ΔΗΜ 26.1–8
Η ανάγκη για αυστηρότερη τιμωρία των αρχόντων παρά των απλών πολιτών – Οι επιφανείς άνδρες του αθηναϊκού παρελθόντος απέναντι στις ποινές
Έχοντας ήδη αποδείξει την ενοχή του κατηγορουμένου (βλ. ΔΗΜ 25.15–19), ο ομιλητής θίγει σε πολλά σημεία του λόγου αυτού, που αποτελεί δευτερολογία, θεωρητικότερα ζητήματα.
[1] Ὅτι μὲν τοίνυν καὶ ὀφείλει τῷ δημοσίῳ Ἀριστογείτων
οὑτοσὶ καὶ οὐκ ἔστιν ἐπίτιμος, καὶ οἱ νόμοι διαρρήδην
ἀπαγορεύουσιν μὴ ἐξεῖναι λέγειν τοῖς τοιούτοις, φανερῶς
ἐπιδέδεικται, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι. δεῖ δ’ ὑμᾶς ἅπαντας
μὲν ἀπείργειν καὶ κωλύειν τοὺς παρανομοῦντας, πολὺ δὲ
μάλιστα τοὺς ἐν ταῖς ἀρχαῖς ὄντας καὶ τοὺς πολιτευομένους·
[2] διὰ γὰρ τούτους τὰ κοινὰ καὶ βλάπτεσθαι πέφυκεν, ἐὰν
ὦσι φαῦλοι, καὶ τὰ μέγιστα πάλιν ὠφελεῖσθαι, ἐὰν ὦσιν
ἐπιεικεῖς καὶ θέλωσιν ἐμμένειν τοῖς νόμοις. ὡς ἐὰν ἅπαξ
δῶτε τοῖς ὑπὲρ τῶν κοινῶν ἐγχειροῦσί τι πράττειν τὸ παρα-
νομεῖν καὶ καταφρονεῖν τῶν ὡρισμένων δικαίων, ἀναγκαῖόν
ἐστιν ἅπαντας ἀπολαύειν τοὺς μετέχοντας τῆς πόλεως.
[3] ὥσπερ γὰρ τῶν ἐν ταῖς ναυσὶν ἁμαρτημάτων ἃ συμβαίνει
περὶ τοὺς πλοῦς, ὅταν μὲν τῶν ναυτῶν τις ἁμάρτῃ, βραχεῖαν
τὴν βλάβην ἤνεγκεν, ὅταν δ’ ὁ κυβερνήτης ἀποσφαλῇ,
κοινὴν τὴν ἀτυχίαν ἅπασι τοῖς ἐμπλέουσι παρεσκεύασεν,
ὡσαύτως τὰ μὲν τῶν ἰδιωτῶν ἁμαρτήματα οὐκ εἰς τὸ πλῆθος,
εἰς δ’ αὐτοὺς ἤνεγκε τὰς βλάβας, τὰ δὲ τῶν ἀρχόντων καὶ
πολιτευομένων εἰς ἅπαντας ἀφικνεῖται. [4] διὸ καὶ τὰς τιμωρίας
ὁ Σόλων τοῖς μὲν ἰδιώταις ἐποίησε βραδείας, ταῖς δ’ ἀρχαῖς
καὶ τοῖς δημαγωγοῖς ταχείας, ὑπολαμβάνων τοῖς μὲν ἐνδέ-
χεσθαι καὶ παρὰ τὸν χρόνον τὸ δίκαιον λαβεῖν, τοῖς δ’ οὐκ
ἐνεῖναι περιμεῖναι· τὸ γὰρ τιμωρησόμενον οὐχ ὑπέσται τῆς
πολιτείας καταλυθείσης. καὶ τούτοις τοῖς δικαίοις οὐδεὶς
οὕτως οὔτ’ ἀναιδὴς οὔθ’ ὑπὲρ ὑμᾶς φρονῶν ἐστὶν ὅστις
ἀντιλέγειν ἐπιχειρήσει, πλὴν Ἀριστογείτονος τουτουὶ καὶ
τῆς τούτου πονηρίας. ἀλλὰ πάσας καὶ τὰς ἀρχὰς καὶ τοὺς
πολιτευομένους εὑρήσομεν, ἐπειδὰν ἅπαξ τι καταγνῶθ’ ὑμεῖς,
τούτοις ἐμμένοντας. [5] τοῦτο μὲν γὰρ ὅταν ἀποχειροτονηθῶσι
τινες τῶν ἐν ταῖς ἀρχαῖς, παραχρῆμα πέπαυνται ἄρχοντες
καὶ τοὺς στεφάνους περιῄρηνται· τοῦτο δ’ ὅσοις τῶν θεσμο-
θετῶν εἰς Ἄρειον πάγον οὐχ οἷόν τ’ ἐστὶν ἀνελθεῖν,
παρέντες τὸ βιάζεσθαι στέργουσιν ταῖς ὑμετέραις γνώσεσι.
καὶ τοῦτ’ εἰκότως· ὥσπερ γάρ, ὅταν ἄρχωσι, τοὺς ἰδιώτας
οἴονται δεῖν αὑτοῖς πειθαρχεῖν, ὡσαύτως, ὅταν αὐτοὶ ἰδιῶται
γένωνται πάλιν, τοῖς τῆς πόλεως ἄρχουσι νόμοις δικαίως
ἂν ἀκολουθοῖεν. [6] ἔτι τοίνυν οἱ πολιτευόμενοι πάντες, ἐκ τῶν
παλαιῶν εἰ βούλεσθ’ ἀρξάμενοι χρόνων θεωρεῖν, ὡσαύτως
φαίνονται εἴκοντες τοῖς ὑμετέροις δικαίοις. Ἀριστείδην
μέν γέ φασιν ὑπὸ τῶν προγόνων μετασταθέντ’ ἐν Αἰγίνῃ
διατρίβειν, ἕως ὁ δῆμος αὐτὸν κατεδέξατο, Μιλτιάδην δὲ
καὶ Περικλέα ὀφλόντας, τὸν μὲν τριάκοντα, τὸν δὲ πεντή-
κοντα τάλαντα, ἐκτείσαντας οὕτω δημηγορεῖν. [7] ὃ καὶ δεινό-
τατον ἂν εἴη συμβαῖνον, τοὺς μὲν πολλὰ καὶ μεγάλα ποιή-
σαντας ὑμᾶς ἀγαθὰ μὴ τυχεῖν ταύτης τῆς δωρειᾶς, ὥστε
παρὰ τοὺς νόμους τι τοὺς κειμένους ὑμῖν πρᾶξαι, τὸν δὲ
μηδὲν μὲν ἀγαθὸν εἰργασμένον, ὑπερπληθῆ δ’ ἐξημαρτηκότα,
τοῦτον οὕτω προχείρως φαίνεσθαι καὶ παρὰ τὸ συμφέρον
καὶ τὸ δίκαιον ἐξουσίαν παρ’ ὑμῶν τοῦ παρανομεῖν εἰληφότα.
καὶ τί δεῖ λέγειν περὶ τῶν παλαιῶν; ἀλλὰ τοὺς ἐφ’ ὑμῶν
αὐτῶν ἀναλογίσασθε, εἴ τις οὕτως ἀναιδὴς γέγονεν πώποτε·
οὐδένα γὰρ ἂν εὕροιτε, εἰ βουλήσεσθ’ ἀκριβῶς ἐξετάζειν.
[8] χωρὶς τοίνυν τούτων, ὅταν τις ψηφίσματος ἢ νόμου γραφὴν
ἀπενέγκῃ πρὸς τοὺς θεσμοθέτας, ὁ μὲν νόμος ἢ τὸ ψήφισμ’
ἄκυρόν ἐστιν, ὁ δὲ θεὶς ἢ γράψας οὐδὲν ἀναισχυντεῖ βιαζό-
μενος, ἀλλ’ ὅ τι ἂν ὑμεῖς ψηφίσησθε, τούτῳ ἐμμένει, κἂν
ᾖ πρῶτος τῷ δύνασθαι λέγειν ἢ πράττειν ἐν ὑμῖν. καίτοι
πῶς οὐκ ἄτοπον, ἃ μὲν ἅπαντες ὑμεῖς συλλεγέντες ἐψηφί-
σασθε, διὰ τοὺς νόμους ἄκυρ’ εἶναι, τὴν δ’ Ἀριστογείτονος
βούλησιν εἰς τὸ παρανομεῖν κυριωτέραν οἴεσθαι δεῖν τῶν
νόμων αὐτῶν καταστῆσαι;
***
[1] Ότι μεν λοιπόν και οφείλει εις το δημόσιον αυτός εδώ ο Αριστογείτων και ότι έχει στερηθή των πολιτικών του δικαιωμάτων και ο νόμος ρητώς απαγορεύει εις τους τοιούτους να ομιλούν προ του λαού, έχει φανερώς αποδειχθή, άνδρες Αθηναίοι. Πρέπει δε όλοι σεις να απομακρύνετε και να εμποδίσετε όλους τους παρανομούντας, αλλά προ πάντων εκείνους που είναι εις την εξουσίαν και αναμειγνύονται εις την πολιτικήν ζωήν· [2] διότι ούτοι, κατά φυσικόν λόγον, βλάπτουν το δημόσιον συμφέρον, εάν είναι φαύλοι, και αντιθέτως αυτοί είναι ωφελιμώτατοι, εάν είναι έντιμοι και δέχωνται να υπακούουν εις τους νόμους. Διότι εάν άπαξ δώσετε το δικαίωμα εις εκείνους, που επιχειρούν να ασχολούνται με τας δημοσίας υποθέσεις, να παρανομούν και να παραβαίνουν τους κανόνας του δικαίου, αναγκαίως όλοι οι μετέχοντες της πόλεως απολαύουν τους καρπούς της τοιαύτης συμπεριφοράς σας. [3] Συμβαίνει το ίδιον εις την πόλιν με εκείνο που συμβαίνει με τα σφάλματα που γίνονται εις τα πλοία κατά τον πλουν· εάν κάποιος ναύτης διαπράξη έν σφάλμα, η ζημία, την οποίαν προκαλεί, είναι περιωρισμένη· αλλ' όταν ο κυβερνήτης σφαλή, παρασκευάζει την κοινήν δυστυχίαν όλων των επιβατών του πλοίου. Όμως τα σφάλματα των κοινών ιδιωτών προκαλούν ζημίας όχι εις τον λαόν, αλλ' εις αυτούς τους ιδίους, ενώ τα σφάλματα των αρχόντων και των πολιτικών ανδρών θίγουν όλους τους πολίτας. [4] Διά τούτο και ο Σόλων καθώρισε βραδείας μεν τιμωρίας διά τους ιδιώτας, ταχείας δε διά τους άρχοντας και τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων, διότι είχε την γνώμην ότι διά τους ιδιώτας επιτρέπεται να δώσουν λόγον των πράξεών των κατά την διάρκειαν του χρόνου, ενώ διά τους άρχοντας δεν επετρέπετο αναβολή, διότι τίποτε δεν θα υπήρχε διά να τιμωρηθή, εάν κατηργείτο το πολίτευμα. Ούτοι είναι κανόνες της δικαιοσύνης, τους οποίους κανείς δεν θα επιχειρήση να αμφισβητήση, όσον αναιδής και πλήρης περιφρονήσεως προς σας και αν είναι, πλην του Αριστογείτονος αυτού εδώ με την εγκληματικήν του φύσιν. Θα διαπιστώσωμεν ότι όλοι οι πολιτικοί άνδρες, αφού άπαξ τους καταδικάσετε, εμμένουν εις την απόφασίν σας. [5] Πράγματι, αφ' ενός μεν, όταν οι άρχοντες θεωρηθώσιν ακατάλληλοι διά το αξίωμά των, αμέσως παύουν να εκτελούν τα καθήκοντά των και τους αφαιρούνται οι στέφανοι· αφ' ετέρου δε όσοι εκ των θεσμοθετών, ούτοι δεν έχουν δικαίωμα να ανέλθουν εις τον Άρειον Πάγον, δεν σκέπτονται να μεταχειρισθούν βίαν και υπακούουν εις τας αποφάσεις σας. Και τούτο είναι φυσικόν· όταν είναι εις την εξουσίαν, σκέπτονται ότι οι απλοί πολίται πρέπει να υπακούουν εις αυτούς· ομοίως, όταν θα γίνουν απλοί πολίται, θα ήτο δίκαιον να υπακούουν εις τους νόμους, οι οποίοι εξουσιάζουν της πόλεως. [6] Επίσης όλοι οι πολιτικοί άνδρες, εάν θέλετε να εξετάσετε το πράγμα αρχίζοντες από τους παλαιούς χρόνους, φαίνονται υπακούοντες εις τας δικαίας αποφάσεις σας. Ο Αριστείδης μεν, ως λέγεται, όταν απεμακρύνθη της πόλεως υπό των προγόνων μας, έζησεν εις την Αίγιναν έως ότου ο λαός τον ανεκάλεσεν. Ο Μιλτιάδης δε και ο Περικλής, καταδικασθέντες εις πρόστιμα, ο μεν πρώτος πεντήκοντα ταλάντων, ο δε δεύτερος τριάκοντα, τα επλήρωσαν εξ ολοκλήρου και τότε μόνον απέκτησαν το δικαίωμα να ομιλήσουν προ του λαού. [7] Το εξής δε θα ήτο το μέγιστον σκάνδαλον, οι μεν μεγάλοι ευεργέται σας να μη επιτύχουν το δικαίωμα να δύνανται να πράττουν κάτι παρά τους νόμους, τους οποίους έχετε θέσει, αυτός δε που δεν έχει πράξει κανέν αγαθόν και του οποίου τα εγκλήματα είναι απειράριθμα, να φαίνεται ότι ευκόλως έχει λάβει το δικαίωμα από σας να παρανομή παρά το συμφέρον και το δίκαιον. Ποία όμως η ωφέλεια να ομιλώμεν περί των παλαιών; Εξετάσατε τους επί των χρόνων σας ζήσαντας και παρατηρήσατε, εάν κάποιος από αυτούς έχη ποτέ έως τώρα αναδειχθή αναιδής· κανένα τοιούτον δεν θα εύρετε, εάν θελήσετε να κάμετε ακριβή έρευναν. [8] Εκτός δε τούτων, όταν κάποιος καταθέτη εις τους θεσμοθέτας κατηγορίαν εναντίον ψηφίσματος ή νόμου, ο μεν νόμος ή το ψήφισμα ακυρούνται, ο δε καταθέσας ή γράψας την πρότασιν δεν δεικνύεται καθόλου αναίσχυντος μεταχειριζόμενος βίαν, αλλά σέβεται την απόφασίν σας, έστω και αν είναι ο πρώτος μεταξύ σας και ως προς τους λόγους και τας πράξεις. Λοιπόν πώς δεν είναι παράλογον, όσα μεν σεις όλοι συγκεντρωθέντες απεφασίσατε, εξ αιτίας μεν των νόμων να είναι άκυρα, η δε θέλησις του Αριστογείτονος να παρανομή να νομίζετε, ότι πρέπει να είναι ισχυροτέρα αυτών τούτων των νόμων;
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου