ΙΣΟΚΡ 6.88–94
Η διατήρηση της δόξας και του γοήτρου της πόλης κίνητρο για τον πολεμικό αγώνα
Συνεχίζοντας την πίστιν του λόγου με τον οποίον πρότεινε στους συμπολίτες του να μην αποδεχτούν την ανεξαρτησία της Μεσσήνης, ο ομιλητής υποστήριξε ότι, ακόμα και στην περίπτωση που οι Σπαρτιάτες θα αγωνίζονταν χωρίς την υποστήριξη των υπόλοιπων Πελοποννησίων, θα ήταν δυνατή η επικράτησή τους. Πρότεινε, λοιπόν, να σταλούν τα γυναικόπαιδα και οι γέροι σε άλλες πόλεις και να αρχίσει ο στρατός επιδρομές εναντίον των εχθρικών δυνάμεων, ενώ τόνισε ότι η ειρήνη θα ήταν ασφαλής και διαρκής, μόνον αν αποτρεπόταν η ανεξαρτησία της Μεσσήνης.
[88] Ἡδέως δ’ ἂν αὐτῶν πυθοίμην, ὑπὲρ τίνων οἴονται
χρῆναι μαχομένους ἡμᾶς ἀποθνήσκειν· οὐχ ὅταν οἱ πολέ-
μιοι προστάττωσί τι παρὰ τὸ δίκαιον καὶ τῆς χώρας ἀπο-
τέμνωνται καὶ τοὺς οἰκέτας ἐλευθερῶσιν; καὶ τούτους μὲν
κατοικίζωσιν εἰς ταύτην ἣν ἡμῖν οἱ πατέρες κατέλιπον,
ἡμᾶς δὲ μὴ μόνον τῶν ὄντων ἀποστερῶσιν, ἀλλὰ καὶ πρὸς
τοῖς ἄλλοις κακοῖς εἰς ὀνείδη καθιστῶσιν; [89] ἐγὼ μὲν γὰρ
ὑπὲρ τούτων οὐ μόνον πόλεμον ἀλλὰ καὶ φυγὰς καὶ θανά-
τους οἴομαι προσήκειν ἡμῖν ὑπομένειν· πολὺ γὰρ κρεῖττον
ἐν ταῖς δόξαις αἷς ἔχομεν τελευτῆσαι τὸν βίον μᾶλλον ἢ
ζῆν ἐν ταῖς ἀτιμίαις, ἃς ληψόμεθα ποιήσαντες ἃ προστάτ-
τουσιν ἡμῖν. εἰ δὲ δεῖ μηδὲν ὑποστειλάμενον εἰπεῖν, αἱρε-
τώτερον ἡμῖν ἐστιν ἀναστάτοις γενέσθαι μᾶλλον ἢ κατα-
γελάστοις ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν. τοὺς γὰρ ἐν ἀξιώμασι καὶ
φρονήμασι τηλικούτοις βεβιωκότας δυοῖν δεῖ θἄτερον, ἢ
πρωτεύειν ἐν τοῖς Ἕλλησιν, ἢ παντάπασιν ἀνῃρῆσθαι,
μηδὲν ταπεινὸν διαπραξαμένους ἀλλὰ καλὴν τὴν τελευ-
τὴν τοῦ βίου ποιησαμένους.
[90] Ἃ χρὴ διαλογισαμένους μὴ φιλοψυχεῖν, μηδ’ ἐπα-
κολουθεῖν ταῖς τῶν συμμάχων γνώμαις, ὧν ἡγεῖσθαι πρό-
τερον ἠξιοῦμεν, ἀλλ’ αὐτοὺς σκεψαμένους ἑλέσθαι μὴ τὸ
τούτοις ῥᾷστον, ἀλλ’ ὃ πρέπον ἔσται τῇ Λακεδαίμονι καὶ
τοῖς πεπραγμένοις ἡμῖν. περὶ γὰρ τῶν αὐτῶν οὐχ ὁμοίως
ἅπασι βουλευτέον, ἀλλ’ ὡς ἂν ἐξ ἀρχῆς ἕκαστοι τοῦ βίου
ποιήσωνται τὴν ὑπόθεσιν. [91] Ἐπιδαυρίοις μὲν γὰρ καὶ
Κορινθίοις καὶ Φλιασίοις οὐδεὶς ἂν ἐπιπλήξειεν, εἰ μηδε-
νὸς ἄλλου φροντίζοιεν ἢ τοῦ διαγενέσθαι καὶ περιποιῆσαι
σφᾶς αὐτούς· Λακεδαιμονίους δ’ οὐχ οἷόν τ’ ἐστὶν ἐκ
παντὸς τρόπου ζητεῖν τὴν σωτηρίαν, ἀλλ’ ἂν μὴ προσῇ τὸ
καλῶς τῷ σῴζεσθαι, τὸν θάνατον ἡμῖν μετ’ εὐδοξίας αἱρε-
τέον ἐστί. τοῖς γὰρ ἀρετῆς ἀμφισβητοῦσιν ὑπὲρ οὐδενὸς
οὕτω σπουδαστέον, ὡς ὑπὲρ τοῦ μηδὲν αἰσχρὸν φανῆναι
πράττοντας. [92] εἰσὶ δ’ αἱ τῶν πόλεων κακίαι καταφα-
νεῖς οὐχ ἧττον ἐν τοῖς τοιούτοις βουλεύμασιν ἢ τοῖς ἐν τῷ
πολέμῳ κινδύνοις. τῶν μὲν γὰρ ἐκεῖ γιγνομένων τὸ πλεῖ-
στον μέρος τῇ τύχῃ μέτεστι, τὸ δ’ ἐνθάδε γνωσθὲν αὐτῆς
τῆς διανοίας σημεῖόν ἐστιν. ὥσθ’ ὁμοίως ἡμῖν φιλονικη-
τέον ἐστὶν ὑπὲρ τῶν ἐνθάδε ψηφισθησομένων, ὥσπερ
ὑπὲρ τῶν ἐν τοῖς ὅπλοις ἀγώνων.
[93] Θαυμάζω δὲ τῶν ὑπὲρ μὲν τῆς ἰδίας δόξης ἀποθνή-
σκειν ἐθελόντων, ὑπὲρ δὲ τῆς κοινῆς μὴ τὴν αὐτὴν γνώμην
ἐχόντων· ὑπὲρ ἧς ὁτιοῦν πάσχειν ἄξιον, ὥστε μὴ καται-
σχῦναι τὴν πόλιν, μηδὲ περιιδεῖν τὴν τάξιν λιποῦσαν, εἰς
ἣν οἱ πατέρες κατέστησαν αὐτήν. πολλῶν δὲ πραγμάτων
ἡμῖν καὶ δεινῶν ἐφεστώτων, ἃ δεῖ διαφυγεῖν, [94] ἐκεῖνο
μάλιστα φυλακτέον, ὅπως μηδὲν ἀνάνδρως φανησόμεθα
διαπραττόμενοι μηδὲ συγχωροῦντες τοῖς πολεμίοις παρὰ τὸ
δίκαιον. αἰσχρὸν γὰρ τοὺς ἄρξαι τῶν Ἑλλήνων ἀξιωθέντας
ὀφθῆναι τὸ προσταττόμενον ποιοῦντας, καὶ τοσοῦτον ἀπο-
λειφθῆναι τῶν προγόνων, ὥστε τοὺς μὲν ὑπὲρ τοῦ τοῖς
ἄλλοις ἐπιτάττειν ἐθέλειν ἀποθνήσκειν, ἡμᾶς δ’ ὑπὲρ
τοῦ μὴ ποιεῖν τὸ κελευόμενον μὴ τολμᾶν διακινδυνεύειν.
***
Ευχαρίστως δε ήθελον πληροφορηθή από αυτούς διά ποίους νομίζουν ότι πρέπει ημείς μαχόμενοι να φονευώμεθα· ουχί όταν οι εχθροί μας μάς διατάσσουν να πράξωμεν κάτι παρά το δίκαιον και αφαιρούν μέρη της χώρας μας και τους δούλους απελευθερώνουν, και τούτους μεν εγκαθιστούν εις την χώραν την οποίαν οι πατέρες μας μάς άφησαν, ημάς δε όχι μόνον μας γυμνώνουν από τα αγαθά μας, αλλά, εκτός των άλλων κακών, μας ρίπτουν εις καταισχύνην; Εγώ βεβαίως προς υπεράσπισιν των δικαιωμάτων τούτων, νομίζω ότι πρέπει όχι μόνον τον πόλεμον, αλλά και εξορίαν και θάνατον ακόμη να υπομένωμεν· διότι είναι πολύ προτιμότερον να αποθάνωμεν μέσα εις την δόξαν που έχομεν τώρα παρά να ζώμεν μέσα εις την καταισχύνην που θα λάβωμεν εκτελούντες τας διαταγάς των εχθρών μας. Εν γένει δε, εάν πρέπει να ομιλήσω με πάσαν ειλικρίνειαν, είναι προτιμότερον εις ημάς να καταστραφώμεν μάλλον παρά να γίνωμεν καταγέλαστοι από τους εχθρούς μας. Διότι εκείνοι που έχουν ζήσει μέσα εις τόσας τιμάς και ευγενείς ιδέας έν εκ των δύο πρέπει ή να είναι επί κεφαλής των Ελλήνων ή να εξαφανιστούν καθ' ολοκληρίαν, χωρίς να διαπράξουν κανέν ταπεινόν, αλλά τουναντίον αφού δώσουν εις την ζωήν των ένδοξον τέλος.
Ταύτα λοιπόν αφού σκεφθώμεν, πρέπει να μη λυπούμεθα την ζωήν μας, ούτε να ακολουθώμεν τας γνώμας των συμμάχων μας, των οποίων προηγουμένως είχομεν την αξίωσιν να είμεθα αρχηγοί, αλλά, αφού σκεφθώμεν, να μη προτιμήσωμεν την πλέον εύκολον δι' αυτούς άποψιν, αλλ' εκείνο που αρμόζει διά την Λακεδαίμονα και τας μέχρι τούδε πράξεις μας. Διότι περί των αυτών υποθέσεων δεν πρέπει όλοι να σκέπτωνται κατά τον ίδιον τρόπον, αλλ' έκαστος οφείλει να οδηγήται από τας αρχάς που έθεσεν ως βάσιν εις την ζωήν του. Τους Επιδαυρίους μεν λοιπόν και τους Κορινθίους και Φλιασίους κανείς δεν ήθελεν επιτιμήσει, διότι δεν φροντίζουν διά τίποτε άλλο παρά διά να παρατείνουν και διατηρήσουν την ζωήν των· οι Λακεδαιμόνιοι όμως δεν είναι δυνατόν με πάντα τρόπον να ζητούν την σωτηρίαν των, αλλ' αν δεν υπάρχη μαζί με την σωτηρίαν και η τιμιότης, ο (μετά της τιμής) θάνατος αξίζει περισσότερον δι' ημάς. Διότι εκείνοι που διεκδικούν την αρετήν δεν πρέπει να φροντίζουν διά τίποτε άλλο παρά διά να μη φανούν ότι πράττουν κάτι αισχρόν. Αι δειλίαι των πόλεων φαίνονται και εις τας τοιαύτας σκέψεις και εν τω μέσω των κινδύνων του πολέμου. Διότι τα γεγονότα που συμβαίνουν εις τον πόλεμον οφείλονται κατά μέγιστον μέρος εις την τύχην, αι δε αποφάσεις που λαμβάνονται εδώ είναι απόδειξις αυτής ταύτης της νοοτροπίας μας. Ώστε πρέπει ημείς να επιζητώμεν την νίκην ομοίως και εις τας αποφάσεις που λαμβάνομεν εδώ, καθώς και εις τας μάχας που συνάπτομεν με τα όπλα ανά χείρας.
Παραξενεύομαι δι' εκείνους που θέλουν διά την προσωπικήν των μεν δόξαν να φονεύωνται, δεν έχουν δε την αυτήν γνώμην διά την δόξαν που είναι κοινή εις όλους· δι' αυτήν πρέπει να υποφέρωμεν οτιδήποτε διά να μη ταπεινώσωμεν την πατρίδα μας, πρέπει δε ακόμη να μη την αφήσωμεν να καταπέση από την θέσιν εις την οποίαν οι πατέρες μας την ετοποθέτησαν. Ενώ δε μας πιέζουν τόσον πολλαί και μεγάλαι δυσκολίαι που πρέπει να παραμερίσωμεν, από εκείνο προ πάντων πρέπει να φυλαχθώμεν, πώς δηλαδή δεν θα φανώμεν ότι επράξαμεν κάτι άνανδρον και δεν υποχωρούμεν εις τους εχθρούς μας παρά το δίκαιον. Διότι είναι αισχρόν εκείνοι που ηξιώθησαν να γίνουν ηγεμόνες των Ελλήνων, να φανούν ότι εκτελούν τας διαταγάς που λαμβάνουν και ότι μένουν τόσον πολύ οπίσω των προγόνων των, ώστε εκείνοι μεν να θέλουν να θυσιάζουν την ζωήν των διά να διατάσσουν τους άλλους, ημείς δε να μη τολμώμεν να κινδυνεύωμεν διά να μη εκτελώμεν τας υποχρεώσεις που μας επιβάλλουν.
Ευχαρίστως δε ήθελον πληροφορηθή από αυτούς διά ποίους νομίζουν ότι πρέπει ημείς μαχόμενοι να φονευώμεθα· ουχί όταν οι εχθροί μας μάς διατάσσουν να πράξωμεν κάτι παρά το δίκαιον και αφαιρούν μέρη της χώρας μας και τους δούλους απελευθερώνουν, και τούτους μεν εγκαθιστούν εις την χώραν την οποίαν οι πατέρες μας μάς άφησαν, ημάς δε όχι μόνον μας γυμνώνουν από τα αγαθά μας, αλλά, εκτός των άλλων κακών, μας ρίπτουν εις καταισχύνην; Εγώ βεβαίως προς υπεράσπισιν των δικαιωμάτων τούτων, νομίζω ότι πρέπει όχι μόνον τον πόλεμον, αλλά και εξορίαν και θάνατον ακόμη να υπομένωμεν· διότι είναι πολύ προτιμότερον να αποθάνωμεν μέσα εις την δόξαν που έχομεν τώρα παρά να ζώμεν μέσα εις την καταισχύνην που θα λάβωμεν εκτελούντες τας διαταγάς των εχθρών μας. Εν γένει δε, εάν πρέπει να ομιλήσω με πάσαν ειλικρίνειαν, είναι προτιμότερον εις ημάς να καταστραφώμεν μάλλον παρά να γίνωμεν καταγέλαστοι από τους εχθρούς μας. Διότι εκείνοι που έχουν ζήσει μέσα εις τόσας τιμάς και ευγενείς ιδέας έν εκ των δύο πρέπει ή να είναι επί κεφαλής των Ελλήνων ή να εξαφανιστούν καθ' ολοκληρίαν, χωρίς να διαπράξουν κανέν ταπεινόν, αλλά τουναντίον αφού δώσουν εις την ζωήν των ένδοξον τέλος.
Ταύτα λοιπόν αφού σκεφθώμεν, πρέπει να μη λυπούμεθα την ζωήν μας, ούτε να ακολουθώμεν τας γνώμας των συμμάχων μας, των οποίων προηγουμένως είχομεν την αξίωσιν να είμεθα αρχηγοί, αλλά, αφού σκεφθώμεν, να μη προτιμήσωμεν την πλέον εύκολον δι' αυτούς άποψιν, αλλ' εκείνο που αρμόζει διά την Λακεδαίμονα και τας μέχρι τούδε πράξεις μας. Διότι περί των αυτών υποθέσεων δεν πρέπει όλοι να σκέπτωνται κατά τον ίδιον τρόπον, αλλ' έκαστος οφείλει να οδηγήται από τας αρχάς που έθεσεν ως βάσιν εις την ζωήν του. Τους Επιδαυρίους μεν λοιπόν και τους Κορινθίους και Φλιασίους κανείς δεν ήθελεν επιτιμήσει, διότι δεν φροντίζουν διά τίποτε άλλο παρά διά να παρατείνουν και διατηρήσουν την ζωήν των· οι Λακεδαιμόνιοι όμως δεν είναι δυνατόν με πάντα τρόπον να ζητούν την σωτηρίαν των, αλλ' αν δεν υπάρχη μαζί με την σωτηρίαν και η τιμιότης, ο (μετά της τιμής) θάνατος αξίζει περισσότερον δι' ημάς. Διότι εκείνοι που διεκδικούν την αρετήν δεν πρέπει να φροντίζουν διά τίποτε άλλο παρά διά να μη φανούν ότι πράττουν κάτι αισχρόν. Αι δειλίαι των πόλεων φαίνονται και εις τας τοιαύτας σκέψεις και εν τω μέσω των κινδύνων του πολέμου. Διότι τα γεγονότα που συμβαίνουν εις τον πόλεμον οφείλονται κατά μέγιστον μέρος εις την τύχην, αι δε αποφάσεις που λαμβάνονται εδώ είναι απόδειξις αυτής ταύτης της νοοτροπίας μας. Ώστε πρέπει ημείς να επιζητώμεν την νίκην ομοίως και εις τας αποφάσεις που λαμβάνομεν εδώ, καθώς και εις τας μάχας που συνάπτομεν με τα όπλα ανά χείρας.
Παραξενεύομαι δι' εκείνους που θέλουν διά την προσωπικήν των μεν δόξαν να φονεύωνται, δεν έχουν δε την αυτήν γνώμην διά την δόξαν που είναι κοινή εις όλους· δι' αυτήν πρέπει να υποφέρωμεν οτιδήποτε διά να μη ταπεινώσωμεν την πατρίδα μας, πρέπει δε ακόμη να μη την αφήσωμεν να καταπέση από την θέσιν εις την οποίαν οι πατέρες μας την ετοποθέτησαν. Ενώ δε μας πιέζουν τόσον πολλαί και μεγάλαι δυσκολίαι που πρέπει να παραμερίσωμεν, από εκείνο προ πάντων πρέπει να φυλαχθώμεν, πώς δηλαδή δεν θα φανώμεν ότι επράξαμεν κάτι άνανδρον και δεν υποχωρούμεν εις τους εχθρούς μας παρά το δίκαιον. Διότι είναι αισχρόν εκείνοι που ηξιώθησαν να γίνουν ηγεμόνες των Ελλήνων, να φανούν ότι εκτελούν τας διαταγάς που λαμβάνουν και ότι μένουν τόσον πολύ οπίσω των προγόνων των, ώστε εκείνοι μεν να θέλουν να θυσιάζουν την ζωήν των διά να διατάσσουν τους άλλους, ημείς δε να μη τολμώμεν να κινδυνεύωμεν διά να μη εκτελώμεν τας υποχρεώσεις που μας επιβάλλουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου