Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἰφιγένεια ἡ ἐν Αὐλίδι (1433-1473)

ΙΦ. μῆτερ, τί σιγῇ δακρύοις τέγγεις κόρας;
ΚΛ. ἔχω τάλαινα πρόφασιν ὥστ᾽ ἀλγεῖν φρένα.
1435 ΙΦ. παῦσαι· ᾽μὲ μὴ κάκιζε· τάδε δέ μοι πιθοῦ.
ΚΛ. λέγ᾽· ὡς παρ᾽ ἡμῶν οὐδὲν ἀδικήσῃ, τέκνον.
ΙΦ. μήτ᾽ οὖν γε τὸν σὸν πλόκαμον ἐκτέμῃς τριχός,
μήτ᾽ ἀμφὶ σῶμα μέλανας ἀμπίσχῃ πέπλους.
ΚΛ. τί δὴ τόδ᾽ εἶπας, τέκνον; ἀπολέσασά σε;
1440 ΙΦ. οὐ σύ γε· σέσῳσμαι, κατ᾽ ἐμὲ δ᾽ εὐκλεὴς ἔσῃ.
ΚΛ. πῶς εἶπας; οὐ πενθεῖν με σὴν ψυχὴν χρεών;
ΙΦ. ἥκιστ᾽, ἐπεί μοι τύμβος οὐ χωσθήσεται.
ΚΛ. τί δαί; τὸ θνῄσκειν, οὐ τάφος, νομίζεται.
ΙΦ. βωμὸς θεᾶς μοι μνῆμα τῆς Διὸς κόρης.
1445 ΚΛ. ἀλλ᾽, ὦ τέκνον, σοὶ πείσομαι· λέγεις γὰρ εὖ.
ΙΦ. ὡς εὐτυχοῦσά γ᾽ Ἑλλάδος τ᾽ εὐεργέτις.
ΚΛ. τί δὴ κασιγνήταισιν ἀγγελῶ σέθεν;
ΙΦ. μηδ᾽ ἀμφὶ κείναις μέλανας ἐξάψῃ πέπλους.
ΚΛ. εἴπω δὲ παρὰ σοῦ φίλον ἔπος τι παρθένοις;
1450 ΙΦ. χαίρειν γ᾽. Ὀρέστην δ᾽ ἔκτρεφ᾽ ἄνδρα τόνδε μοι.
ΚΛ. προσέλκυσαί νιν ὕστατον θεωμένη.
ΙΦ. ὦ φίλτατ᾽, ἐπεκούρησας ὅσον εἶχες φίλοις.
ΚΛ. ἔσθ᾽ ὅ τι κατ᾽ Ἄργος δρῶσά σοι χάριν φέρω;
ΙΦ. πατέρα τὸν ἀμὸν μὴ στύγει, πόσιν γε σόν.
1455 ΚΛ. δεινοὺς ἀγῶνας διὰ σὲ δεῖ κεῖνον δραμεῖν.
ΙΦ. ἄκων μ᾽ ὑπὲρ γῆς Ἑλλάδος διώλεσεν.
ΚΛ. δόλῳ δ᾽, ἀγεννῶς Ἀτρέως τ᾽ οὐκ ἀξίως.
ΙΦ. τίς μ᾽ εἶσιν ἄξων πρὶν σπαράσσεσθαι κόμην;
ΚΛ. ἐγώ, μετά γε σοῦ… ΙΦ. μὴ σύ γ᾽· οὐ καλῶς λέγεις.
1460 ΚΛ. πέπλων ἐχομένη σῶν. ΙΦ. ἐμοί, μῆτερ, πιθοῦ·
μέν᾽· ὡς ἐμοί τε σοί τε κάλλιον τόδε.
πατρὸς δ᾽ ὀπαδῶν τῶνδέ τίς με πεμπέτω
Ἀρτέμιδος εἰς λειμῶν᾽, ὅπου σφαγήσομαι.
ΚΛ. ὦ τέκνον, οἴχῃ; ΙΦ. καὶ πάλιν γ᾽ οὐ μὴ μόλω.
1465 ΚΛ. λιποῦσα μητέρα; ΙΦ. ὡς ὁρᾷς γ᾽, οὐκ ἀξίως.
ΚΛ. σχές, μή με προλίπῃς. ΙΦ. οὐκ ἐῶ στάζειν δάκρυ.
ὑμεῖς δ᾽ ἐπευφημήσατ᾽, ὦ νεάνιδες,
παιᾶνα τἠμῇ συμφορᾷ Διὸς κόρην
Ἄρτεμιν· ἴτω δὲ Δαναΐδαις εὐφημία.
1470 κανᾶ δ᾽ ἐναρχέσθω τις, αἰθέσθω δὲ πῦρ
προχύταις καθαρσίοισι, καὶ πατὴρ ἐμὸς
ἐνδεξιούσθω βωμόν· ὡς σωτηρίαν
Ἕλλησι δώσουσ᾽ ἔρχομαι νικηφόρον.

***
ΙΦΙ. Μάνα, τί δε μιλάς και δάκρυα χύνεις;
ΚΛΥ. Πονώ· μπορώ να μην πονώ, η θλιμμένη;
ΙΦΙ. Μη μου κόβεις το θάρρος· πάψε και άκου.
ΚΛΥ. Λέγε· κακό από μένα μη φοβάσαι.
ΙΦΙ. Πλεξίδα απ᾽ τα μαλλιά σου να μην κόψεις
και μαύρα να μη βάλεις. ΚΛΥ. Πώς, παιδί μου,
το λες, αφού σε χάνω; ΙΦΙ. Δε με χάνεις·
1440λυτρώνομαι· σ᾽ εσένα δόξα φέρνω.
ΚΛΥ. Πώς λες; να μην πενθώ το θάνατό σου;
ΙΦΙ. Όχι, αφού τάφο εγώ δε θα ᾽χω. ΚΛΥ. Κι όμως
το θάνατο πενθούν, όχι τον τάφο.
ΙΦΙ. Της Άρτεμης βωμό για μνήμα θα έχω.
ΚΛΥ. Έτσι θα κάμω, κόρη μου· έχεις δίκιο.
ΙΦΙ. Αφού ευτυχώ και σώζω την Ελλάδα.
ΚΛΥ. Τί μήνυμα να πω στις αδερφές σου;
ΙΦΙ. Να μη μαυροφορέσουν. ΚΛΥ. Κι ένα λόγο
γλυκό από σε γι᾽ αυτές; ΙΦΙ. Χαιρέτα μού τες·
1450γνοιάσου και τον Ορέστη, να τρανέψει.
ΚΛΥ. Πάρ᾽ το αγκαλιά· στερνή φορά το βλέπεις.
ΙΦΙ. Με βόηθησες, γλυκό μου, όσο μπορούσες.
ΚΛΥ. Στ᾽ Άργος τί αν κάμω εγώ, θα ευχαριστιόσουν;
ΙΦΙ. Μη μισείς το γονιό μου, που άντρας σου είναι.
ΚΛΥ. Βαρύ για σένα θα περάσει αγώνα.
ΙΦΙ. Για την Ελλάδα, αθέλητα, με σφάζει.
ΚΛΥ. Μα δολερά κι όχι σα γιος του Ατρέα.
ΙΦΙ. Πριν με μαλλιοτραβήξουν, ποιός μαζί μου;…
ΚΛΥ. Εγώ θα ᾽ρθω… ΙΦΙ. Μάνα, όχι εσύ· δεν πρέπει.
1460ΚΛΥ. Κρατώντας σε απ᾽ το φόρεμα. ΙΦΙ. Άκουσέ με
και μείνε· πιο σωστό και για τις δυο μας.
Απ᾽ του πατέρα αυτούς τους ακολούθους
ας μ᾽ οδηγήσει κάποιος στο λιβάδι
της Άρτεμης, που εκεί θα με θυσιάσουν.
ΚΛΥ. Παιδί μου, πας; ΙΦΙ. Και πίσω πια δε θά ᾽ρθω.
ΚΛΥ. Τη μάνα αφήνεις; ΙΦΙ. Ναι· δε μου άξιζε όμως…
ΚΛΥ. Σταμάτα, μη μ᾽ αφήνεις. ΙΦΙ. Α, όχι δάκρυα.
Η Ιφιγένεια συνοδεύει τη μητέρα της ως την πόρτα της σκηνής και έπειτα επιστρέφει.
Κι εσείς, ως νέες, γι᾽ αυτό που μου έχει λάχει
την Άρτεμη, του Δία την κόρη, υμνήστε
με παιάνα· τον ύμνο να τον πάρουν
κι οι Αργείοι. Τον αγιασμό ας αρχίσει κάποιος
1470των κανίστρων, κι ας πέσει το αγιοκρίθι
στη φωτιά, ν᾽ αναλάμψει· και να κάμει
το γύρο του βωμού δεξιά ο πατέρας·
γιατί πηγαίνω τώρα, σωτηρία
στους Έλληνες να δώσω νικηφόρα.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΣΤΑ ΝΕΟΤΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ: Μπαρόκ (τέλη 16ου - μέσα 18ου αιώνα) και αρχαία τέχνη

11.4. Ισπανία: Λαοκόων και από τον Γρέκο

Στην Ισπανία του Ριμπέρα, του Θουρμπαράν, του Βελάσκεθ, του Μουρίγιο επικρατεί ο ρεαλισμός στην έκφραση μακριά από την ιταλική κλασική καθαρότητα. Και εδώ, ωστόσο, δεν απουσιάζει ο Λαοκόων, μάλιστα εμφανίζεται στον πιο ιδιόρρυθμο ζωγράφο που έζησε στην Ισπανία στα τέλη του 16ου αιώνα, στον Ελ Γκρέκο, τον δικό μας Δομήνικο Θεοτοκόπουλο (1541-1614), που στον δικό του Λαοκόοντα διαλύει τη σχέση των μορφών μεταξύ τους και εξαφανίζει σχεδόν ολοκληρωτικά την ομοιότητα με το αρχαίο πρότυπο. 

Ο Γκρέκο δοκίμασε να αποδώσει με τον δικό του τρόπο Το παιδί που φυσάει τη φωτιά, περίφημο έργο του Απελλή, γνωστό μόνο από γραπτές πηγές. Η αδέσμευτη ματιά του επηρέασε τον Βελάσκεθ (1599-1660). Στον Θρίαμβο του Βάκχου, στο πρώτο έργο του Βελάσκεθ με αρχαίο θέμα, γίνεται φανερή η επίδραση από τον Βάκχο του Καραβάτζιο και τον Ρούμπενς, ο οποίος το 1628 βρισκόταν με διπλωματική αποστολή στην Ισπανία. Το αρχαίο θέμα μεταβάλλεται σε μια ρεαλιστική σκηνή με σύγχρονους πότες ως συνοδούς του Βάκχου, πρόσωπα της καθημερινότητας του Βελάσκεθ. Μετά την πρώτη του επίσκεψη στην Ιταλία το 1629, όπου γνωρίζει το έργο του Τιτσιάνο, ο Βελάσκεθ θα ζωγραφίσει περισσότερα θέματα από την Αρχαιότητα, όπως το Εργαστήριο του Ηφαίστου (1630) που βρίσκεται σήμερα στο Πράδο. 

Στο έργο του Η Αφροδίτη στον καθρέφτη (περ. 1648-1650) δημιουργεί ένα από τα πιο διάσημα γυναικεία γυμνά στην ιστορία της τέχνης, που ξεφεύγει από τα ιταλικά και αρχαία πρότυπα: η Αφροδίτη ανακεκλιμένη με την πλάτη στον θεατή (μια σειρά από αρμονικές καμπύλες) κοιτάζει σε έναν καθρέφτη που κρατάει ένας Ερωτιδέας. Είναι ένα σύγχρονο αισθησιακό γυναικείο γυμνό που δεν θυμίζει πλέον αρχαίο άγαλμα.

ΜΙΑ ΚΑΚΙΑ ΜΑΓΙΣΣΑ ΠΟΥ ΤΗΝ ΕΛΕΓΑΝ «ΕΝΟΧΗ»

Υπάρχουν άνθρωποι που βιώνουν τα λάθη τους ως ένδειξη κακίας, κατηγορούν συνεχώς τον εαυτό τους και αποδίδουν βαριά και αρνητικά χαρακτηριστικά στην προσωπικότητά τους.

Είναι οι ενοχικοί άνθρωποι, αυτοί που είναι πάντα έτοιμοι να ισοπεδωθούν ψυχικά, να χρεωθούν το φταίξιμο, τα λάθη και τις κακές συμπεριφορές των άλλων.

Το ενοχικό άτομο πιστεύει ότι όχι μόνο προκαλεί αλλά και αξίζει τις ταπεινωτικές συμπεριφορές των φίλων , των συνεργατών ή των συντρόφων του, που νιώθει αδύναμο μπροστά τους και δεν μπορεί να αναγνωρίσει κανένα καλό στοιχείο επάνω του.

Είναι τελείως διαφορετικό να θεωρούμε τον εαυτό μας υπεύθυνο για κάποιο λάθος, και να αναλαμβάνουμε την ευθύνη και διαφορετικό να αναλαμβάνουμε την ευθύνη για ότι συμβαίνει γύρω μας, αλλά ακόμα και γι’ αυτά που δεν έχουμε καμία ανάμειξη.

Η ενοχή είναι ένα άκρως τιμωρητικό και βασανιστικό συναίσθημα που κανείς δεν το αξίζει. Το άτομο το βιώνει με τρομερή ένταση και έντονο «αυτομαστίγωμα».

Ο ενοχικός άνθρωπος υποφέρει από συναισθηματική εγκατάλειψη, πιστεύει ότι την αξίζει γιατί δεν είναι αρκετά καλός. Συνήθως είναι ντροπαλός, επιφυλακτικός και συνεσταλμένος, μήπως γίνει αποδεκτός και εν τέλει δεν εγκαταλειφθεί.

Το κακό με την ενοχή είναι ότι είναι πάντα «καμουφλαρισμένη» με ευγενικά αισθήματα, κυρίως προς τους άλλους αλλά είναι ύπουλη γιατί «κακοποιεί» το άτομο που την βιώνει.

Βίβλος των Νεκρών: Το ταξίδι της Ψυχής μετά τον Θάνατο

Ο Αρχαίος Αιγυπτιακός «Οδηγός για τους Νεκρούς» ή όπως είναι ευρύτερα γνωστός, Η Βίβλος των Νεκρών, παρέχει εξαιρετικές πληροφορίες για την Πνευματική κληρονομιά της Αιγύπτου αλλά και για το ταξίδι της Ψυχής του ανθρώπου μετά τον θάνατό του. Ας δούμε την ιστορία και τα περιεχόμενα της Διασημότερης Βίβλου των Νεκρών, αποκαλύπτοντας τα σκοτεινά μυστήρια, τις υπερφυσικές ιδιότητες που εμπεριέχει αλλά και τις πρακτικές οδηγίες για μία αποδοτική μετά θάνατον ζωή.

Ο Θάνατος επικρατεί στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, επιβεβαιώνοντας την θνησιμότητα κάθε όντος που περπατάει σε αυτό τον πλανήτη. Η Έννοια του θανάτου τρομοκρατεί το ανθρώπινο είδος για χιλιετίες τώρα και η ακύρωσή του έχει επιχειρηθεί με διάφορους τρόπους, αρκετοί από τους οποίους έχουν καταγραφεί σε αρκετές θρησκευτικές πεποιθήσεις. Ο Αιγυπτιακός πολιτισμός φυσικά δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Η χαρακτηριστική παρανόηση που γεννά η Βίβλος των Νεκρών είναι πως πρόκειται για ένα αρχαίο Αιγυπτιακό θρησκευτικό Δόγμα. Όμως για να κατανοήσουμε καλύτερα το βιβλίο αυτό θα πρέπει να το θεωρήσουμε έναν πρακτικό οδηγό για εκείνους που απεβίωσαν, που παρέχει οδηγίες πλοήγησης στους κόσμους των ψυχών αλλά και τρόπους με τους οποίους μία ψυχή μπορεί να αποφύγει «τα εμπόδια» του Κάτω κόσμου ώστε να ολοκληρώσει με επιτυχία την διαδρομή προς τον «Παράδεισο».

Βίβλος των Νεκρών: Η ιστορία

Ο Σερ Γουάλις Μπάτζ ήταν ένας Άγγλος Αιγυπτιολόγος και Φιλόλογος του Βρετανικού Μουσείου. Ανάμεσα στα χιλιάδες αρχαία αντικείμενα που αγόρασε κατά την διάρκεια της καριέρας του ήταν και ο Πάπυρος του Ani, μία εκδοχή της Βίβλο των Νεκρών. Η εκδοχή αυτή του Κειμένου που ανακαλύφθηκε στις Αρχαίες Θήβες περιείχε κεφάλαια που περιέχει η γνωστή Βίβλος των Νεκρών, μαζί με άλλα κομμάτια που υπήρχαν χαραγμένα σε τύμβους και η ύπαρξή τους χρονολογείται περίπου 3000 χρόνια προ Χριστού. Τα πρώτα νεκρικά χειρόγραφα που γνωρίζουμε είναι τα Πυραμιδικά κείμενα, που ανακαλύφθηκαν στην καρδία της Πυραμίδας του Βασιλιά Unas της 5ης Δυναστείας και χρονολογούνται γύρω στο 2400 Π.Χ. Το κείμενο βρισκόταν χαραγμένο στους Νεκρικούς θαλάμους και δεν ήταν πραγματικό βιβλίο, και περιέγραφε τον τρόπο με τον οποίο οι αιθερικές ψυχές μπορούν να ανυψωθούν στους επουράνιους παράδεισους για να μετατραπούν σε θεϊκές οντότητες μέσα από την ένωσή τους με τον Θεό Ra.

Η Βίβλος των Νεκρών που γνωρίζουν οι περισσότεροι με την μορφή που έχει διαμορφώθηκε έπειτα από αυτές τις δύο εκδοχές ενσωματώνοντας αρκετό περιεχόμενο αλλά με αρκετές προσθήκες. Η 19η Δυναστεία εξάπλωσε αυτούς τους πάπυρους μέσα στους οποίους ήταν γραμμένο το κείμενο, το οποίο και τοποθετούσαν στον τάφο του νεκρού. Ο Πάπυρος του Άνι ήταν τέτοιας μορφής κείμενο. Κάθε ατομική Βίβλος των Νεκρών έπρεπε να γραφεί και να εικονογραφηθεί από μία ομάδα καλλιτεχνών και καλλιγράφων. Σε αυτό το στάδιο οι πάπυροι εμπορικοποιήθηκαν, αφήνοντας τα στοιχεία κενά έτσι ώστε ο ενδιαφερόμενος να μπορεί να προσθέσει τα προσωπικά του δεδομένα έτσι ώστε να εξατομικεύσει τον πάπυρο των Νεκρών.

Φυσικά αφού αυτά τα κείμενα εμπορικοποιήθηκαν μπορεί κανείς να βρεί αρκετά αντίγραφα, όλα διαφορετικά μεταξύ τους ανάλογα με την περίοδο που δημιουργήθηκαν και τους συγγραφείς που τα παρήγαγαν. Αρκετά αντίγραφα δημιουργήθηκαν από ομάδες συγγραφέων και καλλιτεχνών λόγω του γιγαντιαίου μεγέθους των περιεχομένων της Βίβλου. Το 2011 ερευνητές στο μουσείο του Brooklyn μετέφρασαν στα Αγγλικά μία συγκεκριμένη αφύσικη έκδοση που ήταν χαραγμένη και στις δύο πλευρές. Η χρονολόγηση το τοποθετεί μεταξύ του 1620 Π.Χ και 1430 Π.Χ. Αυτή η ασυνήθιστη Βίβλος των Νεκρών βρίσκεται στον Θάλαμο του μουσίου που περιέχει τις Μούμιες. Στο ίδιο μουσείο μπορεί κάποιος να δει τον Πάπυρο του Άνι που περιγράψαμε στην αρχή του άρθρου.

Ο Σκοπός ύπαρξης της Βίβλου των Νεκρών γίνεται καλύτερα κατανοητός αν ερευνηθεί κάτω από το πρίσμα της θεωρίας της Αέναης Ζωής. Ένας σημαντικός περιορισμός που αφορά την Ανάλυση της Θρησκείας της Αρχαίας Αιγύπτου είναι το γεγονός πως είναι δύσκολο για κάποιον να εκθέσει τις ιδέες και τις πεποιθήσεις του πολιτισμού με μία βεβαιότητα, αφού καθώς αναπτυσσόταν ο πολιτισμός διαμορφωνόταν κατάλληλα και η θρησκευτική ιδέα αποδίδοντας έτσι διαφορετικές ερμηνείες κάθε φορά. Μία πεποίθηση όμως που διαμόρφωσε ολόκληρη την μεταμόρφωση της Αιγυπτιακής Θρησκείας ήταν η πεποίθηση πως σε κάποιο σημείο μετά τον θάνατο, η ψυχή ή ένα αιθερικό κομμάτι του ατόμου επιστρέφει στην ζωή. Για αυτή την ίδια πεποίθηση οι αρχαίοι Αιγύπτιοι μεριμνούσαν ώστε να διατηρηθεί το κορμί του Νεκρού κατά την ταφή του. Ανάλογα την περίοδο, αυτή η διαδικασία συμπεριελάμβανε το βαλσάμωμα του Νεκρού και της τοποθέτησης του σώματος σε ένα θάλαμο μέσα στον οποίο χαράσσονταν τα περιεχόμενα της Βίβλου των Νεκρών, έτσι ώστε η Ψυχή να βρει τον δρόμο της προς τον Πνευματικό παράδεισο και έπειτα την ενσάρκωση ξανά.

Επιπρόσθετα οι Ιερείς αλλά και τα μέλη του θανόντα προσεύχονταν και πραγματοποιούσαν λιτανίες κατά την ταφή. Όλα αυτά τα τελετουργικά ήταν συμβολικής φύσης, αποτυπώνοντας την μεταβατική κατάσταση στην οποία εισχωρούσε ο νεκρός, την μετάβαση από την φυσική ύπαρξη που ήταν γνωστή ως Khat, στην άυλη φύση του Όλον που περιγράφεται μέσα στις γραφές καθώς η Ψυχή πραγματοποιεί το ταξίδι της ανύψωσης μέσα από τον κάτω κόσμο. Στην εισαγωγή του στον Πάπυρο του Άνι, ο Σερ Γουάλις Μπάτζ αναφέρει με λεπτομέρειες αυτά τα μέρη, με το πρώτο να είναι η καρδιά ή Ka, για την διατήρηση του οποίου οι οικείοι άφηναν πληθώρα φαγητού στον Τάφο. Το επόμενο είναι η ψυχή, ή Ba που παραδόξως είναι ένα ενυπόστατο όπως είναι τα υπόλοιπα μέλη του σώματος. Άλλες πτυχές είναι η Σκιά ή khaibit, η Διάννοια ή khu, η μορφή ή η φυσική μουμιοποίηση του σώματος που αποκαλείται sekhem και τέλος το Ren που είναι το όνομα του ανθρώπου. Σύμφωνα με μερικά αρχαία κείμενα ο Παράδεισος στον οποίο ήθελαν να ανέλθουν οι Ψυχές ήταν στον Ουρανό και η πρόσβασή του πραγματοποιούταν μέσα από μία σκάλα, ενώ άλλα κείμενα αναφέρουν πως ήταν μέσα από ένα τεράστιο κενό στα βουνά της Άβυδου στην Αίγυπτο. Όμως ο υπέρτατος προορισμός ήταν η περιοχή του Tuat, ή ο Κάτω Κόσμος (Budge 1895).

Η Βίβλος των Νεκρών περιέχει πληθώρα από μαγικά ξόρκια, τα οποία ο ιδιοκτήτης της θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για να βοηθηθεί στην αναζήτηση της μετά θάνατον ζωής. Το ταξίδι αυτό είναι επικίνδυνο με πολλούς τρόπους, και επέρχεται κατά τους Αιγύπτιους μέσα από τις αναμετρήσεις με ζοφερά πλάσματα και άλλες υπερφυσικές οντότητες. Η Βίβλος των Νεκρών θεωρούταν ένα απαραίτητο εργαλείο για την επικράτηση αυτών των υπερβατικών αναμετρήσεων και την επίτευξη της ανύψωσης της Ψυχής προς την επόμενη ζωή. Η Χρήση της Μαγείας ήταν καθ’ όλα νόμιμη στην Αρχαία Αίγυπτο (heka). Εκείνος που γνώριζε το όνομα κάποιας υπερφυσικής οντότητας κατείχε και τις δυνάμεις της, και για αυτό τον λόγο η Βίβλος των Νεκρών περιείχε αρκετά από τα ονόματα των Δαιμονικών οντοτήτων που θα αντιμετώπιζε η Ψυχή του Νεκρού στην νεκρική περιπλάνησή της.

Η Αιγυπτιακή Βίβλος των Νεκρών έχει μεγάλη σημασία ως κείμενο, αφού είναι το Πρώτο θρησκευτικό κείμενο που περιέχει πεποιθήσεις σχετικά με την ζωή μετά τον Θάνατο του ανθρώπου, μία αναζήτηση που συνεχίζεται ακόμα και στις ημέρες μας, αφού το ταξίδι της Ψυχής του ανθρώπου είναι ένα ταξίδι που σαγηνεύει όλους όσους πιστεύουν πως ο άνθρωπος είναι ένα Ον υπερβατικό, και πως ο Θάνατος δεν είναι το τέλος, παρά η αρχή μίας επόμενης ζωής.

Να απαλλαγούμε από τα βαρίδια που μας βυθίζουν

Όταν πέσεις σε ένα ποτάμι, η έμφυτη ανάγκη για επιβίωση θα υπερνικήσει τον φόβο της πτώσης και θα ψάξεις να βρει διέξοδο. Απλή λογική. Όσο πιο πολύ παραμένεις βυθισμένος στα νερά, τόσο περισσότερο θα αποκαρδιώνεσαι, θα τα παρατάς και στο τέλος θα πνιγείς.

Κάπως έτσι γίνεται και στην καθημερινότητα μας. Βυθιζόμαστε από τα βαρίδια που κρατάμε συνεχώς μαζί μας. Τα προβλήματά μας, τα άγχη μας, τις αρνητικές μας σκέψεις, τα κατάλοιπα αποτυχημένων σχέσεων.

Όταν βγούμε από το ποτάμι ποτέ δε θα είμαστε οι ίδιοι με όταν μπήκαμε. Κάτι μας έχει αγγίξει, μας έχει αλλάξει, όσο κι αν αυτό δεν φαίνεται. Έτσι συμβαίνει και με κάθε σχέση που βιώνουμε στη ζωή μας. Με κάθε άνθρωπο που περνάει από αυτή. Μας επηρεάζει όσο κι αν δεν το βλέπουμε.

Μεγαλώνοντας, μαζεύοντας εμπειρίες και στιγμές, αυξάνουμε τις αποσκευές που κουβαλάμε μαζί μας. Είναι αυτές όμως που μας βουλιάζουν σε κάθε νέο ποτάμι που θέλουμε να μπούμε, σε κάθε νέα περιπέτεια που επιζητάμε να δοκιμάσουμε. Γιατί δεν μπορείς να ξεκινήσεις ένα καινούργιο ταξίδι με γεμάτες αποσκευές. Χρειάζεται να τις αδειάσουμε για να έχουμε χώρο να τις γεμίσουμε με νέες εμπειρίες, αναμνήσεις και συναισθήματα.

Συχνά κάνουμε το λάθος να μένουμε προσκολλημένοι σε παρελθοντικά τραύματα και να δυσκολευόμαστε να απαλλαγούμε από αυτά, κομίζοντας παράλληλα το φόβο πως θα ξανασυναντήσουμε κάτι παρόμοιο στο μέλλον. Είναι σαν η προκατάληψη αυτή να προ(σ)καλεί ένα τέτοιο γεγονός να συμβεί και τότε απογοητευόμαστε περισσότερο που είχαμε προβλέψει μια τέτοια (αυτοεκπληρούμενη) ‘προφητεία’.

Λένε πως η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση, και στην προσπάθεια μας να μην επαναλάβουμε παλιές, κακές στιγμές διαλέγουμε να αποφύγουμε τη σύγκρουση ολωσδιόλου. Έτσι δεν διαχειριζόμαστε καν ακόμα και το ελάχιστο πρόβλημα που μπορεί να εμφανιστεί ώστε να το εξαλείψουμε σταδιακά. Επιλέγουμε να χτίσουμε τείχη για να προστατευτούμε, αλλά έτσι κλείνουμε έξω την ίδια τη ζωή και απομονώνουμε τον εαυτό μας από κάθε τι ωραίο που θα μπορούσαμε να ζήσουμε.

Διαχωρίζουμε την λογική και το συναίσθημα σε αντίπαλα στρατόπεδα και πιστεύουμε πως μπορούμε να τιθασεύσουμε την καρδιά να υπακούει το μυαλό. Αν όμως χρησιμοποιήσουμε τη λογική για να δημιουργήσουμε αυτή την αξεπέραστη ένταση που τρέφει τη ζωή μας – το συναίσθημα – δε θα ήταν ένα ρίσκο που αξίζει να πάρουμε; Αν δούμε πως οι σκέψεις και τα αισθήματά μας αλληλοσυμπληρώνονται και ενισχύονται, δε θα ήταν πιο υγιές; Γιατί αν δεν τολμήσουμε να κάνουμε τη βουτιά, δε θα μάθουμε ποτέ αν τα νερά ήταν καλύτερα για μας. Δε θα μπορέσουμε ποτέ να απαλλαγούμε από τα βαρίδια στη ψυχή μας και να αφήσουμε τις αχτίδες φωτός να εισχωρήσουν στο κέλυφος στο οποίο έχουμε κλειστεί.

Οι συνθήκες για να συμβεί κάτι ποτέ δε θα είναι κατάλληλες. Απόφαση χρειάζεται.

Γιατί εύκολα λέμε πολλά, ακόμα και στον ίδιο μας τον εαυτό. Οι θεωρίες όλες εύκολες είναι.

Οι πράξεις όμως είναι αυτές που μετράνε.

Να ζείτε ευτυχισμένοι και με αρμονία τη ζωή που εσείς επιλέξατε να ζήσετε και όχι οι άλλοι για εσάς

Στο σπίτι σας έμαθαν να έχετε καλούς τρόπους. Να μιλάτε στον πληθυντικό στους μεγαλύτερους και να λέτε «ευχαριστώ» όταν σας προσφέρουν κάτι. Στο σχολείο σας δίδαξαν πώς να διαβάζετε καθαρά, να γράφετε ευανάγνωστα και να κάνετε με ακρίβεια αριθμητικές πράξεις. Μεγαλώσατε και διαπιστώσατε πως τα εφόδια που λάβατε από τα διάφορα κοινωνικά περιβάλλοντα δεν σας εξασφάλιζαν το πολυπόθητο εισιτήριο για το νησί της ευτυχίας. Τι είναι, άραγε, εκείνο που σας κρατά πίσω;

Ένα εγχειρίδιο για τις βασικές δεξιότητες της ζωής

Όλα ξεκινούν από μια επιθυμία λοιπόν. Θα θέλατε να κερδίσετε την εύνοια του προϊσταμένου, τη δημοφιλία στις παρέες, την αγάπη ενός πιστού συντρόφου. Ποιο κομμάτι του παζλ όμως σας λείπει; Η αλήθεια είναι πως η επιτυχία αποτελεί απλώς το σημείο εκκίνησης. Ο Οδυσσέας λαχταρούσε την Ιθάκη και αναμφισβήτητα το ταξίδι ουδέποτε θα ξεκινούσε αν δεν ποθούσε την πατρίδα του. Ωστόσο, για να αντιμετωπίσει στα ίσα μυθικά τέρατα, παραπλανητικές σειρήνες και την οργή του θεού Ποσειδώνα, χρειάστηκε κάτι πολύ περισσότερο από μια μεγάλη ιδέα. Χρειάστηκε θέληση!

Θέλω! Πιστεύω! Μπορώ!

Για να το καταλάβετε καλύτερα, σκεφτείτε τον εαυτό σας ως δρομέα Ολυμπιακών Αγώνων. Η αγάπη σας για το τρέξιμο σας ώθησε στην ενασχόλησή σας με το άθλημα και στη διάθεση να επενδύσετε χρόνο σε αυτό. Εντούτοις, ήταν η πίστη στις δυνατότητές σας εκείνη που σας ενθάρρυνε να αντεπεξέλθετε στον σκληρό ανταγωνισμό και τελικά να αναδειχθείτε ανάμεσα σε τόσους. Και αν τώρα περήφανα χαιρετάτε το κοινό από το βάθρο του νικητή, τίποτε άλλο δεν σας εκτόξευσε εκεί από το πείσμα σας να τα καταφέρετε, από το ηχηρό «μπορώ» του υποσυνειδήτου σας.

Τα εμπόδια που βάζετε στον εαυτό σας

Ας υποθέσουμε τώρα πως ο στίβος ισοδυναμεί με την ίδια τη ζωή. Ποια είναι, άραγε, εκείνα τα εμπόδια που ανακόπτουν την εξέλιξή σας; Οι περιοριστικές σας αντιλήψεις ασφαλώς. Το οικογενειακό, σχολικό και μετέπειτα κοινωνικό περιβάλλον σάς μύησαν με εξαιρετική μαεστρία στις αρνητικές σκέψεις, στη διαρκή σύγκριση και στο αίσθημα μειονεξίας. Κοιτάτε τον διπλανό σας και σκέφτεστε: «Αυτός δείχνει πιο άξιος από εμένα. Και, εξάλλου, εγώ έχω και αυτό το ζήτημα της τεμπελιάς.

Επίσης, δεν είμαι όμορφος. Όχι τουλάχιστον σύμφωνα με τα γνωστά πρότυπα ομορφιάς. Και η μαμά μου ανέκαθεν πίστευε πως η φλυαρία μου κουράζει αφόρητα τους γύρω μου». Βάλτε φρένο στους σπόρους αυτοϋπονόμευσης που κάποτε φύτεψαν στο υποσυνείδητό σας. Και επικεντρωθείτε στη σωστή προπόνηση, εκείνη που θα σας στείλει με μαθηματική ακρίβεια στο βάθρο των νικητών.

Στον λαβύρινθο του νου σας

Οι βασικές δεξιότητες της ζωής δεν ισοδυναμούν με το μαγικό τζίνι των αγαπημένων σας παραμυθιών, παρόλο που θα μπορούσαν να αποδειχθούν εξίσου αποτελεσματικές εάν τις αξιοποιήσετε σωστά. Ποιες αποκαλούμε, όμως, δεξιότητες της ζωής; Κλείστε τα μάτια! Σκεφτείτε πως ως άλλος Θησέας έχετε εγκλωβιστεί σε έναν σύγχρονο λαβύρινθο. Η Αριάδνη βρίσκεται διακοπές σε κάποιο εξωτικό νησί και, συνεπώς, μονάχα εσείς μπορείτε να σώσετε την αφεντιά σας. Πώς λοιπόν θα φτιάξετε τον δικό σας παντοδύναμο μίτο;

Κατ’ αρχάς, εξοπλιστείτε με θετική σκέψη. Σε πείσμα των περιστάσεων, εσείς εξασκείστε τον νου στην ελπιδοφόρα πλευρά των γεγονότων, σε εκείνο το φως στην άκρη του τούνελ που λάμπει πάντα. Όλα θα πάνε καλά. Αναλογιστείτε κάθε μικρό ή μεγάλο σας επίτευγμα. Φουσκώστε από υπερηφάνεια. «Μπορώ», ξεστομίστε δυνατά και προχωρήστε μπροστά με θάρρος. Θα έρθουν δύσκολες στιγμές και δαιδαλώδεις διαδρομές. Μην αφήσετε το τερατάκι του άγχους να σας κλέβει ανάσες, να μπερδεύει τα βήματά σας. Ξεγελάστε το, διαχειριστείτε το, δαμάστε το.

Οι διαφορετικές οπτικές της πραγματικότητας

Στον λαβύρινθο, θα συναντήσετε ένα σωρό τύπους. Μάθετε να τους ακούτε με ενσυναίσθηση, να αφουγκράζεστε τις διαθέσεις τους. Και να θυμάστε: Δεν υπάρχει μια αντικειμενική οπτική της πραγματικότητας. Αυτό που για εσάς αντιστοιχεί σε λαβύρινθο για τον διπλανό σας μπορεί να φαντάζει λούνα παρκ. Σεβαστείτε τη διαφορετικότητα και τιμήστε τη μοναδικότητα. Μην υποτιμάτε τη γλώσσα του σώματος, ο Μινώταυρος ουδέποτε θα σας υπολογίσει για άξιο αντίπαλο εάν περπατάτε καμπουριαστοί, αλλά και εσείς δεν θα καταφέρετε να αποκωδικοποιήσετε σωστά τις κινήσεις του αν δεν τον παρατηρήσετε σε βάθος. Και για σκεφτείτε το: Είναι στ’ αλήθεια τόσο κακός ή διατηρεί απλώς τις δικές του ανάγκες και προσδοκίες;

Διεκδικήστε, διαπραγματευτείτε και κατακτήστε τους στόχους σας

Διεκδικήστε. Το δικαίωμα σας στην επιλογή, στην ελευθερία, στα πιο άπιαστα όνειρα. 

Διαπραγματευτείτε. Δείξτε ευελιξία και διπλωματία, μάθετε την αξία σας και φροντίστε να τη μάθει και το περιβάλλον σας. Και ύστερα, θέστε στόχους. Κοιτάξτε βαθιά μέσα σας και φανείτε ειλικρινείς με την ψυχή σας. Τι στ’ αλήθεια επιθυμείτε; Να βγείτε από τον λαβύρινθο ή να πιάσετε φιλίες με τον Μινώταυρο, κερδίζοντας μια θέση δίπλα του; Και μην ξεχνάτε: Μια κλεψύδρα κυλά, υπενθυμίζοντάς σας πως ο χρόνος δεν αντιστοιχεί στην αιωνιότητα. Συνεργαστείτε με το πεπερασμένο και πείστε το να εργαστεί προς όφελός σας.

Η απόφαση της αλλαγής και η δέσμευση στη νέα ζωή

Η απόφαση της αλλαγής και η δέσμευση στη νέα ζωή ξεκλειδώνει για λογαριασμό σας ένα μαγικό σύμπαν, όπου τα απίστευτα λαμβάνουν σάρκα και οστά. Σας ζητά μόνο να αποδεχτείτε την πρόκληση, να χορέψετε το ταγκό της αλλαγής, να λικνιστείτε στον ρυθμό της μεταμόρφωσης. Η νέα ζωή βρίσκεται μια απόφαση μακριά σας και η δέσμευση στην πορεία αποτελεί το εχέγγυο της επιτυχίας σας. Ασφαλώς και θα έρθουν στιγμές που θα λιγοψυχήσετε, θα νοσταλγήσετε τη βολή που ο καναπές των περιοριστικών πεποιθήσεων σας πρόσφερε και θα αναπολήσετε την τηλεόραση της ατέρμονης μιζέριας. Ωστόσο, σκεφτείτε το: Την ταινία της ζωής σας προτιμάτε να τη βλέπετε ή να τη δημιουργείτε;

Συνειδητοποιήστε πως δεν είστε έρμαια των καταστάσεων, αλλά απόλυτοι κυρίαρχοι του πεπρωμένου σας. Εάν αποκτήσετε τη νοοτροπία του νικητή, τα κακεντρεχή σχόλια θα χάσουν μεμιάς τη δύναμή τους πάνω σας και εσείς θα απολαύσετε την πληρότητα σε όλους τους τομείς της καθημερινότητας. Θέλετε να γίνετε ευτυχισμένοι; Ασφαλώς, όπως και κάθε ανθρώπινο πλάσμα.

Πιστεύετε όμως βαθιά μέσα σας ότι αξίζετε την ευτυχία; Η απάντησή σας θα καθορίσει τη συνέχεια. Βλέπετε, όπως πολύ σωστά υπογράμμισε και ο Χένρι Φορντ, «Είτε πιστεύεις ότι μπορείς είτε πιστεύεις ότι δεν μπορείς, έχεις δίκιο». Και εσείς μπορείτε!

Στις χαρές απολαμβάνουμε, στις δυσκολίες μαθαίνουμε

Η ζωή είναι μία αδιάλειπτη εναλλαγή εμπειριών. Ο κύκλος γυρνάει και μέσα στην κίνηση του ανακατεύονται καλές και κακές στιγμές, όμορφες και άσχημες εμπειρίες, συναισθήματα χαράς και λύπης.

Οι περισσότεροι άνθρωποι θα έλεγαν πως η ζωή τους θα ήταν καλύτερη εάν δεν υπήρχαν οι δυσκολίες, πως μακάρι να είχαν έναν μαγικό τρόπο να γυρνούσαν στο παρελθόν και να διόρθωναν τα άσχημα γεγονότα ώστε αυτά να μην συνέβαιναν ξανά- ή ακόμα καλύτερα, να υπήρχε ένα μαγικό ραβδί και να εξαφανιζόταν η θλίψη, η δυστυχία, ο πόνος που βίωσαν. Να είχαν μόνο χαμόγελο και όμορφα πράγματα στη ζωή και την καθημερινότητα τους. Έτσι θα ήταν πραγματικά ευτυχισμένοι.

Σίγουρα κανείς δεν θέλει να πονά και να υποφέρει, τουλάχιστον σε συνειδητό επίπεδο. Κανείς δεν επιλέγει συνειδητά «σήμερα είναι μία καλή μέρα για να υποφέρω!». Όλοι οι άνθρωποι θέλουν τη χαρά και την αποφυγή του πόνου-γιατί ο πόνος φέρνει μαζί του και αρνητικά συναισθήματα και σκέψεις. Φέρνει απογοήτευση, θυμό για τα όσα συμβαίνουν, αμφιβολία για τις αξίες μας, την αίσθηση πως η ζωή μας διαφεύγει, δεν την ζούμε όσο υποφέρουμε. Ο εσωτερικός πόνος είναι ένα «σκοτεινό μέρος» που δεν υπάρχει χαρά και ελπίδα. Είναι όμως πραγματικά έτσι;

«Γιατί να συμβαίνει σε εμένα αυτό;»

Στις δυσκολίες τείνουμε να πιστεύουμε ότι μόνο σε εμάς συμβαίνουν τέτοια περιστατικά, ενώ η χαρά είναι κάτι που μόνο οι άλλοι βιώνουν. Νιώθουμε σαν το βάρος όλου του κόσμου να πέφτει στους ώμους μας και η εσωτερική μας όραση εστιάζεται με επιμονή (και εμμονή) στο αρνητικό. Εκείνες τις στιγμές ξεχνάμε τις οποιεσδήποτε ευλογίες έχουμε, όποιες και αν είναι αυτές- την υγεία μας, τους φίλους μας, ένα σπίτι να μείνουμε, ένα πιάτο φαγητό να φάμε. Ξεχνάμε πως οι δυσκολίες συμβαίνουν σε όλους, μηδενός εξαιρουμένου, σε οποιοδήποτε χρονικό διάστημα της ζωής τους. Εστιαζόμαστε στον πόνο μας και του δίνουμε ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις.

Κανένας δεν είναι μόνος στις δυσκολίες και για αυτό δεν χρειάζεται να συγκρίνουμε την δική μας τωρινή δυσκολία με την τωρινή χαρά ενός άλλου. Στο παρελθόν υπήρξαμε εμείς καλά όταν κάποιος άλλος δεν ήταν, και στο μέλλον θα γίνει πάλι κάτι ανάλογο. Kαι αυτό επειδή οι χαρές και οι δυσκολίες είναι αλληλένδετες καταστάσεις.

«Γιατί να υπάρχουν δυσκολίες;»

Επειδή μέσω των δύσκολων καταστάσεων μαθαίνουμε. Μαθαίνουμε τις αντοχές μας, τις δυνάμεις μας, τις αδυναμίες που έχουμε, τα λάθη που κάνουμε, το πώς να διαχειριστούμε κάτι που νιώθουμε ότι μας υπερβαίνει (και εκεί θα διαπιστώσουμε με έκπληξη πως αυτό που μας φαινόταν ακατόρθωτο να ξεπεραστεί, τελικά ίσως και να μην ήταν έτσι). Βλέπουμε ποιοί είναι οι αληθινοί φίλοι, ποιοί πραγματικά μας αγαπούσαν, από πού μπορούμε να πάρουμε βοήθεια.

Η δυσκολία είναι ο τρόπος να αλλάξουμε, να εξελιχθούμε, να δυναμώσουμε. Αν έρχονταν όλα απρόσκοπτα και τέλεια στη ζωή μας, τότε δεν θα υπήρχε η ανάγκη να ανακαλύψουμε τον εαυτό μας επειδή θα τα είχαμε όλα δεδομένα, όλα εύκολα…και πιθανότατα δεν θα εκτιμούσαμε τίποτα από όλα αυτά. Στις χαρές απολαμβάνουμε και διασκεδάζουμε, στις δυσκολίες όμως μαθαίνουμε και εξελισσόμαστε.

«Δεν μπορώ να ξεπεράσω αυτή τη δύσκολη στιγμή που ζω»

Όλα θέλουν χρόνο, και ίσως αυτό να ακούγεται πολύ κοινότυπο και μη βοηθητικό. Όταν συμβαίνει μία άσχημη κατάσταση είναι ένα σοκ για τον εαυτό μας. Το (φοβισμένο και πληγωμένο) μυαλό επηρεάζει το συναίσθημα και το σώμα και, ανάλογα την κατάσταση, αυτές οι αισθήσεις δεν είναι απαραίτητο πως θα μειωθούν άμεσα και ολοσχερώς. Σε αυτές τις στιγμές χρειάζεται να είμαστε κοντά στον εαυτό μας και να του σταθούμε, όχι να τον αφήσουμε απλώς να υποφέρει και να βυθίζεται στη θλίψη.

Χρειάζεται να θυμόμαστε πως αγαπάμε τον εαυτό μας και στις δυσκολίες, όχι μόνο όταν τα πράγματα πηγαίνουν καλά. Η εσωτερική μας φωνή μπορεί να έχει μάθει να μας κατηγορεί για κάθε τι αρνητικό ή να μας λέει πως όλα είναι δύσκολα και επώδυνα, όμως αυτή η φωνή πηγάζει από φόβο και όχι από την αλήθεια της κάθε κατάστασης. Και η αλήθεια είναι πως δεν μπορούμε να ελέγξουμε τις εξωτερικές καταστάσεις και συνθήκες ώστε να είναι όλα τέλεια. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να ενδυναμώσουμε τον εαυτό μας ώστε να μπορεί να ανταπεξέλθει και να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες που δημιούργησε η δυσκολία.

Αυτό δεν θα γίνει με θυμό, αγανάκτηση και παραίτηση αλλά με την αποδοχή της κατάστασης και του εαυτού. Όλα θα μπορέσουν σταδιακά να αλλάξουν αν παραμείνουμε πιστοί σε εμάς, αγαπήσουμε εμάς, πιστέψουμε σε εμάς και στη δύναμη της ψυχολογικής μας αντοχής και ανθεκτικότητας.

Δεν μας παρατάει η ζωή, εμείς παρατάμε τη ζωή και το μέλλον μας– και μόνο εμείς έχουμε τη δύναμη να το αλλάξουμε αυτό. Αν πιστέψουμε σε εμάς, εάν αγαπήσουμε εμάς, τότε θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να βρούμε τις λύσεις που χρειαζόμαστε για να νιώσουμε χαρά και να επουλώσουμε τις πληγές μας. Σε κάθε παραμύθι, ο ήρωας προχωρά ό,τι και αν συμβεί, γιατί πιστεύει πως μπορεί και θα τα καταφέρει να φτάσει στον στόχο του. Στο δικό μας παραμύθι, ας γίνει ο καθένας ο ήρωας του εαυτού του και ας προχωρήσει στους στόχους του-γιατί μπορεί, στο τώρα, στην κάθε στιγμή.

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ: ΠΛΟΥΤΟΣ

ΠΛΟΥΤΟΣ:          Ακούστε λοιπόν, εγώ είμαι ο Πλούτος, αν κι είχα πάρει απόφαση να σας το κρύψω.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ:       Παμπόνηρε, και γιατί δεν το ‘λεγες τόσο καιρό, πως είσαι ο Πλούτος;
ΚΑΡΙΩΝΑΣ:        Συ είσαι ο Πλούτος και με τέτοια χάλια; Τι λες μωρέ; Εσύ είσαι ο Πλούτος;
ΧΡΕΜΥΛΟΣ:      Ο ίδιος ο Πλούτος;
ΠΛΟΥΤΟΣ:         Ο ίδιος και αυτοπροσώπως.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ:      Πούθε λοιπόν μας ήρθες έτσι βρωμισμένος;
ΠΛΟΥΤΟΣ:         Απ’ τον Πατροκλή (Πλούσιο Αθηναίο που δε λουζότανε απ’ την τσιγγουνιά του) που δε λούστηκε ποτέ απ’ τον καιρό που γεννήθηκε.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ:      Για πες μου τώρα, πώς τα μάτια σου έχασες;
ΠΛΟΥΤΟΣ:         Ο Δίας μου την έσκασε από φθόνο και ζήλια των ανθρώπων. Όταν ήμουν νέος φοβέριζα πως θα πηγαίνω μόνο στους τίμιους τους σοφούς και τους δίκαιους. Τότε μου ‘βγαλε τα μάτια για να μη μπορώ να ξεχωρίζω τους κακούς απ’ τους καλούς. Τόσο ζηλεύει τους καλούς ανθρώπους; (Ο Δίας ήθελε να μην ανταμείβεται η Αρετή στους ανθρώπους γιατί τότε όλοι θα προσπαθούσαν να είναι ενάρετοι από συμφέρον).

ΧΡΕΜΥΛΟΣ:      Και όμως ο Δίας τιμάται απ’ τους δίκαιους και τους καλούς και όχι τους κακούς.
ΠΛΟΥΤΟΣ:         Είμαι σύμφωνος.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ:      Για πες μου. Αν ξάφνου αποχτούσες το φως σου θα έφευγες μακριά απ’ τους κακούς;
ΠΛΟΥΤΟΣ:         Και βέβαια θ’ άφευγα.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ:      Θα πήγαινες στους τίμιους, τους δίκαιους και τους καλούς.
ΠΛΟΥΤΟΣ:         Μα, ούτε λόγος να γίνεται. Παρ’ ότι έχω πολύ καιρό να ιδώ κανένα απ’ αυτούς.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ:      Μα ούτε εγώ που βλέπω, δεν είδα κανένα τίμιο.
ΠΛΟΥΤΟΣ:         Τώρα μάθατε τα δικά μου. Αφήστε με να φύγω.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ:      Όχι για το Θεό. Τώρα ίσα-ίσα σε θέλουμε κοντά μας να σε κρατάμε πιο δυνατά.
ΠΛΟΥΤΟΣ:          Καλά το ‘λεγα πως δύσκολα θα ξεμπέρδευα από σας.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ:       Σε παρακαλώ να μην επιμένεις να φύγεις, γιατί όσο και να ψάξεις δε θα βρεις άλλο καλόβολο άνθρωπο από μένα.
Δεν υπάρχει άλλος από μένα.
ΠΛΟΥΤΟΣ:        Όλοι οι άνθρωποι έτσι λένε. Κι όταν με κάνουν δικό τους και γίνουν πλούσιοι, τότες ξεπερνούνε τα όρια της κακίας και της αδικίας και γίνονται όλοι καθίκια του κερατά.

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ, ΠΛΟΥΤΟΣ

ΠΛΑΤΩΝ: Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ

Πλάτωνα: Η Απολογία του Σωκράτη, 298-30γ, 37ε-38α

Στη διάρκεια της απολογίας του, ο Σωκράτης αποδεικνύει την απόλυτη συνάφεια ανάμεσα στις πεποιθήσεις και τις πράξεις του, υποστηρίζοντας πως ούτε καν για την ελευθερία του θα απαρνιόταν την αποστολή που του ανέθεσε ο θεός και το υπέρτατο καλό για έναν άνθρωπο, δηλαδή τη διαρκή δοκιμασία της ορθότητας των δικών του πεποιθήσεων και των πεποιθήσεων των άλλων. Απόδειξη συνάφειας και ταυτόχρονα μια πράξη θάρρους, από τη στιγμή που ο Σωκράτης έχει επίγνωση πως δύσκολα «οι Αθηναίοι» στους οποίους απευθύνεται θα πιστέψουν ότι είναι ειλικρινής.

Αν, λοιπόν, παρ’ όλα αυτά, με αφήνατε ελεύθερο, μη πιστεύοντας τον Άνυτο, και μου λέγατε: «Σωκράτη, εμείς δεν θα πιστέψουμε τον Άνυτο και θα σε αφήσουμε ελεύθερο, με τον εξής όμως όρο, ότι δεν θα περνάς πια την ώρα σου εξετάζοντας έτσι τους ανθρώπους και φιλοσοφώντας. Και αν συλληφθείς να το κάνεις αυτό, θα πεθάνεις». Αν, λοιπόν, όπως είπα, με αυτόν τον όρο με αφήνατε ελεύθερο, θα σας απαντούσα όχι: «Εγώ, άντρες Αθηναίοι, σας εκτιμώ και σας αγαπώ, αλλά θα υπακούσω στον θεό και όχι σε εσάς, και όσο αναπνέω και μπορώ, δεν θα πάψω να φιλοσοφώ και να σας συμβουλεύω και να εκφράζω την άποψή μου σε όποιον από εσάς τυχαίνει κάθε φορά να συναντώ, λέγοντάς του αυτά ακριβώς που συνήθιζα να λέω, ότι: “Εσύ, καλύτερος απ’ όλους, όντας Αθηναίος πολίτης της πιο μεγάλης και της πιο φημισμένης για τη σοφία της και τη δύναμή της πόλης, δεν ντρέπεσαι να φροντίζεις για τα πλούτη, πώς θα αποκτήσεις περισσότερα, για τη δόξα και τις τιμές, ενώ δεν ενδιαφέρεσαι για την ευφυΐα σου και την αλήθεια και την ψυχή σου;” Και αν κάποιος από εσάς αμφισβητεί τα λόγια μου και πει ότι φροντίζει και γι’ αυτά, δεν θα τον αφήσω αμέσως να φύγει, ούτε θα φύγω κι εγώ, αλλά θα του κάνω ερωτήσεις και θα τον εξετάσω και θα τον ελέγξω, και αν μου φανεί ότι δεν κατέχει την αρετή, παρόλο που ισχυρίζεται το αντίθετο, θα τον επιπλήξω που νοιάζεται τόσο λίγο για τα πιο σημαντικά και τόσο πολύ για τα πιο ασήμαντα. Αυτό θα κάνω σε όποιον τύχει να συναντήσω, νέο ή γέρο, ξένο ή συμπολίτη μας, και κυρίως σε εσάς, τους συμπολίτες μας, που νιώθω πιο κοντά μου.

Γιατί αυτά με προστάζει ο θεός, το ξέρετε καλά, και πιστεύω ότι μέχρι τώρα δεν έχει υπάρξει μεγαλύτερο αγαθό για εσάς στην πόλη από αυτή την υπηρεσία μου προς τον θεό. Γιατί περιφέρομαι χωρίς να κάνω τίποτε άλλο από το να σας πείθω, νεώτερους και πιο ηλικιωμένους, να μη φροντίζετε ούτε για τα σώματά σας ούτε για τα χρήματά σας με τόσο πάθος, παρά μόνο για την ψυχή σας, ώστε να γίνει καλύτερη, λέγοντας: “Στους ανθρώπους, η αρετή δεν πηγάζει από τα χρήματα, αλλά από την αρετή ο πλούτος, μαζί με όλα τα άλλα αγαθά, δημόσια και ιδιωτικά”. Αν τα λόγια μου αυτά διαφθείρουν τους νέους, τότε είναι βλαβερά, αλλά, αν κάποιος ισχυρίζεται ότι εγώ λέω άλλα, δεν λέει την αλήθεια. Ως προς αυτά, θα έλεγα, “άντρες Αθηναίοι, είτε ακούσετε τον Άνυτο είτε όχι, είτε με αφήσετε ελεύθερο είτε όχι, εγώ δεν πρόκειται να αλλάξω συμπεριφορά, ακόμα και αν έπρεπε να πεθάνω χίλιες φορές”».

Θα μπορούσε ίσως να μου πει κανείς «Μα δεν μπορείς. Σωκράτη, να φύγεις από εδώ και να ζήσεις ήσυχα σωπαίνοντας;». Αυτό ακριβώς είναι πολύ δύσκολο να τo εξηγήσω σε μερικούς από εσάς. Γιατί, αν σας πω ότι αυτό είναι σαν να παρακούω τον θεό και για τον λόγο αυτόν είναι αδύνατον να ζω ήσυχος, δεν θα με πιστέψετε νομίζοντας ότι σας ειρωνεύομαι.

Αν πάλι σας πω ότι είναι υπέρτατο αγαθό για τον άνθρωπο, να μιλά κάθε μέρα για την αρετή και για τα άλλα για τα οποία με ακούτε να συζητώ, εξετάζοντας τον εαυτό μου και τους άλλους, ενώ μια ζωή χωρίς να τα εξετάζει κανείς αυτά είναι ζωή που δεν αξίζει να τη ζει ο άνθρωπος, τότε θα με πιστέψετε ακόμα λιγότερο.

ΔΕΣ: Απολογία Σωκράτους (Πλάτων)

Nietzsche: Το επωφελές και το επιβλαβές της ιστορίας για τη ζωή

Φρειδερίκος Νίτσε: 1844-1900

Η βούληση για ζωή και η Ιστορία

§1

Εισαγωγικές παρατηρήσεις

Ι. Από τα πρώτα ήδη βήματα της πολυκύμαντης στοχαστικής του πορείας μέσα στη ζωή, ο Νίτσε επιχείρησε να σκεφτεί την τελευταία ως ό,τι το πιο πολύτιμο, καταφατικό, μεστό ενέργειας καταστασιακό του Είναι. Με δημιουργικό πάθος συνάπτει τη ζωή με τη ζωτικότητα της παροντικής ύπαρξης του ανθρώπου και με αφετηρία μια τέτοια προ-οπτική επιδίδεται στη φιλοσοφική αξιολόγηση της ιστορίας: δοκιμάζει να διαγνώσει πόσο η τελευταία ωφελεί ή βλάπτει την ανθρώπινη ζωή, δηλαδή κατά πόσο επιτρέπει να αναπτύσσεται η βούληση για ζωή με την εξής έννοια: να εκδηλώνεται ελεύθερα και αποφασιστικά στο παρόν η βουλητική ενέργεια του ατόμου· και προς τούτο να ενθαρρύνεται η πηγαία έκφραση του ενστίκτου μέσα από τη δημιουργική πρόσληψη στο παρόν της ιστορικής γνώσης. Η ιστορία, ως ιστορική γνώση κυρίως, είναι κάτι σημαντικό για τον άνθρωπο, αλλά όχι πάντα χωρίς κινδύνους. Έχει μέγιστη αξία, για τον Γερμανό φιλόσοφο, η στάση του ίδιου του ανθρώπου απέναντι στην ιστορικότητα του Είναι του. Το θέμα είναι πώς ο καθένας μας χωριστά, αλλά και ο ένας ή ο άλλος θεσμικός –πρωτίστως ακαδημαϊκός– παράγοντας/φορέας του κράτους διαβάζει την ιστορία: στέκεται δηλαδή προγονοπληκτικά απέναντι στο παρελθόν και παραδίδει τη σκέψη του σε έναν σκληρά μετα-φυσικό ιστορικισμό ή αναζωογονεί το παρόν μέσα από τη σωστή αξιοποίηση του ιστορικού στοιχείου; Η πρώτη οδός σκέψης μεταποιεί τον εαυτό του ανθρώπου σε δουλικό εξάρτημα μιας απολυτοποίησης του ιστορικού παρελθόντος, άκρως υπηρετικής των ωφελιμιστικών σκοπών του κράτους, νοούμενου ως μηχανισμού βίας και ως αγελαίου παράγοντα καταστολής κάθε πηγαίου ενστίκτου της ανθρώπινης ύπαρξης Η δεύτερη τον απελευθερώνει από τη λογική και την οπτική της αγοραίας μάζας, στην οποία ανήκουν, για τον φιλόσοφο, τόσο οι άβουλοι υπήκοοι των διαφόρων κομματικών, πολιτικών, κρατικών μηχανισμών όσο και οι εξίσου άβουλοι επιτελείς τους.

ΙΙ. Το μεγαλείο και η δημιουργική πράξη της ανθρώπινης ύπαρξης βρίσκεται για τον Νίτσε πέρα από την πρόσκαιρη επιτυχία, που έχει ως βάση της μια τέτοια μάζα. Θα υπάρξουν εκείνες οι ευ-λογημένες στιγμές, μας λέει ο βαθύνους αυτός φιλόσοφος, που η ιστορία δεν θα πνίγεται μέσα στη μαζική κουλτούρα, αλλά θ’ ασχολείται με τους γίγαντες της ιστορίας· αυτούς που μέσα στο αιώνιο γίγνεσθαι αποτελούν τη γέφυρα, από όπου ο άνθρωπος χρωστά να περάσει το ρεύμα της ζωής του. Τέτοιοι γίγαντες δεν προσφέρονται για ιδεολογική χειραγώγηση, εκ μέρους των προαναφερθέντων μηχανισμών, του αθώου λογισμού των νέων ανθρώπων και γενικότερα των ανθρώπων του εκάστοτε παρόντος. Στο παρακάτω κείμενο, ο Νίτσε συζητά για την αναγκαιότητα του ιστορικού στοιχείου εντός λελογισμένων ορίων· συναφώς, για το πώς πρέπει να το προσλαμβάνουμε συνδυαστικά με το ανιστορικό στοιχείο, δηλαδή με το στοιχείο του παρελθόντος που πρέπει να περνά ορισμένως στη λήθη, δηλαδή που δεν πρέπει να μεταφέρεται εγκεφαλικά και αταίριαστα στο παρόν, με τρόπο δηλαδή που να καταπνίγει κάθε ζωτικότητα του τελευταίου. Αφετηρία του φιλοσοφικού του προβληματισμού είναι η σύγκριση της αγωνιώδους ανθρώπινης ύπαρξης με την ελεύθερη από τα δεσμά της ορισμένης ιστορίας ζωή των ζώων. Μέσα από μια τέτοια σύγκριση αναβιβάζεται ο Νίτσε βαθμιαία σε πρωτότυπες θεωρήσεις της ανθρώπινης ζωής.

§2 Κείμενο

«Κοίτα την αγέλη που βόσκει περνώντας μπροστά σου: δεν γνωρίζει τι είναι χθες ή σήμερα· αναπηδά εδώ και εκεί, τρώει, ξαπλώνει, χωνεύει, αναπηδά και πάλι, και το ίδιο από το πρωί ως το βράδυ κι από μέρα σε μέρα, στενά δεμένη με τις ευχαριστήσεις και τις δυσαρεστήσεις της, προσδεμένη δηλαδή στον πάσαλο της στιγμής και γι’ αυτό δεν είναι ούτε βαρύθυμη ούτε μπουχτισμένη. Είναι σκληρό για τον άνθρωπο να βλέπει αυτό, γιατί μπορεί να υπερηφανεύεται για τον εαυτό του ότι είναι άνθρωπος και όχι ζώο, ωστόσο ατενίζει ζηλόφθονα την ευτυχία του ζώου –γιατί αυτός δεν θέλει τίποτε άλλο παρά να ζει όπως το ζώο: ούτε να μπουχτίζει ούτε να πονάει· κι όμως μάταια το θέλει, γιατί δεν το επιθυμεί όπως κάνει το ζώο. Ο άνθρωπος, πράγματι, ρωτάει καμιά φορά το ζώο: γιατί δεν μου μιλάς για την ευτυχία σου, αλλά με κοιτάζεις μονάχα; Το ζώο θέλει κι αυτό να απαντήσει και να πει: «τούτο συμβαίνει, επειδή πάντοτε ξεχνώ αμέσως ό,τι ήθελα να πω» –μα έλα που το ζώο τότε ξέχασε ήδη αυτή την απάντηση και παρέμεινε σιωπηλό, έτσι ώστε ο άνθρωπος να μείνει μόνο με την απορία.

Αλλ’ αυτός απορεί και με τον ίδιο του τον εαυτό, που δεν είναι ικανός να μάθει να ξεχνά και πάντοτε κρέμεται από το παρελθόν: όσο κι αν τρέξει μακριά, όσο κι αν τρέξει γρήγορα, τρέχει μαζί του και η αλυσίδα. Είναι κάτι το εκπληκτικό: η στιγμή, που στο πει και φει είναι εδώ, στο πει και φει και παρελθούσα, πριν ένα μηδέν και μετά πάλι ένα μηδέν, παρ’ όλα αυτά έρχεται ξανά σαν φάντασμα και διαταράσσει την ηρεμία μιας επόμενης στιγμής. Διαρκώς αποδεσμεύεται ένα φύλλο από το ρολό του χρόνου, ξεφεύγει, φτερουγίζει μακριά –και ξαφνικά φτερουγίζει πάλι πίσω, στην αγκαλιά του ανθρώπου. Ο άνθρωπος λέει τότε «θυμάμαι» και ζηλεύει το ζώο που αμέσως ξεχνάει και το οποίο βλέπει την κάθε στιγμή πραγματικά να πεθαίνει, να βυθίζεται πίσω στην ομίχλη και στη νύχτα και να σβήνει για πάντα. Κατ’ αυτό τον τρόπο, το ζώο ζει ανιστορικά: γιατί απορροφάται μέσα στο παρόν, όπως ένας αριθμός, χωρίς να αφήνει ως υπόλοιπο ούτε ένα αλλόκοτο κλάσμα· δεν ξέρει να προσποιείται, δεν κρύβει τίποτα και σε κάθε στιγμή εμφανίζεται έτσι όπως ακριβώς είναι· δεν μπορεί συνεπώς να είναι τίποτε άλλο παρά τίμιο. Ο άνθρωπος, απεναντίας, εναντιώνεται στο μεγάλο και ολοένα μεγαλύτερο βάρος του παρελθόντος: αυτό τον συνθλίβει και τον κάνει να κάμπτεται, καθιστά τον δρόμο του δύσκολο, σαν ένα αόρατο και σκοτεινό φορτίο, που μπορεί για το θεαθήναι να το αρνείται καμιά φορά και που στη συναναστροφή του με τους ομοίους του ευχαριστιέται να το απαρνιέται: για να τους αφυπνίζει τη ζήλεια τους. Γι’ αυτό συγκινείται, σαν να θυμόταν έναν χαμένο παράδεισο, όταν βλέπει την αγέλη που βόσκει ή, με πιο οικεία εγγύτητα, το παιδί, που δεν έχει κανένα ακόμη παρελθόν να απαρνηθεί και ανάμεσα στους φράχτες του παρελθόντος και του μέλλοντος παίζει μέσα σε μια κατάσταση τρισευτυχισμένης τυφλότητας. Και όμως το παιγνίδι του πρέπει να διαταραχθεί: θα κληθεί πάρα πολύ γρήγορα να αφήσει πίσω του τη λησμοσύνη. Τότε θα μάθει να κατανοεί τη λέξη «ήταν», εκείνη τη συνθηματική λέξη, με την οποία ο αγώνας, ο πόνος και η βαρεμάρα πλησιάζουν τον άνθρωπο, για να του θυμίζουν, τι είναι κατά βάθος η ύπαρξή του –ένας παρατατικός που ποτέ δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί. Και όταν ο θάνατος στο τέλος φέρνει την πολυπόθητη λησμονιά, την ίδια στιγμή υπεξαιρεί έτσι το παρόν και την ύπαρξη και βάζει, μ’ αυτό τον τρόπο, τη σφραγίδα του πάνω σε εκείνη τη γνώση, που μας λέει πως η ύπαρξη δεν είναι παρά μια αδιάκοπη ζωή στο παρελθόν, ένα πράγμα που αντλεί τη ζωή του από την απάρνηση του ίδιου του εαυτού του και από την κατασπάραξή του, από την αυτό-αντίφασή του.

Εάν, υπό οποιαδήποτε έννοια, είναι μια ευτυχία ή η επιδίωξη μιας νέας ευτυχίας εκείνο που κρατά γερά τον ζωντανό στη ζωή και τον ωθεί περαιτέρω να συνεχίσει να ζει, τότε κανένας ίσως φιλόσοφος δεν δικαιώνεται περισσότερο από τον κυνικό: διότι η ευτυχία του ζώου, που είναι ο εντελής Κυνικός, αποτελεί τη ζωντανή απόδειξη για το δίκιο του Κυνισμού. Η ελάχιστη ευτυχία, εάν είναι μόνο χωρίς διακοπή παρούσα και κάνει κάποιον ευτυχισμένο, είναι ασύγκριτα περισσότερη ευτυχία απ’ ό,τι η μέγιστη, που δεν έρχεται παρά ως ένα επεισόδιο, κάτι σαν ευθυμία, σαν ξέφρενη εισβολή στη ζωή της απόλυτης δυσθυμίας, του πόθου και της στέρησης. Στην ελάχιστη όμως ευτυχία, καθώς και στη μέγιστη, υπάρχει πάντοτε Ένας τρόπος, με τον οποίο η ευτυχία γίνεται ευτυχία: η δυνατότητα να ξεχνά κανείς ή, για να το εκφράσουμε με πιο λόγιο τρόπο, η ικανότητα, για όσο διαρκεί η ευτυχία, να αισθάνεται ανιστορικά. Εκείνος που δεν μπορεί να καθίσει στο κατώφλι της στιγμής, ξεχνώντας όλα από το παρελθόν, εκείνος που δεν είναι ικανός να σταθεί σε ένα σημείο, όπως μια θεά της νίκης χωρίς ίλιγγο και φόβο, ποτέ δεν θα μάθει τι είναι η ευτυχία και ακόμα χειρότερα: δεν θα πράξει ποτέ κάτι που να κάνει τους άλλους ευτυχισμένους. Φανταστείτε το πιο ακραίο παράδειγμα: έναν άνθρωπο, που δεν θα διέθετε καθόλου τη δύναμη να ξεχνά, που θα ήταν καταδικασμένος να βλέπει παντού ένα γίγνεσθαι: ένας Τέτοιος δεν πιστεύει πλέον στο δικό του Είναι, δεν πιστεύει πλέον στον εαυτό του, βλέπει τα πάντα να ρέουν χωριστά το ένα από το άλλο σε κινούμενα σημεία και χάνεται μέσα σε τούτο το ρεύμα του γίγνεσθαι: τελικά, όπως ο αφοσιωμένος μαθητής του Ηράκλειτου, μόλις και μετά βίας θα τολμά πια να σηκώνει το δάκτυλο. Η λήθη ανήκει σε κάθε πράξη: ακριβώς όπως στη ζωή των οργανικών όντων δεν ανήκει μόνο το φως, αλλά και το σκοτάδι. Ένας άνθρωπος, που θα ήθελε να αισθάνεται εντελώς και μόνο ιστορικά, θα έμοιαζε με εκείνον που θα αναγκαζόταν να απέχει από τον ύπνο ή με το ζώο, που θα έπρεπε να ζει μόνο με μηρυκασμό και διαρκώς επαναλαμβανόμενο μηρυκασμό. Άρα: είναι δυνατόν να ζει κανείς σχεδόν χωρίς αναμνήσεις, και μάλιστα να ζει ευτυχισμένος, όπως δείχνει το ζώο· είναι όμως εντελώς και απόλυτα αδύνατο, να ζει χωρίς να ξεχνά. Ή για να εκφραστώ ακόμα πιο απλά για το θέμα μου: υπάρχει ένας βαθμός αϋπνίας, μηρυκασμού, ιστορικής αίσθησης, που προκαλεί βλάβη στο ζωντανό ον και τελικά το καταστρέφει είτε αυτό είναι ένας άνθρωπος είτε ένας λαός είτε ένας πολιτισμός»[1].

§3 Ερμηνεία –Σχολιασμός

1. Το ζώο, όπως περιγράφεται εδώ, ζει μέσα στο χρόνο, είναι δηλαδή πιασμένο μέσα στο παρόν, ως ένα καθαρά φυσικό ον. Δεν έχει, ως εκ τούτου, καμιά εμπειρία του χρόνου, καθώς δεν μπορεί να διαφοροποιείται και να αποστασιοποιείται σε σχέση μ’ αυτόν. Και τούτο γιατί ανήκει στη φύση του η λησμοσύνη, που φροντίζει, σε τελευταία ανάλυση, για την ευτυχία του. Με άλλα λόγια, το ζώο ενδιαφέρει τον Νίτσε ως ένας παράγοντας ζωής, που αντλεί, ως επί το πλείστον, τη ζωτικότητά του από το ένστικτο και δεν αποδυναμώνεται μέσα σε μνημονικά τεχνάσματα, μνημονικές εξαρτήσεις από λογικισμούς, υπολογισμούς, αξιολογήσεις, αξιοθετήσεις ιστοριογραφικής υφής. Σημειώνει σε άλλο κείμενό του ο φιλόσοφος: «εάν η ευτυχία ήταν ο στόχος, τότε τα ζώα θα ήταν παρά πολύ ευτυχισμένα. Ο κυνισμός τους βρίσκεται στη λησμοσύνη: αυτή-εδώ είναι ο συντομώτερος δρόμος προς την ευτυχία, αν και πρόκειται για κάτι που δεν αξίζει πολύ»[2].

2. Τι σημαίνει να είναι κανείς ένα ιστορικό ον; Για να απαντήσει σε ένα τέτοιο ερώτημα συγκρίνει τον άνθρωπο με τα ζώα: με ένα λογοτεχνικό, σχεδόν ποιητικό ύφος, περιγράφει τον καθημερινό τρόπο ζωής μιας αγέλης και με βάση αυτή την περιγραφή αντιθέτει άνθρωπο και ζώο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο απεικονίζει την έννοια του Ιστορικού σε αντίθεση με εκείνη του Ανιστορικού. Τούτη η αντίθεση προκύπτει από τη διαφορετική σχέση του ανθρώπου και του ζώου προς τον χρόνο. Εκκινώντας από τη διαφορετικότητα τούτη, ο Νίτσε παρουσιάζει τον άνθρωπο να ατενίζει την αγέλη των ζώων και να αισθάνεται αμηχανία. Ανήκει κι αυτός σε μια αγέλη ετεροκαθορισμένων στοιχείων, όντων από τις σκιές ενός παρελθόντος ιστορικού βίου.

3. Πιο ειδικά αισθάνεται αμηχανία, επειδή είναι καταδικασμένος να ζει με ιστορικό/ιστοριογραφικό τρόπο (historisch), να σχετίζεται ιστορικά/ιστοριογραφικά με τη ζωή και να υφίσταται τις συνέπειες μιας τέτοιας ζωής, σε αντίθεση με το ζώο που ζει ανιστορικά (unhistorisch). Τα γνωρίσματα της ανιστορικότητας του ζώου εν-τοπίζονται κυρίως στην απουσία μνήμης και οραμάτων για το μέλλον, και ως εκ τούτου στην αποκλειστική του προσκόλληση στο παρόν, στην ελεύθερη ενέργεια της κάθε παροντικής στιγμής: αυτή η πολύτροπη βουλητική δράση εδώ και τώρα είναι που το κρατά μακριά από την υπο-λογιστικότητα, ήτοι λογικότητα του ιστορικού όντος και το απαλλάσσει έτσι από την αγωνιώδη μέριμνα του χρόνου και της ιστορίας, άρα από καθετί που γεμίζει τη ζωή του με βουλιμία, δάκρυα και πόνο.

4. Το γεγονός ότι το ζώο ζει ανιστορικά σε σχέση με τον άνθρωπο, καταπώς σχολιάζει ο Χάιντεγκερ, σημαίνει πως είναι προσδεμένο στη στιγμή, δεν έχει παρελθόν, επομένως μόνιμα και σταθερά ξεχνά[3]. Το γεγονός, απεναντίας, ότι ο άνθρωπος ζει ιστορικά σημαίνει πως δεν μπορεί να ξεχνά, όπως το ζώο, έχει παρελθόν και αντιπαρατίθεται μαζί του, σχετίζεται με αυτό (ό.π.). Το Ιστορικό λοιπόν είναι ο τόπος ή ο χώρος του ανθρώπου ως «animal rationale» (ό.π.), ήτοι ως ζώου έλλογου ή λόγου έχοντος. Ο άνθρωπος, σε αντίθεση με το ζώο, είναι προσδεμένος στην αλυσίδα του παρελθόντος, κρίκος της οποίας είναι και το παρόν. Αλλά τούτο το παρόν είναι η ίδια η ζωή, της οποίας η κάθε σημασία συναρτάται τόσο με τη λήθη όσο και με τη μνήμη του παρελθόντος: λήθη του τεθνεώτος στοιχείου του, των νεκρών του κυττάρων, και μνήμη εκείνων των ζωντανών του κυττάρων, που ανοίγουν νέους ορίζοντες στο παρόν.

5. Η λήθη, η λησμοσύνη (Vergessen), αποτελεί συστατικό στοιχείο της πράξης και γι’ αυτό διατελεί σε ενδοσυνάφεια με την ανάμνηση. Η λήθη, με το προαναφερθέν νόημα, δεν διαγράφει το παρελθόν, αλλά είναι ο άλλος τρόπος αναφοράς σε αυτό. Αυτός ο άλλος τρόπος είναι τόσο απαραίτητος για την παροντική ζωή του ανθρώπου όσο και το σκοτάδι στην εναλλαγή του με το φως ή ο ύπνος με τον ξύπνο. Η απαραίτητη τούτη εναλλαγή εξωτερικά είναι παρούσα και στο ζώο, εσωτερικά όμως προσιδιάζει στον άνθρωπο και μόνο σ’ αυτόν. Ο τελευταίος, επομένως, μπορεί, δυνάμει της λήθης, να ζει και το παρελθόν ως πρακτικό παρόν, ως κάτι που το αφήνουμε να υπάρχει, χωρίς να ξέρουμε πού είναι.

6. Αυτό που εξαρτάται από μας είναι να χαράσσουμε έναν πιο βαρύτιμο, αξιόμαχο δρόμο προς την ευτυχία από εκείνον του ζώου. Πώς; Με το να διατηρούμε, ως ένα βαθμό, την αίσθηση του παρελθόντος, ήτοι την ιστορική αίσθηση, αλλά συγχρόνως και με το να την υπερβαίνουμε. Με ποιο νόημα; Με το να διατηρούμε την ανιστορική αίσθηση, να αξιοποιούμε δηλαδή τη λήθη, για να αφήνουμε την ουσία μας να αναπτύσσει τη βούλησή της ζωντανά, αυθύπαρκτα και ελεύθερα ως παροντική ύπαρξη. Μια υπερβολική εμμονή στο παρελθόν, μια μονοσήμαντη δηλαδή καλλιέργεια της ιστορικής αίσθησης και πλήρης απουσία της ανιστορικής αίσθησης επιδρά επιζήμια στη ζωντανή παρουσία του ανθρώπινου όντος είτε ως ατομικού είτε ως ιστορικού όντος με τη μορφή του λαού και του αντίστοιχου πολιτισμού του.
----------------------
[1] Φρίντριχ Νίτσε: Το Επωφελές και το Επιβλαβές της Ιστορίας για τη ζωή. Εκδ. Ηριδανός 2015, σσ. 48-55.
[2] KSA 7, 694
[3] GA 46, 15.

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία (459a-460a)

[459a] Πῶς οὖν δὴ ὠφελιμώτατοι ἔσονται; τόδε μοι λέγε, ὦ Γλαύκων· ὁρῶ γάρ σου ἐν τῇ οἰκίᾳ καὶ κύνας θηρευτικοὺς καὶ τῶν γενναίων ὀρνίθων μάλα συχνούς· ἆρ᾽ οὖν, ὦ πρὸς Διός, προσέσχηκάς τι τοῖς τούτων γάμοις τε καὶ παιδοποιίᾳ;Τὸ ποῖον; ἔφη.
Πρῶτον μὲν αὐτῶν τούτων, καίπερ ὄντων γενναίων, ἆρ᾽ οὐκ εἰσί τινες καὶ γίγνονται ἄριστοι;
Εἰσίν.
Πότερον οὖν ἐξ ἁπάντων ὁμοίως γεννᾷς, ἢ προθυμῇ ὅτι μάλιστα ἐκ τῶν ἀρίστων;
Ἐκ τῶν ἀρίστων.
[459b] Τί δ᾽; ἐκ τῶν νεωτάτων ἢ ἐκ τῶν γεραιτάτων ἢ ἐξ ἀκμαζόντων ὅτι μάλιστα;
Ἐξ ἀκμαζόντων.
Καὶ ἂν μὴ οὕτω γεννᾶται, πολύ σοι ἡγῇ χεῖρον ἔσεσθαι τό τε τῶν ὀρνίθων καὶ τὸ τῶν κυνῶν γένος;
Ἔγωγ᾽, ἔφη.
Τί δὲ ἵππων οἴει, ἦν δ᾽ ἐγώ, καὶ τῶν ἄλλων ζῴων; ἦ ἄλλῃ πῃ ἔχειν;
Ἄτοπον μεντἄν, ἦ δ᾽ ὅς, εἴη.
Βαβαῖ, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὦ φίλε ἑταῖρε, ὡς ἄρα σφόδρα ἡμῖν δεῖ ἄκρων εἶναι τῶν ἀρχόντων, εἴπερ καὶ περὶ τὸ τῶν ἀνθρώπων γένος ὡσαύτως ἔχει.
[459c] Ἀλλὰ μὲν δὴ ἔχει, ἔφη· ἀλλὰ τί δή;
Ὅτι ἀνάγκη αὐτοῖς, ἦν δ᾽ ἐγώ, φαρμάκοις πολλοῖς χρῆσθαι. ἰατρὸν δέ που μὴ δεομένοις μὲν σώμασι φαρμάκων, ἀλλὰ διαίτῃ ἐθελόντων ὑπακούειν, καὶ φαυλότερον ἐξαρκεῖν ἡγούμεθα εἶναι· ὅταν δὲ δὴ καὶ φαρμακεύειν δέῃ, ἴσμεν ὅτι ἀνδρειοτέρου δεῖ τοῦ ἰατροῦ.
Ἀληθῆ· ἀλλὰ πρὸς τί λέγεις;
Πρὸς τόδε, ἦν δ᾽ ἐγώ· συχνῷ τῷ ψεύδει καὶ τῇ ἀπάτῃ κινδυνεύει ἡμῖν δεήσειν χρῆσθαι τοὺς ἄρχοντας ἐπ᾽ ὠφελίᾳ [459d] τῶν ἀρχομένων. ἔφαμεν δέ που ἐν φαρμάκου εἴδει πάντα τὰ τοιαῦτα χρήσιμα εἶναι.
Καὶ ὀρθῶς γε, ἔφη.
Ἐν τοῖς γάμοις τοίνυν καὶ παιδοποιίαις ἔοικε τὸ ὀρθὸν τοῦτο γίγνεσθαι οὐκ ἐλάχιστον.
Πῶς δή;
Δεῖ μέν, εἶπον, ἐκ τῶν ὡμολογημένων τοὺς ἀρίστους ταῖς ἀρίσταις συγγίγνεσθαι ὡς πλειστάκις, τοὺς δὲ φαυλοτάτους ταῖς φαυλοτάταις τοὐναντίον, καὶ τῶν μὲν τὰ ἔκγονα τρέφειν, [459e] τῶν δὲ μή, εἰ μέλλει τὸ ποίμνιον ὅτι ἀκρότατον εἶναι, καὶ ταῦτα πάντα γιγνόμενα λανθάνειν πλὴν αὐτοὺς τοὺς ἄρχοντας, εἰ αὖ ἡ ἀγέλη τῶν φυλάκων ὅτι μάλιστα ἀστασίαστος ἔσται.
Ὀρθότατα, ἔφη.
Οὐκοῦν δὴ ἑορταί τινες νομοθετητέαι ἐν αἷς συνάξομεν τάς τε νύμφας καὶ τοὺς νυμφίους καὶ θυσίαι, καὶ ὕμνοι [460a] ποιητέοι τοῖς ἡμετέροις ποιηταῖς πρέποντες τοῖς γιγνομένοις γάμοις· τὸ δὲ πλῆθος τῶν γάμων ἐπὶ τοῖς ἄρχουσι ποιήσομεν, ἵν᾽ ὡς μάλιστα διασῴζωσι τὸν αὐτὸν ἀριθμὸν τῶν ἀνδρῶν, πρὸς πολέμους τε καὶ νόσους καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα ἀποσκοποῦντες, καὶ μήτε μεγάλη ἡμῖν ἡ πόλις κατὰ τὸ δυνατὸν μήτε σμικρὰ γίγνηται.
Ὀρθῶς, ἔφη.
Κλῆροι δή τινες οἶμαι ποιητέοι κομψοί, ὥστε τὸν φαῦλον ἐκεῖνον αἰτιᾶσθαι ἐφ᾽ ἑκάστης συνέρξεως τύχην ἀλλὰ μὴ τοὺς ἄρχοντας.
Καὶ μάλα, ἔφη.

***
[459a] Πώς λοιπόν θα είναι οι ωφελιμότεροι; αυτό να μας το πεις εσύ, Γλαύκων· γιατί βλέπω στο σπίτι σου να έχετε και σκυλιά του κυνηγιού και σκυλιά ράτσας πάμπολλα· να ᾽δωσες, στο θεό σου, άραγε καμιά προσοχή ποτέ στους γάμους των και στις παιδοποιίες των;
Σαν ποιά προσοχή;
Πρώτα πρώτα, μεταξύ τους, αν και όλα είναι από καλή ράτσα, δεν είναι μερικά που να είναι και να γίνουνται καλύτερα;
Είναι.
Και αφήνεις να σου τεκνοποιούν όλα χωρίς διάκριση, ή βάζεις όσο μπορείς τη μεγαλύτερή σου φροντίδα ν᾽ αποκτήσεις μικρά από τα καλύτερα;
Από τα καλύτερα.
[459b] Και τί; από τα νεότερα, ή από τα γεροντότερα, ή από κείνα που βρίσκουνται στη μεγαλύτερή τους ακμή;
Απ᾽ αυτά βέβαια.
Κι αν δεν λάβεις αυτή την πρόνοια, νομίζεις πως θα σου εκφυλισθεί το γένος των σκυλιών σου και των πουλιών σου;
Και βέβαια το νομίζω.
Και για τα άλογα και για όλα μ᾽ ένα λόγο τα ζώα; μήπως γίνεται τίποτ᾽ άλλο;
Δε θα ᾽χε τον τόπο του να γίνεται τίποτα διαφορετικό.
Πωπώ, αγαπητέ μου φίλε, πόσο πολύ λοιπόν άφταστοι πρέπει να είναι οι άρχοντές μας, αν το ίδιο συμβαίνει και με το γένος των ανθρώπων;
[459c] Αλλά το ίδιο βέβαια· τί θες λοιπόν να πεις;
Πως θα είναι ανάγκη να ξέρουν αυτοί να χρησιμοποιούν πολλά φάρμακα· ένας γιατρός, κι ο χειρότερος ακόμα, είναι, νομίζομε, αρκετός όταν πρόκειται για σώματα που δεν έχουν ανάγκη από φάρμακα, αλλά έχουν τη θέληση να υποβληθούν σε δίαιτα· όταν όμως είναι ανάγκη να χρησιμοποιήσει και φάρμακα, όλοι μας ξέρομε πως χρειάζεται μεγαλύτερης αξίας γιατρός.
Αλήθεια· μα γιατί το λες αυτό;
Να γιατί: συχνά θα γίνει φαίνεται ανάγκη και ψέμα και απάτη να μεταχειριστεί ο άρχοντάς μας για την ωφέλεια [459d] των πολιτών· είπαμε δα κάπου πως κι όλα τα τέτοια είναι καμιά φορά χρήσιμα σαν είδος φάρμακα.
Και πολύ ορθά.
Αυτό λοιπόν το ορθό που λες, φαίνεται πως δεν θα έχει τη μικρότερη πέραση και για τους γάμους και την παιδοποιία.
Πώς τάχα;
Είναι ανάγκη, σύμφωνα μ᾽ αυτά που παραδεχτήκαμε, οι ερωτικές συναντήσεις ανάμεσα στους καλύτερους και τις καλύτερες να γίνουνται όσο μπορεί συχνότερα, και το εναντίο ανάμεσα στους χειρότερους και τις χειρότερες· κι όσα παιδιά γεννιούνται από κείνους να τα μεγαλώνομε, [459e] όχι όμως και των άλλων, αν πρόκειται το ποίμνιό μας να διατηρηθεί όσο μπορεί πιο ξεχωριστό· κι όλ᾽ αυτά να γίνουνται χωρίς να τα παίρνει κανείς είδηση, εξόν από τους άρχοντες, αν εννοούμε πάλι να μείνει αδιατάρακτη η ειρήνη μες στην αγέλη των φυλάκων.
Σωστότατα.
Ανάγκη λοιπόν να νομοθετηθούν κάποιες γιορτές, που σ᾽ αυτές θα μαζεύομε τις νύφες και τους γαμπρούς και να τις συνοδεύομε με θυσίες και ύμνους που θα συνθέτουν [460a] οι ποιητές μας ταιριαστούς για τους γάμους που θα γίνουνται· τον αριθμό των γάμων θ᾽ αφήσομε το δικαίωμα στους άρχοντες να τον κανονίζουν, για να διατηρούν μ᾽ όλη την ακρίβεια τον ίδιο πάντα πληθυσμό των αντρών, έχοντας υπόψη τους πολέμους και τις αρρώστιες και όλα τα τέτοια, ώστε όσο μπορεί μήτε μεγάλη μήτε μικρή να γίνεται η πόλη.
Σωστά.
Θα προετοιμάζουνται λοιπόν επιτήδεια κάποιοι κλήροι, ώστε οι χειρότεροι εκείνοι, σε κάθε συνταίριασμά τους με γυναίκα, να μην έχουν να τα βάζουν με τους άρχοντες, αλλά με την τύχη.
Πολύ ωραία κι έτσι.