ΠΛ Λαχ 187d–189d
Νικίας και Λάχης σκιαγραφούν την προσωπικότητα και τη μέθοδο του Σωκράτη
Ο Νικίας και ο Λάχης, που κλήθηκαν από τους Λυσίμαχο και Μελησία να αποφανθούν για την αξία της οπλομαχητικής, εξέφρασαν αντίθετες απόψεις. Τότε ο Σωκράτης πρότεινε να εξετάσουν ποιο ήταν το θέμα που καλούνταν να συζητήσουν και να καθορίσουν ποιοι ήταν οι αρμόδιοι να αποφανθούν σχετικά με αυτό. Η πρότασή του βρήκε σύμφωνο τον Λυσίμαχο.
ΝΙ. Ὦ Λυσίμαχε, δοκεῖς μοι ὡς ἀληθῶς Σωκράτη πατρό-
θεν γιγνώσκειν μόνον, αὐτῷ δ’ οὐ συγγεγονέναι ἀλλ’ ἢ
[187e] παιδὶ ὄντι, εἴ που ἐν τοῖς δημόταις μετὰ τοῦ πατρὸς ἀκολου-
θῶν ἐπλησίασέν σοι ἢ ἐν ἱερῷ ἢ ἐν ἄλλῳ τῳ συλλόγῳ τῶν
δημοτῶν· ἐπειδὴ δὲ πρεσβύτερος γέγονεν, οὐκ ἐντετυχηκὼς
τῷ ἀνδρὶ δῆλος ἔτι εἶ.
ΛΥ. Τί μάλιστα, ὦ Νικία;
ΝΙ. Οὔ μοι δοκεῖς εἰδέναι ὅτι ὃς ἂν ἐγγύτατα Σωκράτους
ᾖ [λόγῳ ὥσπερ γένει] καὶ πλησιάζῃ διαλεγόμενος, ἀνάγκη
αὐτῷ, ἐὰν ἄρα καὶ περὶ ἄλλου του πρότερον ἄρξηται διαλέ-
γεσθαι, μὴ παύεσθαι ὑπὸ τούτου περιαγόμενον τῷ λόγῳ,
πρὶν <ἂν> ἐμπέσῃ εἰς τὸ διδόναι περὶ αὑτοῦ λόγον, ὅντινα
[188a] τρόπον νῦν τε ζῇ καὶ ὅντινα τὸν παρεληλυθότα βίον βεβί-
ωκεν· ἐπειδὰν δ’ ἐμπέσῃ, ὅτι οὐ πρότερον αὐτὸν ἀφήσει
Σωκράτης, πρὶν ἂν βασανίσῃ ταῦτα εὖ τε καὶ καλῶς ἅπαντα.
ἐγὼ δὲ συνήθης τέ εἰμι τῷδε καὶ οἶδ’ ὅτι ἀνάγκη ὑπὸ τούτου
πάσχειν ταῦτα, καὶ ἔτι γε αὐτὸς ὅτι πείσομαι ταῦτα εὖ οἶδα·
χαίρω γάρ, ὦ Λυσίμαχε, τῷ ἀνδρὶ πλησιάζων, καὶ οὐδὲν
οἶμαι κακὸν εἶναι τὸ ὑπομιμνῄσκεσθαι ὅτι μὴ καλῶς ἢ πεποιή-
[188b] καμεν ἢ ποιοῦμεν, ἀλλ’ εἰς τὸν ἔπειτα βίον προμηθέστερον
ἀνάγκη εἶναι τὸν ταῦτα μὴ φεύγοντα ἀλλ’ ἐθέλοντα κατὰ
τὸ τοῦ Σόλωνος καὶ ἀξιοῦντα μανθάνειν ἕωσπερ ἂν ζῇ, καὶ
μὴ οἰόμενον αὐτῷ τὸ γῆρας νοῦν ἔχον προσιέναι. ἐμοὶ μὲν
οὖν οὐδὲν ἄηθες οὐδ’ αὖ ἀηδὲς ὑπὸ Σωκράτους βασανίζεσθαι,
ἀλλὰ καὶ πάλαι σχεδόν τι ἠπιστάμην ὅτι οὐ περὶ τῶν μει-
ρακίων ἡμῖν ὁ λόγος ἔσοιτο Σωκράτους παρόντος, ἀλλὰ περὶ
[188c] ἡμῶν αὐτῶν. ὅπερ οὖν λέγω, τὸ μὲν ἐμὸν οὐδὲν κωλύει
Σωκράτει συνδιατρίβειν ὅπως οὗτος βούλεται· Λάχητα δὲ
τόνδε ὅρα ὅπως ἔχει περὶ τοῦ τοιούτου.
ΛΑ. Ἁπλοῦν τό γ’ ἐμόν, ὦ Νικία, περὶ λόγων ἐστίν, εἰ
δὲ βούλει, οὐχ ἁπλοῦν ἀλλὰ διπλοῦν· καὶ γὰρ ἂν δόξαιμί
τῳ φιλόλογος εἶναι καὶ αὖ μισόλογος. ὅταν μὲν γὰρ
ἀκούω ἀνδρὸς περὶ ἀρετῆς διαλεγομένου ἢ περί τινος σοφίας
ὡς ἀληθῶς ὄντος ἀνδρὸς καὶ ἀξίου τῶν λόγων ὧν λέγει,
[188d] χαίρω ὑπερφυῶς, θεώμενος ἅμα τόν τε λέγοντα καὶ τὰ
λεγόμενα ὅτι πρέποντα ἀλλήλοις καὶ ἁρμόττοντά ἐστι. καὶ
κομιδῇ μοι δοκεῖ μουσικὸς ὁ τοιοῦτος εἶναι, ἁρμονίαν καλ-
λίστην ἡρμοσμένος οὐ λύραν οὐδὲ παιδιᾶς ὄργανα, ἀλλὰ τῷ
ὄντι [ζῆν ἡρμοσμένος οὗ] αὐτὸς αὑτοῦ τὸν βίον σύμφωνον
τοῖς λόγοις πρὸς τὰ ἔργα, ἀτεχνῶς δωριστὶ ἀλλ’ οὐκ ἰαστί,
οἴομαι δὲ οὐδὲ φρυγιστὶ οὐδὲ λυδιστί, ἀλλ’ ἥπερ μόνη Ἑλ-
ληνική ἐστιν ἁρμονία. ὁ μὲν οὖν τοιοῦτος χαίρειν με ποιεῖ
[188e] φθεγγόμενος καὶ δοκεῖν ὁτῳοῦν φιλόλογον εἶναι ―οὕτω σφό-
δρα ἀποδέχομαι παρ’ αὐτοῦ τὰ λεγόμενα― ὁ δὲ τἀναντία
τούτου πράττων λυπεῖ με, ὅσῳ ἂν δοκῇ ἄμεινον λέγειν,
τοσούτῳ μᾶλλον, καὶ ποιεῖ αὖ δοκεῖν εἶναι μισόλογον.
Σωκράτους δ’ ἐγὼ τῶν μὲν λόγων οὐκ ἔμπειρός εἰμι, ἀλλὰ
πρότερον, ὡς ἔοικε, τῶν ἔργων ἐπειράθην, καὶ ἐκεῖ αὐτὸν
[189a] ηὗρον ἄξιον ὄντα λόγων καλῶν καὶ πάσης παρρησίας. εἰ
οὖν καὶ τοῦτο ἔχει, συμβούλομαι τἀνδρί, καὶ ἥδιστ’ ἂν
ἐξεταζοίμην ὑπὸ τοῦ τοιούτου, καὶ οὐκ ἂν ἀχθοίμην μανθά-
νων, ἀλλὰ καὶ ἐγὼ τῷ Σόλωνι, ἓν μόνον προσλαβών, συγ-
χωρῶ· γηράσκων γὰρ πολλὰ διδάσκεσθαι ἐθέλω ὑπὸ χρηστῶν
μόνον. τοῦτο γάρ μοι συγχωρείτω, ἀγαθὸν καὶ αὐτὸν εἶναι
τὸν διδάσκαλον, ἵνα μὴ δυσμαθὴς φαίνωμαι ἀηδῶς μανθάνων·
εἰ δὲ νεώτερος ὁ διδάσκων ἔσται ἢ μήπω ἐν δόξῃ ὢν ἤ τι
[189b] ἄλλο τῶν τοιούτων ἔχων, οὐδέν μοι μέλει. σοὶ οὖν, ὦ
Σώκρατες, ἐγὼ ἐπαγγέλλομαι καὶ διδάσκειν καὶ ἐλέγχειν
ἐμὲ ὅτι ἂν βούλῃ, καὶ μανθάνειν γε ὅτι αὖ ἐγὼ οἶδα· οὕτω
σὺ παρ’ ἐμοὶ διάκεισαι ἀπ’ ἐκείνης τῆς ἡμέρας ᾗ μετ’ ἐμοῦ
συνδιεκινδύνευσας καὶ ἔδωκας σαυτοῦ πεῖραν ἀρετῆς ἣν χρὴ
διδόναι τὸν μέλλοντα δικαίως δώσειν. λέγ’ οὖν ὅτι σοι
φίλον, μηδὲν τὴν ἡμετέραν ἡλικίαν ὑπόλογον ποιούμενος.
[189c] ΣΩ. Οὐ τὰ ὑμέτερα, ὡς ἔοικεν, αἰτιασόμεθα μὴ οὐχ
ἕτοιμα εἶναι καὶ συμβουλεύειν καὶ συσκοπεῖν.
ΛΥ. Ἀλλ’ ἡμέτερον δὴ ἔργον, ὦ Σώκρατες ―ἕνα γάρ σε
ἔγωγε ἡμῶν τίθημι― σκόπει οὖν ἀντ’ ἐμοῦ ὑπὲρ τῶν νεανί-
σκων ὅτι δεόμεθα παρὰ τῶνδε πυνθάνεσθαι, καὶ συμβούλευε
διαλεγόμενος τούτοις. ἐγὼ μὲν γὰρ καὶ ἐπιλανθάνομαι ἤδη
τὰ πολλὰ διὰ τὴν ἡλικίαν ὧν ἂν διανοηθῶ ἐρέσθαι καὶ αὖ ἃ
ἂν ἀκούσω· ἐὰν δὲ μεταξὺ ἄλλοι λόγοι γένωνται, οὐ πάνυ
[189d] μέμνημαι. ὑμεῖς οὖν λέγετε καὶ διέξιτε πρὸς ὑμᾶς αὐτοὺς
περὶ ὧν προὐθέμεθα· ἐγὼ δ’ ἀκούσομαι καὶ ἀκούσας αὖ μετὰ
Μελησίου τοῦδε ποιήσω τοῦτο ὅτι ἂν καὶ ὑμῖν δοκῇ.
***
ΝΙ. Φαίνεσαι στ' αλήθεια, Λυσίμαχε, ότι τον Σωκράτη τον γνωρίζεις μόνον από τον πατέρα του· τον ίδιο δεν τον συναναστράφηκες, παρά μόνο όταν ήταν παιδί, αν κάποτε σε συνέλευση των δημοτών, ακολουθώντας τον πατέρα του, σε πλησίασε, ή σε κανένα ναό, ή σε κάποια άλλη συγκέντρωση του δήμου σας· μα όταν πια μεγάλωσε, φαίνεσαι πως δεν τον συνάντησες.
ΛΥ. Γιατί τα λες αυτά, Νικία;
ΝΙ. Δεν μου φαίνεσαι να ξέρης ότι όποιος πηγαίνει τόσο κοντά στον Σωκράτη με το λόγο, όσο κοντά μας είναι ο συγγενής μας, τον πλησιάζει και συζητά μαζί του, αναγκάζεται, κι ας άρχισε πριν τη συζήτηση για κάποιο άλλο θέμα, να αφήνη να περιάγεται απ' αυτόν με το λόγο, ώσπου να φτάση στο σημείο να απολογηθή για τον εαυτό του, τι λογής ζωή κάνει τώρα, και τι ζωή έζησε ως τώρα. Κι όταν φτάση αυτού, δεν ξέρεις ότι δεν θα τον αφήση ο Σωκράτης, αν δεν ελέγξη όλα πέρα για πέρα. Μου είναι καλά γνωστός εμένα τούτος ο άνθρωπος και γνωρίζω ότι δεν μπορεί να ξεφύγη κανείς αυτά τα πράγματα απ' αυτόν και ξέρω καλά πως ο ίδιος θα τα πάθω. Ευχαριστιέμαι όμως, Λυσίμαχε, τη συντροφιά του και νομίζω πως δεν είναι καθόλου κακό να μας ξαναθυμίζουν ό,τι δεν εκάναμε ή δεν κάνομε καλά. Αντίθετα, νομίζω, γίνεται, πιο συνετός στο μέλλον όποιος δεν αποφεύγει τούτο τον έλεγχο, αλλά θέλει, σύμφωνα με το απόφθεγμα του Σόλωνος, και κρίνει άξιο να μαθαίνη όσο ζει και δε νομίζει ότι τα γηρατειά έρχονται βάζοντας μόνα τους γνώση.
Σε μένα λοιπόν ούτε ασυνήθιστο ούτε δυσάρεστο είναι να με ελέγχη ο Σωκράτης· από ώρα μάλιστα ήξερα καλά ότι, μια που είναι εδώ ο Σωκράτης, η συζήτησή μας δεν θα ήταν για τους νεαρούς, αλλά για μας τους ίδιους. Το ξαναλέγω λοιπόν∙ όσο για μένα τίποτε δεν εμποδίζει να συνδιαλέγομαι με τον Σωκράτη όπως αυτός θέλει· μόνο κοίταξε τι λέγει γι' αυτό το πράγμα ο Λάχης.
ΛΑ. Η δική μου περίπτωση ως προς τους λόγους, Νικία, είναι απλή· κι αν το προτιμάς όχι απλή, αλλά διπλή. Θα μπορούσα, αλήθεια, να δώσω την εντύπωση πως είμαι φίλος των λόγων και πάλι πως μισώ τους λόγους. Γιατί να, όταν ακούω έναν άνθρωπο να διαλέγεται για την αρετή, ή για κάποια άλλη σοφία, που να είναι αληθινός άνθρωπος και αντάξιος των λόγων που λέγει, αισθάνομαι εξαιρετική χαρά. Γιατί την ίδια ώρα βλέπω και κείνον που μιλά και κείνα που λέγει, να είναι ταιριαστά το ένα με το άλλο και αρμονισμένα. Και μου φαίνεται ο τέτοιος άνθρωπος μουσικός στην εντέλεια· έχει επιτύχει την πιο όμορφη αρμονία, όχι στη λύρα ή σε όργανα παιδιάς, αλλά ζει στ' αλήθεια στη ζωή του την αρμονία ανάμεσα στα λόγια του και στα έργα του, εντελώς με τον δωρικό τρόπο, όχι τον ιωνικό, νομίζω, ουδέ τον φρυγικό, ή τον λυδικό, αλλά εκείνον που είναι η μόνη ελληνική αρμονία. Ο τέτοιος λοιπόν άνθρωπος με κάνει να χαίρω, όταν μιλά, και να δίνω στον καθένα την εντύπωση ότι είμαι φίλος των λόγων∙ τόσο πρόθυμα δέχομαι όσα λέγει· όποιος όμως κάνει τα αντίθετα απ' αυτόν με ενοχλεί, κι όσο φαίνεται πως μιλά καλύτερα, τόσο περισσότερο, και με κάνει να φαίνωμαι μισόλογος.
Όσο για τον Σωκράτη, δεν έχω δοκιμάσει τους λόγους του, αλλά, όπως φαίνεται, δοκίμασα πρώτα τα έργα του και εκεί τον βρήκα να είναι άξιος καλών λόγων με όλο το θάρρος και την ειλικρίνεια. Αν λοιπόν έχη και τούτο το δώρο, η θέλησή μου είναι μαζί του, και με εξαιρετική ευχαρίστηση θα δεχόμουν τον έλεγχο τέτοιου ανθρώπου, και δε θα με στενοχωρούσε να μαθαίνω, αλλά δέχομαι και εγώ το απόφθεγμα του Σόλωνος, με μια μόνο προσθήκη: να, θέλω γερνώντας να διδάσκωμαι πολλά, αλλά μόνο από χρηστούς. Ας γίνη δεκτή τούτη μου η προσθήκη, να είναι και ο δάσκαλος αγαθός, για να μη φαίνωμαι εγώ χοντροκέφαλος, αν ακούω χωρίς ευχαρίστηση. Κι αν θα είναι νεώτερος ο δάσκαλος, ή λίγο ακόμη γνωστός, ή έχη τίποτε άλλο τέτοιο μειονέκτημα, το ίδιο μου κάνει. Σε καλώ λοιπόν, Σωκράτη, και να με διδάσκης και να με ελέγχης σ' ό,τι θέλεις και να μαθαίνης πάλι ό,τι εγώ ξέρω. Τέτοια αισθήματα έχω εγώ για σένα από εκείνη την ημέρα που μοιράστηκες μαζί μου τον κίνδυνο και έδωσες την απόδειξη της ανδρείας που πρέπει να δίνη όποιος σωστά πρόκειται να τη δώση. Λέγε λοιπόν ό,τι αγαπάς, χωρίς καθόλου να λάβης υπόψη σου την ηλικία μου.
ΣΩ. Όπως φαίνεται, δεν πρόκειται να κατηγορήσωμε εσάς, ότι δεν είστε πρόθυμοι και να δίνετε τη γνώμη σας και να ερευνάτε μαζί μας το θέμα.
ΛΥ. Δική μας δουλειά λοιπόν είναι τώρα, Σωκράτη, γιατί εσένα σε λογαριάζω έναν από μας. Πάρε λοιπόν τη θέση μου και σκέψου για το καλό των νεανίσκων τι είναι ανάγκη να ερωτήσωμε τον Νικία και τον Λάχη και λέγε και συ τη γνώμη σου συζητώντας μαζί τους. Γιατί εγώ ένεκα της ηλικίας ξεχνώ πια τα περισσότερα από όσα θα είχα στο νου μου να ερωτήσω, και όσα πάλι θα άκουα, αν μεσολαβήσουν άλλοι λόγοι, δεν τα συγκρατώ καθόλου. Μιλήστε λοιπόν σεις και διεξέλθετε μεταξύ σας το ζήτημα που εθέσαμε· εγώ θα παρακολουθώ και θα κάμω ύστερα με τον Μελησία ό,τι και σε σας φαίνεται καλό.
ΝΙ. Φαίνεσαι στ' αλήθεια, Λυσίμαχε, ότι τον Σωκράτη τον γνωρίζεις μόνον από τον πατέρα του· τον ίδιο δεν τον συναναστράφηκες, παρά μόνο όταν ήταν παιδί, αν κάποτε σε συνέλευση των δημοτών, ακολουθώντας τον πατέρα του, σε πλησίασε, ή σε κανένα ναό, ή σε κάποια άλλη συγκέντρωση του δήμου σας· μα όταν πια μεγάλωσε, φαίνεσαι πως δεν τον συνάντησες.
ΛΥ. Γιατί τα λες αυτά, Νικία;
ΝΙ. Δεν μου φαίνεσαι να ξέρης ότι όποιος πηγαίνει τόσο κοντά στον Σωκράτη με το λόγο, όσο κοντά μας είναι ο συγγενής μας, τον πλησιάζει και συζητά μαζί του, αναγκάζεται, κι ας άρχισε πριν τη συζήτηση για κάποιο άλλο θέμα, να αφήνη να περιάγεται απ' αυτόν με το λόγο, ώσπου να φτάση στο σημείο να απολογηθή για τον εαυτό του, τι λογής ζωή κάνει τώρα, και τι ζωή έζησε ως τώρα. Κι όταν φτάση αυτού, δεν ξέρεις ότι δεν θα τον αφήση ο Σωκράτης, αν δεν ελέγξη όλα πέρα για πέρα. Μου είναι καλά γνωστός εμένα τούτος ο άνθρωπος και γνωρίζω ότι δεν μπορεί να ξεφύγη κανείς αυτά τα πράγματα απ' αυτόν και ξέρω καλά πως ο ίδιος θα τα πάθω. Ευχαριστιέμαι όμως, Λυσίμαχε, τη συντροφιά του και νομίζω πως δεν είναι καθόλου κακό να μας ξαναθυμίζουν ό,τι δεν εκάναμε ή δεν κάνομε καλά. Αντίθετα, νομίζω, γίνεται, πιο συνετός στο μέλλον όποιος δεν αποφεύγει τούτο τον έλεγχο, αλλά θέλει, σύμφωνα με το απόφθεγμα του Σόλωνος, και κρίνει άξιο να μαθαίνη όσο ζει και δε νομίζει ότι τα γηρατειά έρχονται βάζοντας μόνα τους γνώση.
Σε μένα λοιπόν ούτε ασυνήθιστο ούτε δυσάρεστο είναι να με ελέγχη ο Σωκράτης· από ώρα μάλιστα ήξερα καλά ότι, μια που είναι εδώ ο Σωκράτης, η συζήτησή μας δεν θα ήταν για τους νεαρούς, αλλά για μας τους ίδιους. Το ξαναλέγω λοιπόν∙ όσο για μένα τίποτε δεν εμποδίζει να συνδιαλέγομαι με τον Σωκράτη όπως αυτός θέλει· μόνο κοίταξε τι λέγει γι' αυτό το πράγμα ο Λάχης.
ΛΑ. Η δική μου περίπτωση ως προς τους λόγους, Νικία, είναι απλή· κι αν το προτιμάς όχι απλή, αλλά διπλή. Θα μπορούσα, αλήθεια, να δώσω την εντύπωση πως είμαι φίλος των λόγων και πάλι πως μισώ τους λόγους. Γιατί να, όταν ακούω έναν άνθρωπο να διαλέγεται για την αρετή, ή για κάποια άλλη σοφία, που να είναι αληθινός άνθρωπος και αντάξιος των λόγων που λέγει, αισθάνομαι εξαιρετική χαρά. Γιατί την ίδια ώρα βλέπω και κείνον που μιλά και κείνα που λέγει, να είναι ταιριαστά το ένα με το άλλο και αρμονισμένα. Και μου φαίνεται ο τέτοιος άνθρωπος μουσικός στην εντέλεια· έχει επιτύχει την πιο όμορφη αρμονία, όχι στη λύρα ή σε όργανα παιδιάς, αλλά ζει στ' αλήθεια στη ζωή του την αρμονία ανάμεσα στα λόγια του και στα έργα του, εντελώς με τον δωρικό τρόπο, όχι τον ιωνικό, νομίζω, ουδέ τον φρυγικό, ή τον λυδικό, αλλά εκείνον που είναι η μόνη ελληνική αρμονία. Ο τέτοιος λοιπόν άνθρωπος με κάνει να χαίρω, όταν μιλά, και να δίνω στον καθένα την εντύπωση ότι είμαι φίλος των λόγων∙ τόσο πρόθυμα δέχομαι όσα λέγει· όποιος όμως κάνει τα αντίθετα απ' αυτόν με ενοχλεί, κι όσο φαίνεται πως μιλά καλύτερα, τόσο περισσότερο, και με κάνει να φαίνωμαι μισόλογος.
Όσο για τον Σωκράτη, δεν έχω δοκιμάσει τους λόγους του, αλλά, όπως φαίνεται, δοκίμασα πρώτα τα έργα του και εκεί τον βρήκα να είναι άξιος καλών λόγων με όλο το θάρρος και την ειλικρίνεια. Αν λοιπόν έχη και τούτο το δώρο, η θέλησή μου είναι μαζί του, και με εξαιρετική ευχαρίστηση θα δεχόμουν τον έλεγχο τέτοιου ανθρώπου, και δε θα με στενοχωρούσε να μαθαίνω, αλλά δέχομαι και εγώ το απόφθεγμα του Σόλωνος, με μια μόνο προσθήκη: να, θέλω γερνώντας να διδάσκωμαι πολλά, αλλά μόνο από χρηστούς. Ας γίνη δεκτή τούτη μου η προσθήκη, να είναι και ο δάσκαλος αγαθός, για να μη φαίνωμαι εγώ χοντροκέφαλος, αν ακούω χωρίς ευχαρίστηση. Κι αν θα είναι νεώτερος ο δάσκαλος, ή λίγο ακόμη γνωστός, ή έχη τίποτε άλλο τέτοιο μειονέκτημα, το ίδιο μου κάνει. Σε καλώ λοιπόν, Σωκράτη, και να με διδάσκης και να με ελέγχης σ' ό,τι θέλεις και να μαθαίνης πάλι ό,τι εγώ ξέρω. Τέτοια αισθήματα έχω εγώ για σένα από εκείνη την ημέρα που μοιράστηκες μαζί μου τον κίνδυνο και έδωσες την απόδειξη της ανδρείας που πρέπει να δίνη όποιος σωστά πρόκειται να τη δώση. Λέγε λοιπόν ό,τι αγαπάς, χωρίς καθόλου να λάβης υπόψη σου την ηλικία μου.
ΣΩ. Όπως φαίνεται, δεν πρόκειται να κατηγορήσωμε εσάς, ότι δεν είστε πρόθυμοι και να δίνετε τη γνώμη σας και να ερευνάτε μαζί μας το θέμα.
ΛΥ. Δική μας δουλειά λοιπόν είναι τώρα, Σωκράτη, γιατί εσένα σε λογαριάζω έναν από μας. Πάρε λοιπόν τη θέση μου και σκέψου για το καλό των νεανίσκων τι είναι ανάγκη να ερωτήσωμε τον Νικία και τον Λάχη και λέγε και συ τη γνώμη σου συζητώντας μαζί τους. Γιατί εγώ ένεκα της ηλικίας ξεχνώ πια τα περισσότερα από όσα θα είχα στο νου μου να ερωτήσω, και όσα πάλι θα άκουα, αν μεσολαβήσουν άλλοι λόγοι, δεν τα συγκρατώ καθόλου. Μιλήστε λοιπόν σεις και διεξέλθετε μεταξύ σας το ζήτημα που εθέσαμε· εγώ θα παρακολουθώ και θα κάμω ύστερα με τον Μελησία ό,τι και σε σας φαίνεται καλό.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου