ΙΣΟΚΡ 7.1–15
(ΙΣΟΚΡ 7)
Προοίμιον: Η πρόθεση του Ισοκράτη να μιλήσει υπέρ της σωτηρίας της πόλης – Η ανεπάρκεια της σύγχρονης αθηναϊκής πολιτικής
Ο Αρεοπαγιτικός γράφηκε μετά το τέλος του Συμμαχικού πολέμου (357–355 π.Χ.), ο οποίος σήμανε τη διάλυση της Β´ Αθηναϊκής συμμαχίας. Σε αυτόν ο Ισοκράτης κάνει έκκληση προς τους συμπολίτες του για αναπροσαρμογή της πολιτικής τους στα εσωτερικά και εξωτερικά θέματα και επιστροφή στις πατροπαράδοτες αρχές διακυβέρνησης της πόλης.
[1] Πολλοὺς ὑμῶν οἶμαι θαυμάζειν ἥντινά ποτε γνώμην
ἔχων περὶ σωτηρίας τὴν πρόσοδον ἐποιησάμην, ὥσπερ τῆς
πόλεως ἐν κινδύνοις οὔσης ἢ σφαλερῶς αὐτῇ τῶν πραγμά-
των καθεστηκότων, ἀλλ’ οὐ πλείους μὲν τριήρεις ἢ διακο-
σίας κεκτημένης, εἰρήνην δὲ καὶ τὰ περὶ τὴν χώραν ἀγού-
σης, καὶ τῶν κατὰ θάλατταν ἀρχούσης, [2] ἔτι δὲ συμ-
μάχους ἐχούσης πολλοὺς μὲν τοὺς ἑτοίμως ἡμῖν, ἤν τι
δέῃ, βοηθήσοντας, πολὺ δὲ πλείους τοὺς τὰς συντάξεις
ὑποτελοῦντας καὶ τὸ προσταττόμενον ποιοῦντας· ὧν
ὑπαρχόντων ἡμᾶς μὲν ἄν τις φήσειεν εἰκὸς εἶναι θαρρεῖν
ὡς πόρρω τῶν κινδύνων ὄντας, τοῖς δ’ ἐχθροῖς τοῖς ἡμετέ-
ροις προσήκειν δεδιέναι καὶ βουλεύεσθαι περὶ τῆς αὑτῶν
σωτηρίας.
[3] Ὑμεῖς μὲν οὖν οἶδ’ ὅτι τούτῳ χρώμενοι τῷ λογισμῷ
καὶ τῆς ἐμῆς προσόδου καταφρονεῖτε, καὶ πᾶσαν ἐλπίζετε
τὴν Ἑλλάδα ταύτῃ τῇ δυνάμει κατασχήσειν· ἐγὼ δὲ δι’
αὐτὰ ταῦτα τυγχάνω δεδιώς. ὁρῶ γὰρ τῶν πόλεων τὰς
ἄριστα πράττειν οἰομένας κάκιστα βουλευομένας καὶ τὰς
μάλιστα θαρρούσας εἰς πλείστους κινδύνους καθισταμένας.
[4] αἴτιον δὲ τούτων ἐστίν, ὅτι τῶν ἀγαθῶν καὶ τῶν κακῶν
οὐδὲν αὐτὸ καθ’ αὑτὸ παραγίγνεται τοῖς ἀνθρώποις, ἀλλὰ
συντέτακται καὶ συνακολουθεῖ τοῖς μὲν πλούτοις καὶ ταῖς
δυναστείαις ἄνοια καὶ μετὰ ταύτης ἀκολασία, ταῖς δ’
ἐνδείαις καὶ ταῖς ταπεινότησι σωφροσύνη καὶ πολλὴ
μετριότης, [5] ὥστε χαλεπὸν εἶναι διαγνῶναι ποτέραν ἄν
τις δέξαιτο τῶν μερίδων τούτων τοῖς παισὶν τοῖς αὑτοῦ
καταλιπεῖν. ἴδοιμεν γὰρ ἂν ἐκ μὲν τῆς φαυλοτέρας εἶναι
δοκούσης ἐπὶ τὸ βέλτιον ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ τὰς πράξεις ἐπι-
διδούσας, ἐκ δὲ τῆς κρείττονος φαινομένης ἐπὶ τὸ χεῖρον
εἰθισμένας μεταπίπτειν. [6] καὶ τούτων ἐνεγκεῖν ἔχω
παραδείγματα πλεῖστα μὲν ἐκ τῶν ἰδιωτικῶν πραγμάτων,
πυκνοτάτας γὰρ ταῦτα λαμβάνει τὰς μεταβολάς, οὐ μὴν
ἀλλὰ μείζω γε καὶ φανερώτερα τοῖς ἀκούουσιν ἐκ τῶν ἡμῖν
καὶ Λακεδαιμονίοις συμβάντων. ἡμεῖς τε γὰρ ἀναστάτου
μὲν τῆς πόλεως ὑπὸ τῶν βαρβάρων γεγενημένης διὰ τὸ
δεδιέναι καὶ προσέχειν τὸν νοῦν τοῖς πράγμασιν ἐπρωτεύ-
σαμεν τῶν Ἑλλήνων, ἐπειδὴ δ’ ἀνυπέρβλητον ᾠήθημεν τὴν
δύναμιν ἔχειν, παρὰ μικρὸν ἤλθομεν ἐξανδραποδισθῆναι·
[7] Λακεδαιμόνιοί τε τὸ μὲν παλαιὸν ἐκ φαύλων καὶ ταπει-
νῶν πόλεων ὁρμηθέντες διὰ τὸ σωφρόνως ζῆν καὶ στρα-
τιωτικῶς κατέσχον Πελοπόννησον, μετὰ δὲ ταῦτα μεῖζον
φρονήσαντες τοῦ δέοντος, καὶ λαβόντες καὶ τὴν κατὰ γῆν
καὶ τὴν κατὰ θάλατταν ἀρχήν, εἰς τοὺς αὐτοὺς κινδύνους
κατέστησαν ἡμῖν.
[8] Ὅστις οὖν εἰδὼς τοσαύτας μεταβολὰς γεγενημένας
καὶ τηλικαύτας δυνάμεις οὕτω ταχέως ἀναιρεθείσας
πιστεύει τοῖς παροῦσι, λίαν ἀνόητός ἐστιν, ἄλλως τε καὶ
τῆς μὲν πόλεως ἡμῶν πολὺ καταδεέστερον νῦν πραττούσης
ἢ κατ’ ἐκεῖνον τὸν χρόνον, τοῦ δὲ μίσους τοῦ τῶν Ἑλλήνων
καὶ τῆς ἔχθρας τῆς πρὸς βασιλέα πάλιν ἀνακεκαινισμένης,
ἃ τότε κατεπολέμησεν ἡμᾶς.
[9] Ἀπορῶ δὲ πότερον ὑπολάβω μηδὲν μέλειν ὑμῖν
τῶν κοινῶν πραγμάτων, ἢ φροντίζειν μὲν αὐτῶν,
εἰς τοῦτο δ’ ἀναισθησίας ἥκειν ὥστε λανθάνειν ὑμᾶς
εἰς ὅσην ταραχὴν ἡ πόλις καθέστηκεν. ἐοίκατε
γὰρ οὕτω διακειμένοις ἀνθρώποις, οἵτινες ἁπάσας
μὲν τὰς πόλεις τὰς ἐπὶ Θρᾴκης ἀπολωλεκότες, πλείω
δ’ ἢ χίλια τάλαντα μάτην εἰς τοὺς ξένους ἀνηλωκότες,
[10] πρὸς δὲ τοὺς Ἕλληνας διαβεβλημένοι καὶ τῷ βαρβάρῳ
πολέμιοι γεγονότες, ἔτι δὲ τοὺς μὲν Θηβαίων φίλους σῴζειν
ἠναγκασμένοι, τοὺς δ’ ἡμετέρους αὐτῶν συμμάχους
ἀπολωλεκότες, ἐπὶ τοιαύταις πράξεσιν εὐαγγέλια μὲν δὶς
ἤδη τεθύκαμεν, ῥᾳθυμότερον δὲ περὶ αὐτῶν ἐκκλησιάζομεν
τῶν πάντα τὰ δέοντα πραττόντων.
[11] Καὶ ταῦτ’ εἰκότως καὶ ποιοῦμεν καὶ πάσχομεν·
οὐδὲν γὰρ οἷόν τε γίγνεσθαι κατὰ τρόπον τοῖς μὴ καλῶς
περὶ ὅλης τῆς διοικήσεως βεβουλευμένοις, ἀλλ’ ἂν καὶ
κατορθώσωσι περί τινας τῶν πράξεων ἢ διὰ τύχην ἢ δι’
ἀνδρὸς ἀρετήν, μικρὸν διαλιπόντες πάλιν εἰς τὰς αὐτὰς
ἀπορίας κατέστησαν. καὶ ταῦτα γνοίη τις ἂν ἐκ τῶν περὶ
ἡμᾶς γεγενημένων. [12] ἁπάσης γὰρ τῆς Ἑλλάδος ὑπὸ
τὴν πόλιν ἡμῶν ὑποπεσούσης καὶ μετὰ τὴν Κόνωνος
ναυμαχίαν καὶ μετὰ τὴν Τιμοθέου στρατηγίαν, οὐδένα
χρόνον τὰς εὐτυχίας κατασχεῖν ἠδυνήθημεν, ἀλλὰ ταχέως
διεσκαριφησάμεθα καὶ διελύσαμεν αὐτάς. πολιτείαν γὰρ
τὴν ὀρθῶς ἂν τοῖς πράγμασι χρησομένην οὔτ’ ἔχομεν οὔτε
καλῶς ζητοῦμεν. [13] καίτοι τὰς εὐπραγίας ἅπαντες
ἴσμεν καὶ παραγιγνομένας καὶ παραμενούσας οὐ τοῖς τὰ
τείχη κάλλιστα καὶ μέγιστα περιβεβλημένοις, οὐδὲ τοῖς
μετὰ πλείστων ἀνθρώπων εἰς τὸν αὐτὸν τόπον συνηθροι-
σμένοις, ἀλλὰ τοῖς ἄριστα καὶ σωφρονέστατα τὴν αὑτῶν
πόλιν διοικοῦσιν. [14] ἔστι γὰρ ψυχὴ πόλεως οὐδὲν
ἕτερον ἢ πολιτεία, τοσαύτην ἔχουσα δύναμιν ὅσην περ ἐν
σώματι φρόνησις. αὕτη γάρ ἐστιν ἡ βουλευομένη περὶ
ἁπάντων, καὶ τὰ μὲν ἀγαθὰ διαφυλάττουσα, τὰς δὲ συμφο-
ρὰς διαφεύγουσα. ταύτῃ καὶ τοὺς νόμους καὶ τοὺς ῥήτορας
καὶ τοὺς ἰδιώτας ἀναγκαῖόν ἐστιν ὁμοιοῦσθαι καὶ πράττειν
οὕτως ἑκάστους οἵαν περ ἂν ταύτην ἔχωσιν. [15] ἧς
ἡμεῖς διεφθαρμένης οὐδὲν φροντίζομεν, οὐδὲ σκοποῦμεν
ὅπως ἐπανορθώσομεν αὐτήν· ἀλλ’ ἐπὶ μὲν τῶν ἐργαστηρίων
καθίζοντες κατηγοροῦμεν τῶν καθεστώτων, καὶ λέγομεν ὡς
οὐδέποτ’ ἐν δημοκρατίᾳ κάκιον ἐπολιτεύθημεν, ἐν δὲ τοῖς
πράγμασιν καὶ ταῖς διανοίαις αἷς ἔχομεν μᾶλλον αὐτὴν
ἀγαπῶμεν τῆς ὑπὸ τῶν προγόνων καταλειφθείσης.
***
Νομίζω ότι πολλοί από σας απορούν, με ποιες σκέψεις παρουσιάζομαι μπροστά σας για να μιλήσω, καθώς έχω σκοπό «περί σωτηρίας» δίνοντας την εντύπωση ότι το κράτος μας αντιμετωπίζει κινδύνους στη σημερινή εποχή, ή ότι τα πράγματά του βρίσκονται σε κακή κατάσταση, ενώ ξέρουμε όλοι μας ότι και τριήρεις έχει παραπάνω από διακόσιες και στην ξηρά περνάει περίοδο ειρηνική και στη θάλασσα διατηρεί την κυριαρχία κι' έχει ακόμη συμμάχους πολλούς που είναι πρόθυμοι να μας βοηθήσουν, αν παρουσιαστή ανάγκη, κι' ακόμη πιο πολλούς υποτελείς φόρου που στέκουν στο πόδι σε κάθε του πρόσταγμα. Με τέτοιες προϋποθέσεις θα μπορούσε να πη κανείς, ότι πρέπει να έχουμε θάρρος, γιατί βρισκόμαστε μακριά από κάθε κίνδυνο κι' ότι ταιριάζει περισσότερο στους εχθρούς μας να 'χουν ανησυχίες και φόβους και να κάνουν σκέψεις και να παίρνουν αποφάσεις για τη δική τους σωτηρία.
Καταλαβαίνω λοιπόν ότι σεις με το να σκέπτεσθε κατά τέτοιο τρόπο, και τη δική μου εμφάνιση πολύ λίγο λογαριάζετε και διατηρείτε ακόμη ελπίδες ότι με τη σημερινή δύναμη του κράτους θα κατορθώσετε να γίνετε κύριοι ολόκληρης της Ελλάδος. Εγώ όμως για όλα αυτά πάρα πολύ φοβούμαι· γιατί βλέπω ότι από τα κράτη, όσα νομίζουν ότι τα πράγματά τους βρίσκονται σε άριστη κατάσταση, σκέπτονται κατά το χειρότερο τρόπο και όσα πάλι ξεχωρίζουν για το μεγάλο τους θάρρος, αντιμετωπίζουν πάρα πολλούς κινδύνους. Αιτία των φαινομένων αυτών είναι: ότι καμμία ευτυχία και καμμία συμφορά δεν έρχονται μόνες τους στον άνθρωπο, αλλ' υπάρχει συνυφασμένη και ακολουθεί στον πλούτο και στις δυναστείες αφροσύνη και μαζί μ' αυτήν ακολασία, ενώ στη φτώχεια και στην ταπεινοφροσύνη κυριαρχεί αγνή σκέψη και εγκράτεια. Είναι λοιπόν δύσκολο ν' αποφασίση κανείς σε ποιαν από τις δύο μερίδες είναι προτιμότερο ν' αφήση τα παιδιά του. Γιατί βλέπουμε πολλές φορές, ότι εκείνη που θεωρείται φαυλότερη συχνά βαδίζει προς το καλύτερο, ενώ εκείνη που φαίνεται πως είναι ηθικώτερη, κατρακυλάει τις πιο πολλές φορές προς το χειρότερο.
Και για την αλήθεια των σκέψεων αυτών μπορώ να φέρω παραδείγματα πάρα πολλά και πρώτα–πρώτα από την ιδιωτική ζωή, επειδή ακριβώς αυτή πάρα πολύ συχνά υφίσταται μεταβολές και είναι ακόμη πιο μεγάλα και πιο φανερά σ' αυτούς που τα ακούνε, από εκείνα που έχουν συμβή σε μας και τους Λακεδαιμονίους.
Γιατί και μεις, όταν η πόλη μας καταστράφηκε από τους βαρβάρους, επειδή είχαμε φόβους και παρακολουθούσαμε προσεκτικά τα πράγματα, εκερδίσαμε τα πρωτεία ανάμεσα σ' όλους τους Έλληνας, και επειδή πάλι ενομίσαμε εγωϊστικά ότι έχουμε ακαταμάχητη δύναμη, λίγο έλειψε να γίνουμε δούλοι. Οι Λακεδαιμόνιοι κατόπιν, αν και ξεκίνησαν στην αρχή από μικρές και ασήμαντες πόλεις, επειδή έκαναν ζωή μετρημένη και είχαν μεγάλη στρατιωτική πειθαρχία, έγιναν κυρίαρχοι ολόκληρης της Πελοποννήσου, όταν όμως ύστερα υπερηφανεύτηκαν περισσότερο απ' όσο έπρεπε και απόκτησαν την ηγεμονία και στην ξηρά και στη θάλασσα, περιέπεσαν στους ίδιους ακριβώς κινδύνους με μας.
Εκείνος λοιπόν που, αν και ξέρη ότι γίνονται τόσο πολλές μεταβολές και ότι τόσο μεγάλες δυνάμεις περιπίπτουν σε αφάνεια, πιστεύει ότι είναι ικανοποιητική η σημερινή κατάσταση, είναι χωρίς άλλο πολύ ανόητος, γιατί και το κράτος μας τώρα βρίσκεται σε χειρότερη θέση παρ' όσο κατά την εποχή εκείνη, το δε μίσος των Ελλήνων και η έχθρα προς τον βασιλέα των Περσών, που μας επολέμησαν τον παλαιό καιρό, βρίσκονται πάλι σε ένταση.
Δεν ξέρω μάλιστα ποιο από τα δύο να υποθέσω, ότι δηλ. δεν σας ενδιαφέρει τίποτε από τα δημόσια πράγματα ή ότι ενδιαφέρεσθε μεν γι' αυτά, αλλ' έχετε καταντήσει σε τόση αναισθησία, ώστε σας διαφεύγει σε ποιαν αναστάτωση έχει περιέλθει το κράτος μας. Γιατί μοιάζετε, μα την αλήθεια, καταπληκτικά με τους ανθρώπους εκείνους, που έχουν χάσει όλες τους τις πόλεις στη Θράκη κι' έχουν ξοδέψει μάταια πάνω από χίλια τάλαντα σε μισθοφόρους στρατιώτες κι' έχουν συκοφαντηθή στους Έλληνας και με τους βαρβάρους έχουν εχθρότητα, είναι δε ακόμα υποχρεωμένοι να εξυπηρετούν τους φίλους των Θηβαίων και έχουν τέλος εγκαταλειφθή από τους συμμάχους των. Παρ' όλα όμως αυτά εμείς έχουμε προσφέρει δύο φορές ως τώρα ευχαριστήριες θυσίες προς τους θεούς και στις συνελεύσεις μας μιλάμε γι' αυτά με μεγαλύτερη αδιαφορία από εκείνους που εκπληρώνουν όλες τους τις υποχρεώσεις. Και όλα αυτά τα κάνουμε και τα υποφέρουμε δίκαια, γιατί κανένα από τα δημόσια πράγματα δεν μπορεί να γίνη όπως πρέπει σ' εκείνους που δεν έχουν ορθή σκέψη για την όλη διοίκηση, αλλά που και αν ακόμη πετύχουν σε μερικές περιστάσεις ή από εύνοια της τύχης ή λόγω της προσωπικής αξίας ενός μόνο ανδρός, ύστερα από λίγο χρονικό διάστημα αντιμετωπίζουν τα ίδια πάλι προβλήματα. Και όλα αυτά μπορεί κανείς να τα νοιώση βαθιά, αν παρακολουθήση προσεχτικά όσα έχουν συμβή σε μας.
Όταν δηλαδή ολόκληρη η Ελλάς περιήλθε στην εξουσία της δικής μας πολιτείας, τόσο ύστερα από τη ναυμαχία του Κόνωνος όσο και μετά τη στρατηγία του Τιμοθέου, δεν μπορέσαμε ούτε για λίγες στιγμές να διατηρήσουμε τα αγαθά της επιτυχίας τους, αλλ' αντιθέτως τα εσκορπίσαμε και τα εχάσαμε. Και ο λόγος είναι ότι «πολίτευμα» που να μπορή να διοικήση καλά τα πράγματα, ούτε έχουμε ούτε με καλή τακτική επιδιώκουμε να συστήσουμε. Και όμως όλοι ξέρουμε καλά ότι τα αγαθά και έρχονται και παραμένουν όχι σ' εκείνους που οχυρώνονται με τείχη στερεά και μεγάλα, ούτε σ' εκείνους που συναθροίζονται στον ίδιο τόπο με πολλούς άλλους ανθρώπους, αλλά σ' εκείνους που διοικούν την πολιτεία τους με ενδιαφέρον και περίσκεψη. Γιατί «ψυχή» της πολιτείας δεν είναι τίποτε άλλο παρά το «πολίτευμα», που έχει τόσο μεγάλη δύναμη όσο έχει για τον άνθρωπο η ορθή σκέψη. Γιατί αυτό ακριβώς, είναι που φροντίζει για όλα, και τα μεν αγαθά διαφυλάττει, ενώ τις συμφορές προσπαθεί να εξαλείφη. Με αυτό είναι ανάγκη να εξομοιώνωνται και οι νόμοι και οι ρήτορες και οι ιδιώται και καθένας απ' αυτούς να ενεργή σύμφωνα με τις διατάξεις του ισχύοντος πολιτεύματος. Για το πολίτευμα λοιπόν που είναι διεφθαρμένο στα χρόνια μας, δεν δείχνουμε κανένα ενδιαφέρον, ούτε και κάνουμε καμμιά σκέψη για να το επαναφέρουμε σε καλύτερη θέση, αλλ' όταν καθόμαστε και συζητούμε στα εργαστήρια, περιοριζόμαστε να κατηγορούμε τη σημερινή πολιτειακή ακαταστασία και υποστηρίζουμε ότι ποτέ κατά τη διάρκεια της Δημοκρατίας δεν είχαμε πιο άθλια διοίκηση, ενώ στην πραγματικότητα και μέσα μας ικανοποιούμεθα περισσότερο μ' αυτή παρά μ' εκείνη που εκληρονομήσαμε από τους προγόνους.
Νομίζω ότι πολλοί από σας απορούν, με ποιες σκέψεις παρουσιάζομαι μπροστά σας για να μιλήσω, καθώς έχω σκοπό «περί σωτηρίας» δίνοντας την εντύπωση ότι το κράτος μας αντιμετωπίζει κινδύνους στη σημερινή εποχή, ή ότι τα πράγματά του βρίσκονται σε κακή κατάσταση, ενώ ξέρουμε όλοι μας ότι και τριήρεις έχει παραπάνω από διακόσιες και στην ξηρά περνάει περίοδο ειρηνική και στη θάλασσα διατηρεί την κυριαρχία κι' έχει ακόμη συμμάχους πολλούς που είναι πρόθυμοι να μας βοηθήσουν, αν παρουσιαστή ανάγκη, κι' ακόμη πιο πολλούς υποτελείς φόρου που στέκουν στο πόδι σε κάθε του πρόσταγμα. Με τέτοιες προϋποθέσεις θα μπορούσε να πη κανείς, ότι πρέπει να έχουμε θάρρος, γιατί βρισκόμαστε μακριά από κάθε κίνδυνο κι' ότι ταιριάζει περισσότερο στους εχθρούς μας να 'χουν ανησυχίες και φόβους και να κάνουν σκέψεις και να παίρνουν αποφάσεις για τη δική τους σωτηρία.
Καταλαβαίνω λοιπόν ότι σεις με το να σκέπτεσθε κατά τέτοιο τρόπο, και τη δική μου εμφάνιση πολύ λίγο λογαριάζετε και διατηρείτε ακόμη ελπίδες ότι με τη σημερινή δύναμη του κράτους θα κατορθώσετε να γίνετε κύριοι ολόκληρης της Ελλάδος. Εγώ όμως για όλα αυτά πάρα πολύ φοβούμαι· γιατί βλέπω ότι από τα κράτη, όσα νομίζουν ότι τα πράγματά τους βρίσκονται σε άριστη κατάσταση, σκέπτονται κατά το χειρότερο τρόπο και όσα πάλι ξεχωρίζουν για το μεγάλο τους θάρρος, αντιμετωπίζουν πάρα πολλούς κινδύνους. Αιτία των φαινομένων αυτών είναι: ότι καμμία ευτυχία και καμμία συμφορά δεν έρχονται μόνες τους στον άνθρωπο, αλλ' υπάρχει συνυφασμένη και ακολουθεί στον πλούτο και στις δυναστείες αφροσύνη και μαζί μ' αυτήν ακολασία, ενώ στη φτώχεια και στην ταπεινοφροσύνη κυριαρχεί αγνή σκέψη και εγκράτεια. Είναι λοιπόν δύσκολο ν' αποφασίση κανείς σε ποιαν από τις δύο μερίδες είναι προτιμότερο ν' αφήση τα παιδιά του. Γιατί βλέπουμε πολλές φορές, ότι εκείνη που θεωρείται φαυλότερη συχνά βαδίζει προς το καλύτερο, ενώ εκείνη που φαίνεται πως είναι ηθικώτερη, κατρακυλάει τις πιο πολλές φορές προς το χειρότερο.
Και για την αλήθεια των σκέψεων αυτών μπορώ να φέρω παραδείγματα πάρα πολλά και πρώτα–πρώτα από την ιδιωτική ζωή, επειδή ακριβώς αυτή πάρα πολύ συχνά υφίσταται μεταβολές και είναι ακόμη πιο μεγάλα και πιο φανερά σ' αυτούς που τα ακούνε, από εκείνα που έχουν συμβή σε μας και τους Λακεδαιμονίους.
Γιατί και μεις, όταν η πόλη μας καταστράφηκε από τους βαρβάρους, επειδή είχαμε φόβους και παρακολουθούσαμε προσεκτικά τα πράγματα, εκερδίσαμε τα πρωτεία ανάμεσα σ' όλους τους Έλληνας, και επειδή πάλι ενομίσαμε εγωϊστικά ότι έχουμε ακαταμάχητη δύναμη, λίγο έλειψε να γίνουμε δούλοι. Οι Λακεδαιμόνιοι κατόπιν, αν και ξεκίνησαν στην αρχή από μικρές και ασήμαντες πόλεις, επειδή έκαναν ζωή μετρημένη και είχαν μεγάλη στρατιωτική πειθαρχία, έγιναν κυρίαρχοι ολόκληρης της Πελοποννήσου, όταν όμως ύστερα υπερηφανεύτηκαν περισσότερο απ' όσο έπρεπε και απόκτησαν την ηγεμονία και στην ξηρά και στη θάλασσα, περιέπεσαν στους ίδιους ακριβώς κινδύνους με μας.
Εκείνος λοιπόν που, αν και ξέρη ότι γίνονται τόσο πολλές μεταβολές και ότι τόσο μεγάλες δυνάμεις περιπίπτουν σε αφάνεια, πιστεύει ότι είναι ικανοποιητική η σημερινή κατάσταση, είναι χωρίς άλλο πολύ ανόητος, γιατί και το κράτος μας τώρα βρίσκεται σε χειρότερη θέση παρ' όσο κατά την εποχή εκείνη, το δε μίσος των Ελλήνων και η έχθρα προς τον βασιλέα των Περσών, που μας επολέμησαν τον παλαιό καιρό, βρίσκονται πάλι σε ένταση.
Δεν ξέρω μάλιστα ποιο από τα δύο να υποθέσω, ότι δηλ. δεν σας ενδιαφέρει τίποτε από τα δημόσια πράγματα ή ότι ενδιαφέρεσθε μεν γι' αυτά, αλλ' έχετε καταντήσει σε τόση αναισθησία, ώστε σας διαφεύγει σε ποιαν αναστάτωση έχει περιέλθει το κράτος μας. Γιατί μοιάζετε, μα την αλήθεια, καταπληκτικά με τους ανθρώπους εκείνους, που έχουν χάσει όλες τους τις πόλεις στη Θράκη κι' έχουν ξοδέψει μάταια πάνω από χίλια τάλαντα σε μισθοφόρους στρατιώτες κι' έχουν συκοφαντηθή στους Έλληνας και με τους βαρβάρους έχουν εχθρότητα, είναι δε ακόμα υποχρεωμένοι να εξυπηρετούν τους φίλους των Θηβαίων και έχουν τέλος εγκαταλειφθή από τους συμμάχους των. Παρ' όλα όμως αυτά εμείς έχουμε προσφέρει δύο φορές ως τώρα ευχαριστήριες θυσίες προς τους θεούς και στις συνελεύσεις μας μιλάμε γι' αυτά με μεγαλύτερη αδιαφορία από εκείνους που εκπληρώνουν όλες τους τις υποχρεώσεις. Και όλα αυτά τα κάνουμε και τα υποφέρουμε δίκαια, γιατί κανένα από τα δημόσια πράγματα δεν μπορεί να γίνη όπως πρέπει σ' εκείνους που δεν έχουν ορθή σκέψη για την όλη διοίκηση, αλλά που και αν ακόμη πετύχουν σε μερικές περιστάσεις ή από εύνοια της τύχης ή λόγω της προσωπικής αξίας ενός μόνο ανδρός, ύστερα από λίγο χρονικό διάστημα αντιμετωπίζουν τα ίδια πάλι προβλήματα. Και όλα αυτά μπορεί κανείς να τα νοιώση βαθιά, αν παρακολουθήση προσεχτικά όσα έχουν συμβή σε μας.
Όταν δηλαδή ολόκληρη η Ελλάς περιήλθε στην εξουσία της δικής μας πολιτείας, τόσο ύστερα από τη ναυμαχία του Κόνωνος όσο και μετά τη στρατηγία του Τιμοθέου, δεν μπορέσαμε ούτε για λίγες στιγμές να διατηρήσουμε τα αγαθά της επιτυχίας τους, αλλ' αντιθέτως τα εσκορπίσαμε και τα εχάσαμε. Και ο λόγος είναι ότι «πολίτευμα» που να μπορή να διοικήση καλά τα πράγματα, ούτε έχουμε ούτε με καλή τακτική επιδιώκουμε να συστήσουμε. Και όμως όλοι ξέρουμε καλά ότι τα αγαθά και έρχονται και παραμένουν όχι σ' εκείνους που οχυρώνονται με τείχη στερεά και μεγάλα, ούτε σ' εκείνους που συναθροίζονται στον ίδιο τόπο με πολλούς άλλους ανθρώπους, αλλά σ' εκείνους που διοικούν την πολιτεία τους με ενδιαφέρον και περίσκεψη. Γιατί «ψυχή» της πολιτείας δεν είναι τίποτε άλλο παρά το «πολίτευμα», που έχει τόσο μεγάλη δύναμη όσο έχει για τον άνθρωπο η ορθή σκέψη. Γιατί αυτό ακριβώς, είναι που φροντίζει για όλα, και τα μεν αγαθά διαφυλάττει, ενώ τις συμφορές προσπαθεί να εξαλείφη. Με αυτό είναι ανάγκη να εξομοιώνωνται και οι νόμοι και οι ρήτορες και οι ιδιώται και καθένας απ' αυτούς να ενεργή σύμφωνα με τις διατάξεις του ισχύοντος πολιτεύματος. Για το πολίτευμα λοιπόν που είναι διεφθαρμένο στα χρόνια μας, δεν δείχνουμε κανένα ενδιαφέρον, ούτε και κάνουμε καμμιά σκέψη για να το επαναφέρουμε σε καλύτερη θέση, αλλ' όταν καθόμαστε και συζητούμε στα εργαστήρια, περιοριζόμαστε να κατηγορούμε τη σημερινή πολιτειακή ακαταστασία και υποστηρίζουμε ότι ποτέ κατά τη διάρκεια της Δημοκρατίας δεν είχαμε πιο άθλια διοίκηση, ενώ στην πραγματικότητα και μέσα μας ικανοποιούμεθα περισσότερο μ' αυτή παρά μ' εκείνη που εκληρονομήσαμε από τους προγόνους.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου