Πολλοὶ οὖν αὐτῷ ὑπέλαβον τῶν παρακαθημένων ὁποτέρως βούλοιτο οὕτως διεξιέναι. Δοκεῖ τοίνυν μοι, ἔφη, χαριέστερον εἶναι μῦθον ὑμῖν λέγειν.
***
Το πρώτο ερώτημα του Σωκράτη: η αρετή μπορεί να διδαχτεί;
Τότε κατέχεις στ᾽ αλήθεια θαυμάσια τέχνη, αν την κατέχεις, του είπα· γιατί θα σου πω ακριβώς αυτό που σκέφτομαι. Εγώ δηλαδή δεν πιστεύω ότι η τέχνη αυτή μπορεί να διδαχτεί, Πρωταγόρα· [319b] όμως μια και το λες εσύ, δεν επιτρέπω στον εαυτό μου να αμφιβάλλει. Είμαι όμως υποχρεωμένος να σου εξηγήσω πώς σχημάτισα τη γνώμη ότι αυτή δεν μπορεί να διδαχτεί ούτε να μεταδοθεί από τον ένα στον άλλον.
Τα αρνητικά επιχειρήματα του Σωκράτη.
Δηλαδή εγώ, όπως κι οι άλλοι Έλληνες, έχω τη γνώμη ότι οι Αθηναίοι είναι λαός σοφός. Παρατηρώ λοιπόν ότι, όταν μαζευόμαστε στην εκκλησία του δήμου, κάθε φορά που είναι να καταπιαστεί η πολιτεία με κάποιο οικοδομικό έργο, φωνάζουν τους αρχιτέκτονες να δώσουν τη συμβουλή τους για τα οικοδομήματα· όταν πάλι είναι να ναυπηγήσουν πλοία, τους ναυπηγούς, το ίδιο και για όλα τ᾽ άλλα, [319c] όσα πιστεύουν ότι μπορεί κανείς να τα μάθει και να τα διδάξει. Όμως αν μπει στη μέση για να δώσει συμβουλή κάποιος άλλος, που εκείνοι δεν τον ξέρουν για άνθρωπο της δουλειάς (ας είναι όμορφος και πλούσιος και αριστοκράτης από τους πρώτους), δε δίνουν καμιά προσοχή στα λεγόμενά του, αλλά τον παίρνουν στο ψιλό και χαλούν τον κόσμο, ώσπου ή ο ίδιος που ανέλαβε να δώσει συμβουλές σαστίσει και παραμερίσει ή οι τοξότες τον τραβήξουν από το βήμα ή τον πετάξουν έξω με διαταγή των πρυτάνεων. Λοιπόν, όσα θέματα απαιτούν ειδίκευση, έτσι τα αντιμετωπίζουν· αντίθετα, κάθε φορά που το θέμα της συνεδρίασης [319d] έχει σχέση με τα γενικά συμφέροντα της πολιτείας, παίρνει το λόγο και δίνει τη συμβουλή του χωρίς καμιά διάκριση ο ξυλουργός, ο χαλκιάς κι ο τσαγκάρης, ο εισαγωγέας κι ο καραβοκύρης, ο πλούσιος και ο φτωχός, ο αριστοκράτης κι ο άνθρωπος του λαού· τώρα όμως κανείς δεν τους αποπαίρνει γι᾽ αυτό, όπως στην προηγούμενη περίπτωση — επειδή δηλαδή μπαίνουν στη μέση και δίνουν συμβουλές, ενώ πουθενά δε μαθήτευσαν ούτε είχαν κανένα δάσκαλο, ολοφάνερα επειδή πιστεύουν ότι αυτά τα πράγματα δεν μπορεί να διδαχτούν. Και μη μου πεις ότι αυτό γίνεται μόνο στις δημόσιες υποθέσεις, [319e] γιατί και στην ιδιωτική τους ζωή οι πιο σοφοί κι οι πιο άξιοι πολίτες την αρετή αυτή που έχουν δεν μπορούν να τη μεταδώσουν σε άλλους· νά, ο πατέρας των νεαρών αποδώ, ο Περικλής, τους έδωσε καλή και γερή μόρφωση πάνω σ᾽ ό,τι μπορούσαν να πάρουν απ᾽ τους δασκάλους· [320a] όμως πάνω σ᾽ αυτό που ο ίδιος του είναι σοφός ούτε ο ίδιος τους μορφώνει ούτε σε κανέναν άλλο τους εμπιστεύεται, αλλά γυρνούν εδώ κι εκεί μόνοι τους και βόσκουν σαν τα απολυτά ζώα — μήπως κάπου στην τύχη συναντήσουν την αρετή. Και δεύτερο παράδειγμα: ο ίδιος αυτός άντρας, ο Περικλής, ανάλαβε να μεγαλώσει τον Κλεινία, τον μικρότερο αδερφό του Αλκιβιάδη αποδώ. Λοιπόν, επειδή φοβόταν μήπως ο Αλκιβιάδης —τον ξέρουμε δα— τον παρασύρει στη διαφθορά, τον ξέκοψε απ᾽ αυτόν, τον έβαλε οικότροφο στο σπίτι του Αρίφρονα και προσπαθούσε να τον μορφώσει. Δεν πέρασαν έξι μήνες — [320b] και ο Αρίφρονας του τον έφερε πίσω, γιατί δεν ήξερε τί να κάμει μ᾽ αυτόν. Μπορώ να σου αναφέρω κι ένα σωρό άλλους, που οι ίδιοι τους ήταν άξιοι, όμως κανέναν ποτέ δεν έκαναν καλύτερο, ούτε συγγενή τους ούτε ξένο. Αυτά λοιπόν παρατηρώ, Πρωταγόρα, και βγάζω το συμπέρασμα ότι η αρετή δε διδάσκεται· αλλά, όταν ακούω από σένα να λες το αντίθετο, κλονίζομαι, και πιστεύω ότι τα λόγια σου κρύβουν κάποιαν αλήθεια· γιατί σχημάτισα τη γνώμη ότι πολλά πράγματα έμαθες από την πείρα, πολλά από τους δασκάλους, κι άλλα μόνος σου τ᾽ ανακάλυψες. Λοιπόν, αν σου είναι εύκολο να μας αποδείξεις πιο καθαρά [320c] ότι η αρετή μπορεί να διδαχτεί, μην αρνηθείς, αλλά απόδειξέ το.
Ο Πρωταγόρας απαντά στα επιχειρήματα του Σωκράτη.
Καλά, Σωκράτη, δε θα αρνηθώ, είπε. Μόνο τί προτιμάτε, να σας το αποδείξω λέγοντας ένα μύθο, σαν μεγαλύτερος σε νέους, ή να το αναπτύξω με λόγο;
Που λες, πολλοί από τους ακροατές τού έδωσαν το ελεύθερο να πραγματευτεί το θέμα του όπως θέλει.
Ε τότε, είπε εκείνος, νομίζω πως είναι πιο ευχάριστο να σας διηγηθώ ένα μύθο.
Τα αρνητικά επιχειρήματα του Σωκράτη.
Δηλαδή εγώ, όπως κι οι άλλοι Έλληνες, έχω τη γνώμη ότι οι Αθηναίοι είναι λαός σοφός. Παρατηρώ λοιπόν ότι, όταν μαζευόμαστε στην εκκλησία του δήμου, κάθε φορά που είναι να καταπιαστεί η πολιτεία με κάποιο οικοδομικό έργο, φωνάζουν τους αρχιτέκτονες να δώσουν τη συμβουλή τους για τα οικοδομήματα· όταν πάλι είναι να ναυπηγήσουν πλοία, τους ναυπηγούς, το ίδιο και για όλα τ᾽ άλλα, [319c] όσα πιστεύουν ότι μπορεί κανείς να τα μάθει και να τα διδάξει. Όμως αν μπει στη μέση για να δώσει συμβουλή κάποιος άλλος, που εκείνοι δεν τον ξέρουν για άνθρωπο της δουλειάς (ας είναι όμορφος και πλούσιος και αριστοκράτης από τους πρώτους), δε δίνουν καμιά προσοχή στα λεγόμενά του, αλλά τον παίρνουν στο ψιλό και χαλούν τον κόσμο, ώσπου ή ο ίδιος που ανέλαβε να δώσει συμβουλές σαστίσει και παραμερίσει ή οι τοξότες τον τραβήξουν από το βήμα ή τον πετάξουν έξω με διαταγή των πρυτάνεων. Λοιπόν, όσα θέματα απαιτούν ειδίκευση, έτσι τα αντιμετωπίζουν· αντίθετα, κάθε φορά που το θέμα της συνεδρίασης [319d] έχει σχέση με τα γενικά συμφέροντα της πολιτείας, παίρνει το λόγο και δίνει τη συμβουλή του χωρίς καμιά διάκριση ο ξυλουργός, ο χαλκιάς κι ο τσαγκάρης, ο εισαγωγέας κι ο καραβοκύρης, ο πλούσιος και ο φτωχός, ο αριστοκράτης κι ο άνθρωπος του λαού· τώρα όμως κανείς δεν τους αποπαίρνει γι᾽ αυτό, όπως στην προηγούμενη περίπτωση — επειδή δηλαδή μπαίνουν στη μέση και δίνουν συμβουλές, ενώ πουθενά δε μαθήτευσαν ούτε είχαν κανένα δάσκαλο, ολοφάνερα επειδή πιστεύουν ότι αυτά τα πράγματα δεν μπορεί να διδαχτούν. Και μη μου πεις ότι αυτό γίνεται μόνο στις δημόσιες υποθέσεις, [319e] γιατί και στην ιδιωτική τους ζωή οι πιο σοφοί κι οι πιο άξιοι πολίτες την αρετή αυτή που έχουν δεν μπορούν να τη μεταδώσουν σε άλλους· νά, ο πατέρας των νεαρών αποδώ, ο Περικλής, τους έδωσε καλή και γερή μόρφωση πάνω σ᾽ ό,τι μπορούσαν να πάρουν απ᾽ τους δασκάλους· [320a] όμως πάνω σ᾽ αυτό που ο ίδιος του είναι σοφός ούτε ο ίδιος τους μορφώνει ούτε σε κανέναν άλλο τους εμπιστεύεται, αλλά γυρνούν εδώ κι εκεί μόνοι τους και βόσκουν σαν τα απολυτά ζώα — μήπως κάπου στην τύχη συναντήσουν την αρετή. Και δεύτερο παράδειγμα: ο ίδιος αυτός άντρας, ο Περικλής, ανάλαβε να μεγαλώσει τον Κλεινία, τον μικρότερο αδερφό του Αλκιβιάδη αποδώ. Λοιπόν, επειδή φοβόταν μήπως ο Αλκιβιάδης —τον ξέρουμε δα— τον παρασύρει στη διαφθορά, τον ξέκοψε απ᾽ αυτόν, τον έβαλε οικότροφο στο σπίτι του Αρίφρονα και προσπαθούσε να τον μορφώσει. Δεν πέρασαν έξι μήνες — [320b] και ο Αρίφρονας του τον έφερε πίσω, γιατί δεν ήξερε τί να κάμει μ᾽ αυτόν. Μπορώ να σου αναφέρω κι ένα σωρό άλλους, που οι ίδιοι τους ήταν άξιοι, όμως κανέναν ποτέ δεν έκαναν καλύτερο, ούτε συγγενή τους ούτε ξένο. Αυτά λοιπόν παρατηρώ, Πρωταγόρα, και βγάζω το συμπέρασμα ότι η αρετή δε διδάσκεται· αλλά, όταν ακούω από σένα να λες το αντίθετο, κλονίζομαι, και πιστεύω ότι τα λόγια σου κρύβουν κάποιαν αλήθεια· γιατί σχημάτισα τη γνώμη ότι πολλά πράγματα έμαθες από την πείρα, πολλά από τους δασκάλους, κι άλλα μόνος σου τ᾽ ανακάλυψες. Λοιπόν, αν σου είναι εύκολο να μας αποδείξεις πιο καθαρά [320c] ότι η αρετή μπορεί να διδαχτεί, μην αρνηθείς, αλλά απόδειξέ το.
Ο Πρωταγόρας απαντά στα επιχειρήματα του Σωκράτη.
Καλά, Σωκράτη, δε θα αρνηθώ, είπε. Μόνο τί προτιμάτε, να σας το αποδείξω λέγοντας ένα μύθο, σαν μεγαλύτερος σε νέους, ή να το αναπτύξω με λόγο;
Που λες, πολλοί από τους ακροατές τού έδωσαν το ελεύθερο να πραγματευτεί το θέμα του όπως θέλει.
Ε τότε, είπε εκείνος, νομίζω πως είναι πιο ευχάριστο να σας διηγηθώ ένα μύθο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου