Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Κύκλωψ (203-240)

ΚΥΚΛΩΨ
ἄνεχε πάρεχε· τί τάδε; τίς ἡ ῥαιθυμία;
τί βακχιάζετ᾽; οὐχὶ Διόνυσος τάδε,
205 οὐ κρόταλα χαλκοῦ τυμπάνων τ᾽ ἀράγματα.
πῶς μοι κατ᾽ ἄντρα νεόγονα βλαστήματα;
ἦ πρός τε μαστοῖς εἰσι χὐπὸ μητέρων
πλευρὰς τρέχουσι, σχοινίνοις τ᾽ ἐν τεύχεσιν
πλήρωμα τυρῶν ἐστιν ἐξημελγμένον;
210 τί φάτε, τί λέγετε; τάχα τις ὑμῶν τῶι ξύλωι
δάκρυα μεθήσει. βλέπετ᾽ ἄνω καὶ μὴ κάτω.
ΧΟ. ἰδού· πρὸς αὐτὸν τὸν Δί᾽ ἀνακεκύφαμεν
καὶ τἄστρα καὶ τὸν Ὠρίωνα δέρκομαι.
ΚΥ. ἄριστόν ἐστιν εὖ παρεσκευασμένον;
215 ΧΟ. πάρεστιν· ὁ φάρυγξ εὐτρεπὴς ἔστω μόνον.
ΚΥ. ἦ καὶ γάλακτός εἰσι κρατῆρες πλέωι;
ΧΟ. ὥστ᾽ ἐκπιεῖν γέ σ᾽, ἢν θέληις, ὅλον πίθον.
ΚΥ. μήλειον ἢ βόειον ἢ μεμειγμένον;
ΧΟ. ὃν ἂν θέληις σύ· μὴ ᾽μὲ καταπίηις μόνον.
220 ΚΥ. ἥκιστ᾽· ἐπεί μ᾽ ἂν ἐν μέσηι τῆι γαστέρι
πηδῶντες ἀπολέσαιτ᾽ ἂν ὑπὸ τῶν σχημάτων.
ἔα· τίν᾽ ὄχλον τόνδ᾽ ὁρῶ πρὸς αὐλίοις;
ληισταί τινες κατέσχον ἢ κλῶπες χθόνα;
ὁρῶ γέ τοι τούσδ᾽ ἄρνας ἐξ ἄντρων ἐμῶν
225 στρεπταῖς λύγοισι σῶμα συμπεπλεγμένους
τεύχη τε τυρῶν συμμιγῆ γέροντά τε
πληγαῖς μέτωπον φαλακρὸν ἐξωιδηκότα.
ΣΙ. ὤμοι, πυρέσσω συγκεκομμένος τάλας.
ΚΥ. ὑπὸ τοῦ; τίς ἐς σὸν κρᾶτ᾽ ἐπύκτευσεν, γέρον;
230 ΣΙ. ὑπὸ τῶνδε, Κύκλωψ, ὅτι τὰ σ᾽ οὐκ εἴων φέρειν.
ΚΥ. οὐκ ἦισαν ὄντα θεόν με καὶ θεῶν ἄπο;
ΣΙ. ἔλεγον ἐγὼ τάδ᾽· οἱ δ᾽ ἐφόρουν τὰ χρήματα,
καὶ τόν γε τυρὸν οὐκ ἐῶντος ἤσθιον
τούς τ᾽ ἄρνας ἐξεφοροῦντο· δήσαντες δὲ σὲ
235 κλωιῶι τριπήχει, κατὰ τὸν ὀφθαλμὸν μέσον
τὰ σπλάγχν᾽ ἔφασκον ἐξαμήσεσθαι βίαι,
μάστιγί τ᾽ εὖ τὸ νῶτον ἀπολέψειν σέθεν,
κἄπειτα συνδήσαντες ἐς θἀδώλια
τῆς ναὸς ἐμβαλόντες ἀποδώσειν τινὶ
240 πέτρους μοχλεύειν, ἢ ᾽ς μυλῶνα καταβαλεῖν.

***
ΚΥΚΛΩΠΑΣ
Γιά στην άκρη! Κάντε πέρα! Τί κατάσταση είν᾽ αυτή;
Βλέπω μια χαλαρότητα, μια βακχική κραιπάλη.
205 Όμως δεν έχει Βάκχο εδώ, και δεν βροντούν νταούλια.
Γιά πείτε μου:
Τ᾽ αρνάκια τα νιογέννητα που ᾽ναι μες στη σπηλιά
είναι στης μάνας το βυζί και τρέχουν να τρυπώσουν
στην αγκαλίτσα της; Στα σκοίνινα κοφίνια ξεχειλίζει
—πηχτό τυρί, άσπρο τυρί— το αρμεγμένο γάλα;
210 Μιλάτε, βρε! Στόμα δεν έχετε; Κάποιος θα τις αρπάξει:
Θα ᾽χουμε κλάματα. Πάνω κοιτάτε, όχι χάμω!
ΧΟΡ. Ορίστε:
Σηκώσαμε την κεφαλή, κατάματα κοιτούμε,
τ᾽ άστρα και τον Ωρίωνα και τη Μεγάλη Άρκτο.
ΚΥΚ. Το μεσημεριανό μου το ᾽χετε καλά μαγειρεμένο;
215 ΧΟΡ. Στρωμένο το τραπέζι· όρεξη να ᾽χεις και καλά-καλά θα ντερλικώσεις.
ΚΥΚ. Κι είν᾽ οι κανάτες έτοιμες και ξέχειλες στο γάλα;
ΧΟΡ. Έχει να πιεις, άμα το θες, κι ολόκληρο πιθάρι.
ΚΥΚ. Τί γάλα; Πρόβειο ή αγελαδινό, ή μήπως λίγο απ᾽ όλα;
ΧΟΡ. Ό,τι σου κάνει κέφι, βρε! Μόνο μη φας εμένα!
220 ΚΥΚ. Τρελάθηκες; Και να σας έχω μέσα στην κοιλιά μου
να με ξεκάνετ᾽ όλοι με τα χοροπηδητά σας;
(Βλέπει ξαφνικά το πλήρωμα του Οδυσσέα)
Βρε, βρε! Τί πλήθος είν᾽ αυτό που βλέπω στην αυλή μου;
Μας πάτησαν τη χώρα μας κλέφτες, ή πειρατές;
Τ᾽ αρνιά μου, βλέπω, μου τα βγάλανε απ᾽ έξω απ᾽ τη σπηλιά,
225 και τα κορμάκια τους τα δέσανε καλά με λυγαριές·
οι κάδοι του τυριού ανάκατοι, κι αυτός εδώ ο γέρος
(δείχνει τον Σιληνό, που μόλις έχει ξεμυτίσει από τον βράχο)
έχει πρησμένη, όλο καρούμπαλα τη φαλακρή του κούτρα.
ΣΙΛ. Αμάν, μου ήρθε πυρετός απ᾽ τις πολλές σφαλιάρες.
ΚΥΚ. Ποιός σου κοπάνησε τις κατακεφαλιές, καημένε γέρο;
ΣΙΛ. Τούτοι εδώ πέρα, Κύκλωπα· δεν τους άφηνα, βλέπεις,
230 να σου βουτήξουνε το βιός. ΚΥΚ. Μα δεν ξέραν πως είμαι
θεός εγώ και γέννημα θεών παντοδυνάμων;
ΣΙΛ. Εγώ τους το ᾽λεγα, τίποτ᾽ αυτοί. Κουβάλαγαν το πράμα σου,
τρώγανε το τυράκι σου, όσο κι αν δεν τους άφηνα,
βγάζαν τα πρόβατα από δω. Κι έπειτα λέγαν κιόλα
πως θα σε δέσουνε γερά με τρεις πήχες κολάρο,
235 και θα σε ξεντερίσουν (κι ας κοιτά το μάτι το μονό σου),
πως θα σου γδάρουν με τον βούρδουλα καλά καλά την πλάτη,
κι έπειτα θα σε ρίξουνε δεμένον χεροπόδαρα
στο κάτεργο, κουπί για να τραβάς· θα σε πουλάγαν
ύστερα, λέει, σε κανένανε να του σηκώνεις πέτρες,
240 ή σ᾽ αλευρόμυλο θα σ᾽ έριχναν, να τους αλέθεις στάρι.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Τα μυστικά της γραφής

3.3 Τα παραμύθια και οι αλήθειες τους για τη γραφή


Παραμύθια, ίσως πείτε. Αλλά τα αρχαία αυτά παραμύθια κλείνουν μέσα τους κάποιες μεγάλες αλήθειες γι' αυτό που ψάχνουμε στο κεφάλαιο αυτό: τα μυστικά της γραφής, δηλαδή γιατί, πότε και πώς επινοήθηκε η γραφή. Η θεϊκή καταγωγή της γραφής είναι ένας τρόπος -μυθικός- για να εκφραστεί η τεράστια σημασία που είχε για τους ανθρώπους η ανακάλυψή της. Η ανακάλυψη αυτή, μαζί με άλλες ανακαλύψεις που περιγράφονται στους μύθους που είδαμε, έκανε τη ζωή τους πιο εύκολη, πιο πολιτισμένη. Και αυτό, για τους αρχαίους ανθρώπους, δεν μπορούσε παρά να είναι «δώρο θεού».

Ο πρώτος μύθος που παρουσιάσαμε δίνει μια απάντηση στο ερώτημα «γιατί εφευρέθηκε η γραφή» που είναι πολύ κοντά στην απάντηση που μπορεί να δώσει η κοινή λογική του καθενός μας. Και αυτή την απάντηση της κοινής λογικής ήδη την αναφέραμε: η γραφή γεννήθηκε από την ανάγκη τα «φτερωτά λόγια» να αποκτήσουν μια μονιμότητα, πέρα από τη στιγμή που λέγονται και πέρα από τους περιορισμούς της ανθρώπινης μνήμης. Αυτό λέει με τον τρόπο του ο Ενμερκάρ: μπροστά στην αδυναμία του απεσταλμένου του να απομνημονεύσει και να μεταφέρει ένα περίπλοκο μήνυμα που είχε να κάνει με εμπορικές συναλλαγές, ο άρχοντας Ενμερκάρ επινοεί τη γραφή, που λύνει το πρόβλημα του απεσταλμένου του.

Όμως, τόσο το παραμύθι του Ενμερκάρ όσο και το παραμύθι του Έγκι προσθέτουν κάποιες σημαντικές λεπτομέρειες όχι μόνο για το γιατί αλλά και για το πότε και το πώς ανακαλύφθηκε η γραφή. Η ανάγκη για τη γραφή γεννιέται, όταν το μήνυμα που πρέπει να μεταφερθεί γίνεται ιδιαίτερα σύνθετο και γι' αυτό δεν είναι δυνατό να απομνημονευθεί. Και αυτό συμβαίνει μέσα σε σύνθετες κοινωνικές συνθήκες, όπως τις περιγράφει το παραμύθι: πόλεις, άρχοντες και υπήκοοι, εμπορικές συναλλαγές, ναοί. Και μέσα σε αυτές τις κοινωνικές συνθήκες υπάρχουν και λειτουργούν και άλλες τέχνες, όπως τις περιγράφει το παραμύθι του Έγκι και τις υπονοεί το παραμύθι του Ενμερκάρ: ξυλουργική, μεταλλοτεχνία, οικοδομική, επεξεργασία του δέρματος, καλαθοπλεκτική. Ένας κόσμος, λοιπόν, πόλεων με άρχοντες, ιερείς, τεχνίτες, εμπόριο και εμπορικές επαφές. Ένας κόσμος δηλαδή με κοινωνική ιεραρχία, όπου ένα σημαντικό μέρος των αγαθών που παράγονται πηγαίνει στα θησαυροφυλάκια των αρχόντων και των ναών. Και γίνονται αντικείμενο εμπορικών συναλλαγών με στόχο να αυξηθεί ακόμη περισσότερο η δύναμη του άρχοντα, να δημιουργηθούν στρατοί, παλάτια, ναοί κλπ. Μέσα σε αυτές τις σύνθετες κοινωνικές συνθήκες (και όχι πριν) δημιουργείται η ανάγκη για τη γραφή. Η μνήμη του ταλαίπωρου απεσταλμένου δεν επαρκεί πια για να απομνημονεύσει τις οδηγίες του άρχοντα που αφορούν εμπορικές συναλλαγές, με τον ίδιο τρόπο που η μνήμη του θησαυροφύλακα του παλατιού ή του ναού δεν φτάνει για να θυμάται τον πλούτο που βρίσκεται αποθηκευμένος εκεί. Χρειάζεται πια ένα νέο εργαλείο που θα λύσει το πρόβλημα, και αυτό είναι η γραφή.

Αυτό είναι το «σενάριο» που διηγούνται, με τον δικό τους τρόπο, οι μύθοι για τις αρχές της γραφής. Και αυτό το «σενάριο» επιβεβαιώνεται από την αρχαιολογική και την ιστορική έρευνα.

Η Θέση του Έρωτα στην Ανθρώπινη Ζωή

Ο έρωτας είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο από την επιθυμία για σεξουαλική επαφή∙ είναι το σπουδαιότερο μέσο για να ξεφύγουν από τη μοναξιά που πληγώνει τους πιο πολλούς άντρες και γυναίκες στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους.

Στους πιο πολλούς ανθρώπους υπάρχει ένας βαθιά ριζωμένος φόβος για τον κρύο εξωτερικό κόσμο και για την πιθανή σκληρότητα του πλήθους.

Υπάρχει μια λαχτάρα για στοργή που συχνά κρύβεται κάτω από την τραχύτητα, τη χοντροκοπιά και το απότομο φέρσιμο στους άντρες ή κάτω από την γκρίνια και το καυγάδισμα στις γυναίκες.

Ο δυνατός αμοιβαίος έρωτας, όσο διαρκεί, εξαφανίζει αυτά τα αισθήματα, γκρεμίζει τα σκληρά τείχη του εγώ και δημιουργεί ένα νέο πλάσμα που αποτελείται από δύο ενωμένα σε ένα.

Η φύση δεν έφτιαξε τα ανθρώπινα όντα για να ζουν μόνα, γιατί δεν μπορεί να εκπληρώσει το βιολογικό σκοπό της παρά μόνο με τη συνεργασία των ανθρώπων∙ και οι πολιτισμένοι άνθρωποι δεν μπορούν να ικανοποιήσουν ολοκληρωτικά το σεξουαλικό τους ένστικτο χωρίς αγάπη.

Το ένστικτο δεν ικανοποιείται ολοκληρωτικά παρά μόνο όταν στην ερωτική σχέση μπαίνει ολάκερη η ύπαρξη του ανθρώπου, ψυχική και σωματική.

Εκείνοι που δεν έχουν γνωρίσει τη βαθιά οικειότητα και την έντονη συντροφικότητα της ευτυχισμένης αμοιβαίας αγάπης έχουν χάσει το καλύτερο πράγμα που μπορεί να δώσει η ζωή∙ ασυνείδητα, αν όχι συνειδητά, το αισθάνονται αυτό και η απογοήτευση που γεννιέται τους οδηγεί προς το φθόνο, την καταπίεση και τη σκληρότητα.

Η αμηχανία των πιστών

Όλες αυτές τις μέρες της πανδημίας και της καραντίνας σκέπτομαι τους πιστούς των διαφόρων θρησκειών. Οι άνθρωποι αυτοί πιστεύουν ότι ζούνε μέσα σε ένα οργανωμένο σύμπαν το οποίο δημιούργησε και κυβερνάει ένα υπέρτατο όν. Που έχει πολλά διαφορετικά ονόματα, αλλά ορισμένες σαφείς ιδιότητες: είναι παντοδύναμο, είναι πάνσοφο και, στις περισσότερες περιπτώσεις, πανάγαθο.

Τώρα, πώς συμβιβάζεται ένα τέτοιο σύμπαν, με τον κορωνοϊό; Ο οποίος σκοτώνει, με φρικτό τρόπο, εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους σε αυτόν τον πλανήτη. Μία τέτοια κατάσταση μας επιστρέφει στα θρανία του γυμνασίου όπου το βασικό ερώτημα στον καθηγητή της Θεολογίας ήταν τα απλοϊκό αλλά άλυτο: «Αφού ο Θεός είναι παντοδύναμος και πανάγαθος, πώς επιτρέπει την ύπαρξη του Κακού στον κόσμο; Είτε δεν μπορεί να το καταργήσει (οπότε δεν είναι παντοδύναμος) είτε δε θέλει (οπότε δεν είναι πανάγαθος)».

Φιλοσοφία σπούδασα, και άρα ξέρω τις περισσότερες απαντήσεις που έχουν δώσει σοφοί θεολόγοι και φιλόσοφοι για πολλούς αιώνες. («Για να μας δοκιμάσει», «για να μας τιμωρήσει», κλπ.).

Ολόκληρος κλάδος της φιλοσοφίας ονομάζεται «Θεοδικία» (Δίκη του Θεού) με κορυφαίο το ομώνυμο σύγγραμμα του Leibnitz (1710) που κορόιδευε ο Βολταίρος. Εκεί ο Leibnitz υποστηρίζει ότι ο Θεός έφτιαξε «τον καλύτερο των δυνατών κόσμων» όπου τα Δεινά ήταν απαραίτητα για την ανάδειξη του Καλού. Καμία από αυτές τις θεωρίες δεν με έχει πείσει – ιδιαίτερα εκείνη που μιλάει για τιμωρία στις αμαρτίες μας. Δεν καταλαβαίνω καν την έννοια της αμαρτίας. Είναι μία εφεύρεση Ιουδαϊκή (ειδικά το «προπατορικό αμάρτημα», που υποδουλώνει όλους τους ανθρώπους). Οι αρχαίοι Έλληνες δε γνώριζαν την λέξη με αυτή την έννοια.

Γι’ αυτό και το μόνο που μπορώ να κάνω, είναι να αμφιβάλλω. Δεν με πείθει η ιδέα ενός σύμπαντος που δημιουργήθηκε από ένα υπέρτατο ον, το οποίο και ευθύνεται για την (καλή ή κακή) λειτουργία του. Είμαι άθεος: δηλαδή ένας σκεπτόμενος άνθρωπος, που έχει μόνο ερωτήματα για τα μυστήρια της ζωής και του σύμπαντος. Όχι τα επιστημονικά (αυτά σιγά σιγά τα απαντάμε) αλλά τα ερωτήματα περί του νοήματος. Αυτά για τα οποία ο Camus γράφει: «Ο άνθρωπος ρωτάει, το σύμπαν δεν απαντάει».

Ποιο είναι το νόημα μια ζωής που, όπως κι αν την ζήσεις, θα τελειώσει απαρέγκλιτα με θάνατο. («Καμιά ζωή δεν έχει Happy End»). Ποιο είναι το νόημα ενός σεισμού, ενός τσουνάμι, ενός καρκίνου, μιας πανδημίας;

Πώς είναι δυνατόν οι ίδιες οι θρησκείες να αποτελούν κίνητρο πολέμων και σφαγών, όταν όλοι οι θεοί τους διδάσκουν την καλοσύνη. Και ακόμα χειρότερα: πώς γίνεται οι οπαδοί της ίδιας θρησκείας να αντιμάχονται μεταξύ τους (Μουσουλμάνοι: Σιίτες και Σουνίτες, Χριστιανοί: Καθολικοί και Διαμαρτυρόμενοι – ποιος ξεχνά την «Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου;») Ακόμα και οι πιο ειρηνόφιλοι πιστοί, οι Βουδιστές, πήραν όπλα και διαπράττουν γενοκτονίες!

Και οι τρεις θρησκείες οι συγγενικές, που μοιράζονται τους Αγίους Τόπους τους, ερίζουν και πολεμάνε; (Σταύρος Ζουμπουλάκης: «Άσπονδοι Αδελφοί»!)

Κάτι δεν πάει καλά με την ανθρωπότητα. Σίγουρα φταίμε κι εμείς, που δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε και να συμφωνήσουμε σε βασικά θέματα όπως η κλιματική αλλαγή. Αλλά ο κόσμος είναι σε άθλια κατάσταση, πέρα από τις δικές μας διαφωνίες. Κι ενώ χάρη στην επιστήμη και την τεχνολογία έχουμε νικήσει δεκάδες αρρώστιες, έχουμε διπλασιάσει το προσδόκιμο επιβίωσης του ανθρώπου, προχωρούμε προς την εξάλειψη της πείνας και της απόλυτης φτώχειας – η τύχη (ή ο Θεός;) μας στέλνουν μία πανδημία που όμοιά της δεν έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα.

Προσπαθώ να μπω στη θέση ενός πιστού Χριστιανού που προσεύχεται στον Θεό του. Τι του ζητάει; Να τον προστατέψει από την πανούκλα; Αλλά από πού και γιατί προέκυψε αυτή;

Γι’ αυτό και συμπάσχω, εγώ ο άπιστος, με όλους τους πιστούς, στην εναγώνιά τους αμηχανία.

Δεν υπάρχει σωστό ή λάθος, όταν ακολουθούμε το μονοπάτι της καρδιάς

Είναι λάθος να μην ξέρουμε για τι μιλά όλος ο κόσμος αυτό τον καιρό; Είναι λάθος αν δεν μας αρέσει αυτό που αρέσει σε όλους; Είναι λάθος αν δεν περπατάμε στα μονοπάτια που έχουν πάρει οι άλλοι; Είναι λάθος αν είμαστε πολύ ανεξάρτητοι; Είναι λάθος αν δεν έχουμε γίνει αυτό που οι άλλοι περιμένουν να γίνουμε;

Δεν λυπούμαστε που δεν ξέρουμε για τι μιλάτε επειδή επιλέγουμε τις πληροφορίες εκείνες που θα είναι ευεργετικές για εμάς και όχι για να δείξουμε ότι απλά ανήκουμε κάπου. Δεν λυπούμαστε αν δεν μας αρέσουν τα πράγματα που αγαπάτε επειδή έχουμε τα δικά μας.

Δεν λυπούμαστε που δεν ακολουθούμε κοινά μονοπάτια επειδή ακολουθούμε το ένστικτό μας. Δεν λυπούμαστε που είμαστε πολύ ανεξάρτητοι επειδή ξέρουμε ότι έτσι δεν χρωστάμε τη ζωή μας σε κανέναν. Δεν λυπούμαστε που είμαστε αυτοί που είμαστε επειδή τιμάμε την αυθεντικότητα.

Απολαμβάνουμε τη ζωή μας υπό τους δικούς μας όρους. Μην επιτρέπετε στις κοινωνικές νόρμες να σας υπαγορεύουν πώς να ζείτε. Μην αφήνετε άλλους ανθρώπους να σας προσδιορίζουν με τα δικά τους κριτήρια ή να σας αξιολογούν με τους δικούς σας δείκτες.

Δεν υπάρχει λάθος ή σωστό όταν μιλάμε για τα μονοπάτια της ζωής. Μετανιώνουμε μόνο αυτό για το οποίο δεν πήραμε την ευθύνη, τις επιλογές για τις οποίες κατηγορήσαμε τους άλλους.

Εμείς όμως δεν αφήνουμε σε τέτοια συναισθήματα να μας στερήσουν την πίστη που έχουμε για το απρόβλεπτο μέλλον. Δεν κατηγορούμε τους άλλους για επιλογές που εμείς κάναμε. Δεν θα σταματήσουμε απλά εδώ και θα περιμένουμε να συμβεί κάποιο θαύμα.

Έχουμε τη δική μας φωνή να υψώσουμε, έχουμε τη δύναμη να παλέψουμε γι’ αυτό που πιστεύουμε, έχουμε την αυθεντικότητα μέσα μας που θέλουμε να προστατεύσουμε, έχουμε επίσης τη δύναμη να συγχωρήσουμε τους άλλους αλλά και τον εαυτό μας. Το χάος του εξωτερικού κόσμου δεν θα μας ενοχλήσει, η βάση που έχουμε χτίσει δεν θα γκρεμιστεί και ο σπόρος που έχουμε φυτέψει θα βλαστήσει ακόμα και στο πιο άγριο καιρό.

Να δίνεις αξία στο ταξίδι της ζωής σου

Καθώς ο χρόνος κυλάει… αλλάζουμε.

Προς το καλύτερο ή το χειρότερο..
Ξεχνάμε. Ακόμη και όσα δεν πρέπει να ξεχαστούν.

Κάποια πράγματα δε θα τα ξαναζήσουμε…
Στιγμές, σκηνές που τις περισσότερες φορές προσπερνάμε αδιάφοροι, είτε βιαστικοί.
Κρίμα δεν είναι; Έτσι νομίζω…

Είναι τόσο απλά αυτά, που τελικά μας χαρίζουν μια αλλιώτικη ζεστασιά μέσα μας, αυτές ακριβώς οι μικρές χαρές που τις προσπερνάμε αδιάφοροι, δυστυχώς.

Μια εικόνα ανατολής της νέας μέρας το πρωί φτάνει για να αγγίξει θεραπευτικά την ψυχή μας και να σφραγίσει ανεξίτηλα τις συγκινήσεις της ζωής μας.

Σε τούτες τις μίζερες και μελαγχολικές εποχές όπου τα χαμόγελα και η αισιοδοξία φαίνεται πως σκορπίστηκαν, οι μικρές χαρές και οι αφελείς αφορμές για απόλαυση είναι αυτές οι οποίες κάνουν τη διαφορά.

Με ελπίδες ή όχι, αναγκαστικά θα διαβούμε από δύσκολες γεμάτες φωτιά καταστάσεις που θα κάψουν τα ψεύτικα και θα σφυρηλατήσουν τα γνήσια.

Δεν ξέρω πόσοι θα μείνουμε όρθιοι, πιστεύω πάντως πως κάποτε μόνο η «ουσία» θα μείνει… κι αυτή της καρδιάς είναι δοτική αν μη τι άλλο…

Η ομορφιά είναι παντού, για όσους μπορούν να την δουν αρκεί να έχουν και λίγη μέσα τους…
Στο φως του ήλιου, στις ζωγραφιές σε μια ασήμαντη πέτρα, σ΄ ένα κοχύλι που ξέβρασε η θάλασσα, ή σ’ ένα φυλλαράκι σφενταμιού (όσοι έχουν μάτια βέβαια να τα δουν).

Γι' αυτά δεν υπάρχουν αγοραστές και γι’ αυτό δεν μπορεί να τα ξεπουλήσει κανείς!

Η ζωή είναι ωραία ακόμη κι αν οι «καλές» στιγμές είναι λιγότερες από τις δύσκολες!

Όσο δύσκολη κι αν θεωρείς τη ζωή σου, μη σταματάς ποτέ να προσπαθείς να τη καλυτερέψεις…
Ο ορίζοντας ποτέ δεν τελειώνει όταν τα μάτια κοιτούν μακριά, ο νους ονειρεύεται και η ψυχή ταξιδεύει…

Δεν ξέρω για εσάς, όμως εγώ το βράδυ κλείνω τα μάτια κι ανακαλώ τις όμορφες εικόνες της ημέρας… κι έτσι (νομίζω) δίνω περισσότερη «αξία» στο ταξίδι μου…

Να έχεις το κεφάλι σου στραμμένο προς τα αστέρια. Εκείνα ξέρουν τον δρόμο

Ένα γεγονός:
Θα ‘ρθεί η μέρα που θα φύγεις.

Σου εύχομαι ν΄ αργήσει όσο γίνεται περισσότερο και να μην έρθει παρά μονάχα όταν έχεις ολοκληρώσει το ταξίδι σου σ’ αυτόν τον κόσμο…

Να το απολαμβάνεις το ταξίδι σου…
Ένα είναι και μόνο μιά φορά μας χαρίζεται, γι’ αυτό πρόσεχε…

Πρόσεχε να μην βουλιάξεις μέσα στο τίποτα, πρόσεχε να μην τσακιστείς με το καράβι της πραγματικότητας που σου επιβάλλανε, πρόσεχε να μην ξεχάσεις να ζήσεις πρίν χαθείς…

Να ρισκάρεις, να ‘χεις συνοδοιπόρο το φόβο σου, να ελπίζεις, να έχεις υπομονή και πείσμα, να έχεις πάντα ένα στόχο, ν’ ακολουθείς τα όνειρα σου.

Μονάχα εκείνα ξέρουν το δρόμο να σε οδηγήσουν. Να εμπιστεύεσαι το ένστικτό σου, να ερωτεύεσαι με πάθος κάθε φορά, να μην αφήνεις τις πληγές του παρελθόντος να σε καθιστούν ανάπηρο στο παρόν, να έχεις γύρω σου ανθρώπους που σ’ αποδέχονται και σ’ αγαπάνε γι’ αυτό που πραγματικά είσαι, να εκτιμάς κάθε πρωινό που ξημερώνει, να δίνεσαι εκεί που αξίζει, να μην αναλώνεσαι σε τρύπιες αγκαλιές, να χάνεσαι μέσα σε ψίθυρους, να κοιτάζεις γύρω σου και να βλέπεις, να γελάς δυνατά με την ψυχή σου, ν’ ακούς, να μην ξοδεύεις άσκοπα τον χρόνο σου, κάθε στιγμή είναι πολύτιμη, να μην αφήνεις τη μιζέρια και τη θλίψη να σε παρασύρουν στη δίνη τους, να βουτάς μες τα σκοτάδια σου και να βρίσκεις μέσα τους το φώς σου, να τα χαρίζεις τα ”σ’ αγαπώ” σου, να λυγίζεις όταν δεν αντέχεις άλλο, να προσπαθείς…

Ξανά και ξανά…

Κι εκεί που νομίζεις ότι δεν αντέχεις άλλο κι έχεις φτάσει στο ζενίθ, να θυμάσαι ότι αντέχεις άλλο τόσο κι ακόμα περισσότερο…

Κρύβεις μέσα σου δύναμη που ούτε εσύ ο ίδιος δεν ξέρεις πως κατέχεις…

Γι’ αυτό σου λέω…σταμάτα να περπατάς πιά σκυφτός.
Να ’χεις πάντα το κεφάλι σου στραμμένο προς τ’ αστέρια…

Ακολούθησε τα…
Εκείνα ξέρουν το δρόμο…

Ο Πλάτων ανακάλυψε, σε μια πρώιμη εκδοχή του Ευκλείδη, ένα εξαίσιο μοντέλο γνώσης

Στην Πολιτεία. ο Πλάτων αναπτύσσει την πιο φιλόδοξη ίσως θεωρία της γνώσης που παρουσίασε ποτέ ένας φιλόσοφος. Τώρα, όποιος φιλοδοξεί να είναι γνώστης θα πρέπει να ολοκληρώσει μία πολυετή μαθητεία στα μαθηματικά. Τα μαθηματικά (και ως «μαθηματικά» έχει κατά νου το είδος της συστηματικής γεωμετρίας, της οποίας έχουμε ένα μεταγενέστερο παράδειγμα, τον Ευκλείδη) είναι εντυπωσιακά για την ακρίβεια, το σύστημα και την σαφήνειά τους. Εντυπωσίασαν τον Πλάτωνα ως το τέλειο παράδειγμα ενός δομημένου σώματος γνώσης, την οποία ανέκαθεν έθετε ως προϋπόθεση το «πρότυπο ειδημοσύνης». Επιπλέον, όλα τα γνωρίσματα του προτύπου ειδημοσύνης φαίνεται να ταιριάζουν με τα μαθηματικά, με τρόπο ξεκάθαρο και εντυπωσιακό. Τα μαθηματικά δεν είναι ένας σωρός από επιμέρους αποτελέσματα συγκεκριμένα θεωρήματα ολοφάνερα εξαρτώνται από άλλα αποτελέσματα, που αποδεικνύονται με τη σειρά τους. Το όλο σύστημα ξεκινά από ένα σαφές και περιορισμένο σύνολο εννοιών και αξιωμάτων. Εξίσου διαυγής και αυστηρός είναι τρόπος με τον οποίο, από αυτές τις πρώτες αρχές, οδηγούμαστε σε επιμέρους αποτελέσματα. Εύκολα καταλαβαίνουμε γιατί ο Πλάτων ανακάλυψε, σε μια πρώιμη εκδοχή του Ευκλείδη, ένα εξαίσιο μοντέλο γνώσης – ένα δομημένο και ενοποιημένο σύστημα, όπου είναι απόλυτα σαφές τι γνωρίζει ο γνώστης και πώς το γνωρίζει, πώς το σύστημα διατηρεί τη συνοχή του και τι σημαίνει να δίνεις μια λελογισμένη εξήγηση αυτού που γνωρίζεις – δηλαδή μια απόδειξη.

Τα μαθηματικά ως μοντέλο γνώσης επίσης εισάγουν δύο νέα στοιχεία. Το πρώτο είναι πως τα μαθηματικά αποτελέσματα είναι αδιαμφισβήτητα. Δεν σπαταλούμε χρόνο επιχειρηματολογώντας ότι το Πυθαγόρειο θεώρημα είναι λάθος. Έχουμε δει ότι η βεβαιότητα και η δικαιολόγηση αυτού που γνωρίζουμε δεν προέχουν στην δέσμη των ζητημάτων στα οποία επικεντρώνεται το πρότυπο ειδημοσύνης, όπου σημασία έχει η κατανόηση που μπορεί να εφαρμοστεί στην πράξη. Ωστόσο τον Πλάτωνα, είναι φανερό, τον μαγνητίζει η ιδέα ενός σώματος γνώσης που δεν θα εκτίθεται σε σοβαρές αμφισβητήσεις.

Το δεύτερο στοιχείο προκύπτει από το γεγονός ότι τα μαθηματικά μάς προσφέρουν ένα σώμα στέρεης γνώσης, που δεν φαίνεται με κανέναν ευλογοφανή τρόπο να έχει ως αντικείμενό της τον κόσμο που βιώνουμε καθημερινά μέσω των αισθήσεων. Το Πυθαγόρειο θεώρημα δεν ανακαλύφθηκε με μετρήσεις αληθινών, χαραγμένων στο χώμα, τριγώνων και των γωνιών τους, και οι τυχόν ακανόνιστες πλευρές και γωνίες είναι προφανώς άσχετες με αυτό. Ο Πλάτων γοητεύεται από την ιδέα ότι μπορεί να υπάρξει ένα σώμα γνώσης στο οποίο θα έχουμε πρόσβαση χρησιμοποιώντας μόνο το νου και τη λογική μας. Δεν είναι ο τελευταίος φιλόσοφος που δελεάστηκε από την άποψη ότι οι δυνάμεις του φιλοσοφικού στοχασμού είναι -πιο εξελιγμένες- εκδοχές της ικανότητάς μας να σκεφτόμαστε μαθηματικά.

Δεν υπάρχει πάθος που να ταράζει τόσο τη διαύγεια της κρίσης μας όσο η οργή

Μέσα από την οργή, τα λάθη μας φαίνονται μεγαλύτερα, όπως τα αντικείμενα στην ομίχλη. Όποιος πεινάει, ας φάει φαΐ· ποτέ όμως δεν πρέπει να πεινάει ούτε να διψάει, αν έχει σκοπό να επιβάλει τιμωρία.

«Ὡς γάρ δι’ ὁμίχλης τα σώματα, καί δι’ ὀργῆς τα πράγματα μείζονα φαίνεται… Τροφῇ μέν γάρ ὁ πεινῶν κατά φύσιν χρῆται, τιμωρία δέ ὁ μή πεινῶν μηδέ διψῶν αὐτῆς, μηδέ ὥσπερ ὄψου πρός τό κολάσαι τοῦ θυμοῦ δεόμενος, ἀλλ’ ὅταν πορρωτάτω τοῦ ὀρέγεσθαι γένηται, προσάγων τόν λογισμόν ἀναγκαίως». (Πλούταρχος, Περί ἀοργησίας, ΧΙ)

Ο Αρχύτας ο Ταραντίνος, επιστρέφοντας από έναν πόλεμο όπου ήταν στρατηγός, βρήκε τα πάντα άνω κάτω στο σπιτικό του και τα χωράφια του χέρσα από την κακή διαχείριση του επιστάτη του· και αφού έβαλε να τον φωνάξουν, του είπε: “Πήγαινε! Αν δεν ήμουν οργισμένος, θα σου άργαζα το τομάρι”!

Το ίδιο και ο Πλάτων: καθώς είχε κορώσει εναντίον ενός δούλου του, επιφόρτισε τον Σπεύσιππο να τον τιμωρήσει, με τη δικαιολογία πως δεν ήθελε να ασχοληθεί αυτός ο ίδιος με κάποιον που τον είχε θυμώσει.

Ο Χάριλλος ο Λακεδαιμόνιος είπε σε έναν είλωτα, που φερόταν με υπερβολική θρασύτητα κι αυθάδεια απέναντί του: “Μα τους Θεούς, αν δεν ήμουν θυμωμένος, θα σε έκανα να πεθάνεις ετούτη τη στιγμή κιόλας”. (ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ)

Ο θυμός είναι πάθος αυτάρεσκο και κολακεύει τον εαυτό του. Πόσες φορές, όταν είμαστε ταρακουνημένοι από λαθεμένη αιτία, αν έρθει κανείς να μας παρουσιάσει κάποια καλή απολογία ή δικαιολογία, χολωνόμαστε εναντίον της ίδιας της αλήθειας και της αθωότητας;

Συγκράτησα σχετικά ένα θαυμάσιο παράδειγμα της αρχαιότητας.

Ο Πίσων, άτομο κατά τα άλλα αξιοσημείωτης αρετής, εκνευρισμένος εναντίον ενός στρατιώτη του από το γεγονός ότι, όταν επέστρεψε μόνος από την κοπή χόρτου [για ζωοτροφές], δεν ήξερε να του δώσει λογαριασμό που είχε αφήσει ένα σύντροφό του, θεώρησε βέβαιο πως τον είχε σκοτώσει και μεμιάς τον καταδίκασε σε θάνατο. Την ώρα που ήταν στην κρεμάλα, να που φτάνει εκείνος ο χαμένος σύντροφος. Όλο το στράτευμα έκαμε μεγάλες χαρές και ύστερα από πλήθος χάδια και αγκαλιές των δύο συντρόφων, ο δήμιος οδηγεί τον έναν και τον άλλο μπροστά στον Πίσωνα, περιμένοντας όλη η ομήγυρη με βεβαιότητα πως αυτό θα του ήταν και εκείνου του ίδιου μεγάλη ευχαρίστηση. Συνέβη το ακριβώς αντίθετο: γιατί από αμηχανία και δυσαρέσκεια, η μανία του, που ήταν ακόμα ισχυρή, διπλασιάστηκε· και με ένα εύστροφο εύρημα, που το πάθος του του πρόσφερε ξαφνικά, όρισε και τους τρεις ένοχους, επειδή ένας τους είχε βρεθεί αθώος και έβαλε να τους στείλουν και τους τρεις στον άλλο κόσμο· τον πρώτο στρατιώτη, επειδή υπήρχε καταδικαστική απόφαση εναντίον του· τον δεύτερο που είχε χαθεί, επειδή ήταν αιτία του θανάτου του συντρόφου του· και τον δήμιο επειδή δεν είχε υπακούσει στη διαταγή που του είχε δοθεί.

Εκείνοι που έχουν να διαπραγματευθούν με γυναίκες ξεροκέφαλες, μπορεί να έχουν δοκιμάσει σε τι λύσσα πέφτουν, όταν αντιπαραθέτει κανείς στην ταραχή τους τη σιωπή και την κρυάδα και απαξιοί να συνδαυλίσει το θυμό τους.

Ο Φωκίων, μπροστά σε κάποιον που διέκοπτε τον λόγο του εκστομίζοντας τις χειρότερες ύβρεις, δεν έκαμε άλλο παρά να σωπαίνει και να του δίνει όλο το χρόνο να εξαντλήσει την οργή του· όταν αυτό έγινε, δίχως να αναφέρει αυτή τη διατάραξη, ξανάρχισε το λόγο του από το σημείο όπου τον είχε διακόψει. Δεν υπάρχει απόκριση τόσο δηκτική όσο μια τέτοια περιφρόνηση. (ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ)

Κατά τη γνώμη μου, δεν είναι καλή διαχείριση των υποθέσεών σου να τρώγεσαι εσωτερικά.

Η οργή χώνεται στο σώμα, όταν την κρύβουμε, όπως είπε ο Διογένης στον Δημοσθένη, ο οποίος, από φόβο μήπως τον δουν σε μια ταβέρνα, πήγαινε στο βάθος:

Όσο πιο πολύ πηγαίνεις κατά πίσω, τόσο περισσότερο μπαίνεις βαθύτερα” (ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ)

Και θα προτιμούσα να φέρω στο φως τα πάθη μου παρά να τα κλωσάω σε βάρος μου· ατονούν, όταν ξεθυμαίνουν και όταν εκφράζονται· αξίζει περισσότερο η αιχμή τους να χώνεται προς τα έξω παρά να τη στρέφουμε εναντίον μας.

Όλα τα κακά είναι ελαφρότερα, όταν είναι φανερά· και πιο ολέθρια, όταν κρύβονται υπό το μανδύα υγείας” (ΣΕΝΕΚΑΣ)

Νουθετώ τα μέλη της οικογένειάς μου που έχουν δικαίωμα να δείχνουν το θυμό τους: πρώτον, να είναι φειδωλοί στην οργή τους και να μην την σκορπίζουν όπως λάχει, γιατί αυτό εμποδίζει την αποτελεσματικότητά της και το βάρος της· η απερίσκεπτη και συνεχής φωνασκία γίνεται συνήθεια και κάνει τον καθένα να την περιφρονεί. Δεύτερον, να μην θυμώνουν καθόλου στον αέρα και να κοιτάζουν η επίπληξή τους να φτάνει σε εκείνον για τον οποίο παραπονούνται· γιατί συνήθως φωνάζουν πριν εκείνος βρεθεί μπροστά τους και συνεχίζουν να φωνάζουν έναν αιώνα μετά που έχει φύγει:

«Η οξύθυμη παραφροσύνη κατά του εαυτού της στρέφεται» (ΚΛΑΥΔΙΑΝΟΣ)

Τα βάζουν με τη σκιά τους και μεταφέρουν αυτή τη τρικυμία σε μέρη που ούτε τιμωρείται κανείς ούτε υποφέρει τις συνέπειες της, εκτός από όποιον δεν μπορεί να αντέξει το σαματά της φωνής τους. Ομοίως μέμφομαι εκείνους που προκαλούν και φουρτουνιάζουν σε καβγάδες, όπου δεν έχουν αντίπαλο.

Όταν θυμώνω, αυτό γίνεται όσο πιο σφοδρά, αλλά επίσης όσο πιο σύντομα και μυστικά μπορώ· χάνω για τα καλά την ψυχραιμία μου ταχύτατα και βίαια, όχι όμως με τέτοια ταραχή, ώστε να φτάνω στο σημείο να πετάω δώθε κείθε και δίχως επιλογή κάθε λογής υβριστικές λέξεις και να μην εξετάζω αν ρίχνω επιτήδεια τα βέλη μου, όπου κρίνω πως τραυματίζουν περισσότερο (γιατί δεν χρησιμοποιώ συνήθως παρά τη γλώσσα μου).

Η θύελλα προκαλείται μόνο από τη συρροή των θυμών, από τους οποίους ο ένας πρόθυμα γεννάει τον άλλο, ενώ και οι δυο τους δεν γεννιούνται την ίδια στιγμή.

Αφήνοντας κάθε οργή να πάρει το δρόμο της, τότε θα έχουμε πάντα ειρήνη. Χρήσιμη συνταγή, δύσκολη όμως να γίνει στην πράξη.

Αν πολεμάς τη φύση, θα ηττηθείς

To 45 π.Χ. ήταν μια άσχημη χρονιά για τον Μάρκο Τύλλιο Κικέρωνα (Marcus Tullius Cicero).

Ο διάσημος Ρωμαίος ρήτορας και πολιτικός είχε συμπληρώσει την έκτη δεκαετία της ζωής του και ήταν μόνος. Είχε πρόσφατα χωρίσει την επί τριάντα χρόνια σύζυγό του και είχε παντρευτεί μια νεότερη γυναίκα, μόνο και μόνο για να τη χωρίσει κι εκείνη σχεδόν αμέσως. Η λατρεμένη κόρη του Τυλλία είχε πεθάνει στην αρχή του έτους, βυθίζοντάς τον σε μεγάλη απελπισία. Επιπλέον, είχε χάσει τη θέση του στο προσκήνιο της ρωμαϊκής πολιτικής εδώ και τέσσερα χρόνια, όταν ο Ιούλιος Καίσαρας διέσχισε τον ποταμό Ρουβίκωνα εξαναγκάζοντας τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία να εμπλακεί σε εμφύλιο πόλεμο. Ο Κικέρων δεν μπορούσε να στηρίξει τον Καίσαρα κι έτσι, αφού αρχικά εναντιώθηκε στον καινούριο δικτάτορα λαμβάνοντας στη συνέχεια μια εξευτελιστική για τον ίδιο αμνηστία, αποσύρθηκε στην αγροικία του. Παρέμεινε εκεί, μακριά από τη Ρώμη, θεωρώντας τον εαυτό του έναν ηλικιωμένο άνδρα, καθόλου χρήσιμο για την κοινωνία.

Αλλά αντί να βυθιστεί σε κύπελλα ξέχειλα από κρασί ή να αυτοκτονήσει όπως είχε κάνει ο νεότερος και φίλος του Κάτων, ο Κικέρων κατέφυγε στη συγγραφή. Υπήρξε ενθουσιώδης σπουδαστής της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας στα νιάτα του και ποθούσε να αφήσει την προσωπική σφραγίδα του στον λογοτεχνικό κόσμο αναλύοντας στους Ρωμαίους συμπολίτες του τις αξίες που είχε ανακαλύψει στον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη και σε άλλους σπουδαίους στοχαστές. Είχε φυσική ροπή προς το στωικό δόγμα της αγνότητας, της τάξης και της θεϊκής πρόνοιας, σε αντίθεση με την –κατά την άποψή του– περιοριστική και τρυφηλή άποψη των επικουρείων. Έτσι, ξεκίνησε να γράφει. Σε μια εξαιρετικά μικρή χρονική περίοδο, δουλεύοντας από νωρίς το πρωί μέχρι αργά τη νύχτα, έγραψε πολυάριθμες διατριβές για τη διακυβέρνηση, την ηθική, την αγωγή, τη θρησκεία, τη φιλία και το ηθικό καθήκον.

Λίγο πριν από τη δολοφονία του Καίσαρα, εκείνη την αποφράδα μέρα του Μαρτίου του 44 π.Χ., ο Κικέρων στράφηκε προς το θέμα της ηλικίας σε μια σύντομη διατριβή με τίτλο Περί Γήρατος. Στον αρχαίο κόσμο, όπως και στον σύγχρονο, η ζωή του ανθρώπου μπορεί να λήξει νωρίς, αλλά σφάλλουμε όταν υποθέτουμε ότι η διάρκεια ζωής στην Ελλάδα και τη Ρώμη ήταν απαραίτητα σύντομη. Παρόλο που η μακροβιότητα στην αρχαιότητα είναι αδύνατον να υπολογιστεί και η βρεφική και παιδική θνησιμότητα ήταν σαφώς υψηλή, αν οι άνδρες και οι γυναίκες έφταναν στην ενηλικίωση, είχαν μεγάλη πιθανότητα να ζήσουν έως τα εξήντα και τα εβδομήντα χρόνια τους ή και ακόμα παραπάνω.

Οι Έλληνες συγγραφείς πριν από τον Κικέρωνα είχαν προσεγγίσει το τελευταίο στάδιο της ζωής με διάφορους τρόπους. Κάποιοι εξιδανίκευαν τους ηλικιωμένους πεφωτισμένους κομιστές σοφίας, όπως ο ομηρικός βασιλιάς Νέστορας, ενώ άλλοι τους διακωμωδούσαν παρουσιάζοντάς τους ως κουρασμένους και αθεράπευτους γκρινιάρηδες.

Υπάρχουν πολλά πολύτιμα διδάγματα στο μικρό βιβλίο του Κικέρωνα σχετικά με το γήρας. Κάποια από τα σπουδαιότερα είναι:

Μια καλή τρίτη ηλικία ξεκινά από την περίοδο της νιότης. Ο Κικέρων υποστηρίζει ότι η ποιότητα που κάνει τα τελευταία χρόνια της ζωής μας παραγωγικά και χαρούμενα, πρέπει να καλλιεργηθεί από το ξεκίνημά μας. Η μετριοπάθεια, η σοφία, η νηφαλιότητα στη σκέψη, η ικανότητα να απολαμβάνουμε όσα προσφέρει η ζωή – αυτές είναι συνήθειες που πρέπει να αποκτήσουμε όσο είμαστε νέοι, γιατί έτσι θα διατηρηθούν όσο μεγαλώνουμε. Οι δυστυχείς νέοι άνθρωποι δεν γίνονται ευτυχέστεροι όταν μεγαλώνουν.

Η τρίτη ηλικία μπορεί να είναι μια υπέροχη περίοδος της ζωής. Τα γηρατειά μπορούν να είναι διασκεδαστικά, εφόσον έχουμε αναπτύξει τις κατάλληλες εσωτερικές ικανότητες. Ναι, σαφώς και υπάρχουν αρκετοί θλιμμένοι ηλικιωμένοι, αλλά δεν πρέπει να κατηγορούν την ηλικία για τα προβλήματά τους. Τα λάθη τους, λέει ο Κικέρων, είναι το αποτέλεσμα του κακού χαρακτήρα τους και όχι του αριθμού των χρόνων που έχουν ζήσει.

Υπάρχουν κατάλληλες περίοδοι στη ζωή. Η φύση έχει διαμορφώσει την ανθρώπινη ζωή έτσι ώστε να απολαμβάνουμε συγκεκριμένα πράγματα όταν είμαστε νέοι και διαφορετικά πράγματα όταν μεγαλώνουμε. Η προσπάθειά μας να προσκολληθούμε στη νιότη πέραν του αρμόζοντος χρόνου είναι μάταιη. Αν πολεμάς τη φύση, θα ηττηθείς.

Οι μεγαλύτεροι έχουν πολλά να διδάξουν στους νεότερους. Υπάρχει αυθεντική σοφία στη ζωή, η οποία κατακτάται μόνο μέσω της εμπειρίας. Είναι ευχαρίστησή μας και καθήκον μας καθώς μεγαλώνουμε να τη μεταλαμπαδεύουμε στους νέους που είναι πρόθυμοι να ακούσουν. Όμως και οι νέοι, με τη σειρά τους, μπορούν να προσφέρουν πολλά στους μεγαλύτερούς τους, συμπεριλαμβανομένης και της ευχάριστης συντροφιάς τους.

Τα γηρατειά δεν πρέπει να μας αρνούνται μια ενεργή ζωή, αλλά πρέπει να αποδεχτούμε τους περιορισμούς. Κανένας ογδοντάχρονος δεν πρόκειται να νικήσει σε έναν αγώνα δρόμου ανταγωνιζόμενος νεαρούς υγιείς εικοσάχρονους, όμως μπορούμε ακόμα να είμαστε σωματικά ενεργοί, εντός των μετριοπαθών περιορισμών που μας επιβάλλει το ίδιο μας το σώμα. Και υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούν να κάνουν οι ηλικιωμένοι άνθρωποι, τα οποία δεν απαιτούν ιδιαίτερη σωματική δύναμη, από τη μελέτη και τη συγγραφή ως την προσφορά της σοφίας και της εμπειρίας τους στο κοινωνικό σύνολο.

Το μυαλό είναι ένας μυς που πρέπει να ασκείται. Ο Κικέρων φρόντισε ώστε ο κύριος χαρακτήρας του βιβλίου του να έχει μάθει αρχαιοελληνική λογοτεχνία σε ώριμη ηλικία και να ανακαλεί προσεκτικά τα γεγονότα της ημέρας πριν πέσει για ύπνο κάθε βράδυ. Όποια τεχνική κι αν έχει αποτέλεσμα, είναι απαραίτητο να χρησιμοποιούμε το μυαλό μας όσο το δυνατόν περισσότερο καθώς μεγαλώνουμε.

Οι ηλικιωμένοι πρέπει να υπερασπίζονται τον εαυτό τους. Όπως λέει ο Κικέρων, «Οι γέροντες είναι άξιοι σεβασμού μόνο αν υπερασπίζονται τον εαυτό τους, διατηρούν τα δικαιώματά τους, δεν υποτάσσονται σε κανέναν και ηγούνται της ιδιοκτησίας τους μέχρι την τελευταία τους πνοή». Τα τελευταία χρόνια της ζωής δεν είναι περίοδος παθητικότητας.

Η ερωτική πράξη είναι υπερεκτιμημένη. Όχι πως οι μεγαλύτεροι δεν μπορούν να απολαύσουν την ευχαρίστηση της σάρκας, όμως το αχαλίνωτο σεξουαλικό πάθος της νιότης σβήνει όσο μεγαλώνουμε – και ευτυχώς που συμβαίνει αυτό, κατά τον Κικέρωνα. Η μείωση των αισθησιακών ορέξεων αφήνει χώρο να απολαύσουμε άλλες πλευρές της ζωής που προσφέρουν μεγαλύτερη ικανοποίηση και έχουν μεγαλύτερη διάρκεια.

Καλλιεργήστε τον δικό σας κήπο. Ο Κικέρων παρουσιάζει την ιδέα αυτή στο κεφάλαιο όπου εγκωμιάζει την ικανοποίηση που προσφέρει η γεωργία, αλλά υπάρχει ένα σημαντικό μάθημα σε αυτό. Το να βρούμε σε ώριμη ηλικία μια αξιόλογη δραστηριότητα που να μας προσφέρει πραγματική απόλαυση αποτελεί στοιχειώδες συστατικό της ευτυχίας. Το να βάζουμε λίπασμα ή να κλαδεύουμε αμπέλια μπορεί να μην είναι το πάθος μας, αλλά, όποιο κι αν είναι το πάθος μας τελικά, ας το επιδιώκουμε με χαρά.

Ο θάνατος δεν πρέπει να μας τρομάζει. Ο Κικέρων λέει ότι ο θάνατος σηματοδοτεί είτε το τέλος της ανθρώπινης συνείδησης είτε την αρχή της αιώνιας ευδαιμονίας. Είτε αυτό αληθεύει είτε όχι, σίγουρα ισχύει, όπως υποστηρίζει ο Κικέρων, ότι η ζωή είναι σαν ένα θεατρικό έργο. Ένας καλός ηθοποιός ξέρει πότε να εγκαταλείψει τη σκηνή. Το να προσκολλώμαστε απεγνωσμένα στη ζωή όταν την έχουμε ζήσει καλά και πλησιάζουμε στο τέλος είναι ανώφελο και ανόητο.

ΜΑΡΚΟΣ ΤΥΛΛΙΟΣ ΚΙΚΕΡΩΝ, ΤΟ ΔΩΡΟ ΤΗΣ ΩΡΙΜΟΤΗΤΑΣ

Οι αντιξοότητες “χτυπούν” περισσότερο εκείνους που δεν τις περιμένουν

Για τους Ρωμαίους Στωικούς, η ζωή είναι γεμάτη αντιξοότητες, και ένα από τα βασικά καθήκοντα της φιλοσοφίας είναι να βοηθήσει τους ανθρώπους να αντιμετωπίσουν τα πάνω και τα κάτω της ζωής.

Κανείς δεν το ξέρει αυτό καλύτερα από τον Σενέκα, που η ζωή του απείχε πολύ από το ιδανικό της γαλήνης που υποστήριζε. Στη διάρκεια του ταραχώδους 1ου αιώνα μ.Χ., ο Σενέκας έπρεπε να αντιμετωπίσει τον θάνατο του γιου του, την εξορία του στην Κορσική για μια δεκαετία περίπου, τη διάσωσή του από την εξορία (αλλά μόνο με τον όρο να αναλάβει τον ρόλο του δασκάλου του νεαρού Νέρωνα), την καριέρα ως συμβούλου του Νέρωνα, την οποία δεν μπορούσε εύκολα να αφήσει, τον θάνατο ενός στενού φίλου και, πάνω απ’ όλα, τη δική του αναγκαστική αυτοκτονία. Όταν ο Σενέκας θεωρήθηκε ύποπτος συμμετοχής σε συνωμοσία εναντίον του αυτοκράτορα, ο Νέρωνας απαίτησε τον θάνατο του παλιού του δασκάλου. Η γυναίκα του Σενέκα επέμεινε να ακολουθήσει τη μοίρα του, κι έτσι και οι δύο έκοψαν τις φλέβες τους. Κανείς δεν πέθανε γρήγορα. Η γυναίκα του Παυλίνα επέζησε, ενώ στον Σενέκα έδωσαν τελικά κώνειο και τον αποτελείωσαν με ένα ατμόλουτρο. Αυτό σίγουρα δεν ήταν μια ήσυχη «φιλοσοφική ζωή».

Κανείς σώφρων άνθρωπος δεν επιζητεί τις αντιξοότητες, ακόμα κι αν μπορούν να μας δώσουν κάποια χρήσιμα μαθήματα. Η ανάπτυξη των δεξιοτήτων, όμως, για να τις αντιμετωπίσουμε όταν προκύψουν –γιατί θα προκύψουν-, μπορεί μόνο να μας ωφελήσει.

Τα πράγματα είναι πιο δύσκολα, λέει ο Σενέκας σε μια επιστολή στη μητέρα του, για όσους δεν τις περιμένουν, αλλά οι αντιξοότητες αντιμετωπίζονται πολύ πιο εύκολα όταν είσαι προετοιμασμένος. Αυτή η ιδέα αναπτύσσεται και σε μια άλλη επιστολή, παρηγορητική αυτή τη φορά, προς τη Μαρκία, μια φίλη του που πάλευε με τη θλίψη. Είχε χάσει έναν από τους γιους της τρία χρόνια νωρίτερα, ωστόσο ο πόνος της δεν είχε υποχωρήσει. Η φυσική περίοδος του πένθους είχε τελειώσει και τώρα ο πόνος της είχε γίνει μια εξουθενωτική πνευματική κατάσταση. Είχε έρθει η ώρα να παρέμβει κάποιος.

Το πιο ενδιαφέρον σημείο της απάντησης του Σενέκα για αυτή την κατάσταση είναι αυτό που συχνά ονομάζουμε πρόβλεψη των μελλοντικών κακών. Είναι κάτι που είχε αναφερθεί νωρίτερα από προγενέστερους Στωικούς, όπως ο Χρύσιππος. Η ιδέα ότι κάποιος πρέπει να σκέφτεται τα άσχημα πράγματα που θα μπορούσαν να συμβούν, ώστε να είναι καλύτερα προετοιμασμένος γι’ αυτά αν τελικά συμβούν. Μέρος του προβλήματος της Μαρκίας, σύμφωνα με τον Σενέκα, είναι ότι δεν αναλογίστηκε ποτέ την πιθανότητα θανάτου του γιου της. Κι όμως, όλοι ξέρουμε ότι από τη στιγμή που γεννιέται κάποιος είναι προορισμένος να πεθάνει. Αυτό δεν είναι κάτι που θα μπορούσε να συμβεί, είναι κάτι που θα συμβεί απαραιτήτως.

Το πένθος χτυπά δυνατά τους ανθρώπους, λέει ο Σενέκας, γιατί δεν το περιμένουν από πριν. Βλέπουμε και ακούμε συνεχώς τον θάνατο και τις κακοτυχίες να χτυπούν τους άλλους, ειδικά στην εποχή της τόσο γρήγορης μετάδοσης των ειδήσεων, αλλά σπάνια αναλογιζόμαστε πώς θα αντιδρούσαμε εμείς σε ανάλογη περίσταση. Ο Σενέκας λέει στη Μαρκία -και σε εμάς μια σειρά από πράγματα που θα προτιμούσαμε να μην ακούσουμε: είμαστε όλοι ευάλωτοι. Οι αγαπημένοι μας θα πεθάνουν αναπόφευκτα, και αυτό θα μπορούσε να συμβεί ανά πάσα στιγμή. Όποια ευημερία και ασφάλεια κι αν απολαμβάνουμε μπορεί να χαθεί ανά πάσα στιγμή από δυνάμεις που δεν είναι υπό τον έλεγχό μας. Ακόμα κι όταν πιστεύουμε ότι τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα, πάντα είναι πιθανόν να γίνουν ακόμα χειρότερα. Πόσο προετοιμασμένοι είμαστε να αντιμετωπίσουμε τα πράγματα αν η τύχη στραφεί εναντίον μας; Θα αντιδράσουμε ήρεμα και αδιάφορα, όπως όταν ακούμε στις ειδήσεις να συμβαίνουν τέτοια πράγματα σε ξένους κάπου μακριά μας; Σε αυτές τις περιπτώσεις συνήθως βλέπουμε τον πόνο αυτό ως κομμάτι της ζωής, κάτι δυσάρεστο αλλά αναπόφευκτο. Είναι εύκολο να «φιλοσοφείς» όταν δεν συμβαίνει σ’ εσένα ή στους αγαπημένους σου, αλλά τι γίνεται όταν έρθει η δική σου σειρά;

Είναι απλώς παράλογο, λέει ο Σενέκας, να σκέφτεται κάποιος ότι «δεν περίμενα να συμβεί σ’ εμένα» κάποια κακοτυχία, ειδικά όταν ξέρει ότι θα μπορούσε να του συμβεί και έχει δει να συμβαίνει σε πολλούς άλλους. Γιατί όχι και σ’ εσάς; Στην περίπτωση του πένθους, ακόμα περισσότερο, δεδομένης της αναπόφευκτης φύσης του θανάτου κάθε ζωντανού πλάσματος στη γη. Θα συμβεί κάποια στιγμή, οπότε γιατί όχι τώρα; Είναι παράλογο να περιμένει κάποιος ότι η τύχη του θα κρατήσει για πάντα. Ο Σενέκας πιστεύει ότι, αν σκεφτόμαστε τις αντιξοότητες που μπορεί να συμβούν μαζί με όσες πρέπει να συμβούν κάποια στιγμή, θα βοηθήσουμε να μειωθεί το χτύπημα όταν τελικά προκύψουν. Θα μειωθεί το σοκ και θα είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι να τις αντιμετωπίσουμε.

Το κάθε τι μπορεί να γίνει δηλητήριο ή ελιξίριο μεταμόρφωσης

Έχεις αναρωτηθεί ποιος είσαι πραγματικά; Είσαι μόνο τα ¨καλά¨ στοιχεία που έχεις μέσα σου ή είσαι και τα ¨κακά¨;

Αν θες να είσαι ολόκληρος μη πετάς τίποτα στον καιάδα του υποσυνειδήτου. Μην κρύβεις τίποτα στο σκοτάδι. Είσαι αυτό που είσαι. Είσαι λίγο απ’ όλα.

Λίγο κακός και λίγο καλός, λίγο τρυφερός και λίγο σκληρός, λίγο δειλός και λίγο θαρραλέος, λίγο φως και λίγο σκοτάδι…

Είσαι άνθρωπος!!!

Αυτή είναι η ομορφιά σου και αυτό σου επιτρέπει να επιλέγεις τι θες να είσαι και τι θες να γίνεις ανά πάσα στιγμή βαδίζοντας το μονοπάτι της ζωής.

Αν το κατανοήσεις αυτό, αν αγαπήσεις όλες σου τις ενέργειες, αν τις δεις όχι σαν αντίθετες αλλά σαν συμπληρωματικές, αν ενώσεις όλα τα κομμάτια του εαυτού σου τότε όχι μόνο θα αντικρίσεις εσένα στην ολότητά σου αλλά και θα ανοίξεις την πύλη για να γευτείς την ολότητα του Σύμπαντος.

TON 618: Η μεγαλύτερη μαύρη τρύπα στο σύμπαν

Στα κέντρα των περισσότερων, αν όχι όλων, γαλαξιών βρίσκονται υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες με μάζες εκατομμύρια έως δισεκατομμύρια ηλιακές μάζες. Για παράδειγμα, στην καρδιά του Γαλαξία μας βρίσκεται ο Τοξότης Α*, ο οποίος έχει μέγεθος περίπου 4,5 εκατομμύρια ηλιακές μάζες.

Ένα εξαιρετικά μακρινό κβάζαρ που τροφοδοτείται από την υπερμεγέθη μαύρη τρύπα στο κέντρο του γαλαξία που βρίσκεται. Πώς η μαύρη τρύπα έγινε τόσο μεγάλη και τόσο γρήγορα είναι ένα θέμα αμφιλεγόμενης επιστημονικής συζήτησης, αλλά μπορεί να έχει μια απάντηση που ταιριάζει στις τυπικές θεωρίες μας.

Ένα εξαιρετικά μακρινό κβάζαρ που δείχνει πολλά στοιχεία για μια υπερμεγέθη μαύρη τρύπα στο κέντρο της. Πώς ότι η μαύρη τρύπα έγινε τόσο μαζική τόσο γρήγορα είναι ένα θέμα αμφιλεγόμενης επιστημονικής συζήτησης, αλλά μπορεί να έχει μια απάντηση που ταιριάζει στις τυπικές θεωρίες μας.

Επί του παρόντος, η μεγαλύτερη γνωστή μαύρη τρύπα, που τροφοδοτεί το κβάζαρ TON 618, έχει μάζα 66 δισεκατομμύρια ηλιακές μάζες ή περίπου 15.000 φορές μεγαλύτερη από τη μαύρη τρύπα στο κέντρο του Γαλαξία μας. Ο τεράστιος όγκος του TON 618 οδήγησε τους επιστήμονες να υποθέσουν εάν υπάρχουν ακόμη μεγαλύτερες μαύρες τρύπες ή όχι και εάν υπάρχει ανώτερο όριο στα μεγέθη τους.

Εάν βρισκόταν λίγα έτη φωτός μακριά μας, θα έλαμπε τόσο φωτεινά όσο και ο Ήλιος μας στον ουρανό.

Το αντικείμενο TON 618 είναι ένα πολύ μακρινό και εξαιρετικά φωτεινό κβάζαρ – στην ουσία είναι ένα υπερφωτεινό, ραδιο-κβάζαρ – που βρίσκεται κοντά στον Βόρειο Γαλαξιακό Πόλο στον αστερισμό των Θηρευτικών Κυνών. Έτσι, στο TON 618 είναι σήμερα η πιο μαζική μαύρη τρύπα που έχει βρεθεί ποτέ. Τα φωτεινότερα, πιο φωτεινά αντικείμενα σε ολόκληρο το Σύμπαν δεν είναι ούτε τα αστέρια ούτε οι γαλαξίες, αλλά τα κβάζαρ.

Επειδή τα κβάζαρ δεν ήταν γνωστά μέχρι το 1963, η φύση αυτού του αντικειμένου ήταν άγνωστη, όταν αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά σε μια έρευνα του 1957 για αχνά γαλάζια αστέρια (κυρίως λευκούς νάνους) που βρίσκονται μακριά από το επίπεδο του Γαλαξία. Χάρις σε εικόνες που λήφθηκαν με το τηλεσκόπιο Schmidt 0,7 m στο Παρατηρητήριο Tonantzintla στο Μεξικό, αυτό εμφανίστηκε “σαφώς βιολετί” και καταγράφηκε ως αριθμός 618 στον Κατάλογο Tonantzintla. Το 1970, μια ραδιοφωνική έρευνα ανακάλυψε εκπομπές ραδιοφώνου από το αντικείμενο TON 618, δείχνοντας ότι ήταν ένα κβάζαρ. Στη συνέχεια ανακαλύψαμε τα οπτικά φάσματα του TON 618 που έδειξαν γραμμές εκπομπών τυπικές για ένα κβάζαρ. Από την ερυθρά μετατόπιση των γραμμών, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το TON 618 ήταν πολύ μακρινό και ως εκ τούτου ήταν ένα από τα πιο φωτεινά κβάζαρ που ήταν γνωστά.

Σαν κβάζαρ, το TON 618 πιστεύεται ότι είναι ένας δίσκος συσσώρευσης έντονα καυτού αερίου που περιστρέφεται γύρω από την γιγαντιαία μαύρη τρύπα στο κέντρο ενός γαλαξία. Το φως που προέρχεται από το κβάζαρ εκτιμάται ότι είναι σε απόσταση 10,4 δισεκατομμυρίων ετών φωτός κάπου κοντά στις απαρχές του Κόσμου. Ο γαλαξίας που το περιέχει δεν είναι ορατός από τη Γη, επειδή το ίδιο το κβάζαρ τον ξεπερνά σε λαμπρότητα. Με απόλυτο μέγεθος το κβάζαρ αυτό −30,7, λάμπει με φωτεινότητα 4 × 10^ 40 watt, ή σαν 140 τρισεκατομμύρια Ήλιους, καθιστώντας το ένα από τα πιο φωτεινά αντικείμενα του γνωστού Σύμπαντος. Όπως και τα άλλα κβάζαρ, το TON 618 έχει ένα φάσμα που περιέχει γραμμές εκπομπών από ψυχρότερο αέριο πολύ πιο μακριά από τον δίσκο συσσώρευσης. Οι γραμμές εκπομπών στο φάσμα του TON 618 είναι ασυνήθιστα ευρείες, υποδηλώνοντας ότι το αέριο κινείται πολύ γρήγορα. Η γραμμή υδρογόνου Hβ δείχνει ότι κινείται με 7.000 χλμ

Η συμβατική υπόθεση για τις υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες που είναι στις καρδιές των γαλαξιών λέει ότι σχηματίστηκαν καθώς κάποιες μικρότερες μαύρες τρύπες συγχωνεύτηκαν. Ωστόσο, νέες έρευνες διαπιστώνουν ότι αυτό το μοντέλο αντιμετωπίζει δυσκολίες, όταν δεν εξηγεί πώς οι μαύρες τρύπες θα μπορούσαν να έχουν φτάσει σε τόσα μεγάλα μεγέθη, όταν το σύμπαν ήταν μόλις λίγων δισεκατομμυρίων ετών.

Ένας άλλος τρόπος για να το εξηγήσουμε είναι ότι οι συνηθισμένες υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες σχημάτισαν αρθρώσεις με τις λεγόμενες αρχέγονες μαύρες τρύπες. Μία εργασία εικάζει ότι μέσα σε ένα δευτερόλεπτο μετά τη Μεγάλη Έκρηξη , οι τυχαίες διακυμάνσεις της πυκνότητας στο ζεστό, ταχέως αναπτυσσόμενο νεογέννητο σύμπαν θα μπορούσαν να έχουν συγκεντρώσει αρκετούς θύλακες ύλης για να καταρρεύσουν σε μαύρες τρύπες. Αυτές οι αρχέγονες μαύρες τρύπες θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως σπόροι για να σχηματιστούν μεγαλύτερες μαύρες τρύπες αργότερα.

Εάν υπάρχουν οι αρχέγονες μαύρες τρύπες, αυτές μπορεί να σας βοηθήσουν να εξηγήσετε τι είναι η σκοτεινή ύλη. Παρόλο που η σκοτεινή ύλη θεωρείται ότι αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος της ύλης στο σύμπαν, οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν τι είναι αυτό το παράξενο υλικό, καθώς οι ερευνητές δεν το έχουν δει ακόμα. Αυτή τη στιγμή μπορεί να μελετηθεί μόνο μέσω των βαρυτικών της επιπτώσεων στην κανονική ύλη. Η φύση της σκοτεινής ύλης είναι σήμερα ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της επιστήμης.

Τα κβάζαρ στην πραγματικότητα είναι οι πυρήνες των ενεργών γαλαξιών, έχοντας έκταση ίση με το ένα εκατομμυριοστό της έκτασης του γαλαξία που τους φιλοξενεί. Είναι τεράστιες ‘κοσμικές μηχανές’ που αντλούν την ενέργεια τους από τον δίσκο συσσώρευσης του υλικού, που βρίσκεται γύρω από τη μαύρη τρύπα στο κέντρο του γαλαξία τους. Εκπέμπουν δε ενέργεια (ραδιοκύματα, φωτεινή ενέργεια, υπεριώδης ακτινοβολία, ακτίνες-Χ μέχρι και ακτίνες-γ) εκατομμύρια φορές αυτής που εκπέμπουν όλα τα άστρα ενός γαλαξία. Η δε ύλη που πέφτει μέσα στις μαύρες τρύπες είναι και ο κινητήριος μηχανισμός αυτής της ‘κοσμικής μηχανής’. Σήμερα υπάρχει συμφωνία μεταξύ των επιστημόνων ότι τα κβάζαρ είναι η συμπαγής άλως του υλικού που περιβάλλει την υπερβαρέα μαύρη τρύπα του ενεργού γαλαξία.

Τα κβάζαρ ακτινοβολούν επειδή το αέριο που πέφτει στη μαύρη τρύπα πρέπει να μειώσει τη μεγάλη στροφορμή που έχει. Δεν είναι εύκολο να πέσει υλικό μέσα σε μια μαύρη τρύπα έχοντας μεγάλη στροφορμή. Ο ορίζοντας γεγονότων γύρω από τη μαύρη τρύπα είναι μικρός, και τα σωματίδια πέφτοντας πρέπει να κατευθύνονται ακριβώς στο κέντρο της. Διαφορετικά ταλαντεύονται γύρω από τον ορίζοντα σε μια τροχιά γύρω από αυτήν. Ένα ανάλογο παράδειγμα είναι το νερό που πέφτει σε ένα νεροχύτη. Το νερό αναπόφευκτα στροβιλίζεται γύρω από την τρύπα του νεροχύτη, και πρέπει να μειώσει τη στροφορμή του προτού να μπορέσει να πάει κάτω. Το αέριο που πέφτει μέσα στη μαύρη τρύπα, όπως το νερό, χάνει τη στροφορμή του με τον ίδιο τρόπο, σχηματίζοντας ένα στροβιλιζόμενο δίσκο του υλικού κοντά στον αγωγό – τον ορίζοντα γεγονότων στην περίπτωση μας.

Το υλικό κοντά στον ‘αγωγό’ περιστρέφεται γρηγορότερα και “τρίβεται” σε σχέση με το υλικό που βρίσκεται πιο μακριά και έτσι περιστρέφεται ολοένα πιο αργά. Η ταχύτητα του υλικού λόγω των τριβών μειώνεται, οπότε κινείται αργά σπειροειδώς προς το κέντρο. Τελικά, πέφτει μέσα στον ορίζοντα γεγονότων και χάνεται για πάντα. Στα κβάζαρ, τέτοιοι περιστρεφόμενοι δίσκοι από υλικό ονομάζονται δίσκοι συσσώρευσης ή προσαύξησης.

Hegel: Φαινομενολογία του πνεύματος, μια ερμηνεία (6)

Γκέοργκ Χέγκελ: 1770-1831

Φαινομενολογία του πνεύματος: Κατ’ αίσθηση βεβαιότητα - § 94

Ι. Πώς κατανοείται η εμβέλεια του Αισθητού

1. Βρισκόμαστε στο τμήμα (Α) της Φαινομενολογίας του πνεύματος, σ’ αυτό της Συνείδησης και στο πρώτο κεφάλαιο με τίτλο: Κατ’ αίσθηση βεβαιότητα, το Αυτό και το νομίζειν. Σε τούτη τη βαθμίδα αντιστοιχεί η κατ’ αίσθηση Γνώση, δηλαδή η πιο αφηρημένη, χωρίς συγκεκριμένο περιεχόμενο, άρα η πιο απροσδιόριστη Γνώση (Wissen) της συνείδησης. Εκεί ακριβώς που η συνείδηση φαίνεται να ασχολείται ευχάριστα με μια ορισμένη, επί μέρους περίπτωση ή κατάσταση –προσλαμβανόμενη αισθητηριακά– δηλαδή με ένα Αυτό, με ένα συγκεκριμένο Αυτό-Εδώ και Αυτό-Τώρα, διαπιστώνει πως το εν λόγω Αυτό είναι ένα αφηρημένο Καθολικό και το αποτυπώνει στο λόγο τηςˑ αποφαίνεται, με άλλα λόγια, πως το εν λόγω καθολικό δεν είναι παρά μια ορισμένη σκέψη του Είναι, ένα αφηρημένο διανόημα (Gedanke) του Είναι.

2. Τι σημαίνει τούτο για τη συνείδηση; Πως η ίδια ως νοείν, ως νοούν υποκείμενο, ως σκεπτόμενο Εγώ, σε τούτη τη βαθμίδα της Γνώσης της, δεν έχει τίποτε άλλο για αντι-κείμενό της (Gegenstand) παρά το απλό, το απροσδιόριστο Είναι: αυτό είναιˑ ένα αφηρημένα-γενικό Καθολικό, που δεν έχει προκύψει από τις αναγκαίες εσωτερικές του διαφοροποιήσεις και ως εκ τούτου δεν συνιστά για τη Γνώση της συνείδησης κάτι συγκεκριμένο, μια ορθολογική έννοια, που να συλλέγει σε ενότητα τις πιο διαφορετικές εκφάνσεις σημαίνοντος και σημαινομένου και συγχρόνως να συγκροτεί την ενότητα της συνείδησης και του αντι-κειμένου: ενότητα του εαυτού του ανθρώπου, ως πνευματικού όντος, με τον κόσμο του αντι-κειμένου. Το εννοιακά συγκεκριμένο, απ’ αυτή την άποψη, ολοκληρώνεται με βάση τη διαλεκτική αυτοκατανόησης και αυτοπραγμάτωσης του Λόγουˑ δηλαδή του πνεύματος, που έχει υπερβεί το διχασμό του ανθρώπινου εαυτού του ανάμεσα σε τούτον τον ίδιο και την αντι-κειμενική του έκφραση, την οποία ο Χέγκελ ονομάζει άλλως-Είναι ή ετερότητα, κι πιο άμεσα: αντι-κείμενο.

3. Αυτή η ολοκλήρωση είναι έργο της συνείδησης κατ’ αρχήν, ως άμεσης παρουσίας ή ύπαρξης του πνεύματος. Συναφώς λοιπόν υπάρχει η έννοια του αντι-κειμένου, γιατί είναι η συνείδηση που τη σκέπτεται, δηλαδή ο άνθρωπος ως τέτοια συνείδηση. Για το ζώο, που δεν σκέπτεται, δεν υπάρχει καμιά τέτοια έννοια παρά υπάρχουν μόνο πράγματα. Σε τούτα εδώ ανήκουν όλα εκείνα τα όντα που δεν σκέπτονται, ακόμη και το ένα ή άλλο ενικό ανθρώπινο ον που δεν αγωνίζεται να ανέλθει στο βασίλειο της σκέψης. Τότε συντελούνται, μεταξύ άλλων, τα εξής: Ό,τι φαντάζει στην περιοχή του Αισθητού ως μια βέβαιη προοπτική Γνώσης, ως άμεση αλήθεια, δεν συνιστά την έννοια του αντι-κειμένου, αλλά ένα απροσδιόριστο σχήμα του, ένα είδος σύλληψής του ως πράγματος. Για να επιτευχθεί αληθής Γνώση, είναι αναγκαία η νοητική δραστηριότητα της συνείδησης, δηλαδή η εξέλιξη του ανθρώπινου όντος ως σκεπτόμενου υποκειμένου, το οποίο, ως τέτοιο και μόνο ως τέτοιο δύναται να φτάσει στην καθορισμένη έννοια του αντι-κειμένου, έτσι ώστε να καθιδρύσει μια ενιαία/έλλογη πραγματικότητα, όπου θα έχει υπερβεί την ψευδή του ιδεολογία, την αυτοδιάψευσή του, δηλαδή την πραγμοποίησή του: τον εκφυλισμό του σε πράγμα.

4. Όλη η ως άνω διεργασία είναι μια αντικειμενική διεργασία διαλεκτικής υφής, την οποία καλείται να πραγματώσει η νοούσα συνείδηση/το νοούν υποκείμενο ως πραγμάτωση του Εαυτού μέσω της πραγμάτωσης του άλλου και αντίστροφα: η εν λόγω συνείδηση δηλαδή δύναται, ως εκ της σύστασής της, να εισχωρεί στην αντιφατική εξέλιξη της πραγματικότητας, που εκτείνεται από το αισθητό έως και το νοητό πεδίο, και να επιχειρεί να ομιλήσει μαζί της τη γλώσσα του Λόγου, μια γλώσσα κοινή για το εν λόγω υποκείμενο και για το αντι-κείμενο ή για την πραγματικότητα. Αυτή τη συμπαντική διαλεκτική σχέση –αντικειμενικά μεν υπαρκτή, πραγματοποιούμενη όμως από τη συνείδηση– τη συνοψίζει με τα εξής βροντερά λόγια ο Χέγκελ: «εάν συμπεριφερθούμε έλλογα στην πραγματικότητα, θα μας συμπεριφερθεί και αυτή έλλογα». Επομένως, η συνείδηση δεν αρκεί μόνο να μπορεί, δυνάμει της Λογικής της σύστασης, να απεκδύεται την ακατέργαστη, απλοϊκή της γνωσιακά κατάσταση και να εισχωρεί στην αντικειμενικά διαλεκτική της πραγμάτωση, αλλά και να το θέλει, να ξέρει τι θέλει να πράξει.

5. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα, το φαινόμενο, αντι-κείμενο: Πολιτικό. Στο επίπεδο της αισθητηριακής μας εμπειρίας, η συνείδηση το νοεί πάντοτε ως ένα Αυτό, που λαμβάνει χώρα Εδώ και Τώρα. Αυτό το αντι-κείμενο παραμένει ένα πράγμα, όσο η συνείδηση δεν εμβαθύνει στην εννοιακή/φιλοσοφική του κατανόηση και το αντιμετωπίζει απλώς/απλοϊκά ως ένα φαινόμενο της αισθητηριακής εμπειρίας. Μια τέτοια ανύποπτη φυλάκιση μέσα στην αφηρημένη αράχνη του αισθητού συνεπάγεται στεγνή, βίαιη, άσπλαχνη κυριάρχηση του αντικειμένου, ως πράγματος, πάνω στο υποκείμενο, στον άνθρωπο, εφόσον ο ίδιος δεν εκτυλίσσεται ως σκεπτόμενη συνείδηση, ήτοι ως στοχαστικό πνεύμαˑ εφόσον δηλαδή δεν εισέρχεται στην αντικειμενικά εκτυλισσόμενη διαλεκτική της πολιτικής πραγματικότητας και δεν καλλιεργεί τον κοινό Λόγο αυτής της διαλεκτικής πορείας.

6. Τα αποτελέσματα μιας τέτοιας στασιμότητας τότε είναι: να παράγονται πολιτικές συμμορίες, σαν τις γνωστές μας σημερινές, αφάνταστα διεφθαρμένες συνειδήσεις, άνθρωποι-υπάνθρωποι, που αυτο-κατηγοριοποιούνται σε οπαδούς και αναζητούν μέσα στα ένσαρκα σκουπίδια της πολιτικής εξουσίας τον ευλογημένο τους μεσσία. Αυτή είναι η μοιραία κατάληξη της μη-έλλογης συμπεριφοράς του ανθρώπου προς την πραγματικότητα. Το Πολιτικό λοιπόν, για την απλοϊκή συνείδηση, εξαντλείται σε μια τέτοια αμεσότητα. Είναι Αυτό το εδώ και τώρα, ενώ, όπως μας λέει ο Χέγκελ, η ουσία του βρίσκεται μέσα στις τόσες άλλες, ανώτερης ποιότητας εκφάνσεις τουˑ σε αυτές που συνδέονται με την ουσία της Πόλεως ως Πολιτείας με το αρχαιοελληνικό της νόημα. Επομένως αρχίζει να πραγματώνεται, από τη στιγμή που η αισθητηριακή συνείδηση διδάσκεται από την εμπειρία της ότι πρέπει και μπορεί να «συμπεριφερθεί έλλογα στην πραγματικότητα». Και δεν είναι μόνο το Πολιτικό. Παρόμοια συμβαίνει και στις άλλες περιοχές της ανθρώπινης πραγματικότητας, σαν εκείνη της επιστήμης, του πολιτισμού, της καθημερινής συμβίωσης ή συνύπαρξης κ.λπ.


ΙΙ. Μετάφραση: Κατ’ αίσθηση βεβαιότητα και αντι-κείμενο

§94

Πρέπει συνεπώς να εξετάσουμε το αντι-κείμενο από την άποψη αν, μέσα στην ίδια την αισθητήρια βεβαιότητα, αυτό είναι πράγματι παρόν ως μια τέτοια ουσία, όπως η ίδια διατείνεται γι’ αυτό ότι είναιˑ αν αυτή η έννοιά του, σύμφωνα με την οποία αυτό είναι ουσία, αντιστοιχεί στον τρόπο, με τον οποίο είναι παρόν μέσα σε τούτη τη βεβαιότητα. Γι' αυτό το σκοπό, δεν χρειάζεται να διαστοχαζόμαστε πάνω στο αντι-κείμενο και να διαλογιζόμαστε τι θα μπορούσε να είναι στ' αλήθειαˑ απλώς χρειάζεται να το εξετάσουμε, όπως η κατ’ αίσθηση βεβαιότητα το έχει στη διάθεσή της.

ΙΙΙ. Ερμηνεία-κατανόηση: Απλοϊκός εμπειρισμός και φιλοσοφική προοπτική

1. Το αντι-κείμενο τώρα πρέπει να κατανοείται από τη δική μας πλευρά, δηλαδή από την προοπτική της φιλοσοφικής, απόλυτης Γνώσης.
2. Η τελευταία τούτη ωστόσο, στην περιοχή του Αισθητού, εκφράζεται κατ’ αρχήν ως ένα είδος απλοϊκού εμπειρισμού.
3. Επομένως, με βάση αυτό τον εμπειρισμό και ανεξάρτητα από την προαναφερθείσα φιλοσοφική προοπτική, το αντι-κείμενο νοείται ως η ουσία, ως το καθεαυτό. Εάν ο άνθρωπος ή η νοούσα συνείδηση δεν προχωρήσει στην πραγμάτωση της φιλοσοφικής της προοπτικής, δεν εισχωρήσει δηλαδή στην αντικειμενικά διαλεκτική εξέλιξη της πραγματικότητας και μένει φυλακισμένη στις αυταπάτες της αισθητηριακής της εμπειρίας, θα γκρεμιστεί στο βάραθρο της πραγμαποποίησής της, της εκμηδένισής της,κατά το ως άνω παράδειγμα του Πολιτικού.
4. Ως εκ τούτου προέχει από την πλευρά της φιλοσοφικής ενατένισης, από τη σκοπιά της δυνάμει φιλοσοφικής συνείδησης του ανθρώπου, να εξετάζεται, να ερμηνεύεται το αντι-κείμενο: κατά πόσο ισχύει ό,τι πιστεύουμε στο επίπεδο της κατ’ αίσθηση Γνώσης γι’ αυτό, κατά πόσο δηλαδή είναι η ουσία ή η αλήθεια του αντι-κειμένου, μια αντικειμενική έκφραση της υπόστασης του υποκειμένου ή μια εξωτερική υπόσταση, εντελώς ξένη προς την ουσία του υποκειμένου, η οποία προοιωνίζει τη συντριβή του.
5. Μια τέτοια εξέταση/ερμηνεία του αντι-κειμένου και της έννοιάς του θέτει συγχρόνως και το υποκείμενο, τη νοούσα συνείδηση, υπό τη μορφή της κατ’ αίσθηση βεβαιότητας, σε αυτο-εξέταση/αυτο-ερμηνεία.

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία (550c-552d)

[550c] Ἔχομεν ἄρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, τήν τε δευτέραν πολιτείαν καὶ τὸν δεύτερον ἄνδρα.Ἔχομεν, ἔφη.
Οὐκοῦν μετὰ τοῦτο, τὸ τοῦ Αἰσχύλου, λέγωμεν, «ἄλλον ἄλλῃ πρὸς πόλει τεταγμένον,» μᾶλλον δὲ κατὰ τὴν ὑπόθεσιν προτέραν τὴν πόλιν;
Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη.
Εἴη δέ γ᾽ ἄν, ὡς ἐγᾦμαι, ὀλιγαρχία ἡ μετὰ τὴν τοιαύτην πολιτείαν.
Λέγεις δέ, ἦ δ᾽ ὅς, τὴν ποίαν κατάστασιν ὀλιγαρχίαν;
Τὴν ἀπὸ τιμημάτων, ἦν δ᾽ ἐγώ, πολιτείαν, ἐν ᾗ οἱ μὲν [550d] πλούσιοι ἄρχουσιν, πένητι δὲ οὐ μέτεστιν ἀρχῆς.
Μανθάνω, ἦ δ᾽ ὅς.
Οὐκοῦν ὡς μεταβαίνει πρῶτον ἐκ τῆς τιμαρχίας εἰς τὴν ὀλιγαρχίαν, ῥητέον;
Ναί.
Καὶ μήν, ἦν δ᾽ ἐγώ, καὶ τυφλῷ γε δῆλον ὡς μεταβαίνει.
Πῶς;
Τὸ ταμιεῖον, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἐκεῖνο ἑκάστῳ χρυσίου πληρούμενον ἀπόλλυσι τὴν τοιαύτην πολιτείαν. πρῶτον μὲν γὰρ δαπάνας αὑτοῖς ἐξευρίσκουσιν, καὶ τοὺς νόμους ἐπὶ τοῦτο παράγουσιν, ἀπειθοῦντες αὐτοί τε καὶ γυναῖκες αὐτῶν.
Εἰκός, ἔφη.
[550e] Ἔπειτά γε οἶμαι ἄλλος ἄλλον ὁρῶν καὶ εἰς ζῆλον ἰὼν τὸ πλῆθος τοιοῦτον αὑτῶν ἀπηργάσαντο.
Εἰκός.
Τοὐντεῦθεν τοίνυν, εἶπον, προϊόντες εἰς τὸ πρόσθεν τοῦ χρηματίζεσθαι, ὅσῳ ἂν τοῦτο τιμιώτερον ἡγῶνται, τοσούτῳ ἀρετὴν ἀτιμοτέραν. ἢ οὐχ οὕτω πλούτου ἀρετὴ διέστηκεν, ὥσπερ ἐν πλάστιγγι ζυγοῦ κειμένου ἑκατέρου, ἀεὶ τοὐναντίον ῥέποντε;
Καὶ μάλ᾽, ἔφη.
[551a] Τιμωμένου δὴ πλούτου ἐν πόλει καὶ τῶν πλουσίων ἀτιμοτέρα ἀρετή τε καὶ οἱ ἀγαθοί.
Δῆλον.
Ἀσκεῖται δὴ τὸ ἀεὶ τιμώμενον, ἀμελεῖται δὲ τὸ ἀτιμαζόμενον.
Οὕτω.
Ἀντὶ δὴ φιλονίκων καὶ φιλοτίμων ἀνδρῶν φιλοχρηματισταὶ καὶ φιλοχρήματοι τελευτῶντες ἐγένοντο, καὶ τὸν μὲν πλούσιον ἐπαινοῦσίν τε καὶ θαυμάζουσι καὶ εἰς τὰς ἀρχὰς ἄγουσι, τὸν δὲ πένητα ἀτιμάζουσι.
Πάνυ γε.
Οὐκοῦν τότε δὴ νόμον τίθενται ὅρον πολιτείας ὀλιγαρχικῆς [551b] ταξάμενοι πλῆθος χρημάτων, οὗ μὲν μᾶλλον ὀλιγαρχία, πλέον, οὗ δ᾽ ἧττον, ἔλαττον, προειπόντες ἀρχῶν μὴ μετέχειν ᾧ ἂν μὴ ᾖ οὐσία εἰς τὸ ταχθὲν τίμημα, ταῦτα δὲ ἢ βίᾳ μεθ᾽ ὅπλων διαπράττονται, ἢ καὶ πρὸ τούτου φοβήσαντες κατεστήσαντο τὴν τοιαύτην πολιτείαν. ἢ οὐχ οὕτως;
Οὕτω μὲν οὖν.
Ἡ μὲν δὴ κατάστασις ὡς ἔπος εἰπεῖν αὕτη.
Ναί, ἔφη· ἀλλὰ τίς δὴ ὁ τρόπος τῆς πολιτείας; καὶ ποῖά [551c] ἐστιν ἃ ἔφαμεν αὐτὴν ἁμαρτήματα ἔχειν;
Πρῶτον μέν, ἔφην, τοῦτο αὐτό, ὅρος αὐτῆς οἷός ἐστιν. ἄθρει γάρ, εἰ νεῶν οὕτω τις ποιοῖτο κυβερνήτας, ἀπὸ τιμημάτων, τῷ δὲ πένητι, εἰ καὶ κυβερνητικώτερος εἴη, μὴ ἐπιτρέποι—
Πονηράν, ἦ δ᾽ ὅς, τὴν ναυτιλίαν αὐτοὺς ναυτίλλεσθαι.
Οὐκοῦν καὶ περὶ ἄλλου οὕτως ὁτουτοῦν [ἤ τινος] ἀρχῆς;
Οἶμαι ἔγωγε.
Πλὴν πόλεως; ἦν δ᾽ ἐγώ· ἢ καὶ πόλεως πέρι;
Πολύ γ᾽, ἔφη, μάλιστα, ὅσῳ χαλεπωτάτη καὶ μεγίστη ἡ ἀρχή.
[551d] Ἓν μὲν δὴ τοῦτο τοσοῦτον ὀλιγαρχία ἂν ἔχοι ἁμάρτημα.
Φαίνεται.
Τί δέ; τόδε ἆρά τι τούτου ἔλαττον;
Τὸ ποῖον;
Τὸ μὴ μίαν ἀλλὰ δύο ἀνάγκῃ εἶναι τὴν τοιαύτην πόλιν, τὴν μὲν πενήτων, τὴν δὲ πλουσίων, οἰκοῦντας ἐν τῷ αὐτῷ, ἀεὶ ἐπιβουλεύοντας ἀλλήλοις.
Οὐδὲν μὰ Δί᾽, ἔφη, ἔλαττον.
Ἀλλὰ μὴν οὐδὲ τόδε καλόν, τὸ ἀδυνάτους εἶναι ἴσως πόλεμόν τινα πολεμεῖν διὰ τὸ ἀναγκάζεσθαι ἢ χρωμένους [551e] τῷ πλήθει ὡπλισμένῳ δεδιέναι μᾶλλον ἢ τοὺς πολεμίους, ἢ μὴ χρωμένους ὡς ἀληθῶς ὀλιγαρχικοὺς φανῆναι ἐν αὐτῷ τῷ μάχεσθαι, καὶ ἅμα χρήματα μὴ ἐθέλειν εἰσφέρειν, ἅτε φιλοχρημάτους.
Οὐ καλόν.
Τί δέ; ὃ πάλαι ἐλοιδοροῦμεν, τὸ πολυπραγμονεῖν γεωργοῦντας [552a] καὶ χρηματιζομένους καὶ πολεμοῦντας ἅμα τοὺς αὐτοὺς ἐν τῇ τοιαύτῃ πολιτείᾳ, ἦ δοκεῖ ὀρθῶς ἔχειν;
Οὐδ᾽ ὁπωστιοῦν.
Ὅρα δή, τούτων πάντων τῶν κακῶν εἰ τόδε μέγιστον αὕτη πρώτη παραδέχεται.
Τὸ ποῖον;
Τὸ ἐξεῖναι πάντα τὰ αὑτοῦ ἀποδόσθαι, καὶ ἄλλῳ κτήσασθαι τὰ τούτου, καὶ ἀποδόμενον οἰκεῖν ἐν τῇ πόλει μηδὲν ὄντα τῶν τῆς πόλεως μερῶν, μήτε χρηματιστὴν μήτε δημιουργὸν μήτε ἱππέα μήτε ὁπλίτην, ἀλλὰ πένητα καὶ ἄπορον κεκλημένον.
[552b] Πρώτη, ἔφη.
Οὔκουν διακωλύεταί γε ἐν ταῖς ὀλιγαρχουμέναις τὸ τοιοῦτον· οὐ γὰρ ἂν οἱ μὲν ὑπέρπλουτοι ἦσαν, οἱ δὲ παντάπασι πένητες.
Ὀρθῶς.
Τόδε δὲ ἄθρει· ἆρα ὅτε πλούσιος ὢν ἀνήλισκεν ὁ τοιοῦτος, μᾶλλόν τι τότ᾽ ἦν ὄφελος τῇ πόλει εἰς ἃ νυνδὴ ἐλέγομεν; ἢ ἐδόκει μὲν τῶν ἀρχόντων εἶναι, τῇ δὲ ἀληθείᾳ οὔτε ἄρχων οὔτε ὑπηρέτης ἦν αὐτῆς, ἀλλὰ τῶν ἑτοίμων ἀναλωτής;
[552c] Οὕτως, ἔφη· ἐδόκει, ἦν δὲ οὐδὲν ἄλλο ἢ ἀναλωτής.
Βούλει οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ, φῶμεν αὐτόν, ὡς ἐν κηρίῳ κηφὴν ἐγγίγνεται, σμήνους νόσημα, οὕτω καὶ τὸν τοιοῦτον ἐν οἰκίᾳ κηφῆνα ἐγγίγνεσθαι, νόσημα πόλεως;
Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη, ὦ Σώκρατες.
Οὐκοῦν, ὦ Ἀδείμαντε, τοὺς μὲν πτηνοὺς κηφῆνας πάντας ἀκέντρους ὁ θεὸς πεποίηκεν, τοὺς δὲ πεζοὺς τούτους ἐνίους μὲν αὐτῶν ἀκέντρους, ἐνίους δὲ δεινὰ κέντρα ἔχοντας; καὶ ἐκ μὲν τῶν ἀκέντρων πτωχοὶ πρὸς τὸ γῆρας τελευτῶσιν, ἐκ δὲ [552d] τῶν κεκεντρωμένων πάντες ὅσοι κέκληνται κακοῦργοι;
Ἀληθέστατα, ἔφη.
Δῆλον ἄρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἐν πόλει οὗ ἂν ἴδῃς πτωχούς, ὅτι εἰσί που ἐν τούτῳ τῷ τόπῳ ἀποκεκρυμμένοι κλέπται τε καὶ βαλλαντιατόμοι καὶ ἱερόσυλοι καὶ πάντων τῶν τοιούτων κακῶν δημιουργοί.
Δῆλον, ἔφη.
Τί οὖν; ἐν ταῖς ὀλιγαρχουμέναις πόλεσι πτωχοὺς οὐχ ὁρᾷς ἐνόντας;
Ὀλίγου γ᾽, ἔφη, πάντας τοὺς ἐκτὸς τῶν ἀρχόντων.

***
[550c] Έχομε λοιπόν το δεύτερο είδος πολιτεύματος και ανθρώπου.
Το έχομε.
Έπειτ᾽ απ᾽ αυτό, δεν θα πάμε, καθώς λέγει ο Αισχύλος, σ᾽ «άλλον τώρα σ᾽ άλλη κληρωμένο πόλη», ή μάλλον πρώτα σε άλλο πολίτευμα, για ν᾽ ακολουθήσομε την τάξη;
Βεβαιότατα.
Το πολίτευμα που έρχεται, καθώς νομίζω, κατόπιν είναι η ολιγαρχία.

Η μετάβαση από την τιμοκρατία στην ολιγαρχία. Χαρακτηριστικά του ολιγαρχικού καθεστώτος
Και ποιά μορφή του πολιτεύματος ονομάζεις ολιγαρχία;
Εκείνη που στηρίζεται στην περιουσία των πολιτών και όπου [550d] παίρνουν μέρος μόνο οι πλούσιοι, ενώ οι φτωχοί αποκλείονται.
Κατάλαβα.
Λοιπόν δεν πρέπει πρώτα να ειπούμε πώς γίνεται η μετάβαση από την τιμοκρατία στην ολιγαρχία;
Ναι.
Και τυφλός όμως το βλέπει, υποθέτω, πώς γίνεται.
Πώς;
Ο χρυσός που μαζεύεται στα ιδιωτικά ταμεία των πολιτών είναι εκείνος που φέρνει την καταστροφή του πολιτεύματος. Γιατί πρώτα δημιουργούν δαπάνες για τους εαυτούς των και γι᾽ αυτό δίνουν στον νόμο το νόημα που τους συμφέρει, παραβαίνοντάς τον και αυτοί και οι γυναίκες τους.
Φυσικά.
[550e] Έπειτα, νομίζω, το παράδειγμά τους παρασύρει και τους άλλους να τους μιμηθούν και δεν αργούν να γίνουν όλοι ίδιοι.
Βεβαίως.
Έτσι λοιπόν το πάθος του χρηματισμού τούς κυριεύει ολοένα και περισσότερο, και όσο δίνουν μεγαλύτερη εκτίμηση στον πλούτο τόσο ξεπέφτει η αξία της αρετής. Ή αρετή και πλούτος δεν έχουν τέτοια διαφορά μεταξύ τους, ώστε, αν τα βάλομε στις δύο φάλαγγες του ζυγού, όσο ανεβαίνει το ένα τόσο θα κατεβαίνει το άλλο;
Και βέβαια.
[551a] Ώστε όσο τιμώνται στην πόλη τα πλούτη και οι πλούσιοι τόσο θα περιφρονούνται η αρετή και οι χρηστοί άνθρωποι.
Αυτό είναι φανερό.
Επιδιώκεται όμως πάντοτε ένα πράγμα που εκτιμιέται, και αντίθετα παραμελείται εκείνο που περιφρονιέται.
Έτσι είναι.
Ώστε από φιλόδοξοι και φιλότιμοι που ήταν στην τιμοκρατία, καταντούν στο τέλος να γίνουν φιλοχρήματοι και άπληστοι, και τον πλούσιο τον εγκωμιάζουν, τον θαυμάζουν και τον ανυψώνουν στα αξιώματα του κράτους, ενώ τον φτωχό τον περιφρονούν.
Μάλιστα.
Τότε λοιπόν θεσπίζουν με νόμο ως όρο για τη συμμετοχή στην εξουσία [551b] το ποσό της περιουσίας, περισσότερο, όσο πιο ολιγαρχικό είναι το πολίτευμα, και λιγότερο, όσο πάλι είναι τούτο λιγότερο ολιγαρχικό, αποκλείοντας από την εξουσία όλους όσοι δεν έχουν περιουσία ίση με το τίμημα που έχει οριστεί· και όλα αυτά ή τα επιβάλλουν με τη βία και τα όπλα ή με απειλές αναγκάζουν και τους άλλους να τα παραδεχτούν. Ή δεν είναι έτσι;
Έτσι είναι.
Νά λοιπόν —για να τα ειπούμε με συντομία— πώς κατασταίνεται αυτό το πολίτευμα.
Ναι· αλλά ποιά είναι τα ήθη του και [551c] τα ελαττώματα που είπαμε πως έχει;
Πρώτα πρώτα αυτός ο βασικός όρος του πολιτεύματος. Γιατί, πες μου, τί θα γινότανε, αν κάναμε κυβερνήτες των πλοίων τους πλουσιότερους και αποκλείαμε τον φτωχό, μόλο που έχει μεγαλύτερη πείρα στα ναυτικά;
Πάρα πολύ κακά θα πήγαινε τότε η ναυτιλία μας.
Το ίδιο δεν θα γινότανε και στην περίπτωση οποιασδήποτε άλλης αρχής;
Υποθέτω.
Εκτός ίσως από την αρχή της πολιτείας· ή και γι᾽ αυτήν συμβαίνει το ίδιο;
Γι᾽ αυτήν ίσα ίσα περισσότερο από κάθε άλλη, αφού είναι το πιο δύσκολο και το πιο σπουδαίο είδος αρχής.
[551d] Ώστε αυτό το μεγάλο ελάττωμα έχει πρώτα πρώτα η ολιγαρχία.
Φανερό.
Αλλά τί; Αυτό το άλλο σού φαίνεται τάχα μικρότερο;
Το ποιό;
Ότι κατ᾽ ανάγκην η ολιγαρχική πόλη δεν είναι μία αλλά δύο: η μία των φτωχών και η άλλη των πλούσιων, που κατοικούν βέβαια μαζί, αλλά το ένα μέρος θέλει το κακό του άλλου.
Δεν είναι, μά την αλήθεια, μικρότερο.
Αλλ᾽ ακόμη δεν είναι και τούτο καλό, ότι δεν μπορούν ίσως να κάνουν και πόλεμο, γιατί είναι αναγκασμένοι ή να οπλίσουν [551e] το πλήθος, οπότε θα φοβούνται αυτό περισσότερο παρά τους εχθρούς, ή να μη το μεταχειριστούν καθόλου, οπότε θα φανούν αληθινά ολιγαρχικοί ακόμη και σ᾽ αυτή τη μάχη· εξάλλου οι πλούσιοι δεν εννοούν και να συνεισφέρουν χρήματα, αφού είναι φιλάργυροι.
Αλήθεια δεν είναι καλό.
Τί δε; Εκείνο που καταδικάσαμε πρωτύτερα, να καταγίνουνται δηλαδή οι ίδιοι σε πολλά έργα συγχρόνως και να είναι μαζί και γεωργοί [552a] και έμποροι και πολεμιστές, όπως συμβαίνει σ᾽ αυτή την πολιτεία, σου φαίνεται τάχα πως είναι σωστό;
Καθόλου μάλιστα.
Βλέπε τώρα αν απ᾽ όλα αυτά τα κακά το μεγαλύτερο δεν το᾽ χει πρώτη και καλύτερη αυτή εδώ η πολιτεία.
Το ποιό;
Ότι επιτρέπεται στον καθένα να πουλήσει όλα τα υπάρχοντά του και σ᾽ έναν άλλο να τ᾽ αγοράσει απ᾽ αυτόν, και εκείνος που τα πούλησε να παραμένει στην πόλη, χωρίς να είναι πια τίποτα γι᾽ αυτήν, ούτε έμπορος, ούτε τεχνίτης, ούτε ιππέας, ούτε πολίτης, αλλ᾽ απλώς να ονομάζεται φτωχός και άπορος.
[552b] Έχεις δίκιο.
Τούτο πραγματικά δεν εμποδίζεται στις ολιγαρχικές πολιτείες· γιατί αλλιώς δεν θα υπήρχαν εκεί άλλοι υπέρπλουτοι και άλλοι θεόφτωχοι.
Σωστά.
Πρόσεξε ακόμη και σ᾽ αυτό· όταν ο πολίτης, τον καιρό που ήταν πλούσιος, ξόδευε αλύπητα, είχε απ᾽ αυτό καμιάν ωφέλεια η πολιτεία στα επαγγέλματα που είπαμε; ή πραγματικά δεν ήταν ούτε άρχοντας ούτε υπηρέτης αλλ᾽ απλώς ξοδευτής των έτοιμων;
[552c] Όπως το λες· δεν ήταν τίποτ᾽ άλλο παρά ξοδευτής.
Θέλεις λοιπόν να ειπούμε ότι, όπως όταν παρουσιάζεται μέσα στην κυψέλη ο κηφήνας είναι νόσημα του σμήνους, έτσι όταν κι αυτός παρουσιάζεται μέσα στο σπίτι, γίνεται νόσημα της πολιτείας;
Ακούς εκεί δεν θέλω;
Όμως, ω Αδείμαντε, τους φτερωτούς κηφήνες ο θεός τούς έκαμε δίχως κεντρί, ενώ απ᾽ αυτούς τους δίποδες κηφήνες σε μερικούς δεν έδωσε κεντρί, σε άλλους όμως έδωσε, και μάλιστα πολύ φοβερό. Και όσοι δεν έχουν πεθαίνουν στα γερατειά τους φτωχοί, από [552d] τους άλλους όμως γίνονται όλοι εκείνοι που ονομάζονται κακούργοι· δεν είναι αλήθεια;
Βεβαιότατα.
Είναι λοιπόν φανερό ότι σε μια πόλη όπου θα ιδείς φτωχούς υπάρχουν κρυμμένοι το δίχως άλλο κλέφτες και λωποδύτες και ιερόσυλοι και εργάτες κάθε τέτοιας κακίας.
Φανερό.
Τί λοιπόν; δεν βλέπεις να υπάρχουν φτωχοί στις ολιγαρχούμενες πόλεις;
Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι, εκτός από τους άρχοντες.