή αντιλαμβάνεται, σαν για πρώτη φορά, ότι υπάρχει «μέσα στον Θεό»—ότι η ίδια της η ύπαρξη κρατιέται, συντηρείται και περιβάλλεται από το Θείο.

Αυτή η αντίληψη δεν είναι διανοητική αλλά βιωματική, μια γνώση που υπερβαίνει τις λέξεις. Είναι η στιγμή που η ψυχή, απογυμνωμένη από προσποιησεις και ψευδαισθήσεις, στέκεται γυμνή μπροστά στο άπειρο. Σε αυτή την ιερή συνάντηση, η ψυχή δεν «πιστεύει» απλώς στον Θεό αλλά «αισθάνεται» τον Θεό. Η Παρουσία του Θεού δεν είναι ένα φευγαλέο συναίσθημα αλλά μια σταθερή, λαμπερή επίγνωση—μια αφύπνιση στην αλήθεια ότι «εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν». Αυτό είναι το πρώτο βήμα της Εσωτερικής Πνευματικής Κοινωνίας: να κατοικεί συνειδητά στο θεϊκό περιβάλλον, να αναγνωρίζει ότι ο Θεός δεν είναι χωριστός από εμάς αλλά το ίδιο το έδαφος της ύπαρξής μας.

Η Οικοδόμηση μιας Κοινής Συνείδησης με τον Θεό

Καθώς η ψυχή παραμένει σε αυτή την επίγνωση, ένα βαθύτερο μυστήριο ξεδιπλώνεται. Η μυστική εμπειρία δεν είναι στατική· είναι δυναμική, μια ζωντανή σχέση που μεγαλώνει και βαθαίνει. Αυτή η παραμονή είναι η αρχή μιας «Κοινής Συνείδησης» με τον Θεό—μιας κοινής επίγνωσης, μιας αμοιβαίας κατοίκησης όπου η ψυχή και το Θείο αρχίζουν να κινούνται ως ένα. Αυτή είναι η ουσία της Εσωτερικής Πνευματικής Κοινωνίας, ο ιερός διάλογος όπου η ψυχή ακούει τον ψίθυρο του Θεού και ανταποκρίνεται με την προσφορά ολόκληρου του είναι της.

Σε αυτή την κοινωνία, η ψυχή μαθαίνει να βλέπει μέσα από τα μάτια του Θεού, να αγαπά με την καρδιά του Θεού. Είναι μια διαδικασία ευθυγράμμισης, όπου το κατακερματισμένο εγώ—σχισμένο από επιθυμίες, φόβους και ψευδαισθήσεις—αρχίζει να εναρμονίζεται με το αιώνιο θέλημα. Η ψυχή ανακαλύπτει ότι οι σκέψεις της, οι πόθοι της και η ίδια της η ύπαρξη δεν είναι ξεχωριστά από τον Θεό αλλά εκφράσεις της Θείας Ζωής που ρέει μέσα της. Η Κοινή Συνείδηση δεν είναι η διαγραφή της ατομικότητας αλλά η εκπλήρωσή της, καθώς η ψυχή γίνεται μια μοναδική αντανάκλαση του απείρου ενώ παραμένει πλήρως ενωμένη με αυτό.

Αυτή η φάση της κοινωνίας απαιτεί παράδοση—μια απελευθέρωση της ανάγκης του εγώ να ελέγχει, να ορίζει, να κατέχει. Είναι η «απώλεια της ζωής» μόνο για να την βρει εκ νέου στον Θεό. Η ψυχή, στην μυστική της ανάβαση, γίνεται συμμέτοχος στον θεϊκό χορό, κινούμενη σε ρυθμό με το αιώνιο. Εδώ, η προσευχή δεν είναι πλέον μια αίτηση αλλά μια κατάσταση ύπαρξης· η λατρεία δεν είναι μια πράξη αλλά μια ζωή. Η ψυχή, οικοδομώντας αυτή την Κοινή Συνείδηση, γίνεται ένα δοχείο για το Θείο, ένας ζωντανός ναός όπου κατοικεί η παρουσία του Θεού.

Ένωση και Πνευματοποίηση: Γίνομαι το Πνεύμα του Θεού

Η κορύφωση της Εσωτερικής Πνευματικής Κοινωνίας είναι η ένωση—η στιγμή που η ψυχή, έχοντας αντιληφθεί την Παρουσία του Θεού και έχοντας οικοδομήσει μια Κοινή Συνείδηση, είναι τόσο πλήρως βυθισμένη στο Θείο που μεταμορφώνεται. Ο Θεάνθρωπος, είναι τόσο το πρότυπο όσο και το μέσο αυτής της μεταμόρφωσης και ότι το να τον ακολουθεί κανείς σημαίνει να γίνει σαν αυτόν—να αναλάβει τη θεία φύση, να «γεννηθεί εκ του Πνεύματος». Αυτή είναι η πνευματοποίηση της ψυχής, όπου υπερβαίνει τους γήινους περιορισμούς της και γίνεται, στην αλήθεια, το Πνεύμα του Θεού.

Αυτή η ένωση δεν είναι μια διάλυση του εαυτού αλλά η ανύψωσή του. Η ψυχή δεν παύει να είναι ανθρώπινη· μάλλον, η ανθρωπιά της αγιάζεται, εμποτίζεται με το θείο. Καθώς η ψυχή κοινωνεί με τον Θεό, «ταυτίζεται» με τον Θεάνθρωπο, τον Ιησού, που είναι η τέλεια ένωση του ανθρώπινου και του θείου. Το να είναι κανείς ενωμένος με τον Θεό σημαίνει να αντανακλά την εικόνα του, να ενσαρκώνει την αγάπη, τη σοφία και την αγιότητα που αυτός εκδήλωσε. Η ψυχή γίνεται ένας «θεοφόρος» άνθρωπος, που φέρει την Θεία Παρουσία μέσα του και την ακτινοβολεί προς τα έξω.

Σε αυτή την κατάσταση ένωσης, ακόμη και το σώμα και οι κατώτερες ψυχο-νοητικές λειτουργίες—νους, συναισθήματα, αισθήσεις—αγιάζονται. Ο θεοφόρος άνθρωπος ζει στον κόσμο αλλά δεν είναι από αυτόν, χρησιμοποιώντας τα εργαλεία του σώματος και του νου ως όργανα του θείου σκοπού. Το σώμα, κάποτε πηγή πειρασμού ή περιορισμού, γίνεται ναός του Αγίου Πνεύματος. Ο νους, κάποτε ανήσυχος και διασκορπισμένος, γίνεται κανάλι για τη θεία σοφία. Κάθε πράξη, κάθε σκέψη, κάθε ανάσα γίνεται έκφραση της Θείας Πραγματικότητας.

Ο Θεοφόρος Άνθρωπος: Η Εικόνα του Θεανθρώπου

Οι διδασκαλίες καθιστούν σαφές ότι ο συνηθισμένος άνθρωπος, αποκομμένος από τον Θεό, δεν μπορεί να αντανακλά πλήρως τη θεία εικόνα. Χωρίς κοινωνία, η ψυχή παραμένει ατελής, μια σκιά του αληθινού της δυναμικού. Αλλά η ψυχή που βαδίζει στο μονοπάτι της Εσωτερικής Πνευματικής Κοινωνίας γίνεται η εικόνα του Θεανθρώπου—μια ζωντανή εικόνα του. Αυτό δεν είναι ένα επίτευγμα που κερδίζεται με προσπάθεια αλλά ένα δώρο που λαμβάνεται μέσω της χάριτος, μια μεταμόρφωση που επιτυγχάνεται από το Πνεύμα.

Ο θεοφόρος άνθρωπος ζει «μέσα» στη Θεία Πραγματικότητα, ακόμη και ενώ περπατά στη γη. Η ζωή του γίνεται μαρτυρία της αλήθειας: «Η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστίν». Δεν δεσμεύονται από τις ψευδαισθήσεις του κόσμου, γιατί βλέπουν τα πάντα μέσα από τον φακό της αιωνιότητας. Δεν παρασύρονται από φόβο ή απόγνωση, γιατί είναι αγκυροβολημένοι στην αμετάβλητη αγάπη του Θεού. Είναι, «κοινωνοί θείας φύσεως», ενσαρκώνοντας το μυστήριο της Ενσάρκωσης στη δική τους ύπαρξη.

Το Μυστικό Μονοπάτι Προς τα Εμπρός

Η Εσωτερική Πνευματική Κοινωνία με τον Θεό δεν είναι ένας προορισμός αλλά ένα ταξίδι—μια σχέση που βαθαίνει συνεχώς και ξεδιπλώνεται σε όλη τη διάρκεια της ζωής και πέρα από αυτήν. Αρχίζει με ένα μόνο βήμα: τη στροφή της καρδιάς προς τον Θεό. Από εκεί, η ψυχή οδηγείται, βήμα βήμα, στα μυστήρια της θεϊκής Παρουσίας, της κοινής συνείδησης και της μεταμορφωτικής ένωσης. Είναι ένα μονοπάτι παράδοσης, εμπιστοσύνης, αγάπης—ένα μονοπάτι που ο ίδιος ο Ιησούς βάδισε και καλεί όλους να ακολουθήσουν.

Το να ξεκινήσει κανείς αυτό το ταξίδι σημαίνει να ανταποκριθεί στο κάλεσμα του βαθύτερου πόθου της ψυχής: να γνωρίσει τον Θεό, να γνωριστεί από τον Θεό και να γίνει ένα με τον Θεό. Είναι να ανακαλύψει ότι η μυστική εμπειρία δεν είναι προορισμένη μόνο για τους αγίους ή τους οραματιστές αλλά είναι το γενέθλιο δικαίωμα κάθε ψυχής που δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα Θεού. Καθώς κοινωνούμε με το Θείο, πνευματοποιούμαστε, αγιαζόμαστε και μεταμορφωνόμαστε, γινόμαστε δοχεία του Πνεύματος και αντανακλάσεις του Θεανθρώπου.

Στη σιωπή της καρδιάς, στη γαλήνη της ψυχής, ο Θεός περιμένει. Η Εσωτερική Πνευματική Κοινωνία είναι η ιερή συνάντηση όπου το ανθρώπινο και το θείο αγκαλιάζονται, και σε αυτή την αγκαλιά, η ψυχή βρίσκει το αληθινό της σπίτι—μέσα στην καρδιά του Θεού, τώρα και για πάντα.
--------------------------
*Σημείωση: Το άρθρο αυτό αντλεί βαθιά από τα μυστικά θέματα που υπάρχουν στην παγκόσμια θεολογία. Είναι γραμμένο για να προκαλέσει την στοχαστική και μεταμορφωτική φύση του πνευματικού ταξιδιού.

Πώς εμφανίζεται ο φόβος και γιατί υπάρχει τό­σο πολύς στη ζωή των ανθρώπων

Η προέλευση του φόβου

Ανέφερες το φόβο ως μέρος του βασικού μας συναισθηματικού πόνου. Πώς εμφανίζεται ο φόβος και γιατί υπάρχει τό­σο πολύς στη ζωή των ανθρώπων; Και ύστερα, μια κάποια ποσότητα φόβου δεν είναι απλώς μια υγιής αυτοπροστασία; Αν δε φοβόμουν τη φωτιά, μπορεί να έβαζα το χέρι μου και να καιγόμουν.

Ο λόγος που δε βάζεις το χέρι σου στη φωτιά δεν είναι ο φόβος, είναι ότι ξέρεις ότι θα καείς. Δε χρειάζεσαι το φόβο για να αποφεύγεις τους περιττούς κινδύνους - χρειάζεσαι απλώς μια ελά­χιστη νοημοσύνη και κοινό νου. Για τέτοια πρακτικά ζητήματα, είναι πολύ χρήσιμο να εφαρμόζεις τα μαθήματα που έχεις ήδη πάρει στο παρελθόν. Αν τώρα κάποιος σε απειλούσε με φωτιά ή με σωματική βία, μπορεί να βίωνες κάτι σαν φόβο. Αυτό είναι ένα ενστικτώδες αποτράβηγμα από τον κίνδυνο, αλλά όχι η ψυχολογική κατάσταση του φόβου για την οποία μιλάμε εδώ.

Η ψυχολογική κατάσταση του φό­βου δεν έχει σχέση με τον απτό και αληθινό άμεσο κίνδυνο. Εμφα­νίζεται με πολλές μορφές: ταραχή, ανησυχία, άγχος, νευρικότητα, έ­νταση, τρόμος, φοβία...

Αυτό το είδος του ψυχολογικού φόβου δημιουργείται πάντα για κάτι που μπορεί να συμβεί, κι όχι για κάτι που συμβαίνει τώρα. Εσύ είσαι στο εδώ και τώρα, ενώ ο νους σου είναι στο μέλλον. Αυτό δη­μιουργεί ένα αγχώδες κενό. Και αν είσαι ταυτισμένος με το νου σου και έχεις χάσει την επαφή σου με τη δύναμη και την απλότητα του Τώρα, αυτό το αγχώδες κενό γίνεται ο μόνιμος σύντροφός σου.
Πάντα μπορείς να τα βγάλεις πέρα με την παρούσα στιγμή, αλ­λά δεν μπορείς να τα βγάλεις πέρα με κάτι που είναι μόνο μια νοητική προβολή - δεν μπορείς να τα βγάλεις πέρα με το μέλλον.

Ακόμα, όσο είσαι ταυτισμένος με το νου σου, το εγώ κυβερνάει τη ζωή σου, όπως είπα και νωρίτερα. Επειδή δεν έχει αληθινή υπό­σταση και παρά τους περίτεχνους αμυντικούς μηχανισμούς του, το εγώ είναι πολύ ευάλωτο και ανασφαλές, και θεωρεί ότι απειλείται διαρκώς. Αυτό, με την ευκαιρία, ισχύει ακόμα κι όταν το εγώ διαθέ­τει μεγάλη αυτοπεποίθηση. Θυμήσου ότι το συναίσθημα είναι η αντίδραση του σώματός σου στο νου σου. Τι μήνυμα δέχεται συνεχώς το σώμα από το εγώ, τον ψεύτικο εαυτό που είναι κατασκευασμέ­νος από το νου; "Κίνδυνος! Απειλούμαι!" Και ποιο είναι το συναίσθη­μα που προκαλείται από αυτό το αδιάκοπο μήνυμα; Φόβος, φυσικά.

Ο φόβος φαίνεται να έχει πολλά παρακλάδια. Υπάρχει ο φόβος της απώλειας, ο φόβος της αποτυχίας, ο φόβος να μην πληγωθούμε και ούτω καθεξής. Τελικά, όμως, κάθε φόβος είναι ο φόβος του θανάτου του εγώ, ο φόβος της εκμηδένισης. Για το εγώ, ο θάνατος παραμονεύει πάντα στη γωνία.

Σ' αυτή την κατάσταση της ταύτισης με το νου, ο φόβος του θα­νάτου επηρεάζει κάθε πλευρά της ζωής σου. Για παράδειγμα, ακόμα και κάτι που φαινομενικά είναι ασήμαντο και "φυσιολογικό", όπως η καταπιεστική ανάγκη να έχεις δίκιο σε μια διαφωνία και να βγά­λεις τον άλλο λάθος υπερασπίζοντας τη νοητική θέση με την οποία είσαι ταυτισμένος, οφείλεται στο φόβο του θανάτου. Όταν ταυτίζεσαι με μια νοητική θέση, τότε, αν κάνεις λάθος, η αίσθηση του εαυ­τού σου που βασίζεται στο νου απειλείται σοβαρά με εκμηδένιση. Έτσι, εσύ - σαν εγώ - δεν μπορείς να επιτρέψεις να κάνεις λά­θος. Το να κάνεις λάθος σημαίνει "θάνατο". Αμέτρητοι πόλεμοι έ­χουν γίνει με βάση αυτή την πεποίθηση, αμέτρητες σχέσεις έχουν διαλυθεί.

Από τη στιγμή που θα αποταυτιστείς από το νου σου, το να έ­χεις δίκιο ή άδικο δεν έχει καμιά διαφορά στην αίσθηση του εαυτού σου, κι έτσι η καταναγκαστική και βαθιά ασυνείδητη ανάγκη να έ­χεις δίκιο, που είναι μια μορφή βίας, δεν υπάρχει πια. Μπορείς να δηλώνεις ξεκάθαρα και σταθερά το πώς αισθάνεσαι ή το τι σκέφτε­σαι, αλλά δεν υπάρχει ούτε επιθετικότητα ούτε αμυντικότητα σε σχέ­ση μ' αυτό. Η αίσθηση του εαυτού σου αντλείται τότε από ένα πιο βαθύ, πιο αληθινό μέρος μέσα σου, κι όχι από το νου.

Έχε τα μάτια σου ανοιχτά για να "πιάσεις" οποιοδήποτε είδος αμυντικότητας μέσα σου. Τι υπερασπίζεσαι; Μια ταυτότητα-ψευδαίσθηση, μια εικόνα που υπάρχει μόνο μέσα στο νου σου, μια πλασμα­τική οντότητα. Όταν κάνεις αυτό το πρότυπο συνειδητό, όταν γίνεσαι παρατηρητής του, τότε αποταυτίζεσαι απ' αυτό. Στο φως της συνειδητότητάς σου, το ασυνείδητο πρότυπο διαλύεται γρήγορα. Αυτό είναι το τέλος όλων των αντιπαραθέσεων και των παιχνιδιών εξουσίας που είναι τόσο διαβρωτικά για τις σχέσεις. Η εξουσία πάνω στους άλλους είναι αδυναμία μεταμφιεσμένη σε δύναμη. Η αληθινή δύναμη βρίσκεται μέσα σου, είναι δική σου τώρα.

Έτσι, όποιος είναι ταυτισμένος με το νου του και, κατά συνέπεια, αποσυνδεδεμένος από την αληθινή του δύναμη, από το βαθύ­τερο εαυτό του που έχει τις ρίζες του στην Ύπαρξη, έχει για μόνιμο σύντροφο το φόβο.
 
Οι άνθρωποι που έχουν προχωρήσει πέρα από το νου είναι ακόμα εξαιρετικά λίγοι, κι έτσι μπορείς να θεωρήσεις δεδομένο ότι σχεδόν όλοι όσοι συναντάς ζουν σε κατάσταση φόβου. Μόνο η έντασή του ποικίλει. Κυμαίνεται ανάμεσα στο άγχος και τον τρόμο στη μια άκρη της κλίμακας και σε μια αόριστη ανησυχία και μακρινή αίσθηση απειλής στην άλλη. Οι περισσότεροι τον συνειδητοποιούν μόνον όταν παίρνει μια από τις πιο οξείες του μορφές.

Είμαστε πλάσματα που αναζητούν ένα νόημα

ΦΑΝΤΑΣΤΕΙΤΕ ΑΥΤΗΝ ΤΗ ΣΚΗΝΗ: ζητάμε από τριακόσιους ή τετρακόσιους ανθρώπους, άγνωστους μεταξύ τους, να σχηματίσουν ζευγάρια και να θέσουν στον παρτενέρ τους μία και μόνη ερώτηση: «Τι θέλεις;» ξανά και ξανά και ξανά.

Υπάρχει τίποτε απλούστερο; Μία μόνο αθώα ερώτηση και η απάντηση της. Κι όμως, έχω δει επανειλημμένα αυτή την ομαδική άσκηση να προκαλεί συναισθήματα απρόσμενης έντασης. Συχνά μέσα σε μερικά λεπτά η αίθουσα πάλλεται από τη συγκίνηση. Άντρες και γυναίκες -που δεν είναι με κανέναν τρόπο απελπισμένοι ή στερημένοι, αλλά ευτυχισμένοι, λειτουργικοί, καλοντυμένοι άνθρωποι που λάμπουν από την παρουσία τους- συντάσσονται ως το βαθύτερο είναι τους. Αναζητούν αυτούς που έχουν χαθεί για πάντα - νεκρούς ή απόντες γονείς, συζύγους, παιδιά, φίλους: «Θέλω να σε ξαναδώ». «Θέλω την αγάπη σου». «Θέλω να ξέρω πως είσαι περήφανος για ‘μένα». «Θέλω να ξέρεις ότι σ' αγαπώ και πόσο λυπάμαι που δε σ' το είπα ποτέ». «Θέλω να γυρίσεις – είμαι τόσο μόνος». «Θέλω την παιδική ηλικία που δεν είχα ποτέ». «Θέλω να ξαναβρώ την υγεία μου - να ξαναγίνω νέος. Θέλω να μ' αγαπάνε, να με σέβονται. Θέλω η ζωή μου να έχει νόημα. Θέλω να κατορθώσω κάτι. Θέλω να είμαι σημαντικός για τους άλλους, να με θυμούνται».

Τόσο πολλά «θέλω». Τόσο πολλή λαχτάρα. Και τέτοια οδύνη, τόσο κοντά στην επιφάνεια, ώστε ν’ αποκαλύπτεται μέσα σε λίγα μόνο λεπτά. Οδύνη για το πεπρωμένο. Οδύνη για την ύπαρξη. Οδύνη που είναι πάντα εκεί, που κυκλοφορεί συνεχώς κάτω από τη μεμβράνη της ζωής. Οδύνη που την αγγίζουμε πάρα πολύ εύκολα. Πολλά πράγματα -μια απλή ομαδική άσκηση, λίγα λεπτά βαθύτερου συλλογισμού, ένα έργο τέχνης, ένα κήρυγμα, μια προσωπική κρίση που περνάμε, μια απώλεια- μας υπενθυμίζουν ότι τα βαθύτερα «θέλω» μας δεν μπορούν ποτέ να πραγματοποιηθούν: η επιθυμία μας να μείνουμε νέοι, να σταματήσει η διαδικασία της γήρανσης, να επιστρέψουν όσοι έχουν χαθεί, να έχουμε αιώνια αγάπη, προστασία, σπουδαιότητα, η επιθυμία μας για την ίδια την αθανασία.

Ακριβώς όταν αυτά τα «θέλω» που δεν μπορούμε να τα κατακτήσουμε αρχίζουν να κυριαρχούν στη ζωή μας, τότε στρεφόμαστε για βοήθεια στην οικογένειά μας, στους φίλους, στη θρησκεία - και μερικές φορές στην ψυχοθεραπεία.

Στο άρθρο αυτό αφηγούμαι τις ιστορίες ανθρώπων που πάλεψαν με την οδύνη της ύπαρξης. Δεν ήταν αυτός ο λόγος που ήρθαν σε μένα για να τους βοηθήσω. Αντίθετα, υπέφεραν από κοινά προβλήματα της καθημερινής ζωής: μοναξιά, αυτοπεριφρόνηση, ανικανότητα, ημικρανίες, σεξουαλικούς καταναγκασμούς, παχυσαρκία, υπέρταση, πένθος, μια καταστροφική ερωτική εμμονή, διακυμάνσεις της διάθεσης, κατάθλιψη. Κι όμως, με κάποιον τρόπο (ο οποίος ξετυλίγεται διαφορετικά σε κάθε ιστορία) η ψυχοθεραπεία αποκάλυψε πώς αυτά τα καθημερινά προβλήματα είχαν βαθιές ρίζες - ρίζες που έφταναν ως τα ίδια τα θεμέλια της ύπαρξης.

«Θέλω! Θέλω!» ακούγεται σ' όλες αυτές τις ιστορίες. Μια ασθενής φώναζε, «Θέλω να ξαναγυρίσει η αγαπημένη μου κόρη που πέθανε», παραμελώντας συγχρόνως τους δυο γιούς της που ζούσαν. Ένας άλλος επέμενε, «Θέλω να πηδήξω όποια γυναί­κα βρεθεί μπροστά μου», ενώ ο καρκίνος των λεμφαδένων κυρίευε κάθε ελεύθερο πόντο του κορμιού του. Κι άλλος ένας παρακαλούσε, «Θέλω τους γονείς, την παιδική ηλικία που δεν είχα ποτέ», αγωνιώντας για τρία γράμματα που δεν μπορούσε να πεί­σει τον εαυτό του να τα ανοίξει. Μια φίλη δήλωσε, «Θέλω να μείνω για πάντα νέα», καθώς, γριά γυναίκα πια, δεν μπορούσε να παραιτηθεί από τον έμμονο έρωτά της για έναν άντρα τριανταπέντε χρόνια νεότερο.

Πιστεύω ότι το πρωταρχικό υλικό της ψυχοθεραπείας είναι πάντα αυτού του είδους η υπαρξιακή οδύνη - και όχι, όπως υποστηρίζεται συχνά, απωθημένες ενστικτικές ορμές κάποιων ατελώς θαμμένων υπολειμμάτων ενός τραγικού προσωπικού πα­ρελθόντος. Στην ψυχοθεραπεία που κάναμε με καθέναν απ’ αυτούς τους δέκα ασθενείς, η πρωτογενής κλινική υπόθεσή μου -μια υπόθεση πάνω στην οποία βάσισα την τεχνική μου- ήταν ότι η θεμελιώδης αγωνία ξεπηδά απ' τις απόπειρες κάθε ανθρώ­που, συνειδητές και ασυνείδητες, να χειριστεί τα σκληρά γεγο­νότα της ζωής, τα «δεδομένα» της ύπαρξης.

Ανακάλυψα ότι τέσσερα δεδομένα έχουν ιδιαίτερη συνάφεια με την ψυχοθεραπεία: Το αναπόφευκτο του θανάτου για όλους μας προσωπικά και γι’ αυτούς που αγαπάμε. Η ελευθερία να φτιάξουμε τη ζωή μας όπως τη θέλουμε. Η έσχατη μοναχικότητα μας. Και, τέλος, η απουσία οποιασδήποτε προφανούς ση­μασίας ή νοήματος στη ζωή. Όσο μελαγχολικά και να φαίνον­ται αυτά τα δεδομένα, εμπεριέχουν τους σπόρους της σοφίας και της λύτρωσης. Μ’ αυτές τις ιστορίες ελπί­ζω να δείξω ότι είναι δυνατόν ν' αντιμετωπίσουμε τις αλήθειες της ύπαρξης και να χαλιναγωγήσουμε την ισχύ τους προς όφε­λος της προσωπικής μας αλλαγής και ωρίμασης.

Αν όμως ο θάνατος είναι αναπόφευκτος, αν όλα τα επιτεύγμα­τά μας, ακόμα και ολόκληρο το ηλιακό μας σύστημα, πρόκειται μια μέρα να γίνουν σκόνη, αν ο κόσμος είναι σχετικός (δηλαδή αν τα πάντα μπορούσαν να ήταν κι αλλιώς), αν τα ανθρώπινα όντα πρέπει να κατασκευάσουν τον κόσμο και το ανθρώπινο πλάνο αυτού του κόσμου, τότε ποιο αιώνιο νόημα μπορεί να υπάρχει στη ζωή;

Το ερώτημα αυτό βασανίζει τους σύγχρονους ανθρώπους, άν­τρες και γυναίκες, και πολλοί στρέφονται στην ψυχοθεραπεία γιατί νιώθουν ότι η ζωή τους δεν έχει νόημα και σκοπό. Είμα­στε πλάσματα που αναζητούν ένα νόημα. Βιολογικά το νευρολογικό μας σύστημα είναι έτσι οργανωμένο, ώστε ο εγκέφαλος να κατατάσσει αυτόματα τα εισερχόμενα ερεθίσματα σε δομές. Το νόημα παρέχει επίσης μια αίσθηση ελέγχου: νιώθοντας αβοήθη­τοι και μπερδεμένοι μπροστά σε τυχαία, ασύνδετα συμβάντα, ζητάμε να τα βάλουμε σε τάξη και, κάνοντάς το, αποκτούμε μια αίσθηση ελέγχου πάνω τους. Ακόμα πιο σημαντικό είναι ότι το νόημα γεννάει αξίες, κι αυτές έναν κώδικα συμπεριφοράς: έτσι η απάντηση σε ερωτήματα που αφορούν το γιατί (Γιατί ζώ;) παρέχει μια απάντηση σε ερωτήματα που αφορούν το πώς (Πώς ζω;).

Σε αυτές τις ιστορίες λίγες είναι οι συζη­τήσεις που γίνονται ρητά γύρω απ’ το νόημα της ζωής. Η ανα­ζήτηση νοήματος, όπως και η αναζήτηση απόλαυσης, πρέπει να προκύπτει με τρόπο πλάγιο. To νόημα έρχεται ως αποτέλεσμα κάποιας ουσιαστικής δραστηριότητας: όσο πιο συγκεκριμένα το επιδιώκουμε, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να το ανακαλύψουμε. Τα λογικά ερωτήματα που μπορεί κάνεις να θέσει γύρω απ’ το νόη­μα θα είναι πάντα περισσότερα απ' τις απαντήσεις. Στην ψυχοθεραπεία, όπως και στη ζωή, η ύπαρξη νοήματος είναι πα­ραπροϊόν της συμμετοχής και της δέσμευσης, και σ’ αυτό πρέπει οι θεραπευτές να κατευθύνουν τις προσπάθειές τους - όχι ότι η συμμετοχή παρέχει τη λογική απάντηση σε ερωτήματα περί νοήματος, αλλά τα κάνει να χάνουν τη σπουδαιότητά τους.

Αυτό το υπαρξιακό δίλημμα –η αναζήτηση νοήματος και βεβαιότητας μέσα σ’ ένα σύμπαν που δε διαθέτει κανένα από τα δυο- έχει τεράστια σημασία για το επάγγελμα του ψυχοθεραπευτή. Στην καθημερινή τους εργασία οι θεραπευτές βιώνουν σημαντική αβεβαιότητα, αν έχουν την πρόθεση να δημιουργή­σουν αυθεντική σχέση με τους ασθενείς τους. Κατ' αρχάς, όταν ο ασθενής έρχεται αντιμέτωπος με αναπάντητα ερωτήματα, εκθέτει και τον θεραπευτή σ' αυτά τα ίδια ερωτήματα. Κι ο θερα­πευτής όμως πρέπει ν’ αναγνωρίσει, όπως χρειάστηκε να κάνω εγώ στο «Δύο χαμόγελα», ότι η εμπειρία του άλλου είναι, τελικά, απροσπέλαστα ιδιωτική και αμετάφραστη.

Πράγματι, η ικανότητα ν' αντέχεις την αβεβαιότητα είναι προαπαιτούμενη. Παρόλο που ο κόσμος ίσως πιστεύει ότι οι Θεραπευτές καθοδηγούν συστηματικά και με σίγουρο χέρι τούς ασθενείς τους μέσα από προβλέψιμα στάδια της θεραπείας προς έναν εκ των προτέρων γνωστό στόχο, αυτό σπάνια συμβαίνει: αντίθετα, όπως μαρτυρούν οι ιστορίες αυτές, οι θεραπευτές συχνά αμφιταλαντεύονται, αυτοσχεδιάζουν και αναζητούν στα τυφλά κάποια κατεύθυνση. Ο πανίσχυρος πειρα­σμός να κατακτήσεις, τη βεβαιότητα ασπαζόμενος ένα ιδεολογικό σύστημα και μια αυστηρή σχολή ψυχοθεραπείας είναι παραπλανητικός: μια τέτοια πίστη μπορεί να μπλοκάρει την αβέβαιη και αυθόρμητη συνεύρεση που είναι απαραίτητη για την αποτελεσματική θεραπεία.

Η συνεύρεση αυτή, η αληθινή καρδιά της ψυχοθεραπείας, είναι μια στοργική, βαθιά ανθρώπινη συνάντηση μεταξύ δύο προσώπων, που το ένα (συνήθως ο ασθενής, αν και όχι πάντα) αντιμετωπίζει μεγαλύτερες δυσκολίες απ' το άλλο. Οι θεραπευτές έχουν διπλό ρόλο: πρέπει και να παρατηρούν και να συμμετέχουν στη ζωή των ασθενών τους. Ως παρατηρητής, ο θεραπευτής πρέπει να είναι επαρκώς αντικειμενικός για να παρέ­χει την απαραίτητη βασική καθοδήγηση στον ασθενή. Ως συμμετέχων, μπαίνει στη ζωή του ασθενούς, επηρεάζεται και συχνά αλλάζει ο ίδιος από τη συνεύρεση αυτή.

Επιλέγοντας να μπω πλήρως μέσα στη ζωή του κάθε ενός, δεν εκτίθεμαι μόνο στα ίδια υπαρ­ξιακά ζητήματα που απασχολούν κι εκείνον, αλλά πρέπει και να είμαι προετοιμασμένος να τα εξετάσω με τους ίδιους ερευνητι­κούς κανόνες. Πρέπει να υποθέσω ότι το να γνωρίζεις είναι καλύτερο απ’ το να μη γνωρίζεις, το να δοκιμάζεις απ' το να μη δοκιμάζεις. Κι ότι η μαγεία και η ψευδαίσθηση, όσο πλούσιες κι αν είναι, όσο δελεαστικές, τελικά αποδυναμώνουν το ανθρώπινο πνεύμα. Παίρνω πάρα πολύ σοβαρά τα λόγια του Τόμας Χάρντυ: «Αν υπάρχει οδός προς το Καλύτερο, αυτή απαιτεί μια πλήρη θέα του Χειροτέρου».

Ο διπλός ρόλος ενός θεραπευτή ως παρατηρητή και ως συμ­μέτοχου είναι πολύ απαιτητικός, και σ’ αυτά τα περιστα­τικά μου γέννησε μερικά βασανιστικά ερωτήματα. Θά 'πρεπε, ας πούμε, να περιμένω από έναν, που μου ζητούσε να του φυλάξω τα ερωτικά του γράμματα, να επιλύσει προβλήμα­τα τα όποια εγώ απέφυγα να επιλύσω στη ζωή μου; Ήταν δυ­νατό να τον βοηθήσω να προχωρήσει πιο πέρα από εκεί που έφτασα εγώ; Θά ’πρεπε να θέσω δύσκολα υπαρξιακά ερωτήμα­τα σ’ έναν άνθρωπο που πέθαινε, σε μια χήρα, σε μια μητέρα που πενθούσε και σ’ έναν αγχωμένο συνταξιούχο που έβλεπε όνειρα για το πέρασμα στον άλλο κόσμο - ερωτήματα για τα οποία δεν έχω απαντήσεις; Θά ’πρεπε ν' αποκαλύψω την αδυναμία μου και τους περιορισμούς μου σε μια φίλη, της οποίας έβρισκα τόσο γοητευτική την άλλη, την εναλλακτική προσωπικότητα; Ήταν άραγε δυνατόν να δημιουργήσω μια ειλικρινή και στοργική σχέση με μια χοντρή κυρία που η εμφάνιση της με απωθούσε; Θά ’πρεπε, ανεμίζοντας το λάβαρο της διαφώτισης, ν' αφαιρέσω την ερωτική ψευδαίσθηση μιας ηλικιωμένης γυναί­κας που ήταν μεν παράλογη αλλά την έτρεφε και την παρηγο­ρούσε; Ή να επιβάλω έντονα τη δική μου θέληση σ’ έναν άν­θρωπο που, όντας ανίκανος να πράξει προς το συμφέρον του, αφηνόταν να τον τρομοκρατούν τρία κλειστά γράμματα;

Παρόλο που αυτές οι ιστορίες είναι γε­μάτες από τις λέξεις ασθενής και θεραπευτής, μην αφήνετε τους όρους αυτούς να σας παραπλανήσουν: είναι ιστορίες καθημε­ρινών ανδρών, καθημερινών γυναικών. Ο ρόλος του ασθενούς μας αφορά όλους. Η χρήση αυτής της ταμπέλας είναι πολύ αυθαίρετη και συχνά εξαρτάται περισσότερο από πολιτισμικούς, εκ­παιδευτικούς και οικονομικούς παράγοντες παρά από τη σοβα­ρότητα της παθολογίας. Αφού οι θεραπευτές πρέπει να έρθουν κι εκείνοι, όπως οι ασθενείς τους, αντιμέτωποι μ' αυτά τα δεδομένα της ύπαρξης, η επαγγελματική στάση της αμέτοχης αντικειμενικότητας, που είναι τόσο απαραίτητη στην επιστημονική μέθοδο, εδώ είναι ακατάλληλη. Εμείς δεν μπορούμε να κουνάμε το κεφάλι μας με συμπόνια και να προ­τρέπουμε τους ασθενείς μας να παλέψουν αποφασιστικά με τα προβλήματά τους. Δεν μπορούμε να τους λέμε εσείς και τα προβλήματα σας. Αντίθετα, πρέπει να μιλάμε για μας και τα προβλήματά μας, γιατί η ζωή μας, η ύπαρξη μας, θα είναι πάντα στενά συνδεδεμένη με τον θάνατο, ο έρωτας με την απώλεια, η ελευθερία με τον φόβο και το μεγάλωμα με τον αποχωρισμό. Είμαστε όλοι μαζί σ’ αυτό.

Μια ανοσολογική θεωρία για την ευτυχία

Όλα τα ευρήματα είναι συνεπή με μια ανοσολογική θεωρία για την ανθρώπινη ευτυχία, σύμφωνα με την οποία ένα ρυθμισμένο με ακρίβεια ανοσοποιητικό σύστημα που λειτουργεί σε πλήρη απόδοση χαρίζει στο άτομο ένα αίσθημα βαθιάς απόλαυσης.

Ακόμη και η αποστροφή που προκαλούν παράγοντες όπως η έλλειψη τροφής (πείνα) ή νερού (δίψα) πρέπει να αποδοθεί, τουλάχιστον εν μέρει, στην αρνητική επίδρασή τους στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. Αν δεχθούμε ότι ο εγκέφαλος εποπτεύει το εξωτερικό περιβάλλον και δρα προσπαθώντας να μεγιστοποιήσει την εγκλείουσα αρμοστικότητα του ατόμου με το να αυξάνει την ευτυχία του, τότε αναμφίβολα το ίδιο πρέπει να ισχύει και όταν εποπτεύει το εσωτερικό περιβάλλον.

Σύμφωνα με αυτή την άποψη, η λειτουργία του εγκεφάλου διχάζεται ανάμεσα σε εξωκατευθυνόμενες και εσωκατευθυνό-μενες δραστηριότητες. Στο εξωτερικό περιβάλλον, πολλά στοιχεία παραμένουν στάσιμα και προβλέψιμα —οι διαστάσεις της κρεβατοκάμαράς μας, η παρουσία τροφίμων στο ψυγείο μας, ο δρόμος που ακολουθούμε καθημερινά για τη δουλειά μας κ.ο.κ. Το εξωτερικό περιβάλλον, βέβαια, χαρακτηρίζεται και από έντονη ποικιλομορφία: εμφανίζεται ξαφνικά ένας θηρευτής, ανακαλύπτουμε μια πηγή τροφής, μας παρουσιάζεται μια ευκαιρία να ζευγαρώσουμε, συναντάμε μια λακκούβα στον δρόμο. Είμαστε προγραμματισμένοι να αντιδρούμε κατάλληλα σε καθένα από τα ενδεχόμενα αυτά. Διαθέτουμε ένα εσωτερικό σύστημα ανταμοιβών και ποινών, το οποίο κατευθύνει αποτελεσματικά τις επιλογές μας.

Ας δούμε τώρα τι συμβαίνει στο εσωτερικό περιβάλλον. Ο εγκέφαλος εποπτεύει το εσωτερικό περιβάλλον και διακρίνει πολλά σταθερά στοιχεία —χέρια και πόδια που εκτείνονται μακριά από τον κορμό, ένα εκτενές δίκτυο αγγείων μέσα στο οποίο κυκλοφορούν κάθε λογής χημικές ουσίες, μεταξύ των οποίων και εκείνες που παράγει ο ίδιος ο εγκέφαλος για να ρυθμίσει τη χημική δραστηριότητα του οργανισμού κ.ο.κ. Αλλά στο ίδιο περιβάλλον ζουν εκατοντάδες ή ακόμη και χιλιάδες είδη παρασίτων, απέναντι στα οποία ο οργανισμός πρέπει να αναπτύξει αποτελεσματικά μέσα άμυνας. Στο εγχείρημα αυτό, κρίσιμο ρόλο παίζει η σωστή πληροφόρηση. Λόγου χάριν, μπορεί ο εγκέφαλος να λάβει μήνυμα ότι έχει αρχίσει να αναπτύσσεται μια επικίνδυνη λοίμωξη στην κατώτερη κοιλιακή χώρα, αλλά να μην αντιληφθεί ότι η πηγή της μολυσματικής επίθεσης είναι ένας πυρήνας παρασιτικών κυττάρων που έχει εγκατασταθεί στο μεγάλο δάκτυλο του δεξιού ποδιού.

Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι δεν έχουμε επίγνωση καμίας από τις διεργασίες αυτές. Παραδόξως, ενώ έχουμε πλήρη συνείδηση των αλληλεπιδράσεών μας με το εξωτερικό περιβάλλον, δεν έχουμε καμία συνείδηση των αλληλεπιδράσεων που λαμβάνουν χώρα εντός μας. Γιατί συμβαίνει αυτό; Δίχως άλλο, δεν είναι απαραίτητο να περνούν από τον συνειδητό νου όλα τα μηνύματα που λαμβάνουμε· ωστόσο, δεν παύει να γεννά απορίες η άγνοια που διατηρούμε όσον αφορά τις αλληλεπιδράσεις μας με τα παράσιτα. Γιατί, φέρ’ ειπείν, δυσκολευόμαστε τόσο να αντιληφθούμε τη βαθύτερη σημασία της κατάπτωσης που νιώθουμε όταν αρρωσταίνουμε; Γιατί είναι τόσο δύσκολο να συνειδητοποιήσουμε ότι ο ύπνος αποτελεί την καλύτερη οδό προς την ταχεία ανάρρωση;

Η ανοσιακή λειτουργία αναμένεται να συσχετίζεται ισχυρά με σημαντικές παραμέτρους της εγκλείουσας αρμοστικότητας (κατ’ ουσίαν, της αναπαραγωγικής επιτυχίας) του ατόμου, όπως ο χρόνος επιβίωσης, η γονιμότητα, η σωματική ελκυστικότητα κ.ο.κ. Εντούτοις, παρά την προφανή σημασία του, το ζήτημα αυτό δεν έχει διερευνηθεί παρά ελάχιστα. Όλες οι σχετικές έρευνες έχουν πραγματοποιηθεί σε πτηνά. Εκεί, το γενικό μοτίβο είναι ξεκάθαρο. Η ένταση της ανοσιακής απόκρισης κατά διάφορων μολυσματικών παραγόντων συναρτάται θετικά με τον χρόνο επιβίωσης των πτηνών, τόσο στο φυσικό όσο και στο εργαστηριακό περιβάλλον. Μάλιστα, από όλες τις παραμέτρους που επηρεάζουν την επιβίωση, η ανοσιακή λειτουργία φαίνεται να είναι η σημαντικότερη. Από το συνολικό εύρος διακύμανσης του χρόνου επιβίωσης των μελών ενός πληθυσμού πτηνών, το 18% αποδίδεται σε διαφορές των ατόμων ως προς την ανοσιακή λειτουργία. Η αμέσως σημαντικότερη παράμετρος, ο βαθμός σωματικής συμμετρίας, λογίζεται υπεύθυνη μόλις για το 6% της συνολικής διακύμανσης του χρόνου επιβίωσης.

Πώς σχετίζεται η ανοσιακή λειτουργία με την αισιοδοξία; Όπως έχουν δείξει διάφορες μελέτες, η αισιόδοξη θεώρηση της ζωής συναρτάται θετικά με την ποιότητα της υγείας, την ανοσιακή λειτουργία και τον χρόνο επιβίωσης. Σε μια πρόσφατη μελέτη σε φοιτητές νομικής, κατά τη διάρκεια του διδακτικού έτους μετρήθηκαν πέντε φορές το αίσθημα αισιοδοξίας των φοιτητών ως προς την πρόοδο των σπουδών τους και ένας σημαντικός ανοσιακός δείκτης στο αίμα τους. Όπως αποδείχθηκε, η αύξηση του αισθήματος αισιοδοξίας κατά τη διάρκεια του έτους συνδεόταν με τη βελτίωση της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος. Ωστόσο, στη σύγκριση των διαφόρων φοιτητών μεταξύ τους, η υποτιθέμενη θετική συσχέτιση ανάμεσα στο αίσθημα αισιοδοξίας και στην ανοσιακή λειτουργία δεν επιβεβαιώθηκε- με άλλα λόγια, οι αισιόδοξοι φοιτητές δεν είχαν, κατά μέσον όρο, ισχυρότερο ανοσοποιητικό σύστημα. Όσο και αν οι ψυχολόγοι υποστηρίζουν σχεδόν καθολικά ότι η ψυχική διάθεση επηρεάζει το ανοσοποιητικό σύστημα, φαντάζει εξίσου εύλογο να ισχύει το αντίστροφο. Όταν το ανοσοποιητικό μας σύστημα λειτουργεί σε πλήρη απόδοση, αναμένεται να έχουμε θετική, αισιόδοξη διάθεση.

Οι αιτιακές σχέσεις είναι αμφίδρομες· μάλιστα, μοιάζει σχεδόν αδύνατον μια μεταβολή στο ένα σύστημα να μην επηρεάσει το άλλο. Για λόγους που δεν είναι πάντοτε προφανείς, η αυτοεξαπάτηση έχει σημαντικές ανοσιακές συνέπειες, κατά κανόνα μειώνοντας, αλλά ενίοτε ενισχύοντας, τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.

Το όλο πεδίο βρίσκεται στα σπάργανα. Έχουν γίνει μεν ορισμένες ενδιαφέρουσες ανακαλύψεις, αλλά απομένουν πολύ περισσότερες. Ποιες ανοσιακές επιδράσεις συσχετίζονται άραγε με ποιους βαθμούς συγκάλυψης των πληροφοριών; Ποιες χημικές ουσίες είναι κοινές στον εγκέφαλο και στο ανοσοποιητικό σύστημα, οδηγώντας σε σημαντικά αντισταθμίσματα μεταξύ των δύο συστημάτων; Και ποια καίρια ερωτήματα δεν μας έχουν περάσει καν από τον νου;

Οι ήρωες ως «αρχέτυπα» στην αρχαία Ελλάδα

Οι ήρωες για τους αρχαίους Έλληνες σηματοδοτούσαν την ικανότητα «υπέρβασης» και «εξύψωσης του ανθρώπου», καθώς ως «ημίθεοι» αποτελούσαν τον σύνδεσμο ανάμεσα στους Θεούς και τους ανθρώπους. Ήταν οι λίγοι, «εκλεκτοί», οι οποίοι ακολουθούσαν την δύσκολη «ατραπό». Μία «ατραπό», η οποία προϋπέθετε να υπερβούν τα ανθρώπινα. Ήταν αυτοί που «αναλάμβαναν» να θυσιαστούν για το κοινωνικό σύνολο, ώστε να ευημερεί η κοινωνία.

Θυσίαζαν το «εγώ», για το «εμείς», παρότι και αυτοί ήταν αναγκαστικά υποταγμένοι στο πεπρωμένο και στα «τερτίπια» των Θεών. Μέσα από τους άθλους και την τραγικότητα της πορείας τους, υπήρξαν οι «λυτρωτές» της ανθρωπότητας.

Μέσα από τις «συμβολικές» δοκιμασίες που έπρεπε να ξεπεράσουν, έβγαιναν τελικά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θριαμβευτές, αφήνοντας παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές, την προσωπική θυσία, την λαχτάρα του θνητού ανθρώπου για αθανασία, την αναζήτηση της Θεϊκής μας υπόστασης, την αναζήτηση εν τέλη του αληθινού προορισμού της ψυχής...

Σε ένα τέτοιο ηρωικό πλαίσιο, ο πολιτισμός που περιγράφει ο Όμηρος αποθεώνει την τιμή και τη δημόσια εκτίμηση. «Το υψηλότερο αγαθό για τον Ομηρικό άνθρωπο», γράφει ο Dodds, «δεν είναι ο φόβος προς το θεό», αλλά ο σεβασμός σε αξίες όπως είναι η αιδώς και η δικαιοσύνη, δεν είναι τυχαίο ότι ο Αχιλλέας στον καβγά του με τον Αγαμέμνονα λέει: «ἀλλά σοί, ὦ μέγ΄ ἀναιδές» . Ο Αχιλλέας φέρεται με το δέοντα σεβασμό σε όλους εκτός από τον Αγαμέμνονα , ο οποίος δε σέβεται ούτε τον ιερέα του Απόλλωνα.

Οι περισσότεροι ομηρικοί ήρωες είναι πρότυπα ηθικής, ευγένειας, ευαισθησίας και ως «παραδειγματικές αχρονικές μορφές» μπορούν να μπολιάσουν με αξίες το σύγχρονο αναγνώστη των ομηρικών επών.

Το ταξίδι της σταγόνας. Πλωτίνος και Πορφύριος

Είσαι η σταγόνα της βροχής, που έχεις ήδη ξεκινήσει το ταξίδι σου προς τη γη. Χαίρεσαι, λυπάσαι, πονάς, ελπίζεις, φοβάσαι. Ο τελικός προορισμός σου, αυτός που δεν μπορείς να αποφύγεις, είναι η ένωσή σου με τον ωκεανό. Από εκεί προήλθες, έγινες σύννεφο, σταγόνα βροχής, και εκεί θα καταλήξεις.

Όλες οι σταγόνες της βροχής φτάνουν στον ίδιο ωκεανό. Τα ονόματα μπορεί να αλλάζουν, αλλά ο ωκεανός είναι ένας. Όταν αγγίξεις το αληθινό φως, όταν νοιώσεις ότι εσύ και ο ωκεανός είστε ένα, εσωτερικά θα νοιώσεις την ανάγκη να μοιραστείς την προσωπική σου εμπειρία.

Με βάση τα παραπάνω ακολουθεί ένας πρωτότυπος σύγχρονος διάλογος, όπως θα μπορούσε ίσως να είχε γίνει μεταξύ του φιλοσόφου Πλωτίνου και του μαθητή του Πορφυρίου:

Πλωτίνος: Ἄκουσέ με, Πορφύριε. Θεωρούμε τη μεταμόρφωση της σταγόνας της βροχής ως παράδειγμα της ψυχής. Όπως η σταγόνα, που ξεκινά από τον απέραντο ωκεανό, γίνεται σύννεφο και τελικά πέφτει στη γη για να ξαναενωθεί με τα νερά απ’ όπου προήλθε, έτσι και η ψυχή πηγάζει από το Ένα, ταξιδεύει στον κόσμο του σώματος και στο τέλος επιστρέφει στην ενότητα με το Ένα.

Πορφύριος: Δάσκαλε, πώς νιώθει η σταγόνα πριν πέσει; Χαρά, λύπη, φόβο, ελπίδα;

Πλωτίνος: Ακριβώς. Η σταγόνα —όπως και η ψυχή— χαίρεται στην προοπτική της πτώσης, λυπάται που απομακρύνεται από το σύννεφο, φοβάται την άβυσσο της πτώσης, και ελπίζει στην ένωση με το φως και τα νερά του ωκεανού.

Πορφύριος: Πώς συνδέεται αυτό με την ανθρώπινη ζωή;

Πλωτίνος: Καθημερινά βρισκόμαστε παγιδευμένοι στις ανάγκες και τις επιθυμίες μας· όπως οι αλμυρές σταγόνες που γεμίζουν από επιθυμία, δάκρυα και γέλια· προσδοκούμε να μην συντριβούμε, αλλά ταυτόχρονα ψάχνουμε το φως της γνώσης και ποθούμε την αλήθεια.

Πορφύριος: Άρα κάθε σταγόνα είναι εικόνα της ψυχής: πονούσα από τη μελαγχολία, χαρούμενη από την ελπίδα, φοβισμένη από την απώλεια, και ελπιδοφόρα για την ένωση.

Πλωτίνος: Ακριβώς. Κάθε ένας από εμάς καλείται σε ένα εσωτερικό ταξίδι, με τελικό στόχο να συνειδητοποιήσει πως «δεν είμαι μια ανεξάρτητη σταγόνα· υπάρχω μέσα στον ωκεανό».

Πορφύριος: Όπως η σταγόνα δεν καταστρέφεται από την πτώση αλλά ξεφαντώνει στην ένωση με τη θάλασσα, έτσι και η ψυχή πρέπει να ανοίξει τις πύλες των αρετών της για να επανενωθεί με το Πάν;

Πλωτίνος: Σωστά. Δεν χρειάζεται να φτάσουμε κάπου διαφορετικά· είμαστε ήδη στην ένωση. Χρειάζεται μόνο να αφαιρέσουμε τα εμπόδια, όπως η σταγόνα διαπερνά το ατμοσφαιρικό πέπλο για να πέσει στη θάλασσα.

Πορφύριος: Τι μένει λοιπόν, δάσκαλε;

Πλωτίνος: Να αποβάλλεις τα περιττά, να καλλιεργήσεις καθαρή σκέψη και να μην φοβάσαι την πτώση· γιατί η πτώση είναι η ένωση.

Πορφύριος: Σε ευχαριστώ, δάσκαλε .Η σταγόνα όντως υμνεί με μεγαλοπρέπεια την αλήθεια.

Υπατία και Ολύμπιος: Ένας Διάλογος για τον Λαβύρινθο και την Αυτογνωσία.

Πρόλογος: Ποια ήταν η Υπατία.

Η Υπατία (περ. 355–415 μ.Χ.) υπήρξε μία από τις λαμπρότερες μορφές της ύστερης αρχαιότητας. Κόρη του μαθηματικού Θέωνα από την Αλεξάνδρεια, αναδείχθηκε σε εξέχουσα φιλόσοφο, μαθηματικό και αστρονόμο της Νεοπλατωνικής Σχολής της Αλεξάνδρειας. Η διδασκαλία της συνδύαζε τα μαθηματικά, τη φιλοσοφία, τη μεταφυσική και τη μυσταγωγία.

Η Υπατία αποτελούσε σύνδεσμο μεταξύ της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας και των εσωτερικών μυητικών παραδόσεων. Έγινε σύμβολο της σοφίας και του ελεύθερου στοχασμού σε μια εποχή μετάβασης και σύγκρουσης μεταξύ παγανισμού και Χριστιανισμού.

Μεταξύ των μαθητών της ήταν ο Συνέσιος ο Κυρηναίος, μετέπειτα Μητροπολίτης Πενταπόλεως, οι αδερφοί του Ευτρόπιος και Αλέξανδρος, ο Αλεξανδρινός σοφιστής Αθανάσιος, ο Ερκουλιανός, στενός φίλος του Συνέσιου, ο Ολύμπιος, πλούσιος γαιοκτήμονας από τη Σελεύκεια, ο Ησύχιος, κυβερνήτης της Άνω Λιβύης, και ο Θεοδόσιος, ένας γραμματικός που έγραψε κανόνες για ρήματα και ουσιαστικά.

Σημείωση: Ο παρακάτω διάλογος είναι υποθετικός και πρωτότυπος, εμπνευσμένος από τον νεοπλατωνικό στοχασμό.

- Υπατία: Λαβύρινθος, ένα αρχετυπικό σύμβολο αυτοανακάλυψης, Ολύμπιε. Μα πριν αναζητήσουμε τις κρυμμένες ατραπούς του, ας εξετάσουμε τι είναι το Σύμβολο.

- Ολύμπιος: Υπατία, συχνά μιλάτε για σύμβολα. Τι εννοείτε ακριβώς;

- Υπατία: Η λέξη "σύμβολο" προέρχεται από το ρήμα συμβάλλω — φέρνω μαζί. Το σύμβολο είναι ο αγγελιοφόρος μεταξύ των επιπέδων της συνείδησης, η γέφυρα ανάμεσα στο αισθητό και το νοητό. Όπως θα έλεγε και ο Πλωτίνος, είναι η προβολή του αρχετύπου μέσα στον κόσμο των μορφών.

- Ολύμπιος: Υπατία, πώς συνδέεται ο Λαβύρινθος με τον εσωτερικό μας κόσμο;

- Υπατία: Ο Λαβύρινθος, σύμβολο των ζωωδών ενστίκτων του Μινώταυρου, μας καλεί σε εσωτερική κάθοδο: ταξίδι αυτογνωσίας, μάχη με τις παρορμήσεις και τις σκιές μας. Δεν είναι τυχαίο που χρησιμοποιούνταν στις μυητικές μας τελετές, ως πέρασμα από τον θάνατο του παλαιού εαυτού στη γέννηση ενός νέου.

- Ολύμπιος: Γιατί, λοιπόν, ο Λαβύρινθος έχει καταγραφεί σε τόσους πολιτισμούς, ανεξάρτητα από χρόνο και τόπο;

- Υπατία: Διότι η πορεία του ανθρώπου στον κόσμο και μέσα στον εαυτό του είναι πάντοτε "δαιδαλώδης". Στο επίπεδο των μορφών, ο Λαβύρινθος μπορεί να είναι ένα μονοπάτι, ένας χορός, μια σπηλιά ή κρύπτη — τόποι σκοτεινοί, υπόγειοι, όπου κάθε στροφή μπορεί να σε οδηγήσει σε αδιέξοδο.

- Ολύμπιος: Ποια η δύναμή του Λαβυρίνθου;

- Υπατία: Το σύμβολο του Λαβύρινθου αντηχεί εντός μας. Είναι το μονοπάτι προς το κέντρο του εαυτού. Εμφανίζεται ως χορός, ως σπήλαιο, ως υπόγεια διαδρομή.

Ολύμπιος: Είναι, λοιπόν, ο Λαβύρινθος ένας "κοσμικός χορός";

- Υπατία: Ακριβώς. Στο μακρόκοσμο των ουράνιων σωμάτων—στο ελικοειδές σχήμα του Γαλαξία—βλέπουμε ένα δαιδαλώδη και μυστηριώδη κόσμο, ανάλογο με τη δομή του Λαβύρινθου στη γη, όπου ο άνθρωπος σήκωνε το βλέμμα από τα προϊστορικά χρόνια για να τον ερμηνεύσει.

- Ολύμπιος: Κάποια στιγμή μας είχες πει πως ο λαβυρινθικός χορός συνδέεται με τον Θησέα;

- Υπατία: Ναι. Όταν ο Θησέας νίκησε τον Μινώταυρο, δεν αφηγήθηκε την έξοδό του· χόρεψε ελιγμούς που μιμούνταν τη διαδρομή του στον λαβύρινθο, κρατώντας τον μίτο της Αριάδνης. Είναι μια μυσταγωγική μετάδοση της εμπειρίας μέσω κινήσεων και όχι λόγων.

- Ολύμπιος: Το ταξίδι του Θησέα, σχετίζεται με την αυτογνωσία;

- Υπατία: Φυσικά. Ο Μινώταυρος αλληγορεί τους φόβους, τα πάθη τα ένστικτα, ο λαβύρινθος το ασυνείδητο, ο μίτος η ενόραση. Όπως στην Πολιτεία του Πλάτωνα, όπου οι σκιές του σπηλαίου κρύβουν την αλήθεια, έτσι και εδώ το φως βρίσκεται στην έξοδο — μετά τη μάχη.

- Ολύμπιος: Συμπερασματικά, τι μας διδάσκει ο Λαβύρινθος ως σύμβολο;

- Υπατία: Ότι δεν υπάρχει πιο δημιουργικό ταξίδι από το να πορευθούμε προς το κέντρο της ύπαρξής μας. Ο λαβύρινθος μας ζητά να χαθούμε για να βρούμε. Αφορά ένα σύμβολο του φόβου, αλλά και της επιθυμίας. — ο δρόμος που φοβόμαστε, είναι ο ίδιος που οδηγεί στην ολοκλήρωση.

- Ολύμπιος: Άρα συνδέεται άρρηκτα ο Λαβύρινθος με τον εσωτερικό μας κόσμο;

- Υπατία: Σίγουρα, διότι, αυτό που βρίσκεται κάτω είναι όμοιο με το επάνω. Ο Λαβύρινθος, σύμβολο των ζωωδών ενστίκτων (του Μινώταυρου), μας καλεί σε εσωτερική κάθοδο: ταξίδι αυτογνωσίας, μάχη με τους "δαίμονες' και τις 'παρορμήσεις" μας.

- Ολύμπιος: Τώρα που το σκέφτομαι Υπατία, νομίζω πως κάπου είχα ακούσει πως υπάρχει μια οπτική ομοιότητα των πτυχώσεων του εγκεφάλου, με τους διαδρόμους του λαβύρινθου.

- Υπατία: Και όχι τυχαία. Ο νους είναι ένας άλλος λαβύρινθος. Ο ερευνητής της ψυχής χρειάζεται πνευματικό μίτο για να μη χαθεί.

- Ολύμπιος: Υπατία, πώς να σταθώ μπροστά στον Μινώταυρό και να τον νικήσω όπως ο Θησεάς;

- Υπατία: Όπως ο Θησέας: ενωμένοι με την αγνότητα της ψυχής, κρατώντας το νήμα της Αριάδνης—του αέναου δρόμου της ψυχής—οδηγούμαστε ξανά στο φως πιο δυνατοί και επιβεβαιωμένοι. Και με αρετή, Ολύμπιε. Όπως διδάσκει ο Πλωτίνος, η επιστροφή στο Ένα προϋποθέτει κάθαρση της ψυχής. Μόνο όποιος σταθεί γυμνός απέναντι στο σκοτάδι του, φτάνει στο φως.

- Ολύμπιος: Και τότε; Θα γνωρίσω τον εαυτό μου;

- Υπατία: Ναι, και κάτι πέρα απ’ αυτόν. Διότι ο εαυτός είναι ο λαβύρινθος, αλλά και το Κέντρο. Εκεί όπου όλα είναι Ένα.

Επίλογος.

Καθώς κλείνει ο διάλογός μας, η Υπατία και ο Ολύμπιος καταλήγουν ότι ο λαβύρινθος δεν είναι απλώς φορέας αρχαίων μύθων ή αρχιτεκτονικών θαυμάτων, αλλά ενεργό σύμβολο της ανθρώπινης πορείας προς την αυτογνωσία. Μας καλεί να γίνουμε ήρωες της προσωπικής μας ιστορίας, να ακολουθήσουμε τον αόρατο μίτο μέσα από τον σκοτεινό θάλαμο της ύπαρξης προς το φως της συνειδητότητας.

Όπως είχε πει και ο Θεόφραστος: «Μηδέν ἄγαν» – ο λαβύρινθος μπορεί να βρίσκεται μέσα μας, αλλά το κέντρο του είναι η ψυχή μας, που επιζητεί το μέτρο και τη σοφία. Έτσι, ο λαβύρινθος γίνεται οδοδείκτης της πνευματικής ανόδου και της ενότητας μόνου με το Παν.

Ο διάλογος της Υπατίας και του Ολυμπίου δείχνει πως ο λαβύρινθος δεν είναι απλώς δομή ή μύθος, αλλά αρχέτυπο βαθιά ριζωμένο στον ψυχισμό μας. Από τους Αγυπτιακούς τάφους και τους Μινωικούς πέλεκεις έως τον Θησέα, τον Πλάτωνα και τον Jung, λειτουργεί ως συμβολικός χάρτης της μεταμόρφωσης. Είναι η καθοδική πορεία στον εσωτερικό κόσμο, η πάλη με τις εσωτερικές μορφές και η άνοδος προς την επίγνωση.

Ίσως, όπως σημειώνει και ο Kern στο έργο του Through the Labyrinth, ο πιο σύντομος δρόμος προς το φως δεν είναι ευθύς, αλλά σπειροειδής — γεμάτος στροφές, αλλά πάντα κατευθυνόμενος προς το Κέντρο.

Ο Ναός που περιστρέφεται και ο Ναός που δονείται

Το Ιερό του Απόλλωνα στην Ηλεία, αλλά και ο Δελφικός Ναός κρύβουν σύμφωνα με τους ερευνητές, κάποια αναπάντεχα μυστικά.

Οι αρχαίοι Ελληνικοί Ναοί δεν ήταν τυχαία αρχιτεκτονήματα. Σίγουρα, δεν κατασκευάστηκαν μόνο για να στεγάσουν τη αρχαία λατρεία, αλλά και για να αποτυπώσουν την αρμονία του Σύμπαντος. Μέσα τους είναι εγγεγραμμένη η βαθιά γνώση που συνδέει τη Γη με τον Ουράνιο θόλο, τον άνθρωπο με το Άπειρο. Ο Ναός του Επικούρειου Απόλλωνα στις Βάσσες Ηλείας κρατά επίσης, κάποια αναπάντεχα μυστικά βαθιά κρυμμένα. Κυριολεκτικά βαθιά στα θεμέλια του. Αυτά που οι κλασσικά σκεπτόμενοι επιστήμονες χαρακτήρισαν <<σαθρά>> δίχως να καταλάβουν το <<μυστικό>> που κρύβεται εκεί.

Οι πρώτες περίεργες ενδείξεις προέκυψαν από σχετική έρευνα του αρχαιολόγου Cooper, ο οποίος το 1972 έκανε κάποιες τομές στα θεμέλια του Ναού. Αυτό που ανακάλυψε είναι πως ολόκληρο το οικοδόμημα στηρίζεται πάνω σε μία ασυνήθιστη υπόγεια βάση. Στην ανατολική πλευρά του του Ναού υπάρχει σε βάθος δύο μέτρων, ένα στρώμα προσεκτικά λαξευμένου βράχου, με κλίση προς το Νότο. Πρόκειται για ένα κεκλιμένο επίπεδο, δηλαδή. Στη νότια πλευρά όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Εκεί ο Ναός <<κάθεται>> πάνω σε φερτά υλικά, σε αναρρίμματα και συγκεκριμένα σε ένα στρώμα από κιτρινωπό πηλώδες χώμα και βότσαλα θαλάσσης. Το αποτέλεσμα; Ολόκληρος ο Ναός <<γλιστράει και περιστρέφεται αργά γύρω από έναν κατακόρυφο άξονα στην Νοτιοανατολική γωνία του. Για να διευκολυνθεί αυτή η περιστροφή και να αποσβένονται οι κραδασμοί, ολόκληρη η βάση του Ναού είναι κατασκευασμένη από αλλεπάλληλα στρώματα πλακών που συνδέονται μεταξύ τους με μεταλλικούς συνδετήρες γύρω από τους οποίους έχει χυθεί μόλυβδος.

Παρόμοιες συνδέσεις έχουν παρατηρηθεί και στο δάπεδο του Ναού της Προναίας Αθηνάς στους Δελφούς, στο μυστηριώδες κτίσμα που είναι γνωστό με το όνομα <<θόλος>>. Γιατί όμως,να έχει κατασκευαστεί έτσι ο Ναός του Απόλλωνα στις Βάσσες; Σίγουρα δεν είναι τυχαίο συμβάν, αλλά ούτε και κατασκευαστική αβλεψία. Κατά την άποψη του Γυμνασιάρχη-Μαθηματικού Στέλιου Πετράκη, ο Ναός γλιστράει και περιστρέφεται, όπως διαπιστώνουν οι αρχαιολόγοι, όχι τυχαία, αλλά σκόπιμα. Πρόκειται για ένα προσεκτικά προμελετημένο επίτευγμα των αρχαίων κατασκευαστών του. Η ιδιότυπη βάση του Ναού κατασκευάστηκε αφού προηγουμένως υπολογίστηκαν πολύ προσεκτικά το βάρος του και η γωνία στροφής του, έτσι ώστε μέσα σε ένα χρόνο <<μετακινείται>> κατά 50 πρώτα και 2 δεύτερα της μοίρας. Εδώ είναι που αρχίζουν οι εντυπωσιακές θεωρίες, γιατί τα 50΄ και 2΄΄ της μοίρας είναι ετήσιας μετάπτωσης των Ισημεριών!

Το αποτέλεσμα είναι η <<ολίσθηση>> προς τα πίσω του Βόρειου Πόλου του Ουρανού. Αυτή τη μεταβολή την είχαν υπολογίσει ακριβώς οι αρχαίοι κατασκευαστές του Ναού και γι’αυτόν το λόγο είχαν διαμορφώσει έτσι τα θεμέλια του, ώστε να μπορεί να περιστρέφεται και να παρακολουθεί στο πέρασμα των αιώνων τη μετάπτωση των Ισημεριών. Αυτή την άποψη την υποστηρίζει ένθερμα ο Στέλιος Πετράκης, ο οποίος έχει υποβάλει και σχετική μελέτη στη Μαθηματική Εταιρεία Πατρών. Σύμφωνα με τους μαθηματικούς και αστρονομικούς υπολογισμούς του, λοιπόν, ολόκληρος ο Ναός περιστρέφεται συμπεριφερόμενος σαν μια <<συσκευή>> παρατήρησης του Ουράνιου θόλου και συντονισμού της με το Βορρά, τον Πολικό Αστέρα.

Την εποχή που χτίστηκε ο Ναός του Επικούρειου Απόλλωνα, ο Πολικός Αστέρας ήταν ο Α΄ του Αστερισμού του Δράκοντα. Στο διάστημα των χιλιετιών που κύλησαν και λόγω της μετάπτωσης των Ισημεριών, που αναφέραμε, τη θέση του Πολικού Αστέρα κατέλαβε ο Α΄ της Μικρής Άρκτου.

<<Σκέφτηκα>> αναφέρει ο Στέλιος Πετράκης <<πως αν η θεωρία μου για τη λειτουργία του Ναού και ως συσκευής παρατήρησης του Ουράνιου θόλου είναι σωστή τότε θα έπρεπε να έχουμε ακόμα και σήμερα τις αποδείξεις για την εναρμόνιση του με την ουράνια γεωμετρία. Ο άξονας του, όπως διαγράφεται από τον προσανατολισμό του και από τις πλάκες του δαπέδου, είναι στραμμένος προς τον Ουράνιο Βορρά. Πριν από 2.400 χρόνια έδειχνε τον Α΄ του Δράκοντα. Σήμερα θα έπρεπε να <<δείχνει>> τον Α΄ της Μικρής Άρκτου>> Και έτσι είναι. <<Διαπίστωσα ιδίοις όμμασι το φαινόμενο, στις 2 Αυγούστου του 1972>>, αναφέρει ο Στέλιος Πετράκης και εξηγεί: <<Περίμενα υπομονετικά να νυχτώσει, έχοντας σταθεί πίσω από τον κυκλικό βωμό που βρίσκεται στο εσωτερικό του Ναού. Όταν τα αστέρια εμφανίστηκαν είδα πως προεκτείνοντας νοερά τις δύο βόρειες μεσαίες κολόνες προς τον ουρανό συναντούσα ανάμεσά τους, στο κέντρο ακριβώς, τον Ισημερινό Πολικό Αστέρα, τον Α΄ της Μικράς Άρκτου>>

Για πολλούς συντηρητικά σκεπτόμενους, ενδεχόμενα σαν και αυτό της τεχνητής ολίσθησης του Ναού είναι απίστευτα, ωστόσο οι μαθηματικοί και αστρονομικοί υπολογισμοί τα αποδεικνύουν υπενθυμίζοντας μας πως καμιά φορά ο πολύς ορθολογισμός ή και η επιστημονική αλαζονεία μπορεί να αποκλείσουν εκδοχές που, ενώ δείχνουν απίστευτες, είναι ίσως οι πραγματικές.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΠΕΤΡΑΚΗ: “ΕΡΕΥΝΩ ΒΡΙΣΚΩ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ”

Ο συγγραφέας παρουσιάζει μία θεωρία για τον Ναό του Επικουρείου Απόλλωνος και προκαλεί για την επιβεβαίωσή της.

Ο Κύριος Στυλιανός Πετράκης υποστηρίζει πως ο Ναός κατασκευάστηκε κατά τέτοιον τρόπο διαμορφώθηκε-λαξεύτηκε σε κεκλιμένο βράχο, όπου τοποθετήθηκαν από τους αρχαίους τεχνίτες του, ένα στρώμα αργίλου, ένα στρώμα με βότσαλα θαλάσσης, ούτως ώστε να τεθεί η βάση του Ναού επάνω από αυτή την διαστρωμάτωση. Ώστε να περιστρέφεται περί του άξονά του και να ακολουθεί την μετάπτωση των Ισημεριών (δηλαδή έχει μία ολίσθηση 50′ και 2” της μοίρας).

Γράφει λοιπόν ο Κύριος Πετράκης:

«…Θα ήθελα να διατυπώσω τη γνώμη μου για τη σκοπιμότητα και τη λειτουργική του ναού του Επικουρείου Απόλλωνα, που βρίσκεται κοντά στην Ανδρίτσαινα στην Αρκαδία. Τότε το 1972 πήγα να μελετήσω τον προσανατολισμό, του άξονα του Ναού. Επειδή δεν κρατούσα πυξίδα, όπως ξανάγραψα, έμεινα και βγήκαν τα άστρα. Προέκτεινα τον άξονα του Nαoύ όπως παριστάνεται από τις ορθογώνιες πλάκες του ανώμαλου τώρα δαπέδου προς τον ουρανό και συνάντησα τον σημερινό πολικό αστέρα το α της Μικρής ‘Άρκτου. Είχε λοιπόν ένα θαυμάσιο προσανατολισμό από νότο προς Βορρά. ‘Όμως παρατήρησα, ότι ο Ναός έχει υποστεί μεγάλη φθορά, καθιζήσεις στο δάπεδο και στα νότια σκαλοπάτια, οι κίονες έχουν φύγει από την κατακόρυφο και μάλιστα ένας στην Νοτιοανατολική γωνία έχει σπάσει σαν να είχε πάθει μια στρέψη από μετατόπιση ή από μια ολίσθηση προς Νότο ολόκληρου του Ναού. Δεν μπορούσα να εξηγήσω τη μεγάλη αυτή κατασκευαστική φθορά του Ναού.

Εκεί στο Ναό συνάντησα τον κ. Πρίγκουρη, διευθυντή τότε της βιβλιοθήκης της Ανδρίτσαινας και του είπα το σκοπό μου και τι βρήκα πάνω στον Ναό και τις παρατηρήσεις μου. Του έδωσα συνάντηση για το βράδυ και μου είπε. Εδώ και τέσσερα χρόνια κάποιος Αμερικανός αρχαιολόγος ο Κούπερ κάνει πηγάδια γύρω στα θεμέλια του ναού για να δει την στερεότητα των, για να τον αναστηλώσει κάποιο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο. Βρήκε, μου είπε, ότι τα θεμέλια στην ανατολική πλευρά κάθονται, σε βάθος δύο περίπου μέτρων, πάνω σε επίπεδο λαξευμένου βράχου.

Συνάντησε τούνελ στα θεμέλια, βότσαλα θαλασσινά, και όπως γράφει κ. Θάνος Παπαθανόπουλος στο τεύχος 29 Δεκεμβρίου 1988 του περιοδικού. «Αρχαιολογία» στα θεμέλια υπάρχει ένα στρώμα από κιτρινοκόκκινο πηλώδες χώμα σε όλη την έκταση.

Στη νότια πλευρά ο Κούπερ βρήκε ότι ο ναός έχει φύγει από τη θέση του και κάθεται πάνω σε αναρρίμματα, μπάζα. Το σχέδιο της αναστήλωσης εγκαταλείφθηκε. Παρουσιάστηκε λοιπόν σε μένα ένα δύσκολο πρόβλημα. Πώς έφυγε ο ναός από τα θεμέλιά του και όμως ο άξονάς του να δείχνει τον βορρά, ο ναός είναι έτοιμος ύστερα από μερικές εκατοντάδες χρόνια να σωριαστεί καθώς βρίσκεται στην πλαγιά του υψώματος προς δυσμάς σε ένα βάραθρο. Διάβασα πολλά για το ναό, αλλά σύγχρονα πλούτιζα τις γνώσεις μου γύρω από την άγνωστη για μας σοφία των κατασκευαστών των αρχαίων ναών και μνημείων όπως έγραψα σε προηγούμενο κεφάλαιο.

Μου είπε πάλι ο κ. Πρίγκουρης, όταν βρισκόμαστε πάνω στο ναό, ότι δεξιά του Ναού, βλέποντας προς Βορράν και σε μια ψηλότερη κορυφή της οροσειράς υπάρχει ένας άλλος ναός που και κείνος έχει τον άξονά του προς Βορρά. Οι σύγχρονοι μελετητές και οι αρχαιολόγοι λένε ότι ο ναός έχει υποστεί αυτή τη φθορά από τους σεισμούς και τις λεηλασίες από τους διάφορους αρχαιοκάπηλους. Όμως όλα αυτά δεν δικαιολογούν την περίεργη μετατόπιση και στρέψη του Ναού και τις καθιζήσεις στο δάπεδο.

Αλλά ας έλθουμε τώρα στην αστρονομία. ‘Έχουμε βρει πάλι από τους αρχαίους ότι ο Πολικός Αστέρας, δηλαδή το σημείο του Ουρανού που συναντά η προέκταση του άξονα της γης, στην εποχή των πυραμίδων ήταν ένας άλλος αστέρας. ‘Ήταν το Α του αστερισμού του Δράκοντα. Παραδεχόμαστε, και είναι σωστό, ότι ένεκα της μετάπτωσης των Ισημεριών ο Βόρειος Πόλος του Ουρανού που μπορεί να μην είναι πάνω σε αστέρα μετακινείται και σε διάστημα 26.000 ετών διαγράφει ένα μικρό κύκλο με κέντρο τον πόλο της εκλειπτικής. Πόλος της εκλειπτικής είναι ένα σταθερό σημείο του Ουρανού που βρίσκεται αν φέρουμε τη κάθετο από τον ‘Ήλιο προς την εκλειπτική. Την περίοδο των 26.000 ετών την έλεγαν οι αρχαίοι Πλατωνική περίοδο. Δεν διάβασα όμως ακόμη κάτι σχετικό με τις αστρονομικές εργασίες του Πλάτωνα και των μαθητών του. ‘Όποιος τις γνωρίζει μπορεί να μου γράψει.

Η μετάπτωση των Ισημεριών κατά 50,2 δεύτερα λεπτά της μοίρας κάθε χρόνο προξενεί την συστολή του χρόνου και τη μετατόπιση των ζωδίων ανάμεσα στους αστερισμούς. Δηλαδή το ζώδιο του Κριού μπήκε στον αστερισμό των Ιχθύων.

Εμείς σήμερα παραδεχόμαστε ότι ο ‘Ίππαρχος ο Ρόδιος, δηλαδή από το νησί Ρόδο το 200 π.Χ. ανακάλυψε τη μετάπτωση των Ισημεριών. Αν όμως μελετήσουμε τους Ορφικούς ύμνους και ιδιαίτερα τον ύμνο του Απόλλωνα και τον Πλάτωνα θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι πολύ παλαιότερα οι αρχαίοι εγνώριζαν το φαινόμενο και μας το αποτύπωσαν στο Ναό του Επικουρείου Απόλλωνα. Δηλαδή έκαναν δύο Ναούς που να βρίσκονται στον ίδιο μεσημβρινό. Ο ένας είναι ο Ναός του Επικουρείου Απόλλωνα στις Βάσσες Ηλείας και ο άλλος είναι πολύ ψηλότερα στην κορυφή του βουνού Κωτυλίου που τον είχαν σαν πιλότο, σαν αφετηρία. Οι άξονες και των δύο Ναών είχαν προσανατολισμό προς Βορρά. Την χρονολογία της κατασκευής των ο γήινος μεσημβρινός, όπως και σε κάθε χρονολογία, είχε σαν προέκταση στον Ουρανό τον Ουράνιο Μεσημβρινό. Αλλά όμως με το πέρασμα των αιώνων, ο μεν γήινος Μεσημβρινός παραμένει ο ίδιος, δηλαδή ο προσανατολισμός προς Βορράν των κιόνων του Ερεχθείου και των κάθετων κιόνων του Ολυμπίου Διός στην Αθήνα κλπ. δηλ. δεν αλλάζει, ενώ ο Ουράνιος Μεσημβρινός επειδή μεταβάλλεται ο Βόρειος Πόλος του ουρανού αλλάζει προς τα αριστερά κάθε έτος 50,2 δευτερόλεπτα της μοίρας. ‘Έτσι πήγε από το Ά του αστερισμού του Δράκοντα στο Ά του αστερισμού της Μικρής ‘Άρκτου.

Πώς τώρα θα καταδείξουμε πάνω στην επιφάνεια της γης και πώς θα κάνουμε μια κατασκευή για να το μετρήσουμε; Απλούστατα, να βάλουμε ολόκληρο το Ναό του Επικουρείου Απόλλωνα να στρέφεται περί ένα κατακόρυφο υπόγειο άξονα στη Νοτιοανατολική γωνία του και να ολισθαίνει πάνω σε μια κλίνη που να έχει κλίση προς Νότο. Να υπολογίσουμε με ακρίβεια το βάρος του Ναού ώστε η γωνία στροφής κάθε έτος να είναι ίση με τη μετάπτωση των Ισημεριών.

Και τα δύο αυτά θέματα τα έλυσαν οι σοφοί κατασκευαστές του Ναού. Διάλεξαν λοιπόν οι ιερείς του Απόλλωνα στον ορεινό όγκο στις Βάσσες ένα πέτρωμα από σχιστόλιθο που να έχει κλίση προς Νότο και στην πλαγιά του κοντά στην κορυφογραμμή, αφού ισοπέδωσαν με ελαφρά κλίση το πέτρωμα, έβαλαν τα υλικά για την ολίσθηση και εκεί πάνω τοποθέτησαν πολλές πλάκες και σε πολλές στρώσεις. Οι μεγάλες πέτρινες πλάκες και οι στρώσεις συνδέονται μεταξύ των με ανοξείδωτους σιδερένιους συνδετήρες. Στο άνοιγμα που άφηνε στο σίδερο έχυναν μόλυβδο για να κρατά τους κραδασμούς. Αυτό το σίδερο και το μολύβι ήταν η αιτία να πάθει ο Ναός μεγάλες καταστροφές από τους βεβήλους. Τέτοιες συνδέσεις βλέπουμε στο δάπεδο του Ναού της Προναίας Αθηνάς στο θόλο όπως τον λέμε στους Δελφούς στα σκαλοπάτια του Θησείου και αλλού.

Ο Ναός είναι Δωρικός, αν και συνδυάζει στοιχεία και του Ιωνικού και του Κορινθιακού ρυθμού

Έκαμαν λοιπόν μια κλίνη, ένα στρώμα που θα περιστρεφόταν γύρω από ένα πέτρινο κατακόρυφο άξονα που θα ήταν βαθιά χωμένος στο πέτρωμα και θα βρισκόταν στην Νοτιοανατολική γωνία των θεμελίων. Εκεί επάνω σε όλο αυτό το κατασκεύασμα έβαλαν τις 36 κολόνες του Ναού με τη στέγη του αν είχε. Ο Ναός θα είχε οπτική επαφή με τον άλλο Ναό που βρίσκεται δεξιά βλέποντας προς Βορράν στην κορυφή του Κωτυλίου και θα βρισκόταν και οι δύο στον ίδιο Μεσημβρινό. Με άλλα λόγια η πυξίδα από το Ναό του Απόλλωνα με σκόπευση προς τον άλλο ναό πιλότο – σημαδούρα θα έδειχνε μηδέν. Ευχάριστο και πολύ ικανοποιητικό για ένα ερευνητή είναι να στέκεται στην Δυτική πόρτα ενός αναστηλωμένου από τους Ενετούς ιερού κορυφής των Μινωϊτών και να παίρνει τη σκόπευση προς το παραθυράκι της κόγχης του ιερού και να βρίσκει ακριβώς 90 μοίρες. Είναι το εκκλησάκι του εορτάζοντος και σήμερα ναού του Αη-Γιάννη στα ‘Άπτερα Χανίων.

Ο άξονας του Ναού, όπως διαγράφεται από τις πλάκες του δαπέδου ήταν προσανατολισμένος προς Βορράν. Μα και σήμερα μετά από 2.500 χρόνια πάλι βλέπει το Βορρά έστω και να στρέφεται. Υπολογίζω ότι αν μετρήσουμε τη γωνία του άξονα του Ναού και της διεύθυνσης προς τον Ναό του Κωτυλίου θα βρούμε 33 μοίρες. ‘Όλα αυτά τα πράγματα τα έγραψα και τα παράστησα με σχήματα και στην επιτροπή αναστήλωσης του Ναού και στη Μαθηματική Εταιρεία Πατρών, αλλά τiποτε. Η μελέτη και η προώθηση της αρχαίας σοφίας δεν είναι έργο μόνο των Αρχαιολόγων και Αρχιτεκτόνων, δεν είναι μόνο η μελέτη του κάλλους και της αρμονίας αλλά και η βαθιά σκοπιμότητα και λειτουργική. Γι’ αυτό χρειάζεται ένα μεγάλο πλήθος ειδικών επιστημόνων που να έχουν προσαρμοστεί στη σοφία των αρχαίων.

Παρακαλώ τους φοιτητές του Μαθηματικού τμήματος στο Πανεπιστήμιο Πατρών να αφήσουν για μια μέρα τις καφετέριες και τις ντισκοτέκ και αφού διαβάσουν καλά το κεφάλαιο αυτό να πάνε έστω και με τους καθηγητές των πάνω στο Ναό να μελετήσουν να μάθουν και να με επαληθεύσουν. ‘Έχουν λέει, ερευνητικές ομάδες. Ναι, να ερευνούμε κάτι σωστά. Κάτι που να ανταποκρίνεται στα πράγματα….»

Στυλιανού Μ. Πετράκη, ΕΡΕΥΝΩ ΒΡΙΣΚΩ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ