ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΟΡΕΣΤΗΣ
Ἑρμῆ χθόνιε, πατρῷ᾽ ἐποπτεύων κράτη,
σωτὴρ γενοῦ μοι ξύμμαχός τ᾽ αἰτουμένῳ·
ἥκω γὰρ ἐς γῆν τήνδε καὶ κατέρχομαι.
‹. . .›
τύμβου δ᾽ ἐπ᾽ ὄχθῳ τῷδε κηρύσσω πατρὶ
κλύειν, ἀκοῦσαι ‹. . .
5 . . .
. . .› πλόκαμον Ἰνάχῳ θρεπτήριον.
τὸν δεύτερον δὲ τόνδε πενθητήριον
‹. . .›
οὐ γὰρ παρὼν ᾤμωξα σόν, πάτερ, μόρον
οὐδ᾽ ἐξέτεινα χεῖρ᾽ ἐπ᾽ ἐκφορᾷ νεκροῦ.
‹. . .›
10 τί χρῆμα λεύσσω; τίς ποθ᾽ ἥδ᾽ ὁμήγυρις
στείχει γυναικῶν φάρεσιν μελαγχίμοις
πρέπουσα; ποίᾳ ξυμφορᾷ προσεικάσω;
πότερα δόμοισι πῆμα προσκυρεῖ νέον;
ἢ πατρὶ τὠμῷ τάσδ᾽ ἐπεικάσας τύχω
15 χοὰς φερούσας νερτέροις μειλίγματα;
οὐδέν ποτ᾽ ἄλλο· καὶ γὰρ Ἠλέκτραν δοκῶ
στείχειν ἀδελφὴν τὴν ἐμὴν πένθει λυγρῷ
πρέπουσαν. ὦ Ζεῦ, δός με τείσασθαι μόρον
20 πατρός, γενοῦ δὲ σύμμαχος θέλων ἐμοί.
Πυλάδη, σταθῶμεν ἐκποδών, ὡς ἂν σαφῶς
μάθω γυναικῶν ἥτις ἥδε προστροπή.
***
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΟΡΕΣΤΗΣ
Χθόνιε Ερμή, συ που στην εξουσία σου είναι
του πατέρα μου η δύναμη, εισάκουσέ μου
και γίνου μου σωτήρας μου και σύμμαχός μου…
…
Φτάνω στη χώρα αυτή κι εξόριστος γυρίζω
και κράζω του πατέρα μου, σ᾽ αυτόν επάνω
του τάφου του τον όχτο να μ᾽ ακούσει.
…
Πλεξίδα του Ίναχου, που μ᾽ έθρεψε, προσφέρω
κι αυτή την άλλη στου πατέρα μου το πένθος·
γιατί δεν ήμουν μπρος να κλάψω το νεκρό του
κι ουδέ το χέρι μου άπλωσα στην εκφορά του
…
Α!
10 Τι ᾽ναι που βλέπω; σαν ποιά να ᾽ναι η συνοδεία
των γυναικών αυτών των μαυροφορεμένων
που έρχονται δώθε; τί να φαντασθώ πως τρέχει;
μη βρήκε νέα τα σπίτια μας συμφορά πάλι;
Ή να πω κάλλια πως θα φέρνουνε στον τάφο
του πατέρα χοές, που τους νεκρούς πρααίνουν;
Βέβαια αυτό θα ᾽ναι· γιατί θαρρώ κι η Ηλέκτρα
προβαίν᾽ η αδερφή μου εδώ σε βαρύ πένθος·
Ω Δία, δώσε του πατέρα μας το φόνο
να εκδικηθώ και γίνε πρόθυμος βοηθός μου.
20 Πυλάδη, ας τραβηχτούμε για να μάθω αλήθεια
τί θέλει αυτών των γυναικών η λιτανεία.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου