Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2024

Μηριόνης: Ο καλύτερος τοξοβόλος του Τρωικού πολέμου

«Και των Κρητών ήτο ο αρχηγός ο Ιδομενεύς ο ανδρείος όσους απόστειλε η Κνωσός και η πυργωμένη Γόρτυς και ο λευκόγειος Λύαστος και η Μίλητος και η Λύκτος, το Ρύτιον και η Φαιστός, χώρες λαμπρές και άλλοι όπου την εκατόμπολιν εκατοικούσαν Κρήτην. Όλων αυτών ήτο αρχηγός ο Ιδομενεύς ο ανδρείος και ο Μηριόνης, όμοιος του ανθρωποφόνου Άρη κι είχαν ογδόντα ολόμαυρα κατόπι τους καράβια…»

Στην Ελληνική μυθολογία ο Μηριόνης ήταν ήρωας από την Κρήτη, γιος του Μόλου, νόθου γιου Δευκαλίωνα, (πατέρα του Ηδομενέα) που έλαβε μέρος στον Τρωικό Πόλεμο. Ο πρώτος επώνυμος διάσημος Κρητικός τοξότης. Για αυτόν μιλάει ο Όμηρος στην «Ιλιάδα» και ο Αρριανός στον «Κυνηγετικό» του. Η Κρήτη θεωρούνταν πατρίδα δεινών τοξωτών στα ομηρικά χρόνια. Πήρε μέρος στη μάχη που έγινε για τη σορό του Πάτροκλου και κατόρθωσε να περισώσει το πτώμα του. Ο Μηριόνης απέδειξε την ικανότητα του στη χρήση του τόξου στους αγώνες που διοργάνωσε ο Αχιλλέας προκειμένου να τι­μήσει τον αγαπημένο του φίλο Πάτροκλο, «άθλα επί Πατρόκλω».

Ανάμεσα στα άλλα αγωνίσματα που έγιναν ήταν και η σκοποβολή με τόξο. Σ' αυτόν τον αγώνα τοξοβολίας πρώτευσε ο Μηριόνης.

Ο Μενέλαος και ο Μηριόνης μεταφέρουν τη σορό του Πάτροκλου

Οι αγώνες αυτοί γίνονται μπροστά σε όλο το στρατό, κοντά στον τύμβο του Πάτροκλου. Ο στόχος είναι ένα περιστέρι δεμένο στο κατάρτι ενός καραβιού. Η ατμόσφαιρα είναι πολύ ζωντανή και οι θεατές ενθουσιάζονται, ενθαρρύνουν και καμαρώνουν τους αθλητές. Στον αγώνα παίρνουν μέρος ονομαστοί τοξότες της αρχαιότητας όπως ο Τεύκρος, ο Μηριόνης κ.α. Η σειρά των τοξωτών καθορίστηκε με κλήρο. Όλοι παίρνουν έπαθλα ακόμα και οι νικημένοι.

Ως πρώτο έπαθλο, σε αυτόν που θα πετύχει το περιστέρι, ο Αχιλλέας προσφέρει δέκα διπλούς πέλεκυς από σίδερο και γι΄αυτόν που θα πετύχει μόνο το σκοινί δέκα μονούς πέλεκυς από σίδερο.

Πρώτα σημάδευσε ο Τεύκρος που κατάφερε να πετύχει μόνο το σκοινί με αποτέλεσμα να αρχίσει το περιστέρι να πετά ελεύθερο, τότε ο Μηριόνης γρήγορα το σημαδεύει και το πετυχαίνει στον αέρα. Η νίκη του έχει μεγαλύτερη αξία, διότι νίκησε τον Τεύκτρο, που ήλθε δεύτερος, ο οποίος ήταν φημισμένος τοξότης ανάμεσα στους Αχαιούς.

Στην Ιλιάδα, ο Μηριόνης παρουσιάζεται για πρώτη φορά στη ραψωδία Β', ως φίλος του αρχηγού των Κρητών Ιδομενέα, ενώ στις ραψωδίες Ν' και Ψ' ο Όμηρος περιγράφει τα κατορθώματά του.

Ο Μηριόνης σκότωσε πολλούς εχθρούς, ανάμεσα στους οποίους οι Φέρεκλος, Αδάμας, Αθάμαντας, Ακάμαντας, Αρπαλίωνας, ο Λαόγονος και ο Ιπποτίωνας. Ακόμα, τραυμάτισε τον Δηίφοβο και απέφυγε με ταχύτατες μετακινήσεις τα χτυπήματα του Αινεία ο οποίος τον αποκαλούσε σκωπτικά «ορχηστή», δηλαδή «χορευτή», εξαιτίας του τρόπου του οποίου απέφευγε τα βέλη, στο πεδίο της μάχης.

Ετυμολογικά το όνομά του προέρχεται από το Μηριαίο οστό-Μηρό και αυτό λέγεται ότι του δόθηκε εξαιτίας των έντονων μηρών που είχε, από την άριστη φυσική κατάσταση του σώματός του. Μηρό επίσης ονόμαζαν οι πρόγονοί μας τον Σείριο. Ο Διόνυσος θεωρείται ότι γεννήθηκε από τον Μηρό του Διός.

Η προσωπικότητα του Μηριόνη διαφαίνεται από τα αποδιδόμενα σε αυτόν επίθετα στην Ιλιάδα: «ήρως», «δουρικλυτός» (φημισμένος για το δόρυ)», «δαΐφρων» (συνετός), «πεπνυμένος» (σώφρονας), ενώ για τη γενναιότητά του παρομοιάζεται με τον ίδιο τον θεό του πολέμου Άρη.
 
Σε αυτόν αποδίδεται και η φράση που έχει φτάσει ως τις μέρες μας: "Από που κρατά η σκούφια σου" η οποία αν και είχε τις ρίζες της στην αρχαιότατη Ελλάδα, την προ των Τρωικών ακόμα, αλλά το πόσο σημαντική είναι η σημασία της δηλώνεται στην Ιλιάδα, Ραψωδία 10, στ. 260 κ.εξ.
Ας δούμε πως έμεινε η ρήση.

Οι Αχαιοί θέλουν να στείλουν δυο κατασκόπους στο Τρωικό στρατόπεδο και δηλώνουν πρόθυμοι ο Διομήδης και ο Οδυσσέας. Στον πρώτο δίνει, σπαθί και κράνος ο Θρασυμήδης, γιος του Νέστορα. Στον δεύτερο, δίνει ο Μηριόνης, ανεψιός του Ιδομενέα. Ο Όμηρος περιγράφοντας αυτή την σκηνή, παίρνει την ευκαιρία να μας πει και την ιστορία του κράνους [δερμάτινου] που είχε ο Μηριόνης:

"Και ο Μηριόνης έδωκε φαρέτραν του Οδυσσέως
τόξον και ξίφος. Κι έπειτα την κεφαλήν με κράνος
δερμάτινο του εσκέπασε, σφικτά στερεωμένο
μέσα σε πάμπολλα λουριά, κι είχε μαλλί στο βάθος,
και χοίρου δόντια σύμπυκνα λευκά το περιδέναν.
Τούτο είχε κλέψ’ ο Αυτόλυκος στην Ελεώνα, οπόταν
του Ορμενίδη Αμύντορος ετρύπησε το δώμα.
Στην Σκάνδειαν του Αμφιδάμαντος, κατοίκου των Κυθήρων
το’στειλε αυτός κι ενθύμημα στον Μόλον της ξενίας
ο Αμφιδάμας το’δωκε.
Και στον υιόν του ο Μόλος
τον Μηριόνην τ’ άφησε.
Και αυτό το κράνος ήταν
πού έζωσε το μέτωπον του θείου Οδυσσέως."

Ο Αμύντωρ Ορμενίδης που ήταν ο πρώτος κάτοχος του κράνους αυτού, ήταν ο πατέρας του Φοίνικα, δασκάλου του Αχιλλέα. Το έκλεψε με ριφιφί ο Αυτόλυκος, παππούς του Οδυσσέα, από την μητέρα του, την Αντίκλεια, σύζυγο του Λαέρτη. Περνάει σε διάφορα χέρια και καταλήγει στον Οδυσσέα, ο οποίος φυσικά μετά το κράτησε. Πρέπει να πούμε εδώ, πως εκείνη τη βραδιά που έγιναν αυτά, ο Φοίνικας είχε μείνει στην σκηνή του Αχιλλέα και δεν ήταν μπροστά. Αν ήταν θα αναγνώριζε σίγουρα το κράνος και θα υπήρχαν προβλήματα, γιατί θα το διεκδικούσε.

Μετά την άλωση της Τροίας, ο Μηριόνης με τον Ιδομενέα επέστρεψαν σώοι στην Κρήτη, όπου μετά τον θάνατό τους τιμήθηκαν από τους κατοίκους ως ήρωες. Στους πίνακες των βασιλέων της Κρήτης ο Μηριόνης φέρεται 17ος κατά σειρά.

Σύμφωνα με μια μεταγενέστερη παράδοση, ο Μηριόνης ταξίδεψε μετά και στη Σικελία, όπου τον υποδέχθηκαν οι εκεί Κρητικοί άποικοι στη Ηράκλεια Μινώα και στο Εγγύιον.

Στο Εγγύιο αναφέρεται και λατρεία του ήρωα σε σωζόμενο ιερό όπου αποκαλύφθηκε κράνος με την επιγραφή «ΜΗΡΙΟΝΟΥ». Στον Μηριόνη αποδόθηκε και η ίδρυση της πόλεως Κρήσσα στην Παφλαγονία.

Ο Μηριόνης έδωσε το όνομά του στον αστεροειδή Μηριόνη (3596 Meriones) της Τρωικής Ομάδας, που ανακαλύφθηκε το 1985.

Κλείνοντας την αναφορά σε αυτόν τον αγνωστο αλλά τόσο σημαντικό ήρωα, αξίζει να διαβάσουμε πως ο Λατίνος ποιητής Οράτιος τον παρομοίασε σε μια ωδή του:

«Ποιος θα μπορούσε άξια να γράψει για τον Άρη,
ντυμένο με ατσαλένιο θώρακα ή για τον μαύρο από την τρωική σκόνη
Μηριόνη ή για τον γιο του Τυδέα που με τη βοήθεια της Παλλάδας
έγινε ίσος με τους θεούς;»

Και των Κρητών ήτο αρχηγός ο Ιδομενεύς ο ανδρείος,όσους απόστειλε η Κνωσός και η πυργωμένη Γόρτυς
και η λευκόγειος Λύκαστος και η Μίλητος και η Λύκτος.
το Ρύτιον και η Φαιστός χώρες λαμπρές και άλλοι
οπού την εκατόμπολιν εκατοικούσαν Κρήτην.
Όλων αυτών ήτο αρχηγός ο Ιδομενεύς ο ανδρείος,
και ο Μηριόνης όμοιος του ανθρωποφόνου Άρη.
(Β' 645 - 651)

Πρώτος σηκώθη ο δυνατός, ο μέγας Αγαμέμνων.
Κατόπιν ο ανίκητος Τυδείδης Διομήδης,
οι Αίαντες, μ’ αδάμαστην ζωσμένοι ανδραγαθίαν,
ο Ιδομενεύς και ο σύντροφος εκείνου Μυριόνης,
στην δύναμιν ισόπαλος του ανδροφόνου Άρη,
ο Ευρύπυλος του Ευαίμονος λαμπρός υιός και ο Θόας
Ανδραιμονίδης και μ’ αυτούς ο θείος Οδυσσέας,
με τον γενναίον Έκτορα καθείς να πολεμήση.
(Η' 162 - 167)

Και προς αυτόν ο συνετός αντείπε Μηριόνης:
«Πολλά ’χω λάφυρα κι εγώ παρμέν’ από τους Τρώες
εις την σκηνήν. Αλλά σιμά δεν είναι να τα λάβω.
Ότι ουδ’ εμέ δεν άφησε, πιστεύω, η πρωτη ανδρεία.
Και όταν ανάφτει λυσσερό το πείσμα του πολέμου
στην μάχην, δόξαν των ανδρών, προβάλλω με τους πρώτους
κι εάν κανείς των Αχαιών χαλκοχιτώνων άλλος
τούτο δεν ξεύρει, καν εσύ, θαρρώ να το γνωρίζεις.».
Και των Κρητών ο αρχηγός: «Πόσον γενναίος είσαι
το ξεύρω. Να το λέγεις συ ποσώς δεν είναι ανάγκη.
Διότι αν εκλεγόμασθεν οι πρώτοι πολεμάρχοι
δια το καρτέρι, όπ’ άσφαλτα διακρίνετ’ η ανδρεία
όπου ο δειλός γνωρίζεται και δείχνεται ο γενναίος –
του ανάνδρου βλέπεις τη θωριά να συναλλάζει χρώμα,
δεν τον αφήν’ η αστήρικτη ψυχή του να ησυχάζει,
αλλά στες δυο φτέρνες του συχνά καθίζει επάνω,
σφόδρα η καρδιά του βροντά στα στήθη, ως βλέπει εμπρός του
τες μοίρες, και τα δόντια του τριζοκοπούν στο στόμα.
Αλλ’ ο γενναίος την θωριά δεν άλλαξε, αλλά μένει
εις την καθίστραν άφοβος με τους ανδρειωμένους
και ολόψυχα παρακαλεί πότε ν’ αρχίσει η μάχη. –
Και μήδ’ αυτού δεν θα’ψεγε κανείς την δύναμίν σου.
Διότι αν λόγχη σ’ έβρισκε μαχόμενον ή ξίφος
μήτε στο ζνίχι θα’πεφτε το βέλος ή στην πλάτην,
αλλά στα στήθη θα’πληκτεν εμπρός ή την γαστέρα,
ως πρόθυμος θα πρόβαλλες μες στους συντρόφους πρώτος.
Αλλ’ ας μη στέκωμεν εδώ σα νήπια μωρολόγα
μήπως απότολμος κανείς πικρά μας ονειδίσει.
Αλλ’ άμε, πάρε απ’ την σκηνήν το στερεό κοντάρι.».
Είπεν αυτά και ο ισόπαλος του Άρη Μηριόνης
γρήγορα επήρε απ’ την σκηνήν το χάλκινο κοντάρι
κι έτρεξε πάλι όλος φωτιά προς τον Ιδομενέα.
Ο Άρης ως ο φονικός ορμά στην μάχη κι έχει
σιμά τον Φόβον, δυνατόν κι ατρόμητον υιόν του,
που και τον γενναιότερον πολεμιστήν φοβίζει
(Ν' 266 - 299)

Ο Όμηρος περιγράφοντας αυτή την σκηνή, παίρνει την ευκαιρία να μας πει και την ιστορία του κράνους [δερμάτινου] που είχε ο Μηριόνης.

"Και ο Μηριόνης έδωκε φαρέτραν του Οδυσσέως
τόξον και ξίφος. Κι έπειτα την κεφαλήν με κράνος
δερμάτινο του εσκέπασε, σφικτά στερεωμένο
μέσα σε πάμπολλα λουριά, κι είχε μαλλί στο βάθος,
και χοίρου δόντια σύμπυκνα λευκά το περιδέναν.
Τούτο είχε κλέψ’ ο Αυτόλυκος στην Ελεώνα, οπόταν
του Ορμενίδη Αμύντορος ετρύπησε το δώμα.
Στην Σκάνδειαν του Αμφιδάμαντος, κατοίκου των Κυθήρων
το’στειλε αυτός κι ενθύμημα στον Μόλον της ξενίας
ο Αμφιδάμας το’δωκε.
Και στον υιόν του ο Μόλος τον Μηριόνην τ’ άφησε.
Και αυτό το κράνος ήταν
πού έζωσε το μέτωπον του θείου Οδυσσέως."

Όπως και να έχει και ο Πάνδαρος με τις παραπομπές που υπάρχουν έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην έκβαση του Τρωικού πολέμου. Απλά η υπεροχή του Μηριόνη κατά την γνώμη μας μεταξύ των δύο έγκειται στην επιτυχία του στους αγώνες που διοργάνωσε ο Αχιλλέας για τον Πάτροκλο και η συχνή αναφορά περί της αποτελεσματικότητας του αφού παρουσιάζεται ως όμοιος με τον Άρη στους φόνους μέσα στον πόλεμο. Τέτοιες προσωπικότητες πρέπει να γίνουν κτήμα μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου