Ο Ιπποκράτης έδωσε αυτές τις ονομασίες στους διαφορετικούς τύπους προσωπικότητας από τους αντιστοίχους χυμούς του ανθρωπίνου σώματος: κίτρινη χολή, μαύρη χολή, αίμα και φλέγμα. Εννοείται ότι αυτοί οι τέσσερις τύποι προσωπικότητας αποτελούν γενικές κατηγορίες, και, συνεπώς, ο εκάστοτε πραγματικός φυσιολογικός άνθρωπος διαθέτει ένα μείγμα στοιχείων που ανήκουν σε διαφορετικούς τύπους προσωπικότητας, αν και, σε αυτόν, επικρατούν τα στοιχεία που ανήκουν σε έναν συγκεκριμένο τύπο προσωπικότητας, στον οποίο, τελικώς, κατατάσσεται.
Οι αντίστοιχες διαταραχές προσωπικότητας είναι οι εξής τέσσερις: ο κοινωνιοπαθής, ο οιστριονικός, ο νάρκισσος και ο οριακός. Ο κοινωνιοπαθής είναι η χαρακτηριστική νοσηρή εκδοχή του χολερικού τύπου. Ο οιστριονικός είναι η χαρακτηριστική νοσηρή εκδοχή του του μελαγχολικού τύπου. Ο νάρκισσος είναι η χαρακτηριστική νοσηρή εκδοχή του αιματώδη τύπου. Ο οριακός είναι η χαρακτηριστική νοσηρή εκδοχή του φλεγματικού τύπου. Μπορούμε λοιπόν, να κατασκευάσουμε τον ακόλουθο πίνακα:
Ας δούμε μια συνοπτική μελέτη των προαναφερθέντων τεσσάρων ζευγών τύπων προσωπικότητας και διαταραχών προσωπικότητας, δηλαδή, θα αναφερθούμε σε τέσσερα ζεύγη, όπου ο πρώτος όρος του ζεύγους θα δηλώνει τον τύπο της προσωπικότητας, και ο δεύτερος όρος του ζεύγους θα δηλώνει την αντίστοιχη χαρακτηριστική διαταραχή προσωπικότητας, δηλαδή, την νοσηρή εκδοχή αυτού του τύπου προσωπικότητας.
1. Χολερικός Τύπος – Κοινωνιοπαθής.
Ο υποκείμενος τύπος προσωπικότητας στον οποίο βασίζεται η κοινωνιοπάθεια, και του οποίου η κοινωνιοπάθεια αποτελεί νοσηρή εκδοχή, είναι ο χολερικός τύπος. Ο χολερικός τύπος προσωπικότητας, ο κατ’ εξοχήν ηγετικός τύπος, ωθείται έντονα από το Εγώ, υπό την έννοια ότι σκέπτεται πολύ και ορθολογικά, είναι πολύ ικανός στο να κάνει επιδέξιες και επιτυχείς τακτικές και στρατηγικές κινήσεις, είναι έντονα προσανατολισμένος στην επίτευξη στόχων, και θέλει να οργανώνει τους πόρους του για να επιτυγχάνει στόχους. Επίσης, είναι εξωστρεφής, υπό την έννοια ότι δεν φοβάται να εκτεθεί στον κόσμο και να οργανώσει ανθρώπους, με τα προτερήματά τους και τα ελαττώματά τους, έτσι ώστε να ολοκληρωθεί κάποιο έργο.
Ο ηγέτης μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις που προκαλούν πόνο ή δυσαρέσκεια. Οι στρατιωτικοί ηγέτες, μάλιστα, μπορεί να θυσιάσουν ακόμη και ανθρώπους για χάρη των τελικών σκοπών ενός σχεδίου. Όμως είναι υγιείς συνειδήσεις, και δεν πρόκειται να θυσιάσουν ανθρώπους χωρίς λόγο. Γενικώς, όταν ο ηγέτης λαμβάνει αποφάσεις που προκαλούν πόνο ή δυσαρέσκεια, το κάνει όχι για να “χρησιμοποιήσει” τους ανθρώπους, αλλά για να τους οργανώσει με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο που μπορεί, ώστε να βελτιστοποιηθεί το σύστημα διοίκησης.
Μια θεμελιώδης διάκριση μεταξύ των φυσιολογικών ανθρώπων, γενικώς, και των διεστραμμένων ανθρώπων, γενικώς, είναι ότι οι φυσιολογικοί άνθρωποι έχουν “υπερεγώ” και, μάλιστα, καλώς αναπτυγμένο. Το “υπερεγώ” τούς βοηθεί να αναγνωρίσουν και να διαχειριστούν το Εκείνο, επιβάλλοντας ανθρώπινους περιορισμούς στον εαυτό τους, ώστε να μην γίνουν ‘τέρατα.’ Έτσι, ο ηγέτης, συγκεκριμένα, δεν θα δράσει ανεξέλεγκτα, αλλά θα επιβάλει περιορισμούς στην ιστορική του δράση, “φιλτράροντας” την ιστορική του δράση μέσα από την συμπόνια, την κατανόηση και εκτίμηση του κάλλους, την εντιμότητα και την αγάπη. Το ‘υπερεγώ’ υπενθυμίζει πάντοτε στον υγιή χολερικό τύπο ότι αυτό που κάνει -ακόμη και εάν είναι μια παράβαση (π.χ. ένα κατά συνθήκη ψεύδος) ή μια απόφαση που προκαλεί πόνο ή δυσαρέσκεια- πρέπει να υπηρετεί έναν έντιμο υψηλότερο σκοπό.
Τι γίνεται όμως όταν το “υπερεγώ” παύσει να λειτουργεί σωστά ή εξαλειφθεί; Τότε προκύπτει ένα πρόσωπο του οποίου το Εγώ είναι απολύτως κυρίαρχο και η σχέση του με το Είναι δεν διαμεσολαβείται από το “υπερεγώ.” Μάλιστα, σ’ αυτήν την περίπτωση, το Είναι υποτάσσεται πλήρως στο Εγώ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, τελικώς, το κατ’ αρχήν λογικό Εγώ παύει να είναι θεμελιωδώς ορθολογικό, αφού πλέον η προσωπικότητα βρίσκεται σε θεμελιώδη αταξία και ανισορροπία. Το πρώτο συμπεριφορικό χαρακτηριστικό που μπορούμε να παρατηρήσουμε εύκολα σε έναν κοινωνιοπαθή είναι ότι είναι υπερβολικά ομιλητικός. Επίσης, σε πρώτη φάση, οι κοινωνιοπαθείς δείχνουν να είναι καλοί στην οργάνωση, και είναι πειστικοί. Μπορούν, πράγματι, να πείσουν ανθρώπους να υπηρετήσουν τα σχέδιά τους.
Όμως, τελικώς, καθώς στους κοινωνιοπαθείς δεν λειτουργεί σωστά ή έχει ατροφήσει πλήρως το “υπερεγώ,” οι κοινωνιοπαθείς δεν μπορούν να εκδηλώσουν αληθή ενσυναίσθηση προς τους άλλους ανθρώπους (ο όρος “ενσυναίσθηση” αναφέρεται στη συναισθηματική ταύτιση με την ψυχική κατάσταση ενός άλλου προσώπου και στην κατανόηση της συμπεριφοράς και των κινήτρων του). Για τον κοινωνιοπαθή, οι άλλοι άνθρωποι είναι απλώς αντικείμενα, και τους αντιμετωπίζει χρησιμοθηρικά. Το Εγώ του κοινωνιοπαθή έχει κάποιον στόχο, κάποιο σχέδιο, που προσπαθεί να επιτύχει, και, γι’ αυτό, χρησιμοποιεί το Είναι (δηλαδή, τα ορμέμφυτα Ζωή και Θάνατος) κατά έναν εντελώς εργαλειακό και ιδιοτελή τρόπο.
Ο κοινωνιοπαθής επικοινωνεί με άλλους ανθρώπους και εκφράζει αισθήματα, αλλά, μέσα του, δεν έχει πραγματικά αισθήματα κοινωνικότητας· τα αισθήματά του είναι παροδικά και ιδιοτελή, υπηρετώντας απλώς τους σκοπούς του. Γι’ αυτό, οι κοινωνιοπαθείς είναι ταχύτατοι στο να συνάπτουν φιλίες. Στην αρχή, μάλιστα, μιας φιλίας με κοινωνιοπαθή, ο κοινωνιοπαθής μπορεί να σας πει ότι είστε πολύ σημαντικός για εκείνον, ίσως και ότι είστε ο καλύτερος φίλος του. Αυτό θα το κάνει διότι, καθώς κυβερνάται απόλυτα από το Εγώ, αντιλαμβάνεται την φιλία ως δικαίωμα χρήσης (του “φίλου” από τον ίδιο) και ως παροχή (ευνοιών από τον “φίλο” προς τον ίδιο), και, άρα, πράγματι, από αυτήν την προοπτική, ένας φίλος μπορεί να είναι πολύ σημαντικός για τον κοινωνιοπαθή (ως “περιουσιακό στοιχείο” του κοινωνιοπαθούς). Γενικώς, ο κοινωνιοπαθής αντιμετωπίζει τους άλλους ανθρώπους σαν αντικείμενα, αλλά, στην συνείδηση του κοινωνιοπαθή, οι φίλοι μετατρέπονται, από απλά αντικείμενα, σε χρήσιμους πόρους και δικαιώματα χρήσης αυτών των πόρων.
Κατ’ επέκταση, ένα ακόμη κλινικό χαρακτηριστικό των κοινωνιοπαθών είναι ότι δεν αισθάνονται τύψεις ούτε υποχρεώσεις προς τους άλλους, υπό την έννοια ότι διαθέτουν μεν τον ψυχικό μηχανισμό για να αισθανθούν, τουλάχιστον υποτυπωδώς, τύψεις και υποχρεώσεις προς τους άλλους, καθώς διαθέτουν το Είναι, αλλά αυτός ο μηχανισμός είναι εντελώς υποδουλωμένος στο Εγώ. Για την ακρίβεια, λοιπόν, μπορεί οι κοινωνιοπαθείς να αισθανθούν τύψεις όταν αυτό το αίσθημα είναι, για κάποιον λόγο, τακτικώς χρήσιμο στους ίδιους, αλλά αυτό το αίσθημά τους δεν θα διαρκέσει περισσότερο από όσο τους είναι τακτικώς χρήσιμο. Επίσης, οι κοινωνιοπαθείς είναι εξαιρετικώς ικανοί στην χειραγώγηση ανθρώπων και στην διατύπωση ψεμάτων, καθώς έχουν περιθωριοποιήσει ή εξαλείψει το “υπερεγώ” και έχουν στρατεύσει απολύτως το Είναι στο Εγώ.
Οι κοινωνιοπαθείς δεν μπορούν ποτέ να αποτελέσουν πραγματικούς ηγέτες (άσχετο το ότι μπορεί να καταλάβουν ηγετικές θέσεις). Ο ηγέτης υπηρετεί ένα υψηλό ιδεώδες, ένα στρατηγικό όραμα, ή, θα μπορούσαμε να πούμε, μια Φιλοσοφική ιδέα, που υπερβαίνει την πράξη καθ’ εαυτή και την κυβερνά “από ‘πάνω.” Αντίθετα, στην ζωή των κοινωνιοπαθών, δεν υπάρχει μια ανώτερη υπαρξιακή στρατηγική, δεν υπάρχει ένα υπερβατικό ιδεώδες, αλλά υπάρχουν μόνο οι άμεσοι στόχοι, οι άμεσες σκοπιμότητες, τις οποίες προσπαθούν να επιτύχουν. Ο πραγματικός ηγέτης βλέπει τη ζωή από την προοπτική ενός ανωτέρου στρατηγικού υπαρξιακού οράματος, που δίδει νόημα στις πράξεις του, ενώ ο κοινωνιοπαθής βλέπει τη ζωή σαν ένα παίγνιο όπου κάνει κινήσεις υπαγορευόμενες από το ιδιοτελές Εγώ του.
Εξ ου και ο κοινωνιοπαθής, για να ελέγξει το περιβάλλον του, θα κάνει τα πάντα: θα προσποιηθεί αγάπη, θα κολακεύσει, θα προβεί σε εξυπηρετήσεις με σκοπό να εξαρτήσει αυτόν που εξυπηρετεί, θα αφηγηθεί ψεύτικες ιστορίες, θα περιαυτολογήσει για να πείσει τους άλλους ότι είναι πολύ έξυπνος και ότι το σχέδιο που έχει εξυφάνει μπορεί να δώσει λύσεις σε σημαντικά προβλήματα και να επιφέρει ευημερία κ.ο.κ. Όσοι ενδώσουν στον κοινωνιοπαθή και πειστούν από αυτόν, θα γίνουν αντικείμενα του δικού του περιβάλλοντος, δηλαδή, θα αντιμετωπίζονται πλέον από τον κοινωνιοπαθή σαν “περιουσιακά στοιχεία” του προς εκμετάλλευση από τον ίδιο, και, βεβαίως, όταν ο κοινωνιοπαθής κρίνει ότι κάποιος από τους ανθρώπους τού περιβάλλοντος του δεν του είναι πλέον χρήσιμος, θα παύσει να τον αντιμετωπίζει φιλικά και να του ανταποδίδει ωφέλειες για τις υπηρεσίες του.
2. Μελαγχολικός Τύπος – Οιστριονικός.
Ο υποκείμενος τύπος προσωπικότητας στον οποίο βασίζεται η οιστριονική διαταραχή της προσωπικότητας, και του οποίου ο οιστριονικός αποτελεί νοσηρή εκδοχή, είναι ο μελαγχολικός. Όπως ο χολερικός τύπος, έτσι και ο μελαγχολικός τύπος είναι έντονα προσανατολισμένος στην πραγματοποίηση εργασιών, και είναι ιδιαιτέρως ικανός στο να σκέπτεται, να μελετά και να σχεδιάζει, αλλά, σε αντίθεση προς τον χολερικό, ο μελαγχολικός τύπος δεν αρέσκεται στο να βγει έξω στην κοινωνία και να πραγματώσει τα σχέδιά του, δεν θέλει να αναλάβει να οργανώσει ανθρώπους, αλλά περιορίζεται στο να οργανώνει σκέψεις.
Δεν είναι άφιλος, αλλά μπορεί, για μακρά χρονικά διαστήματα, να ενεργεί χωρίς εκτεταμένη αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους, όπως, λ.χ., συμβαίνει στις περιπτώσεις ενός ερευνητή επιστήμονα, ενός συντάκτη υπολογιστικών κωδίκων, ενός βιβλιοθηκονόμου κ.λπ. Με άλλα λόγια, ο μελαγχολικός τύπος μπορεί να είναι φιλικός και, μάλιστα, μπορεί να γίνει ένας πολύτιμος φίλος και ίσως και η “ψυχή της παρέας,” όταν δοθεί η κατάλληλη ευκαιρία, αλλά δεν έχει ανάγκη την φιλική αλληλεπίδραση και την παρέα όσο τις έχουν ανάγκη άλλοι άνθρωποι, και μπορεί να περνά πολύ καλά και μόνος του.
Το κυριότερο κίνητρο των δραστηριοτήτων του μελαγχολικού είναι να κατακτήσει κάτι και να γίνει αυθεντία σε κάτι. Το Είναι του μελαγχολικού είναι ισχυρό, λειτουργεί καλώς και, καθώς συνδέεται, μέσω του “υπερεγώ” με το Εγώ του, του δίδει εκείνη την ζωτική σπίθα της δημιουργικότητας και εκείνη την ερωτική ροπή που του επιτρέπουν να μείνει εστιασμένος στον στόχο του, ο οποίος μπορεί να είναι η επίλυση ενός μεγάλου επιστημονικού ή τεχνολογικού προβλήματος, η κατασκευή μιας σημαντικής μηχανής κ.ο.κ.
Από την άλλη πλευρά, το Είναι του οιστριονικού είναι εντελώς υποταγμένο μέσα στο Εγώ του, και, γι’ αυτό, αυτό από το οποίο πάσχει τελικώς ο οιστριονικός είναι η ανία. Η ανία είναι το χαρακτηριστικό που πρωτίστως προσδιορίζει τον οιστριονικό. Ο οιστριονικός, ως μελαγχολικός, μπορεί να ερωτευθεί αντικείμενα και εργασίες και έτσι να αισθάνεται και να είναι δημιουργικός, αλλά, όταν δεν υπάρχουν αυτά τα αντικείμενα και αυτές οι εργασίες, βυθίζεται στην ανία, διότι δεν μπορεί να σχετιστεί άμεσα με άλλους ανθρώπους, δηλαδή, δεν μπορεί να σχετιστεί με άλλους ανθρώπους χωρίς η σχέση τους να διαμεσολαβείται από κάποιο αντικείμενο είτε από κάποια εργασία.
Γι’ αυτό, όταν οι οιστριονικοί δεν έχουν ένα έργο του οποίου η επίτευξη να τους κινητοποιεί και να τους επιτρέπει να σχετιστούν δημιουργικά με άλλους ανθρώπους για χάρη της επίτευξης αυτού του έργου, τότε επινοούν ένα τέτοιο έργο, και αυτό το έργο είναι οι άλλοι άνθρωποι. Όμως, καθώς δεν έχουν κάτι συγκεκριμένο που να προσπαθούν να επιτύχουν, καταλήγουν απλώς να βασανίζουν και να παρενοχλούν τους άλλους. Στην σύγχρονη γλώσσα του διαδικτύου, θα λέγαμε ότι ο οιστριονικός είναι ένα διαπροσωπικό troll, που προκαλεί επικοινωνιακή και διανοητική αταξία και διαχέει μιζέρια μεταξύ των ανθρώπων.
Όπως οι κοινωνιοπαθείς, έτσι και οι οιστριονικοί δεν τρέφουν καμιά αγάπη για την αλήθεια και είναι μεγάλοι ψεύτες, αλλά, σε αντίθεση προς τους κοινωνιοπαθείς, οι οιστριονικοί δεν βλέπουν τους εαυτούς τους σαν ιδιοκτήτες άλλων ανθρώπων. Ο κοινωνιοπαθής, επειδή είναι εξωστρεφές υποκείμενο, βλέπει τους άλλους ανθρώπους σαν αντικείμενα προς ιδιοποίηση και κάρπωση. Ο οιστριονικός, επειδή είναι εσωστρεφές υποκείμενο, μπορεί να μη αναγνωρίσει καν ότι υπάρχουν άλλοι άνθρωποι, να μη προσέξει καν την συγκεκριμένη παρουσία άλλων ανθρώπων, αλλά επιδιώκει απλώς να περιβάλλεται από ένα μεγάλο δίκτυο, επειδή χρειάζεται αυτήν την δραστηριότητα και ζωηρότητα γύρω του, αν και μέσα του δεν συμβαίνει κάτι αντίστοιχο, καθώς μέσα του επικρατεί η ανία.
Ο οιστριονικός δεν θέλει καν την προσοχή και την ορθολογική συνεργασία άλλων ανθρώπων, αλλά αυτό που θέλει είναι να προκαλεί επικοινωνιακή και διανοητική αταξία και να διαχέει μιζέρια μεταξύ των ανθρώπων, δηλαδή, να τρολλάρει τους άλλους ανθρώπους. Γι’ αυτό, αυτό που κάνουν συνήθως οι οιστριονικοί είναι να λένε ψέματα, να παρερμηνεύουν γεγονότα και συμπεριφορές και να προκαλούν ανούσιους και ατέρμονες διαλόγους είτε να αποδομούν σοβαρές συζητήσεις κάνοντας χαοτικές παρεμβάσεις.
Για παράδειγμα, ένας οιστριονικός μπορεί να φθάσει στο σημείο να πει σε έναν γνωστό σας ότι εσείς είπατε κάτι κακό γι’ αυτόν τον γνωστό σας, προκειμένου ο γνωστός σας να έλθει σε εσάς προσβεβλημένος για να σας ζητήσει εξηγήσεις, και έτσι ο οιστριονικός να προκαλέσει έναν ακόμη ζωηρό διάλογο ή ακόμη και μια αντιπαράθεση, τρολλάροντας ανθρώπους.
Ο οιστριονικός λατρεύει την παρερμηνεία, διότι αυτό που είναι έντιμο, εν προκειμένω αληθές, δεν του προκαλεί κανένα ενδιαφέρον. Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι κάνετε μια λογική και ευπρεπή συζήτηση για την πολιτική ή για επιχειρήσεις. Ο οιστριονικός δεν έχει κανένα αληθές ενδιαφέρον, και, άρα, δεν ενδιαφέρεται ούτε για την πολιτική ούτε για τις επιχειρήσεις, και, γι’ αυτό, σε μια τέτοια συζήτηση, ο οιστριονικός θα λειτουργούσε με έναν αποδομητικό τρόπο.
Αυτό που θέλει ο οιστριονικός είναι το δράμα, η αναταραχή, η αντιπαράθεση και η μιζέρια. Ο οιστριονικός δεν μπορεί να αισθανθεί κάτι ισχυρό μέσα του, είναι εσωτερικός βαριεστημένος, και αυτό που μπορεί να τον οδηγήσει περισσότερο κοντά στο να αισθανθεί κάτι μέσα του είναι το να διασκεδάζει με το να κάνει τους άλλους να υποφέρουν. Συνοψίζοντας, ο οιστριονικός έχει δύο βασικά χαρακτηριστικά: πάσχει από υπαρξιακή ανία και θέλει να συγκρούεται με άλλους ανθρώπους ή να προκαλεί συγκρούσεις μεταξύ άλλων ανθρώπων.
3. Αιματώδης Τύπος – Νάρκισσος.
Ο υποκείμενος ψυχολογικός τύπος στον οποίο βασίζεται η ναρκισσιστική διαταραχή της προσωπικότητας, και του οποίου ο ναρκισσισμός αποτελεί νοσηρή εκδοχή, είναι ο αιματώδης. Ο αιματώδης τύπος είναι ο καλύτερος φίλος και ο χειρότερος εχθρός που μπορεί να έχει ο χολερικός τύπος. Από την σκοπιά του χολερικού τύπου, οι άνθρωποι που ανήκουν στον μελαγχολικό τύπο και στον φλεγματικό τύπο είναι αξιόπιστοι για να αποτελέσουν αρμονικά και δημιουργικά μέλη μιας ομάδας, αλλά η συναναστροφή και η συνεργασία του χολερικού τύπου με τον αιματώδη τύπο είναι πολύ δυναμική και ζωηρή, για το καλό ή για το κακό.
Ο αιματώδης τύπος είναι εξωστρεφής, χιουμορίστας, καινοτόμος, πειραματιστής και έτοιμος να αναλάβει πρωτοβουλίες, αλλά δεν έχει τόση έφεση στις τακτικές κινήσεις και στην συστηματική μελέτη όση έχει ο χολερικός. Για παράδειγμα, ο αιματώδης μπορεί να σπεύσει να κάνει πράξη μια ιδέα αμέσως μετά από την σύλληψή της, χωρίς να έχει προηγουμένως σχεδιάσει προσεκτικά τις τακτικές κινήσεις του, και μπορεί να υιοθετήσει ή και να αρχίσει να κηρύττει μια ιδέα, μια άποψη ή μια θεωρία που μόλις διάβασε και τον ενθουσίασε, χωρίς να έχει προηγουμένως κάνει μια συστηματική μελέτη επί του θέματος και χωρίς καν να γνωρίζει αυτό το θέμα σε αρκετό βάθος (ώστε να το διδάξει).
Βασικό κίνητρο δράσης του αιματώδη τύπου είναι η φήμη. Ο χολερικός μπορεί να συγκρουστεί μαζί σας επειδή προσβάλλετε τις αρχές και τις αξίες του, ενώ ο αιματώδης μπορεί να αρχίσει μια αντιπαράθεση μαζί σας επειδή δεν του εκφράζετε τον σεβασμό που θεωρεί ότι αξίζει.
Η ιδιαίτερη αποστολή του “υπερεγώ” στην περίπτωση του αιματώδη τύπου, προκειμένου να εξισορροπεί επιτυχώς το Εγώ και το Είναι του, είναι να του επιτάσσει δύο πράγματα: πρώτον, να ολοκληρώνει τις εργασίες που αρχίζει, και, δεύτερον, να αποδέχεται τους ανθρώπους γι’ αυτό που είναι, π.χ. να σέβεται τα όρια των άλλων. Ο κλινικώς νάρκισσος δεν διαθέτει αυτό ακριβώς το “υπερεγώ,” δηλαδή, είναι ένας αιματώδης τύπος χωρίς το προαναφερθέν “υπερεγώ.”
Ο νάρκισσος ζει σε έναν κόσμο αφηγήσεων, υπό την έννοια ότι αυτό που έχει σημασία για τον νάρκισσο είναι οι αφηγήσεις, όχι τα γεγονότα. Σε αντίθεση προς τον κοινωνιοπαθή, ο οποίος τείνει να ψεύδεται συνεχώς, ο νάρκισσος δεν λέγει συνήθως ψέματα, αλλά τείνει να επανερμηνεύει αυθαιρέτως τα γεγονότα. Για παράδειγμα, ο νάρκισσος θα προσπαθήσει να πείσει τους άλλους ότι αυτό που κάνει είναι μοναδικό και υπέροχο, και ότι, στο πεδίο με το οποίο ασχολείται, είναι ο καλύτερος.
Ο νάρκισσος δεν θα πει τελείως ψέματα περί των γεγονότων, αλλά θα παραποιήσει τα γεγονότα, κυρίως διατυπώνοντας υπερβολές και υποβάλλοντας τα γεγονότα σε μια δική του κακή “κατεργασία,” προκειμένου να τα κάνει να ταιριάζουν με την αφήγησή του. Οι νάρκισσοι έχουν ανάγκη να είναι το κέντρο της προσοχής των άλλων, και, γι’ αυτό, ζουν με αφηγήσεις που εξυπηρετούν αυτήν την ανάγκη τους.
Ενώ ο κοινωνιοπαθής δεν αναγνωρίζει την πραγματικότητα των άλλων ανθρώπων καθ’ εαυτών, ο νάρκισσος δεν αναγνωρίζει, συγκεκριμένα, την πραγματικότητα των επιθυμιών και των στόχων των άλλων ανθρώπων. Στην συνείδηση του νάρκισσου, οι άλλοι άνθρωποι είναι παρόντες μόνο για να επιβεβαιώσουν το εγώ του και να του εκφράσουν τον θαυμασμό τους προς εκείνον. Ο νάρκισσος έχει παθολογική ανάγκη να αποτελεί αντικείμενο θαυμασμού, να είναι το κέντρο της αφήγησης, ο μοναδικός πρωταγωνιστής της ιστορίας, και, γι’ αυτό, έχει ανάγκη οι άλλοι άνθρωποι να συμμετέχουν στο “θεατρικό έργο” που επινοεί και παίζει.
Εάν ασχολείστε με κάτι το οποίο γνωρίζει και ο νάρκισσος με τον οποίο συναναστρέφεστε, ο νάρκισσος θα αρχίσει να επισημαίνει πόσο καλά το κάνει και ο ίδιος, να σας ασκεί κριτική και να σας διδάσκει περί του πώς θα το κάνετε καλύτερα σύμφωνα με την εμπειρία και τις σκέψεις του ιδίου- για παράδειγμα, αν οδηγείτε ένα αυτοκίνητο και δίπλα σας έχετε έναν νάρκισσο που επίσης γνωρίζει οδήγηση, ο νάρκισσος θα αρχίσει να λέγει πόσο καλός οδηγός είναι, να αναφέρει περιστατικά όπου διακρίθηκε για τις ικανότητές του στην οδήγηση και να σας συμβουλεύει για το πώς θα οδηγείτε ακόμη καλύτερα.
Σε περίπτωση που ο νάρκισσος με τον οποίο συναναστρέφεστε δεν γνωρίζει, τουλάχιστον τόσο όσο εσείς, το αντικείμενο με το οποίο ασχολείστε, θα βρει έναν τρόπο να υποστηρίξει, αναφορικός με αυτό το αντικείμενο, μια άποψη αντίθετη προς την δική σας προκειμένου να απαξιώσει ή να υποβιβάσει τις γνώσεις σας. Για παράδειγμα, έστω ότι είστε ένας επιστήμων διατροφολόγος που έχει διαμορφώσει μια επιστημονικώς ορθή δίαιτα, και συζητάτε με έναν νάρκισσο ο οποίος δεν έχει αντίστοιχες ειδικές επιστημονικές γνώσεις με τις δικές σας, και, συνεπώς, δεν μπορεί να σας ανταγωνιστεί στο πεδίο της επιστημονικής διατροφολογίας.
Σ’ αυτήν την περίπτωση, αφού ο νάρκισσος δεν μπορεί να αμφισβητήσει την εργασία σας με τα κριτήρια και τις μεθόδους της επιστήμης σας, θα προσπαθήσει να σας αμφισβητήσει επικαλούμενος μια εναλλακτική δίαιτα βασισμένη, λ.χ. στην παραδοσιακή κινέζικη ιατρική ή στην κουζίνα των ιθαγενών πληθυσμών Aborigines της Αυστραλίας. Γενικώς, ο νάρκισσος επιδιώκει να υποβιβάζει τους άλλους έναντι του εαυτού του προκειμένου να τους πείσει να τον θαυμάσουν, να τον ακολουθήσουν και να διδαχθούν από αυτόν.
Επειδή το Εγώ του νάρκισσου δεν βασίζεται στην πραγματικότητα καθ’ εαυτή, αλλά σε μια παραμορφωτική ερμηνεία της πραγματικότητας, συχνά, η πραγματικότητα τιμωρεί τον νάρκισσο, φέροντας τον αντιμέτωπο με εμπειρίες αποτυχίας. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο νάρκισσος προβαίνει σε βολικές για τον ίδιο εκλογικεύσεις, προκειμένου να δικαιολογήσει την αφήγησή του.
Για παράδειγμα, εάν ένας νάρκισσος μουσουργός, με την συμπεριφορά του, προκαλέσει την διάλυση της μπάντας του και την απόρριψή του από μια μεγάλη δισκογραφική εταιρεία, θα εκλογικεύσει αυτά τα συμβάντα λέγοντας, π.χ., ότι δεν θέλει να “πωλήσει” την ψυχή του στις μεγάλες εμπορικές εταιρείες για να γίνει δημοφιλής, ότι προτιμά εναλλακτικά δίκτυα καλλιέργειας, ότι οι μπάντες έρχονται και παρέρχονται αλλά τα πράγματα που έχουν την μεγαλύτερη σημασία είναι η ποιότητα και η αυτοέκφρασή του μουσουργού και ότι, γι’ αυτό, επιλέγει να ακολουθήσει σόλο καριέρα κ.ο.κ.
Ο νάρκισσος συνεχώς επανερμηνεύει και δικαιολογεί με λογικοφάνεια τα πάντα γύρω του με τέτοιον τρόπο ώστε να προκύπτει ότι ο ίδιος είναι ο καλύτερος, ότι για τα όποια προβλήματα φταίνε οι άλλοι, και ότι τα λάθη του δεν είναι πραγματικά λάθη αλλά συνειδητές επιλογές του, διότι ο νάρκισσος δεν μπορεί ποτέ να παραδεχθεί ότι διέπραξε ένα καθαρό και σοβαρό λάθος. Σε περίπτωση που, υπό το βάρος πραγματικών γεγονότων, ο νάρκισσος δεν μπορεί να αναδιατυπώσει την ναρκισσιστική αφήγησή του και εξαναγκαστεί να παραδεχθεί ότι δεν είναι τέλειος ούτε υπερήρωας, θα αντιδράσει με πολύ βίαιο τρόπο.
Ενώ ο κοινωνιοπαθής χρησιμοποιεί την βία εργαλειακά, δηλαδή, ως ένα μέσο αντίδρασης, χωρίς να αισθάνεται πραγματικά οργισμένος με κάτι, ο νάρκισσος βιώνει ναρκισσιστική οργή όταν η πραγματικότητα συντρίβει τον φαντασιακό του κόσμο και τον εξαναγκάζει να παραδεχθεί τα λάθη του. Όταν η πραγματικότητα απογυμνώνει τον νάρκισσο από τις παραισθήσεις του και τις φαντασιώσεις του, το μόνο που του μένει είναι μια απόλυτη οργή εναντίον όλου τον κόσμου.
Η επιβολή βίαιων και μαζικών μέτρων κατασταλτικής πολιτικής εκ μέρους απολυταρχικών εξουσιών, η διάπραξη τρομοκρατικών εγκλημάτων, η διάπραξη τελετουργικών δολοφονιών ή αυτοκτονιών στο πλαίσιο αποκρυφιστικών οργανώσεων και αιρετικών λατρειών, η εκδήλωση εντόνων σεκταριστικών στάσεων και η εκδήλωση έντονης αντιδραστικής συμπεριφοράς απέναντι στην διατύπωση ορθών νουθεσιών και ακριβών εξηγήσεων αποτελούν συχνά ακραίες εκδηλώσεις ναρκισσιστικής οργής.
4. Φλεγματικός Τύπος – Οριακός.
Ο υποκείμενος ψυχολογικός τύπος στον οποίο βασίζεται η οριακή διαταραχή της προσωπικότητας, και του οποίου ο οριακός τύπος αποτελεί νοσηρή εκδοχή, είναι ο φλεγματικός. Με άλλα λόγια, η οριακή προσωπικότητα αποτελεί μια διαστροφή του φλεγματικού τύπου. Η λεγομένη οριακή διαταραχή της προσωπικότητας είναι τόσο πολύπλοκη και δύσκολη υπόθεση ώστε, μεταξύ των ψυχοθεραπευτών, κυκλοφορεί το ανέκδοτο ότι “δεν θεραπεύεις έναν οριακό τύπο, αλλά απλώς τον αγνοείς.” Οι οριακοί τύποι είναι οι πιο επικίνδυνοι άνθρωποι που μπορεί να είναι παρόντες στην ζωή σας, διότι μπορούν πολύ εύκολα να καλύπτονται και να δρουν υπογείως. Ωστόσο, είναι σχετικώς εύκολο να διαγνωστούν.
Ο φλεγματικός τύπος είναι εσωστρεφής αλλά και κοινωνικός. Μπορεί να συμμετέχει σε μεγάλες ομάδες, αλλά δεν αναλαμβάνει σημαντικές πρωτοβουλίες. Είναι ο καταλληλότερος άνθρωπος για να αποτελέσει έναν γραφειοκράτη και να διεκπεραιώσει εργασίες τέτοιες που απαιτούν μεν μια οργανωμένη επαφή με άλλους ανθρώπους, αλλά δεν απαιτούν να αναλάβει ο ίδιος την πρωτοβουλία να επικοινωνήσει πρώτος με άλλους ανθρώπους.
Ο φλεγματικός τύπος τείνει να εκδηλώνει μεγάλο ενδιαφέρον για τους άλλους ανθρώπους. Επίσης, ο φλεγματικός τύπος έχει μια αμφίθυμη στάση όταν λαμβάνει την προσοχή των άλλων: από την μια πλευρά, θέλει να λάβει την προσοχή των άλλων, ενώ, από την άλλη πλευρά, την φοβάται και είναι επιφυλακτικός. Στις φυσιολογικές περιπτώσεις, ο φλεγματικός επιτυγχάνει μια ισορροπία μεταξύ της επιθυμίας του να λαμβάνει την προσοχή των άλλων και της μεγάλης ευθιξίας του.
Πράγματι, ο φλεγματικός προσβάλλεται πολύ εύκολα, και προτιμά να του εκφράσετε την εκτίμησή σας προς το πρόσωπό του και την εργασία του παρά να του κάνετε μια ευθεία φιλοφρόνηση. Ενώ ο νάρκισσος θέλει να του κάνετε άμεσες φιλοφρονήσεις και να του δίδετε αμέριστη προσοχή, ο φλεγματικός προτιμά να του εκφράζετε την εκτίμησή σας και να μη του δίδετε υπερβολική προσοχή, διότι η υπερβολική προσοχή του προκαλεί νευρικότητα.
Η χαρακτηριστική λειτουργία του “υπερεγώ” στην περίπτωση του φλεγματικού τύπου συνίσταται στο να εξισορροπεί την επιθυμία του για κοινωνική συναναστροφή με την αυξημένη ευθιξία του. Όταν λείπει ή υπολειτουργεί σημαντικά αυτός ο εξισορροπητικός παράγοντας, τότε ο φλεγματικός μετατρέπεται σε οριακή προσωπικότητα, και το Εγώ του παραδίδεται στο Είναι. Η οριακή προσωπικότητα μπορεί να παρομοιαστεί με μια ακατάσχετη, σαρωτική δίνη αγάπης, μίσους, επιθυμίας και πόνου, χωρίς ανάπαυση.
Οι οριακοί τύποι δεν μπορούν να δράσουν θετικά, αλλά μπορούν μόνο να προκαλέσουν, καθώς το Εγώ των οριακών τύπων είναι εντελώς υποταγμένο στο Είναι. Συνήθως, δεν λένε ψέματα για να επιτύχουν κάποιο σχέδιο, διότι συνήθως δεν έχουν κάποιο σχέδιο, και διότι, καθώς το Εγώ τους είναι εντελώς υποταγμένο στο Είναι, αφήνουν το Είναι να εκφραστεί αυθεντικά, και, υπό αυτήν την έννοια, οι οριακοί τύποι είναι ειλικρινείς με τον εαυτό τους.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο οριακός τύπος είναι μια ανεξέλεγκτη ‘μαύρη τρύπα προσοχής’ καθώς επιζητεί προσοχή αδιακρίτως. Εξ αιτίας αυτής της αδυναμίας του, ο οριακός τύπος αποβαίνει το “αιώνιο θύμα,” καθώς δεν διαθέτει την αρετή της διάκρισης, συγκεκριμένα, δεν μπορεί να διακρίνει και να αξιολογήσει το είδος και την ποιότητα της προσοχής που λαμβάνει, αλλά αποδέχεται κάθε είδος προσοχής, ακόμη και εάν ουσιαστικώς αυτή η προσοχή περιλαμβάνει την σεξουαλική, οικονομική, ή άλλη εκμετάλλευση του οριακού τύπου. Ο οριακός τύπος επιδιώκει να λάβει την προσοχή των άλλων με νοσηρό τρόπο, συγκεκριμένα, προκαλώντας τους άλλους, και αποδέχεται οποιαδήποτε εκδήλωση προσοχής, ασχέτως των ποιοτικών χαρακτηριστικών και των κινήτρων της προσοχής που εκδηλώνουν οι άλλοι προς αυτόν.
Για παράδειγμα, σε μια κοινωνική συνάθροιση, ένας φυσιολογικός άνθρωπος που θέλει να κερδίσει την προσοχή των άλλων θα προσπαθήσει να επιτύχει τον σκοπό του με το να τους γοητεύσει, είτε αισθητικά είτε διανοητικά, ενώ ένας οριακός τύπος δεν διαθέτει ένα Εγώ που να μπορεί να είναι τόσο ορθολογικό (ώστε να παίξει ένα παίγνιο γοητείας), αφού το Εγώ του είναι εντελώς υποταγμένο στο Είναι και, άρα, ο οριακός τύπος μπορεί μόνο υπαινικτικά να προσελκύσει την προσοχή των άλλων.
Με άλλα λόγια, μη διαθέτοντας δομικώς στιβαρή προσωπικότητα, και, γι’ αυτό, μη μπορώντας να παίξει ορθολογικά σε ένα παίγνιο γοητείας, ο οριακός τύπος προσελκύει την προσοχή του περιβάλλοντος του με το να συμπεριφέρεται σαν χαμαιλέων.
Θα μπορούσαμε συνοπτικώς να πούμε ότι ο νάρκισσος κατασκευάζει συνεχώς κάποια ψευδή προσωπικότητα, με την οποία επιδιώκει να κερδίσει την προσοχή των άλλων, ενώ ο οριακός τύπος δεν διαθέτει συνειδητή προσωπικότητα, αλλά απλώς συμπεριφέρεται χαμαιλεόντια, προσλαμβάνοντας ακόμη και τα προσωπεία του απ’ έξω. Ο οριακός τύπος είναι ένας απόλυτος “κοινωνικός – χαμαιλέων” μπορεί να πάει οπουδήποτε και να είναι ο,τιδήποτε σύμφωνα με τις επιταγές του περιβάλλοντος.
Λειτουργώντας με αυτόν τον τρόπο, ο οριακός τύπος μπορεί σχετικώς εύκολα να παρασύρει άλλους ανθρώπους στη ζωή του, προσελκύοντας την προσοχή τους, και, όταν αυτοί παύσουν, κατά την γνώμη του, να του δίδουν αρκετή προσοχή, εκείνος θα αρχίσει να τους προκαλεί, προκειμένου να του δώσουν περισσότερη προσοχή, ακόμη και εάν αυτή η επί πλέον προσοχή εκδηλωθεί με νοσηρούς τρόπους, π.χ., με βία.
Καθώς ο οριακός τύπος προκαλεί προκειμένου να προσλάβει περισσότερη προσοχή, αποβαίνει ευάλωτος στην άσκηση βίας. Μεταξύ άλλων, έτσι εξηγούνται, λ.χ., πολλά περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, όπου άνδρες ασκούν βία στις συζύγους/συντρόφους τους- σε πολλές τέτοιες περιπτώσεις, γυναίκες που είναι οριακές προσωπικότητες εκδηλώνουν μια έντονα προκλητική συμπεριφορά προκειμένου να ικανοποιήσουν την επιθυμία τους για πρόσληψη ακόμη μεγαλύτερης προσοχής, και, έτσι, ο σύζυγός τους/σύντροφος τους -εξ αιτίας αυτής της προκλητικής συμπεριφοράς τους, σε συνδυασμό με στοιχεία της δικής του προσωπικότητας- εξωθείται στην άσκηση βίας σε βάρος τους.
Επιγραμματικά
Σύμφωνα με την θεωρία των διαταραχών προσωπικότητας, του Ιπποκράτη, οι άνθρωποι διαθέτουν ορισμένα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που τους προδιαθέτουν να δρουν κατά συγκεκριμένους και συνεπείς τρόπους και που είναι ολοφάνερα. Η θεωρία των διαταραχών προσωπικότητας εξηγεί την ύπαρξη ομοιοτήτων και διαφορών μεταξύ των ανθρώπων καθώς και την συνέπεια της συμπεριφοράς τους.
Είναι μία θεωρία των τύπων. Ο τύπος στον οποίο ένα άτομο ανήκει και ο οποίος καθορίζει τα χαρακτηριστικά προσωπικότητας που διαθέτει, σχετίζεται με την νευροψυχολογία του ατόμου, τονίζει τον ρόλο του βιολογικού παράγοντα στην προσωπικότητα και, κατ’ επέκταση, στην συμπεριφορά του. Συγχρόνως, τονίζει και τον ρόλο της κοινωνικοποίησης στην διαμόρφωση της προσωπικής συνείδησης. Άλλες θεωρίες αποδίδουν τις αιτίες της συμπεριφοράς σε διαφορές στις γνωστικές πλευρές της προσωπικότητας. Η θεωρία των διαταραχών προσωπικότητας είναι καίριο σημείο αναφοράς στην πράξη, όπου η συμπεριφορά θεωρείται αποτέλεσμα της απόκλισης από την κανονικότητα των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας του ατόμου και εμπίπτει στην μελέτη των διαταραχών προσωπικότητας.
Η γνώση των προαναφερθεισών διαταραχών/τύπων προσωπικότητας, βοηθεί τον ειλικρινή και υγιή σκεπτόμενο άνθρωπο, με διάκριση, ν’ αναγνωρίζει και να επιλέγει τον αυθεντικό, υγιή διανοητικά άνθρωπο για ν’ αποκρούει νοσηρές καταστάσεις και την επιρροή νοσηρών προσώπων. Ορισμένα βασικά κριτήρια για να διακρίνετε τον αυθεντικό άνθρωπο είναι το να χαρακτηρίζεται από επιστημολογική ευαισθησία (δηλαδή, να έχει σώα διάνοια), να είναι λειτουργικά αλφαβητισμένος και, βεβαίως, το να μην πάσχει από οποιαδήποτε από τις προαναφερθείσες διαταραχές προσωπικότητας. Όσο ισχυρός και εάν είναι ο πνευματικός πυρήνας ενός κοινωνικού θεσμού καθ’ εαυτόν, εάν αυτός ο κοινωνικός θεσμός τεθεί υπό την διοίκηση κοινωνιοπαθών, θα εκφυλιστεί, καθώς θα αντιμετωπίζεται εργαλειακώς από την κοινωνιοπαθή διοικητική αρχή του.
Επίσης, όσο πιο πολύ ικανοποιεί αυτά τα κριτήρια ένας άνθρωπος τόσο γνησιότερος σύντροφος, φίλος ή συνεργάτης, αντιστοίχως, είναι και τόσο περισσότερο πρέπει να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη και την εκτίμησή μας.
1. Χολερικός Τύπος – Κοινωνιοπαθής.
Ο υποκείμενος τύπος προσωπικότητας στον οποίο βασίζεται η κοινωνιοπάθεια, και του οποίου η κοινωνιοπάθεια αποτελεί νοσηρή εκδοχή, είναι ο χολερικός τύπος. Ο χολερικός τύπος προσωπικότητας, ο κατ’ εξοχήν ηγετικός τύπος, ωθείται έντονα από το Εγώ, υπό την έννοια ότι σκέπτεται πολύ και ορθολογικά, είναι πολύ ικανός στο να κάνει επιδέξιες και επιτυχείς τακτικές και στρατηγικές κινήσεις, είναι έντονα προσανατολισμένος στην επίτευξη στόχων, και θέλει να οργανώνει τους πόρους του για να επιτυγχάνει στόχους. Επίσης, είναι εξωστρεφής, υπό την έννοια ότι δεν φοβάται να εκτεθεί στον κόσμο και να οργανώσει ανθρώπους, με τα προτερήματά τους και τα ελαττώματά τους, έτσι ώστε να ολοκληρωθεί κάποιο έργο.
Ο ηγέτης μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις που προκαλούν πόνο ή δυσαρέσκεια. Οι στρατιωτικοί ηγέτες, μάλιστα, μπορεί να θυσιάσουν ακόμη και ανθρώπους για χάρη των τελικών σκοπών ενός σχεδίου. Όμως είναι υγιείς συνειδήσεις, και δεν πρόκειται να θυσιάσουν ανθρώπους χωρίς λόγο. Γενικώς, όταν ο ηγέτης λαμβάνει αποφάσεις που προκαλούν πόνο ή δυσαρέσκεια, το κάνει όχι για να “χρησιμοποιήσει” τους ανθρώπους, αλλά για να τους οργανώσει με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο που μπορεί, ώστε να βελτιστοποιηθεί το σύστημα διοίκησης.
Μια θεμελιώδης διάκριση μεταξύ των φυσιολογικών ανθρώπων, γενικώς, και των διεστραμμένων ανθρώπων, γενικώς, είναι ότι οι φυσιολογικοί άνθρωποι έχουν “υπερεγώ” και, μάλιστα, καλώς αναπτυγμένο. Το “υπερεγώ” τούς βοηθεί να αναγνωρίσουν και να διαχειριστούν το Εκείνο, επιβάλλοντας ανθρώπινους περιορισμούς στον εαυτό τους, ώστε να μην γίνουν ‘τέρατα.’ Έτσι, ο ηγέτης, συγκεκριμένα, δεν θα δράσει ανεξέλεγκτα, αλλά θα επιβάλει περιορισμούς στην ιστορική του δράση, “φιλτράροντας” την ιστορική του δράση μέσα από την συμπόνια, την κατανόηση και εκτίμηση του κάλλους, την εντιμότητα και την αγάπη. Το ‘υπερεγώ’ υπενθυμίζει πάντοτε στον υγιή χολερικό τύπο ότι αυτό που κάνει -ακόμη και εάν είναι μια παράβαση (π.χ. ένα κατά συνθήκη ψεύδος) ή μια απόφαση που προκαλεί πόνο ή δυσαρέσκεια- πρέπει να υπηρετεί έναν έντιμο υψηλότερο σκοπό.
Τι γίνεται όμως όταν το “υπερεγώ” παύσει να λειτουργεί σωστά ή εξαλειφθεί; Τότε προκύπτει ένα πρόσωπο του οποίου το Εγώ είναι απολύτως κυρίαρχο και η σχέση του με το Είναι δεν διαμεσολαβείται από το “υπερεγώ.” Μάλιστα, σ’ αυτήν την περίπτωση, το Είναι υποτάσσεται πλήρως στο Εγώ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, τελικώς, το κατ’ αρχήν λογικό Εγώ παύει να είναι θεμελιωδώς ορθολογικό, αφού πλέον η προσωπικότητα βρίσκεται σε θεμελιώδη αταξία και ανισορροπία. Το πρώτο συμπεριφορικό χαρακτηριστικό που μπορούμε να παρατηρήσουμε εύκολα σε έναν κοινωνιοπαθή είναι ότι είναι υπερβολικά ομιλητικός. Επίσης, σε πρώτη φάση, οι κοινωνιοπαθείς δείχνουν να είναι καλοί στην οργάνωση, και είναι πειστικοί. Μπορούν, πράγματι, να πείσουν ανθρώπους να υπηρετήσουν τα σχέδιά τους.
Όμως, τελικώς, καθώς στους κοινωνιοπαθείς δεν λειτουργεί σωστά ή έχει ατροφήσει πλήρως το “υπερεγώ,” οι κοινωνιοπαθείς δεν μπορούν να εκδηλώσουν αληθή ενσυναίσθηση προς τους άλλους ανθρώπους (ο όρος “ενσυναίσθηση” αναφέρεται στη συναισθηματική ταύτιση με την ψυχική κατάσταση ενός άλλου προσώπου και στην κατανόηση της συμπεριφοράς και των κινήτρων του). Για τον κοινωνιοπαθή, οι άλλοι άνθρωποι είναι απλώς αντικείμενα, και τους αντιμετωπίζει χρησιμοθηρικά. Το Εγώ του κοινωνιοπαθή έχει κάποιον στόχο, κάποιο σχέδιο, που προσπαθεί να επιτύχει, και, γι’ αυτό, χρησιμοποιεί το Είναι (δηλαδή, τα ορμέμφυτα Ζωή και Θάνατος) κατά έναν εντελώς εργαλειακό και ιδιοτελή τρόπο.
Ο κοινωνιοπαθής επικοινωνεί με άλλους ανθρώπους και εκφράζει αισθήματα, αλλά, μέσα του, δεν έχει πραγματικά αισθήματα κοινωνικότητας· τα αισθήματά του είναι παροδικά και ιδιοτελή, υπηρετώντας απλώς τους σκοπούς του. Γι’ αυτό, οι κοινωνιοπαθείς είναι ταχύτατοι στο να συνάπτουν φιλίες. Στην αρχή, μάλιστα, μιας φιλίας με κοινωνιοπαθή, ο κοινωνιοπαθής μπορεί να σας πει ότι είστε πολύ σημαντικός για εκείνον, ίσως και ότι είστε ο καλύτερος φίλος του. Αυτό θα το κάνει διότι, καθώς κυβερνάται απόλυτα από το Εγώ, αντιλαμβάνεται την φιλία ως δικαίωμα χρήσης (του “φίλου” από τον ίδιο) και ως παροχή (ευνοιών από τον “φίλο” προς τον ίδιο), και, άρα, πράγματι, από αυτήν την προοπτική, ένας φίλος μπορεί να είναι πολύ σημαντικός για τον κοινωνιοπαθή (ως “περιουσιακό στοιχείο” του κοινωνιοπαθούς). Γενικώς, ο κοινωνιοπαθής αντιμετωπίζει τους άλλους ανθρώπους σαν αντικείμενα, αλλά, στην συνείδηση του κοινωνιοπαθή, οι φίλοι μετατρέπονται, από απλά αντικείμενα, σε χρήσιμους πόρους και δικαιώματα χρήσης αυτών των πόρων.
Κατ’ επέκταση, ένα ακόμη κλινικό χαρακτηριστικό των κοινωνιοπαθών είναι ότι δεν αισθάνονται τύψεις ούτε υποχρεώσεις προς τους άλλους, υπό την έννοια ότι διαθέτουν μεν τον ψυχικό μηχανισμό για να αισθανθούν, τουλάχιστον υποτυπωδώς, τύψεις και υποχρεώσεις προς τους άλλους, καθώς διαθέτουν το Είναι, αλλά αυτός ο μηχανισμός είναι εντελώς υποδουλωμένος στο Εγώ. Για την ακρίβεια, λοιπόν, μπορεί οι κοινωνιοπαθείς να αισθανθούν τύψεις όταν αυτό το αίσθημα είναι, για κάποιον λόγο, τακτικώς χρήσιμο στους ίδιους, αλλά αυτό το αίσθημά τους δεν θα διαρκέσει περισσότερο από όσο τους είναι τακτικώς χρήσιμο. Επίσης, οι κοινωνιοπαθείς είναι εξαιρετικώς ικανοί στην χειραγώγηση ανθρώπων και στην διατύπωση ψεμάτων, καθώς έχουν περιθωριοποιήσει ή εξαλείψει το “υπερεγώ” και έχουν στρατεύσει απολύτως το Είναι στο Εγώ.
Οι κοινωνιοπαθείς δεν μπορούν ποτέ να αποτελέσουν πραγματικούς ηγέτες (άσχετο το ότι μπορεί να καταλάβουν ηγετικές θέσεις). Ο ηγέτης υπηρετεί ένα υψηλό ιδεώδες, ένα στρατηγικό όραμα, ή, θα μπορούσαμε να πούμε, μια Φιλοσοφική ιδέα, που υπερβαίνει την πράξη καθ’ εαυτή και την κυβερνά “από ‘πάνω.” Αντίθετα, στην ζωή των κοινωνιοπαθών, δεν υπάρχει μια ανώτερη υπαρξιακή στρατηγική, δεν υπάρχει ένα υπερβατικό ιδεώδες, αλλά υπάρχουν μόνο οι άμεσοι στόχοι, οι άμεσες σκοπιμότητες, τις οποίες προσπαθούν να επιτύχουν. Ο πραγματικός ηγέτης βλέπει τη ζωή από την προοπτική ενός ανωτέρου στρατηγικού υπαρξιακού οράματος, που δίδει νόημα στις πράξεις του, ενώ ο κοινωνιοπαθής βλέπει τη ζωή σαν ένα παίγνιο όπου κάνει κινήσεις υπαγορευόμενες από το ιδιοτελές Εγώ του.
Εξ ου και ο κοινωνιοπαθής, για να ελέγξει το περιβάλλον του, θα κάνει τα πάντα: θα προσποιηθεί αγάπη, θα κολακεύσει, θα προβεί σε εξυπηρετήσεις με σκοπό να εξαρτήσει αυτόν που εξυπηρετεί, θα αφηγηθεί ψεύτικες ιστορίες, θα περιαυτολογήσει για να πείσει τους άλλους ότι είναι πολύ έξυπνος και ότι το σχέδιο που έχει εξυφάνει μπορεί να δώσει λύσεις σε σημαντικά προβλήματα και να επιφέρει ευημερία κ.ο.κ. Όσοι ενδώσουν στον κοινωνιοπαθή και πειστούν από αυτόν, θα γίνουν αντικείμενα του δικού του περιβάλλοντος, δηλαδή, θα αντιμετωπίζονται πλέον από τον κοινωνιοπαθή σαν “περιουσιακά στοιχεία” του προς εκμετάλλευση από τον ίδιο, και, βεβαίως, όταν ο κοινωνιοπαθής κρίνει ότι κάποιος από τους ανθρώπους τού περιβάλλοντος του δεν του είναι πλέον χρήσιμος, θα παύσει να τον αντιμετωπίζει φιλικά και να του ανταποδίδει ωφέλειες για τις υπηρεσίες του.
2. Μελαγχολικός Τύπος – Οιστριονικός.
Ο υποκείμενος τύπος προσωπικότητας στον οποίο βασίζεται η οιστριονική διαταραχή της προσωπικότητας, και του οποίου ο οιστριονικός αποτελεί νοσηρή εκδοχή, είναι ο μελαγχολικός. Όπως ο χολερικός τύπος, έτσι και ο μελαγχολικός τύπος είναι έντονα προσανατολισμένος στην πραγματοποίηση εργασιών, και είναι ιδιαιτέρως ικανός στο να σκέπτεται, να μελετά και να σχεδιάζει, αλλά, σε αντίθεση προς τον χολερικό, ο μελαγχολικός τύπος δεν αρέσκεται στο να βγει έξω στην κοινωνία και να πραγματώσει τα σχέδιά του, δεν θέλει να αναλάβει να οργανώσει ανθρώπους, αλλά περιορίζεται στο να οργανώνει σκέψεις.
Δεν είναι άφιλος, αλλά μπορεί, για μακρά χρονικά διαστήματα, να ενεργεί χωρίς εκτεταμένη αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους, όπως, λ.χ., συμβαίνει στις περιπτώσεις ενός ερευνητή επιστήμονα, ενός συντάκτη υπολογιστικών κωδίκων, ενός βιβλιοθηκονόμου κ.λπ. Με άλλα λόγια, ο μελαγχολικός τύπος μπορεί να είναι φιλικός και, μάλιστα, μπορεί να γίνει ένας πολύτιμος φίλος και ίσως και η “ψυχή της παρέας,” όταν δοθεί η κατάλληλη ευκαιρία, αλλά δεν έχει ανάγκη την φιλική αλληλεπίδραση και την παρέα όσο τις έχουν ανάγκη άλλοι άνθρωποι, και μπορεί να περνά πολύ καλά και μόνος του.
Το κυριότερο κίνητρο των δραστηριοτήτων του μελαγχολικού είναι να κατακτήσει κάτι και να γίνει αυθεντία σε κάτι. Το Είναι του μελαγχολικού είναι ισχυρό, λειτουργεί καλώς και, καθώς συνδέεται, μέσω του “υπερεγώ” με το Εγώ του, του δίδει εκείνη την ζωτική σπίθα της δημιουργικότητας και εκείνη την ερωτική ροπή που του επιτρέπουν να μείνει εστιασμένος στον στόχο του, ο οποίος μπορεί να είναι η επίλυση ενός μεγάλου επιστημονικού ή τεχνολογικού προβλήματος, η κατασκευή μιας σημαντικής μηχανής κ.ο.κ.
Από την άλλη πλευρά, το Είναι του οιστριονικού είναι εντελώς υποταγμένο μέσα στο Εγώ του, και, γι’ αυτό, αυτό από το οποίο πάσχει τελικώς ο οιστριονικός είναι η ανία. Η ανία είναι το χαρακτηριστικό που πρωτίστως προσδιορίζει τον οιστριονικό. Ο οιστριονικός, ως μελαγχολικός, μπορεί να ερωτευθεί αντικείμενα και εργασίες και έτσι να αισθάνεται και να είναι δημιουργικός, αλλά, όταν δεν υπάρχουν αυτά τα αντικείμενα και αυτές οι εργασίες, βυθίζεται στην ανία, διότι δεν μπορεί να σχετιστεί άμεσα με άλλους ανθρώπους, δηλαδή, δεν μπορεί να σχετιστεί με άλλους ανθρώπους χωρίς η σχέση τους να διαμεσολαβείται από κάποιο αντικείμενο είτε από κάποια εργασία.
Γι’ αυτό, όταν οι οιστριονικοί δεν έχουν ένα έργο του οποίου η επίτευξη να τους κινητοποιεί και να τους επιτρέπει να σχετιστούν δημιουργικά με άλλους ανθρώπους για χάρη της επίτευξης αυτού του έργου, τότε επινοούν ένα τέτοιο έργο, και αυτό το έργο είναι οι άλλοι άνθρωποι. Όμως, καθώς δεν έχουν κάτι συγκεκριμένο που να προσπαθούν να επιτύχουν, καταλήγουν απλώς να βασανίζουν και να παρενοχλούν τους άλλους. Στην σύγχρονη γλώσσα του διαδικτύου, θα λέγαμε ότι ο οιστριονικός είναι ένα διαπροσωπικό troll, που προκαλεί επικοινωνιακή και διανοητική αταξία και διαχέει μιζέρια μεταξύ των ανθρώπων.
Όπως οι κοινωνιοπαθείς, έτσι και οι οιστριονικοί δεν τρέφουν καμιά αγάπη για την αλήθεια και είναι μεγάλοι ψεύτες, αλλά, σε αντίθεση προς τους κοινωνιοπαθείς, οι οιστριονικοί δεν βλέπουν τους εαυτούς τους σαν ιδιοκτήτες άλλων ανθρώπων. Ο κοινωνιοπαθής, επειδή είναι εξωστρεφές υποκείμενο, βλέπει τους άλλους ανθρώπους σαν αντικείμενα προς ιδιοποίηση και κάρπωση. Ο οιστριονικός, επειδή είναι εσωστρεφές υποκείμενο, μπορεί να μη αναγνωρίσει καν ότι υπάρχουν άλλοι άνθρωποι, να μη προσέξει καν την συγκεκριμένη παρουσία άλλων ανθρώπων, αλλά επιδιώκει απλώς να περιβάλλεται από ένα μεγάλο δίκτυο, επειδή χρειάζεται αυτήν την δραστηριότητα και ζωηρότητα γύρω του, αν και μέσα του δεν συμβαίνει κάτι αντίστοιχο, καθώς μέσα του επικρατεί η ανία.
Ο οιστριονικός δεν θέλει καν την προσοχή και την ορθολογική συνεργασία άλλων ανθρώπων, αλλά αυτό που θέλει είναι να προκαλεί επικοινωνιακή και διανοητική αταξία και να διαχέει μιζέρια μεταξύ των ανθρώπων, δηλαδή, να τρολλάρει τους άλλους ανθρώπους. Γι’ αυτό, αυτό που κάνουν συνήθως οι οιστριονικοί είναι να λένε ψέματα, να παρερμηνεύουν γεγονότα και συμπεριφορές και να προκαλούν ανούσιους και ατέρμονες διαλόγους είτε να αποδομούν σοβαρές συζητήσεις κάνοντας χαοτικές παρεμβάσεις.
Για παράδειγμα, ένας οιστριονικός μπορεί να φθάσει στο σημείο να πει σε έναν γνωστό σας ότι εσείς είπατε κάτι κακό γι’ αυτόν τον γνωστό σας, προκειμένου ο γνωστός σας να έλθει σε εσάς προσβεβλημένος για να σας ζητήσει εξηγήσεις, και έτσι ο οιστριονικός να προκαλέσει έναν ακόμη ζωηρό διάλογο ή ακόμη και μια αντιπαράθεση, τρολλάροντας ανθρώπους.
Ο οιστριονικός λατρεύει την παρερμηνεία, διότι αυτό που είναι έντιμο, εν προκειμένω αληθές, δεν του προκαλεί κανένα ενδιαφέρον. Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι κάνετε μια λογική και ευπρεπή συζήτηση για την πολιτική ή για επιχειρήσεις. Ο οιστριονικός δεν έχει κανένα αληθές ενδιαφέρον, και, άρα, δεν ενδιαφέρεται ούτε για την πολιτική ούτε για τις επιχειρήσεις, και, γι’ αυτό, σε μια τέτοια συζήτηση, ο οιστριονικός θα λειτουργούσε με έναν αποδομητικό τρόπο.
Αυτό που θέλει ο οιστριονικός είναι το δράμα, η αναταραχή, η αντιπαράθεση και η μιζέρια. Ο οιστριονικός δεν μπορεί να αισθανθεί κάτι ισχυρό μέσα του, είναι εσωτερικός βαριεστημένος, και αυτό που μπορεί να τον οδηγήσει περισσότερο κοντά στο να αισθανθεί κάτι μέσα του είναι το να διασκεδάζει με το να κάνει τους άλλους να υποφέρουν. Συνοψίζοντας, ο οιστριονικός έχει δύο βασικά χαρακτηριστικά: πάσχει από υπαρξιακή ανία και θέλει να συγκρούεται με άλλους ανθρώπους ή να προκαλεί συγκρούσεις μεταξύ άλλων ανθρώπων.
3. Αιματώδης Τύπος – Νάρκισσος.
Ο υποκείμενος ψυχολογικός τύπος στον οποίο βασίζεται η ναρκισσιστική διαταραχή της προσωπικότητας, και του οποίου ο ναρκισσισμός αποτελεί νοσηρή εκδοχή, είναι ο αιματώδης. Ο αιματώδης τύπος είναι ο καλύτερος φίλος και ο χειρότερος εχθρός που μπορεί να έχει ο χολερικός τύπος. Από την σκοπιά του χολερικού τύπου, οι άνθρωποι που ανήκουν στον μελαγχολικό τύπο και στον φλεγματικό τύπο είναι αξιόπιστοι για να αποτελέσουν αρμονικά και δημιουργικά μέλη μιας ομάδας, αλλά η συναναστροφή και η συνεργασία του χολερικού τύπου με τον αιματώδη τύπο είναι πολύ δυναμική και ζωηρή, για το καλό ή για το κακό.
Ο αιματώδης τύπος είναι εξωστρεφής, χιουμορίστας, καινοτόμος, πειραματιστής και έτοιμος να αναλάβει πρωτοβουλίες, αλλά δεν έχει τόση έφεση στις τακτικές κινήσεις και στην συστηματική μελέτη όση έχει ο χολερικός. Για παράδειγμα, ο αιματώδης μπορεί να σπεύσει να κάνει πράξη μια ιδέα αμέσως μετά από την σύλληψή της, χωρίς να έχει προηγουμένως σχεδιάσει προσεκτικά τις τακτικές κινήσεις του, και μπορεί να υιοθετήσει ή και να αρχίσει να κηρύττει μια ιδέα, μια άποψη ή μια θεωρία που μόλις διάβασε και τον ενθουσίασε, χωρίς να έχει προηγουμένως κάνει μια συστηματική μελέτη επί του θέματος και χωρίς καν να γνωρίζει αυτό το θέμα σε αρκετό βάθος (ώστε να το διδάξει).
Βασικό κίνητρο δράσης του αιματώδη τύπου είναι η φήμη. Ο χολερικός μπορεί να συγκρουστεί μαζί σας επειδή προσβάλλετε τις αρχές και τις αξίες του, ενώ ο αιματώδης μπορεί να αρχίσει μια αντιπαράθεση μαζί σας επειδή δεν του εκφράζετε τον σεβασμό που θεωρεί ότι αξίζει.
Η ιδιαίτερη αποστολή του “υπερεγώ” στην περίπτωση του αιματώδη τύπου, προκειμένου να εξισορροπεί επιτυχώς το Εγώ και το Είναι του, είναι να του επιτάσσει δύο πράγματα: πρώτον, να ολοκληρώνει τις εργασίες που αρχίζει, και, δεύτερον, να αποδέχεται τους ανθρώπους γι’ αυτό που είναι, π.χ. να σέβεται τα όρια των άλλων. Ο κλινικώς νάρκισσος δεν διαθέτει αυτό ακριβώς το “υπερεγώ,” δηλαδή, είναι ένας αιματώδης τύπος χωρίς το προαναφερθέν “υπερεγώ.”
Ο νάρκισσος ζει σε έναν κόσμο αφηγήσεων, υπό την έννοια ότι αυτό που έχει σημασία για τον νάρκισσο είναι οι αφηγήσεις, όχι τα γεγονότα. Σε αντίθεση προς τον κοινωνιοπαθή, ο οποίος τείνει να ψεύδεται συνεχώς, ο νάρκισσος δεν λέγει συνήθως ψέματα, αλλά τείνει να επανερμηνεύει αυθαιρέτως τα γεγονότα. Για παράδειγμα, ο νάρκισσος θα προσπαθήσει να πείσει τους άλλους ότι αυτό που κάνει είναι μοναδικό και υπέροχο, και ότι, στο πεδίο με το οποίο ασχολείται, είναι ο καλύτερος.
Ο νάρκισσος δεν θα πει τελείως ψέματα περί των γεγονότων, αλλά θα παραποιήσει τα γεγονότα, κυρίως διατυπώνοντας υπερβολές και υποβάλλοντας τα γεγονότα σε μια δική του κακή “κατεργασία,” προκειμένου να τα κάνει να ταιριάζουν με την αφήγησή του. Οι νάρκισσοι έχουν ανάγκη να είναι το κέντρο της προσοχής των άλλων, και, γι’ αυτό, ζουν με αφηγήσεις που εξυπηρετούν αυτήν την ανάγκη τους.
Ενώ ο κοινωνιοπαθής δεν αναγνωρίζει την πραγματικότητα των άλλων ανθρώπων καθ’ εαυτών, ο νάρκισσος δεν αναγνωρίζει, συγκεκριμένα, την πραγματικότητα των επιθυμιών και των στόχων των άλλων ανθρώπων. Στην συνείδηση του νάρκισσου, οι άλλοι άνθρωποι είναι παρόντες μόνο για να επιβεβαιώσουν το εγώ του και να του εκφράσουν τον θαυμασμό τους προς εκείνον. Ο νάρκισσος έχει παθολογική ανάγκη να αποτελεί αντικείμενο θαυμασμού, να είναι το κέντρο της αφήγησης, ο μοναδικός πρωταγωνιστής της ιστορίας, και, γι’ αυτό, έχει ανάγκη οι άλλοι άνθρωποι να συμμετέχουν στο “θεατρικό έργο” που επινοεί και παίζει.
Εάν ασχολείστε με κάτι το οποίο γνωρίζει και ο νάρκισσος με τον οποίο συναναστρέφεστε, ο νάρκισσος θα αρχίσει να επισημαίνει πόσο καλά το κάνει και ο ίδιος, να σας ασκεί κριτική και να σας διδάσκει περί του πώς θα το κάνετε καλύτερα σύμφωνα με την εμπειρία και τις σκέψεις του ιδίου- για παράδειγμα, αν οδηγείτε ένα αυτοκίνητο και δίπλα σας έχετε έναν νάρκισσο που επίσης γνωρίζει οδήγηση, ο νάρκισσος θα αρχίσει να λέγει πόσο καλός οδηγός είναι, να αναφέρει περιστατικά όπου διακρίθηκε για τις ικανότητές του στην οδήγηση και να σας συμβουλεύει για το πώς θα οδηγείτε ακόμη καλύτερα.
Σε περίπτωση που ο νάρκισσος με τον οποίο συναναστρέφεστε δεν γνωρίζει, τουλάχιστον τόσο όσο εσείς, το αντικείμενο με το οποίο ασχολείστε, θα βρει έναν τρόπο να υποστηρίξει, αναφορικός με αυτό το αντικείμενο, μια άποψη αντίθετη προς την δική σας προκειμένου να απαξιώσει ή να υποβιβάσει τις γνώσεις σας. Για παράδειγμα, έστω ότι είστε ένας επιστήμων διατροφολόγος που έχει διαμορφώσει μια επιστημονικώς ορθή δίαιτα, και συζητάτε με έναν νάρκισσο ο οποίος δεν έχει αντίστοιχες ειδικές επιστημονικές γνώσεις με τις δικές σας, και, συνεπώς, δεν μπορεί να σας ανταγωνιστεί στο πεδίο της επιστημονικής διατροφολογίας.
Σ’ αυτήν την περίπτωση, αφού ο νάρκισσος δεν μπορεί να αμφισβητήσει την εργασία σας με τα κριτήρια και τις μεθόδους της επιστήμης σας, θα προσπαθήσει να σας αμφισβητήσει επικαλούμενος μια εναλλακτική δίαιτα βασισμένη, λ.χ. στην παραδοσιακή κινέζικη ιατρική ή στην κουζίνα των ιθαγενών πληθυσμών Aborigines της Αυστραλίας. Γενικώς, ο νάρκισσος επιδιώκει να υποβιβάζει τους άλλους έναντι του εαυτού του προκειμένου να τους πείσει να τον θαυμάσουν, να τον ακολουθήσουν και να διδαχθούν από αυτόν.
Επειδή το Εγώ του νάρκισσου δεν βασίζεται στην πραγματικότητα καθ’ εαυτή, αλλά σε μια παραμορφωτική ερμηνεία της πραγματικότητας, συχνά, η πραγματικότητα τιμωρεί τον νάρκισσο, φέροντας τον αντιμέτωπο με εμπειρίες αποτυχίας. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο νάρκισσος προβαίνει σε βολικές για τον ίδιο εκλογικεύσεις, προκειμένου να δικαιολογήσει την αφήγησή του.
Για παράδειγμα, εάν ένας νάρκισσος μουσουργός, με την συμπεριφορά του, προκαλέσει την διάλυση της μπάντας του και την απόρριψή του από μια μεγάλη δισκογραφική εταιρεία, θα εκλογικεύσει αυτά τα συμβάντα λέγοντας, π.χ., ότι δεν θέλει να “πωλήσει” την ψυχή του στις μεγάλες εμπορικές εταιρείες για να γίνει δημοφιλής, ότι προτιμά εναλλακτικά δίκτυα καλλιέργειας, ότι οι μπάντες έρχονται και παρέρχονται αλλά τα πράγματα που έχουν την μεγαλύτερη σημασία είναι η ποιότητα και η αυτοέκφρασή του μουσουργού και ότι, γι’ αυτό, επιλέγει να ακολουθήσει σόλο καριέρα κ.ο.κ.
Ο νάρκισσος συνεχώς επανερμηνεύει και δικαιολογεί με λογικοφάνεια τα πάντα γύρω του με τέτοιον τρόπο ώστε να προκύπτει ότι ο ίδιος είναι ο καλύτερος, ότι για τα όποια προβλήματα φταίνε οι άλλοι, και ότι τα λάθη του δεν είναι πραγματικά λάθη αλλά συνειδητές επιλογές του, διότι ο νάρκισσος δεν μπορεί ποτέ να παραδεχθεί ότι διέπραξε ένα καθαρό και σοβαρό λάθος. Σε περίπτωση που, υπό το βάρος πραγματικών γεγονότων, ο νάρκισσος δεν μπορεί να αναδιατυπώσει την ναρκισσιστική αφήγησή του και εξαναγκαστεί να παραδεχθεί ότι δεν είναι τέλειος ούτε υπερήρωας, θα αντιδράσει με πολύ βίαιο τρόπο.
Ενώ ο κοινωνιοπαθής χρησιμοποιεί την βία εργαλειακά, δηλαδή, ως ένα μέσο αντίδρασης, χωρίς να αισθάνεται πραγματικά οργισμένος με κάτι, ο νάρκισσος βιώνει ναρκισσιστική οργή όταν η πραγματικότητα συντρίβει τον φαντασιακό του κόσμο και τον εξαναγκάζει να παραδεχθεί τα λάθη του. Όταν η πραγματικότητα απογυμνώνει τον νάρκισσο από τις παραισθήσεις του και τις φαντασιώσεις του, το μόνο που του μένει είναι μια απόλυτη οργή εναντίον όλου τον κόσμου.
Η επιβολή βίαιων και μαζικών μέτρων κατασταλτικής πολιτικής εκ μέρους απολυταρχικών εξουσιών, η διάπραξη τρομοκρατικών εγκλημάτων, η διάπραξη τελετουργικών δολοφονιών ή αυτοκτονιών στο πλαίσιο αποκρυφιστικών οργανώσεων και αιρετικών λατρειών, η εκδήλωση εντόνων σεκταριστικών στάσεων και η εκδήλωση έντονης αντιδραστικής συμπεριφοράς απέναντι στην διατύπωση ορθών νουθεσιών και ακριβών εξηγήσεων αποτελούν συχνά ακραίες εκδηλώσεις ναρκισσιστικής οργής.
4. Φλεγματικός Τύπος – Οριακός.
Ο υποκείμενος ψυχολογικός τύπος στον οποίο βασίζεται η οριακή διαταραχή της προσωπικότητας, και του οποίου ο οριακός τύπος αποτελεί νοσηρή εκδοχή, είναι ο φλεγματικός. Με άλλα λόγια, η οριακή προσωπικότητα αποτελεί μια διαστροφή του φλεγματικού τύπου. Η λεγομένη οριακή διαταραχή της προσωπικότητας είναι τόσο πολύπλοκη και δύσκολη υπόθεση ώστε, μεταξύ των ψυχοθεραπευτών, κυκλοφορεί το ανέκδοτο ότι “δεν θεραπεύεις έναν οριακό τύπο, αλλά απλώς τον αγνοείς.” Οι οριακοί τύποι είναι οι πιο επικίνδυνοι άνθρωποι που μπορεί να είναι παρόντες στην ζωή σας, διότι μπορούν πολύ εύκολα να καλύπτονται και να δρουν υπογείως. Ωστόσο, είναι σχετικώς εύκολο να διαγνωστούν.
Ο φλεγματικός τύπος είναι εσωστρεφής αλλά και κοινωνικός. Μπορεί να συμμετέχει σε μεγάλες ομάδες, αλλά δεν αναλαμβάνει σημαντικές πρωτοβουλίες. Είναι ο καταλληλότερος άνθρωπος για να αποτελέσει έναν γραφειοκράτη και να διεκπεραιώσει εργασίες τέτοιες που απαιτούν μεν μια οργανωμένη επαφή με άλλους ανθρώπους, αλλά δεν απαιτούν να αναλάβει ο ίδιος την πρωτοβουλία να επικοινωνήσει πρώτος με άλλους ανθρώπους.
Ο φλεγματικός τύπος τείνει να εκδηλώνει μεγάλο ενδιαφέρον για τους άλλους ανθρώπους. Επίσης, ο φλεγματικός τύπος έχει μια αμφίθυμη στάση όταν λαμβάνει την προσοχή των άλλων: από την μια πλευρά, θέλει να λάβει την προσοχή των άλλων, ενώ, από την άλλη πλευρά, την φοβάται και είναι επιφυλακτικός. Στις φυσιολογικές περιπτώσεις, ο φλεγματικός επιτυγχάνει μια ισορροπία μεταξύ της επιθυμίας του να λαμβάνει την προσοχή των άλλων και της μεγάλης ευθιξίας του.
Πράγματι, ο φλεγματικός προσβάλλεται πολύ εύκολα, και προτιμά να του εκφράσετε την εκτίμησή σας προς το πρόσωπό του και την εργασία του παρά να του κάνετε μια ευθεία φιλοφρόνηση. Ενώ ο νάρκισσος θέλει να του κάνετε άμεσες φιλοφρονήσεις και να του δίδετε αμέριστη προσοχή, ο φλεγματικός προτιμά να του εκφράζετε την εκτίμησή σας και να μη του δίδετε υπερβολική προσοχή, διότι η υπερβολική προσοχή του προκαλεί νευρικότητα.
Η χαρακτηριστική λειτουργία του “υπερεγώ” στην περίπτωση του φλεγματικού τύπου συνίσταται στο να εξισορροπεί την επιθυμία του για κοινωνική συναναστροφή με την αυξημένη ευθιξία του. Όταν λείπει ή υπολειτουργεί σημαντικά αυτός ο εξισορροπητικός παράγοντας, τότε ο φλεγματικός μετατρέπεται σε οριακή προσωπικότητα, και το Εγώ του παραδίδεται στο Είναι. Η οριακή προσωπικότητα μπορεί να παρομοιαστεί με μια ακατάσχετη, σαρωτική δίνη αγάπης, μίσους, επιθυμίας και πόνου, χωρίς ανάπαυση.
Οι οριακοί τύποι δεν μπορούν να δράσουν θετικά, αλλά μπορούν μόνο να προκαλέσουν, καθώς το Εγώ των οριακών τύπων είναι εντελώς υποταγμένο στο Είναι. Συνήθως, δεν λένε ψέματα για να επιτύχουν κάποιο σχέδιο, διότι συνήθως δεν έχουν κάποιο σχέδιο, και διότι, καθώς το Εγώ τους είναι εντελώς υποταγμένο στο Είναι, αφήνουν το Είναι να εκφραστεί αυθεντικά, και, υπό αυτήν την έννοια, οι οριακοί τύποι είναι ειλικρινείς με τον εαυτό τους.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο οριακός τύπος είναι μια ανεξέλεγκτη ‘μαύρη τρύπα προσοχής’ καθώς επιζητεί προσοχή αδιακρίτως. Εξ αιτίας αυτής της αδυναμίας του, ο οριακός τύπος αποβαίνει το “αιώνιο θύμα,” καθώς δεν διαθέτει την αρετή της διάκρισης, συγκεκριμένα, δεν μπορεί να διακρίνει και να αξιολογήσει το είδος και την ποιότητα της προσοχής που λαμβάνει, αλλά αποδέχεται κάθε είδος προσοχής, ακόμη και εάν ουσιαστικώς αυτή η προσοχή περιλαμβάνει την σεξουαλική, οικονομική, ή άλλη εκμετάλλευση του οριακού τύπου. Ο οριακός τύπος επιδιώκει να λάβει την προσοχή των άλλων με νοσηρό τρόπο, συγκεκριμένα, προκαλώντας τους άλλους, και αποδέχεται οποιαδήποτε εκδήλωση προσοχής, ασχέτως των ποιοτικών χαρακτηριστικών και των κινήτρων της προσοχής που εκδηλώνουν οι άλλοι προς αυτόν.
Για παράδειγμα, σε μια κοινωνική συνάθροιση, ένας φυσιολογικός άνθρωπος που θέλει να κερδίσει την προσοχή των άλλων θα προσπαθήσει να επιτύχει τον σκοπό του με το να τους γοητεύσει, είτε αισθητικά είτε διανοητικά, ενώ ένας οριακός τύπος δεν διαθέτει ένα Εγώ που να μπορεί να είναι τόσο ορθολογικό (ώστε να παίξει ένα παίγνιο γοητείας), αφού το Εγώ του είναι εντελώς υποταγμένο στο Είναι και, άρα, ο οριακός τύπος μπορεί μόνο υπαινικτικά να προσελκύσει την προσοχή των άλλων.
Με άλλα λόγια, μη διαθέτοντας δομικώς στιβαρή προσωπικότητα, και, γι’ αυτό, μη μπορώντας να παίξει ορθολογικά σε ένα παίγνιο γοητείας, ο οριακός τύπος προσελκύει την προσοχή του περιβάλλοντος του με το να συμπεριφέρεται σαν χαμαιλέων.
Θα μπορούσαμε συνοπτικώς να πούμε ότι ο νάρκισσος κατασκευάζει συνεχώς κάποια ψευδή προσωπικότητα, με την οποία επιδιώκει να κερδίσει την προσοχή των άλλων, ενώ ο οριακός τύπος δεν διαθέτει συνειδητή προσωπικότητα, αλλά απλώς συμπεριφέρεται χαμαιλεόντια, προσλαμβάνοντας ακόμη και τα προσωπεία του απ’ έξω. Ο οριακός τύπος είναι ένας απόλυτος “κοινωνικός – χαμαιλέων” μπορεί να πάει οπουδήποτε και να είναι ο,τιδήποτε σύμφωνα με τις επιταγές του περιβάλλοντος.
Λειτουργώντας με αυτόν τον τρόπο, ο οριακός τύπος μπορεί σχετικώς εύκολα να παρασύρει άλλους ανθρώπους στη ζωή του, προσελκύοντας την προσοχή τους, και, όταν αυτοί παύσουν, κατά την γνώμη του, να του δίδουν αρκετή προσοχή, εκείνος θα αρχίσει να τους προκαλεί, προκειμένου να του δώσουν περισσότερη προσοχή, ακόμη και εάν αυτή η επί πλέον προσοχή εκδηλωθεί με νοσηρούς τρόπους, π.χ., με βία.
Καθώς ο οριακός τύπος προκαλεί προκειμένου να προσλάβει περισσότερη προσοχή, αποβαίνει ευάλωτος στην άσκηση βίας. Μεταξύ άλλων, έτσι εξηγούνται, λ.χ., πολλά περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, όπου άνδρες ασκούν βία στις συζύγους/συντρόφους τους- σε πολλές τέτοιες περιπτώσεις, γυναίκες που είναι οριακές προσωπικότητες εκδηλώνουν μια έντονα προκλητική συμπεριφορά προκειμένου να ικανοποιήσουν την επιθυμία τους για πρόσληψη ακόμη μεγαλύτερης προσοχής, και, έτσι, ο σύζυγός τους/σύντροφος τους -εξ αιτίας αυτής της προκλητικής συμπεριφοράς τους, σε συνδυασμό με στοιχεία της δικής του προσωπικότητας- εξωθείται στην άσκηση βίας σε βάρος τους.
Επιγραμματικά
Σύμφωνα με την θεωρία των διαταραχών προσωπικότητας, του Ιπποκράτη, οι άνθρωποι διαθέτουν ορισμένα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που τους προδιαθέτουν να δρουν κατά συγκεκριμένους και συνεπείς τρόπους και που είναι ολοφάνερα. Η θεωρία των διαταραχών προσωπικότητας εξηγεί την ύπαρξη ομοιοτήτων και διαφορών μεταξύ των ανθρώπων καθώς και την συνέπεια της συμπεριφοράς τους.
Είναι μία θεωρία των τύπων. Ο τύπος στον οποίο ένα άτομο ανήκει και ο οποίος καθορίζει τα χαρακτηριστικά προσωπικότητας που διαθέτει, σχετίζεται με την νευροψυχολογία του ατόμου, τονίζει τον ρόλο του βιολογικού παράγοντα στην προσωπικότητα και, κατ’ επέκταση, στην συμπεριφορά του. Συγχρόνως, τονίζει και τον ρόλο της κοινωνικοποίησης στην διαμόρφωση της προσωπικής συνείδησης. Άλλες θεωρίες αποδίδουν τις αιτίες της συμπεριφοράς σε διαφορές στις γνωστικές πλευρές της προσωπικότητας. Η θεωρία των διαταραχών προσωπικότητας είναι καίριο σημείο αναφοράς στην πράξη, όπου η συμπεριφορά θεωρείται αποτέλεσμα της απόκλισης από την κανονικότητα των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας του ατόμου και εμπίπτει στην μελέτη των διαταραχών προσωπικότητας.
Η γνώση των προαναφερθεισών διαταραχών/τύπων προσωπικότητας, βοηθεί τον ειλικρινή και υγιή σκεπτόμενο άνθρωπο, με διάκριση, ν’ αναγνωρίζει και να επιλέγει τον αυθεντικό, υγιή διανοητικά άνθρωπο για ν’ αποκρούει νοσηρές καταστάσεις και την επιρροή νοσηρών προσώπων. Ορισμένα βασικά κριτήρια για να διακρίνετε τον αυθεντικό άνθρωπο είναι το να χαρακτηρίζεται από επιστημολογική ευαισθησία (δηλαδή, να έχει σώα διάνοια), να είναι λειτουργικά αλφαβητισμένος και, βεβαίως, το να μην πάσχει από οποιαδήποτε από τις προαναφερθείσες διαταραχές προσωπικότητας. Όσο ισχυρός και εάν είναι ο πνευματικός πυρήνας ενός κοινωνικού θεσμού καθ’ εαυτόν, εάν αυτός ο κοινωνικός θεσμός τεθεί υπό την διοίκηση κοινωνιοπαθών, θα εκφυλιστεί, καθώς θα αντιμετωπίζεται εργαλειακώς από την κοινωνιοπαθή διοικητική αρχή του.
Επίσης, όσο πιο πολύ ικανοποιεί αυτά τα κριτήρια ένας άνθρωπος τόσο γνησιότερος σύντροφος, φίλος ή συνεργάτης, αντιστοίχως, είναι και τόσο περισσότερο πρέπει να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη και την εκτίμησή μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου