Τότε οι έλξεις της, γίνονται προτροπής καλέσματα. Τα νεύματα της αυτά, είναι εκείνα τα οποία, άλλοτε είναι ορατά και άλλοτε όχι. Όπως επίσης κάτι το αποκτάμε και άλλοτε πάλι το χάνουμε.
Όταν έχουμε μια συνήθεια, ενδέχεται στο επόμενο εξελικτικό μας βήμα, να κληθούμε να την απαρνηθούμε, έσω και αν αυτή μας αρέσει, ώστε να εκπαιδευτούμε να μην είμαστε δέσμιοι αυτής. Αυτή η αίσθηση της μη δέσμευσης, συμβάλλει στο να κατανοήσουμε την αποστολή και τον προορισμό που η Ζωή μας επιφυλάσσει. Αυτός δεν είναι άλλος από την χαρά της ελευθέριας ως βίωμα. Συμβαίνει δε αυτό, όταν αποδεχόμαστε τα βήματα που η Ζωή προορίζει για εμάς να βιώσουμε την εμπειρία.
Όταν επιλέγω, συνήθως προβάλω το “εγώ “ μου και σπάνια το “εμείς”.
Ο Πλάτωνας μας θυμίζει ότι :“Έχουμε πράγματι την απόδειξη ότι, αν είναι να γνωρίζουμε ποτέ κάτι ξεκάθαρα, πρέπει να απαλλαγούμε [να απο-δεσμευτούμε] από αυτό και ότι μόνο με την ψυχή πρέπει να ατενίζουμε αυτά τούτα τα πράγματα.
Τότε μόνο, καθώς φαίνεται, θα γίνει δικό μας αυτό που επιθυμούμε και λέμε ότι είμαστε εραστές του”,(Πλάτων, Φαίδων, 66e).
Ας πάρουμε για παράδειγμα τον έρωτα που αναφέρει ο Πλάτωνας.
Συνήθως αυτό που ερωτευόμαστε, έχουμε την τάση να επιθυμούμε να το αποκτήσουμε. Η κτήση όμως δεν εξασφαλίζει το βίωμα αλλά την κατοχή.
Το ότι κατέχω κάτι, σημαίνει ότι μου προσφέρεται, έτσι ώστε να αναγνωρίσω μέσω της σχέση μου με αυτό, κάτι για εμένα.
Τότε ο λόγος της ύπαρξής του, στοιχειοθετεί την αξιοπιστία του: όταν μάλιστα έχει να μου γνωστοποιήσει και την δική μου συμμετοχή. Αυτό που απουσιάζει από τα αισθητά (ως αφάνες), όταν βιώνω πάραυτα την σχέση μου μαζί του, σημαίνει ότι έχω εντοπίσει μέσα μου το αποτύπωμα της κοινής του Είναι μας ουσίας.
Όταν εναρμονίζουμε την σχέση μας με το όποιο έτερο,(γνωστό ή άγνωστο), τότε βιώνουμε από κοινού είτε την χαρά είτε την λύπη.
Αυτό σημαίνει ότι αναλαμβάνουμε το μερίδιο της όποιας ευθύνης ,είτε με την συμμέτοχη ή την παραβλέπει και την απουσία μας. Για το κάθε συν-βαίνον στην ζωή -την δική μας αλλά και των άλλων- γινόμαστε ακούσια ή εκούσια μάρτυρες συμμέτοχης. Είμαστε υπόλογοι αν δεν μοιραζόμαστε μεταξύ μας, σαν να είμασταν ένα ενιαίο σώμα. Κάθε τι που συμβαίνει κάπου αλλού ή σε κάποιο άλλο χρόνο, αργά ή γρήγορα θα έχει επίπτωση και σε εμάς.
Αυτό που μας ενώνει με τους άλλους, δεν είναι μόνο τα κοινά μας βιώματα, αλλά και αυτά που τα αγνοούμε ως τέτοια.
Είναι κατά έναν τρόπο το μοίρασμα, είτε της χαράς, είτε της λύπης και της οδύνης, καθότι είμαστε όλοι συνδεδεμένοι, σαν να είμαστε ένα ενιαίο σώμα. Γι’ αυτό όταν γνωρίζουμε κάτι σε βάθος, θα πρέπει να γνωρίσουμε την σχέση και με το αντίθετο του. Όταν εστιάζουμε στο “εγώ”, αναπόφευκτα θα συναντηθούμε και με το “εσύ”. Είναι τότε που μας καλεί η Ζωή να διεισδύουμε στην κοινή ουσία των πραγμάτων, των συμβάντων, των συναισθημάτων. Να μην επενδύουμε μόνο στα φαινόμενα, τα οποία συνήθως διαιρούν και αποκρύπτονται στην αφάνεια τους.
Τότε γινόμαστε κυρίαρχοι του εαυτού μας: όταν μπορούμε να ζήσουμε και με το κάτι, αλλά και με το αφανέρωτο της ουσίας του. Αυτό συμβαίνει, όταν το “εγώ” συναντά το έτερον του άλλο(το “εσύ”), ως μέρος του ιδίου οικουμενικού σώματος. Είναι τότε που αφηνόμαστε στην Zωή, ώστε η ίδια να επιλέξει για εμάς και όχι το “εγώ” μας. Άλλωστε, η Zωή δεν μας ανήκει, αλλά εμείς ανήκουμε σε αυτήν. Όταν το συλλάβουμε αυτό θα μαθητεύσουμε στις πρακτικές της διαχρονίας της. Αλλιώς θα βιώνουμε το έκαστο τέλος μέσα από διαχωρισμούς και εξαερίσεις, των συμβάντων, συναισθημάτων και των πραγμάτων, ως το δικό μας τέλος.
H Ζωή μέσα από την ροή του αέναου χρόνου, άλλοτε επιλέγει να γίνονται ορατά ή αισθαντικά και να φανερώνονται, ενώ άλλοτε να αποκρύπτονται. Η ουσία τους όμως παραμένει αναλλοίωτη, ακέραιη και ενιαία. Στο βαθμό που ακολουθούμε της Ζωή τα πατήματα, διαπιστώνουμε πως αυτή ανοίγει τον δρόμο, για την επόμενη αποστολή μας. Η εναρμόνιση με τις πρακτικές της, αν και είναι απρόβλεπτες, πάντοτε θα μας εκπλήσσουμε και θα μας οδηγούν στο ξέφωτο. Είναι ο “τόπος” όπου ο αυθεντικός εαυτός, αναμένει να μας συναντήσει. Εκεί που το κάθε αδύνατο θα γίνεται δυνατό.
Στο εκάστοτε παρόν, συντελείται η συνάντηση του εφήμερου με το αιώνιο. Του ατομικού με το οικουμενικό, όπως διακηρύσσει ο Carl Rogers. Έστω και αν δεν αισθανόμαστε τα καλέσματά του, είναι γιατί παραπλανημένοι από τις λάμψεις του εφήμερου, έχουμε χάσει τον προσανατολισμό μας προς το αιώνιο. Μα όταν τα φώτα σβήσουν, αναλλοίωτη η ουσία της ύπαρξής μας θα παραμένει, για να την ψηλαφήσουμε εντός μας. Εκεί που τα ίχνη Ζωής ποτέ δεν χάνονται, δίνοντας μας την δυνατότητα να αναγνωρίσουμε την αυθεντικότητα τους. Όταν τα “μέσα” με τα “έξω” συναντούν τις ταυτίσεις τους, οι συμπορεύσεις μας με την διαχρονία της Ζωής επιβεβαιώνονται.
Στα κοινά βιώματα υπογραμμίζονται οι συμπορεύσεις. Είναι τότε που απομακρυνόμαστε από τις όποιες ψευδαίσθητες εκδοχές ενός εφήμερου τέλους: προς το χωροχρονικό συνεχές της Ζωής, ως εσωτερική εμπειρία. Τότε το τέλος μεταστρέφεται σε νέο στόχο, ενός σκοπού που φέρει τα σημάδια μιας νέας αποστολής. Είναι η υπόσχεση μιας νέας πορείας ζωής: ως πρόταση. Αυτή η προτροπή γίνεται πειστικά -ώστε να ακολουθήσουμε πιστά τα βήματα της- όταν σηματοδοτεί την βεβαιότητα του αιώνιου, ως βίωμα, στο εκάστοτε παρόν.
Εν τέλει η ζωή μας προτρέπει να μην απομακρύνουμε το όποιο βίωμα από το εφήμερο του βίου, αν θέλουμε να συναντάμε σε κάθε βήμα το αιώνιο.
Αυτή είναι η πρόταση αλήθειας : Αν θέλουμε να ζήσουμε την αυθεντικότητα μας, ας μην εστιάζουμε μόνο στις δικές μας εφήμερες επιλογές, αλλά κυρίως σε αυτές που η Ζωή έχει επιλέξει για εμάς να ακολουθούμε. Οι ενδείξεις ευγνωμοσύνης, θα επιβεβαιώνουν ή θα διαψεύδουν, τον βαθμό της κατανόησης στο Ζειν Αληθώς, ως εμπειρία Ζωής που επαληθεύεται στο αέναο Παρόν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου