Μέτρο του λόγου είναι ο παραλήπτης του και δεν υπάρχει χειρότερη μοίρα για τον όποιο λόγο, από το να καταλήξει σε αυτιά με τοίχους ή σε μάτια με παρωπίδες.
Είναι και το πολύ σημαντικό ζήτημα της ελλείψεως αληθινής ισηγορίας και εκεί κανένας απατεώνας δεν μπορεί να μας πείσει, ότι δήθεν η τελευταία εξασφαλίζεται μέσα από τα πιο πάνω υποτιθέμενα “βήματα”. Ακόμη και αν η νεοελληνική κοινωνία δεν ήταν τόσο κραυγαλέα βυζαντινή, δηλαδή θεοφασιστική, η ισηγορία δεν θα εδημιουργείτο “μαγικά” επειδή και μόνον καλούμαστε στον ίδιο (ποιόν ίδιο;) χρόνο, οι δύο πλευρές, να αναπτύξουμε και εξηγήσουμε τις θέσεις μας μπροστά σε ένα κοινό, που ήδη έχει ανατραφεί, διαμορφωθεί και προγραμματισθεί με πολύ-πολύ συγκεκριμένο τρόπο, μέσα από την, όχι μόνο απέχουσα από την εθνική διάσταση του Ελληνισμού αλλά επιπλέον και, θεοκρατική και αποκοιμιστική προπαγάνδα που ονομάζεται κατ’ ευφημισμόν “Ελληνική Εκπαίδευση”.
Νομίζω ότι ποτέ δεν θα μπορούσα να διατηρώ μία αφύσικη διάσταση ανάμεσα στα γραπτά και στην σκέψη μου, δίχως να προδίδω εκείνο που απαγορεύεται να προδίδει ο άνθρωπος, δηλαδή την συνείδησή του, τον εσωτερικό του οδηγό, τον δαίμονα εαυτού, όπως έλεγαν πολύ σωστά και οι αβάπτιστοι και λεβέντες πρόγονοι, που σήμερα ο Νεοέλληνας έχει ξεχάσει ή περιφρονεί.
Αλλά θέλω να επιστρέψω στην αρχική πρόταση ν’ αναπτύξω κάπως πιο πολύ, το γιατί διαπιστώνω και κραυγάζω ότι ελάχιστη σχέση έχει ο σημερινός χριστιανός κάτοικος αυτής της χώρας με τον αληθινό Έλληνα, τον Έλληνα που την επερπάτησε στους παλαιούς καλούς χρόνους και την εστοίχειωσε με το φώς της καρδιάς και της ψυχής του.
Ξέρετε, αυτό το ερεβώδες χάσμα μεταξύ Έλληνα και Νεοέλληνα, το αντιλαμβάνεται κάποιος εύκολα, με μόνη την ανάγνωση της Ιστορίας, των φιλοσοφικών κειμένων, της δομής τής τότε κοινωνίας, του τρόπου ως και της στάσεως ζωής των προγόνων μας.
Η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στους δύο τύπους ανθρώπου που εξετάζω, ανάμεσα στον πραγματικό Έλληνα, τον “ειδωλολάτρη ή φιλόσοφο” όπως τον αποκαλούν ανερυθρίαστα οι σημερινοί επίσαχλοι που προσκυνούν ξένα νομιζόμενα και ήθη, και στον σύγχρονο Έλληνα, τον τόσο εξευτελισμένο Νεοέλληνα, είναι πολύ εύκολο να ορισθεί. Είναι το γνωστό σημείο που ο τελευταίος “στηλώνει τα πόδια” και αρνείται όλος τρόμο να προχωρήσει, όταν κάπου-κάπου πάει να το παίξει και λίγο Έλληνας, συνήθως όταν στέκεται απέναντι σε ξένους. Ομιλώ για τα θρησκευτικά νομιζόμενα και κυρίως για εκείνα τα θρησκευτικά νομιζόμενα που δημιουργούν ή προτείνουν καθημερινό έθος, συμπεριφορά, τρόπο.
Ο Λουϊ Μενάρ, εκείνος ο φωτισμένος πολυθεϊστής και ελληνιστής του περασμένου αιώνος, είχε πολύ σωστά τονίσει σε κάποιο σημείο του βιβλίου του “Ονειροπολήσεις Ενός Μυστικιστού Ειδωλολάτρου”, ότι όταν ένα έθνος χάσει την θρησκεία του, χάνει και την ψυχή του και σβήνει. Εμείς οι Έλληνες λοιπόν, έχουμε χάσει αυτή την εθνική μας ψυχή εδώ και αιώνες και κυβερνώμεθα από το ιερατείο ενός ξένου Θεού. Είκοσι δύο αιώνες σε πολιτικό επίπεδο και δέκα έξ σε πολιτισμικό, είμαστε ένα έθνος ΥΠΟΔΟΥΛΟ.
Με τον όρο “Έθνος” εννοούμε σύμφωνα με την αρχαία, αυθεντική σημασία του, ένα σύνολο ανθρώπων που οργανώνει την καθημερινή ζωή του σύμφωνα μ’ ένα ιδιαίτερο σύστημα αξιών, αντιλήψεων και συμπεριφορών. Αυτό το ιδιαίτερο σύστημα αποκαλείται “έθος”. Το έθνος δεν ταυτίζεται με το κράτος, ή το Εθνοκράτος, όπως λανθασμένα πολλοί στις ημέρες μας νομίζουν, ως αποτέλεσμα της άγνοιάς τους και της ύπουλης προπαγάνδας των κρατούντων.
Σε 5.000 περίπου έθνη που υπάρχουν σήμερα στον πλανήτη μας, αντιστοιχούν λιγώτερα από 200 κράτη. Είναι λοιπόν σαφές το ότι στην ελληνική πραγματικότητα, η ύπαρξη του (νεο-) Ελληνικού Κράτους, ενός κράτους που στις στροφές 118-120 του ποιήματος που χρησιμοποιείται ως... Εθνικός Ύμνος του, υμνείται ο...Μωϋσής και η... προφήτις Μαρία αδελφή του Ααρών, δεν εγγυάται αξιωματικά και τη συνέχεια υπάρξεως του Ελληνικού έθνους, το οποίο οφείλει ν’ αντισταθεί ενεργά ενάντια στην ταχύρρυθμη ομογενοποίηση των εθνών που επιχειρεί η μονοθεϊστική παγκόσμια εξουσία, αυτή που εγώ αποκαλώ “Παγκόσμιο Ιερουσαλήμ”. Η απροκάλυπτη πλέον και συνεχώς εντεινόμενη προβολή από την πλευρά του (νεο-) Ελληνικού Κράτους (μέσω της εκπαιδεύσεως, μέσω των ΜΜΕ κ.λ.π.) του ιουδαϊκού και βυζαντινού πνεύματος και έθους, σε βάρος του αντίστοιχου αυθεντικού ελληνικού, αποδεικνύει το ότι το πραγματικό ελληνικό έθνος βρίσκεται στη χώρα μας ουσιαστικά υπό διωγμόν.
Το Ελληνικό όμως έθνος κατάφερε να επιβιώσει μέσα από τους διωγμούς, κατά την διάρκεια των αιώνων έστω και υπόδουλο.
Το Ελληνικό έθνος επέζησε βεβαίως μέσα από αυτούς τους μακραίωνες διωγμούς. Υπόδουλο, όπως είπαμε, πολιτικώς εδώ και είκοσι τρεις αιώνες και πολιτισμικώς εδώ και δέκα επτά, το έθνος των Ελλήνων κατώρθωσε να επιβιώσει παρά την αντίθετη πρόθεση των τυράννων του Βυζαντινών Ρωμαίων, Οθωμανών και παπάδων συγκατακτητών, ξενόδουλων κυβερνήσεων κ.λ.π., πλην όμως σήμερα απειλείται χειρότερα από ποτέ πριν.
Η κατοχή είναι πλέον μη εμφανής, άρα πιο επικίνδυνη, και σε διεθνές επίπεδο έχει ήδη δρομολογηθεί η ομογενοποίηση των λαών κάτω από το νέο και ανεθνικό “έθος” της Κόκα-Κόλα, του Μάρλμπορο, του Ληβάϊς και του θεού της Βίβλου Ιεχωβά. Το ν’ αναφωνεί ο Δανός, ο Γερμανός, ο Ιταλός, ο Έλληνας του σημερα το φοβερό “αλληλούϊα”, το να δοξάζει δηλαδή τον εθνικό Θεό των Ιουδαίων είναι η απαίσια ταφόπλακα της εθνικής τους υπάρξεως.
Το ίδιο και η υιοθέτηση της ομοιομορφίας των “σινιέ” αντικειμένων και ρούχων: όλοι οι άνθρωποι της γής, ζουν σύμφωνα με τα προτεινόμενα από την βιβλική μεζούρα ή από τα μέτρα της ιουδαιο-προτεσταντικής ή χαζοχαρούμενης Αμερικής.
Έτσι είναι, και πράγματι η έννοια της αξιοπρέπειας είναι αυτή που εν πρώτοις προβάλλει μέσα μας. Αυτό που λέμε, λοιπόν, Πολιτισμό, για να επανέλθουμε, δεν είναι παρά ένα συγκεκριμένο ύφος, ήθος και στάση ζωής και από όλα τα αμέτρητα είδη ζωής πάνω σε τούτο τον πλανήτη, έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνον με το έμφρον και δίποδο όν που ονομάζεται Άνθρωπος. Και όπως έχει ήδη αποδειχθεί από την Επιστήμη, η φυσική βιοεξελικτική διαδικασία αυτού του πλανήτη, στην οποία “υπακούουν” τα πάντα, έμβια και μη, “υπακούει” με τη σειρά της, στο νόμο της αειρόου πολλαπλότητος και διαφορετικότητος. Συνεπώς, αν κάποιος αποφεύγει κάθε τι το “παρά φύσιν”, οφείλει να συνειδητοποιήσει, πριν από οτιδήποτε άλλο, ότι η πολυμορφία των διαφόρων τμημάτων, του κάθε επί μέρους είδους υπάρξεως είναι ευλογία από τους Θεούς και όχι κατάρα, όπως κάποιοι έχουν καταφέρει δυστυχώς να πείσουν τα σύγχρονα αποσυντονισμένα ανθρώπινα μυαλά πάνω σε ό, τι αφορά τη φυσική πολυμορφία εκείνου που όλοι ορίζουμε ως Ανθρωπότητα. Λες και η τελευταία δεν ανήκει στη Φύση και δεν υπόκειται στους νόμους της..
Κάθε τι που κινείται από ομοιοποιητικές λογικές και έρχεται να εναντιωθεί στη φυσική αρχή της πολλαπλότητος και ιδιαιτερότητος, αναδεικνύεται μακροϊστορικά σε εχθρό αυτής της ίδιας της Ζωής. Συνεπώς, η ιδιαιτερότητα αποτελεί το κατ’ εξοχήν ιερό στοιχείο αυτού του Κόσμου, στα δε ανθρώπινα πράγματα δεν υπάρχει πολιτισμική ιδιαιτερότητα όταν δεν υπάρχει και ιδιαιτερότητα στον τρόπο αντιλήψεως, ζωής και καθημερινής εν γένει συμπεριφοράς. Βλέπουμε ιστορικά ότι μόνο στον κόσμο των λεγομένων “εθνικών”, δηλαδή των μη Ιουδαίων, μη χριστιανών και μη μωαμεθανών, άνθισε η πολιτισμική πολυμορφία δηλαδή η απόλυτη πολυμορφία των Τρόπων, η διαφορετικότητα, η εντοπιότητα και πάνω από όλα το δικαίωμα της συνεχούς προσωπικής διευρύνσεως. Ο προχριστιανικός λεγόμενος κόσμος των “εθνικών”, ένας δυσκολοκατανόητος κόσμος, αν όχι παντελώς ακατανόητος, για τον σημερινό υπήκοο της “Παγκοσμίου Ιερουσαλήμ” αφού ενδιαφέρετο όχι για το “δέον” και το “γίγνεσθαι”, αλλά για το “είναι”, υπήρξε λοιπόν, ο μόνος υγιής πολιτισμικώς και ηθικώς κόσμος, ο δε Ελληνικός εκείνος υπήρξε ο υγιέστερος κάθε άλλου σε επίπεδο πολιτικό, αφού αυτός μόνον κατάφερε να γεννήσει εκείνο το θαύμα που άκουγε στο όνομα “Βουληφόρος Αγορά”.
Πέρα από κάθε άλλο επίτευγμα θεωρώ και συμφωνώ ότι ήταν το πετράδι πάνω στο στέμμα του Ελληνικού Πολιτισμού.
Ο λεγόμενος κόσμος των “εθνικών” αντανακλούσε με γνησιότητα τις παραδόσεις και τα έθιμα των φυλών ή “εθνών” του. Καθώς μέσα στις πολλές κοσμοαντιλήψεις και θρησκείες ή λατρείες του, δεν υπήρξε ποτέ μα ποτέ κάποιο εξωτερικά επιβληθέν “εξ αποκαλύψεως” δόγμα, τα μέσα από τους αμέτρητους αιώνες επικρατήσαντα “ειωθότα και νομιζόμενα” τής κάθε κοινωνίας του, αντιμετωπίζονταν πολύ σωστά ως γνήσιοι κατοπτρισμοί των θρησκευτικο-φιλοσοφικών της αντιλήψεων πάνω στον γήϊνο κόσμο. Η κάθε φυλή ή εθνότητα, ανεγνώριζε ένα ξεχωριστό και αποκλειστικό της Πάνθεον και ένα ξεχωριστό και αποκλειστικό της σώμα μυθολογικών αφηγήσεων. Και αυτό, γιατί παρά το ότι, στην αρχαιότητα η πνευματόδοξος φυσιολατρία που σήμερα περιγράφεται τσουβαληδόν και με υβριστική φυσικά πρόθεση ως “παγανισμός”, υπήρξε επί σειράν χιλιετιών η “πανανθρώπινη” μορφή θρησκείας, το κάθε έθνος είχε εξελίξει την πολύ ιδιαίτερή και αυτόχθονα εκδοχή του. Οι προχριστιανικές θρησκείες και παραδόσεις αντικατόπτριζαν αντικειμενικά το γνήσιο εθνικό και πολιτισμικό περιβάλλον μέσα στο οποίο είχαν αυτές φυτρώσει και ανθίσει, ήσαν δηλαδή θρησκείες και παραδόσεις αυτοθεσμιζόμενων λαών.
Έτσι, οικοδομήθηκε, με πολύ φυσικό τρόπο, ένας κόσμος που όχι μόνο αγνοούσε τις έννοιες “δόγμα”, “ορθοδοξία”, “μόνη αλήθεια” κ.λ.π. κ.λ.π., αλλά που, τουναντίον, εθεώρη απολύτως φυσιολογική (αν δεν την επεδίωκε κιόλας) την ύπαρξη του “άλλου”, του “διαφορετικού”, μέσα σε μία ατελείωτη σειρά πολυεπίπεδων σχέσεων.
Εκείνος ο κόσμος όμως, που διεμορφώθη κάτω από την ευεργετική επίδραση της παγανιστικής του κοσμοεικόνας και αντιλήψεως για την καθημερινή ζωή, που εξ αντικειμένου τού εξησφάλιζε συνεχή πρόοδο και μη-στασιμότητα, κατηργήθη με πολύ βίαιο τρόπο από τον χριστιανόμορφο Ιαχωβισμό και επί μιάμισυ περίπου χιλιετία, 4ος - 18ος αιώνας, το ανθρώπινο πνεύμα ακινητοποιήθη σχεδόν παντελώς. Ο κόσμος των “εθνικών” αλώθη τελικά από τη μοναδική ίσως εκδοχή που περιεφρόνησε ή παρέλειψε να πολυξεκοκκαλίσει μέσα στους στοχασμούς του και στις πολύπλευρες αναζητήσεις του: την πιθανότητα δηλαδή εμφανίσεως “μοναδικών” τάχα ιδεών, αντιλήψεων περί Ανθρώπου και Σύμπαντος, “μοναδικών” αληθειών και “μοναδικών” επίσης Θεών. Με άλλα λόγια δηλαδή, την πιθανότητα εμφανίσεως απολυτότητος μέσα σε μυαλά ανθρωπίνων πλασμάτων. Και, κατά προέκταση, την πιθανότητα γεννήσεως αυτοαναγορευθεισών “υπερτάτων αληθειών”, που θα επέτρεπαν στους οπαδούς τους ν’ αποκαλέσουν όλους τους άλλους ανθρώπους “κτήνη” (γκογίμ) και τις δοξασίες και πίστεις όλων εκείνων των άλλων ανθρώπων “λατρείες δαιμόνων”: “omnes enim dii gentium daemonia” ήτοι “όλοι οι θεοί των εθνών είναι δαίμονες”.
Είναι πασιφανές, ότι σήμερα οι άνθρωποι εξορκίζουν την διαφορά και ζητούν εναγωνίως την πολτοποίηση σε ένα γιγάντιο μίξερ, μέσα στο οποίο θα χαθούν όσοι δεν είναι όμοιοι με τους πολλούς. Κάθε τι το διαφορετικό ταράζει κα ξεβολεύει τους εφησυχασμένους. Επίσης πολλοί είναι αυτοί που νομίζουν ότι αυτό που επικρατεί τώρα είναι το αιώνιο, το μόνο αληθινό, το δίκαιο κ.λ.π.
Είμαστε υπήκοοι ενός απέραντου ψέματος, όπου, όπως πολύ σωστά είχε γράψει ο Νίτσε, “η αλήθεια έγινε ψέμα και το ψέμα αλήθεια”. Αν οι άνθρωποι γνώριζαν ότι αυτό που έχει επικρατήσει δεν σημαίνει τίποτε περισσότερο από το ότι απλώς... επεκράτησε και ούτε δίκαιο είναι, πόσο μάλλον αληθές ή αιώνιο, ίσως εγένοντο περισσότερο σοφοί και ο κόσμος μας αγαθότερος. Αλλά εδώ μιλάμε με “άν”. Αντιθέτως, ο κόσμος βυθίζεται στης ημέρες μας σε βαθύτερα σκότη απολυτότητος, μισαλλοδοξίας, διαφορετικοφοβίας και αγνοίας. Η μεγάλη μάζα δεν γνωρίζει καν τα στοιχειώδη ιστορικά γεγονότα κι όμως αρθρώνει λόγο και διαμορφώνει πολιτικά και κοινωνικά περιβάλλοντα. Ως 'Ελλην φιλόσοφος, μάχομαι απεγνωσμένα, και θέλω να το ομολογήσω αυτό, στον άνισο αγώνα της μνήμης ενάντια στη λήθη που κατά όπως τα πράγματα δείχνουν, η δεύτερη θα νικήσει ολοκληρωτικά, αν δεν υπάρξει μία θεαματική μεταστροφή των αναζητήσεων των ανθρώπων από την αναζήτηση υλικής απολαύσεως σε πνευματική ανύψωση και εσωτερική καλλιέργεια.
Μέσα σε αυτή την αγωνία μου συνεγράφω και παρουσιάζω την πραγματική Ιστορία της χριστιανικής επικρατήσεως και ελπίζω ότι θα κάνει πολλούς ακίνητους, έως τώρα εγκεφάλους, νέων κυρίως ανθρώπων, να αρχίσουν να σκέπτονται. Για το πώς επεκράτησε στην ανθρωπότητα ο Χριστιανισμός, ο μέσος άνθρωπος πιστεύει, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι μία φορά κι έναν καιρό ήσαν κάποιοι άνθρωποι που ζούσαν στα.. “σκοτάδια της ειδωλολατρίας” και κάποτε ενεφανίσθη κάποιος κύριος με ένα βιβλίο στο χέρι και ένα χαμόγελο στα χείλη και τους είπε κάτι ωραία λόγια και μετά εκείνοι.. “εφωτίσθηκαν” και έγιναν αυτομάτως χριστιανοί (κάποιοι μάλιστα εθύμωσαν κιόλας που τόσες χιλιάδες χρόνια ελάτρευαν “είδωλα” και τά ‘σπασαν μόνοι τους)..” Η αλήθεια δεν ήταν όμως αυτή. Το ποια τελικά ήταν η αλήθεια, η ιστορική αλήθεια, αποδεικνύεται μέσα από αυτό το blog που όμοιό του δεν έχει ξανακυκλοφορήσει αλλά για το οποίο δεν θα ήθελα να πώ περισσότερα για να μη νομίσουν κάποιοι ότι κάνω διαφήμιση.
Έχουμε τοποθετηθεί υπέρ της επιστροφής του αρχαίου τρόπου σκέψεως και συμπεριφοράς, καθώς και υπέρ της λατρείας των εθνικών μας Θεών ως και της πατρογονικής Παιδείας. Ποια θα ήταν η μεγαλύτερη προσφορά που θα μπορούσε να κάνει στον σύγχρονο άνθρωπο μία τέτοια επιστροφή;
Όταν, απειλούμενος συνεχώς και μισούμενος από ουκ ολίγους εχθρούς του ανθρωπίνου πνεύματος, βγαίνω και προτείνω πράγματα όπως τα πιο πάνω, φυσικά ενοχλώντας άπειρα διαπλεκόμενα συμφέροντα, και ο νοών νοείτο, οπωσδήποτε δεν το κάνω από προγονοπληξία, ούτε από τίποτε ανάλογο όπως θα ήθελαν οι διάφοροι αποκοιμιστές και απατεώνες στην υπηρεσία των κατακτητών, να υπονοήσουν. Αγωνιώ απλώς για την ανθρωπότητα, για τον σημερινό κόσμο, που τελειώνει άδοξα παρ’ όλο που για να θεμελιωθεί εχρειάσθη να καταστρέψει έναν άλλον κόσμο πολύ ανώτερό του. Αγωνιώ για αυτό το “χαράμι”. Το ανθρώπινο είδος άξιζε μία λιγότερο άθλια εξέλιξη από το να χαθεί μαζί με την “Παγκόσμιο Ιερουσαλήμ” μέσα στα κάθε είδους σκουπίδια και απόβλητά της.
Να τολμήσουμε να πούμε, πώς φθάσαμε μέχρι εδώ;
Για την κυρίαρχη αντίληψη, τόσο στην “μονοθεϊστική” της πλευρά όσο και στην “υλιστική” της, η Φύση θεωρείται εχθρική και “πράγμα” που πρέπει να υποταχθεί στα συμφέροντα-ορέξεις του ανθρώπου. Αυτό, έρχεται ως φυσικό επακόλουθο των αντίστοιχων θρησκευτικών ή ιδεολογικών πεποιθήσεων που θεωρούν τη Φύση ως υλικό και εκ του μηδενός κτίσμα, ενός προϋπάρξαντος Θεού που “υπάρχει” έξω κι ανεξαρτήτως από αυτό, ή ως χυδαία ύλη που κινείται μηχανικά χωρίς την παραμικρή ιερότητα μέσα της. Ο άνθρωπος, πλασμένος δήθεν κατ’ εικόνα και ομοίωση του Θεού αυτού, και φυσικά ομιλούμε για τον Ιαχωβά των “μονοθεϊστών”, ή αυτοανακηρυχθείς, όπως λ.χ. είδαμε στο σοβιετικό μοντέλο, κέντρο των πάντων, τσαλαπατά, χρησιμοποιεί, ληστεύει, βιάζει κατά βούληση αυτή την υποτίθεται “κατώτερή” του Φύση.
Πράγμα εντελώς αδιανόητο για την Ελληνική κοσμοθέαση και κοσμοαντίληψη.
Για τους προγόνους μας αληθινούς Έλληνες, το υπ’ αριθμόν ένα βιοτικό αίτημα υπήρξε το “Συν Θεοίς..” ή “Κατά Φύσιν..” ζήν. Αυτό υπήρξε αποτέλεσμα της συγκεκριμένης κοσμοαντιλήψεως η οποία και γέννησε το Ελληνικό έθος. Η Αρχαία Ελληνική Θρησκεία, όπως και οι άλλες “πολυθεϊστικές” ή “φυσικές” θρησκείες των λεγομένων “εθνικών”, δεν οφείλει την εμφάνισή της σε κάποια διδασκαλία ενός συγκεκριμένου θρησκευτικού ηγέτη. Τουναντίον, η προέλευση όλων αυτών των θρησκειών, χάνεται κυριολεκτικά στα απύθμενα βάθη της προϊστορίας του ανθρωπίνου γένους. Κι ενώ οι περισσότεροι θρησκευτικοί προφήτες ή “μεσσίες” κατέφυγαν σε επιθέσεις κατά των υπαρχουσών στην εποχή τους επισήμων μορφών λατρείας κι επεχείρησαν να τις αντικαταστήσουν με κάτι εντελώς νέο που βγήκε μέσα από το μυαλό τους, κατά κανόνα μάλιστα ισχυριζόμενοι εκ.. Θεού τάχα (τι άλλο;) εξουσιοδότηση για τις πράξεις τους, όλοι οι θρησκευτές της Αρχαίας Λατρείας εσεβάσθησαν πάντοτε στο έπακρο τις προϋπάρχουσες παραδόσεις, πεποιθήσεις και πρακτικές, αντλώντας μάλιστα από αυτές καθοδήγηση, για ζητήματα έθους και πνευματικότητος, εμπιστευόμενοι πάντοτε τη συγκεντρωθείσα μέσα από τους αιώνες σοφία, αντί των οπωσδήποτε αποσπασματικών οπτικών του οποιουδήποτε ατόμου.
Είναι δεδομένο, λοιπόν ότι οι έτσι φυσικά αναπτυσσόμενες Θρησκείες προϋποθέτουν ανάπτυξη κι εξέλιξη. Και η συγκεντρωθείσα μέσα από τους αιώνες σοφία είναι τέτοια, διότι κατώρθωσε να ενσωματώνει διαρκώς μέσα της τις νέες οπτικές που γεννώνται από καινούργιες συνθήκες, οι οποίες νέες οπτικές με τη σειρά τους κατώρθωσαν να τροποποιούν διαρκώς ή να επαυξάνουν την πνευματική παράδοση των λαών. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η πάτρια Ελληνική Θρησκεία, ως μία δυναμική και γεμάτη προσαρμοστικότητα θρησκεία, πρέπει να θεωρείται η πλέον κατάλληλη για τον σύγχρονο κόσμο, εν αντιθέσει προς τις στατικές και άκαμπτες πίστεις, όπως είναι λ.χ. η χριστιανική εκείνη, η οποία βασίζεται πάνω σε διδασκαλίες που “μιας και διαπαντός” μας παρεδόθησαν πριν από 2.000 χρόνια.
Αντίθετα από τον λεγόμενο “Μονοθεϊσμό”, ο “Πολυθεϊσμός” (το επιφανέστατο ίσως τμήμα του οποίου αποτελεί η Ελληνική εθνική Θρησκεία), δεν ομιλεί για δημιουργία του Κόσμου εκ του μηδενός από έναν και μοναδικό, παντοδύναμο τάχα Θεό. Στις κοσμοαντιλήψεις των εθνικών, οι Θεοί αποτελούν τμήμα της Φύσεως και στην πραγματικότητα ανεδύθησαν ή ανεπτύχθησαν, μέσα από τις αμέτρητες λειτουργίες της. Οι εθνικοί ταυτίζουν κάποιες πολύ συγκεκριμένες θεότητες, με κάποια πολύ συγκεκριμένα επίσης στοιχεία ή λειτουργίες του φυσικού Κόσμου. Με λίγα λόγια, οι “πολυθεϊστικές” λεγόμενες θρησκείες ιεροποιούν την ίδια την Φύση και θεωρούν ότι το Θείο κατοικεί, ή μάλλον ενοικεί, στον περιβάλλοντά μας φυσικό Κόσμο. Όπως ακριβώς οι Θεοί κατανοούνται ως απλό τμήμα της Φύσεως και όχι ως εξωτερικές δυνάμεις που έδωσαν εκ του μηδενός ύπαρξη σε μία Φύση - Κτίσμα, έτσι και ο Άνθρωπος κατανοείται επίσης ως ένα αδιάσπαστο μέλος του φυσικού Κόσμου και όχι ένα περιούσιο είδος, που τάχα εξουσιοδοτήθη από τον ίδιο τον Θεό να ασκεί επάνω στην Φύση μία στυγνή εξουσία. Δεν είναι τυχαίο ότι η σημερινή οικολογική καταστροφή του πλανήτη συμβαίνει σ’ ένα θεσμικοπνευματικό πλαίσιο, καθαρώς ιουδαιοχριστιανικό, και ότι οι περισσότεροι οικολογικοί αγώνες, λ.χ. της Οικολογίας Βάθους (Deep Ecology) δίδονται τον τελευταίο καιρό όλο και πιό συχνά μέσα από “πολυθεϊστική” καθαρά οπτική, μία οπτική δηλαδή που επέστρεψε πανηγυρικά με την αναγνώριση και από τον σύγχρονο, φωτισμένο ωστόσο, άνθρωπο (πράγμα που δεν ισχύει για το μαζικό άτομο) της Φύσεως ως θεϊκής Μητέρας και οντότητος πέρα για πέρα ιερής.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου