ΔΙ. στεῖλαί νυν ἀμφὶ χρωτὶ βυσσίνους πέπλους.
ΠΕ. τί δὴ τόδ᾽; ἐς γυναῖκας ἐξ ἀνδρὸς τελῶ;
ΔΙ. μή σε κτάνωσιν, ἢν ἀνὴρ ὀφθῆις ἐκεῖ.
ΠΕ. εὖ γ᾽ εἶπας αὖ τόδ᾽· ὥς τις εἶ πάλαι σοφός.
825 ΔΙ. Διόνυσος ἡμᾶς ἐξεμούσωσεν τάδε.
ΠΕ. πῶς οὖν γένοιτ᾽ ἂν ἃ σύ με νουθετεῖς καλῶς;
ΔΙ. ἐγὼ στελῶ σε δωμάτων ἔσω μολών.
ΠΕ. τίνα στολήν; ἦ θῆλυν; ἀλλ᾽ αἰδώς μ᾽ ἔχει.
ΔΙ. οὐκέτι θεατὴς μαινάδων πρόθυμος εἶ;
830 ΠΕ. στολὴν δὲ τίνα φὴις ἀμφὶ χρῶτ᾽ ἐμὸν βαλεῖν;
ΔΙ. κόμην μὲν ἐπὶ σῶι κρατὶ ταναὸν ἐκτενῶ.
ΠΕ. τὸ δεύτερον δὲ σχῆμα τοῦ κόσμου τί μοι;
ΔΙ. πέπλοι ποδήρεις· ἐπὶ κάραι δ᾽ ἔσται μίτρα.
ΠΕ. ἦ καί τι πρὸς τοῖσδ᾽ ἄλλο προσθήσεις ἐμοί;
835 ΔΙ. θύρσον γε χειρὶ καὶ νεβροῦ στικτὸν δέρος.
ΠΕ. οὐκ ἂν δυναίμην θῆλυν ἐνδῦναι στολήν.
ΔΙ. ἀλλ᾽ αἷμα θήσεις συμβαλὼν βάκχαις μάχην.
ΠΕ. ὀρθῶς· μολεῖν χρὴ πρῶτον ἐς κατασκοπήν.
ΔΙ. σοφώτερον γοῦν ἢ κακοῖς θηρᾶν κακά.
840 ΠΕ. καὶ πῶς δι᾽ ἄστεως εἶμι Καδμείους λαθών;
ΔΙ. ὁδοὺς ἐρήμους ἴμεν· ἐγὼ δ᾽ ἡγήσομαι.
ΠΕ. πᾶν κρεῖσσον ὥστε μὴ ᾽γγελᾶν βάκχας ἐμοί.
ἐλθών γ᾽ ἐς οἴκους ἃν δοκῆι βουλεύσομαι.
ΔΙ. ἔξεστι· πάντηι τό γ᾽ ἐμὸν εὐτρεπὲς πάρα.
845 ΠΕ. στείχοιμ᾽ ἄν· ἢ γὰρ ὅπλ᾽ ἔχων πορεύσομαι
ἢ τοῖσι σοῖσι πείσομαι βουλεύμασιν.
848 ΔΙ. γυναῖκες, ἁνὴρ ἐς βόλον καθίσταται,
847 ἥξει δὲ βάκχας, οὗ θανὼν δώσει δίκην.
Διόνυσε, νῦν σὸν ἔργον· οὐ γὰρ εἶ πρόσω·
850 τεισώμεθ᾽ αὐτόν. πρῶτα δ᾽ ἔκστησον φρενῶν,
ἐνεὶς ἐλαφρὰν λύσσαν· ὡς φρονῶν μὲν εὖ
οὐ μὴ θελήσηι θῆλυν ἐνδῦναι στολήν,
ἔξω δ᾽ ἐλαύνων τοῦ φρονεῖν ἐνδύσεται.
χρήιζω δέ νιν γέλωτα Θηβαίοις ὀφλεῖν
855 γυναικόμορφον ἀγόμενον δι᾽ ἄστεως
ἐκ τῶν ἀπειλῶν τῶν πρὶν αἷσι δεινὸς ἦν.
ἀλλ᾽ εἶμι κόσμον ὅνπερ εἰς Ἅιδου λαβὼν
ἄπεισι μητρὸς ἐκ χεροῖν κατασφαγεὶς
Πενθεῖ προσάψων· γνώσεται δὲ τὸν Διὸς
860 Διόνυσον, ὡς πέφυκεν ἐν μέρει θεὸς
δεινότατος, ἀνθρώποισι δ᾽ ἠπιώτατος.
***
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ντύσε τότε το κορμί σου με πέπλους από βύσσο.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Αυτό πάλι τί σημαίνει;
Παύω να είμαι άντρας και κατατάσσομαι στις γυναίκες;
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αλλιώς θα σε σκοτώσουν, αν εμφανισθείς εκεί ως άνδρας.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Και πάλι έχεις δίκιο. Σοφός που είσαι από την πρώτη στιγμή.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
825 Αυτή τη σοφία μού τη δίδαξε ο Διόνυσος.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Οι ορθές υποδείξεις σου πως θα γίνουν πράξη;
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Θα έρθω μέσα στα δώματα και θα σε ντύσω εγώ.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Θα με ντύσεις τί; Μήπως γυναίκα; Ντρέπομαι.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δεν νιώθεις πια τον σφοδρό πόθο να δεις τις μαινάδες.
ΠΕΝΘΕΑΣ
830 Και πώς λες να με ντύσεις;
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μακριά μαλλιά θ᾽ απλώσω στο κεφάλι σου.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Το δεύτερο στολίδι μου ποιό θα είναι;
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πέπλος μακρύς· και στην κεφαλή σου κορδέλα.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Μαζί με αυτά θα μου προσθέσεις κάτι ακόμη;
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
835 Θύρσο στο χέρι και τη στικτή δορά του ελαφιού.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Μου είναι αδύνατο να φορέσω φορέματα γυναίκας.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αν ανοίξεις μάχη με τις βάκχες, θα χυθεί αίμα.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Έχεις δίκιο. Πρέπει πρώτα να πάω να κατασκοπεύσω.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Σαφώς σοφότερο από το να κυνηγάς το κακό με το κακό.
ΠΕΝΘΕΑΣ
840 Και πώς θα διασχίσω την πόλη, χωρίς να με δουν οι Καδμείοι;
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δρόμους ερημικούς θα πάρουμε· θα σε οδηγήσω εγώ.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Οτιδήποτε είναι προτιμότερο,
φτάνει μόνο να μη γελούν μαζί μου οι βάκχες.
Πηγαίνω μέσα κι εκεί κρίνω και αποφασίζω.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Όπως νομίζεις.
Ό,τι και αν αποφασίσεις, εγώ θα είμαι στη διάθεσή σου.
ΠΕΝΘΕΑΣ
845 Πηγαίνω και ή ξεκινάω με όπλα
ή ακολουθώ τις υποδείξεις σου.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Γυναίκες, ο άνδρας πιάνεται στα δίχτυα.
Θα φτάσει στις βάκχες και θα πλερώσει — με θάνατο.
Διόνυσε, δικό σου έργο τώρα.
Άλλωστε, δεν είσαι κάπου μακριά.
850 Να τον τιμωρήσουμε.
Πρώτα οδήγησέ τον έξω από τη λογική·
εμφύσησέ του την πνοή της λύσσας
που παίρνει το βάρος του νου.
Γιατί αν είναι στα λογικά του,
δεν θα θελήσει ποτέ να φορέσει φορέματα γυναίκας.
Αν όμως ξεστρατίσει από το λογικό, θα τα φορέσει.
Θέλω να γίνει ο περίγελως των Θηβαίων,
855 καθώς θα περνά γυναικωτός από την πόλη
μετά τις απειλές και τις φοβέρες του.
Τώρα πηγαίνω να κρεμάσω στον Πενθέα τα στολίδια
που θα φορέσει για το ταξίδι στον Άδη,
κατασφαγμένος από τα χέρια της μητρός του.
Και τότε θα μάθει
860 ότι ο υιός του Διός, ο Διόνυσος, εγεννήθη θεός
δεινότατος για τους ανθρώπους και ηπιότατος.
ΠΕ. τί δὴ τόδ᾽; ἐς γυναῖκας ἐξ ἀνδρὸς τελῶ;
ΔΙ. μή σε κτάνωσιν, ἢν ἀνὴρ ὀφθῆις ἐκεῖ.
ΠΕ. εὖ γ᾽ εἶπας αὖ τόδ᾽· ὥς τις εἶ πάλαι σοφός.
825 ΔΙ. Διόνυσος ἡμᾶς ἐξεμούσωσεν τάδε.
ΠΕ. πῶς οὖν γένοιτ᾽ ἂν ἃ σύ με νουθετεῖς καλῶς;
ΔΙ. ἐγὼ στελῶ σε δωμάτων ἔσω μολών.
ΠΕ. τίνα στολήν; ἦ θῆλυν; ἀλλ᾽ αἰδώς μ᾽ ἔχει.
ΔΙ. οὐκέτι θεατὴς μαινάδων πρόθυμος εἶ;
830 ΠΕ. στολὴν δὲ τίνα φὴις ἀμφὶ χρῶτ᾽ ἐμὸν βαλεῖν;
ΔΙ. κόμην μὲν ἐπὶ σῶι κρατὶ ταναὸν ἐκτενῶ.
ΠΕ. τὸ δεύτερον δὲ σχῆμα τοῦ κόσμου τί μοι;
ΔΙ. πέπλοι ποδήρεις· ἐπὶ κάραι δ᾽ ἔσται μίτρα.
ΠΕ. ἦ καί τι πρὸς τοῖσδ᾽ ἄλλο προσθήσεις ἐμοί;
835 ΔΙ. θύρσον γε χειρὶ καὶ νεβροῦ στικτὸν δέρος.
ΠΕ. οὐκ ἂν δυναίμην θῆλυν ἐνδῦναι στολήν.
ΔΙ. ἀλλ᾽ αἷμα θήσεις συμβαλὼν βάκχαις μάχην.
ΠΕ. ὀρθῶς· μολεῖν χρὴ πρῶτον ἐς κατασκοπήν.
ΔΙ. σοφώτερον γοῦν ἢ κακοῖς θηρᾶν κακά.
840 ΠΕ. καὶ πῶς δι᾽ ἄστεως εἶμι Καδμείους λαθών;
ΔΙ. ὁδοὺς ἐρήμους ἴμεν· ἐγὼ δ᾽ ἡγήσομαι.
ΠΕ. πᾶν κρεῖσσον ὥστε μὴ ᾽γγελᾶν βάκχας ἐμοί.
ἐλθών γ᾽ ἐς οἴκους ἃν δοκῆι βουλεύσομαι.
ΔΙ. ἔξεστι· πάντηι τό γ᾽ ἐμὸν εὐτρεπὲς πάρα.
845 ΠΕ. στείχοιμ᾽ ἄν· ἢ γὰρ ὅπλ᾽ ἔχων πορεύσομαι
ἢ τοῖσι σοῖσι πείσομαι βουλεύμασιν.
848 ΔΙ. γυναῖκες, ἁνὴρ ἐς βόλον καθίσταται,
847 ἥξει δὲ βάκχας, οὗ θανὼν δώσει δίκην.
Διόνυσε, νῦν σὸν ἔργον· οὐ γὰρ εἶ πρόσω·
850 τεισώμεθ᾽ αὐτόν. πρῶτα δ᾽ ἔκστησον φρενῶν,
ἐνεὶς ἐλαφρὰν λύσσαν· ὡς φρονῶν μὲν εὖ
οὐ μὴ θελήσηι θῆλυν ἐνδῦναι στολήν,
ἔξω δ᾽ ἐλαύνων τοῦ φρονεῖν ἐνδύσεται.
χρήιζω δέ νιν γέλωτα Θηβαίοις ὀφλεῖν
855 γυναικόμορφον ἀγόμενον δι᾽ ἄστεως
ἐκ τῶν ἀπειλῶν τῶν πρὶν αἷσι δεινὸς ἦν.
ἀλλ᾽ εἶμι κόσμον ὅνπερ εἰς Ἅιδου λαβὼν
ἄπεισι μητρὸς ἐκ χεροῖν κατασφαγεὶς
Πενθεῖ προσάψων· γνώσεται δὲ τὸν Διὸς
860 Διόνυσον, ὡς πέφυκεν ἐν μέρει θεὸς
δεινότατος, ἀνθρώποισι δ᾽ ἠπιώτατος.
***
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ντύσε τότε το κορμί σου με πέπλους από βύσσο.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Αυτό πάλι τί σημαίνει;
Παύω να είμαι άντρας και κατατάσσομαι στις γυναίκες;
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αλλιώς θα σε σκοτώσουν, αν εμφανισθείς εκεί ως άνδρας.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Και πάλι έχεις δίκιο. Σοφός που είσαι από την πρώτη στιγμή.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
825 Αυτή τη σοφία μού τη δίδαξε ο Διόνυσος.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Οι ορθές υποδείξεις σου πως θα γίνουν πράξη;
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Θα έρθω μέσα στα δώματα και θα σε ντύσω εγώ.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Θα με ντύσεις τί; Μήπως γυναίκα; Ντρέπομαι.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δεν νιώθεις πια τον σφοδρό πόθο να δεις τις μαινάδες.
ΠΕΝΘΕΑΣ
830 Και πώς λες να με ντύσεις;
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μακριά μαλλιά θ᾽ απλώσω στο κεφάλι σου.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Το δεύτερο στολίδι μου ποιό θα είναι;
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πέπλος μακρύς· και στην κεφαλή σου κορδέλα.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Μαζί με αυτά θα μου προσθέσεις κάτι ακόμη;
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
835 Θύρσο στο χέρι και τη στικτή δορά του ελαφιού.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Μου είναι αδύνατο να φορέσω φορέματα γυναίκας.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αν ανοίξεις μάχη με τις βάκχες, θα χυθεί αίμα.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Έχεις δίκιο. Πρέπει πρώτα να πάω να κατασκοπεύσω.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Σαφώς σοφότερο από το να κυνηγάς το κακό με το κακό.
ΠΕΝΘΕΑΣ
840 Και πώς θα διασχίσω την πόλη, χωρίς να με δουν οι Καδμείοι;
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δρόμους ερημικούς θα πάρουμε· θα σε οδηγήσω εγώ.
ΠΕΝΘΕΑΣ
Οτιδήποτε είναι προτιμότερο,
φτάνει μόνο να μη γελούν μαζί μου οι βάκχες.
Πηγαίνω μέσα κι εκεί κρίνω και αποφασίζω.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Όπως νομίζεις.
Ό,τι και αν αποφασίσεις, εγώ θα είμαι στη διάθεσή σου.
ΠΕΝΘΕΑΣ
845 Πηγαίνω και ή ξεκινάω με όπλα
ή ακολουθώ τις υποδείξεις σου.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Γυναίκες, ο άνδρας πιάνεται στα δίχτυα.
Θα φτάσει στις βάκχες και θα πλερώσει — με θάνατο.
Διόνυσε, δικό σου έργο τώρα.
Άλλωστε, δεν είσαι κάπου μακριά.
850 Να τον τιμωρήσουμε.
Πρώτα οδήγησέ τον έξω από τη λογική·
εμφύσησέ του την πνοή της λύσσας
που παίρνει το βάρος του νου.
Γιατί αν είναι στα λογικά του,
δεν θα θελήσει ποτέ να φορέσει φορέματα γυναίκας.
Αν όμως ξεστρατίσει από το λογικό, θα τα φορέσει.
Θέλω να γίνει ο περίγελως των Θηβαίων,
855 καθώς θα περνά γυναικωτός από την πόλη
μετά τις απειλές και τις φοβέρες του.
Τώρα πηγαίνω να κρεμάσω στον Πενθέα τα στολίδια
που θα φορέσει για το ταξίδι στον Άδη,
κατασφαγμένος από τα χέρια της μητρός του.
Και τότε θα μάθει
860 ότι ο υιός του Διός, ο Διόνυσος, εγεννήθη θεός
δεινότατος για τους ανθρώπους και ηπιότατος.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου