ΚΛ. Τροίαν Ἀχαιοὶ τῇδ᾽ ἔχουσ᾽ ἐν ἡμέρᾳ.
οἶμαι βοὴν ἄμεικτον ἐν πόλει πρέπειν.
ὄξος τ᾽ ἄλειφά τ᾽ ἐγχέας ταὐτῷ κύτει
διχοστατοῦντ᾽ ἂν οὐ φίλως † προσεννέποις.
καὶ τῶν ἁλόντων καὶ κρατησάντων δίχα
325 φθογγὰς ἀκούειν ἔστι συμφορᾶς διπλῆς.
οἱ μὲν γὰρ ἀμφὶ σώμασιν πεπτωκότες
ἀνδρῶν κασιγνήτων τε, καὶ φυταλμίων
παῖδες γερόντων, οὐκέτ᾽ ἐξ ἐλευθέρου
δέρης ἀποιμώζουσι φιλτάτων μόρον·
330 τοὺς δ᾽ αὖτε νυκτίπλαγκτος ἐκ μάχης πόνος
νήστεις πρὸς ἀρίστοισιν ὧν ἔχει πόλις
τάσσει, πρὸς οὐδὲν ἐν μέρει τεκμήριον,
ἀλλ᾽ ὡς ἕκαστος ἔσπασεν τύχης πάλον.
ἐν αἰχμαλώτοις Τρωικοῖς οἰκήμασιν
335 ναίουσιν ἤδη, τῶν ὑπαιθρίων πάγων
δρόσων τ᾽ ἀπαλλαχθέντες· ὡς δ᾽ εὐδαίμονες
ἀφύλακτον εὑδήσουσι πᾶσαν εὐφρόνην.
εἰ δ᾽ εὐσεβοῦσι τοὺς πολισσούχους θεοὺς
τοὺς τῆς ἁλούσης γῆς θεῶν θ᾽ ἱδρύματα,
340 οὔ τἂν ἑλόντες ἀνθαλοῖεν ἄν.
ἔρως δὲ μή τις πρότερον ἐμπίπτῃ στρατῷ
πορθεῖν ἃ μὴ χρή, κέρδεσιν νικωμένους.
δεῖ γὰρ πρὸς οἴκους νοστίμου σωτηρίας
κάμψαι διαύλου θάτερον κῶλον πάλιν·
345 θεοῖς δ᾽ ἀναμπλάκητος εἰ μόλοι στρατός,
ἐγρηγορὸς τὸ πῆμα τῶν ὀλωλότων
γένοιτ᾽ ἄν, εἰ πρόσπαιά πη τεύχοι κακά.
τοιαῦτά τοι γυναικὸς ἐξ ἐμοῦ κλύεις·
τὸ δ᾽ εὖ κρατοίη, μὴ διχορρόπως ἰδεῖν.
350 πολλῶν γὰρ ἐσθλῶν τήνδ᾽ ὄνησιν εἱλόμην.
ΧΟ. γύναι, κατ᾽ ἄνδρα σώφρον᾽ εὐφρόνως λέγεις.
ἐγὼ δ᾽ ἀκούσας πιστά σου τεκμήρια
θεοὺς προσειπεῖν αὖ παρασκευάζομαι.
χάρις γὰρ οὐκ ἄτιμος εἴργασται πόνων.
***
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
320 Δική τους έχουν σήμερα την Τροίαν οι Αχαιοί!
φαντάζομαι, τι ασύσμιχτη βουή στην πόλη!
καθώς σα χύσεις μες σ᾽ ένα πινάκι λάδι
και ξύδι, να ταράζουνται θα δεις ανάρια,
έτσι χώρια των νικητών και νικημένων
ξεφωνητά θα ᾽χεις ν᾽ ακούς ανόμοιας μοίρας.
Αυτοί απ᾽ εδώ πεσμένοι απάνω στα κουφάρια
αντράδων κι αδερφών και των παιδιών των γέροι
γονιοί θενά θρηνούνε των αγαπημένων
τη συμφορά, μα μ᾽ όχι πια λεύτερο στόμα.
Τους άλλους πάλι νηστικούς από τη μάχη
330 νυχτοπλάνητος κόπος φέρνει στα τραπέζια
της πόλης και τους στρώνει δίχως καμιά τάξη,
μα μ᾽ όποιον ο καθένας τους λαχνό τραβήξει.
Τώρα τα σκλαβωμένα σπίτια τους στεγάζουν
των Τρώων και γλιτωμένοι απ᾽ τ᾽ ανοιχτού του κάμπου
τις παγωνιές και τις δροσιές, όλη τη νύχτα,
ω τι χαρά τους! ξέγνοιαστοι θα κοιμηθούνε.
Κι αν σεβαστούνε τους θεούς τους πολιούχους
της νικημένης γης και τ᾽ άγια των θεών της,
340 μια που νικήσαν δε θα νικηθούνε πάλι.
φτάνει μην πέσει στο στρατό κακός πριν πόθος
ν᾽ αρπάζει όσα δεν πρέπει από αγάπη κέρδους.
γιατί για τον καλό στο σπίτι γυρισμό του
έχει και τ᾽ άλλο χέρι του σταδίου να στρίψει·
κι αν δίχως κρίμα στους θεούς γυρίσουν πίσω,
μα πάλι ακοίμητο μπορεί των σκοτωμένων
το αίμα να μένει, κι άλλη συμφορά αν δεν λάχει.
Αυτά ᾽πο μένα, μια γυναίκα, είχες ν ᾽ακούσεις.
Μ᾽ άμποτε το καλό έτσι ας νικά ως το τέλος
350 κι απ᾽ τα τόσα αγαθά τη χάρη αυτή θα ευχόμουν.
ΧΟΡΟΣ
Σαν άντρας γνωστικός μιλάς, εσύ γυναίκα
κι αφού τ᾽ αλάθευτα σημάδια σου έχω ακούσει
τώρα τους θεούς θα ετοιμαστώ να ευχαριστήσω,
γιατ᾽ άξιος δόθηκε ο μισθός για τόσους κόπους.
οἶμαι βοὴν ἄμεικτον ἐν πόλει πρέπειν.
ὄξος τ᾽ ἄλειφά τ᾽ ἐγχέας ταὐτῷ κύτει
διχοστατοῦντ᾽ ἂν οὐ φίλως † προσεννέποις.
καὶ τῶν ἁλόντων καὶ κρατησάντων δίχα
325 φθογγὰς ἀκούειν ἔστι συμφορᾶς διπλῆς.
οἱ μὲν γὰρ ἀμφὶ σώμασιν πεπτωκότες
ἀνδρῶν κασιγνήτων τε, καὶ φυταλμίων
παῖδες γερόντων, οὐκέτ᾽ ἐξ ἐλευθέρου
δέρης ἀποιμώζουσι φιλτάτων μόρον·
330 τοὺς δ᾽ αὖτε νυκτίπλαγκτος ἐκ μάχης πόνος
νήστεις πρὸς ἀρίστοισιν ὧν ἔχει πόλις
τάσσει, πρὸς οὐδὲν ἐν μέρει τεκμήριον,
ἀλλ᾽ ὡς ἕκαστος ἔσπασεν τύχης πάλον.
ἐν αἰχμαλώτοις Τρωικοῖς οἰκήμασιν
335 ναίουσιν ἤδη, τῶν ὑπαιθρίων πάγων
δρόσων τ᾽ ἀπαλλαχθέντες· ὡς δ᾽ εὐδαίμονες
ἀφύλακτον εὑδήσουσι πᾶσαν εὐφρόνην.
εἰ δ᾽ εὐσεβοῦσι τοὺς πολισσούχους θεοὺς
τοὺς τῆς ἁλούσης γῆς θεῶν θ᾽ ἱδρύματα,
340 οὔ τἂν ἑλόντες ἀνθαλοῖεν ἄν.
ἔρως δὲ μή τις πρότερον ἐμπίπτῃ στρατῷ
πορθεῖν ἃ μὴ χρή, κέρδεσιν νικωμένους.
δεῖ γὰρ πρὸς οἴκους νοστίμου σωτηρίας
κάμψαι διαύλου θάτερον κῶλον πάλιν·
345 θεοῖς δ᾽ ἀναμπλάκητος εἰ μόλοι στρατός,
ἐγρηγορὸς τὸ πῆμα τῶν ὀλωλότων
γένοιτ᾽ ἄν, εἰ πρόσπαιά πη τεύχοι κακά.
τοιαῦτά τοι γυναικὸς ἐξ ἐμοῦ κλύεις·
τὸ δ᾽ εὖ κρατοίη, μὴ διχορρόπως ἰδεῖν.
350 πολλῶν γὰρ ἐσθλῶν τήνδ᾽ ὄνησιν εἱλόμην.
ΧΟ. γύναι, κατ᾽ ἄνδρα σώφρον᾽ εὐφρόνως λέγεις.
ἐγὼ δ᾽ ἀκούσας πιστά σου τεκμήρια
θεοὺς προσειπεῖν αὖ παρασκευάζομαι.
χάρις γὰρ οὐκ ἄτιμος εἴργασται πόνων.
***
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
320 Δική τους έχουν σήμερα την Τροίαν οι Αχαιοί!
φαντάζομαι, τι ασύσμιχτη βουή στην πόλη!
καθώς σα χύσεις μες σ᾽ ένα πινάκι λάδι
και ξύδι, να ταράζουνται θα δεις ανάρια,
έτσι χώρια των νικητών και νικημένων
ξεφωνητά θα ᾽χεις ν᾽ ακούς ανόμοιας μοίρας.
Αυτοί απ᾽ εδώ πεσμένοι απάνω στα κουφάρια
αντράδων κι αδερφών και των παιδιών των γέροι
γονιοί θενά θρηνούνε των αγαπημένων
τη συμφορά, μα μ᾽ όχι πια λεύτερο στόμα.
Τους άλλους πάλι νηστικούς από τη μάχη
330 νυχτοπλάνητος κόπος φέρνει στα τραπέζια
της πόλης και τους στρώνει δίχως καμιά τάξη,
μα μ᾽ όποιον ο καθένας τους λαχνό τραβήξει.
Τώρα τα σκλαβωμένα σπίτια τους στεγάζουν
των Τρώων και γλιτωμένοι απ᾽ τ᾽ ανοιχτού του κάμπου
τις παγωνιές και τις δροσιές, όλη τη νύχτα,
ω τι χαρά τους! ξέγνοιαστοι θα κοιμηθούνε.
Κι αν σεβαστούνε τους θεούς τους πολιούχους
της νικημένης γης και τ᾽ άγια των θεών της,
340 μια που νικήσαν δε θα νικηθούνε πάλι.
φτάνει μην πέσει στο στρατό κακός πριν πόθος
ν᾽ αρπάζει όσα δεν πρέπει από αγάπη κέρδους.
γιατί για τον καλό στο σπίτι γυρισμό του
έχει και τ᾽ άλλο χέρι του σταδίου να στρίψει·
κι αν δίχως κρίμα στους θεούς γυρίσουν πίσω,
μα πάλι ακοίμητο μπορεί των σκοτωμένων
το αίμα να μένει, κι άλλη συμφορά αν δεν λάχει.
Αυτά ᾽πο μένα, μια γυναίκα, είχες ν ᾽ακούσεις.
Μ᾽ άμποτε το καλό έτσι ας νικά ως το τέλος
350 κι απ᾽ τα τόσα αγαθά τη χάρη αυτή θα ευχόμουν.
ΧΟΡΟΣ
Σαν άντρας γνωστικός μιλάς, εσύ γυναίκα
κι αφού τ᾽ αλάθευτα σημάδια σου έχω ακούσει
τώρα τους θεούς θα ετοιμαστώ να ευχαριστήσω,
γιατ᾽ άξιος δόθηκε ο μισθός για τόσους κόπους.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου