Το όνομά τους υποδηλώνει ότι έχουν ρίζες σε ψυχολογικά αίτια (παρελθοντικά τραυματικά βιώματα), χωρίς να σημειώνεται κάποια αδρή ανατομική βλάβη. Τραυματικά γεγονότα (συνήθως στη παιδική ηλικία) αποτελούν η σωματική και σεξουαλική κακοποίηση, η απαγωγή, η παρουσία σε σκηνές βίας, αλλά και οι εμπειρίες πολέμου.
Στην πραγματικότητα, δηλαδή, οι εγκεφαλικοί μηχανισμοί που συντελούν σε αυτό το φαινόμενο είναι άγνωστοι.
Στο DSM-V, οι ψυχογενείς αμνησίες ταξινομούνται με τις διασχιστικές διαταραχές, στις οποίες παρατηρείται διάσπαση των συνήθων ενοποιημένων λειτουργιών της συνείδησης, της μνήμης, της ταυτότητας, του συναισθήματος, της αντίληψης, της αναπαράστασης του σώματος, του κινητικού ελέγχου και της συμπεριφοράς.
Τα διασχιστικά συμπτώματα συνδέονται με τις ακόλουθες διαταραχές: τη διασχιστική αμνησία, τη διασχιστική φυγή, τη διασχιστική διαταραχή ταυτότητας, τη διαταραχή αποπροσωποποίησης και τη διασχιστική διαταραχή μη προσδιοριζόμενης αλλιώς.
ΔΙΑΣΧΙΣΤΙΚΗ ΑΜΝΗΣΙΑ
Η διασχιστική αμνησία (με ή χωρίς φυγή) αφορά την αδυναμία του πάσχοντος να ανακαλέσει αυτοβιογραφικές αναμνήσεις μετά από ένα τραυματικό ή στρεσογόνο συμβάν, χωρίς να αποδοθεί η κατάσταση στη λήθη ή στη κόπωση. Το DSM-V καταγράφει τα ακόλουθα είδη διασχιστικής αμνησίας:
(α) εντοπισμένη αμνησία: συνήθως λαμβάνει χώρα τις πρώτες ώρες μετά από ένα τραυματικό ή στρεσογόνο συμβάν, ο πάσχων αδυνατεί να ανακαλέσει προσωπικές πληροφορίες μιας περιγεγραμμένης χρονικής περιόδου,
(β) επιλεκτική αμνησία: ο πάσχων αδυνατεί να ανακαλέσει ένα μέρος των αναμνήσεων μιας περιγεγραμμένης περιόδου, επομένως μπορεί να μη θυμάται όλα τα τραυματικά συμβάντα που βίωσε,
(γ) γενικευμένη αμνησία: έχει αιφνίδια έναρξη, που περιλαμβάνει παντελή απουσία αυτοβιογραφικής μνήμης (πιο συχνή σε στρατιώτες και σε θύματα σεξουαλικής κακοποίησης),
(δ) διαρκής αμνησία: διατηρείται και στο παρόν, ο πάσχων αδυνατεί να θυμηθεί συμβάντα από μια συγκεκριμένη στιγμή μέχρι και το παρόν
(ε) συστηματοποιημένη αμνησία: ο πάσχων χάνει τη μνήμη του για μια συγκεκριμένη κατηγορία πληροφοριών (πχ σχετικά με την οικογένειά του).
Τα τρία τελευταία είδη είναι σπάνια, και συνδέονται με αποσυνδετική διαταραχή ταυτότητας.
Μερικά συνδεόμενα χαρακτηριστικά είναι η κατοχή μη γνώριμων αντικειμένων και η μη αναγνώριση παρελθοντικών του πράξεων. Πολλές φορές, τα άτομα καταφεύγουν σε μυθοπλασίες για να αντισταθμίσουν το μνημονικό τους πρόβλημα.
Στην αποσυνδετική αμνησία, η κύρια μορφή μνήμης που πλήττεται είναι η επεισοδιακή, δηλαδή εκείνη που έχει χρονικό και χωρικό πλαίσιο αναφοράς. Ωστόσο, αισθητηριακές πληροφορίες (πχ οσμές, ήχοι εικόνες συνδεόμενες με το συμβάν) δύναται να προκαλέσουν συναισθηματικές αποκρίσεις άγχους στον ασθενή, αναγνωρίζοντας ασυνείδητα μια αίσθηση οικειότητας να τις περιφέρει.
Οι γενικές γνώσεις του ατόμου (σημασιολογική μνήμη) παραμένουν ακέραιες, όπως επίσης και η άδηλη διαδικαστική μνήμη (μνήμη δεξιοτήτων). Έτσι, το άτομο μπορεί να διαβάσει, να κάνει αριθμητικές πράξεις και να απαντήσει, για παράδειγμα, στην γενική ερώτηση "ποιος είναι ο ηγέτης της χώρας σου;".
ΔΙΑΣΧΙΣΤΙΚΗ ΦΥΓΗ
Η παρούσα διαταραχή χαρακτηρίζεται από ξαφνική απομάκρυνση από το σπίτι ή τον χώρο εργασίας∙ ο πάσχων κατά τη διάρκεια των επεισοδίων φυγής λαμβάνει νέες ταυτότητες, χωρίς να εγείρει υποψίες.
Εκλυτικοί παράγοντες επεισοδίων φυγής αποτελούν στρεσογόνα γεγονότα, όπως η ανάληψη νέων ευθυνών στη δουλειά, διαζύγιο, οικονομικά προβλήματα. Σε κάποιες περιπτώσεις, η φυγή φαίνεται να αποτελεί μηχανισμό άμυνας από αυτοκτονικές τάσεις. Συνήθως, ο πάσχων καταφεύγει σε ένα άλλο μέρος, ασχολούμενος με απλές δραστηριότητες (πχ πηγαίνει σινεμά), και ξανά γυρίζει στην παλιά του ζωή την επόμενη μέρα. Επομένως, η πιο συνήθης περίπτωση διαρκεί μερικές μέρες ή βδομάδες. Πιο σπάνια μπορεί να μετακομίσει σε νέα περιοχή και να υιοθετήσει μια νέα ταυτότητα, κατάσταση που μπορεί να διαρκέσει για μήνες ή χρόνια.
Και σε αυτή τη περίπτωση, λοιπόν, παρατηρείται οπισθόδρομη αμνησία- ωστόσο, ο ασθενής δύναται να ανακαλέσει περιστατικά από ευτυχισμένες περιόδους της ζωής του. Η ικανότητα απόκτησης νέων πληροφοριών παραμένει ακέραιη, ενώ τίθεται με ερωτηματικό αν παραμένουν ακέραιες οι γενικές γνώσεις και οι εκτελεστικές λειτουργίες. Τέλος, υπάρχουν ενδείξεις από κλινικές εξετάσεις ότι η άδηλη και διαδικαστική μνήμη διατηρούνται (πχ άδηλες γνώσεις για την οδήγηση).
Μετά το πέρας του επεισοδίου, το άτομο ξανά έχει πρόσβαση σε αυτοβιογραφικές αναμνήσεις, αλλά πλέον έχει απολέσει τις μνήμες του από τη διάρκεια του επεισοδίου φυγής.
Η παρούσα διαταραχή χαρακτηρίζεται από ξαφνική απομάκρυνση από το σπίτι ή τον χώρο εργασίας∙ ο πάσχων κατά τη διάρκεια των επεισοδίων φυγής λαμβάνει νέες ταυτότητες, χωρίς να εγείρει υποψίες.
Εκλυτικοί παράγοντες επεισοδίων φυγής αποτελούν στρεσογόνα γεγονότα, όπως η ανάληψη νέων ευθυνών στη δουλειά, διαζύγιο, οικονομικά προβλήματα. Σε κάποιες περιπτώσεις, η φυγή φαίνεται να αποτελεί μηχανισμό άμυνας από αυτοκτονικές τάσεις. Συνήθως, ο πάσχων καταφεύγει σε ένα άλλο μέρος, ασχολούμενος με απλές δραστηριότητες (πχ πηγαίνει σινεμά), και ξανά γυρίζει στην παλιά του ζωή την επόμενη μέρα. Επομένως, η πιο συνήθης περίπτωση διαρκεί μερικές μέρες ή βδομάδες. Πιο σπάνια μπορεί να μετακομίσει σε νέα περιοχή και να υιοθετήσει μια νέα ταυτότητα, κατάσταση που μπορεί να διαρκέσει για μήνες ή χρόνια.
Και σε αυτή τη περίπτωση, λοιπόν, παρατηρείται οπισθόδρομη αμνησία- ωστόσο, ο ασθενής δύναται να ανακαλέσει περιστατικά από ευτυχισμένες περιόδους της ζωής του. Η ικανότητα απόκτησης νέων πληροφοριών παραμένει ακέραιη, ενώ τίθεται με ερωτηματικό αν παραμένουν ακέραιες οι γενικές γνώσεις και οι εκτελεστικές λειτουργίες. Τέλος, υπάρχουν ενδείξεις από κλινικές εξετάσεις ότι η άδηλη και διαδικαστική μνήμη διατηρούνται (πχ άδηλες γνώσεις για την οδήγηση).
Μετά το πέρας του επεισοδίου, το άτομο ξανά έχει πρόσβαση σε αυτοβιογραφικές αναμνήσεις, αλλά πλέον έχει απολέσει τις μνήμες του από τη διάρκεια του επεισοδίου φυγής.
ΔΙΑΣΧΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ
Η διασχιστική διαταραχή ταυτότητας χαρακτηρίζεται από την παρουσία δύο ή περισσότερων ξεχωριστών ταυτοτήτων ή καταστάσεων προσωπικότητας. Γενικά, ο αριθμός ταυτοτήτων μπορεί να κυμαίνεται από 2 μέχρι και άνω των 100. Συχνά συνοδεύεται από αποπροσωποποίηση ή/ και αποπραγματοποίηση, ενώ επίσης ενδέχεται να συνυπάρχουν ακουστικές ή οπτικές ψευδαισθήσεις.
Η πρωταρχική ταυτότητα έχει το όνομα του πάσχοντα, και διακρίνεται από παθητικότητα, εξάρτηση, ενοχές και κατάθλιψη. Οι άλλες ταυτότητες έχουν άλλα ονόματα και χαρακτηριστικά, συχνά αντίθετα με την πρωταρχική. Επομένως, μπορεί να υφίσταται διαφορές όσον αφορά το φύλο, την ηλικία, την προσωπικότητα, την αυτοβιογραφία και τις προτιμήσεις.
Οι καταδιωκτικές προσωπικότητες είναι επιθετικές και προσπαθούν να σαμποτάρουν τον πάσχοντα (φέρνουν σε σύγκρουση διάφορες ταυτότητες μεταξύ τους), ενώ οι προστατευτικές προσωπικότητες επιδιώκουν να τον κρατήσουν ασφαλή από απειλές.
Στην πιο απλή περίπτωση, συνυπάρχουν δύο προσωπικότητες (άλλοτε κυριαρχεί η μία και άλλοτε η άλλη). Ενώ η πρωταρχική ταυτότητα δε γνωρίζει για την δευτερογενή- αλλά η δευτερογενής γνωρίζει την ύπαρξη της πρωταρχικής, δηλαδή είναι συν-συνειδητή με την πρωταρχική.
Εφόσον λοιπόν ισχύει κάτι τέτοιο, η δευτερογενής ταυτότητα αφήνει πίσω της "ίχνη", προκειμένου να κάνει αισθητή την παρουσία της στην πρωταρχική (για παράδειγμα, αφήνει τις γόπες από το τσιγάρο στο τασάκι, ενώ η πρωταρχική ταυτότητα δεν καπνίζει). Στην περίπτωση των πολλαπλών ταυτοτήτων, η μια ταυτότητα μπορεί να γνωρίζει για μια δεύτερη, αλλά όχι για μια τρίτη, η οποία μπορεί να συνεργάζεται με μια τέταρτη ή πέμπτη.
Η εναλλαγή προσωπικοτήτων μπορεί να γίνει μετά από καταστάσεις υπερέντασης μέσω αλλαγών στη (μη) λεκτική επικοινωνία του πάσχοντος, όπως γρήγορος βλεφαρισμός, αλλαγή στη φωνή ή στη στάση του σώματος.
Εκτός από την καταστολή αυτοβιογραφικής μνήμης, υπάρχουν ενδείξεις για προσβολή της διαδικαστικής μνήμης. Αποτελεί άξιο λόγου ότι η αμνησία είναι ασύμμετρη. Αυτό σημαίνει ότι οι πιο παθητικές προσωπικότητες έχουν πιο περιορισμένη μνήμη, σε αντίθεση με τις προστατευτικές προσωπικότητες.
Υπάρχουν συχνά κενά μνήμης σχετικά με την μακροπρόθεσμη κα βραχυπρόθεσμη μνήμη. Η βραχυπρόθεσμη αμνησία γίνεται αντιληπτή όταν τρίτοι είναι παρόντες στην εναλλαγή ταυτοτήτων, αλλά και από τον ίδιο τον πάσχοντα, όταν έρχεται αντιμέτωπος με τα αποτελέσματα των ενεργειών των άλλων ταυτοτήτων που υιοθετεί.
ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΑΠΟΠΡΟΣΩΠΟΠΟΙΗΣΗΣ
Στην διαταραχή αποπροσωποποίησης, ο πάσχων αισθάνεται έντονα αποσυνδεδεμένος και αποξενωμένος με τον εαυτό του. Με άλλα λόγια, μπορεί να αισθάνεται ξένος με το σώμα του, φυλακισμένος μέσα στο σώμα κάποιου άλλου, ότι παίζει σε μια κινηματογραφική ταινία, ή ότι είναι ένας εξωτερικός παρατηρητής του εαυτού του.
Στην διαταραχή αποπραγματοποίησης, ο πάσχων εκλαμβάνει τον κόσμο ως φανταστικό και ως σκηνικό παράστασης. Μπορεί να έχει επεισόδια "deja vu", δηλαδή της αίσθησης ότι μια νέα κατάσταση έχει ξανά συμβεί στο παρελθόν, αλλά αντίθετα επεισόδια του "jamais vu", όταν δηλαδή μια οικεία εμπειρία δεν αναγνωρίζεται.
Χρειάζεται να επισημανθεί ότι κατά τη διάρκεια της εμπειρίας αποπροσωποποίησης/ αποπραγματοποίησης, ο έλεγχος της πραγματικότητας παραμένει άθικτος. Ο πάσχων δεν πιστεύει, δηλαδή, ότι αυτά που βιώνει, τα βιώνει πραγματικά. Υπάρχει περίπτωση, μάλιστα, να αισθάνεται μηδενική απόλαυση για τον κόσμο γύρω του, ότι δεν μπορεί να ελέγξει τις πράξεις και τα συναισθήματά του, ότι ενεργεί μηχανικά.
ΔΙΑΦΟΡΙΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΜΕ ΑΛΛΕΣ ΑΜΝΗΣΙΕΣ
Ακολούθως παρατίθενται περιληπτικά ορισμένα διαφοροδιαγνωστικά κριτήρια της ψυχογενούς αμνησίας από άλλες αμνησίες.
Συγκριτικά με την οργανική αμνησία, οι διαφορές εντοπίζεται σε δύο σημεία:
(1) η ψυχογενής αμνησία είναι πάντα οπισθόδρομη και
(2) υπάρχει απουσία ανατομικών βλαβών που να την πυροδότησαν.
Τα αίτια της, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, είναι ψυχολογικά. Για παράδειγμα, στη μεταιχμιακή αμνησία οι πρόσφατες μνήμες είναι πιο ευάλωτες (παρατηρείται κυρίως εμπροσθόδρομη έκπτωση).
Η ψυχογενής αμνησία παρουσιάζει αρκετά κοινά στοιχεία με την παροδική καθολική αμνησία, όπως την αιφνίδια έναρξη και την απουσία ανατομικής βλάβης. Ωστόσο, στη παροδική καθολική αμνησία υπάρχει κυρίως δυσκολία συγκράτησης νέων πληροφοριών (εμπροσθόδρομη έκπτωση)- πρόβλημα που δεν παρουσιάζεται στην ψυχογενή αμνησία.
Η ψυχογενής αμνησία μπορεί να προσβάλλει και νεαρές ηλικίες, ενώ η παροδική καθολική αμνησία είναι μια διαταραχή της μέσης ηλικίας.
Σχετικά με τη διάρκεια των συμπτωμάτων, ένα επεισόδιο παροδικής καθολικής αμνησίας διαρκεί το πολύ ένα 24ωρο, ενώ το επεισόδιο της ψυχογενούς αμνησίας έχει μεγαλύτερη διάρκεια, δηλαδή ημέρες, βδομάδες ή μήνες. Παράλληλα, το επεισόδιο της ψυχογενούς αμνησίας ενδέχεται να επανεμφανιστεί, σε αντίθεση με την παροδική καθολική αμνησία. Η πιο σημαντική διαφορά μεταξύ τους, όμως, είναι ότι, όπως ειπώθηκε, στην ψυχογενή αμνησία υφίσταται αποπροσανατολισμός στο πρόσωπο (το άτομο χάνει την ταυτότητά του και υιοθετεί μια νέα).
Αντιθέτως, στην παροδική καθολική αμνησία υφίσταται αποπροσανατολισμός στο χώρο και στον χρόνο, εξ' ου και μια πολύ συχνή ερώτηση που εκφράζεται από έναν ασθενή αφορά το πού βρίσκεται.
Τέλος, καταστάσεις τοξίκωσης από οινοπνευματώδη ενδέχεται να προκαλέσουν κενά μνήμης, σχετικά με την περίοδο που το άτομο βρισκόταν υπό την επήρεια αλκοόλ. Χρειάζεται λοιπόν, πέραν του να ακολουθήσει εξέταση για εντοπισμό αιθυλικής αλκοόλης στο αίμα, να διερευνηθεί το ενδεχόμενο ιστορικό κατάχρησης αλκοόλ του ατόμου.
Ψυχογενείς αμνησίες - Αντιμετώπιση
Η διασχιστική αμνησία και φυγή είναι αναστρέψιμες, δηλαδή οι μνήμες επανέρχονται στο συνειδητό είτε αυθόρμητα ή βαθμιαία, είτε μετά από ψυχοθεραπευτική παρέμβαση. Η διασχιστική διαταραχή ταυτότητας είναι δύσκολα διαχειρίσιμη, καθώς μπορεί να είναι χρόνια ή να επιστρέφει παροδικά.
Καταστάσεις αποπροσωποποίησης είναι συνήθεις στον γενικό πληθυσμό, σε συνθήκες υπερέντασης. Στην ουσία, μια ευρεία επιστημονική εξήγηση αναφέρει ότι οι παρούσες διαταραχές αναπτύσσονται ως μηχανισμοί άμυνας, σε μια προσπάθεια του οργανισμού να προστατέψει το Εγώ από το επώδυνο άγχος που βιώνει, όταν ανασύρει τραυματικές αναμνήσεις.
Δεδομένου ότι τέτοια περιστατικά προκαλούν σημαντική έκπτωση στη λειτουργικότητα και την καθημερινή ζωή του ατόμου (πχ στον προσωπικό/ επαγγελματικό τομέα), καθίσταται χρήσιμες μορφές θεραπευτικών παρεμβάσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου