Κυριακή 8 Μαΐου 2022

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΑ

ΑΡΙΣΤ Πολ 1280a7–1281a10

(ΑΡΙΣΤ Πολ 1279a22–1281a10: Τα είδη των πολιτευμάτων) 

Κριτική της τρέχουσας άποψης περί δικαίου – Ο σκοπός μιας πολιτικής κοινωνίας και η αληθινή δικαιοσύνη

Ληπτέον δὲ πρῶτον τίνας ὅρους λέγουσι τῆς ὀλιγαρχίας
καὶ δημοκρατίας, καὶ τί τὸ δίκαιον τό τε ὀλιγαρχικὸν
καὶ δημοκρατικόν. πάντες γὰρ ἅπτονται δικαίου τινός, ἀλλὰ
(10) μέχρι τινὸς προέρχονται, καὶ λέγουσιν οὐ πᾶν τὸ κυρίως
δίκαιον. οἷον δοκεῖ ἴσον τὸ δίκαιον εἶναι, καὶ ἔστιν, ἀλλ’
οὐ πᾶσιν ἀλλὰ τοῖς ἴσοις· καὶ τὸ ἄνισον δοκεῖ δίκαιον
εἶναι, καὶ γὰρ ἔστιν, ἀλλ’ οὐ πᾶσιν ἀλλὰ τοῖς ἀνίσοις· οἱ
δὲ τοῦτ’ ἀφαιροῦσι, τὸ οἷς, καὶ κρίνουσι κακῶς. τὸ δ’ αἴτιον
(15) ὅτι περὶ αὑτῶν ἡ κρίσις· σχεδὸν δ’ οἱ πλεῖστοι φαῦλοι κρι-
ταὶ περὶ τῶν οἰκείων. ὥστ’ ἐπεὶ τὸ δίκαιον τισίν, καὶ διῄρη-
ται τὸν αὐτὸν τρόπον ἐπί τε τῶν πραγμάτων καὶ οἷς, καθ-
άπερ εἴρηται πρότερον ἐν τοῖς Ἠθικοῖς, τὴν μὲν τοῦ πρά-
γματος ἰσότητα ὁμολογοῦσι, τὴν δὲ οἷς ἀμφισβητοῦσι, μά-
(20) λιστα μὲν διὰ τὸ λεχθὲν ἄρτι, διότι κρίνουσι τὰ περὶ αὑτοὺς
κακῶς, ἔπειτα δὲ καὶ διὰ τὸ λέγειν μέχρι τινὸς ἑκατέρους
δίκαιόν τι νομίζουσι δίκαιον λέγειν ἁπλῶς. οἱ μὲν γὰρ
ἂν κατά τι ἄνισοι ὦσιν, οἷον χρήμασιν, ὅλως οἴονται ἄν-
ισοι εἶναι, οἱ δ’ ἂν κατά τι ἴσοι, οἷον ἐλευθερίᾳ, ὅλως
(25) ἴσοι. τὸ δὲ κυριώτατον οὐ λέγουσιν. εἰ μὲν γὰρ τῶν κτη-
μάτων χάριν ἐκοινώνησαν καὶ συνῆλθον, τοσοῦτον μετέχουσι
τῆς πόλεως ὅσον περ καὶ τῆς κτήσεως, ὥσθ’ ὁ τῶν ὀλιγαρ-
χικῶν λόγος δόξειεν ἂν ἰσχύειν (οὐ γὰρ εἶναι δίκαιον ἴσον
μετέχειν τῶν ἑκατὸν μνῶν τὸν εἰσενέγκαντα μίαν μνᾶν τῷ
(30) δόντι τὸ λοιπὸν πᾶν, οὔτε τῶν ἐξ ἀρχῆς οὔτε τῶν ἐπιγινο-
μένων)· εἰ δὲ μήτε τοῦ ζῆν μόνον ἕνεκεν ἀλλὰ μᾶλλον τοῦ
εὖ ζῆν (καὶ γὰρ ἂν δούλων καὶ τῶν ἄλλων ζῴων ἦν πό-
λις· νῦν δ’ οὐκ ἔστι, διὰ τὸ μὴ μετέχειν εὐδαιμονίας μηδὲ
τοῦ ζῆν κατὰ προαίρεσιν), μήτε συμμαχίας ἕνεκεν, ὅπως
(35) ὑπὸ μηδενὸς ἀδικῶνται, μήτε διὰ τὰς ἀλλαγὰς καὶ τὴν
χρῆσιν τὴν πρὸς ἀλλήλους —καὶ γὰρ ἂν Τυρρηνοὶ καὶ Καρχη-
δόνιοι, καὶ πάντες οἷς ἔστι σύμβολα πρὸς ἀλλήλους, ὡς
μιᾶς ἂν πολῖται πόλεως ἦσαν· εἰσὶ γοῦν αὐτοῖς συνθῆκαι
περὶ τῶν εἰσαγωγίμων καὶ σύμβολα περὶ τοῦ μὴ ἀδικεῖν
(40) καὶ γραφαὶ περὶ συμμαχίας. ἀλλ’ οὔτ’ ἀρχαὶ πᾶσιν ἐπὶ
[1280b] τούτοις κοιναὶ καθεστᾶσιν, ἀλλ’ ἕτεραι παρ’ ἑκατέροις, οὔτε τοῦ
ποίους τινὰς εἶναι δεῖ φροντίζουσιν ἅτεροι τοὺς ἑτέρους, οὐδ’
ὅπως μηδεὶς ἄδικος ἔσται τῶν ὑπὸ τὰς συνθήκας μηδὲ μο-
χθηρίαν ἕξει μηδεμίαν, ἀλλὰ μόνον ὅπως μηδὲν ἀδική-
(5) σουσιν ἀλλήλους. περὶ δ’ ἀρετῆς καὶ κακίας πολιτικῆς δια-
σκοποῦσιν ὅσοι φροντίζουσιν εὐνομίας. ᾗ καὶ φανερὸν ὅτι
δεῖ περὶ ἀρετῆς ἐπιμελὲς εἶναι τῇ γ’ ὡς ἀληθῶς ὀνομαζο-
μένῃ πόλει, μὴ λόγου χάριν. γίγνεται γὰρ ἡ κοινωνία συμ-
μαχία τῶν ἄλλων τόπῳ διαφέρουσα μόνον, τῶν ἄπωθεν
(10) συμμαχιῶν, καὶ ὁ νόμος συνθήκη καί, καθάπερ ἔφη Λυκό-
φρων ὁ σοφιστής, ἐγγυητὴς ἀλλήλοις τῶν δικαίων, ἀλλ’
οὐχ οἷος ποιεῖν ἀγαθοὺς καὶ δικαίους τοὺς πολίτας. ὅτι δὲ
τοῦτον ἔχει τὸν τρόπον, φανερόν. εἰ γάρ τις καὶ συναγάγοι
τοὺς τόπους εἰς ἕν, ὥστε ἅπτεσθαι τὴν Μεγαρέων πόλιν καὶ
(15) Κορινθίων τοῖς τείχεσιν, ὅμως οὐ μία πόλις· οὐδ’ εἰ πρὸς
ἀλλήλους ἐπιγαμίας ποιήσαιντο· καίτοι τοῦτο τῶν ἰδίων ταῖς
πόλεσι κοινωνημάτων ἐστίν. ὁμοίως δ’ οὐδ’ εἴ τινες οἰκοῖεν
χωρὶς μέν, μὴ μέντοι τοσοῦτον ἄπωθεν ὥστε μὴ κοινωνεῖν,
ἀλλ’ εἴησαν αὐτοῖς νόμοι τοῦ μὴ σφᾶς αὐτοὺς ἀδικεῖν περὶ
(20) τὰς μεταδόσεις, οἷον εἰ ὁ μὲν εἴη τέκτων ὁ δὲ γεωργὸς
ὁ δὲ σκυτοτόμος ὁ δ’ ἄλλο τι τοιοῦτον, καὶ τὸ πλῆθος εἶεν
μύριοι, μὴ μέντοι κοινωνοῖεν ἄλλου μηδενὸς ἢ τῶν τοιούτων,
οἷον ἀλλαγῆς καὶ συμμαχίας, οὐδ’ οὕτω πω πόλις. διὰ
τίνα δή ποτ’ αἰτίαν; οὐ γὰρ δὴ διὰ τὸ μὴ σύνεγγυς τῆς
(25) κοινωνίας. εἰ γὰρ καὶ συνέλθοιεν οὕτω κοινωνοῦντες (ἕκαστος
μέντοι χρῷτο τῇ ἰδίᾳ οἰκίᾳ ὥσπερ πόλει) καὶ σφίσιν αὐτοῖς
ὡς ἐπιμαχίας οὔσης βοηθοῦντες ἐπὶ τοὺς ἀδικοῦντας μόνον,
οὐδ’ οὕτως ἂν εἶναι δόξειεν πόλις τοῖς ἀκριβῶς θεωροῦσιν, εἴπερ
ὁμοίως ὁμιλοῖεν συνελθόντες καὶ χωρίς. φανερὸν τοίνυν ὅτι
(30) ἡ πόλις οὐκ ἔστι κοινωνία τόπου, καὶ τοῦ μὴ ἀδικεῖν σφᾶς
αὐτοὺς καὶ τῆς μεταδόσεως χάριν· ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἀναγ-
καῖον ὑπάρχειν, εἴπερ ἔσται πόλις, οὐ μὴν οὐδ’ ὑπαρχόντων
τούτων ἁπάντων ἤδη πόλις, ἀλλ’ ἡ τοῦ εὖ ζῆν κοινωνία καὶ
ταῖς οἰκίαις καὶ τοῖς γένεσι, ζωῆς τελείας χάριν καὶ αὐτάρ-
(35) κους. οὐκ ἔσται μέντοι τοῦτο μὴ τὸν αὐτὸν καὶ ἕνα κατοικούν-
των τόπον καὶ χρωμένων ἐπιγαμίαις. διὸ κηδεῖαί τ’ ἐγέ-
νοντο κατὰ τὰς πόλεις καὶ φατρίαι καὶ θυσίαι καὶ δια-
γωγαὶ τοῦ συζῆν. τὸ δὲ τοιοῦτον φιλίας ἔργον· ἡ γὰρ τοῦ
συζῆν προαίρεσις φιλία. τέλος μὲν οὖν πόλεως τὸ εὖ ζῆν,
(40) ταῦτα δὲ τοῦ τέλους χάριν. πόλις δὲ ἡ γενῶν καὶ κωμῶν
[1281a] κοινωνία ζωῆς τελείας καὶ αὐτάρκους. τοῦτο δ’ ἐστίν, ὡς
φαμέν, τὸ ζῆν εὐδαιμόνως καὶ καλῶς. τῶν καλῶν ἄρα
πράξεων χάριν θετέον εἶναι τὴν πολιτικὴν κοινωνίαν ἀλλ’
οὐ τοῦ συζῆν. διόπερ ὅσοι συμβάλλονται πλεῖστον εἰς τὴν
(5) τοιαύτην κοινωνίαν, τούτοις τῆς πόλεως μέτεστι πλεῖον ἢ
τοῖς κατὰ μὲν ἐλευθερίαν καὶ γένος ἴσοις ἢ μείζοσι κατὰ
δὲ τὴν πολιτικὴν ἀρετὴν ἀνίσοις, ἢ τοῖς κατὰ πλοῦτον ὑπερ-
έχουσι κατ’ ἀρετὴν δ’ ὑπερεχομένοις. ὅτι μὲν οὖν πάντες
οἱ περὶ τῶν πολιτειῶν ἀμφισβητοῦντες μέρος τι τοῦ δικαίου
(10) λέγουσι, φανερὸν ἐκ τῶν εἰρημένων.

***
Kατά πρώτον όμως πρέπει να εξετάσωμεν τα ομολογούμενα χαρακτηριστικά της ολιγαρχίας και της δημοκρατίας, και οποίον είναι το δίκαιον το ολιγαρχικόν και το δημοκρατικόν. Διότι πάντες διεκδικούν υπέρ εαυτών δίκαιον τι, αλλά (10) μέχρις ενός σημείου μόνον προβαίνουν, και λέγοντες 'δίκαιον' δεν εννοούν ακέραιον το απολύτως δίκαιον. Επί παραδείγματι νομίζεται το δίκαιον ως 'ίσον' τι, και είναι, όχι όμως μεταξύ πάντων, αλλά μεταξύ των ίσων· και το 'άνισον' νομίζεται ότι είναι δίκαιον, και πράγματι είναι, ουχί όμως μεταξύ πάντων, αλλά μεταξύ των ανίσων· οι άνθρωποι όμως αφαιρούν τούτο, το «μεταξύ ποίων», και συνεπώς εξάγουν εσφαλμένα συμπεράσματα. Η κυρία όμως αιτία είναι (15) ότι πρόκειται να κρίνουν περί εαυτών, σχεδόν δε οι περισσότεροι είναι φαύλοι κριταί περί των ιδίων. Συνεπώς, του δικαίου υπάρχοντος ((ουχί απολύτως)) αλλ' εν σχέσει προς τινας, και κατά τον αυτόν τρόπον όντος διηρημένου επί τε των πραγμάτων και των διεκδικούντων αυτό προσώπων, ως και πρότερον εν τοις Ηθικοίς ελέχθη, ούτοι την μεν επί των πραγμάτων ισότητα ομολογούν, την επί των προσώπων όμως αμφισβητούν, (20) κυρίως μεν διά το προ ολίγου λεχθέν, ότι κρίνουν κακώς τα περί αυτούς, έπειτα δε και διά το ότι επικαλούμενοι δίκαιον τι νομίζουν ότι επικαλούνται τα απόλυτον δίκαιον. Οι μεν δηλαδή αν κατά τι είναι άνισοι, οίον κατά την περιουσίαν, έχουν την ιδέαν ότι είναι καθ' όλα και διόλου άνισοι, οι δε πάλιν, εάν είναι κατά τι ίσοι, οίον κατά την ελευθερίαν, έχουν την ιδέαν ότι είναι (25) καθ' όλα και διόλου ίσοι. Ουδέν όμως λέγουν περί του κυριωτάτου. Δηλαδή, εάν μεν χάριν της περιουσίας συνέπηξαν την κοινωνίαν και εις κοινόν βίον συνήλθον, τοσούτον μετέχουν της πόλεως όσον και της κτήσεως, και συνεπώς θα εφαίνετο ότι ισχύει ο περί δικαίου ισχυρισμός των ολιγαρχικών (διότι δεν είναι βεβαίως δίκαιον να μετέχουν εξ ίσου επί κεφαλαίου εκατόν μνων ο καταβαλών μίαν μναν (30) και ο καταβαλών όλον το υπόλοιπον, ούτε επί του αρχικού κεφαλαίου ούτε επί των προσκτωμένων). Αλλ' ουχί του ζην μόνον ένεκεν, αλλά μάλλον ένεκεν του ευδαιμόνως ζην συνέστη η πόλις· (διότι άλλως θα υφίστατο και δούλων και των άλλων ζώων πόλις, νυν δε δεν υφίσταται λόγω του ότι δεν μετέχουν της ευδαιμονίας μηδέ του ζην κατά βούλησιν). Αλλά μήτε ένεκεν συμμαχίας όπως (35) μη ζημιούνται υπό τρίτου τινος μήτε διά τας συναλλαγάς και διά την αμοιβαίαν εκμετάλλευσιν των υπηρεσιών· διότι εάν είχεν ούτω, οι Τυρρηνοί και οι Καρχηδόνιοι και πάντες όσοι συνδέονται διά των μεταξύ των συμβάσεων, θα ήσαν ως μιας πόλεως πολίται· παρ' αυτοίς δε υπάρχουν, ως γνωστόν, συνθήκαι περί των εισακτέων προϊόντων και συμβάσεις περί το μη αδικείν ετέρους κατά τας συναλλαγάς (40) και συνθήκαι περί συμμαχίας. Αλλ' ούτε κοιναί δημόσιαι αρχαί [1280b] υπάρχουν επί πάντων τούτων κατεστημέναι, αλλ' έτεραι παρ' εκατέροις, ούτε οι της μιας πόλεως πολίται φροντίζουν περί του οποίοι πρέπει να είναι οι της άλλης, ούτε πώς ουδείς εκ των υπαγομένων εις τας συνθήκας πολιτών γίνη άδικος, μηδέ αποκτήση καμμίαν κακοήθειαν αλλά μόνον όπως μη (5) αδικήσουν κατά τι αλλήλους. Περί της πολιτικής όμως αρετής και κακίας φροντίζουν και ερευνούν όσοι ενδιαφέρονται διά την ε υ ν ο μ ί α ν. Είναι μάλιστα κατ' εξοχήν φανερόν ότι η αληθώς ονομαζομένη, και ουχί κατά φαινόμενον, πόλις, οφείλει να επιμελήται της αρετής· διότι η κοινωνία είναι συμμαχία τις μεταξύ των συμπολιτών διαφέρουν δε ούτοι μόνον κατά τον τόπον από τους λοιπούς μακράν κατοικούντας αλλήλων (10) συμμάχους. Και ο νόμος συνθήκη τις είναι, και καθώς είπεν ο σοφιστής Λυκόφρων, είναι εγγυητής των δικαιωμάτων των πολιτών, δεν έχει όμως την δύναμιν να καθιστά αγαθούς και δικαίους τους πολίτας. Ότι δε ταύτα ούτως έχουν καταφαίνεται εκ τούτου: εάν δηλαδή ηδύνατο τις να συνενώση τους τόπους εις ένα, ώστε να συνάψη διά των αυτών τειχών την πόλιν των Μεγαρέων και των (15) Κορινθίων, μολοντούτο η σχηματισθείσα πόλις δεν θα ήτο μία· ούτε εάν ήθελον συνάψει προς αλλήλους επιγαμίας, καίτοι τούτο είναι εκ των κατ' εξοχήν ιδιαζόντων εις την πόλιν τρόπων επικοινωνίας. Ομοίως ουδ' αν τίνες ήθελον κατοικεί χωριστά μεν, ουχί όμως τοσούτον απομεμακρυσμένοι αλλήλων ώστε να μη επικοινωνούν, υπήρχον δε παρ' αυτοίς νόμοι όπως μη αδικούν αλλήλους κατά (20) τας ανταλλαγάς και τας αμοιβαίας παροχάς αυτών (οίον εάν εξυπηρέτουν αλλήλους, ο είς ων τέκτων, ο δε γεωργός, ο δε σκυτοτόμος, ο δε άλλο τι τοιούτον), και ο πληθυσμός εν όλω ανήρχετο εις δέκα χιλιάδας· εάν ούτοι, επαναλαμβάνω, ουδενός άλλου εκοινώνουν ή των τοιούτων, ανταλλαγής τουτέστι και 'συμμαχίας', πάλιν ούτω δεν θα απήρτιζεν ακόμη η τοιαύτη κοινωνία πόλιν. Διά τίνα λοιπόν αιτίαν; Όχι βεβαίως ένεκεν του ότι δεν (25) κοινωνούν κατοικούντες πλησίον· διότι και εάν ακόμη συνήρχοντο εις τοιαύτην εκ του σύνεγγυς κοινωνίαν, έκαστος όμως μετεχειρίζετο τον ίδιον οίκον ως πόλιν και εβοήθουν αλλήλους κατά των αδικούντων μόνον, ως εάν υπήρχε παρ' αυτοίς είδος τι επιμαχίας, ουδ' εις αυτήν την περίπτωσιν οι επακριβώς ερευνώντες ήθελον συνάγει το συμπέρασμα ό,τι πρόκειται πόλις, εάν κατά τον τρόπον αυτόν εκοινώνουν είτε επί το αυτό συνελθόντες είτε μακράν αλλήλων κατοικούντες. Φανερόν λοιπόν ότι (30) η πόλις δεν είναι τόπου κοινωνία και δεν συνεστήθη χάριν του μη αδικείν αλλήλους και χάριν της αμοιβαίας εξυπηρετήσεως· αλλά ταύτα μεν επί υπάρξεως πόλεως είναι απαραίτητον να υπάρχουν ως αναγκαία συστατικά στοιχεία της πόλεως, αλλ' όμως, ουδ' εις την περίπτωσιν καθ' ην άπαντα ταύτα υπάρχουν, υπάρχει ακόμη πόλις· διότι πόλις είναι η των οίκων και των γενών κοινωνία του ευδαιμόνως ζην ένεκεν, αντικείμενον δε αυτής είναι ο πλήρης και αυτάρκης βίος. (35) Τούτο όμως δεν είναι δυνατόν να επιτευχθή εάν οι πολίται δεν κατοικούν ένα και τον αυτόν τόπον και δεν συνάπτουν μεταξύ των επιγαμίας· διό και κηδεστείαι καθιερώθησαν ανά τας πόλεις και κατά φατρίας ενώσεις και κοιναί θυσίαι και τρόποι ευχαρίστου συμβιώσεως. Το τοιούτον όμως είναι έργον φιλίας, διότι φιλία είναι η προαίρεσις της συμβιώσεως. Τελικός λοιπόν σκοπός της πόλεως είναι το ευδαιμόνως ζην, (40) ταύτα δε υφίστανται πάντα χάριν του τελικού τούτου σκοπού. Πόλις δε είναι η των γενών και κωμών [1281a] κοινωνία, προς επίτευξιν πλήρους και αυτάρκους βίου, τούτο δε είναι, ως είπομεν, το ευδαιμόνως και αξιοπρεπώς ζην· οφείλομεν λοιπόν να δεχθώμεν ότι, σκοπός της πολιτικής κοινωνίας δεν είναι αυτό καθ' εαυτό το συζήν, αλλ' αι κατ' αρετήν ενέργειαι των πολιτών· διό ακριβώς όσοι συμβάλλουν το πλείστον εις την (5) τοιαύτην κοινωνίαν, αυτοί μετέχουν της πόλεως περισσότερον ή οι κατά μεν την ελευθερίαν και το γένος ίσοι ή μείζονες κατά δε την πολιτικήν αρετήν άνισοι ή οι κατά μεν τον πλούτον υπερέχοντες κατά δε την αρετήν ταύτην υπερεχόμενοι. Φανερόν λοιπόν εκ των ειρημένων καθίσταται ότι όλοι όσοι συζητούν αντιγνωμούντες επί των διαφόρων τύπων του πολιτεύματος (10) διεκδικούν μόνον μέρος τι του δικαίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου