ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΠΡΟΦΗΤΙΣ
Πρῶτον μὲν εὐχῇ τῇδε πρεσβεύω θεῶν
τὴν πρωτόμαντιν Γαῖαν· ἐκ δὲ τῆς Θέμιν,
ἣ δὴ τὸ μητρὸς δευτέρα τόδ᾽ ἕζετο
μαντεῖον, ὡς λόγος τις· ἐν δὲ τῷ τρίτῳ
5 λάχει, θελούσης, οὐδὲ πρὸς βίαν τινός,
Τιτανὶς ἄλλη παῖς Χθονὸς καθέζετο,
Φοίβη· δίδωσι δ᾽ ἣ γενέθλιον δόσιν
Φοίβῳ· τὸ Φοίβης δ᾽ ὄνομ᾽ ἔχει παρώνυμον.
λιπὼν δὲ λίμνην Δηλίαν τε χοιράδα,
10 κέλσας ἐπ᾽ ἀκτὰς ναυπόρους τὰς Παλλάδος,
ἐς τήνδε γαῖαν ἦλθε Παρνησοῦ θ᾽ ἕδρας.
πέμπουσι δ᾽ αὐτὸν καὶ σεβίζουσιν μέγα
κελευθοποιοὶ παῖδες Ἡφαίστου, χθόνα
ἀνήμερον τιθέντες ἡμερωμένην.
15 μολόντα δ᾽ αὐτὸν κάρτα τιμαλφεῖ λεώς,
Δελφός τε χώρας τῆσδε πρυμνήτης ἄναξ.
τέχνης δέ νιν Ζεὺς ἔνθεον κτίσας φρένα
ἵζει τέταρτον τοῖσδε μάντιν ἐν θρόνοις·
Διὸς προφήτης δ᾽ ἐστὶ Λοξίας πατρός.
20 τούτους ἐν εὐχαῖς φροιμιάζομαι θεούς.
Παλλὰς Προναία δ᾽ ἐν λόγοις πρεσβεύεται.
σέβω δὲ νύμφας, ἔνθα Κωρυκὶς πέτρα
κοίλη, φίλορνις, δαιμόνων ἀναστροφή·
Βρόμιος δ᾽ ἔχει τὸν χῶρον, οὐδ᾽ ἀμνημονῶ,
25 ἐξ οὗτε Βάκχαις ἐστρατήγησεν θεός,
λαγὼ δίκην Πενθεῖ καταρράψας μόρον·
Πλειστοῦ τε πηγὰς καὶ Ποσειδῶνος κράτος
καλοῦσα καὶ τέλειον ὕψιστον Δία,
ἔπειτα μάντις εἰς θρόνους καθιζάνω.
30καὶ νῦν τυχεῖν με τῶν πρὶν εἰσόδων μακρῷ
ἄριστα δοῖεν· κεἰ πάρ᾽ Ἑλλήνων τινές,
ἴτων πάλῳ λαχόντες, ὡς νομίζεται.
μαντεύομαι γὰρ ὡς ἂν ἡγῆται θεός.
***
ΠΡΟΦΗΤΙΣΣΑ
Πρώτα δοξάζω απ᾽ τους θεούς στη δέησή μου
τη Γαία την πρωτομάντισσα· κι απ᾽ αυτή πάλι
τη Θέμιδα, που δεύτερη, όπως είναι λόγος,
σης μητέρας της κάθησε το αρχαίο μαντείο·
και τρίτη στη σειρά, με συγκατάθεσή της,
δίχως κανείς ν᾽ αναγκαστεί, το πήρεν άλλη
θυγατέρα της Γης, η τιτανίδα η Φοίβη,
που πάλι αυτή το χάρισε γενέθλιο δώρο
στο Φοίβο, πὄχει τ᾽ όνομα της παρανόμι.
Κι αφήνοντας τη λίμνη και τους Δήλιους βράχους,
10 άραξε στους γιαλούς τους πλόιμους της Παλλάδας
κι ήρθ᾽ από κει σ᾽ αυτή του Παρνασσού τη χώρα,
όπου τον ξεπροβόδισαν με πολύ σέβας
οι γιοι του Ηφαίστου ανοίγοντας να διαβεί στράτα
κι ήμερη κάνοντας τη γη, που ήταν πριν άγρια·
και με τιμές τον δέχτηκε ο λαός μεγάλες
κι ο βασιλιάς Δελφός της χώρας κυβερνήτης.
Κι ο Δίας στο νου του εμπνέοντας τη θεία την τέχνη
τον βάζει μάντη τέταρτο σ᾽ αυτούς τους θρόνους
κι είναι του Δία πατέρα του ο Λοξίας προφήτης.
20 Απ᾽ αυτούς πρώτα τους θεούς οι ευχές μου αρχίζουν,
μα ξέχωρα και την Προναία Παλλάδα βάζω
και προσκυνώ τις νύφες του Κωρύκειου άντρου
που τα πουλιά αγαπούν και που θεοί συχνάζουν,
— δεν το ξεχνώ, του τόπου ο Βρόμιος κύριος είναι
από τότε που οδήγησε ο θεός τις Βάκχες
κι έβαλε σα λαγό να σκίσουν τον Πενθέα.
Και καλώντας ακόμα τις πηγές του Πλείστου,
τη δύναμη του Ποσειδώνα κ᾽ έξω απ᾽ όλους
το Δία τον Ύψιστο, που τα πάντα τελειώνει,
έπειτα μάντισσα στους θρόνους πάω ν᾽ ανέβω.
30 Και τώρ᾽ ας δώσουν από πριν πολύ πιο κάλλια
να μου συντύχει το έμπασμα κι όσοι είναι ας έρθουν
για χρησμό με τον κλήρο τους, κατά το νόμο·
γιατ᾽ όσα προφητεύω εγώ, ο θεός μού εμπνέει.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου