ΙΠΠΙΑΣ. Ἀλλὰ μέντοι, ὦ Σώκρατες, εἰ τοῦτό γε ζητεῖ, πάντων ῥᾷστον ἀποκρίνασθαι αὐτῷ τί ἐστι τὸ καλὸν ᾧ καὶ τὰ ἄλλα πάντα κοσμεῖται καὶ προσγενομένου αὐτοῦ καλὰ φαίνεται. [289e] εὐηθέστατος οὖν ἐστιν ὁ ἄνθρωπος καὶ οὐδὲν ἐπαΐει περὶ καλῶν κτημάτων. ἐὰν γὰρ αὐτῷ ἀποκρίνῃ ὅτι τοῦτ᾽ ἐστὶν ὃ ἐρωτᾷ τὸ καλὸν οὐδὲν ἄλλο ἢ χρυσός, ἀπορήσει καὶ οὐκ ἐπιχειρήσει σε ἐλέγχειν. ἴσμεν γάρ που πάντες ὅτι ὅπου ἂν τοῦτο προσγένηται, κἂν πρότερον αἰσχρὸν φαίνηται, καλὸν φανεῖται χρυσῷ γε κοσμηθέν.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἄπειρος εἶ τοῦ ἀνδρός, ὦ Ἱππία, ὡς σχέτλιός ἐστι καὶ οὐδὲν ῥᾳδίως ἀποδεχόμενος.
ΙΠΠΙΑΣ. Τί οὖν τοῦτο, ὦ Σώκρατες; τὸ γὰρ ὀρθῶς λεγόμενον [290a] ἀνάγκη αὐτῷ ἀποδέχεσθαι, ἢ μὴ ἀποδεχομένῳ καταγελάστῳ εἶναι.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Καὶ μὲν δὴ ταύτην γε τὴν ἀπόκρισιν, ὦ ἄριστε, οὐ μόνον οὐκ ἀποδέξεται, ἀλλὰ πάνυ με καὶ τωθάσεται, καὶ ἐρεῖ· «Ὦ τετυφωμένε σύ, Φειδίαν οἴει κακὸν εἶναι δημιουργόν;» καὶ ἐγὼ οἶμαι ἐρῶ ὅτι Οὐδ᾽ ὁπωστιοῦν.
ΙΠΠΙΑΣ. Καὶ ὀρθῶς γ᾽ ἐρεῖς, ὦ Σώκρατες.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ὀρθῶς μέντοι. τοιγάρτοι ἐκεῖνος, ἐπειδὰν ἐγὼ ὁμολογῶ ἀγαθὸν εἶναι δημιουργὸν τὸν Φειδίαν, «Εἶτα,» [290b] φήσει, «οἴει τοῦτο τὸ καλὸν ὃ σὺ λέγεις ἠγνόει Φειδίας;» Καὶ ἐγώ· Τί μάλιστα; φήσω. «Ὅτι,» ἐρεῖ, «τῆς Ἀθηνᾶς τοὺς ὀφθαλμοὺς οὐ χρυσοῦς ἐποίησεν, οὐδὲ τὸ ἄλλο πρόσωπον οὐδὲ τοὺς πόδας οὐδὲ τὰς χεῖρας, εἴπερ χρυσοῦν γε δὴ ὂν κάλλιστον ἔμελλε φαίνεσθαι, ἀλλ᾽ ἐλεφάντινον· δῆλον ὅτι τοῦτο ὑπὸ ἀμαθίας ἐξήμαρτεν, ἀγνοῶν ὅτι χρυσὸς ἄρ᾽ ἐστὶν ὁ πάντα καλὰ ποιῶν, ὅπου ἂν προσγένηται.» ταῦτα οὖν λέγοντι τί ἀποκρινώμεθα, ὦ Ἱππία;
[290c] ΙΠΠΙΑΣ. Οὐδὲν χαλεπόν· ἐροῦμεν γὰρ ὅτι ὀρθῶς ἐποίησε. καὶ γὰρ τὸ ἐλεφάντινον οἶμαι καλόν ἐστιν.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. «Τοῦ οὖν ἕνεκα,» φήσει, «οὐ καὶ τὰ μέσα τῶν ὀφθαλμῶν ἐλεφάντινα ἠργάσατο, ἀλλὰ λίθινα, ὡς οἷόν τ᾽ ἦν ὁμοιότητα τοῦ λίθου τῷ ἐλέφαντι ἐξευρών; ἢ καὶ ὁ λίθος ὁ καλὸς καλόν ἐστι;» φήσομεν, ὦ Ἱππία;
ΙΠΠΙΑΣ. Φήσομεν μέντοι, ὅταν γε πρέπων ᾖ.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. «Ὅταν δὲ μὴ πρέπων, αἰσχρόν;» ὁμολογῶ ἢ μή;
ΙΠΠΙΑΣ. Ὁμολόγει, ὅταν γε μὴ πρέπῃ.
***
Δεύτερος ορισμός.
ΙΠ. Μα αν είναι αυτό, Σωκράτη, που γυρεύει, τότε είναι το πιο εύκολο πράγμα να του αποκριθεί κανείς τί είναι το όμορφο, που με αυτό στολίζονται όλα τα άλλα και όταν αυτό προστεθεί φαίνονται όμορφα. [289e] Ο άνθρωπος αυτός είναι ολωσδιόλου απλοϊκός και από όμορφα πράγματα δεν καταλαβαίνει τίποτα. Αν λοιπόν του αποκριθείς ότι αυτό που ρωτάει, το όμορφο, δεν είναι παρά το χρυσάφι και τίποτε άλλο, θα βρεθεί στα στενά και δεν θα δοκιμάσει να σε βγάλει πως δεν ξέρεις τί λες. Γιατί όλοι, φαντάζομαι, ξέρουμε ότι όπου τούτο προστεθεί, ακόμα και αν πιο πριν φαινόταν άσκημο, μόλις στολιστεί με χρυσάφι, θα φανεί όμορφο.
ΣΩ. Δεν τον έχεις δοκιμάσει τον άνθρωπο αυτόν, Ιππία, πόσο στριμμένος είναι και πόσο δύσκολο είναι να παραδεχτεί κάτι εύκολα.
ΙΠ. Και τί με αυτό, Σωκράτη; Ό,τι λέγεται σωστά, [290a] θα αναγκαστεί να το δεχτεί, ή, αν δεν το δεχτεί, όλος ο κόσμος θα γελάσει μαζί του.
ΣΩ. Και όμως, καλέ μου, όχι μόνο δεν θα δεχτεί την απόκριση αυτή παρά θα με πάρει και στο ψιλό και θα πει: Ε φαντασμένε εσύ, ο Φειδίας πιστεύεις πως είναι κακός τεχνίτης; Και εγώ, πιστεύω, θα πω πως με κανέναν τρόπο.
ΙΠ. Και σωστά θα πεις, Σωκράτη.
ΣΩ. Σωστά βέβαια. Εκείνος όμως, μόλις εγώ παραδεχτώ για τον Φειδία πως είναι καλός τεχνίτης, Και ύστερα φαντάζεσαι, [290b] θα πει, πως τούτο το όμορφο που λες εσύ ο Φειδίας δεν το ήξερε; Και εγώ θα πω: Τί θέλεις να πεις με αυτό; Γιατί, θα πει, της Αθηνάς τα μάτια τα έκανε από φίλντισι, όχι χρυσά, ούτε το άλλο πρόσωπο ούτε τα πόδια ούτε τα χέρια, την ώρα που αν ήταν χρυσά θα φαίνονταν πάρα πολύ όμορφα, βέβαια. Έτσι έπεσε έξω, από κουταμάρα, γιατί δεν ήξερε πως το χρυσάφι, όπως λες, είναι που τα κάνει όλα όμορφα, όπου και να προστεθεί. Όταν τα λέει αυτά, τί να του αποκριθούμε, Ιππία;
[290c] ΙΠ. Καμιά δυσκολία! Θα πούμε ότι σωστά έκαμε· γιατί και ό,τι είναι φτιαγμένο από φίλντισι είναι, φαντάζομαι, όμορφο.
ΣΩ. Γιατί όμως τότε, θα πει, δεν έκανε και τα μέσα μέρη των ματιών από φίλντισι, μόνο από πέτρα; — και μάλιστα κοίταξε να βρει πέτρα που να μοιάζει όσο γίνεται περισσότερο με το φίλντισι. Ή μήπως και η πέτρα η όμορφη είναι κάτι όμορφο; Θα το δεχτούμε, Ιππία;
ΙΠ. Θα το δεχτούμε, φτάνει να ταιριάζει.
ΣΩ. Και όταν δεν ταιριάζει, θα πούμε πως είναι κάτι άσκημο; Να το παραδεχτώ ή όχι;
ΙΠ. Παραδέξου το, όταν βέβαια δεν ταιριάζει.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἄπειρος εἶ τοῦ ἀνδρός, ὦ Ἱππία, ὡς σχέτλιός ἐστι καὶ οὐδὲν ῥᾳδίως ἀποδεχόμενος.
ΙΠΠΙΑΣ. Τί οὖν τοῦτο, ὦ Σώκρατες; τὸ γὰρ ὀρθῶς λεγόμενον [290a] ἀνάγκη αὐτῷ ἀποδέχεσθαι, ἢ μὴ ἀποδεχομένῳ καταγελάστῳ εἶναι.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Καὶ μὲν δὴ ταύτην γε τὴν ἀπόκρισιν, ὦ ἄριστε, οὐ μόνον οὐκ ἀποδέξεται, ἀλλὰ πάνυ με καὶ τωθάσεται, καὶ ἐρεῖ· «Ὦ τετυφωμένε σύ, Φειδίαν οἴει κακὸν εἶναι δημιουργόν;» καὶ ἐγὼ οἶμαι ἐρῶ ὅτι Οὐδ᾽ ὁπωστιοῦν.
ΙΠΠΙΑΣ. Καὶ ὀρθῶς γ᾽ ἐρεῖς, ὦ Σώκρατες.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ὀρθῶς μέντοι. τοιγάρτοι ἐκεῖνος, ἐπειδὰν ἐγὼ ὁμολογῶ ἀγαθὸν εἶναι δημιουργὸν τὸν Φειδίαν, «Εἶτα,» [290b] φήσει, «οἴει τοῦτο τὸ καλὸν ὃ σὺ λέγεις ἠγνόει Φειδίας;» Καὶ ἐγώ· Τί μάλιστα; φήσω. «Ὅτι,» ἐρεῖ, «τῆς Ἀθηνᾶς τοὺς ὀφθαλμοὺς οὐ χρυσοῦς ἐποίησεν, οὐδὲ τὸ ἄλλο πρόσωπον οὐδὲ τοὺς πόδας οὐδὲ τὰς χεῖρας, εἴπερ χρυσοῦν γε δὴ ὂν κάλλιστον ἔμελλε φαίνεσθαι, ἀλλ᾽ ἐλεφάντινον· δῆλον ὅτι τοῦτο ὑπὸ ἀμαθίας ἐξήμαρτεν, ἀγνοῶν ὅτι χρυσὸς ἄρ᾽ ἐστὶν ὁ πάντα καλὰ ποιῶν, ὅπου ἂν προσγένηται.» ταῦτα οὖν λέγοντι τί ἀποκρινώμεθα, ὦ Ἱππία;
[290c] ΙΠΠΙΑΣ. Οὐδὲν χαλεπόν· ἐροῦμεν γὰρ ὅτι ὀρθῶς ἐποίησε. καὶ γὰρ τὸ ἐλεφάντινον οἶμαι καλόν ἐστιν.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. «Τοῦ οὖν ἕνεκα,» φήσει, «οὐ καὶ τὰ μέσα τῶν ὀφθαλμῶν ἐλεφάντινα ἠργάσατο, ἀλλὰ λίθινα, ὡς οἷόν τ᾽ ἦν ὁμοιότητα τοῦ λίθου τῷ ἐλέφαντι ἐξευρών; ἢ καὶ ὁ λίθος ὁ καλὸς καλόν ἐστι;» φήσομεν, ὦ Ἱππία;
ΙΠΠΙΑΣ. Φήσομεν μέντοι, ὅταν γε πρέπων ᾖ.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. «Ὅταν δὲ μὴ πρέπων, αἰσχρόν;» ὁμολογῶ ἢ μή;
ΙΠΠΙΑΣ. Ὁμολόγει, ὅταν γε μὴ πρέπῃ.
***
Δεύτερος ορισμός.
ΙΠ. Μα αν είναι αυτό, Σωκράτη, που γυρεύει, τότε είναι το πιο εύκολο πράγμα να του αποκριθεί κανείς τί είναι το όμορφο, που με αυτό στολίζονται όλα τα άλλα και όταν αυτό προστεθεί φαίνονται όμορφα. [289e] Ο άνθρωπος αυτός είναι ολωσδιόλου απλοϊκός και από όμορφα πράγματα δεν καταλαβαίνει τίποτα. Αν λοιπόν του αποκριθείς ότι αυτό που ρωτάει, το όμορφο, δεν είναι παρά το χρυσάφι και τίποτε άλλο, θα βρεθεί στα στενά και δεν θα δοκιμάσει να σε βγάλει πως δεν ξέρεις τί λες. Γιατί όλοι, φαντάζομαι, ξέρουμε ότι όπου τούτο προστεθεί, ακόμα και αν πιο πριν φαινόταν άσκημο, μόλις στολιστεί με χρυσάφι, θα φανεί όμορφο.
ΣΩ. Δεν τον έχεις δοκιμάσει τον άνθρωπο αυτόν, Ιππία, πόσο στριμμένος είναι και πόσο δύσκολο είναι να παραδεχτεί κάτι εύκολα.
ΙΠ. Και τί με αυτό, Σωκράτη; Ό,τι λέγεται σωστά, [290a] θα αναγκαστεί να το δεχτεί, ή, αν δεν το δεχτεί, όλος ο κόσμος θα γελάσει μαζί του.
ΣΩ. Και όμως, καλέ μου, όχι μόνο δεν θα δεχτεί την απόκριση αυτή παρά θα με πάρει και στο ψιλό και θα πει: Ε φαντασμένε εσύ, ο Φειδίας πιστεύεις πως είναι κακός τεχνίτης; Και εγώ, πιστεύω, θα πω πως με κανέναν τρόπο.
ΙΠ. Και σωστά θα πεις, Σωκράτη.
ΣΩ. Σωστά βέβαια. Εκείνος όμως, μόλις εγώ παραδεχτώ για τον Φειδία πως είναι καλός τεχνίτης, Και ύστερα φαντάζεσαι, [290b] θα πει, πως τούτο το όμορφο που λες εσύ ο Φειδίας δεν το ήξερε; Και εγώ θα πω: Τί θέλεις να πεις με αυτό; Γιατί, θα πει, της Αθηνάς τα μάτια τα έκανε από φίλντισι, όχι χρυσά, ούτε το άλλο πρόσωπο ούτε τα πόδια ούτε τα χέρια, την ώρα που αν ήταν χρυσά θα φαίνονταν πάρα πολύ όμορφα, βέβαια. Έτσι έπεσε έξω, από κουταμάρα, γιατί δεν ήξερε πως το χρυσάφι, όπως λες, είναι που τα κάνει όλα όμορφα, όπου και να προστεθεί. Όταν τα λέει αυτά, τί να του αποκριθούμε, Ιππία;
[290c] ΙΠ. Καμιά δυσκολία! Θα πούμε ότι σωστά έκαμε· γιατί και ό,τι είναι φτιαγμένο από φίλντισι είναι, φαντάζομαι, όμορφο.
ΣΩ. Γιατί όμως τότε, θα πει, δεν έκανε και τα μέσα μέρη των ματιών από φίλντισι, μόνο από πέτρα; — και μάλιστα κοίταξε να βρει πέτρα που να μοιάζει όσο γίνεται περισσότερο με το φίλντισι. Ή μήπως και η πέτρα η όμορφη είναι κάτι όμορφο; Θα το δεχτούμε, Ιππία;
ΙΠ. Θα το δεχτούμε, φτάνει να ταιριάζει.
ΣΩ. Και όταν δεν ταιριάζει, θα πούμε πως είναι κάτι άσκημο; Να το παραδεχτώ ή όχι;
ΙΠ. Παραδέξου το, όταν βέβαια δεν ταιριάζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου