Τα παραμύθια δεν είναι μόνο ψυχαγωγία για τα παιδιά. Είναι το μέσο που τα βοηθά να αποκαλύψουν την εσωτερική τους φύση, με τις άπειρες ηθικές και πνευματικές της δυνατότητες, αλλά και ο πιο άμεσος τρόπος για να οδηγηθούν με ασφάλεια στην ωριμότητα.
Ο γνωστός σουηδός σκηνοθέτης και μάγος της αφήγησης Ίνγκμαρ Μπέργκμαν είπε κάποτε πως η διαφορά ανάμεσα στο ψέμα και το παραμύθι είναι ότι το ψέμα (είτε το λες στους άλλους είτε στον εαυτό σου) σε βοηθά να υπεκφεύγεις τις δυσκολίες της ζωής, ενώ το παραμύθι να τις αντιμετωπίζεις. Και δεν είχε άδικο. Τα παραμύθια υπήρξαν για όλους η πρώτη μας επαφή με τη ζωή και τις δυσκολίες της. Από τα αρχαία κιόλας χρόνια οι άνθρωποι αντιλαμβάνονταν, ανέλυαν και κατανοούσαν την πραγματικότητα μέσα από ιστορίες. Ειδικά για τους λαούς της Ανατολής, τα παραμύθια ήταν ένας πολύ καλός τρόπος για να κατανοήσουν το «άγνωστο». Κάθε κοινωνία, από την πιο πρωτόγονη έως την πιο ανεπτυγμένη, έχει τις δικές της φανταστικές ιστορίες, που περιλαμβάνουν περιπέτειες, συμβολισμούς και ηθικά διδάγματα. Οι ψυχολογικές καταβολές των παραμυθιών, μάλιστα, ήταν ανέκαθεν ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα τόσο για τους ψυχολόγους όσο και για τους συγγραφείς. Οι μεν ψυχολόγοι προσπαθούν να βρουν σε αυτά απαντήσεις για το ασυνείδητο, οι δε συγγραφείς να ανακαλύψουν το βαθύτερο μήνυμα της ζωής.
Εκπαιδεύοντας με παραμύθια
Ο ρόλος του παραμυθιού είναι βέβαια ψυχαγωγικός, αλλά όχι μόνο. Τα παραμύθια δημιουργούν στα παιδιά εικόνες, διεγείρουν τη φαντασία τους και τα βοηθάνε να μπουν σε κόσμους μυθικούς και ονειρικούς, σε κόσμους όπου όλα μπορούν να συμβούν. Το παραμύθι καλλιεργεί το πνεύμα και βοηθά τα παιδιά να ξεκαθαρίσουν τα συναισθήματά τους και να αντιληφθούν τις δυσκολίες της ζωής. Ταυτόχρονα, προτείνει λύσεις στα προβλήματά τους. Παράλληλα, όμως, δίνει στο παιδί τη δυνατότητα να παρακολουθήσει την παρέμβαση του ανθρώπου σε μια κατάσταση που το περιβάλλει, διεγείρει τη φαντασία του, αλλά και ικανοποιεί σε φανταστικό επίπεδο τις πιο βαθιές επιθυμίες του. Έτσι ηρεμεί και γαληνεύει από τις καθημερινές εντάσεις που βιώνει, μαθαίνει ν’ ακούει και να σκέφτεται.
«Ήταν μια φορά και έναν καιρό…»
Το παραμύθι ξεκινά πάντα με μια ήρεμη εισαγωγή και κλείνει με έναν επίσης καθησυχαστικό τρόπο. Από τις πρώτες κιόλας λέξεις, το παιδί μεταφέρεται σε έναν κόσμο μαγικό, εξωπραγματικό. Στο παραμύθι ο χρόνος, όπως και ο τόπος, είναι αόριστος, όλα θίγονται με τον απλούστερο δυνατό τρόπο, ενώ οι ήρωες είναι σχεδόν πάντα απλοί και αδύναμοι άνθρωποι, χωρίς ιδιαίτερα ταλέντα. Στην ουσία, τα παραμύθια «αφηγούνται» την παιδική ηλικία ενός ανθρώπου μέχρι και την ενηλικίωσή του, και όλες τις περιπέτειες που περιλαμβάνει αυτή η διαδρομή. Ο ήρωας προχωρά μόνος του για κάποιο χρονικό διάστημα, όπως αντίστοιχα μόνο νιώθει και το παιδί στην κοινωνία. Η επαφή με τη φύση (ένα δέντρο ή ένα ζώο) είναι συνήθως καταλυτική, μιας που συνήθως τον βοηθά να βρει το δρόμο του. Ο κυνηγημένος ήρωας μπορεί να πονά ή να περνά μέσα από δυσκολίες, αλλά πάντοτε βρίσκει τελικά το δρόμο του. Αυτό θα συμβεί και στο παιδί κατά τη διάρκεια της ζωής του. Θα πονέσει, θα δυσκολευτεί, αλλά τελικά θα βρει τις λύσεις που ψάχνει. Εκεί βρίσκεται και η γοητεία του παραμυθιού. Στο ότι μπορεί να αποκαλύψει την εσωτερική μας φύση, με τις άπειρες ηθικές, ψυχικές και πνευματικές της δυνατότητες. Είναι η αναζήτηση για το νόημα της ζωής. Γιατί, ως γνωστόν, ο άνθρωπος πάντα αναπτύσσεται και ολοκληρώνεται μέσα από τις δοκιμασίες.
Η ψυχολογική προσέγγιση
Δεν είναι τυχαίο πως κάθε φορά που διαβάζουμε ένα παραμύθι στα παιδιά μας αρχίζουμε κι εμείς οι ίδιοι να διακρίνουμε μηνύματα που μέχρι τώρα δεν είχαμε προσέξει. Άλλες φορές οι ιστορίες προσπαθούν να μεταδώσουν αξίες, όπως δικαιοσύνη, καλοσύνη ή ισότητα, και άλλες προσπαθούν να περάσουν μηνύματα που είναι συνδεδεμένα με το κοινωνικό περιβάλλον, όπως η σημασία της κοινότητας, οι «αντρικοί» και «γυναικείοι» ρόλοι ή η κοινωνική ιεραρχία. Τα παραμύθια χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα από ορισμένους ψυχολόγους – για να βοηθήσουν τους ενηλίκους να ξεπεράσουν κάποια ψυχολογικά προβλήματα. Σύμφωνα με τον Χανς Ντίκμαν -τον πιο γνωστό υποστηρικτή αυτής της ιδέας-, ένας αποτελεσματικός τρόπος ψυχοθεραπείας είναι να διηγηθεί το άτομο το αγαπημένο του παραμύθι. Σύμφωνα με τη θεωρία του, το αγαπημένο μας παραμύθι δεν έχει αποτυπωθεί στη μνήμη μας τυχαία, αλλά λόγω της σημαντικής ψυχολογικής βαρύτητας που έχει για την ίδια την ύπαρξή μας και τα προβλήματα που μας απασχολούν. Όταν συνειδητοποιήσουμε τη βαθύτερη σημασία του νοήματος του παραμυθιού, τότε μπορούμε να μεταφράσουμε ασυνείδητες σκέψεις και φόβους μας και να τα αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικότερα.
Η θεματολογία
Το παραμύθι συγκινεί και ψυχαγωγεί όλους τους λαούς της Γης, από τα πανάρχαια χρόνια. Στις ιστορίες τους συναντάμε τα πιο απίθανα και απίστευτα γεγονότα. Αυτά, όμως, που για το σημερινό άνθρωπο είναι φανταστικά, για τον πρωτόγονο αποτελούσαν τον αληθινό του κόσμο, όπως τον έβλεπε ή όπως τον εξηγούσε απλοϊκά. Όλος ο κόσμος του πρωτόγονου ανθρώπου, η θεωρία του για τη γέννηση του κόσμου, ο φόβος του για τα διάφορα φυσικά φαινόμενα, η πίστη του στη μαγεία, στη δεισιδαιμονία, στις υπερφυσικές ικανότητες των μάγων, η στενή του σχέση με τα ζώα, τα οποία θεωρούσε συντρόφους, τα όνειρα που τον μετέφεραν σε άγνωστους τόπους με τρόπο ανεξήγητο, πέρασαν μέσα στα παραμύθια. Η πλοκή εμφανίζεται με μια σειρά ατυχιών στην αρχή, ενώ στο τέλος καταλήγουν όλα τακτοποιημένα και ευτυχισμένα για τους ήρωες. Η πιο γνωστή υπόθεση είναι αυτή του χαμένου παράδεισου που ξανακερδήθηκε, όπως στην ιστορία της Σταχτοπούτας. Υπάρχουν, όμως, και ιστορίες που πραγματεύονται ένα ταμπού και την παραβίασή του – όπως το άνοιγμα μιας απαγορευμένης πόρτας ή ενός δωματίου, ή μια ερώτηση που απαγορεύεται να τη θέσεις. Αυτά τα παραμύθια ανάγονται στο μύθο του Έρωτα και της Ψυχής. Η θεματολογία του Ιάσονα και της Μήδειας, που συναντιέται παντού, εμφανίζεται στη «Βασίλισσα με τα Χρυσά Μαλλιά», ενώ τα απίθανα κατορθώματα που απαιτούνται από τον ήρωα εμφανίζονται σε πολλές παραλλαγές σε όλο τον κόσμο. Τα ζώα που μπορούν να μιλούν, που είναι χρήσιμα στον άνθρωπο, ή αυτά που έχουν μαγικές ιδιότητες εμφανίζονται σε όλα τα παραμύθια του κόσμου και αυτό σχετίζεται με το μύθο του Παραδείσου. Κάποιες φορές το ζώο που βοηθά τον άνθρωπο δεν απαιτεί ανταλλάγματα, απλώς χρησιμοποιεί τις μαγικές δυνάμεις του ή ακόμα και την εξυπνάδα του για να βοηθήσει τον ήρωα και την ηρωίδα, όπως π.χ. στον «Παπουτσωμένο Γάτο», όπου ο γάτος βοηθά τον αφέντη του να γίνει βασιλιάς, ή όπως τα πουλιά ή άλλα ζώα βοηθούν τη Σταχτοπούτα να πάει στο χορό και μετά τη βοηθούν να παντρευτεί τον πρίγκιπά της. Ένα επίσης δημοφιλές θέμα είναι αυτό του άσχημου πλάσματος, που συχνά εμφανίζεται ως ο σύζυγος. Συνήθως ο ήρωας/η ηρωίδα υποφέρει από μια κατάρα, που αργότερα με σύμμαχο την αγάπη ή τη βαθιά αφοσίωση ενός προσώπου λειτουργεί απελευθερωτικά. Για παράδειγμα, «Η Πεντάμορφη και το Τέρας» και «Ο Βάτραχος – Πρίγκιπας».
Αυτά τα παραμύθια έχουν διπλή μεταμόρφωση, καθώς η ηρωίδα βοηθά τον ήρωα να μεταμορφωθεί από τέρας ή βάτραχο σε πρίγκιπα, αλλά και το αντίστροφο, καθώς ο ήρωας βοηθά την ηρωίδα να εγκαταλείψει ένα μειονέκτημα ή μια αδυναμία του χαρακτήρα της, τη βοηθά στην ουσία να ωριμάσει, να ολοκληρωθεί, να τελειοποιηθεί. Τα θέματα που προέρχονται από αγαπημένα παραμύθια, έχουν πολλά χαρακτηριστικά και συγκεντρώνουν τη γνήσια φύση της παράδοσης. Τα πρότυπα υποδείγματα αποτελούνται από εικόνες και σύμβολα όμοια σε όλο τον κόσμο, αρχέτυπες εικόνες και συμβολισμούς βαθιά ριζωμένους στο ασυνείδητο της ύπαρξης, που βοηθούν τον άνθρωπο να καταλάβει τον εαυτό του και τον κόσμο που τον περιβάλλει, αλλά και το άγνωστο και ανεξήγητο της δημιουργίας και των νόμων της. Τα παραμύθια, οι μύθοι, οι θρύλοι έχουν τις ρίζες τους βαθιά μέσα στην ανθρώπινη φύση, η οποία αναζητά συνεχώς τους λόγους ύπαρξής της.
Ιστορίες γεμάτες συμβολισμούς
Η συμβολική μορφή και ο αρχέτυπος χαρακτήρας τους κάνει τα παραμύθια κατανοητά σε όλους τους ανθρώπους, διαφορετικών ηλικιών, εποχών, πολιτισμών. Ουσιαστικά, αποτελεί τη γέφυρα που ενώνει τη φωτεινή με τη σκοτεινή πλευρά του ανθρώπου. Ο πόλεμος με το καλό και το κακό, η πάλη ανάμεσα στη λογική και το συναίσθημα, ο παράδεισος και η κόλαση είναι τα θέματα που σχεδόν πάντα πραγματεύονται τα παραμύθια. «Η Σταχτοπούτα», για παράδειγμα, ξεκινά ως εξής: «Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας καλός άντρας και ζούσε μαζί με την καλόκαρδη γυναίκα του και την όμορφη κόρη τους. Ξαφνικά, η γυναίκα αρρώστησε και πέθανε. Ο άντρας παντρεύτηκε μια δεύτερη γυναίκα, που είχε δύο κόρες που μισούσαν την πρώτη όμορφη κόρη». Στο παραμύθι, η ηρωίδα αντιμετωπίζει τον πόνο της απώλειας και βιώνει τη δοκιμασία του Χαμένου Παραδείσου. Η Σταχτοπούτα ήταν αναγκασμένη να καθαρίζει το τζάκι από τις στάχτες. Το τζάκι συμβολίζει την εξορία, τις στάχτες των νεκρών, την ταπείνωση και τη θλίψη. Επίσης, οι στάχτες συμβολίζουν το βραχυπρόθεσμο της ζωής. Το τζάκι, όμως, είναι και το ιερό κέντρο του σπιτιού, εκεί όπου πάντα υπάρχει μια ζεστή εστία. Είναι ένα σημείο ασφαλές που δεν πλησιάζουν ποτέ τα κακά πνεύματα. Η θέση της δίπλα στο τζάκι παραλληλίζει τη Σταχτοπούτα με τη θεά Εστία. Η Σταχτοπούτα περιποιείται τη φωτιά, επομένως είναι το πνεύμα, η ψυχή. Οι αδελφές της Σταχτοπούτας συμβολίζουν ακόμη την εσωτερική και πνευματική ασχήμια, αντιπροσωπεύουν τις δυνάμεις του κακού που βρίσκονται στην απληστία, τη ζήλια και τη ματαιοδοξία. Η μητριά αντιπροσωπεύει τη σκοτεινή και καταστροφική όψη της γυναικείας φύσης, που σε άλλα παραμύθια μεταμορφώνεται σε κακιά μάγισσα. Μεγάλο ρόλο στο παραμύθι παίζει η νεκρή μητέρα της Σταχτοπούτας. Εμφανίζεται σαν άσπρο περιστέρι, σύμβολο της αγνής αγάπης, μιας αγάπης που δίνει δύναμη στην ηρωίδα για να υπομείνει όλα τα βάσανα. Η μεταμόρφωση της Σταχτοπούτας συμβολίζει τις κρυμμένες δυνάμεις της ψυχής, οι οποίες δείχνουν τη διαδρομή της προς τον Παράδεισο. Το γυάλινο γοβάκι έχει μαγικές ιδιότητες, καθώς το γυαλί συμβολίζει την πνευματική τελειότητα, τη λάμψη και την καθαρότητα.
Τέλος, η αναζήτηση του πρίγκιπα με σκοπό να βρει τη Σταχτοπούτα και να παντρευτούν συμβολίζει την ένωση και την κατάκτηση του χαμένου Παραδείσου. Αντίστοιχα, στον «Παπουτσωμένο Γάτο» οι συμβολισμοί αλλάζουν. Τα ζώα στα παραμύθια πάντα βοηθούν τους ανθρώπους. Εδώ, ο γάτος εκτός από κολπατζής είναι παράλληλα και φύλακας των θνητών. Μερικές φορές τα ζώα δρουν από μόνα τους, ενώ άλλες φορές υπάρχει σχέση αμοιβαιότητας. Οι ήρωες σώζουν ή βοηθούν το ζώο, και αυτό από ευγνωμοσύνη τούς ανταποδίδει τη σωτηρία, όταν χρειάζεται η επέμβαση των δυνάμεών τους. Στην «Πεντάμορφη και το Τέρας» συναντάμε μια πανέμορφη κοπέλα η οποία βρίσκεται κάτω από την εξουσία ενός τέρατος. Η ηρωίδα τον βλέπει σαν τέρας, απλά της απαγορεύεται να τον δει τη νύχτα. Όταν παραβιαστούν οι κανόνες και η πεντάμορφη δει το μαγεμένο ήρωα, τότε αυτός εξαφανίζεται ή εκείνη τον εγκαταλείπει. Μετά θα πρέπει να πετύχει γενναία κατορθώματα για να τον ξαναβρεί. Με τη βοήθεια των ζώων τον βρίσκει και τελικά λύνονται τα μάγια και τον παντρεύεται. Σε αυτό το παραμύθι κατανοούμε ότι δεν πρέπει να κρίνουμε σύμφωνα με την εξωτερική εμφάνιση, θα πρέπει να ξεπερνάμε τους φόβους μας, και συνειδητοποιούμε ότι η αληθινή αγάπη επιβάλλεται σε κάθε μορφή μαγείας και βγαίνει πάντα νικήτρια. Η ιστορία της «Κοκκινοσκουφίτσας» αναφέρεται στη σχέση κόρης-μητέρας. Η μητέρα την προειδοποιεί πως στο δάσος υπάρχει λύκος, δηλαδή απειλή.
Εκείνη, όντας απονήρευτη, πέφτει θύμα του και ο λύκος την καταπίνει. Έρχεται θάνατος, αλλά ακολουθεί η Ανάσταση. Εδώ οι συμβολισμοί ποικίλλουν. Από τη μια, το κόκκινο σκουφάκι που παραπέμπει στο κόκκινο της αυγής και το μεσημεριανό ήλιο. Από την άλλη, ο λύκος που συμβολίζει το χειμώνα και το σκοτάδι, κατά τη σκανδιναβική μυθολογία. Τέλος, η ηρωίδα συμβολίζει τη φωτεινή πλευρά της θηλυκότητας, ενώ ο κυνηγός είναι ο ήρωας που σώζει την Κοκκινοσκουφίτσα από το τέρας.
Ξέρατε ότι…
… οι αρχαιότερες γραπτές ιστορίες που ανακαλύφθηκαν ήταν στην Ανατολή και αποτελούνταν από μια συλλογή από σανσκριτικά παραμύθια με πέντε βιβλία, τα «Ινδικά Πανχατάντρα»; Δεν γνωρίζουμε πότε γράφτηκαν, πιστεύεται όμως ότι έφτασαν στην Ελλάδα την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
… η παλαιότερη συλλογή παραμυθιών εμφανίστηκε στην Ευρώπη μετά την εποχή της Αναγέννησης, στη Βενετία, το 1550 και περιελάμβανε αστεία, αινίγματα και ιστορίες.
… σε πολλές χώρες, όπως π.χ. στη Βόρεια Αφρική, πιστεύεται ότι εκείνος που διηγείται παραμύθια, όσο ο ήλιος λάμπει, κινδυνεύει να χάσει τα μαλλιά του.
Υπό την ακριβή έννοιά του το παραμύθι είναι μια σύντομη ή λαϊκή ιστορία που ενσωματώνει το έθος, το οποίο μπορεί να εκφραστεί ρητά στο τέλος του ως αξιωματική αρχή. Συγγενές του μύθου αλλά διαφοροποιημένο εννοιολογικά το παραμύθι είναι εξαρχής μια επινόηση, μια μυθιστοριογραφία, μια φαντασιακή αφήγηση που κάνει μεταφορική χρήση κάποιου ζώου ως κεντρικό χαρακτήρα του ή εισάγει στερεότυπους χαρακτήρες, όπως ο κατεργάρης. Πολύ συχνά γίνεται ανατρεπτική αλληγορία ενάντια στον φεουδαρχισμό ή την εκάστοτε άρχουσα τάξη, ή μια σύγκρουση του ανθρώπινου με το αόρατο βασίλειο. Προσωποποιεί και εξατομικεύει διαφορετικά στοιχεία πέρα από τη λογική του χώρου και του χρόνου και επεκτείνεται αδιάκριτα από τον οργανικό στον ανόργανο κόσμο από τον άνθρωπο και τα ζώα στα δέντρα, τα λουλούδια, τις πέτρες, τα ρεύματα και τους ανέμους.
Οι ρίζες του παραμυθιού
Ένα ερώτημα που προέκυψε κατά την επιστημονική μελέτη του παραμυθιού, ήταν αυτό που αφορούσε στη γένεσή του. Γύρω από το θέμα διατυπώθηκαν διάφορες θεωρίες, από τις οποίες όμως καμία δεν έδωσε πλήρεις απαντήσεις και όλες αμφισβητήθηκαν υπό το φως κάποιας νέας επιστημονικής οπτικής.
α. Η ινδοευρωπαϊκή θεωρία: Η πρώτη θεωρία, η οποία ονομάστηκε και μονογενετική, για την προέλευση των παραμυθιών προήλθε από τους αδερφούς Γκριμ το 1819. Διατύπωσαν την άποψη ότι τα παραμύθια –παρότι νεότερα από τους μύθους και τα επικά τραγούδια– προέρχονταν από έναν κοινό χώρο, την κοιτίδα του ινδοευρωπαϊκού πολιτισμού, και από εκεί μετακινήθηκαν μαζί με τα ινδοευρωπαϊκά φύλα. Βασική ιδέα των Grimm ήταν ότι «τα παραμύθια ήταν εκπεπτωκότες μύθοι (δηλαδή μύθοι που απώλεσαν τα βασικά τους στοιχεία και έγιναν απλούστεροι) και μπορούν να γίνουν κατανοητά μόνο μέσα από μια κατάλληλη ερμηνεία των μύθων από τους οποίους προήλθαν». Η θεωρία αυτή δεν τεκμηρίωσε την ινδοευρωπαϊκή προέλευση των παραμυθιών, αφήνοντας αναπάντητα πολλά ερωτήματα.
β. Η μυθολογική θεωρία: Παρόμοια θεωρία με την πρώτη ήταν και αυτή του Μαξ Μόλερ (Max Möller), ο οποίος το 1856 υποστήριξε ότι τα παραμύθια προήλθαν από ηλιακούς μύθους των Ινδοευρωπαίων, που περιλαμβάνονταν στο ιερό βιβλίο Ριγκ Βέντα (Rig-Veda). Ο Möller, στηριζόμενος, όπως φαίνεται, στη θεωρία των εκπεπτωκότων μύθων, ισχυρίστηκε ότι αρχικά οι μύθοι εξέφραζαν αφηρημένες έννοιες, όπως για παράδειγμα οι ιστορίες γύρω από τον ήλιο ως κεντρικό πρόσωπο και πρωταγωνιστές τη Νύχτα, τον Ουρανό, την Αυγή κ.ά. αλλά καθώς διαδόθηκαν από την Ινδία στους λαούς της Ευρώπης και της Ασίας έχασαν το αρχικό τους νόημα. Προσπαθώντας οι λαοί να ερμηνεύσουν τα απομεινάρια αυτής της μυθολογίας έφτιαξαν τα παραμύθια. Οι οπαδοί αυτής της θεωρίας παρέβλεψαν το γεγονός ότι η Ριγκ Βέντα, στην οποία στηρίχθηκαν δεν ήταν δημιούργημα λαϊκής προέλευσης αλλά του ινδικού ιερατείου.
γ. Η ινδική θεωρία: Την ινδική προέλευση των παραμυθιών υποστήριξε ο άγγλος Θίοντορ Μπένφι (Theodor Benfey). Σύμφωνα με τον Μπένφι «οι ινδικοί μύθοι προέρχονται από τη Δύση και κυρίως από τους ελληνικούς μύθους του Αισώπου, σε αντίθεση με τα παραμύθια που προέρχονται από την Ινδία και συγκεκριμένα από την ινδουϊστική-βουδιστική παράδοση, στην οποία στηρίχθηκε». Από αυτά τα παραμύθια ορισμένα διαδόθηκαν πριν από τον 10ο αιώνα μέσω της προφορικής παράδοσης, άλλα, με έντονη την ισλαμική επίδραση, διαδόθηκαν μετά τον 10ο αιώνα, κυρίως μέσω Βυζαντίου, Ιταλίας και Ισπανίας, από τη λογοτεχνική παράδοση και, τέλος, άλλα με βουδιστικό υλικό διαδόθηκαν μέσω της Κίνας και του Θιβέτ στους Μογγόλους και από αυτούς στην Ευρώπη. H άποψη αυτή έχει μόνοn ιστορική αξία σήμερα, καθώς αποδείχθηκε ότι η Ινδία μπορεί να αποτέλεσε μία από τις κυριότερες πηγές δημιουργίας των παραμυθιών, αλλά δεν ήταν η μοναδική.
δ. Η πολυγενετική θεωρία των εθνολόγων: Tο 1873 o Άντριου Λανγκ (Α. Lang), επηρεασμένος από την εξελικτική θεωρία του Δαρβίνου, διατύπωσε την πολυγενετική θεωρία, σύμφωνα με την οποία: «μύθοι, παραμύθια, ιστορίες με παρόμοιο περιεχόμενο παρουσιάστηκαν σε διαφορετικούς λαούς, οι οποίοι πολλές φορές απείχαν πολύ τοπικά και χρονικά μεταξύ τους». Ο Λανγκ προσπάθησε μέσα από τις μορφές των ιστοριών, των μύθων και των παραμυθιών να καταδείξει μία ενιαία πορεία εξέλιξης των λαών μέσα στον χρόνο. H εθνογραφική θεωρία του Λσνγκ, εκτός των άλλων, «αποδέχτηκε την ύπαρξη πολύ μεγαλύτερης ομοιομορφίας στους πρωτόγονους λαούς από ό,τι πιθανώς υπάρχει στην πράξη».
ε. Η ιστορικογεωγραφική θεωρία: Μονογενετική θεωρία, που εκφράστηκε από τη Φινλανδική Σχολή, όπως ονομάστηκε, προς τιμή των δύο Φινλανδών εμπνευστών της, του Καρλ Κρον (Karl Krohn) και του Άντι Άαρνε (Antti Aarne). Υποστήριξαν ότι ένα παραμύθι σε μία χώρα μεταδίδεται από γενιά σε γενιά με ένα σταθερό τρόπο, δηλαδή χωρίς σημαντικές διαφοροποιήσεις. Όταν όμως μεταδίδεται σε άλλη χώρα, αλλάζει και προσαρμόζεται στο νέο πολιτιστικό του περιβάλλον. Εισηγητής της ιστορικογεωγραφικής μεθόδου στην Ελλάδα υπήρξε ο Γ.Α. Μέγας.
στ. Η συμβολιστική θεωρία: Ο γάλλος Σεντύβ (Saintyves) μελέτησε τα παραμύθια του Περρώ και διατύπωσε την άποψη ότι προέρχονταν από παλιές τελετουργίες. Ο γάλλος Βαν Γκένεπ (Van Gennep) σύνδεσε το παραμύθι με τον τοτεμισμό και τις σχετικές τελετές. Ο Γερμανός Νάουμαν (Naumann( υποστήριξε ότι υπάρχουν πολλά ίχνη λατρευτικών τελετών στο παραμύθι, αλλά πρέπει να διερευνηθούν προσεκτικά. Οι θεωρίες αυτές έχουν συμβάλλει στην κατανόηση των παραμυθιών, αλλά δεν εξηγούν την καταγωγή τους επαρκώς. Όπως στην πολυγενετική θεωρία, έτσι και εδώ οι «συμβολιστές» θεωρούν ότι όλες οι πρωτόγονες κοινωνίες παρουσιάζουν μια ομοιομορφία, πολύ περισσότερο από ό,τι συμβαίνει στην πραγματικότητα.
ζ. Η ψυχολογική-ψυχαναλυτική θεωρία: Η ψυχολογική θεωρία προσέγγισε και ερμήνευσε το παραμύθι με τρεις διαφορετικούς τρόπους, με τη κλινική προσέγγιση τη χρήση δηλαδή μαγικών παραμυθιών για τη διάγνωση και την ψυχαναλυτική θεραπεία των ασθενών, τη θεωρητική προσέγγιση, που βασίζεται στη μελέτη του ανθρώπινου ψυχισμού, και τη κειμενοαναλυτική προσέγγιση, η οποία μελετά και αναλύει το παραμύθι με ψυχαναλυτικούς όρους. Η θεωρία αυτή δεν μπόρεσε να δώσει ικανοποιητική απάντηση όσον αφορά στην προέλευση του παραμυθιού, πλην όμως προσέφερε νέα διάσταση στη μελέτη του.
η. Η μορφολογία του παραμυθιού του V. Propp: Σύμφωνα με τη θεωρία του Ρώσου V. Propp θα πρέπει, πριν ασχοληθούμε με τόπο καταγωγής και τον τρόπο διάδοσης των παραμυθιών, να προσδιορίσουμε τι είναι τα παραμύθια, δηλαδή να ορίσουμε το περιεχόμενό τους. Κύριος στόχος του ήταν μέσα από το έργο του Μορφολογία του Παραμυθιού να δώσει μια απάντηση στο θέμα της ομοιότητας μεταξύ των παραμυθιών διάφορων λαών. Έτσι ο Προπ υποστήριξε ότι η κατάτμηση του παραμυθιού στα συστατικά του μέρη και η μεταγενέστερη επεξεργασία του ήταν ο ορθότερος τρόπος μελέτης του.
Ο γνωστός σουηδός σκηνοθέτης και μάγος της αφήγησης Ίνγκμαρ Μπέργκμαν είπε κάποτε πως η διαφορά ανάμεσα στο ψέμα και το παραμύθι είναι ότι το ψέμα (είτε το λες στους άλλους είτε στον εαυτό σου) σε βοηθά να υπεκφεύγεις τις δυσκολίες της ζωής, ενώ το παραμύθι να τις αντιμετωπίζεις. Και δεν είχε άδικο. Τα παραμύθια υπήρξαν για όλους η πρώτη μας επαφή με τη ζωή και τις δυσκολίες της. Από τα αρχαία κιόλας χρόνια οι άνθρωποι αντιλαμβάνονταν, ανέλυαν και κατανοούσαν την πραγματικότητα μέσα από ιστορίες. Ειδικά για τους λαούς της Ανατολής, τα παραμύθια ήταν ένας πολύ καλός τρόπος για να κατανοήσουν το «άγνωστο». Κάθε κοινωνία, από την πιο πρωτόγονη έως την πιο ανεπτυγμένη, έχει τις δικές της φανταστικές ιστορίες, που περιλαμβάνουν περιπέτειες, συμβολισμούς και ηθικά διδάγματα. Οι ψυχολογικές καταβολές των παραμυθιών, μάλιστα, ήταν ανέκαθεν ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα τόσο για τους ψυχολόγους όσο και για τους συγγραφείς. Οι μεν ψυχολόγοι προσπαθούν να βρουν σε αυτά απαντήσεις για το ασυνείδητο, οι δε συγγραφείς να ανακαλύψουν το βαθύτερο μήνυμα της ζωής.
Εκπαιδεύοντας με παραμύθια
Ο ρόλος του παραμυθιού είναι βέβαια ψυχαγωγικός, αλλά όχι μόνο. Τα παραμύθια δημιουργούν στα παιδιά εικόνες, διεγείρουν τη φαντασία τους και τα βοηθάνε να μπουν σε κόσμους μυθικούς και ονειρικούς, σε κόσμους όπου όλα μπορούν να συμβούν. Το παραμύθι καλλιεργεί το πνεύμα και βοηθά τα παιδιά να ξεκαθαρίσουν τα συναισθήματά τους και να αντιληφθούν τις δυσκολίες της ζωής. Ταυτόχρονα, προτείνει λύσεις στα προβλήματά τους. Παράλληλα, όμως, δίνει στο παιδί τη δυνατότητα να παρακολουθήσει την παρέμβαση του ανθρώπου σε μια κατάσταση που το περιβάλλει, διεγείρει τη φαντασία του, αλλά και ικανοποιεί σε φανταστικό επίπεδο τις πιο βαθιές επιθυμίες του. Έτσι ηρεμεί και γαληνεύει από τις καθημερινές εντάσεις που βιώνει, μαθαίνει ν’ ακούει και να σκέφτεται.
«Ήταν μια φορά και έναν καιρό…»
Το παραμύθι ξεκινά πάντα με μια ήρεμη εισαγωγή και κλείνει με έναν επίσης καθησυχαστικό τρόπο. Από τις πρώτες κιόλας λέξεις, το παιδί μεταφέρεται σε έναν κόσμο μαγικό, εξωπραγματικό. Στο παραμύθι ο χρόνος, όπως και ο τόπος, είναι αόριστος, όλα θίγονται με τον απλούστερο δυνατό τρόπο, ενώ οι ήρωες είναι σχεδόν πάντα απλοί και αδύναμοι άνθρωποι, χωρίς ιδιαίτερα ταλέντα. Στην ουσία, τα παραμύθια «αφηγούνται» την παιδική ηλικία ενός ανθρώπου μέχρι και την ενηλικίωσή του, και όλες τις περιπέτειες που περιλαμβάνει αυτή η διαδρομή. Ο ήρωας προχωρά μόνος του για κάποιο χρονικό διάστημα, όπως αντίστοιχα μόνο νιώθει και το παιδί στην κοινωνία. Η επαφή με τη φύση (ένα δέντρο ή ένα ζώο) είναι συνήθως καταλυτική, μιας που συνήθως τον βοηθά να βρει το δρόμο του. Ο κυνηγημένος ήρωας μπορεί να πονά ή να περνά μέσα από δυσκολίες, αλλά πάντοτε βρίσκει τελικά το δρόμο του. Αυτό θα συμβεί και στο παιδί κατά τη διάρκεια της ζωής του. Θα πονέσει, θα δυσκολευτεί, αλλά τελικά θα βρει τις λύσεις που ψάχνει. Εκεί βρίσκεται και η γοητεία του παραμυθιού. Στο ότι μπορεί να αποκαλύψει την εσωτερική μας φύση, με τις άπειρες ηθικές, ψυχικές και πνευματικές της δυνατότητες. Είναι η αναζήτηση για το νόημα της ζωής. Γιατί, ως γνωστόν, ο άνθρωπος πάντα αναπτύσσεται και ολοκληρώνεται μέσα από τις δοκιμασίες.
Η ψυχολογική προσέγγιση
Δεν είναι τυχαίο πως κάθε φορά που διαβάζουμε ένα παραμύθι στα παιδιά μας αρχίζουμε κι εμείς οι ίδιοι να διακρίνουμε μηνύματα που μέχρι τώρα δεν είχαμε προσέξει. Άλλες φορές οι ιστορίες προσπαθούν να μεταδώσουν αξίες, όπως δικαιοσύνη, καλοσύνη ή ισότητα, και άλλες προσπαθούν να περάσουν μηνύματα που είναι συνδεδεμένα με το κοινωνικό περιβάλλον, όπως η σημασία της κοινότητας, οι «αντρικοί» και «γυναικείοι» ρόλοι ή η κοινωνική ιεραρχία. Τα παραμύθια χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα από ορισμένους ψυχολόγους – για να βοηθήσουν τους ενηλίκους να ξεπεράσουν κάποια ψυχολογικά προβλήματα. Σύμφωνα με τον Χανς Ντίκμαν -τον πιο γνωστό υποστηρικτή αυτής της ιδέας-, ένας αποτελεσματικός τρόπος ψυχοθεραπείας είναι να διηγηθεί το άτομο το αγαπημένο του παραμύθι. Σύμφωνα με τη θεωρία του, το αγαπημένο μας παραμύθι δεν έχει αποτυπωθεί στη μνήμη μας τυχαία, αλλά λόγω της σημαντικής ψυχολογικής βαρύτητας που έχει για την ίδια την ύπαρξή μας και τα προβλήματα που μας απασχολούν. Όταν συνειδητοποιήσουμε τη βαθύτερη σημασία του νοήματος του παραμυθιού, τότε μπορούμε να μεταφράσουμε ασυνείδητες σκέψεις και φόβους μας και να τα αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικότερα.
Η θεματολογία
Το παραμύθι συγκινεί και ψυχαγωγεί όλους τους λαούς της Γης, από τα πανάρχαια χρόνια. Στις ιστορίες τους συναντάμε τα πιο απίθανα και απίστευτα γεγονότα. Αυτά, όμως, που για το σημερινό άνθρωπο είναι φανταστικά, για τον πρωτόγονο αποτελούσαν τον αληθινό του κόσμο, όπως τον έβλεπε ή όπως τον εξηγούσε απλοϊκά. Όλος ο κόσμος του πρωτόγονου ανθρώπου, η θεωρία του για τη γέννηση του κόσμου, ο φόβος του για τα διάφορα φυσικά φαινόμενα, η πίστη του στη μαγεία, στη δεισιδαιμονία, στις υπερφυσικές ικανότητες των μάγων, η στενή του σχέση με τα ζώα, τα οποία θεωρούσε συντρόφους, τα όνειρα που τον μετέφεραν σε άγνωστους τόπους με τρόπο ανεξήγητο, πέρασαν μέσα στα παραμύθια. Η πλοκή εμφανίζεται με μια σειρά ατυχιών στην αρχή, ενώ στο τέλος καταλήγουν όλα τακτοποιημένα και ευτυχισμένα για τους ήρωες. Η πιο γνωστή υπόθεση είναι αυτή του χαμένου παράδεισου που ξανακερδήθηκε, όπως στην ιστορία της Σταχτοπούτας. Υπάρχουν, όμως, και ιστορίες που πραγματεύονται ένα ταμπού και την παραβίασή του – όπως το άνοιγμα μιας απαγορευμένης πόρτας ή ενός δωματίου, ή μια ερώτηση που απαγορεύεται να τη θέσεις. Αυτά τα παραμύθια ανάγονται στο μύθο του Έρωτα και της Ψυχής. Η θεματολογία του Ιάσονα και της Μήδειας, που συναντιέται παντού, εμφανίζεται στη «Βασίλισσα με τα Χρυσά Μαλλιά», ενώ τα απίθανα κατορθώματα που απαιτούνται από τον ήρωα εμφανίζονται σε πολλές παραλλαγές σε όλο τον κόσμο. Τα ζώα που μπορούν να μιλούν, που είναι χρήσιμα στον άνθρωπο, ή αυτά που έχουν μαγικές ιδιότητες εμφανίζονται σε όλα τα παραμύθια του κόσμου και αυτό σχετίζεται με το μύθο του Παραδείσου. Κάποιες φορές το ζώο που βοηθά τον άνθρωπο δεν απαιτεί ανταλλάγματα, απλώς χρησιμοποιεί τις μαγικές δυνάμεις του ή ακόμα και την εξυπνάδα του για να βοηθήσει τον ήρωα και την ηρωίδα, όπως π.χ. στον «Παπουτσωμένο Γάτο», όπου ο γάτος βοηθά τον αφέντη του να γίνει βασιλιάς, ή όπως τα πουλιά ή άλλα ζώα βοηθούν τη Σταχτοπούτα να πάει στο χορό και μετά τη βοηθούν να παντρευτεί τον πρίγκιπά της. Ένα επίσης δημοφιλές θέμα είναι αυτό του άσχημου πλάσματος, που συχνά εμφανίζεται ως ο σύζυγος. Συνήθως ο ήρωας/η ηρωίδα υποφέρει από μια κατάρα, που αργότερα με σύμμαχο την αγάπη ή τη βαθιά αφοσίωση ενός προσώπου λειτουργεί απελευθερωτικά. Για παράδειγμα, «Η Πεντάμορφη και το Τέρας» και «Ο Βάτραχος – Πρίγκιπας».
Αυτά τα παραμύθια έχουν διπλή μεταμόρφωση, καθώς η ηρωίδα βοηθά τον ήρωα να μεταμορφωθεί από τέρας ή βάτραχο σε πρίγκιπα, αλλά και το αντίστροφο, καθώς ο ήρωας βοηθά την ηρωίδα να εγκαταλείψει ένα μειονέκτημα ή μια αδυναμία του χαρακτήρα της, τη βοηθά στην ουσία να ωριμάσει, να ολοκληρωθεί, να τελειοποιηθεί. Τα θέματα που προέρχονται από αγαπημένα παραμύθια, έχουν πολλά χαρακτηριστικά και συγκεντρώνουν τη γνήσια φύση της παράδοσης. Τα πρότυπα υποδείγματα αποτελούνται από εικόνες και σύμβολα όμοια σε όλο τον κόσμο, αρχέτυπες εικόνες και συμβολισμούς βαθιά ριζωμένους στο ασυνείδητο της ύπαρξης, που βοηθούν τον άνθρωπο να καταλάβει τον εαυτό του και τον κόσμο που τον περιβάλλει, αλλά και το άγνωστο και ανεξήγητο της δημιουργίας και των νόμων της. Τα παραμύθια, οι μύθοι, οι θρύλοι έχουν τις ρίζες τους βαθιά μέσα στην ανθρώπινη φύση, η οποία αναζητά συνεχώς τους λόγους ύπαρξής της.
Ιστορίες γεμάτες συμβολισμούς
Η συμβολική μορφή και ο αρχέτυπος χαρακτήρας τους κάνει τα παραμύθια κατανοητά σε όλους τους ανθρώπους, διαφορετικών ηλικιών, εποχών, πολιτισμών. Ουσιαστικά, αποτελεί τη γέφυρα που ενώνει τη φωτεινή με τη σκοτεινή πλευρά του ανθρώπου. Ο πόλεμος με το καλό και το κακό, η πάλη ανάμεσα στη λογική και το συναίσθημα, ο παράδεισος και η κόλαση είναι τα θέματα που σχεδόν πάντα πραγματεύονται τα παραμύθια. «Η Σταχτοπούτα», για παράδειγμα, ξεκινά ως εξής: «Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας καλός άντρας και ζούσε μαζί με την καλόκαρδη γυναίκα του και την όμορφη κόρη τους. Ξαφνικά, η γυναίκα αρρώστησε και πέθανε. Ο άντρας παντρεύτηκε μια δεύτερη γυναίκα, που είχε δύο κόρες που μισούσαν την πρώτη όμορφη κόρη». Στο παραμύθι, η ηρωίδα αντιμετωπίζει τον πόνο της απώλειας και βιώνει τη δοκιμασία του Χαμένου Παραδείσου. Η Σταχτοπούτα ήταν αναγκασμένη να καθαρίζει το τζάκι από τις στάχτες. Το τζάκι συμβολίζει την εξορία, τις στάχτες των νεκρών, την ταπείνωση και τη θλίψη. Επίσης, οι στάχτες συμβολίζουν το βραχυπρόθεσμο της ζωής. Το τζάκι, όμως, είναι και το ιερό κέντρο του σπιτιού, εκεί όπου πάντα υπάρχει μια ζεστή εστία. Είναι ένα σημείο ασφαλές που δεν πλησιάζουν ποτέ τα κακά πνεύματα. Η θέση της δίπλα στο τζάκι παραλληλίζει τη Σταχτοπούτα με τη θεά Εστία. Η Σταχτοπούτα περιποιείται τη φωτιά, επομένως είναι το πνεύμα, η ψυχή. Οι αδελφές της Σταχτοπούτας συμβολίζουν ακόμη την εσωτερική και πνευματική ασχήμια, αντιπροσωπεύουν τις δυνάμεις του κακού που βρίσκονται στην απληστία, τη ζήλια και τη ματαιοδοξία. Η μητριά αντιπροσωπεύει τη σκοτεινή και καταστροφική όψη της γυναικείας φύσης, που σε άλλα παραμύθια μεταμορφώνεται σε κακιά μάγισσα. Μεγάλο ρόλο στο παραμύθι παίζει η νεκρή μητέρα της Σταχτοπούτας. Εμφανίζεται σαν άσπρο περιστέρι, σύμβολο της αγνής αγάπης, μιας αγάπης που δίνει δύναμη στην ηρωίδα για να υπομείνει όλα τα βάσανα. Η μεταμόρφωση της Σταχτοπούτας συμβολίζει τις κρυμμένες δυνάμεις της ψυχής, οι οποίες δείχνουν τη διαδρομή της προς τον Παράδεισο. Το γυάλινο γοβάκι έχει μαγικές ιδιότητες, καθώς το γυαλί συμβολίζει την πνευματική τελειότητα, τη λάμψη και την καθαρότητα.
Τέλος, η αναζήτηση του πρίγκιπα με σκοπό να βρει τη Σταχτοπούτα και να παντρευτούν συμβολίζει την ένωση και την κατάκτηση του χαμένου Παραδείσου. Αντίστοιχα, στον «Παπουτσωμένο Γάτο» οι συμβολισμοί αλλάζουν. Τα ζώα στα παραμύθια πάντα βοηθούν τους ανθρώπους. Εδώ, ο γάτος εκτός από κολπατζής είναι παράλληλα και φύλακας των θνητών. Μερικές φορές τα ζώα δρουν από μόνα τους, ενώ άλλες φορές υπάρχει σχέση αμοιβαιότητας. Οι ήρωες σώζουν ή βοηθούν το ζώο, και αυτό από ευγνωμοσύνη τούς ανταποδίδει τη σωτηρία, όταν χρειάζεται η επέμβαση των δυνάμεών τους. Στην «Πεντάμορφη και το Τέρας» συναντάμε μια πανέμορφη κοπέλα η οποία βρίσκεται κάτω από την εξουσία ενός τέρατος. Η ηρωίδα τον βλέπει σαν τέρας, απλά της απαγορεύεται να τον δει τη νύχτα. Όταν παραβιαστούν οι κανόνες και η πεντάμορφη δει το μαγεμένο ήρωα, τότε αυτός εξαφανίζεται ή εκείνη τον εγκαταλείπει. Μετά θα πρέπει να πετύχει γενναία κατορθώματα για να τον ξαναβρεί. Με τη βοήθεια των ζώων τον βρίσκει και τελικά λύνονται τα μάγια και τον παντρεύεται. Σε αυτό το παραμύθι κατανοούμε ότι δεν πρέπει να κρίνουμε σύμφωνα με την εξωτερική εμφάνιση, θα πρέπει να ξεπερνάμε τους φόβους μας, και συνειδητοποιούμε ότι η αληθινή αγάπη επιβάλλεται σε κάθε μορφή μαγείας και βγαίνει πάντα νικήτρια. Η ιστορία της «Κοκκινοσκουφίτσας» αναφέρεται στη σχέση κόρης-μητέρας. Η μητέρα την προειδοποιεί πως στο δάσος υπάρχει λύκος, δηλαδή απειλή.
Εκείνη, όντας απονήρευτη, πέφτει θύμα του και ο λύκος την καταπίνει. Έρχεται θάνατος, αλλά ακολουθεί η Ανάσταση. Εδώ οι συμβολισμοί ποικίλλουν. Από τη μια, το κόκκινο σκουφάκι που παραπέμπει στο κόκκινο της αυγής και το μεσημεριανό ήλιο. Από την άλλη, ο λύκος που συμβολίζει το χειμώνα και το σκοτάδι, κατά τη σκανδιναβική μυθολογία. Τέλος, η ηρωίδα συμβολίζει τη φωτεινή πλευρά της θηλυκότητας, ενώ ο κυνηγός είναι ο ήρωας που σώζει την Κοκκινοσκουφίτσα από το τέρας.
Ξέρατε ότι…
… οι αρχαιότερες γραπτές ιστορίες που ανακαλύφθηκαν ήταν στην Ανατολή και αποτελούνταν από μια συλλογή από σανσκριτικά παραμύθια με πέντε βιβλία, τα «Ινδικά Πανχατάντρα»; Δεν γνωρίζουμε πότε γράφτηκαν, πιστεύεται όμως ότι έφτασαν στην Ελλάδα την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
… η παλαιότερη συλλογή παραμυθιών εμφανίστηκε στην Ευρώπη μετά την εποχή της Αναγέννησης, στη Βενετία, το 1550 και περιελάμβανε αστεία, αινίγματα και ιστορίες.
… σε πολλές χώρες, όπως π.χ. στη Βόρεια Αφρική, πιστεύεται ότι εκείνος που διηγείται παραμύθια, όσο ο ήλιος λάμπει, κινδυνεύει να χάσει τα μαλλιά του.
Υπό την ακριβή έννοιά του το παραμύθι είναι μια σύντομη ή λαϊκή ιστορία που ενσωματώνει το έθος, το οποίο μπορεί να εκφραστεί ρητά στο τέλος του ως αξιωματική αρχή. Συγγενές του μύθου αλλά διαφοροποιημένο εννοιολογικά το παραμύθι είναι εξαρχής μια επινόηση, μια μυθιστοριογραφία, μια φαντασιακή αφήγηση που κάνει μεταφορική χρήση κάποιου ζώου ως κεντρικό χαρακτήρα του ή εισάγει στερεότυπους χαρακτήρες, όπως ο κατεργάρης. Πολύ συχνά γίνεται ανατρεπτική αλληγορία ενάντια στον φεουδαρχισμό ή την εκάστοτε άρχουσα τάξη, ή μια σύγκρουση του ανθρώπινου με το αόρατο βασίλειο. Προσωποποιεί και εξατομικεύει διαφορετικά στοιχεία πέρα από τη λογική του χώρου και του χρόνου και επεκτείνεται αδιάκριτα από τον οργανικό στον ανόργανο κόσμο από τον άνθρωπο και τα ζώα στα δέντρα, τα λουλούδια, τις πέτρες, τα ρεύματα και τους ανέμους.
Οι ρίζες του παραμυθιού
Ένα ερώτημα που προέκυψε κατά την επιστημονική μελέτη του παραμυθιού, ήταν αυτό που αφορούσε στη γένεσή του. Γύρω από το θέμα διατυπώθηκαν διάφορες θεωρίες, από τις οποίες όμως καμία δεν έδωσε πλήρεις απαντήσεις και όλες αμφισβητήθηκαν υπό το φως κάποιας νέας επιστημονικής οπτικής.
α. Η ινδοευρωπαϊκή θεωρία: Η πρώτη θεωρία, η οποία ονομάστηκε και μονογενετική, για την προέλευση των παραμυθιών προήλθε από τους αδερφούς Γκριμ το 1819. Διατύπωσαν την άποψη ότι τα παραμύθια –παρότι νεότερα από τους μύθους και τα επικά τραγούδια– προέρχονταν από έναν κοινό χώρο, την κοιτίδα του ινδοευρωπαϊκού πολιτισμού, και από εκεί μετακινήθηκαν μαζί με τα ινδοευρωπαϊκά φύλα. Βασική ιδέα των Grimm ήταν ότι «τα παραμύθια ήταν εκπεπτωκότες μύθοι (δηλαδή μύθοι που απώλεσαν τα βασικά τους στοιχεία και έγιναν απλούστεροι) και μπορούν να γίνουν κατανοητά μόνο μέσα από μια κατάλληλη ερμηνεία των μύθων από τους οποίους προήλθαν». Η θεωρία αυτή δεν τεκμηρίωσε την ινδοευρωπαϊκή προέλευση των παραμυθιών, αφήνοντας αναπάντητα πολλά ερωτήματα.
β. Η μυθολογική θεωρία: Παρόμοια θεωρία με την πρώτη ήταν και αυτή του Μαξ Μόλερ (Max Möller), ο οποίος το 1856 υποστήριξε ότι τα παραμύθια προήλθαν από ηλιακούς μύθους των Ινδοευρωπαίων, που περιλαμβάνονταν στο ιερό βιβλίο Ριγκ Βέντα (Rig-Veda). Ο Möller, στηριζόμενος, όπως φαίνεται, στη θεωρία των εκπεπτωκότων μύθων, ισχυρίστηκε ότι αρχικά οι μύθοι εξέφραζαν αφηρημένες έννοιες, όπως για παράδειγμα οι ιστορίες γύρω από τον ήλιο ως κεντρικό πρόσωπο και πρωταγωνιστές τη Νύχτα, τον Ουρανό, την Αυγή κ.ά. αλλά καθώς διαδόθηκαν από την Ινδία στους λαούς της Ευρώπης και της Ασίας έχασαν το αρχικό τους νόημα. Προσπαθώντας οι λαοί να ερμηνεύσουν τα απομεινάρια αυτής της μυθολογίας έφτιαξαν τα παραμύθια. Οι οπαδοί αυτής της θεωρίας παρέβλεψαν το γεγονός ότι η Ριγκ Βέντα, στην οποία στηρίχθηκαν δεν ήταν δημιούργημα λαϊκής προέλευσης αλλά του ινδικού ιερατείου.
γ. Η ινδική θεωρία: Την ινδική προέλευση των παραμυθιών υποστήριξε ο άγγλος Θίοντορ Μπένφι (Theodor Benfey). Σύμφωνα με τον Μπένφι «οι ινδικοί μύθοι προέρχονται από τη Δύση και κυρίως από τους ελληνικούς μύθους του Αισώπου, σε αντίθεση με τα παραμύθια που προέρχονται από την Ινδία και συγκεκριμένα από την ινδουϊστική-βουδιστική παράδοση, στην οποία στηρίχθηκε». Από αυτά τα παραμύθια ορισμένα διαδόθηκαν πριν από τον 10ο αιώνα μέσω της προφορικής παράδοσης, άλλα, με έντονη την ισλαμική επίδραση, διαδόθηκαν μετά τον 10ο αιώνα, κυρίως μέσω Βυζαντίου, Ιταλίας και Ισπανίας, από τη λογοτεχνική παράδοση και, τέλος, άλλα με βουδιστικό υλικό διαδόθηκαν μέσω της Κίνας και του Θιβέτ στους Μογγόλους και από αυτούς στην Ευρώπη. H άποψη αυτή έχει μόνοn ιστορική αξία σήμερα, καθώς αποδείχθηκε ότι η Ινδία μπορεί να αποτέλεσε μία από τις κυριότερες πηγές δημιουργίας των παραμυθιών, αλλά δεν ήταν η μοναδική.
δ. Η πολυγενετική θεωρία των εθνολόγων: Tο 1873 o Άντριου Λανγκ (Α. Lang), επηρεασμένος από την εξελικτική θεωρία του Δαρβίνου, διατύπωσε την πολυγενετική θεωρία, σύμφωνα με την οποία: «μύθοι, παραμύθια, ιστορίες με παρόμοιο περιεχόμενο παρουσιάστηκαν σε διαφορετικούς λαούς, οι οποίοι πολλές φορές απείχαν πολύ τοπικά και χρονικά μεταξύ τους». Ο Λανγκ προσπάθησε μέσα από τις μορφές των ιστοριών, των μύθων και των παραμυθιών να καταδείξει μία ενιαία πορεία εξέλιξης των λαών μέσα στον χρόνο. H εθνογραφική θεωρία του Λσνγκ, εκτός των άλλων, «αποδέχτηκε την ύπαρξη πολύ μεγαλύτερης ομοιομορφίας στους πρωτόγονους λαούς από ό,τι πιθανώς υπάρχει στην πράξη».
ε. Η ιστορικογεωγραφική θεωρία: Μονογενετική θεωρία, που εκφράστηκε από τη Φινλανδική Σχολή, όπως ονομάστηκε, προς τιμή των δύο Φινλανδών εμπνευστών της, του Καρλ Κρον (Karl Krohn) και του Άντι Άαρνε (Antti Aarne). Υποστήριξαν ότι ένα παραμύθι σε μία χώρα μεταδίδεται από γενιά σε γενιά με ένα σταθερό τρόπο, δηλαδή χωρίς σημαντικές διαφοροποιήσεις. Όταν όμως μεταδίδεται σε άλλη χώρα, αλλάζει και προσαρμόζεται στο νέο πολιτιστικό του περιβάλλον. Εισηγητής της ιστορικογεωγραφικής μεθόδου στην Ελλάδα υπήρξε ο Γ.Α. Μέγας.
στ. Η συμβολιστική θεωρία: Ο γάλλος Σεντύβ (Saintyves) μελέτησε τα παραμύθια του Περρώ και διατύπωσε την άποψη ότι προέρχονταν από παλιές τελετουργίες. Ο γάλλος Βαν Γκένεπ (Van Gennep) σύνδεσε το παραμύθι με τον τοτεμισμό και τις σχετικές τελετές. Ο Γερμανός Νάουμαν (Naumann( υποστήριξε ότι υπάρχουν πολλά ίχνη λατρευτικών τελετών στο παραμύθι, αλλά πρέπει να διερευνηθούν προσεκτικά. Οι θεωρίες αυτές έχουν συμβάλλει στην κατανόηση των παραμυθιών, αλλά δεν εξηγούν την καταγωγή τους επαρκώς. Όπως στην πολυγενετική θεωρία, έτσι και εδώ οι «συμβολιστές» θεωρούν ότι όλες οι πρωτόγονες κοινωνίες παρουσιάζουν μια ομοιομορφία, πολύ περισσότερο από ό,τι συμβαίνει στην πραγματικότητα.
ζ. Η ψυχολογική-ψυχαναλυτική θεωρία: Η ψυχολογική θεωρία προσέγγισε και ερμήνευσε το παραμύθι με τρεις διαφορετικούς τρόπους, με τη κλινική προσέγγιση τη χρήση δηλαδή μαγικών παραμυθιών για τη διάγνωση και την ψυχαναλυτική θεραπεία των ασθενών, τη θεωρητική προσέγγιση, που βασίζεται στη μελέτη του ανθρώπινου ψυχισμού, και τη κειμενοαναλυτική προσέγγιση, η οποία μελετά και αναλύει το παραμύθι με ψυχαναλυτικούς όρους. Η θεωρία αυτή δεν μπόρεσε να δώσει ικανοποιητική απάντηση όσον αφορά στην προέλευση του παραμυθιού, πλην όμως προσέφερε νέα διάσταση στη μελέτη του.
η. Η μορφολογία του παραμυθιού του V. Propp: Σύμφωνα με τη θεωρία του Ρώσου V. Propp θα πρέπει, πριν ασχοληθούμε με τόπο καταγωγής και τον τρόπο διάδοσης των παραμυθιών, να προσδιορίσουμε τι είναι τα παραμύθια, δηλαδή να ορίσουμε το περιεχόμενό τους. Κύριος στόχος του ήταν μέσα από το έργο του Μορφολογία του Παραμυθιού να δώσει μια απάντηση στο θέμα της ομοιότητας μεταξύ των παραμυθιών διάφορων λαών. Έτσι ο Προπ υποστήριξε ότι η κατάτμηση του παραμυθιού στα συστατικά του μέρη και η μεταγενέστερη επεξεργασία του ήταν ο ορθότερος τρόπος μελέτης του.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου