ΔΗΜ 23.65–70
Το κύρος του Αρείου Πάγου – Νόμοι και διατάξεις του που παραβιάζονται με το ψήφισμα του Αριστοκράτη
Ο ομιλητής δήλωσε την πρόθεσή του να αποδείξει ότι το ψήφισμα του Αριστοκράτη (βλ. σχετικά ΔΗΜ 23.1–5) ήταν παράνομο και αντίθετο προς τα συμφέροντα της πόλης, καθώς και ότι ο Χαρίδημος ήταν ανάξιος να διεκδικήσει την προνομιακή προστασία της ζωής του που προέβλεπε αυτό. Στην πίστιν του λόγου, ανάμεσα στα επιχειρήματα και τις αποδείξεις για το πρώτο θέμα, ο ομιλητής περιγράφει την οργάνωση και τις αρμοδιότητες των πέντε αθηναϊκών δικαστηρίων που ήταν υπεύθυνα για την εκδίκαση υποθέσεων φόνου, ξεκινώντας από τον Άρειο Πάγο.
[65] Ἡμεῖς, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, Χαρίδημον ἐποιησάμεθα
πολίτην, καὶ διὰ τῆς δωρειᾶς ταύτης μετεδώκαμεν αὐτῷ καὶ
ἱερῶν καὶ ὁσίων καὶ νομίμων καὶ πάντων ὅσων περ αὐτοῖς
μέτεστιν ἡμῖν. πολλὰ μὲν δὴ παρ’ ἡμῖν ἐστι τοιαῦθ’ οἷ’
οὐχ ἑτέρωθι, ἓν δ’ οὖν ἰδιώτατον πάντων καὶ σεμνότατον, τὸ
ἐν Ἀρείῳ πάγῳ δικαστήριον, ὑπὲρ οὗ τοσαῦτ’ ἔστιν εἰπεῖν
καλὰ παραδεδομένα καὶ μυθώδη καὶ ὧν αὐτοὶ μάρτυρές ἐσμεν,
ὅσα περὶ οὐδενὸς ἄλλου δικαστηρίου· ὧν ὡσπερεὶ δείγματος
εἵνεκ’ ἄξιόν ἐστιν ἓν ἢ δύ’ ἀκοῦσαι. [66] τοῦτο μὲν τοίνυν τὰ
παλαιά, ὡς ἡμῖν ἀκούειν παραδέδοται, ἐν μόνῳ τούτῳ τῷ
δικαστηρίῳ δίκας φόνου θεοὶ καὶ δοῦναι καὶ λαβεῖν ἠξίωσαν
καὶ δικασταὶ γενέσθαι διενεχθεῖσιν ἀλλήλοις, ὡς λόγος·
λαβεῖν μὲν Ποσειδῶν ὑπὲρ Ἁλιρροθίου τοῦ υἱοῦ παρ’ Ἄρεως,
δικάσαι δ’ Εὐμενίσιν καὶ Ὀρέστῃ οἱ δώδεκα θεοί. καὶ τὰ
μὲν δὴ παλαιὰ ταῦτα· τὰ δ’ ὕστερον, τοῦτο μόνον τὸ δικα-
στήριον οὐχὶ τύραννος, οὐκ ὀλιγαρχία, οὐ δημοκρατία τὰς
φονικὰς δίκας ἀφελέσθαι τετόλμηκεν, ἀλλὰ πάντες ἀσθενέ-
στερον ἂν τὸ δίκαιον εὑρεῖν ἡγοῦνται περὶ τούτων αὐτοὶ τοῦ
παρὰ τούτοις εὑρημένου δικαίου. πρὸς δὲ τούτοις τοιούτοις
οὖσιν, ἐνταυθοῖ μόνον οὐδεὶς πώποτ’ οὔτε φεύγων ἁλοὺς οὔτε
διώκων ἡττηθεὶς ἐξήλεγξεν ὡς ἀδίκως ἐδικάσθη τὰ κριθέντα.
[67] ταύτην τοίνυν τὴν φυλακὴν καὶ τὰς ἐν ταύτῃ νομίμους
τιμωρίας παραβὰς ὁ γράφων τὸ ψήφισμα τοδὶ ζῶντι μὲν
ἐξουσίαν γέγραφεν τῷ Χαριδήμῳ ποιεῖν ὅ τι ἂν βούληται,
παθόντος δέ τι τοῖς οἰκείοις συκοφαντίαν δέδωκεν. σκέψασθε
γὰρ οὑτωσί. ἴστε δήπου τοῦθ’ ἅπαντες, ὅτι ἐν Ἀρείῳ πάγῳ,
οὗ δίδωσ’ ὁ νόμος καὶ κελεύει τοῦ φόνου δικάζεσθαι, πρῶτον
μὲν διομεῖται κατ’ ἐξωλείας αὑτοῦ καὶ γένους καὶ οἰκίας ὅ τιν’
αἰτιώμενος εἰργάσθαι τι τοιοῦτον, [68] εἶτ’ οὐδὲ τὸν τυχόντα τιν’
ὅρκον [τοῦτο ποιήσει] ἀλλ’ ὃν οὐδεὶς ὄμνυσ’ ὑπὲρ οὐδενὸς
ἄλλου, στὰς ἐπὶ τῶν τομίων κάπρου καὶ κριοῦ καὶ ταύρου,
καὶ τούτων ἐσφαγμένων ὑφ’ ὧν δεῖ καὶ ἐν αἷς ἡμέραις
καθήκει, ὥστε καὶ ἐκ τοῦ χρόνου καὶ ἐκ τῶν μεταχειριζο-
μένων ἅπαν, ὅσον ἔσθ’ ὅσιον, πεπρᾶχθαι. καὶ μετὰ ταῦθ’ ὁ
τὸν τοιοῦτον ὅρκον ὀμωμοκὼς οὔπω πεπίστευται, ἀλλ’ ἐὰν
ἐξελεγχθῇ μὴ λέγων ἀληθῆ, τὴν ἐπιορκίαν ἀπενεγκάμενος
τοῖς αὑτοῦ παισὶν καὶ τῷ γένει πλέον οὐδ’ ὁτιοῦν ἕξει. [69] ἂν
δὲ δόξῃ τὰ δίκαι’ ἐγκαλεῖν καὶ ἕλῃ τὸν δεδρακότα τοῦ φόνου,
οὐδ’ οὕτω κύριος γίγνεται τοῦ ἁλόντος, ἀλλ’ ἐκείνου μὲν οἱ
νόμοι κύριοι κολάσαι καὶ οἷς προστέτακται, τῷ δ’ ἐπιδεῖν
διδόντα δίκην ἔξεστιν, ἣν ἔταξ’ ὁ νόμος, τὸν ἁλόντα, πέρα δ’
οὐδὲν τούτου. καὶ τῷ μὲν διώκοντι ὑπάρχει ταῦτα, τῷ δὲ
φεύγοντι τὰ μὲν τῆς διωμοσίας ταὐτά, τὸν πρότερον δ’ ἔξεστιν
εἰπόντα λόγον μεταστῆναι, καὶ οὔθ’ ὁ διώκων οὔθ’ οἱ δικά-
ζοντες οὔτ’ ἄλλος ἀνθρώπων οὐδεὶς κύριος κωλῦσαι. [70] τί
δήποτ’, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τοῦθ’ οὕτως ἔχει; ὅτι οἱ ταῦτ’
ἐξ ἀρχῆς τὰ νόμιμα διαθέντες, οἵτινές ποτ’ ἦσαν, εἴθ’ ἥρωες
εἴτε θεοί, οὐκ ἐπέθεντο τοῖς ἀτυχήμασιν, ἀλλ’ ἀνθρωπίνως
ἐπεκούφισαν, εἰς ὅσον εἶχε καλῶς, τὰς συμφοράς. ταῦτα
μέντοι πάνθ’ οὕτω καλῶς καὶ νομίμως ἔχονθ’ ὁ γράφων τὸ
ψήφισμα τουτὶ παραβεβηκὼς φαίνεται· ἓν γὰρ οὐδ’ ὁτιοῦν
ἔνι τούτων ἐν τῷ ψηφίσματι τῷ τούτου. καὶ πρῶτον μὲν παρ’
ἑνὸς τούτου δικαστηρίου καὶ [παρὰ] τοὺς γεγραμμένους νόμους
καὶ τἄγραφα νόμιμα τὸ ψήφισμ’ εἴρηται.
***
[65] Ημείς, άνδρες Αθηναίοι, εκάμαμεν τον Χαρίδημον πολίτην μας και διά της ευνοίας ταύτης του εδώσαμεν το δικαίωμα να μετάσχη των ιερών πραγμάτων, των δημοσίων πραγμάτων, των νόμων μας, και όλων εν γένει των οποίων ημείς από κοινού μετέχομεν. Πολλά λοιπόν τοιαύτα αγαθά έχομεν ημείς, οποία δεν υπάρχουν εις άλλο μέρος, αλλά υπάρχει έν το οποίον, περισσότερον από κάθε άλλο, είναι ατομική μας απολύτως κτήσις, και είναι σεβαστότατον, δηλαδή το δικαστήριον του Αρείου Πάγου· υπέρ του δικαστηρίου τούτου είναι δυνατόν να είπωμεν τόσα πολλά, τα οποία μας μετεδόθησαν διά της παραδόσεως, και μυθώδη και άλλα, των οποίων ημείς οι ίδιοι είμεθα μάρτυρες, όσα δι' ουδέν άλλο δικαστήριον· έν ή δύο εκ τούτων αξίζουν να σας τα υπενθυμίσω, ως παραδείγματα. [66] Έν κατ' αρχάς από τα παλαιά, όπως εκ της παραδόσεως μας είναι γνωστόν. Είναι το μόνον δικαστήριον, εις το οποίον οι θεοί έκριναν δίκαιον να παρουσιασθούν εις δίκην φόνου και το μόνον εις το οποίον παρέστησαν ως δικασταί προς λύσιν των διαφορών που υπήρχον μεταξύ των· εδώ, όπως αναφέρεται, ο Ποσειδών εδίωξε τον Άρην διά τον φόνον του υιού του Αλιρροθίου και εδώ οι δώδεκα θεοί εξέφεραν την γνώμην των διά τας Ευμενίδας και τον Ορέστην. Και αυτά μεν είναι τα παλαιά· κατά τους μεταγενεστέρους χρόνους είναι το μόνον δικαστήριον από το οποίον, ούτε η τυραννία, ούτε η ολιγαρχία, ούτε η δημοκρατία δεν ετόλμησαν να αφαιρέσουν την εκδίκασιν των φονικών δικών· όλοι νομίζουν ότι το δίκαιον, το οποίον θα εύρουν εις παρομοίας υποθέσεις από αυτούς τους ιδίους ως δικαστάς, θα είναι ασθενέστερον του δικαίου, το οποίο εύρον από το δικαστήριον τούτο. Εκτός δε των τόσο σημαντικών τούτων τίτλων, είναι το μόνον δικαστήριον, το οποίον ουδείς, ούτε κατηγορούμενος καταδικασθείς, ούτε κατήγορος ηττηθείς, δεν κατηγόρησαν ποτέ, ότι εξέδωκεν εσφαλμένην απόφασιν. [67] Τούτο λοιπόν το εχέγγυον ασφαλείας των πολιτών και τας εις αυτό περιεχομένας νομίμους τιμωρίας παραβάς ο προτείνων το ψήφισμα τούτο, εις τον Χαρίδημον, εφ' όσον ζη, δίδει το δικαίωμα να πράττη ό,τι θέλει, εάν δε πάθη κάτι, έδωκε το δικαίωμα εις τους οικείους του να διώκουν αυτοβούλως. Πράγματι, σκεφθήτε ως εξής: γνωρίζετε βέβαια όλοι τούτο, ότι εις τον Άρειον Πάγον, όπου επιτρέπει ο νόμος και διατάσσει να δικάζεται ο φονεύς, πρώτον μεν ο κατηγορών τινά ότι έχει διαπράξει φόνον, θα λάβη όρκον περί εξαφανισμού εαυτού και πάντων των ανιόντων και κατιόντων συγγενών αυτού και της οικίας του, [68] έπειτα ουδέ κατά τον τυχόντα τρόπον θα ορκισθή, αλλά καθ' ον τρόπον δεν ορκίζεται τις διά τίποτε άλλο, δηλαδή, σταθείς πλησίον, θα θέση την χείρα του επί των τομίων κάπρου και κριού και ταύρου, οι οποίοι έχουν σφαγή υπό των προς τούτο τεταγμένων και κατά τας ωρισμένας ημέρας, ώστε όλοι οι κανόνες της θρησκείας να τηρηθούν και όσον αφορά εις τον χρόνον και όσον αφορά εις το πρόσωπον των αρμοδίων προς τούτο λειτουργών. Μετά ταύτα, αυτός, ο οποίος έχει ορκισθή τοιούτον όρκον, δεν γίνεται ακόμη πιστευτός, αλλ' εάν αποδειχθή ότι δεν λέγει την αλήθειαν, μόνον θα έχη ως κέρδος να συντελέση να επιπέση η επιορκία του επί των τέκνων του και των απογόνων του. [69] Αν δε αποδειχθή, ότι είναι δικαία η κατηγορία του και καταδικασθή ο δράστης του φόνου, και τότε ακόμη δεν έχει κανέν δικαίωμα επί του καταδικασθέντος, αλλ' εκείνον μεν αρμόδιοι είναι οι νόμοι να τον τιμωρήσουν και οι αρμόδιοι άρχοντες, εκείνο δε το οποίον είναι επιτετραμμένον εις τον διώκοντα είναι να παραστή εις την εκτέλεσιν της ποινής και ουδέν επί πλέον. Και ταύτα μεν όσον αφορά τον μηνυτήν, όσον αφορά δε τον κατηγορούμενον, η διάταξις περί του όρκου είναι η ιδία, έχει όμως το δικαίωμα μετά την πρώτην αγόρευσιν να αυτοεξορισθή και ούτε ο κατήγορος, ούτε οι δικασταί, ούτε κανείς άλλος δεν δύναται να τον εμποδίση. [70] Διατί λοιπόν, άνδρες Αθηναίοι, η διάταξις αύτη; Διότι εκείνοι, οι οποίοι εξ αρχής έθεσαν τους νόμους τούτους, οποιοιδήποτε και αν ήσαν, είτε ήρωες, είτε θεοί, δεν ενόμισαν ότι έπρεπε να φανούν σκληροί εναντίον των ατυχημάτων, αλλά με αίσθημα φιλανθρωπίας προσεπάθησαν να ανακουφίσουν, όσον η δικαιοσύνη το επέτρεπε, τας συμφοράς. Όλας όμως αυτάς τας διατάξεις, αι οποίαι είναι τόσον ωραίαι και σοφαί, ο εισηγητής του ψηφίσματος τούτου αποδεικνύεται ότι τας έχει παραβή· διότι ουδεμία των διατάξεων τούτων, οιαδήποτε, υπάρχει εις το ψήφισμα τούτο. Έν μεν λοιπόν είναι το δικαστήριον τούτο παρά τους νόμους του οποίου και τα άγραφα νόμιμα έχει προταθή το ψήφισμα τούτο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου