Δευτέρα 26 Απριλίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Αἴας (646-692)

ΑΙ. ἅπανθ᾽ ὁ μακρὸς κἀναρίθμητος χρόνος
φύει τ᾽ ἄδηλα καὶ φανέντα κρύπτεται·
κοὐκ ἔστ᾽ ἄελπτον οὐδέν, ἀλλ᾽ ἁλίσκεται
χὡ δεινὸς ὅρκος χαἱ περισκελεῖς φρένες.
650 κἀγὼ γάρ, ὃς τὰ δείν᾽ ἐκαρτέρουν τότε,
βαφῇ σίδηρος ὥς, ἐθηλύνθην στόμα
πρὸς τῆσδε τῆς γυναικός· οἰκτίρω δέ νιν
χήραν παρ᾽ ἐχθροῖς παῖδά τ᾽ ὀρφανὸν λιπεῖν.
ἀλλ᾽ εἶμι πρός τε λουτρὰ καὶ παρακτίους
655 λειμῶνας, ὡς ἂν λύμαθ᾽ ἁγνίσας ἐμὰ
μῆνιν βαρεῖαν ἐξαλύξωμαι θεᾶς·
μολών τε χῶρον ἔνθ᾽ ἂν ἀστιβῆ κίχω
κρύψω τόδ᾽ ἔγχος τοὐμόν, ἔχθιστον βελῶν,
γαίας ὀρύξας ἔνθα μή τις ὄψεται·
660 ἀλλ᾽ αὐτὸ νὺξ Ἅιδης τε σῳζόντων κάτω.
ἐγὼ γάρ, ἐξ οὗ χειρὶ τοῦτ᾽ ἐδεξάμην
παρ᾽ Ἕκτορος δώρημα δυσμενεστάτου,
οὔπω τι κεδνὸν ἔσχον Ἀργείων πάρα.
ἀλλ᾽ ἔστ᾽ ἀληθὴς ἡ βροτῶν παροιμία,
665 ἐχθρῶν ἄδωρα δῶρα κοὐκ ὀνήσιμα.
τοιγὰρ τὸ λοιπὸν εἰσόμεσθα μὲν θεοῖς
εἴκειν, μαθησόμεσθα δ᾽ Ἀτρείδας σέβειν.
ἄρχοντές εἰσιν, ὥσθ᾽ ὑπεικτέον. τί μήν;
καὶ γὰρ τὰ δεινὰ καὶ τὰ καρτερώτατα
670 τιμαῖς ὑπείκει· τοῦτο μὲν νιφοστιβεῖς
χειμῶνες ἐκχωροῦσιν εὐκάρπῳ θέρει·
ἐξίσταται δὲ νυκτὸς αἰανὴς κύκλος
τῇ λευκοπώλῳ φέγγος ἡμέρᾳ φλέγειν·
δεινῶν τ᾽ ἄημα πνευμάτων ἐκοίμισε
675 στένοντα πόντον· ἐν δ᾽ ὁ παγκρατὴς ὕπνος
λύει πεδήσας, οὐδ᾽ ἀεὶ λαβὼν ἔχει.
ἡμεῖς δὲ πῶς οὐ γνωσόμεσθα σωφρονεῖν;
ἐγὼ δ᾽ ἐπίσταμαι γὰρ ἀρτίως ὅτι
ὅ τ᾽ ἐχθρὸς ἡμῖν ἐς τοσόνδ᾽ ἐχθαρτέος,
680 ὡς καὶ φιλήσων αὖθις, ἔς τε τὸν φίλον
τοσαῦθ᾽ ὑπουργῶν ὠφελεῖν βουλήσομαι,
ὡς αἰὲν οὐ μενοῦντα. τοῖς πολλοῖσι γὰρ
βροτῶν ἄπιστός ἐσθ᾽ ἑταιρείας λιμήν.
ἀλλ᾽ ἀμφὶ μὲν τούτοισιν εὖ σχήσει· σὺ δὲ
685 εἴσω θεοῖς ἐλθοῦσα διὰ τέλους, γύναι,
εὔχου τελεῖσθαι τοὐμὸν ὧν ἐρᾷ κέαρ.
ὑμεῖς θ᾽, ἑταῖροι, ταὐτὰ τῇδέ μοι τάδε
τιμᾶτε, Τεύκρῳ τ᾽, ἢν μόλῃ, σημήνατε
μέλειν μὲν ἡμῶν, εὐνοεῖν δ᾽ ὑμῖν ἅμα.
690 ἐγὼ γὰρ εἶμ᾽ ἐκεῖσ᾽ ὅποι πορευτέον·
ὑμεῖς δ᾽ ἃ φράζω δρᾶτε, καὶ τάχ᾽ ἄν μ᾽ ἴσως
πύθοισθε, κεἰ νῦν δυστυχῶ, σεσωμένον.

***
ΑΙ. Όλα, μακρύς ο χρόνος κι αναρίθμητος,
τ᾽ άδηλα φανερώνει, τα φανερά τα κρύβει.
Τίποτε ανέλπιστο δεν μένει ατέλεστο,
ακόμη κι όρκος φοβερός καταπατείται,
η πιο αλύγιστη απόφαση λυγίζει.
650 Έτσι κι εγώ, που ατρόμητος στον κάθε τρόμο αντιστάθηκα,
τώρα σαν σίδερο βαμμένο μαλάκωσε το πείσμα μου,
ακούγοντας τα λόγια μιας γυναίκας. Με πιάνει πόνος
χήρα να την αφήσω στων εχθρών τα χέρια,
και το παιδί ορφανό.
Λοιπόν το αποφασίζω, θα πάω να λούσω το κορμί μου
πέρα στους λειμώνες, εκεί στο περιγιάλι, να το εξαγνίσω
από τον ρύπο, ανίσως και γλιτώσω απ᾽ τη βαριά
οργή της Αθηνάς.
Ψάχνοντας ύστερα θα βρω τόπον απάτητο, να κρύψω
αυτό το ξίφος, ό,τι πιο μισητό σέρνω μαζί μου,
βαθιά στο χώμα σκάβοντας,
να μην μπορεί κανένας να το βρει
660 —εκεί η νύχτα ας το φυλάξει κι ο Άδης σκοτεινός.
Γιατί αφότου εγώ το κράτησα στο χέρι, δώρο
του Έκτορα, κι ας είναι ο χειρότερος εχθρός μου,
δεν είδα τίποτα καλό απ᾽ τους Αργίτες.
Και νά που βγαίνει η παροιμία σωστή: άδωρα των εχθρών
τα δώρα, ανώφελα. Γι᾽ αυτό κι εγώ στο μέλλον πια
θα ξέρω: πρέπει να υποχωρούμε στους θεούς,
να μάθουμε σέβας να δείχνουμε και στους Ατρείδες.
Είναι αρχηγοί αυτοί, κι είναι σωστό να τους ακούμε.
Τί άλλο εξάλλου μένει; Αφού κι οι πιο σκληρές,
οι πιο ανυποχώρητες δυνάμεις υποχωρούν μπροστά
στις τιμημένες εξουσίες.
670 Όπως υποχωρούν της βαρυχειμωνιάς τα χιόνια,
στο καρποφόρο καλοκαίρι, κι ο σκοτεινός κύκλος
της νύχτας παραμερίζει να περάσει η μέρα
με τα λευκά της άτια, για να φεγγοβολήσει·
αλλά και των δεινών ανέμων οι ριπές
αφήνουν να αποκοιμηθεί στενάζοντας το πέλαγος,
αλλά κι ο ύπνος πολυδύναμος λύνει όσα έδεσε πρωτύτερα,
δεν τα κρατά στην κατοχή του συνεχώς. Πώς γίνεται λοιπόν
εμείς να μην ξανακερδίσουμε τη φρόνησή μας;
Όσο για μένα, το ᾽χω πια καλά χωνέψει, πως τον εχθρό
680 θα τον εχθρεύομαι, εν γνώσει πως θα γίνει πάλι φίλος·
παρόμοια και στον φίλο, τόσο θα είμαι μόνο πρόθυμος
να του παρασταθώ, γνωρίζοντας πως δεν θα μείνει
φίλος μου για πάντα.
Γιατί στους πιο πολλούς ανθρώπους δεν είναι
το λιμάνι της φιλίας σίγουρο.
Όλα ωστόσο τώρα θα βρούνε τον σωστό τους δρόμο·
εσύ, γυναίκα, μέσα προχώρησε, κι ευχήσου
στους θεούς να συντελέσουν ό,τι βαθιά ποθεί η καρδιά μου.
Αλλά κι εσείς, πιστοί μου σύντροφοι, φερθείτε ανάλογα,
και μόλις φτάσει ο Τεύκρος, του λέτε να νοιαστεί
για μένα, να ᾽χει τον νου του όμως και σε σας.
690 Εγώ θα πορευτώ εκεί που πρέπει. Εσείς στο μεταξύ
όσα σας παραγγέλλω πράξετε, κι ίσως θα μάθετε
σε λίγο πως βρήκα εγώ τη σωτηρία μου, όσο κι αν είμαι
ακόμη δύστυχος.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου