[1.13.1] Ἐν τούτῳ δὲ Ἀλέξανδρος προὐχώρει ἐπὶ τὸν Γράνικον ποταμὸν συντεταγμένῳ τῷ στρατῷ, διπλῆν μὲν τὴν φάλαγγα τῶν ὁπλιτῶν τάξας, τοὺς δὲ ἱππέας κατὰ τὰ κέρατα ἄγων, τὰ σκευοφόρα δὲ κατόπιν ἐπιτάξας ἕπεσθαι· τοὺς δὲ προκατασκεψομένους τὰ τῶν πολεμίων ἦγεν αὐτῷ Ἡγέλοχος, ἱππέας μὲν ἔχων τοὺς σαρισσοφόρους, τῶν δὲ ψιλῶν ἐς πεντακοσίους. [1.13.2] καὶ Ἀλέξανδρός τε οὐ πολὺ ἀπεῖχε τοῦ ποταμοῦ τοῦ Γρανίκου καί οἱ ἀπὸ τῶν σκοπῶν σπουδῇ ἐλαύνοντες ἀπήγγελλον ἐπὶ τῷ Γρανίκῳ πέραν τοὺς Πέρσας ἐφεστάναι τεταγμένους ὡς ἐς μάχην. ἔνθα δὴ Ἀλέξανδρος μὲν τὴν στρατιὰν πᾶσαν συνέταττεν ὡς μαχουμένους· Παρμενίων δὲ προσελθὼν λέγει Ἀλεξάνδρῳ τάδε.
[1.13.3] «Ἐμοὶ δοκεῖ, βασιλεῦ, ἀγαθὸν εἶναι ἐν τῷ παρόντι καταστρατοπεδεῦσαι ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ τῇ ὄχθῃ ὡς ἔχομεν. τοὺς γὰρ πολεμίους οὐ δοκῶ τολμήσειν πολὺ τῷ πεζῷ λειπομένους πλησίον ἡμῶν αὐλισθῆναι, καὶ ταύτῃ παρέξειν ἕωθεν εὐπετῶς τῷ στρατῷ διαβαλεῖν τὸν πόρον· ὑποφθάσομεν γὰρ αὐτοὶ περάσαντες πρὶν ἐκείνους ἐς τάξιν καθίστασθαι. [1.13.4] νῦν δὲ οὐκ ἀκινδύνως μοι δοκοῦμεν ἐπιχειρήσειν τῷ ἔργῳ, ὅτι οὐχ οἷόν τε ἐν μετώπῳ διὰ τοῦ ποταμοῦ ἄγειν τὸν στρατόν. πολλὰ μὲν γὰρ αὐτοῦ ὁρᾶται βαθέα, αἱ δὲ ὄχθαι αὗται ὁρᾷς ὅτι ὑπερύψηλοι καὶ κρημνώδεις εἰσὶν αἳ αὐτῶν· [1.13.5] ἀτάκτως τε οὖν καὶ κατὰ κέρας, ᾗπερ ἀσθενέστατον, ἐκβαίνουσιν ἐπικείσονται ἐς φάλαγγα ξυντεταγμένοι τῶν πολεμίων οἱ ἱππεῖς· καὶ τὸ πρῶτον σφάλμα ἔς τε τὰ παρόντα χαλεπὸν καὶ ἐς τὴν ὑπὲρ παντὸς τοῦ πολέμου κρίσιν σφαλερόν».
[1.13.3] «Ἐμοὶ δοκεῖ, βασιλεῦ, ἀγαθὸν εἶναι ἐν τῷ παρόντι καταστρατοπεδεῦσαι ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ τῇ ὄχθῃ ὡς ἔχομεν. τοὺς γὰρ πολεμίους οὐ δοκῶ τολμήσειν πολὺ τῷ πεζῷ λειπομένους πλησίον ἡμῶν αὐλισθῆναι, καὶ ταύτῃ παρέξειν ἕωθεν εὐπετῶς τῷ στρατῷ διαβαλεῖν τὸν πόρον· ὑποφθάσομεν γὰρ αὐτοὶ περάσαντες πρὶν ἐκείνους ἐς τάξιν καθίστασθαι. [1.13.4] νῦν δὲ οὐκ ἀκινδύνως μοι δοκοῦμεν ἐπιχειρήσειν τῷ ἔργῳ, ὅτι οὐχ οἷόν τε ἐν μετώπῳ διὰ τοῦ ποταμοῦ ἄγειν τὸν στρατόν. πολλὰ μὲν γὰρ αὐτοῦ ὁρᾶται βαθέα, αἱ δὲ ὄχθαι αὗται ὁρᾷς ὅτι ὑπερύψηλοι καὶ κρημνώδεις εἰσὶν αἳ αὐτῶν· [1.13.5] ἀτάκτως τε οὖν καὶ κατὰ κέρας, ᾗπερ ἀσθενέστατον, ἐκβαίνουσιν ἐπικείσονται ἐς φάλαγγα ξυντεταγμένοι τῶν πολεμίων οἱ ἱππεῖς· καὶ τὸ πρῶτον σφάλμα ἔς τε τὰ παρόντα χαλεπὸν καὶ ἐς τὴν ὑπὲρ παντὸς τοῦ πολέμου κρίσιν σφαλερόν».
***
[1.12.8] Στρατηγοί των Περσών ήταν ο Αρσάμης, ο Ρεομίθρης, ο Πετήνης και ο Νιφάτης και μαζί τους ήταν ο Σπιθριδάτης, ο σατράπης της Λυδίας και Ιωνίας, καθώς και ο Αρσίτης, ο διοικητής της Φρυγίας του Ελλησπόντου. Αυτοί είχαν στρατοπεδεύσει κοντά στην πόλη Ζέλεια μαζί με το ιππικό των βαρβάρων και τους Έλληνες μισθοφόρους. [1.12.9] Καθώς αυτοί συγκροτούσαν συμβούλιο για να αποφασίσουν για την παρούσα κατάσταση και έφθασε η είδηση ότι ο Αλέξανδρος πέρασε τον Ελλήσποντο, ο Μέμνων ο Ρόδιος τους συμβούλευσε να μη διακινδυνεύσουν πολεμώντας με τους Μακεδόνες, που και στο πεζικό ήταν πολύ ανώτεροι από αυτούς, και ήταν μαζί τους ο ίδιος ο Αλέξανδρος, ενώ σε αυτούς έλειπε ο Δαρείος· να υποχωρούν όμως καταστρέφοντας και καταπατώντας με το ιππικό τους το χορτάρι και κατακαίοντας τους καρπούς των χωραφιών, χωρίς να λυπούνται ούτε και αυτές ακόμη τις πόλεις· γιατί έτσι δεν θα μπορούσε να παραμείνει στη χώρα τους ο Αλέξανδρος, επειδή θα του έλειπαν τα τρόφιμα. [1.12.10] Τότε είπε, όπως λένε, ο Αρσίτης στο πολεμικό συμβούλιο των Περσών ότι δεν θα ανεχόταν να πυρποληθεί ούτε ένα σπίτι των ανθρώπων που βρίσκονταν στην εξουσία του· οι άλλοι Πέρσες συμφώνησαν με τον Αρσίτη, γιατί είχαν και κάποιες υποψίες ότι ο Μέμνων επίτηδες επιζητούσε την παράταση των πολεμικών επιχειρήσεων, για να διατηρεί το αξίωμα που του έδωσε ο Δαρείος.[1.13.1] Στο μεταξύ ο Αλέξανδρος άρχισε να προχωρεί προς τον Γρανικό ποταμό με συνταγμένο τον στρατό· παρέταξε σε δυο σειρές τη φάλαγγα των οπλιτών, τοποθέτησε το ιππικό στις δυο πτέρυγες και διέταξε μετά από αυτούς να ακολουθούν τα μεταγωγικά. Αρχηγό των ανδρών που θα κατασκόπευαν τον εχθρό όρισε τον Ηγέλοχο, ο οποίος πήρε μαζί του τους σαρισοφόρους ιππείς και πεντακόσιους περίπου από τους ελαφρά οπλισμένους. [1.13.2] Δεν βρισκόταν πια ο Αλέξανδρος μακριά από τον Γρανικό ποταμό, όταν ανιχνευτές, τρέχοντας με όλη τους τη δύναμη, του ανήγγειλαν ότι οι Πέρσες είχαν παραταχτεί στην απέναντι όχθη του Γρανικού έτοιμοι για μάχη. Τότε λοιπόν άρχισε ο Αλέξανδρος να συντάσσει όλο του τον στρατό αποφασισμένος να συνάψει μάχη. Κατά τη στιγμή εκείνη τον πλησιάζει ο Παρμενίων και του λέγει τα εξής:
[1.13.3] «Μου φαίνεται καλό, βασιλιά μου, να στρατοπεδεύσουμε για την ώρα στην όχθη του ποταμού, όπως είμαστε. Γιατί νομίζω ότι οι εχθροί μας, που υστερούν πολύ στο πεζικό, δεν θα τολμήσουν να διανυκτερεύσουν κοντά μας· έτσι θα μας δοθεί το πρωί η ευκαιρία να περάσουμε με ευκολία το ποτάμι, γιατί θα προλάβουμε να το διαβούμε πριν παραταχθούν οι Πέρσες. [1.13.4] Τώρα όμως νομίζω ότι θα διατρέξουμε μεγάλο κίνδυνο, αν επιχειρήσουμε τη διάβασή του, γιατί δεν είναι δυνατό να οδηγήσουμε μέσα από τον ποταμό τον στρατό μας αναπτυγμένο σε ευρύ μέτωπο, επειδή σε πολλά σημεία του φαίνεται βαθύς και, όπως βλέπεις, οι όχθες του είναι πανύψηλες, σε μερικά μάλιστα σημεία, και απόκρημνες. [1.13.5] Καθώς λοιπόν εμείς θα βγαίνουμε από το ποτάμι χωρίς τάξη και ο ένας πίσω από τον άλλο, σε σχηματισμό δηλαδή που είναι πολύ αδύνατος, θα μας επιτεθούν οι ιππείς του εχθρού αναπτυγμένοι κατά μέτωπο· και η πρώτη αυτή αποτυχία θα είναι και για το παρόν δυσάρεστη και για την όλη έκβαση του πολέμου επικίνδυνη».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου