Κυριακή 12 Ιουλίου 2020

ΠΛΑΤΩΝ: Κρίτων (47d-49a)

ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Φέρε δή, ἐὰν τὸ ὑπὸ τοῦ ὑγιεινοῦ μὲν βέλτιον γιγνόμενον, ὑπὸ τοῦ νοσώδους δὲ διαφθειρόμενον διολέσωμεν πειθόμενοι μὴ τῇ τῶν ἐπαϊόντων δόξῃ, ἆρα βιωτὸν ἡμῖν ἐστιν [47e] διεφθαρμένου αὐτοῦ; ἔστι δέ που τοῦτο σῶμα· ἢ οὐχί;
ΚΡΙΤΩΝ. Ναί.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἆρ᾽ οὖν βιωτὸν ἡμῖν ἐστιν μετὰ μοχθηροῦ καὶ διεφθαρμένου σώματος;
ΚΡΙΤΩΝ. Οὐδαμῶς.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἀλλὰ μετ᾽ ἐκείνου ἄρ᾽ ἡμῖν βιωτὸν διεφθαρμένου, ᾧ τὸ ἄδικον μὲν λωβᾶται, τὸ δὲ δίκαιον ὀνίνησιν; ἢ φαυλότερον ἡγούμεθα εἶναι τοῦ σώματος ἐκεῖνο, ὅτι ποτ᾽ ἐστὶ τῶν [48a] ἡμετέρων, περὶ ὃ ἥ τε ἀδικία καὶ ἡ δικαιοσύνη ἐστίν;
ΚΡΙΤΩΝ. Οὐδαμῶς.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἀλλὰ τιμιώτερον;
ΚΡΙΤΩΝ. Πολύ γε.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Οὐκ ἄρα, ὦ βέλτιστε, πάνυ ἡμῖν οὕτω φροντιστέον τί ἐροῦσιν οἱ πολλοὶ ἡμᾶς, ἀλλ᾽ ὅτι ὁ ἐπαΐων περὶ τῶν δικαίων καὶ ἀδίκων, ὁ εἷς καὶ αὐτὴ ἡ ἀλήθεια. ὥστε πρῶτον μὲν ταύτῃ οὐκ ὀρθῶς εἰσηγῇ, εἰσηγούμενος τῆς τῶν πολλῶν δόξης δεῖν ἡμᾶς φροντίζειν περὶ τῶν δικαίων καὶ καλῶν καὶ ἀγαθῶν καὶ τῶν ἐναντίων. «Ἀλλὰ μὲν δή,» φαίη γ᾽ ἄν τις, «οἷοί τέ εἰσιν ἡμᾶς οἱ πολλοὶ ἀποκτεινύναι.»
[48b] ΚΡΙΤΩΝ. Δῆλα δὴ καὶ ταῦτα· φαίη γὰρ ἄν, ὦ Σώκρατες. ἀληθῆ λέγεις.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἀλλ᾽, ὦ θαυμάσιε, οὗτός τε ὁ λόγος ὃν διεληλύθαμεν ἔμοιγε δοκεῖ ἔτι ὅμοιος εἶναι καὶ πρότερον· καὶ τόνδε δὲ αὖ σκόπει εἰ ἔτι μένει ἡμῖν ἢ οὔ, ὅτι οὐ τὸ ζῆν περὶ πλείστου ποιητέον ἀλλὰ τὸ εὖ ζῆν.
ΚΡΙΤΩΝ. Ἀλλὰ μένει.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Τὸ δὲ εὖ καὶ καλῶς καὶ δικαίως ὅτι ταὐτόν ἐστιν, μένει ἢ οὐ μένει;
ΚΡΙΤΩΝ. Μένει.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Οὐκοῦν ἐκ τῶν ὁμολογουμένων τοῦτο σκεπτέον, πότερον δίκαιον ἐμὲ ἐνθένδε πειρᾶσθαι ἐξιέναι μὴ ἀφιέντων [48c] Ἀθηναίων ἢ οὐ δίκαιον· καὶ ἐὰν μὲν φαίνηται δίκαιον, πειρώμεθα, εἰ δὲ μή, ἐῶμεν. ἃς δὲ σὺ λέγεις τὰς σκέψεις περί τε ἀναλώσεως χρημάτων καὶ δόξης καὶ παίδων τροφῆς, μὴ ὡς ἀληθῶς ταῦτα, ὦ Κρίτων, σκέμματα ᾖ τῶν ῥᾳδίως ἀποκτεινύντων καὶ ἀναβιωσκομένων γ᾽ ἄν, εἰ οἷοί τ᾽ ἦσαν, οὐδενὶ ξὺν νῷ, τούτων τῶν πολλῶν. ἡμῖν δ᾽, ἐπειδὴ ὁ λόγος οὕτως αἱρεῖ, μὴ οὐδὲν ἄλλο σκεπτέον ᾖ ἢ ὅπερ νυνδὴ ἐλέγομεν, πότερον δίκαια πράξομεν καὶ χρήματα τελοῦντες τούτοις [48d] τοῖς ἐμὲ ἐνθένδε ἐξάξουσιν καὶ χάριτας, καὶ αὐτοὶ ἐξάγοντές τε καὶ ἐξαγόμενοι, ἢ τῇ ἀληθείᾳ ἀδικήσομεν πάντα ταῦτα ποιοῦντες· κἂν φαινώμεθα ἄδικα αὐτὰ ἐργαζόμενοι, μὴ οὐ δέῃ ὑπολογίζεσθαι οὔτ᾽ εἰ ἀποθνῄσκειν δεῖ παραμένοντας καὶ ἡσυχίαν ἄγοντας, οὔτε ἄλλο ὁτιοῦν πάσχειν πρὸ τοῦ ἀδικεῖν.
ΚΡΙΤΩΝ. Καλῶς μέν μοι δοκεῖς λέγειν, ὦ Σώκρατες, ὅρα δὲ τί δρῶμεν.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Σκοπῶμεν, ὦ ἀγαθέ, κοινῇ, καὶ εἴ πῃ ἔχεις [48e] ἀντιλέγειν ἐμοῦ λέγοντος, ἀντίλεγε καί σοι πείσομαι· εἰ δὲ μή, παῦσαι ἤδη, ὦ μακάριε, πολλάκις μοι λέγων τὸν αὐτὸν λόγον, ὡς χρὴ ἐνθένδε ἀκόντων Ἀθηναίων ἐμὲ ἀπιέναι· ὡς ἐγὼ περὶ πολλοῦ ποιοῦμαι πείσας σε ταῦτα πράττειν, ἀλλὰ μὴ ἄκοντος. ὅρα δὲ δὴ τῆς σκέψεως τὴν ἀρχὴν ἐάν σοι [49a] ἱκανῶς λέγηται, καὶ πειρῶ ἀποκρίνεσθαι τὸ ἐρωτώμενον ᾗ ἂν μάλιστα οἴῃ.
ΚΡΙΤΩΝ. Ἀλλὰ πειράσομαι.

***
ΣΩ. Βάλε τώρα με τον νου σου ότι, ακολουθώντας τη γνώμη των ανίδεων, καταστρέφουμε εκείνο που με την υγεία γίνεται καλύτερο και με την αρρώστια φθείρεται. Αξίζει άραγε να ζούμε, [47e] αν αυτό έχει γίνει ερείπιο; Και είναι τούτο, βέβαια, το σώμα· ή όχι;
ΚΡ. Ναι.
ΣΩ. Αξίζει λοιπόν να ζούμε μεις με αρρωστημένο και κατεστραμμένο σώμα;
ΚΡ. Καθόλου δεν αξίζει.
ΣΩ. Μα τότε αξίζει να ζούμε μεις με κατεστραμμένο εκείνο που η αδικία το βλάπτει και η δικαιοσύνη το ωφελεί; Ή νομίζεις πως έχει μικρότερη αξία από το σώμα εκείνο, οτιδήποτε κι αν είναι [48a] από τον εαυτό μας, που μ᾽ αυτό έχει σχέση και η αδικία και η δικαιοσύνη;
ΚΡ. Σε καμιά περίπτωση.
ΣΩ. Τότε μήπως νομίζουμε πως αυτό είναι πολυτιμότερο από το σώμα;
ΚΡ. Και βέβαια· το πιο πολύτιμο.
ΣΩ. Δεν πρέπει λοιπόν, αγαπητέ μου, να νοιαζόμαστε τόσο πολύ τί θα ειπεί για μας ο πολύς ο κόσμος, αλλά τί θα ειπεί εκείνος που γνωρίζει για τα δίκαια και τα άδικα, ο ένας, στην ουσία η ίδια η αλήθεια. Ώστε πρώτα-πρώτα δεν συμβουλεύεις σωστά μ᾽ αυτή την πρότασή σου, λέγοντας πως πρέπει να προσέχουμε στη γνώμη που έχει ο πολύς ο κόσμος για το δίκαιο και για το ωραίο και για το αγαθό και για τα αντίθετά τους. Θα μπορούσε βέβαια να ισχυριστεί κανείς: «Κι όμως, ο πολύς ο κόσμος έχει τη δύναμη ακόμη και να μας θανατώσει».
[48b] ΚΡ. Είναι κι αυτό φανερό· θα μπορούσε κανείς να το υποστηρίξει, Σωκράτη.
ΣΩ. Αλήθεια λες. Ωστόσο, φίλε μου, κι αυτή εδώ η γνώμη που τώρα εξετάσαμε λεπτομερώς σ᾽ εμένα τουλάχιστον φαίνεται πως είναι ακόμη η ίδια μ᾽ εκείνη που είχαμε πριν.
Προσπάθησε τώρα να εξετάσεις προσεχτικά από την αρχή κι αυτή τη γνώμη, αν δηλαδή εμείς παραδεχόμαστε ή όχι, ακόμη και τώρα, ότι ο άνθρωπος πρέπει να δίνει πολύ μεγάλη σημασία όχι απλώς στη ζωή, αλλά στην έντιμη ζωή.
ΚΡ. Χωρίς αμφιβολία, αυτό το παραδεχόμαστε ακόμη.
ΣΩ. Παραδεχόμαστε και τώρα ή δεν παραδεχόμαστε ότι η έντιμη, η ηθική και η δίκαιη ζωή είναι το ίδιο πράγμα;
ΚΡ. Το παραδεχόμαστε και τώρα.
ΣΩ. Ας πάρουμε λοιπόν τώρα για βάση αυτά που για την ώρα παραδεχόμαστε κι ας εξετάσουμε ένα άλλο ζήτημα: Ποιό από τα δύο, είναι δίκαιο να προσπαθήσω εγώ να φύγω από τη φυλακή δίχως να το θέλουν [48c] οι Αθηναίοι ή δεν είναι δίκαιο; Κι αν βρούμε πως είναι δίκαιο, ας το επιχειρήσουμε· αν όχι, ας το αφήσουμε. Όσο για τα επιχειρήματα που φέρνεις, να ξοδέψουμε χρήματα ή τί εντύπωση θα σχηματίσει ο κόσμος ή πώς θ᾽ ανατραφούν τα παιδιά μου, πρόσεξε, Κρίτων, μήπως όλ᾽ αυτά είναι στ᾽ αλήθεια λαθεμένες σκέψεις του κόσμου, που εύκολα καταδικάζει σε θάνατο ανθρώπους, μα κι εύκολα, χωρίς καμιά περίσκεψη, θα τους έφερνε πάλι στη ζωή, αν βέβαια μπορούσε. Εμείς όμως, αφού η λογική αυτό επιβάλλει, θαρρώ πως δεν πρέπει να σκεφτούμε τίποτ᾽ άλλο, παρά αυτό που λέγαμε πριν από λίγο: Ποιό από τα δύο, θα κάνουμε δίκαιη πράξη αν εξαγοράσουμε με χρήματα αυτούς [48d] που θα με βγάλουν από δω κι αν θα τους χρωστάμε κι ευγνωμοσύνη και σεις που θα βοηθήσετε στη δραπέτευση και εγώ που θα δραπετεύσω, ή αντίθετα, κάνοντας όλ᾽ αυτά, θα κάνουμε πραγματικά μια πράξη άδικη; Κι αν αποδειχτεί πως όλ᾽ αυτά που πάμε να κάνουμε είναι άδικα, σκέψου μήπως πρέπει να προτιμήσουμε ακόμη και τον θάνατο, μένοντας ήσυχα εδώ, κι όποιο άλλο κακό να πάθουμε, φτάνει να μην κάνουμε άδικο.
ΚΡ. Τα λόγια σου, Σωκράτη, μου φαίνονται σωστά· κοίταξε όμως τί πρέπει να κάνουμε.
ΣΩ. Ας εξετάσουμε, καλέ μου φίλε, το ζήτημα και οι δυο μαζί· κι όταν θα μιλάω εγώ, αν σε κάποιο σημείο [48e] έχεις αντίρρηση, λέγε την και θα σ᾽ ακούσω. Ειδάλλως, πάψε πια, ευλογημένε, να μου λες πολλές φορές τον ίδιο λόγο, πως πρέπει εγώ να δραπετεύσω από δω, κι ας μην το θέλουν οι Αθηναίοι. Γιατί εγώ θεωρώ πολύ σπουδαίο να σε πείσω και να κάνω ό,τι κάνω, όχι όμως και χωρίς τη θέλησή σου. Πρόσεξε λοιπόν καλά τη βασική μου σκέψη, αν [49a] είναι ορθή κατά την κρίση σου, και προσπάθησε να απαντάς στις ερωτήσεις μου, όπως νομίζεις καλύτερα.
ΚΡ. Σύμφωνοι· θα προσπαθήσω.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου