Σάββατο 9 Απριλίου 2022

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΑΝΤΙΦΩΝ, ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΗΡΩΔΟΥ ΦΟΝΟΥ

ΑΝΤΙΦ 5.8–19

Ο κατηγορούμενος τονίζει την αθωότητά του και εγείρει δικονομικές ενστάσεις

Ο Ευξίθεος, ένας νεαρός από τη Μυτιλήνη, κατηγορείται για τον φόνο ενός αθηναίου πολίτη, του Ηρώδη, και δικάζεται σε αθηναϊκό δικαστήριο. Μετά το προοίμιον του λόγου του, όπου ζήτησε την επιείκεια του ακροατηρίου, επικαλούμενος την έλλειψη ικανότητας να απολογηθεί πειστικά για την τόσο σοβαρή κατηγορία, ο κατηγορούμενος περνά στην πρόθεσιν και το κύριο μέρος της απολογίας του.

[8] Πρῶτον μὲν οὖν, ὡς παρανομώτατα καὶ βιαιότατα
εἰς τόνδε τὸν ἀγῶνα καθέστηκα, τοῦτο ὑμᾶς διδάξω, οὐ
τῷ φεύγειν ἂν τὸ πλῆθος τὸ ὑμέτερον, ἐπεὶ κἂν ἀνωμότοις
ὑμῖν καὶ μὴ κατὰ νόμον μηδένα ἐπιτρέψαιμι περὶ τοῦ
σώματος τοῦ ἐμοῦ διαψηφίσασθαι, ἕνεκά γε τοῦ πιστεύειν
ἐμοί τε μηδὲν ἐξημαρτῆσθαι εἰς τόδε τὸ πρᾶγμα καὶ ὑμᾶς
γνώσεσθαι τὰ δίκαια, ἀλλ’ ἵνα ᾖ τεκμήρια ὑμῖν καὶ τῶν
ἄλλων πραγμάτων [καὶ] τῶν εἰς ἐμὲ ἡ τούτων βιαιότης καὶ
παρανομία.

[9] Πρῶτον μὲν γὰρ κακοῦργος ἐνδεδειγμένος φόνου
δίκην φεύγω, ὃ οὐδεὶς πώποτ’ ἔπαθε τῶν ἐν τῇ γῇ ταύτῃ.
καὶ ὡς μὲν οὐ κακοῦργός εἰμι οὐδ’ ἔνοχος τῷ τῶν κακούρ-
γων νόμῳ, αὐτοὶ οὗτοι τούτου γε μάρτυρες γεγένηνται.
περὶ γὰρ τῶν κλεπτῶν καὶ λωποδυτῶν ὁ νόμος κεῖται, ὧν
οὐδὲν ἐμοὶ προσὸν ἀπέδειξαν. οὕτως εἴς γε ταύτην τὴν
ἀπαγωγὴν νομιμωτάτην καὶ δικαιοτάτην πεποιήκασιν ὑμῖν
τὴν ἀποψήφισίν μου. [10] φασὶ δὲ αὖ τό γε ἀποκτείνειν μέγα
κακούργημα εἶναι, καὶ ἐγὼ ὁμολογῶ μέγιστόν γε, καὶ τὸ
ἱεροσυλεῖν καὶ τὸ προδιδόναι τὴν πόλιν· ἀλλὰ χωρὶς περὶ
αὐτῶν ἑκάστου οἱ νόμοι κεῖνται. ἐμοὶ δὲ πρῶτον μέν, οὗ
τοῖς ἄλλοις εἴργεσθαι προαγορεύουσι τοῖς τοῦ φόνου φεύ-
γουσι τὰς δίκας, ἐνταυθοῖ πεποιήκασι τὴν κρίσιν, ἐν τῇ
ἀγορᾷ· ἔπειτα τίμησίν μοι ἐποίησαν, ἀνταποθανεῖν τοῦ
νόμου κειμένου τὸν ἀποκτείναντα, οὐ τοῦ ἐμοὶ συμφέροντος
ἕνεκα, ἀλλὰ τοῦ σφίσιν αὐτοῖς λυσιτελοῦντος, καὶ ἐνταῦθα
ἔλασσον ἔνειμαν τῷ τεθνηκότι τῶν ἐν τῷ νόμῳ κειμένων·
οὗ δ’ ἕνεκα, γνώσεσθε προϊόντος τοῦ λόγου.

[11] Ἔπειτα δέ, ὃ πάντας οἶμαι ὑμᾶς ἐπίστασθαι, ἅπαντα
τὰ δικαστήρια ἐν ὑπαίθρῳ δικάζει τὰς δίκας τοῦ φόνου,
οὐδενὸς ἄλλου ἕνεκα ἢ ἵνα τοῦτο μὲν οἱ δικασταὶ μὴ ἴωσιν
εἰς τὸ αὐτὸ τοῖς μὴ καθαροῖς τὰς χεῖρας, τοῦτο δὲ ὁ διώκων
τὴν δίκην τοῦ φόνου ἵνα μὴ ὁμωρόφιος γίγνηται τῷ αὐθέντῃ.
σὺ δὲ τοῦτο μὲν παρελθὼν τοῦτον τὸν νόμον τοὐναντίον τοῖς
ἄλλοις πεποίηκας· τοῦτο δὲ δέον σε διομόσασθαι ὅρκον τὸν
μέγιστον καὶ ἰσχυρότατον, ἐξώλειαν σαυτῷ καὶ γένει καὶ
οἰκίᾳ τῇ σῇ ἐπαρώμενον, ἦ μὴν μὴ ἄλλα κατηγορήσειν ἐμοῦ
ἢ εἰς αὐτὸν τὸν φόνον, ὡς ἔκτεινα, ἐν ᾧ οὔτ’ ἂν κακὰ πολλὰ
εἰργασμένος ἡλισκόμην ἄλλῳ ἢ αὐτῷ τῷ πράγματι, οὔτ’ ἂν
πολλὰ ἀγαθὰ εἰργασμένος τούτοις ἂν ἐσῳζόμην τοῖς ἀγα-
θοῖς· [12] ἃ σὺ παρελθών, αὐτὸς σεαυτῷ νόμους ἐξευρών, ἀνώμο-
τος μὲν αὐτὸς ἐμοῦ κατηγορεῖς, ἀνώμοτοι δὲ οἱ μάρτυρες
καταμαρτυροῦσι, δέον αὐτοὺς τὸν αὐτὸν ὅρκον σοὶ διομοσα-
μένους καὶ ἁπτομένους τῶν σφαγίων καταμαρτυρεῖν ἐμοῦ.
ἔπειτα κελεύεις τοὺς δικαστὰς ἀνωμότοις πιστεύσαντας τοῖς
μαρτυροῦσι φόνου δίκην καταγνῶναι, οὓς σὺ αὐτὸς ἀπίστους
κατέστησας παρελθὼν τοὺς κειμένους νόμους, καὶ ἡγῇ χρῆ-
ναι αὐτοῖς τὴν σὴν παρανομίαν κρείσσω γενέσθαι αὐτῶν
τῶν νόμων.

[13] Λέγεις δὲ ὡς οὐκ ἂν παρέμεινα εἰ ἐλελύμην, ἀλλ’ ᾠχό-
μην ἂν ἀπιών, ὡσπερεὶ ἄκοντά με ἀναγκάσας εἰσελθεῖν εἰς
τὴν γῆν ταύτην. καίτοι ἐμοὶ εἰ μηδὲν διέφερε στέρεσθαι τῆσδε
τῆς πόλεως, ἴσον ἦν μοι καὶ προσκληθέντι μὴ ἐλθεῖν, ἀλλ’
ἐρήμην ὀφλεῖν τὴν δίκην, τοῦτο δ’ ἀπολογησαμένῳ τὴν προ-
τέραν ἐξεῖναι ἐξελθεῖν· ἅπασι γὰρ τοῦτο κοινόν ἐστι. σὺ δέ,
ὃ τοῖς ἄλλοις Ἕλλησι κοινόν ἐστιν, ἰδίᾳ ζητεῖς με μόνον ἀπο-
στερεῖν, αὐτὸς σαυτῷ νόμον θέμενος.

[14] Καίτοι τούς γε νόμους οἳ κεῖνται περὶ τῶν τοιούτων,
πάντας ἂν οἶμαι ὁμολογῆσαι κάλλιστα νόμων ἁπάντων
κεῖσθαι καὶ ὁσιώτατα. ὑπάρχει μέν γε αὐτοῖς ἀρχαιοτάτοις
εἶναι ἐν τῇ γῇ ταύτῃ, ἔπειτα τοὺς αὐτοὺς ἀεὶ περὶ τῶν αὐτῶν,
ὅπερ μέγιστόν ἐστι σημεῖον νόμων καλῶς κειμένων· ὁ γὰρ
χρόνος καὶ ἡ ἐμπειρία τὰ μὴ καλῶς ἔχοντα ἐκδιδάσκει τοὺς
ἀνθρώπους. ὥστε οὐ δεῖ ὑμᾶς ἐκ τῶν τοῦ κατηγόρου λόγων
τοὺς νόμους καταμανθάνειν, εἰ καλῶς ὑμῖν κεῖνται ἢ μή,
ἀλλ’ ἐκ τῶν νόμων τοὺς τοῦ κατηγόρου λόγους, εἰ ὀρθῶς
καὶ νομίμως ὑμᾶς διδάσκουσι τὸ πρᾶγμα ἢ οὔ.

[15] Οὕτως οἵ γε νόμοι κάλλιστα κεῖνται οἱ περὶ φόνου, οὓς
οὐδεὶς πώποτε ἐτόλμησε κινῆσαι· σὺ δὲ μόνος δὴ τετόλμη-
κας γενέσθαι νομοθέτης ἐπὶ τὰ πονηρότερα, καὶ ταῦτα
παρελθὼν ζητεῖς με ἀδίκως ἀπολέσαι. ἃ δὲ σὺ παρανομεῖς,
αὐτὰ ταῦτά μοι μέγιστα μαρτύριά ἐστιν· εὖ γὰρ ᾔδεις ὅτι
οὐδεὶς ἂν ἦν σοι ὃς ἐκεῖνον τὸν ὅρκον διομοσάμενος ἐμοῦ
κατεμαρτύρησεν.

[16] Ἔπειτα δὲ οὐχ ὡς πιστεύων τῷ πράγματι ἀναμφισβη-
τήτως ἕνα τὸν ἀγῶνα περὶ τοῦ πράγματος ἐποιήσω, ἀλλὰ
ἀμφισβήτησιν καὶ λόγον ὑπελίπου ὡς καὶ τοῖσδε τοῖς
δικασταῖς ἀπιστήσων. ὥστε μηδέν μοι ἐνθάδε [μηδὲ]
πλέον εἶναι μηδ’ ἀποφυγόντι, ἀλλ’ ἐξεῖναί σοι λέγειν ὅτι
κακοῦργος ἀπέφυγον, ἀλλ’ οὐ τοῦ φόνου τὴν δίκην· ἑλὼν δ’
αὖ ἀξιώσεις με ἀποκτεῖναι ὡς τοῦ φόνου τὴν δίκην ὠφλη-
κότα. καίτοι πῶς ἂν εἴη τούτων δεινότερα μηχανήματα, εἰ
ὑμῖν μὲν ἅπαξ τουτουσὶ πείσασι κατείργασται ἃ βούλεσθε,
ἐμοὶ δ’ ἅπαξ ἀποφυγόντι ὁ αὐτὸς κίνδυνος ὑπολείπεται;

[17] Ἔτι δὲ μάλ’ ἐδέθην, ὦ ἄνδρες, παρανομώτατα ἁπάν-
των ἀνθρώπων. ἐθέλοντος γάρ μου ἐγγυητὰς τρεῖς καθισ-
τάναι κατὰ τὸν νόμον, οὕτως οὗτοι διεπράξαντο τοῦτο
ὥστε μὴ ἐγγενέσθαι μοι ποιῆσαι. τῶν δὲ ἄλλων ξένων
ὅστις πώποτε ἠθέλησε καταστῆσαι ἐγγυητάς, οὐδεὶς πώ-
ποτ’ ἐδέθη. καίτοι οἱ ἐπιμεληταὶ τῶν κακούργων τῷ αὐτῷ
χρῶνται νόμῳ τούτῳ. ὥστε καὶ οὗτος κοινὸς τοῖς ἄλλοις
πᾶσιν ὢν ἐμοὶ μόνῳ ἐπέλιπε μὴ ἀπολῦσαι τοῦ δεσμοῦ.
[18] τούτοις γὰρ ἦν τοῦτο συμφέρον, πρῶτον μὲν ἀπαρασκευό-
τατον γενέσθαι με, μὴ δυνάμενον διαπράσσεσθαι αὐτὸν
τἀμαυτοῦ πράγματα, ἔπειτα κακοπαθεῖν τῷ σώματι, τούς
τε φίλους προθυμοτέρους ἔχειν τοὺς ἐμαυτοῦ τούτοις τὰ
ψευδῆ μαρτυρεῖν ἢ ἐμοὶ τἀληθῆ λέγειν, διὰ τὴν τοῦ σώμα-
τος κακοπάθειαν. ὄνειδός τε αὐτῷ τε ἐμοὶ περιέθεσαν καὶ
τοῖς ἐμοῖς προσήκουσιν εἰς τὸν βίον ἅπαντα.

[19] Οὑτωσὶ μὲν δὴ πολλοῖς ἐλασσωθεὶς τῶν νόμων τῶν
ὑμετέρων καὶ τοῦ δικαίου καθέστηκα εἰς τὸν ἀγῶνα· ὅμως
μέντοι γε καὶ ἐκ τούτων πειράσομαι ἐμαυτὸν ἀναίτιον
ἐπιδεῖξαι. καίτοι χαλεπόν γε τὰ ἐκ πολλοῦ κατεψευσμένα
καὶ ἐπιβεβουλευμένα, ταῦτα παραχρῆμα ἀπελέγχειν· ἃ
γάρ τις μὴ προσεδόκησεν, οὐδὲ φυλάξασθαι ἐγχωρεῖ.

***
Tο αίτημά μου, λοιπόν, κύριοι, είναι σύμφωνο τόσο με τον ανθρώπινο όσο και με τον θεϊκό νόμο και εμπίπτει εξίσου στη δική σας και στη δική μου δικαιοδοσία· για όσα τώρα με κατηγορούν, θα απολογηθώ ένα προς ένα.

Aρχικά, λοιπόν, θα σας αναπτύξω πώς με ενέπλεξαν σε αυτόν τον δικαστικό αγώνα με εντελώς παράνομο και βίαιο τρόπο, όχι επειδή θέλω να αποφύγω την παρουσία μου ενώπιόν σας, καθώς, ακόμη και αν δεν είχατε ορκιστεί και δεν λειτουργούσατε νόμιμα, θα επέτρεπα να ψηφίσετε σχετικά με τη ζωή μου, αφού πιστεύω ότι δεν έχω κάνει κανένα σφάλμα σε αυτή την υπόθεση και ότι εσείς θα αποφασίσετε σύμφωνα με το δίκαιο, αλλά για να έχετε αποδείξεις, σχετικά με τα υπόλοιπα που μου καταλογίζουν, την βιαιότητα και την παρανομία τους.

Γιατί, κατά πρώτον, ενώ μου έχουν απαγγελθεί κατηγορίες ως εγκληματία, δικάζομαι για φόνο, κάτι που δεν το έχει υποστεί κανείς μέχρι τώρα σε αυτήν τη χώρα. Kαι πως δεν είμαι εγκληματίας ούτε ένοχος σύμφωνα με τον νόμο περί εγκληματιών, οι ίδιοι έχουν υπάρξει μάρτυρες. Γιατί ο νόμος αφορά τους κλέφτες και τους απατεώνες, ιδιότητες που δεν μπόρεσαν να μου προσάψουν με αποδείξεις. Έτσι, όσον αφορά την προσαγωγή μου, σας διευκόλυναν με κάθε δίκαιο και νόμιμο μέσο ώστε να αρνηθείτε να με καταδικάσετε. Iσχυρίζονται, όμως, πάλι ότι ο φόνος είναι μέγα έγκλημα ―συμφωνώ και επαυξάνω― όπως και η ιεροσυλία και η προδοσία της πατρίδας· για το καθένα όμως από αυτά υπάρχει διαφορετική νομοθεσία. Στη δική μου όμως περίπτωση, κατά πρώτον η ακροαματική διαδικασία γίνεται εκεί ακριβώς όπου δεν προβλέπεται να δικάζονται για φόνο, δηλαδή στην αγορά· κατά δεύτερον, προβάλλουν αξιώσεις χρηματικής αποζημίωσης, ενώ ο νόμος προβλέπει ο δολοφόνος να πληρώνει με τη ζωή του, όχι για το δικό μου συμφέρον αλλά για δική τους ωφέλεια, και σε αυτή την περίπτωση ο νεκρός λαμβάνει λιγότερα από όσα δικαιούται σύμφωνα με τη νομοθεσία· για ποιον λόγο θα μάθετε στη συνέχεια.

Kατά δεύτερον, κάτι που νομίζω είναι γνωστό σε όλους σας καλά, όλα τα δικαστήρια για φόνο συνέρχονται στο ύπαιθρο, όχι για κανέναν άλλο λόγο παρά μόνο για να μην βρεθούν στον ίδιο χώρο οι δικαστές με όσους δεν έχουν τα χέρια τους καθαρά, και επιπλέον ο κατήγορος να μην βρεθεί κάτω από την ίδια στέγη με τον κατηγορούμενο. Kαι εσύ παραβλέποντας αυτό το ζήτημα έφτιαξες έναν νόμο αντίθετο με τους υπόλοιπους· και καθώς έπρεπε για αυτό να δώσεις τον επισημότερο και βαρύτερο όρκο, που περιέχει την κατάρα να χαθείς εσύ και η γενιά σου και το σπίτι σου, στην περίπτωση βέβαια που με κατηγορήσεις και για άλλα πράγματα εκτός από τον φόνο, ότι δηλαδή σκότωσα, ενώ, ούτε αν είχα διαπράξει πολλά αδικήματα θα καταδικαζόμουν για κάτι άλλο πέρα από αυτό, ούτε αν είχα κάνει πολλές αγαθοεργίες, θα αθωωνόμουν για χάρη τους· για αυτά εσύ, παραβλέποντάς τα, επινοώντας προσωπικούς νόμους, χωρίς να έχεις ορκιστεί ο ίδιος, με κατηγορείς, και χωρίς να έχουν ορκιστεί οι μάρτυρες καταθέτουν εναντίον μου, ενώ έπρεπε να έχουν δώσει τον ίδιο όρκο με εσένα και να έχουν ακουμπήσει τα θυσιασμένα ζώα. Kαι μετά ζητάς από τους δικαστές, αφού πιστέψουν σε μάρτυρες που δεν έχουν ορκιστεί, να απαγγείλουν κατηγορία για φόνο, οι οποίοι δεν μπορούν να γίνουν πιστευτοί εξαιτίας σου, αφού παρέκαμψες τους θεσμοθετημένους νόμους, και θεωρείς ότι πρέπει για τους δικαστές η παρανομία σου να υπερβεί αυτούς τους νόμους.

Λες ότι, αν ήμουν ελεύθερος, δεν θα παρέμενα εδώ, αλλά θα έσπευδα να φύγω, σαν να με ανάγκασες να εισέλθω σε αυτήν τη χώρα χωρίς τη θέλησή μου. Aν, όμως, δεν είχε κάποια διαφορά για μένα να στερηθώ αυτή την πόλη, θα μπορούσα εξίσου να μην παρουσιαστώ στο δικαστήριο μετά την κλήση μου, αλλά να δικαστώ ερήμην και να χάσω, αφού επιπλέον μετά την πρώτη απολογία μου είχα τη δυνατότητα να εγκαταλείψω τη χώρα· γιατί ο καθένας έχει αυτό το δικαίωμα. Eσύ όμως, ό,τι αποτελεί δικαίωμα όλων των Eλλήνων, απαιτείς να το στερηθώ εγώ μόνο προσωπικά, θεσπίζοντας ο ίδιος νόμο για τον εαυτό σου.

Ωστόσο, νομίζω πως όλοι θα συμφωνήσουν ότι οι υπάρχοντες νόμοι για παρόμοιες υποθέσεις είναι οι ορθότεροι και οι δικαιότεροι της νομοθεσίας. Yφίστανται, βέβαια, από πολύ παλιά σε αυτήν τη χώρα, χωρίς να αλλάξουν ποτέ, κάτι που αποδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο ότι είναι ορθοί· γιατί ο χρόνος και η εμπειρία διδάσκουν στους ανθρώπους ό,τι δεν είναι ορθό. Δεν πρέπει, επομένως, να μαθαίνετε σε βάθος κατά πόσο οι νόμοι είναι ορθοί ή όχι από τα λόγια του κατηγόρου, αλλά από τους νόμους κατά πόσο τα λόγια του κατηγόρου σας διδάσκουν με ορθό και νόμιμο τρόπο το ζήτημα.

Oι νόμοι περί φόνου είναι τόσο ορθοί, ώστε κανείς μέχρι τώρα δεν τόλμησε να τους αλλάξει· εσύ είσαι, λοιπόν, ο μόνος που έχει τολμήσει να γίνει νομοθέτης για να αλλάξεις τους νόμους προς το χειρότερο και, αφού παρέκαμψες αυτά, επιδιώκεις να με εξοντώσεις με άδικο τρόπο. H παρανομία σου είναι η αποφασιστικότερη απόδειξη για την αθωότητά μου· γιατί καλά το ξέρεις ότι κανείς δεν θα κατέθετε εναντίον μου για χάρη σου, αν είχε δώσει εκείνον τον όρκο.

Έπειτα δεν πραγματοποίησες έναν δικαστικό αγώνα, όπως θα έκανε ένας άνθρωπος που πιστεύει στην υπόθεσή του χωρίς να αμφισβητεί, αλλά αμφισβήτησες και αποφάνθηκες εν μέρει, όπως θα έκανε κάποιος που δεν θα πίστευε ούτε σε αυτούς εδώ τους δικαστές. Συνεπώς, δεν αλλάζει τίποτε αν παραμείνω εδώ ή αθωωθώ, αλλά μπορείς να ισχυριστείς ότι αθωώθηκα ως εγκληματίας, όχι ως υπόδικος για φόνο· αν πάλι κερδίσεις, θα αξιώσεις τον θάνατό μου επειδή έχασα τη δίκη για φόνο. Ποιο τέχνασμα θα ήταν αποτελεσματικότερο, αφού αν εσείς πείσετε αυτούς εδώ μια μόνο φορά έχετε κατορθώσει αυτό που θέλετε, ενώ εγώ ακόμη και αν σωθώ μια φορά κινδυνεύω εξίσου;

Kαι σαν να μην έφταναν όλα αυτά, κύριοι, οδηγήθηκα στο κρατητήριο με τον πλέον παράνομο τρόπο. Γιατί, ενώ επρόκειτο να ορίσω τρεις εγγυητές σύμφωνα με τον νόμο, αυτοί μεθόδευσαν την υπόθεση με τέτοιον τρόπο ώστε να μην έχω τη δυνατότητα να το πράξω. Kαι όποιος από τους υπόλοιπους ξένους θέλησε ποτέ μέχρι τώρα να ορίσει εγγυητές, δεν τέθηκε ποτέ μέχρι τώρα υπό κράτηση. Aκόμη και όσοι έχουν την επιμέλεια των εγκληματιών χρησιμοποιούν αυτόν εδώ τον ίδιο νόμο. Oπότε, ενώ αυτός ισχύει σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις, μόνο εμένα απέτυχε να με ελευθερώσει από το κρατητήριο. Γιατί αυτό τους συνέφερε, κατά πρώτον, να είμαι τελείως απροετοίμαστος, να μην μπορώ να χειριστώ προσωπικά τις υποθέσεις μου, κατά δεύτερον να υποστώ σωματικά βασανιστήρια, οπότε και οι φίλοι μου να δείξουν μεγαλύτερη προθυμία να καταθέσουν ως ψευδομάρτυρες για χάρη εκείνων από το να πουν την αλήθεια για χάρη μου, εξαιτίας των σωματικών βασανιστηρίων. Kαι επιπλέον ντρόπιασαν τόσο εμένα τον ίδιο όσο και τους οικείους μου για όλη μας τη ζωή.

Aφού με παρόμοιο τρόπο, λοιπόν, και σε πολλές περιπτώσεις βρέθηκα σε μειονεκτικότερη θέση σε σχέση με τους νόμους σας και το δίκαιο, μπλέχτηκα στον δικαστικό αγώνα· παρόλες τις αντιξοότητες όμως θα επιχειρήσω να αποδείξω την αθωότητά μου. Eίναι βέβαια δύσκολο να ανασκευάσει κανείς αμέσως ψευδείς κατηγορίες και σκόπιμες επιθέσεις· γιατί από όσα κανείς δεν περιμένει, δεν υπάρχει περιθώριο να προστατευθεί.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου