ὃς μηδὲν ὢν γοναῖσιν εἶθ᾽ ἁμαρτάνει,
1095 ὅθ᾽ οἱ δοκοῦντες εὐγενεῖς πεφυκέναι
τοιαῦθ᾽ ἁμαρτάνουσιν ἐν λόγοις ἔπη.
ἄγ᾽, εἴπ᾽ ἀπ᾽ ἀρχῆς αὖθις, ἦ σὺ φὴς ἄγειν
τόνδ᾽ ἄνδρ᾽ Ἀχαιοῖς δεῦρο σύμμαχον λαβών;
οὐκ αὐτὸς ἐξέπλευσεν ὡς αὑτοῦ κρατῶν;
1100 ποῦ σὺ στρατηγεῖς τοῦδε; ποῦ δὲ σοὶ λεὼν
ἔξεστ᾽ ἀνάσσειν ὧν ὅδ᾽ ἤγετ᾽ οἴκοθεν;
Σπάρτης ἀνάσσων ἦλθες, οὐχ ἡμῶν κρατῶν·
οὐδ᾽ ἔσθ᾽ ὅπου σοὶ τόνδε κοσμῆσαι πλέον
ἀρχῆς ἔκειτο θεσμὸς ἢ καὶ τῷδε σέ.
1105 ὕπαρχος ἄλλων δεῦρ᾽ ἔπλευσας, οὐχ ὅλων
στρατηγός, ὥστ᾽ Αἴαντος ἡγεῖσθαί ποτε.
ἀλλ᾽ ὧνπερ ἄρχεις ἄρχε, καὶ τὰ σέμν᾽ ἔπη
κόλαζ᾽ ἐκείνους· τόνδε δ᾽, εἴτε μὴ σὺ φὴς
εἴθ᾽ ἅτερος στρατηγός, ἐς ταφὰς ἐγὼ
1110 θήσω δικαίως, οὐ τὸ σὸν δείσας στόμα.
οὐ γάρ τι τῆς σῆς οὕνεκ᾽ ἐστρατεύσατο
γυναικός, ὥσπερ οἱ πόνου πολλοῦ πλέῳ,
ἀλλ᾽ οὕνεχ᾽ ὅρκων οἷσιν ἦν ἐνώμοτος,
σοῦ δ᾽ οὐδέν· οὐ γὰρ ἠξίου τοὺς μηδένας.
1115 πρὸς ταῦτα πλείους δεῦρο κήρυκας λαβὼν
καὶ τὸν στρατηγὸν ἧκε· τοῦ δὲ σοῦ ψόφου
οὐκ ἂν στραφείην, ἕως ἂν ᾖς οἷός περ εἶ.
ΧΟ. οὐδ᾽ αὖ τοιαύτην γλῶσσαν ἐν κακοῖς φιλῶ·
τὰ σκληρὰ γάρ τοι, κἂν ὑπέρδικ᾽ ᾖ, δάκνει.
1095 ὅθ᾽ οἱ δοκοῦντες εὐγενεῖς πεφυκέναι
τοιαῦθ᾽ ἁμαρτάνουσιν ἐν λόγοις ἔπη.
ἄγ᾽, εἴπ᾽ ἀπ᾽ ἀρχῆς αὖθις, ἦ σὺ φὴς ἄγειν
τόνδ᾽ ἄνδρ᾽ Ἀχαιοῖς δεῦρο σύμμαχον λαβών;
οὐκ αὐτὸς ἐξέπλευσεν ὡς αὑτοῦ κρατῶν;
1100 ποῦ σὺ στρατηγεῖς τοῦδε; ποῦ δὲ σοὶ λεὼν
ἔξεστ᾽ ἀνάσσειν ὧν ὅδ᾽ ἤγετ᾽ οἴκοθεν;
Σπάρτης ἀνάσσων ἦλθες, οὐχ ἡμῶν κρατῶν·
οὐδ᾽ ἔσθ᾽ ὅπου σοὶ τόνδε κοσμῆσαι πλέον
ἀρχῆς ἔκειτο θεσμὸς ἢ καὶ τῷδε σέ.
1105 ὕπαρχος ἄλλων δεῦρ᾽ ἔπλευσας, οὐχ ὅλων
στρατηγός, ὥστ᾽ Αἴαντος ἡγεῖσθαί ποτε.
ἀλλ᾽ ὧνπερ ἄρχεις ἄρχε, καὶ τὰ σέμν᾽ ἔπη
κόλαζ᾽ ἐκείνους· τόνδε δ᾽, εἴτε μὴ σὺ φὴς
εἴθ᾽ ἅτερος στρατηγός, ἐς ταφὰς ἐγὼ
1110 θήσω δικαίως, οὐ τὸ σὸν δείσας στόμα.
οὐ γάρ τι τῆς σῆς οὕνεκ᾽ ἐστρατεύσατο
γυναικός, ὥσπερ οἱ πόνου πολλοῦ πλέῳ,
ἀλλ᾽ οὕνεχ᾽ ὅρκων οἷσιν ἦν ἐνώμοτος,
σοῦ δ᾽ οὐδέν· οὐ γὰρ ἠξίου τοὺς μηδένας.
1115 πρὸς ταῦτα πλείους δεῦρο κήρυκας λαβὼν
καὶ τὸν στρατηγὸν ἧκε· τοῦ δὲ σοῦ ψόφου
οὐκ ἂν στραφείην, ἕως ἂν ᾖς οἷός περ εἶ.
ΧΟ. οὐδ᾽ αὖ τοιαύτην γλῶσσαν ἐν κακοῖς φιλῶ·
τὰ σκληρὰ γάρ τοι, κἂν ὑπέρδικ᾽ ᾖ, δάκνει.
***
ΤΕΥ. Άντρες, ποτέ μου πια δεν θ᾽ απορήσω αν κάποιοςταπεινής καταγωγής πέσει σε κάποιο σφάλμα, αφού
κι εκείνοι που περνούν αρχοντογεννημένοι γλιστρούν
σε λάθος δρόμο με τα λόγια τους.
Ας πάρουμε το πράγμα απ᾽ την αρχή. Είπες,
αν άκουσα καλά, πως πήγες και τον έφερες εδώ
εσύ αυτόν για σύμμαχο των Αχαιών.
Μα δεν ξεκίνησε αυτόβουλος, ορίζοντας μόνος τη δύναμη του;
πώς μας το παίζεις τώρα αρχηγός του;
1100 με ποιό δικαίωμα θέλεις να είσαι ο στρατηγός
ενός στρατού, που αυτός τον έφερε εδώ από τα μέρη μας;
Μας ήλθες βασιλιάς της Σπάρτης, όχι δικός μας βασιλιάς.
Και πουθενά δεν φαίνεται κάποιος θεσμός αρχής να λέει
ότι εσύ ορίζεις πιο πολύ τον Αίαντα, παρότι αυτός εσένα.
Υπαρχηγός ξεκίνησες με πλοίο, όχι υπεράνω όλων
αρχιστρατηγός, ώστε να έχεις εξουσία στον Αίαντα.
Μείνε αρχηγός λοιπόν όσων εγκρίνουν την αρχή σου,
κι αυτούς φέρνε τους βόλτα με τα μεγάλα λόγια σου.
Όσο γι᾽ αυτόν εδώ, είτε το αρνείσαι εσύ,
είτε και όποιος άλλος στρατηγός, εγώ
αναλαμβάνω επάξια την ταφή του — δεν πρόκειται
1110 να φοβηθώ τα φουσκωμένα λόγια σου.
Δεν βγήκε αυτός στον πόλεμο για χάρη της γυναίκας σου,
όπως οι περισσότεροι που κάνουν τις βαριές δουλειές,
αλλά γιατί σεβάστηκε δοσμένους όρκους·
δεν σ᾽ υπολόγισε εσένα, γιατί αψηφούσε
τους ασήμαντους.
Φέρε, λοιπόν, αν θες, εδώ κι άλλους πολλούς ακόλουθους,
τον αρχιστρατηγό τον ίδιο· δεν μου γυρίζει εμένα το κεφάλι
η τόση αλαζονεία σου, όσο είσαι αυτός που είσαι.
ΧΟ. Όμως κι εγώ με τη σειρά μου, δεν εγκρίνω μια τέτοια
γλώσσα μέσα στη συμφορά· γιατί τα λόγια τα σκληρά,
ακόμη κι υπερδίκαια, δαγκώνουν άσχημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου