ΔΗΜ 25.15–19
(ΔΗΜ 25.15–35: Η στάση του Αριστογείτονα απέναντι στους νόμους της πόλεως)
Φύση και λειτουργία του νόμου – Η περιφρόνηση του Αριστογείτονα προς τους νόμους
Ο Λυκούργος και ο ομιλητής κατηγορούν τον Αριστογείτονα ότι, αν και οφειλέτης προς το κράτος, ασκεί κανονικά τα πολιτικά του δικαιώματα ενώπιον της Εκκλησίας. Στο εκτενές προοίμιον ο ομιλητής επισήμανε την ευθύνη των δικαστών να διατηρήσουν με την απόφασή τους την αξιοπιστία και το κύρος τους, καθώς η ενοχή του κατηγορουμένου είχε αποδειχτεί ήδη από τον Λυκούργο. Στη συνέχεια εκθέτει τη στάση του Αριστογείτονα απέναντι στους νόμους της πόλεως.
[15] Ἅπας ὁ τῶν ἀνθρώπων βίος, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, κἂν
μεγάλην πόλιν οἰκῶσι κἂν μικράν, φύσει καὶ νόμοις διοικεῖται.
τούτων δ’ ἡ μὲν φύσις ἐστὶν ἄτακτον καὶ κατ’ ἄνδρ’ ἴδιον
τοῦ ἔχοντος, οἱ δὲ νόμοι κοινὸν καὶ τεταγμένον καὶ ταὐτὸ
πᾶσιν. ἡ μὲν οὖν φύσις, ἂν ᾖ πονηρά, πολλάκις φαῦλα
βούλεται· διόπερ τοὺς τοιούτους ἐξαμαρτάνοντας εὑρήσετε.
[16] οἱ δὲ νόμοι τὸ δίκαιον καὶ τὸ καλὸν καὶ τὸ συμφέρον βού-
λονται, καὶ τοῦτο ζητοῦσιν, καὶ ἐπειδὰν εὑρεθῇ, κοινὸν τοῦτο
πρόσταγμ’ ἀπεδείχθη, πᾶσιν ἴσον καὶ ὅμοιον, καὶ τοῦτ’ ἔστι
νόμος. ᾧ πάντας πείθεσθαι προσήκει διὰ πολλά, καὶ μάλισθ’
ὅτι πᾶς ἐστι νόμος εὕρημα μὲν καὶ δῶρον θεῶν, δόγμα δ’
ἀνθρώπων φρονίμων, ἐπανόρθωμα δὲ τῶν ἑκουσίων καὶ
ἀκουσίων ἁμαρτημάτων, πόλεως δὲ συνθήκη κοινή, καθ’ ἣν
πᾶσι προσήκει ζῆν τοῖς ἐν τῇ πόλει. [17] ἀλλὰ μὴν ὅτι νῦν
Ἀριστογείτων τοῖς μὲν τῆς ἐνδείξεως δικαίοις ἅπασιν ἑάλω-
κεν, ἕτερος δ’ οὐδὲ εἷς ἔστιν ἀνεκτὸς αὐτῷ λόγος, περὶ
τούτων ῥᾴδιον διδάξαι. δυοῖν γὰρ ὄντοιν, ὦ ἄνδρες Ἀθη-
ναῖοι, ὧν ἕνεκα πάντες τίθενται οἱ νόμοι, τοῦ τε μηδένα
μηδὲν ὃ μὴ δίκαιόν ἐστι ποιεῖν, καὶ τοῦ τοὺς παραβαίνοντας
ταῦτα κολαζομένους βελτίους τοὺς ἄλλους ποιεῖν, ἀμφοτέροις
τούτοις οὗτος ἔνοχος ὢν φανήσεται. ἐπὶ μὲν γὰρ οἷς ἐξ
ἀρχῆς παρέβη τοὺς νόμους, τὰ ὀφλήματ’ αὐτῷ γέγονεν· ἐπὶ
δ’ οἷς οὐκ ἐμμένει τούτοις, νῦν ἐπὶ τὴν παρ’ ὑμῶν ἄγεται
τιμωρίαν, ὥστε μηδεμίαν καταλείπεσθαι πρόφασιν δι’ ἣν ἄν
τις αὐτὸν ἀφείη. [18] οὐδὲ γὰρ αὖ τοῦτ’ ἔστιν εἰπεῖν, ὡς ἄρ’
ἐκ τούτων οὐδὲν ἡ πόλις βλάπτεται. ἐγὼ γάρ, ὅτι μὲν
πάντ’ ἀπόλλυται τὰ τῆς πόλεως ὀφλήματα, εἰ τὰ τούτου
σοφίσματα προσδέξεσθε, καὶ ὅτι, εἰ ἄρα δεῖ τινας ἐκ τῶν
ὀφειλόντων ἀφιέναι, τοὺς ἐπιεικεστάτους καὶ βελτίστους καὶ
τοὺς ἐπὶ τοῖς ἥκιστα δεινοῖς ὠφληκότας, τούτους ἀφιέναι
δεῖ, οὐχὶ τὸν πονηρότατον καὶ πλεῖσθ’ ἡμαρτηκότα καὶ
δικαιότατ’ ὠφληκότα καὶ ἐπὶ δεινοτάτοις [19] (τί γὰρ ἂν γένοιτο
συκοφαντίας καὶ παρανομίας δεινότερον, ἐφ’ οἷς ἀμφοτέροις
οὗτος ὤφληκεν;) καὶ ὅτι οὐδ’ εἰ πᾶσι τοῖς ἄλλοις [ἀφίετε],
οὐχὶ τῷ βιαζομένῳ δήπου συγχωρῆσαι προσήκει (ὕβρις γὰρ
δὴ τοῦτό γε), καὶ πάντα τὰ τοιαῦτ’ ἐάσω· ἀλλ’ ὅτι καὶ πᾶς
ὁ τῆς πόλεως καὶ τῶν νόμων κόσμος, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι,
συνταράττεται καὶ διαφθείρεται <τὸ> κατὰ τοῦτον, καὶ τοῦτ’
οἶμαι σαφῶς ὑμῖν ἐπιδείξειν.
***
[15] Όλος ο βίος των ανθρώπων, άνδρες Αθηναίοι, είτε μεγάλην πόλιν, είτε μικράν κατοικούσι, κανονίζεται από την φύσιν και τους νόμους. Εκ των δύο δε τούτων στοιχείων, η μεν φύσις είναι κάτι ακανόνιστον και δι' έκαστον άτομον ανάλογον προς εκείνον που το έχει, οι δε νόμοι είναι στοιχείον κοινόν, κεκανονισμένον και το ίδιον δι' όλους. Η μεν λοιπόν φύσις, αν είναι κακή, πολλάκις επιδιώκει το κακόν· διά τούτο θα ίδετε, ότι οι άνθρωποι του είδους τούτου διαπράττουν αμαρτήματα. [16] Οι δε νόμοι το δίκαιον και το καλόν και το ωφέλιμον θέλουν και επιδιώκουν και, όταν τούτο ευρεθή, γίνεται κανών γενικός, ίσος και όμοιος δι' όλους και αυτός είναι ο νόμος. Εις τούτον όλοι πρέπει να υπακούουν διά πολλούς λόγους και προ πάντων διότι πας νόμος είναι μεν εύρημα και δώρον των θεών, απόφασις δε σωφρόνων ανθρώπων, επανόρθωσις δε των εκουσίων και ακουσίων αμαρτημάτων, συμφωνία δε κοινή της πόλεως, σύμφωνα προς την οποίαν πρέπει να ζώσι όλοι οι εν τη πόλει. [17] Αλλ' εξ άλλου ότι ήδη ο Αριστογείτων έχει αποδειχθή ότι ηδίκησεν, σύμφωνα προς όλας τας απόψεις του δικαίου, τας οποίας αναφέρει η καταγγελία και ότι δεν του υπολείπεται πλέον κανέν επιχείρημα υποφερτόν, περί τούτου είναι εύκολον να σας διαφωτίσω. Ενώ δηλαδή υπάρχουν δύο σκοποί, διά τους οποίους τίθενται οι νόμοι, δηλαδή να μη πράττη κανείς τίποτε, το οποίον δεν είναι δίκαιον και να γίνωνται καλύτεροι οι άλλοι, όταν βλέπουν να τιμωρώνται οι παραβαίνοντες ταύτα, θα φανή ότι ούτος είναι ένοχος και διά τα δύο ταύτα. Διότι τα (εν λόγω) πρόστιμα επεβλήθησαν εις αυτόν διά τας πράξεις, διά τας οποίας ευθύς εξ αρχής παρέβη τους νόμους· διά την περιφρόνησίν του δε προς τας τιμωρίας ταύτας, τώρα έχει αχθή εις το δικαστήριον διά να τιμωρηθή από σας, ώστε να μη υπάρχη κανείς λόγος, ο οποίος να επιτρέπη την αθώωσίν του. [18] Εξ άλλου ουδέ τούτο δεν δύναται να είπη τις, ότι δηλαδή η πόλις δεν βλάπτεται καθόλου από αυτά. Δι' εμέ, ότι μεν όλα τα πρόστιμα τα επιβληθέντα υπό της πόλεως χάνονται, αν παραδεχθήτε τα σοφίσματα τούτου, ότι, εάν πρέπει να απαλλάξητε ωρισμένους οφειλέτας, ούτοι πρέπει να είναι οι πλέον έντιμοι και καλοί και εκείνοι, των οποίων το πρόστιμον οφείλεται εις πράξεις ελάχιστα σκανδαλώδεις και όχι ο μέγιστος εγκληματίας, ο οποίος διέπραξε τα μεγαλύτερα αδικήματα, και του οποίου το πρόστιμον είναι το πλέον δικαιολογημένον και προελθόν από τας πλέον σκανδαλώδεις πράξεις [19] (διότι τι δύναται να υπάρξη χειρότερον της συκοφαντίας και παρανομίας, διά τα οποία και τα δύο συγχρόνως επεβλήθησαν εις αυτόν τα πρόστιμα;) ότι, και αν ακόμη πρέπη να χορηγήσετε χάριν εις όλους τους άλλους, αλλά δεν αρμόζει να δώσετε ταύτην εις εκείνον που μεταχειρίζεται βίαν (διότι τούτο υπερβαίνει παν μέτρον), αυτά και άλλα παρόμοια επιχειρήματα θα αφήσω κατά μέρος· αλλ' ότι και πάσα τάξις της πόλεως και των νόμων, άνδρες Αθηναίοι, ανατρέπεται και καταστρέφεται εξ αιτίας τούτου και αυτό νομίζω ότι δύναμαι να σας δείξω σαφώς.
[15] Όλος ο βίος των ανθρώπων, άνδρες Αθηναίοι, είτε μεγάλην πόλιν, είτε μικράν κατοικούσι, κανονίζεται από την φύσιν και τους νόμους. Εκ των δύο δε τούτων στοιχείων, η μεν φύσις είναι κάτι ακανόνιστον και δι' έκαστον άτομον ανάλογον προς εκείνον που το έχει, οι δε νόμοι είναι στοιχείον κοινόν, κεκανονισμένον και το ίδιον δι' όλους. Η μεν λοιπόν φύσις, αν είναι κακή, πολλάκις επιδιώκει το κακόν· διά τούτο θα ίδετε, ότι οι άνθρωποι του είδους τούτου διαπράττουν αμαρτήματα. [16] Οι δε νόμοι το δίκαιον και το καλόν και το ωφέλιμον θέλουν και επιδιώκουν και, όταν τούτο ευρεθή, γίνεται κανών γενικός, ίσος και όμοιος δι' όλους και αυτός είναι ο νόμος. Εις τούτον όλοι πρέπει να υπακούουν διά πολλούς λόγους και προ πάντων διότι πας νόμος είναι μεν εύρημα και δώρον των θεών, απόφασις δε σωφρόνων ανθρώπων, επανόρθωσις δε των εκουσίων και ακουσίων αμαρτημάτων, συμφωνία δε κοινή της πόλεως, σύμφωνα προς την οποίαν πρέπει να ζώσι όλοι οι εν τη πόλει. [17] Αλλ' εξ άλλου ότι ήδη ο Αριστογείτων έχει αποδειχθή ότι ηδίκησεν, σύμφωνα προς όλας τας απόψεις του δικαίου, τας οποίας αναφέρει η καταγγελία και ότι δεν του υπολείπεται πλέον κανέν επιχείρημα υποφερτόν, περί τούτου είναι εύκολον να σας διαφωτίσω. Ενώ δηλαδή υπάρχουν δύο σκοποί, διά τους οποίους τίθενται οι νόμοι, δηλαδή να μη πράττη κανείς τίποτε, το οποίον δεν είναι δίκαιον και να γίνωνται καλύτεροι οι άλλοι, όταν βλέπουν να τιμωρώνται οι παραβαίνοντες ταύτα, θα φανή ότι ούτος είναι ένοχος και διά τα δύο ταύτα. Διότι τα (εν λόγω) πρόστιμα επεβλήθησαν εις αυτόν διά τας πράξεις, διά τας οποίας ευθύς εξ αρχής παρέβη τους νόμους· διά την περιφρόνησίν του δε προς τας τιμωρίας ταύτας, τώρα έχει αχθή εις το δικαστήριον διά να τιμωρηθή από σας, ώστε να μη υπάρχη κανείς λόγος, ο οποίος να επιτρέπη την αθώωσίν του. [18] Εξ άλλου ουδέ τούτο δεν δύναται να είπη τις, ότι δηλαδή η πόλις δεν βλάπτεται καθόλου από αυτά. Δι' εμέ, ότι μεν όλα τα πρόστιμα τα επιβληθέντα υπό της πόλεως χάνονται, αν παραδεχθήτε τα σοφίσματα τούτου, ότι, εάν πρέπει να απαλλάξητε ωρισμένους οφειλέτας, ούτοι πρέπει να είναι οι πλέον έντιμοι και καλοί και εκείνοι, των οποίων το πρόστιμον οφείλεται εις πράξεις ελάχιστα σκανδαλώδεις και όχι ο μέγιστος εγκληματίας, ο οποίος διέπραξε τα μεγαλύτερα αδικήματα, και του οποίου το πρόστιμον είναι το πλέον δικαιολογημένον και προελθόν από τας πλέον σκανδαλώδεις πράξεις [19] (διότι τι δύναται να υπάρξη χειρότερον της συκοφαντίας και παρανομίας, διά τα οποία και τα δύο συγχρόνως επεβλήθησαν εις αυτόν τα πρόστιμα;) ότι, και αν ακόμη πρέπη να χορηγήσετε χάριν εις όλους τους άλλους, αλλά δεν αρμόζει να δώσετε ταύτην εις εκείνον που μεταχειρίζεται βίαν (διότι τούτο υπερβαίνει παν μέτρον), αυτά και άλλα παρόμοια επιχειρήματα θα αφήσω κατά μέρος· αλλ' ότι και πάσα τάξις της πόλεως και των νόμων, άνδρες Αθηναίοι, ανατρέπεται και καταστρέφεται εξ αιτίας τούτου και αυτό νομίζω ότι δύναμαι να σας δείξω σαφώς.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου