Δύο ψυχολόγοι στο Χάρβαρντ, ο Jerome Bruner και ο Leo Postman, έκαναν ένα πείραμα με τραπουλόχαρτα. Έδειχναν διαφάνειες με εικόνες χαρτιών τράπουλας και ζητούσαν από το υποκείμενο να αναγνωρίζει το χαρτί, να λέει τι βλέπει φωναχτά («3 καρό» ή «άσος κούπα») και μετά να πατάει ένα κουμπί για να προχωρήσει στην επόμενη διαφάνεια.
Όμως τα υποκείμενα δε γνώριζαν ότι οι πειραματιστές ανάμεσα στα τραπουλόχαρτα που τους έδειχναν είχαν φυτέψει και μερικές “ανωμαλίες“, κάρτες δηλαδή που δεν υπάρχουν σε μια κανονική τράπουλα. Περιστασιακά τους εμφανίζονταν για παράδειγμα μαύρες καρδιές ή κόκκινα μπαστούνια. Στην αρχή, τα άτομα δεν πρόσεχαν τις νέες κάρτες και εκφωνούσαν τα ονόματά τους σαν να ήταν κανονικά και οικεία. Όμως, μέσα στην άγνοιά τους, ο εγκέφαλός τους παρατήρησε ότι κάτι δεν πάει καλά και οι χρόνοι απόκρισής τους αυξάνονταν όλο και περισσότερο όσο πιο συχνά εμφανιζόταν μια περίεργη κάρτα.
Οι πειραματιστές ολοένα και αύξαιναν τον αριθμό των ανωμαλιών μέσα στο δείγμα. Τα περισσότερα άτομα συνέχισαν να αναγνωρίζουν εσφαλμένα τις ανωμαλίες ως φυσιολογικές, αλλά άρχισαν επίσης να αναφέρουν ότι ένιωθαν κάποια δυσφορία. Όταν έβλεπαν μια κάρτα με λάθος χρώμα, συχνά έλεγαν ότι τους φαινόταν γκριζοκαφέ, κοκκινόμαυρη ή ακόμα και μοβ. Ένιωθαν ότι κάτι δεν πάει καλά, αλλά δεν μπορούσαν να εντοπίσουν τι ήταν και οι χρόνοι απόκρισής τους άρχισαν να μεγαλώνουν καθώς συλλογίζονταν τη σύγχυσή τους.
Όταν οι επιστήμονες έβαλαν ακόμη περισσότερες κάρτες με λάθος χρώμα, ορισμένοι άρχισαν να βιώνουν αυτό που οι επιστήμονες ονόμασαν «αντιληπτική κρίση». Όταν εμφανιζόταν κάποια ψεύτικη κάρτα, τα μισά από τα υποκείμενα άρχισαν να λένε πράγματα όπως “Θα είμαι χαζός αν μου πείτε ότι αυτό είναι κόκκινο;” Ή «καλά, δεν είμαι σίγουρος τώρα πώς μοιάζει το μπαστούνι! Θα τρελαθούμε;!”
Τελικά, μετά από κάποιο εκτεταμένο γνωστικό σκίρτημα, τα υποκείμενα έφτασαν σε αυτό που οι Bruner και Postman ονόμασαν «το σοκ της αναγνώρισης». Σε μια ξαφνική, συναρπαστική επιφοίτηση, συνειδητοποίησαν ότι κάποιες από τις κάρτες είχαν “πειραχτεί”. Ε βέβαια γι’ αυτό τους φαινόταν τόσο περίεργες! Αναστέναζαν ανακουφισμένοι. «αχα! ναι βρε οι κάρτες έχουν λάθος χρώμα!». Και από εκείνο το σημείο και μετά, αντί να προσπαθούν να κάνουν τις ανωμαλίες να ταιριάζουν με τις προσδοκίες τους, άλλαξαν τις προσδοκίες τους για να εξηγήσουν το νέο είδος κάρτας. Μόλις αποδέχτηκαν ότι τα χρώματα μπορεί να είναι λάθος, μπόρεσαν να τα δουν όπως ήταν. Στη συνέχεια τις αναγνώρισαν αμέσως και αβίαστα και οι χρόνοι απόκρισής τους επέστρεψαν στο φυσιολογικό.
Στα καρτούν όταν κάποιος συλλαμβάνει μια ιδέα ή επιλύει ένα πρόβλημα, το απεικονίζουν συνήθως με ένα φλας, μια έκλαμψη φωτός που βγαίνει από τον εγκέφαλο. Κάτι σαν το φαινόμενο Zeeman, που ανακάλυψε ότι φως παράγεται όταν τα ηλεκτρόνια «πέφτουν» από μία τροχιά που βρίσκεται μακρύτερα από τον πυρήνα σε μια κοντινότερη τροχιά. Έτσι και οι άνθρωποι, ισορροπούν καθώς μπαίνουν σε μια νέα τροχιά σκέψεων.
Στο βιβλίο του “Η δομή των επιστημονικών επαναστάσεων“, ο Thomas Kuhn αναφέρει ότι το πείραμα Bruner και Postman απεικόνισε τέλεια πώς αλλάζουν τα μυαλά. Ενώ στην αρχή, οι κάρτες με λάθος χρώμα τους ήταν αόρατες, καθώς οι ανωμαλίες έγιναν πάρα πολλές για να αγνοηθούν, προσπάθησαν να τις ενσωματώσουν στα υπάρχοντα μοντέλα τους. Άρχισαν να σκέφτονται μια μέση λύση του τύπου «δεν είναι και πολύ κόκκινη». Όταν η αφομοίωση αυτή απέτυχε, ο εγκέφαλός τους ενέδωσε και δημιούργησε μια νέα αντίληψη: είναι κάρτες που πειράχτηκαν.
Όταν υποπτευόμαστε για πρώτη φορά ότι μπορεί να κάνουμε λάθος, όταν οι προσδοκίες μας διαψεύδονται, αρχίζουμε να νιώθουμε άβολα και αντιστεκόμαστε προσπαθώντας να προσαρμόσουμε τα τρέχοντα μοντέλα της πραγματικότητας στα προηγούμενα πιστεύω μας. Μόνο όταν ο εγκέφαλος αποδεχθεί ότι το υπάρχον μοντέλο του δε θα επιλύσει ποτέ τις ασυμφωνίες, κάνει update, το ενημερώνει δηλαδή, λειαίνοντας το έδαφος για να υποδεχτεί τη νέα αντίληψη. Το αποτέλεσμα είναι μια αποκάλυψη, η συνειδητοποίηση ότι το μυαλό μας είναι τελικά αυτό που άλλαξε αυτό που μας προβλημάτιζε, όχι αυτή καθαυτή η αλλαγή.
Ο Kuhn πίστευε ότι «η καινοτομία αναδύεται μόνο με δυσκολία, που εκδηλώνεται με αντίσταση, σε ένα υπόβαθρο που παρέχεται από την προσδοκία». Με άλλα λόγια, όταν δεν ξέρουμε αυτό που δεν ξέρουμε, στην αρχή βλέπουμε μόνο αυτό που περιμένουμε να δούμε, ακόμα και όταν αυτό που βλέπουμε δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες μας. Όταν έχουμε αυτή την αίσθηση ότι «μπορεί να κάνω λάθος», αρχικά προσπαθούμε να το εξηγήσουμε, ερμηνεύοντας την καινοτομία ως επιβεβαίωση, αναζητώντας στοιχεία ότι τα μοντέλα μας εξακολουθούν να είναι σωστά, δημιουργώντας αφηγήσεις που δικαιολογούν τη διατήρηση των προκατειλημμένων αντιλήψεών μας. Εκτός και αν ανατραπούν σε μεγάλο βαθμό, τα μοντέλα μας πρέπει να μας απογοητεύσουν μερικές φορές προτού αρχίσουμε να τα συνταιριάζουμε.
Όταν αυτό συμβαίνει στην επιστήμη, ο Kuhn το ονομάζει «αλλαγή παραδείγματος», είναι εκείνη η στιγμή που ένα μοντέλο που δεν μπορεί να ενσωματώσει τις ανωμαλίες του αποσύρεται για ένα άλλο που μπορεί. Ως παραδείγματα για το πόσο γρήγορα μπορεί να συμβεί αυτό, έδειξε τις οπτικές ψευδαισθήσεις που μπορούν να φανούν με δύο διαφορετικούς τρόπους όπως το παπιοκουνέλι της παραπάνω εικόνας, που μοιάζει με πάπια όταν το βλέπει κανείς με έναν τρόπο και κουνέλι όταν το βλέπει με άλλον τρόπο. Ο Kuhn πρότεινε ότι όταν “ενημερώνουμε“, δεν αλλάζουν τα στοιχεία, αλλά η δική μας ερμηνεία. Ο φυσικός κόσμος παραμένει ο ίδιος από το ένα παράδειγμα στο άλλο, αλλά καθώς οι ανωμαλίες στις εξηγήσεις μας δημιουργούνται με την πάροδο του χρόνου, απαιτούν από εμάς να αναζητήσουμε διαφορετικές εξηγήσεις για αυτό που προηγουμένως πιστεύαμε ότι είχε διευθετηθεί και κατανοηθεί.
Ο Jean Piaget συμφώνησε με πολλά από αυτά που είχε πει ο Kuhn, αλλά διαφώνησε σε ένα σημαντικό σημείο. Η έρευνά του πάνω στην ανάπτυξη των παιδιών κατά τη διάρκεια των διαφόρων σταδίων προτείνει ότι τα παλιά μοντέλα δεν πετιούνται ποτέ. Αντίθετα, χτίζουμε πάνω τους. Έβλεπε το μυαλό να αλλάζει σαν ένα είδος πλοίου του Θησέα, που αντικαθιστούσαν σιγά-σιγά τα πράγματα ενώ βρισκόταν στη θάλασσα, ώστε να μην κινδυνεύσει ποτέ να βυθιστεί.
Αυτό που ο Kuhn ονόμασε αλλαγή παραδείγματος, ο Piaget το είδε σαν μια στιγμή ολοκλήρωσης, όχι αντικατάστασης. Έγραψε ότι όλη η γνώση, «όσο νέα κι αν είναι, δεν είναι ποτέ αρχική και εντελώς ανεξάρτητη από την προηγούμενη γνώση. Είναι μόνο μια αναδιοργάνωση, προσαρμογή, διόρθωση ή προσθήκη σε σχέση με την υπάρχουσα γνώση. Ακόμη και πειραματικά δεδομένα άγνωστα μέχρι ένα ορισμένο χρονικό διάστημα πρέπει να ενσωματωθούν με την υπάρχουσα γνώση. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει από μόνο του. Χρειάζεται μια προσπάθεια αφομοίωσης και προσαρμογής».
Ο Piaget πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του γράφοντας για το πώς οι εγκέφαλοι δημιουργούν γνώση από την εμπειρία. Ήταν ανένδοτος ότι η δημιουργία της υποκειμενικής μας πραγματικότητας, και επομένως η κατανόησή μας για τον κόσμο, της ίδιας της γνώσης, ήταν μια ενεργή διαδικασία και όχι μια κατάσταση.
Για παράδειγμα, όταν ένα παιδί βλέπει για πρώτη φορά ένα μικρό ζώο με τέσσερα πόδια και μια ουρά και ένας γονιός του λέει: «Σκύλος!» το παιδί στη συνέχεια δημιουργεί μια κατηγορία για μη ανθρώπινα ζώα με τέσσερα πόδια. Αργότερα, όταν το ίδιο παιδί βλέπει ένα άλογο και λέει: «Σκύλος!» ο γονιός πρέπει να το διορθώσει. «Όχι, αυτό είναι άλογο». Εκείνη τη στιγμή, το παιδί εγκαταλείπει το μοντέλο του, αναθεωρώντας την παλιά κατηγορία που κάποτε περιλάμβανε όλα τα τετράποδα και δημιουργώντας μια νέα με χώρο για ακόμη περισσότερες.
Για τον Piaget, οι οργανισμοί προσαρμόζονται συνεχώς στην επιδίωξη να κάνουν το περιβάλλον τους βέλτιστο μέχρι να νιώσουν ότι έχουν κατακτήσει επαρκώς αυτό το περιβάλλον. Όταν φτάνουν σ αυτό το σημείο το ονόμασε «ισορροπία».
Η εξισορρόπηση είναι αφομοίωση, «ενσωμάτωση νέων πληροφοριών σε προϋπάρχουσες δομές» και προσαρμογή, «αλλαγή και οικοδόμηση νέων δομών για την κατανόηση των πληροφοριών».
Εν κατακλείδι. Ο εγκέφαλος είναι κάτι εύπλαστο, που πάντα μαθαίνει, πάντα ενημερώνεται, αλλά προχωρά με προσοχή, με τέτοιο ρυθμό που να αποφεύγει τον κίνδυνο, θέλει να νοιώθει καλά, σιγουριά, απεχθάνεται το χάος και να του τραβάνε το χαλί κάτω από τα πόδια. Εκείνες τις στιγμές που πλήττονται τα πιστεύω μας, κινδυνεύουν οι προσδοκίες μας και τα γεγονότα δε συμβαδίζουν με την πραγματικότητα, αρχίζουμε να βιώνουμε αβεβαιότητα, νοιώθουμε μια βασανιστική ανισορροπία. Για να επιλυθεί αυτή η κατάσταση ή θα οδηγηθούμε σε γνωστική ασυμφωνία ή πρέπει να κάνουμε update, να αλλάξουμε. Βέβαια, ακόμη και όταν κάνουμε την “αναβάθμιση” το θεωρούμε πάντα επίτευγμα δικό μας ακόμη και αν είναι έργο άλλων…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου