Κυριακή 19 Μαρτίου 2023

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΛΥΣΙΑΣ, ΚΑΤΑ ΦΙΛΩΝΟΣ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑΣ

ΛΥΣ 31.24–34

(ΛΥΣ 31) Πίστις–ἀπόδειξις (§24–33): Για ποιους λόγους πρέπει να αποδοκιμαστεί ο Φίλωνας – Ἐπίλογος (§34): Έπαινος του ήθους των βουλευτών

Μετά τη διήγησιν, όπου ο ομιλητής εξέθεσε όλα τα γεγονότα της ζωής του Φίλωνα που συνέτειναν στην αποδοκιμασία του ως βουλευτή κατά τη συγκεκριμένη δοκιμασία, ακολουθεί η πίστις–ἀπόδειξις του λόγου.


[24] Τί <ἂν> οὖν βουληθέντες ὑμεῖς τοῦτον δοκιμάσαιτε;
πότερον ὡς οὐχ ἡμαρτηκότα; ἀλλὰ τὰ μέγιστα περὶ τὴν
πατρίδα ἠδίκηκεν· ἀλλ’ ὡς ἔσται βελτίων; τοιγάρτοι πρό-
τερον βελτίων γενόμενος περὶ τὴν πόλιν ὕστερον βουλεύειν
ἀξιούτω, φανερόν τι ἀγαθὸν ὥσπερ τότε κακὸν ποιήσας.
σωφρονέστερον γάρ ἐστιν ὕστερον πᾶσι τῶν ἔργων τὰς
χάριτας ἀποδιδόναι· δεινὸν γὰρ ἔμοιγε δοκεῖ εἶναι, εἰ ἐξ
ὧν μὲν ἤδη ἡμάρτηκε μηδέποτε τιμωρηθήσεται, ἐξ ὧν δὲ
μέλλει εὖ ποιήσειν ἤδη τετιμήσεται. [25] ἀλλ’ ἄρα ἵνα βελτίους
ὦσιν οἱ πολῖται ὁρῶντες ἅπαντας ὁμοίως τιμωμένους, διὰ
τοῦτο δοκιμαστέος ἐστίν; ἀλλὰ κίνδυνος καὶ τοὺς χρηστούς,
ἐὰν αἰσθάνωνται ὁμοίως τοὺς πονηροὺς τιμωμένους, παύ-
σεσθαι τῶν χρηστῶν ἐπιτηδευμάτων, τῶν αὐτῶν ἡγουμέ-
νους εἶναι τούς τε κακοὺς τιμᾶν καὶ τῶν ἀγαθῶν ἀμνημο-
νεῖν· [26] ἄξιον δὲ καὶ τόδε ἐνθυμηθῆναι, ὅτι εἰ μέν τις φρού-
ριόν τι προὔδωκεν ἢ ναῦς ἢ στρατόπεδόν τι, ἐν ᾧ μέρος
τι ἐτύγχανε τῶν πολιτῶν ὄν, ταῖς ἐσχάταις ἂν ζημίαις
ἐζημιοῦτο, οὗτος δὲ προδοὺς ὅλην τὴν πόλιν οὐχ ὅπως
<μὴ> τιμωρηθήσεται <ἀλλὰ καὶ ὅπως τιμήσεται> παρα-
σκευάζεται. καίτοι δικαίως γ’ ἄν, ὅστις φανερῶς ὥσπερ
οὗτος προὔδωκε τὴν ἐλευθερίαν, οὐ περὶ τοῦ βουλεύειν
ἀλλὰ περὶ τοῦ δουλεύειν καὶ τῆς μεγίστης ἀτιμίας ἀγωνί-
ζοιτο.

[27] Ἀκούω δ’ αὐτὸν λέγειν ὡς, εἴ τι ἦν ἀδίκημα τὸ μὴ
παραγενέσθαι ἐν ἐκείνῳ τῷ καιρῷ, νόμος ἂν ἔκειτο περὶ
αὐτοῦ διαρρήδην, ὥσπερ καὶ περὶ τῶν ἄλλων ἀδικημάτων.
οὐ γὰρ οἴεται ὑμᾶς γνώσεσθαι ὅτι διὰ τὸ μέγεθος τοῦ
ἀδικήματος οὐδεὶς περὶ αὐτοῦ ἐγράφη νόμος. τίς γὰρ ἄν
ποτε ῥήτωρ ἐνεθυμήθη ἢ νομοθέτης ἤλπισεν ἁμαρτήσεσθαί
τινα τῶν πολιτῶν τοσαύτην ἁμαρτίαν; [28] οὐ γὰρ ἂν δήπου,
εἰ μέν τις λίποι τὴν τάξιν μὴ αὐτῆς τῆς πόλεως ἐν κινδύνῳ
οὔσης ἀλλ’ ἑτέρους εἰς τοῦτο καθιστάσης, ἐτέθη νόμος ὡς
μεγάλα ἀδικοῦντος, εἰ δέ τις αὐτῆς τῆς πόλεως ἐν κινδύνῳ
οὔσης λίποι τὴν πόλιν αὐτήν, οὐκ ἂν ἄρα ἐτέθη. σφόδρα
γ’ ἄν, εἴ τις ᾠήθη τινὰ τῶν πολιτῶν ἁμαρτήσεσθαί τι
τοιοῦτόν ποτε. [29] τίς δ’ οὐκ ἂν εἰκότως ἐπιτιμήσειεν ὑμῖν,
εἰ τοὺς μετοίκους μέν, ὅτι οὐ κατὰ τὸ προσῆκον ἑαυτοῖς
ἐβοήθησαν τῷ δήμῳ, ἐτιμήσατε ἀξίως τῆς πόλεως, τοῦτον
δέ, ὅτι παρὰ τὸ προσῆκον ἑαυτῷ προὔδωκε τὴν πόλιν, μὴ
κολάσετε, εἰ μή γε ἄλλῳ τινὶ μείζονι, τῇ γε παρούσῃ ἀτι-
μίᾳ; [30] ἀναμνήσθητε δὲ δι’ ὅ τι ποτὲ τοὺς ἀγαθοὺς ἄνδρας
γενομένους περὶ τὴν πόλιν τιμᾶτε καὶ τοὺς κακοὺς ἀτι-
μάζετε. ἐδείχθη γὰρ ἀμφότερα ταῦτα οὐ τῶν γεγενημένων
μᾶλλόν τι ἕνεκα ἢ τῶν γενησομένων, ἵν’ ἀγαθοὶ προθυμῶν-
ται γίγνεσθαι ἐκ παρασκευῆς, κακοὶ δὲ μηδὲ ἐξ ἑνὸς τρό-
που ἐπιχειρῶσιν. [31] ἔτι δὲ ἐνθυμήθητε· ποίων ἂν ὑμῖν δοκεῖ
οὗτος ὅρκων φροντίσαι, ὃς ἔργῳ τοὺς πατρίους θεοὺς προὔ-
δωκεν; ἢ πῶς ἂν χρηστόν τι βουλεῦσαι περὶ τῆς πολιτείας,
ὃς οὐδὲ ἐλευθερῶσαι τὴν πατρίδα ἐβουλήθη; ἢ ποῖα ἂν
ἀπόρρητα τηρῆσαι, ὃς οὐδὲ τὰ προειρημένα ποιῆσαι ἠξίωσε;
πῶς δ’ εἰκός ἐστι τοῦτον, ὃς οὐδὲ τελευταῖος ἐπὶ τοὺς κιν-
δύνους ἦλθε, πρότερον τῶν κατεργασαμένων καὶ οὕτω νῦν
τιμηθῆναι; σχέτλιον δ’ ἂν εἴη, εἰ οὗτος μὲν ἅπαντας τοὺς
πολίτας περὶ οὐδενὸς ἡγήσατο, ὑμεῖς δὲ τοῦτον ἕνα ὄντα
μὴ ἀποδοκιμάσαιτε. [32] ὁρῶ δέ τινας οἳ νῦν μὲν τούτῳ πα-
ρασκευάζονται βοηθεῖν καὶ δεῖσθαι ὑμῶν, ἐπειδὴ ἐμὲ οὐκ
ἐδύναντο πεῖσαι· τότε δέ, ὅτε οἱ κίνδυνοι μὲν ὑμῖν καὶ
οἱ μέγιστοι ἀγῶνες ἦσαν, τὰ δὲ ἆθλα αὐτὴ ἡ πολιτεία
ἔκειτο, καὶ ἔδει οὐ μόνον περὶ τοῦ βουλεύειν ἀλλὰ καὶ
περὶ τῆς ἐλευθερίας ἀγωνίζεσθαι, τότε οὐκ ἐδέοντο αὐτοῦ
βοηθῆσαι καὶ ὑμῖν καὶ κοινῇ τῇ πόλει, καὶ μὴ προδοῦναι
μήτε τὴν πατρίδα μήτε τὴν βουλήν, ἧς νῦν ἀξιοῖ τυχεῖν
οὐ μετὸν αὐτῷ, ἄλλων γε κατεργασαμένων. [33] μόνος δή, ὦ
βουλή, δικαίως οὐδ’ ἂν ἀγανακτοίη μὴ τυχών· οὐ γὰρ ὑμεῖς
νῦν αὐτὸν ἀτιμάζετε, ἀλλ’ αὐτὸς αὑτὸν τότε ἀπεστέρησεν,
ὅτε οὐκ ἠξίωσεν, ὥσπερ νῦν προθύμως κληρωσόμενος ἦλθε,
καὶ τότε διαμαχούμενος περὶ αὐτῆς καταστῆναι μεθ’ ὑμῶν.

[34] Ἱκανά μοι νομίζω εἰρῆσθαι, καίτοι πολλά γε παρα-
λιπών· ἀλλὰ πιστεύω ὑμᾶς καὶ ἄνευ τούτων αὐτοὺς τὰ
συμφέροντα τῇ πόλει γνώσεσθαι. οὐ γὰρ ἄλλοις τισὶν ὑμᾶς
δεῖ περὶ τῶν ἀξίων ὄντων βουλεύειν τεκμηρίοις χρῆσθαι
ἢ ὑμῖν αὐτοῖς, ὁποῖοί τινες ὄντες αὐτοὶ περὶ τὴν πόλιν
ἐδοκιμάσθητε. ἔστι γὰρ τὰ τούτου ἐπιτηδεύματα καινὰ πα-
ραδείγματα καὶ πάσης δημοκρατίας ἀλλότρια.

***
Τι σκεπτόμενοι λοιπόν σεις θα δυνηθήτε να εγκρίνητε την εκλογήν του; Θα κρίνετε ότι δεν έχει πράξει αδίκημα; Αλλά έχει πράξει μέγιστον αδίκημα εναντίον της πόλεως· αλλά θα εγκρίνητε την εκλογήν του σκεπτόμενοι ότι εις το μέλλον θα είναι καλύτερος; Αφού βέβαια δειχθή καλύτερος εις την πόλιν από ότι έως τώρα εδείχθη, έπειτα ας έχη την αξίωσιν να είναι βουλευτής, αφού δηλαδή διαπράξη εις την πόλιν φανερόν τι αγαθόν όπως τότε καταφανώς ηδίκησεν αυτήν. Διότι κατά την κρίσιν όλων των ανθρώπων φρονιμώτερον είναι να αποδίδη τις χάριτας εις οιονδήποτε ύστερον από τα έργα του. Διότι άλλως μου φαίνεται ότι μεν είναι φοβερόν, εάν διά τας μέχρι τούδε μεν αδικίας του ουδέποτε θα τιμωρηθή, διά τας μελλούσας δε προς την πόλιν ευεργεσίας του θα έχη εκ των προτέρων αμειφθή. Αλλ' άραγε διά τούτο πρέπει να εγκριθή η εκλογή του; Ίνα δηλαδή γίνουν καλύτεροι οι πολίται βλέποντες ότι όλοι τιμώνται ομοίως; Αλλά υπάρχει κίνδυνος και οι χρηστοί να παύσουν να πράττουν αγαθάς πράξεις, αν εννοήσουν ότι τιμώνται εξ ίσου με τους πονηρούς. Επειδή νομίζουν ότι οι τιμώντες τους κακούς δεν τιμούν τους αγαθούς. Αξίζει δε και το εξής να έχετε υπ' όψιν σας, ότι εάν τις επρόδωσε φρούριον, ή πολεμικόν πλοίον, ή στρατόπεδον τι εις το οποίον συνέβαινε να ευρίσκεται ένα μέρος μόνον εκ των πολιτών, ετιμωρείτο με την μεγαλυτέραν τιμωρίαν, ούτος δε αν και επρόδωσεν ολόκληρον την πόλιν, σκέπτεται όχι πώς να μη τιμωρηθή, αλλά παρασκευάζεται πώς θα τιμηθή. Και όμως δικαίως βέβαια θα έπρεπε να κρίνεται εκείνος ο οποίος φανερά επρόδωσε την ελευθερίαν, καθώς έκαμεν ούτος, όχι περί του εάν πρέπει να είναι βουλευτής, αλλά, περί του αν πρέπει να είναι δούλος και περί του αν πρέπει να στερηθή της περιουσίας του.

Πληροφορούμαι ότι αυτός ισχυρίζεται ότι, εάν ήτο αδίκημα τι το να μη παρουσιασθή εις την κρίσιμον εκείνην περίστασιν, θα υπήρχε περί του πράγματος αυτού ωρισμένος νόμος καθώς υπάρχουν νόμοι δι' έκαστον αδίκημα. Διότι νομίζει ότι σεις δεν θα καταλάβητε ότι, ένεκα του μεγέθους του αδικήματος ουδείς νόμος περί τούτου εθεσπίσθη. Διότι ποίος ποτέ ρήτωρ θα εσκέπτετο, ή ποίος νομοθέτης θα ήλπιζεν ότι κάποιος πολίτης θα διαπράξη τόσον μέγα έγκλημα; Δεν θα εθεσπίζετο λοιπόν νόμος αναγράφων την επιβαλλομένην τιμωρίαν εις τον εγκαταλείποντα την πόλιν κινδυνεύουσαν, αφού εθεσπίσθη νόμος αναγράφων ότι μεγάλως αδικεί ο εγκαταλείπων την τάξιν καθ' ον χρόνον δεν κινδυνεύει η πόλις, αλλά άλλους αναγκάζει να κινδυνεύουν; Θα εθεσπίζετο και θα παραεθεσπίζετο, εάν κανείς εφαντάζετο ότι ήτο δυνατόν κάποιος από τους πολίτας να διαπράξη ποτέ τοιούτον φοβερόν έγκλημα.

Ποίος δε δεν θα σας κατηγορήση δικαίως, εάν τους μετοίκους μεν ετιμήσατε επαξίως της πόλεως, διότι εβοήθησαν τον λαόν περισσότερον από ό,τι ήτο επιβεβλημένον εις αυτούς να την βοηθήσουν, τούτον δε δεν θα τιμωρήσετε, ο οποίος, παρά το επιβεβλημένον εις αυτόν καθήκον να βοηθήση την πόλιν, την επρόδωσεν, αν όχι διά μεγαλυτέρας τιμωρίας τουλάχιστον απορρίπτοντες την εκλογήν του. Ενθυμηθήτε δε ότι από παλαιοτάτης εποχής τιμάτε εκείνους οι οποίοι ωφέλησαν την πόλιν, και καταφρονείτε τους κακούς. Διότι έδειξαν οι πρόγονοί μας και τα δύο ταύτα, δηλαδή ότι πρέπει να τιμώμεν τους αγαθούς και να περιφρονώμεν τους κακούς όχι χάριν εκείνων οι οποίοι προϋπήρξαν μάλλον παρά χάριν της μελλούσης γενεάς, ίνα οι νέοι προθυμοποιώνται με πάντα τρόπον να γίνωνται αγαθοί, κατ' ουδένα δε τρόπον να επιχειρούν να γίνωνται κακοί. Ακόμη έχετε υπ' όψιν σας και το εξής: διά ποίους όρκους νομίζετε ότι θα φροντίση ούτος ο οποίος εμπράκτως επρόδωσε τους πατρώους θεούς; Ή πώς είναι δυνατόν ως βουλευτής να σκεφθή και να αποφασίση ωφέλιμον τι διά το κράτος, ο οποίος ουδέ να ελευθερώση την πατρίδα εσκέφθη; Ή ποίον μυστικόν είναι δυνατόν να φυλάξη, ο οποίος δεν εθεώρησε άξιον να εκτελέση τα εις όλους γνωστά καθήκοντα του πολίτου; Πώς δε αρμόζει ούτος, ο οποίος ουδέ τελευταίος εις τους κινδύνους ήλθε, πρωτύτερα από τους εργασθέντας και σώσαντας την ελευθερίαν να τιμηθή έστω και διά του εσχάτου αξιώματος; Άτοπον δε θα ήτο, εάν ούτος μεν πάντας τους πολίτας περιεφρόνησε, σεις δε τούτον ένα όντα δεν αποδοκιμάσετε μη εγκρίνοντες την εκλογήν του.

Βλέπω δε ότι μερικοί τώρα μεν παρασκευάζονται να βοηθούν τούτον και να σας παρακαλούν, επειδή εμέ δεν ηδύναντο να πείσουν να μη κάμω την κατηγορίαν, τότε όμως, ότε εκινδυνεύετε σεις τον μέγιστον κίνδυνον και ηγωνίζεσθε τους μεγίστους αγώνας, και βραβείον των αγώνων ήτο αυτή η δημοκρατία και έπρεπε να σπεύση προς βοήθειαν, όχι μόνον υπέρ του βουλευτικού αξιώματος αλλά και υπέρ της ελευθερίας, τότε δεν παρεκάλουν αυτόν να βοηθήση και σας και ολόκληρον την πόλιν και να μη προδώση ούτε την πατρίδα, ούτε την βουλήν, της οποίας τώρα έχει την αξίωσιν να γίνη μέλος, ενώ ουδέν δικαίωμα έχει, διότι άλλοι έσωσαν και την βουλήν και την ελευθερίαν. Ο μόνος βέβαια, κύριοι βουλευταί, που δεν δύναται να αγανακτή, εάν ακυρώσητε την εκλογήν του, είναι αυτός, διότι δεν στερείτε αυτόν σεις τώρα της τιμής να είναι βουλευτής, αλλά ο ίδιος τότε εστέρησε τον εαυτόν του, ότε δεν έκρινεν άξιον να παραταχθή ένοπλος μαζί σας, διά να πολεμήση χάριν αυτής (της βουλής) καθώς τώρα έσπευσε προθύμως ίνα διά του κλήρου μετάσχη αυτής.

Φρονώ ότι αρκετά έχω είπει, αν και πολλά βέβαια παρέλειψα. Έχω όμως πεποίθησιν ότι σεις και άνευ των παραλειφθέντων θα εννοήσετε και θα αποφασίσετε το συμφέρον εις την πόλιν. Διότι δεν πρέπει σεις να ζητήτε άλλας αποδείξεις περί εκείνων, οι οποίοι είναι άξιοι να είναι βουλευταί, παρά τον εαυτόν σας, έχοντες υπ' όψιν σας τίνα διαγωγήν απέναντι της πόλεως δείξαντες εκρίθητε άξιοι να είσθε βουλευταί. Διότι αι πράξεις αυτού δεν δύνανται να χρησιμεύσουν ως υπόδειγμα εις τους άλλους, και ουδόλως συμφωνούν προς την φύσιν της δημοκρατίας (της απαιτούσης να θυσιάζη ο πολίτης τα ίδια συμφέροντα χάριν των κοινών).

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου