Όντως… τι θα σήμαινε αν ο χριστιανικός Θεός ήταν όντως Αγάπη*; Ας δούμε. Αλλά πρώτα μερικές διευκρινήσεις:
Τι εστίν αγάπη;
Δύσκολο ερώτημα. Προσωπικά δεν ξέρω αν είμαι σε θέση να το αποδώσω ικανοποιητικά με λόγια. Άλλωστε, το μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης λογοτεχνίας αναλώνεται σ’ αυτή την κατεύθυνση. Πάντως, ένα είναι σίγουρο: Αγάπη άνευ αντικειμένου δεν υπάρχει. Πρέπει να έχεις κάτι για να αγαπάς. Είναι συναίσθημα με κατεύθυνση, με αποδέκτη. Το αντικείμενο της αγάπης μπορεί να είναι μικρό ή μεγάλο, απτό ή άυλο, αλλά πρέπει να υπάρχει, έστω και κατά φαντασίαν.
Στη θρησκεία, η αγάπη συνήθως παρομοιάζεται με την αγάπη ενός πατέρα για το παιδί του (Θεός προς Άνθρωπο), ενώ για την αγάπη του Ανθρώπου προς το Θεό συνήθως χρησιμοποιείται ο όρος "Θείος Έρως". ΔΕΣ: ΟΟΔΕ - Αντιφάσεις, προπαγάνδα και αναξιοπιστία
Αυτή όμως η ανάμειξη αυτού του τόσο πολύτιμου και στοιχειώδους ανθρώπινου συναισθήματος δημιουργεί ένα… μικρό πρόβλημα στη χριστιανική κοσμοθεώρηση.
Η χριστιανική κοσμοθεωρία
Η τυπική χριστιανική κοσμοθεωρία μπορεί να συμπυκνωθεί ως εξής: Ο Θεός υπήρχε ανέκαθεν και περιλαμβάνει στη φύση του την αγάπη. Κάποια στιγμή δημιούργησε τους αγγέλους και αργότερα τους ανθρώπους από αγάπη (οι χρονικές εκφράσεις χρησιμοποιούνται συμβάσει μόνο, αφού υποτίθεται ότι ο Θεός είναι άχρονος). Έκτοτε κάποια από τα δημιουργήματά του παραστράτησαν και ο Θεός προσπαθεί να τα επαναφέρει σε κοινωνία μαζί του (με αποκορύφωμα την ενσάρκωσή του). Αυτό πιστεύω συνοψίζει τη γενικότερη χριστιανική κοσμοθεωρία. Περισσότερες λεπτομέρειες είναι περιττές νομίζω και δε θα μας χρειαστούν.
Αντιρρήσεις
Μα αυτή η κοσμοθεώρηση δε δημιουργεί πρόβλημα; Η αγάπη είπαμε πως είναι συναίσθημα με κατεύθυνση. Δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς αντικείμενο. Πώς μπορεί, λοιπόν, να υπάρξει Θεός Αγάπης (φύσει) πρωτού πλάσει κάτι ν’ αγαπά; Ας δούμε ορισμένα σημεία:
Κατ’ αρχάς, όπως έχω ήδη αναπτύξει, ένα τέλειο Θεϊκό Ον δεν μπορεί να έχει επιθυμίες και μεγαλύτερη επιθυμία από το να αγαπά και να αγαπιέται είναι αμφίβολο αν μπορεί να υπάρχει. Η ίδια λογική εμποδίζει το Θείο από το να είναι Δημιουργός, αλλά αφού οι Χριστιανοί θεωρούν ότι ο Θεός της Αγάπης τους είναι και δημιουργός, θα πρέπει να αφήσω στην άκρη αυτό το σημείο για την ώρα.
Είναι βέβαιο ότι ένα μοναχικό ον, όπως ο Θεός προ δημιουργίας, δεν μπορεί να αγαπά, εφόσον δεν έχει κάτι ή κάποιον να αγαπά. Βέβαια, ο Θεός των Χριστιανών είναι τριαδικός, οπότε είναι αναμενόμενο να υποστηριχθεί ότι ο Θεός ποτέ δεν υπήρχε χωρίς να έχει αντικείμενο αγάπης (το κάθε πρόσωπο της Τριάδας συνδέεται με τα άλλα με αγάπη). Επιπλέον, θεωρείται άχρονος, οπότε μπορεί να υποστηριχτεί ότι αγαπούσε τα μελλοντικά όντα που θα έφτιαχνε. Βάσει αυτών, ο Τριαδικός Θεός δεν είναι αντιφατικός ακόμη.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι, ποιος μπορεί να ήταν ο λόγος για τον οποίο το Θείο αποφάσισε να ξεφύγει από τα όρια της αυτο-αγάπης και να αποζητήσει αυτόν τον ερωτικό δεσμό με κατώτερα όντα που δημιούργησε το ίδιο. (το "ερωτικός" το χρησιμοποιώ με την έννοια του "θείου έρωτος" πάντα). Η συνήθης απάντηση είναι ότι ήθελε να προσθέσει και άλλα όντα σ’ αυτό τον κύκλο αγάπης (πρώτα τους αγγέλους και μετά θεωμένους ανθρώπους). Αλλά αυτό δημιουργεί δύο ζητήματα, το καθένα με τα προβλήματά του.
Μήπως αυτό σημαίνει ότι η αρχική αγάπη στην τριαδική κοινωνία δεν ήταν τέλεια και χρειαζόταν συμπληρωματικά αντικείμενα αγάπης; Αδιανόητο για Χριστιανό να παραδεχθεί κάτι τέτοιο. Οποιαδήποτε νύξη περί ατέλειας προκαλεί πυώδεις φλύκταινες.
Έστω ότι η αγάπη μεταξύ των προσώπων της Αγίας Τριάδας είναι τέλεια, αλλά με κάποιον τρόπο (αδιάφορο πώς) η δημιουργία νέων αντικειμένων αγάπης αιτιολογείται. Μα η άπειρη αυτή αγάπη του Θείου, τότε, δε θα έπρεπε να έχει πλημμυρίσει τον ορατό και αόρατο κόσμο με άπειρα όντα αποδέκτες-συμμετόχους της Θείας αυτής Αγάπης; Κυριολεκτικά, δε θα έπρεπε να υπάρχει κανένα σημείο του σύμπαντος χωρίς έλλογα όντα με πνευματικά χαρακτηριστικά τουλάχιστον αντίστοιχα με τα ανθρώπινα! (αν όχι αγγελικά· και ας μην ξεχνάμε ότι μπορεί το σύμπαν να είναι άπειρο ως χώρος, αλλά ως κατοικήσιμες πλανητικές επιφάνειες ειναι πεπερασμένες.)
Μη με παρεξηγήσετε… είμαι σχεδόν βέβαιος ότι υπάρχει έλλογη ζωή στο σύμπαν πέρα από εμάς, αλλά, αν ίσχυε η κοσμοθεωρία των Χριστιανών, έλλογη ζωή θα έπρεπε να υπάρχει παντού (και φυσικά συνθήκες που να μπορούν να τη συντηρήσουν)· αλλά κάτι τέτοιο δεν το βλέπουμε. Κυριολεκτικά, οι υλικοί αποδέκτες-μέτοχοι της θείας αγάπης θα έπρεπε να είναι άπειροι (και όχι άπειροι = απλά πάρα πολλοί, αλλά άπειροι = κυριολεκτικά αμέτρητοι.)
Η αντίφαση θα μπορούσε να λυθεί εύκολα με την υπόθεση άπειρων συμπάντων που φιλοξενούν όλα έστω και ένα είδος έλλογης ζωής (ούτως ή άλλως η επιστήμη έχει αρχίσει να καλοβλέπει την υπόθεση του Πολυσύμπαντος, αναπόδεικτη μέχρι στιγμής). Το κακό είναι ότι πολλοί επίδοξοι απολογητές (όπως ο William Lane Craig), στην προσπάθειά τους να στηρίξουν το Κοσμολογικό Επιχείρημα του Καλάμ, έχουν αποφανθεί μετά περισσής σοβαρότητος ότι στον υλικό κόσμο το πράξει άπειρο είναι αδύνατο και ανύπαρκτο και υφίσταται μόνο ως μαθηματική έννοια. Θα το προσυπογράψω κι εγώ αυτό το συμπέρασμα, όχι απλά επειδή με βολεύει, αλλά επειδή είναι σωστό (τουλάχιστον για το δικό μας σύμπαν). Ειρωνικότατο…
Αν είχαμε εν δυνάμει άπειρο χρόνο θα μπορούσαμε να αυξηθούμε και να πληθυνθούμε και να κατακυριεύσουμε το σύμπαν (βέβαια, πάλι δε θα φτάναμε σε άπειρο αριθμό, αφού άπειρο με διαδοχικές προσθέσεις δεν επιτυγχάνεται). Αλλά το σύμπαν, δυστυχώς, σύμφωνα με τη χριστιανική κοσμοθεώρηση, έχει ημερομηνία λήξεως· τη Δευτέρα Παρουσία (η οποία μάλιστα περιορίζει ακόμη περισσότερο τους κοινωνούς αυτής της Θείας Αγάπης). Κάθε προσπάθεια απείρου βρίσκει διαρκώς εμπόδιο το γεγονός ότι ουσιαστική απειρία στο υλικό σύμπαν δεν μπορεί να υπάρξει.
Βέβαια, κάποιος μπορεί να αντιπεί ότι ο Θεός είναι άχρονος, οπότε αυτή η απειρία υλικών όντων δεν είναι ανάγκη να υπάρχει εξ αρχής, αλλά να φτάσει άπειρο αριθμό με την πάροδο του χρόνου, οπότε από θεϊκή οπτική γωνία μπορεί θα μπορούσε να επιτευχθεί ένας πολύ μεγάλος αριθμός, αλλά και πάλι όχι κατ’ουσίαν άπειρος (που είναι και το ζητούμενο).
Ίσως κάποιος αντιτάξει: "Μα αφού το σύμπαν μας δε μπορεί να έχει άπειρο αριθμό όντων, μήπως η απειρία καλύπτεται από τον άυλο κόσμο; Ποιος μπορεί να ξέρει αν οι άγγελοι δεν είναι άπειροι!" Όντως, αυτό είναι το μόνο σημείο στο οποίο μπορεί να πατήσει πλέον ο Χριστιανός. Την ασφάλεια της άγνοιάς του για την αόρατη και άυλη κομπανία του Θεού. Ισχύουν αυτά που μόλις είπαμε για τους αγγέλους; Ξέρουμε ότι το άπειρο είναι αδύνατο στον υλικό κόσμο. Στον άυλο όμως;
Από τους Πατέρες της Εκκλησίας πληροφορούμαστε ότι οι άγγελοι δεν είναι άυλοι, όπως ο Θεός. Σ’ εμάς φαντάζουν άυλοι, αλλά για το Θεό είναι πλήρως υλικά όντα (φιλολογική περικοκλάδα ίσως, αλλά αυτή τη στιγμή αδιάφορο). Αυτό δεν αρκεί για να συμπεράνουμε, όμως, αν ο αριθμός τους μπορεί να περιοριστεί βάσει της μη δυνατότητας ύπαρξης ουσιαστικού απείρου. Θα πρέπει οι άγγελοι να υπόκεινται και στο νόμο του αιτίου-αιτιατού. Ισχύει αυτό; Μα φυσικά! Όπως και το υλικό σύμπαν, έτσι και οι άγγελοι έχουν στιγμή δημιουργίας (δεν είναι εκτός χρόνου και αιώνιοι, όπως ο Θεός του Χριστιανισμού). Επιπλέον, από το πάθημα του Εωσφόρου, γνωρίζουμε ότι υπόκεινται σε παρόμοιους περιορισμούς, όπως οι άνθρωποι: έχουν ελεύθερη βούληση, μπορούν να κάνουν επιλογές, και σίγουρα δεν διαθέτουν παντογνωσία, αλλιώς ο Εωσφόρος δε θα έκανε καν τον κόπο να μπει στη λογική να αντιταχθεί στο Θεό. Διαφαίνεται ότι ακόμα κι αν δεν ανήκουν στο δικό μας χρόνο, υπάρχει και για τους αγγέλους κάτι αντίστοιχο του χαρακτηριστικού του υλικού κόσμου, της πράξης-αποτελέσματος, αιτίου-αιτιατού. Άλλωστε, αν υπήρχαν άπειροι άγγελοι, τότε δε θα υπήρχε λόγος για τη δημιουργία του ανθρώπου, αφού η Θεία Αγάπη θα ικανοποιούνταν από τους αγγέλους. Το πρόβλημα για το Χριστιανό παραμένει.
Επίλογος
Ας συνοψίσω: Ένας Θεός με τα χαρακτηριστικά του Χριστιανικού και με την Αγάπη στη φύση του απαιτεί την ύπαρξη άπειρων πλασμάτων, κάτι που οι ίδιοι οι θεολόγοι έχουν αποκλείσει ως αδύνατο. Άλλη μία φορά ο Χριστιανικός Θεός εμφανίζεται εσωτερικά αντιφατικός (και χωρίς να πιαστούμε και με τη Βίβλο κιόλας). Η συζήτηση περί του Θεού-Αγάπης περιορίζεται συνήθως σε αναλύσεις επί αναλύσεων για το τι είναι αγάπη, πώς εκφράζεται η Θεία Αγάπη στον κόσμο, αν την αξίζουμε και για το γιατί υπάρχει κακό στον κόσμο, και παραβλέπονται τα συμπεράσματα που μπορούν να εξαχθούν από τα βασικά χαρακτηριστικά του χριστιανικού Θεού, όταν εισάγεται σ’ αυτόν η αγάπη ως μέρος της φύσης του. Για ποιο λόγο εκτρέπεται η συζήτηση; Μάλλον… άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε…
----------------------------
*Ο Θεός είναι αγάπη... (μερικές απόψεις)Πολλοί ένθεοι υποστηρίζουν πως πιστεύουν στον θεό επειδή “ο θεός είναι αγάπη και το βλέπουν αυτό παντού γύρω τους στην δημιουργία”. Θεωρήσαμε λοιπόν σκόπιμο να σχολιάσουμε αυτή την φράση και ιδού οι απόψεις ορισμένων αναγνωστών του ιστολογίου:
-Ο Θεός είναι μίσος ή και αδιαφορία σκέφτηκα πρόσφατα, κι αυτό είναι πολύ πιο απλό και σοβαρό, για να το πιστέψω αρκεί να κοιτάξω τα τσουνάμι, τους σεισμούς, τις επιδημίες, τις φρικτές γενετικές δυσμορφίες…
-Όταν κάποιος ένθεος μου πεί το παραπάνω, πραγματικά νευριάζω πολύ. Η απάντησή μου συνήθως είναι: “Αν αυτά που έχω περάσει τα τελευταία χρόνια είναι αγάπη, τότε ευχαριστώ αλλά δεν θα πάρω.” Πως μπορεί κάποιος να μου λέει ότι ο θεός είναι αγάπη, όταν έχω χάσει τον παππού μου από Alzheimer, τον μπαμπά μου από καρκίνο, και την μικρή μου αδελφή, 26 χρονών, από τροχαίο; Και όλα αυτά μόνο σε 3 χρόνια; Έτσι δείχνει την αγάπη του ο θεός;
-Και πες ότι ο θεός είναι αγάπη, και εμένα απλά με μισεί για κάποιον απροσδιόριστο και μυστηριώδη λόγο. Τα παιδιά που πέφτουν στα χέρια παιδεραστών, γιατί δεν τα αγαπάει; Τα παιδιά στην Αφρική που πεθαίνουν κάθε μέρα από την πείνα γιατί δεν τα αγαπάει; Τόσα παιδιά υποφέρουν και αυτός δεν τα αγαπάει, τα αφήνει να υποφέρουν, και να πεθαίνουν από την πείνα και τις κακουχίες. Και δεν θέλω να ακούσω πάλι, το γνωστό και μη εξαιρετέο: “Άγνωσται οι βουλαί του κυρίου.” διότι πρόκειται για απολογητική.
-Όταν μικρός πήγαινα και χαλούσα τις μυρμηγκοφωλιές ή τους έριχνα πιπέρι και νερό, ούτε για μιά στιγμή δεν διανοήθηκα πως τα μυρμήγκια με το ελάχιστο μυαλό τους θα αισθάνονταν πως τα αγαπώ. Τελικά θέλει έναν πολύ ανεπτυγμένο εγκέφαλο για να μην μπορείς να σκέφτεσαι τα αυτονόητα!
-“Ο θεός είναι αγάπη”. Δηλαδή, “μία αόριστη έννοια είναι μία άλλη αόριστη έννοια”. Όταν ένας άνθρωπος επαναπαύεται σε τέτοιου είδους αοριστίες, είτε επειδή τον βολεύει, είτε επειδή δεν έχει την όρεξη να το διερευνήσει παραπάνω, τότε είναι απολύτως φυσικό η αόριστη υποκειμενικότητα της θρησκείας να δρα σαν ισχυρός μαγνήτης πάνω του. Τη στιγμή που κάποιος πάψει να επαναπαύεται σε αόριστες έννοιες και αναζητά ρητές απαντήσεις στις εσωτερικές αναζητήσεις του, το πιο πιθανό είναι ότι θα αγαπήσει και με όλη την καρδιά του. Επειδή η αγάπη αυτή θα είναι δημιούργημά του και όχι απόρροια κάποιου παράδοξου δόγματος ή κάποιας απαρχαιωμένης ηθικής.
-Αν επαναπροσδιορίσουμε την έννοια θεός έτσι ώστε να αντιστοιχεί σε κάποια άλλη έννοια και διαστρεβλώσουμε λιγάκι την έννοια της πίστης, τότε όλοι «πιστεύουμε» σε κάτι. Όμως αντικειμενικά με το να πει κάποιος πως πιστεύει στην φιλία για παράδειγμα δεν της δίνει κάποια θεϊκή υπόσταση . Με την ίδια λογική θα μπορούσε κανείς να πει πως ο θεός είναι η φύση, το σύμπαν, ο έρωτας κοκ. Ενώ ίσως φαίνεται πως αυτό απλοποιεί τα πράγματα στην ουσία τα περιπλέκει γιατί εξισώνει τον θεό με μια έννοια περίπλοκη που δεν μπορεί ούτε να εξηγηθεί κι ούτε γίνεται να εξετασθεί αν είναι έγκυρη αυτή η εξίσωση κι αν πράγματι υπάρχει ένας τέτοιος θεός. Επίσης αυτή η εξίσωση έχει κάποιες πρακτικές επιπτώσεις στην ζωή ενός πιστού που δεν συμβαδίζουν και πολύ με την έννοια της αγάπης. Η βασικότερη κατά την γνώμη μου είναι η υποχρέωση υποταγής σε μια διδασκαλία που τον αναγκάζει να απορρίψει – σε σημείο μίσους κάποιες φορές – τους συνανθρώπους του είτε επειδή είναι αλλόθρησκοι, άθρησκοι ή άθεοι, είτε επειδή είναι ομοφυλόφιλοι, και γενικότερα επειδή διαφέρουν με κάποιον τρόπο από το δόγμα που επιβάλλει «ο θεός της αγάπης».
-Πως όλα αυτά δικαιολογούνται προερχόμενα από την πίστη στην παραδοχή πως ο θεός είναι αγάπη; Στην θεωρία όλα μπορεί να ακούγονται πολύ όμορφα, το θέμα είναι να βλέπουμε πέρα από το περιτύλιγμα και να εξετάζουμε την ουσία της κάθε κατάστασης.
-Υπάρχουν μερικές φράσεις που οι πιστοί χρησιμοποιούν κατά κόρον σαν slogans. Το κύριο λογικό πρόβλημα αυτών των απλοϊκών slogans είναι το εξής: χρησιμοποιούν πάντα ως δεδομένο αυτό το οποίο πρέπει να αποδείξουν. Εάν στο μέλλον με κάποιο λογικό και επιστημονικό τρόπο βρίσκαμε αποδείξεις για την ύπαρξη κάποιου «Θεού», τότε και μόνον τότε θα μπορούσαμε να συζητήσουμε και για τις όποιες ιδιότητές του. Αλλά στην παρούσα φάση νομίζω ότι είναι εντελώς παράλογο να συζητούμε για τις ιδιότητες ενός αναπόδεικτου όντος και μάλιστα να τους δίνουμε χροιά επιχειρημάτων.
-Η δήλωση «ο θεός είναι αγάπη» δεν αποδεικνύει ότι υπάρχει θεός. Πρώτα πρέπει να αποδείξουμε ότι υπάρχει θεός και μετά να διερευνήσουμε τις ιδιότητές του. Δεν μπορούμε να ορίσουμε αυθαίρετα τις ιδιότητες και να θεωρήσουμε τον αυθαίρετο ορισμό μας ως απόδειξη για την ύπαρξή του. Επίσης δεν μπορούμε να θεωρήσουμε την δήλωση αυτή αληθινή μόνο και μόνο επειδή μοιάζει «απλή και σοβαρή». Η απλότητα δεν συνιστά στοιχείο αξιοπιστίας. Εξίσου απλή είναι και η δήλωση «ο θεός είναι μίσος», κανείς θρήσκος όμως δεν την θεωρεί αληθινή. Όσο για σοβαρή, μια δήλωση χωρίς τεκμήρια κάθε άλλο παρά σοβαρή είναι.
-Η αγάπη είναι ένα ανθρώπινο συναίσθημα. Όλοι οι άνθρωποι είναι ικανοί για αγάπη, είτε πιστεύουν στον θεό είτε όχι. Μπορεί κανείς να μιλήσει για την αγάπη σε όλο της το εύρος και τις εκφάνσεις, χωρίς να χρειαστεί να μιλήσει για θεό. Μήπως λοιπόν η ταύτιση του θεού με την αγάπη δείχνει αλαζονεία από μέρους των θρήσκων και απαξίωση των άθεων συνανθρώπων τους; Πάρα πολλοί άνθρωποι αισθάνονται κατάνυξη και ψυχική ανάταση μπροστά στη φύση, κοιτάζοντας «τα πουλιά, τα φύλλα των δένδρων, την ζωή», χωρίς να πιστεύουν στον θεό. Οι θρήσκοι συνδέουν συναισθηματικά το δέος ενώπιον της φύσης με την έννοια του θεού, ωστόσο η αντίληψη αυτή είναι καθαρά προσωπική υπόθεση. Όλοι οι άνθρωποι μπορούν να βιώσουν κατανυκτικές εμπειρίες, χωρίς να έχουν πίστη στον θεό.
-Τα αισθήματα των θρήσκων για τον θεό, τη φύση, την αγάπη, είναι καθαρά υποκειμενικά. Δεν μπορούν να ελεγχθούν ούτε να διασταυρωθούν αντικειμενικά και επομένως δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ούτε για να διαπιστώσουμε αν υπάρχει θεός ούτε για να τον περιγράψουμε.
Μήπως λοιπόν οι θρήσκοι θα έπρεπε να το ξανασκεφτούν;
-Κι εγώ κάπου διάβασα ότι ο “θεός είναι αυγολέμονο”! Θα με ενδιέφεραν λοιπόν ρητορικά δύο απλές ερωτήσεις!
Α. Με ποιο κριτήριο επιλέγουμε το αληθές ή όχι των διαφόρων τυχαίων ρήσεων που διαβάζουμε;
Β. Με ποιο κριτήριο επιλέγει κάποιος να βλέπει τα πουλιά, τα φύλλα των δένδρων και τη ζωή και όχι αντίστοιχα τους κυνηγούς, τους εμπρηστές δασών και το θάνατο, όταν σκέπτεται το θεό; Ιδίως αν κατά τη γνώμη του, αυτός ο θεός εποίησε τα πάντα, και μάλιστα εν σοφία!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου