Παρατηρώ πως ο έλληνας σήμερα δεν διαβάζει εφημερίδες. Ο Τύπος σήμερα, και η λειτουργία του, είναι ένα ζήτημα άκρως «πολιτικό». Είναι γεγονός πως η ενημέρωση των πολιτών, δεν άπτεται, απλώς, του ζητήματος γνώσης του πολιτεύεσθαι, του ζήν εν πολιτεία και ενεργείν ως πολίτης, αλλά κυρίως της παρουσίασης των προτάσεων και του έργου των πολιτευομένων και του συναφούς ελέγχου αυτών. [Θα μου πείτε πως πάντοτε έτσι ήταν. Και ναι, και όχι. Γιατί πολύ παλαιότερα ο Τύπος ήταν και μέσο μόρφωσης και πνευματικής καλλιέργειας].
Έτσι, αν κάποτε ο Τύπος ήταν ο φορέας εκείνος που γνωστοποιούσε στην κοινωνία τις προτάσεις και το έργο των πολιτευομένων (προσώπων και κομμάτων), που προέβαλε και έθετε σε κοινωνικό έλεγχο τις προτάσεις και το έργο των πολιτευομένων και της εξουσίας, σήμερα οι όροι έχουν αλλάξει, και μάλιστα διεθνώς.
Σήμερα η συνεργασία των συμφερόντων ανάμεσα στην εξουσία και τα συγκροτήματα του Τύπου έχει πάρει άλλη μορφή. Εξελίχθηκε σε μια αμοιβαία και οικονομικά αποδοτική αλληλοϋποστήριξη. [Τα συγκροτήματα τύπου, που υποστηρίζουν και ωραιοποιούν τα έργα της εξουσίας δέχονται σε ανταπόδοση «διευκολύνσεις» και ανταμοιβές, που συχνά δεν είναι μόνο... ιδεαλιστικές! Αλλά χειροπιαστές και μετρήσιμες, στον υλικό κόσμο που ζούμε. Είδαμε άπειρα τέτοια δημοσιεύματα εφημερίδων, για τα έργα της μιας εναντίον της άλλης].
Η συστράτευση συγκροτημάτων διεθνώς, στην υποστήριξη μιας πολιτικής και η ενορχηστρωμένη εναντίωση σε μια άλλη, πρωτοφανής σε ένταση, και με εκφραζόμενη την αποστροφή των μεν κατά των δε, είναι ενοχλητική ως αφελής οπαδοποίηση και ως ύποπτος και ιδιοτελής συντεχνιασμός! Ακατανόητη παραμένει η τάση εξάλειψης του πλουραλισμού στις απόψεις, στην πολιτισμική πρόταση και την ιδιαιτερότητα των λαών. Δεν είναι αντιφατικό, ύποπτο κι ανόητο να επιζητούμε την αποδοχή της ιδιαιτερότητας των ατόμων και να καταδικάζουμε την ιδιαιτερότητα και την ιδιομορφία των λαών και των πολιτισμών;
Η φράση δεν διαβάζω εφημερίδες, σήμερα, δεν είναι τόσο αποκρουστική, όσο φαίνεται κατ' αρχήν. Οι εφημερίδες της εποχής, είναι συχνά παραγεμισμένες με αρώματα και πορτοφόλια, σορτσάκια, δίσκους και διάφορα ευτελούς αξίας και καταναλωτικής χρήσης αγαθά, άσχετα με την πληροφόρηση του πολίτη, που σε μια δεύτερη σκέψη, όλα αυτά, τα πετάει. Σήμερα, μιλάμε για ενημέρωση, παραγόμενη από «μέσα » και σε «ποσότητες μη δυνάμενες να καταναλωθούν»!
Η ανεύρεση ενός άρθρου με πολιτικό περιεχόμενο και πνευματικό προσανατολισμό, που να συνιστά πρόταση, να προβληματίζει ή να πληροφορεί, είναι γεγονός τόσο σπάνιο, που όταν συμβαίνει, θα έπρεπε να βραβεύεται! Η εφημερίδα που δεν κατορθώνει να αφήσει τον αναγνώστη σοφώτερο καθώς την κλείνει, έχει επιτύχει τα στάνταρντ της εποχής. Θολούρα, αμφιβολία, έρις, κουτσομπολιό, πληροφορία χωρίς προορισμό και προοπτική, και κινητικότητα, για το τίποτε!
Η συνηθέστερη περίπτωση έχει να κάνει με πολυσχιδή δημοσιογραφική αρθρογραφία με την οποία επιδιώκεται συγκεκριμένα ή/και υποβάλλονται μεθοδευμένα στους αναγνώστες να κατευθυνθούν προς ασαφώς λανθάνουσες και αδιάγνωστες πολιτικές επιλογές για την εξυπηρέτηση προφανώς ξένων συμφερόντων. Συνηθέστατα δε, και προφανώς αντίθετες στα συμφέροντα και τις αξιακές αρχές των ίδιων των πολιτών. Αυτό δεν γίνεται για να βλάψουν τους αναγνώστες [Ποιός επιχειρηματίας λογαριάζει τους πρόθυμους να πληρώσουν!] αλλά, (θα λέγαμε πως μπορεί και να) γίνεται, ώστε με έξοδα των αναγνωστών να προωθηθούν τα οργανωμένα και συνεργαζόμενα συμφέροντα! Αυτό εξ άλλου προκύπτει και από το γεγονός πως ποτέ δεν επανήλθε δημοσιογράφος ή δημοσιογραφικό συγκρότημα για να ζητήσει συγγνώμη, για τα ψέμματα ή τις υπερβολές που δημοσίευσε, ή για την αποτυχημένη του πρόταση ή την υποστήριξη μιας κακής ή αποτυχημένης πολιτικής πρότασης. Κάθε μέρα μας εμφανίζουν την αντίθετη από την χθεσινή τους άποψη, ως κάτι νέο, ενδιαφέρον, που αξίζει να το διαβάσουμε, να συμμετέχουμε στην ανάδειξη και την υποστήριξή του, ή ως κάτι εξαιρετικά σημαντικό που μας αφορά και που θα επηρεάσει άμεσα την ζωή μας.
Η δημοσιογραφικά παρεχόμενη εγρήγορση του ανθρώπου-πολίτη μέσω του Τύπου, είναι συνήθως ισοδύναμη με την παρεχόμενη αντιστοίχως αποχαύνωση. Το ζήτημα έγκειται στην ωριμότητα του ανθρώπου-πολίτη να δεχθεί και να επηρεαστεί από το τυχόν σημαντικό πολιτικό ή όποιο άλλο δημοσιογραφικό μήνυμα δημοσιεύεται στον Τύπο.
Αλλά για να φτάσουμε εκεί, πρέπει ο άνθρωπος να έχει εγκαταλείψει το σπήλαιο της άγνοιας, την ομφαλοσκόπηση, την εφηβική συμμοριοσύμπραξη, το μίσος για την άλλη άποψη, τον αυταρχισμό και την τυραννία του εγώ, τον καθεστωτισμό, αλλά και την παντογνωστική του μοναδικότητα. [Και τόσα άλλα, που ένα μυαλό, δύσκολα μπορεί όλα να τα σκεφθεί]. Κι αυτό θα επιτευχθεί με τις ίδιες εκάστου δυνάμεις, με την αναζήτηση την μόρφωση, την μαθητεία, αλλά και μέσω των κοινωνικών ερεθισμάτων που θα λάβει ως πολίτης, πρωτίστως δε από τα δημοσιεύματα και τις καμπάνιες του ημερήσιου και περιοδικού (ειδικού) Τύπου.
Οι υστερόβουλοι και οι άνοες είναι οι εξαιρετικοί -μεταξύ των πρώτων- ακόλουθοι και υπήκοοι κάθε συστήματος εξουσίας. Είναι οι έναντι πινακίου φακής υποτασσόμενοι, αλλά πλεονεκτούντες ατελευτήτως όταν τελειώσει η φακή. Γιατί αυτοί δεν γνωρίζουν την αλληλεπίδραση και την δημιουργία. Αυτοί γνωρίζουν μόνο την έναντι ανταλλάγματος απολαβή και την οπαδική υποστήριξη της πολιτικής τους ομάδας. Με αυτούς συνομιλεί και υπ' αυτών δορυφορείται αρχικώς το κάθε εν σπαργάνοις πολιτικό μικροσύστημα.
Για την κατηγορία αυτών των «πελατών» και στυλοβατών του συστήματος δεν έχουν καμμιά χρήση η μόρφωση του υποκειμένου, το σχολείο, το δίπλωμα, τα προσόντα. Είναι το ίδιο, είτε αυτά είναι πλαστά και εικονικά, είτε είναι πραγματικά. Αρκεί τα επιδιωκόμενα πολιτικά προτάγματα να υποστηρίζονται και δια του Τύπου και να τελούν υπό την προστασία του.
Αν η αποστασιοποίηση του κοσμάκη από την πολιτική και από τον Τύπο, εγείρει διαμαρτυρίες, ενστάσεις, καταγγελίες και εκσφενδόνιση κατηγοριών, ύβρεων και υποτιμητικών σχολίων από την πλευρά του Τύπου, ας εξηγηθεί γιατί ο Τύπος θορυβήθηκε τόσο πολύ, ξαφνικά, και προς τί όλος αυτός ο χαλασμός;
Αν ο Τύπος, απέστη του λειτουργήματός του, και κατέστη περιχαρώς περιφερόμενος, κουδουνίζοντας τα «χρυσά» στην τσέπη από τις επαγγελματικές Τυπικά εξυπηρετήσεις οικείων και ημετέρων, χωρίς να επισημαίνει τα κοινωνικά προβλήματα, χωρίς να αποδίδει τα γεγονότα όπως αυτά συνέβαιναν χρόνια τώρα, δεν φταίνε εκείνοι που περιφρονήσανε τις φυλλάδες και τα φύλλα, τώρα που εκλείψανε τα μέσα πληρωμής. Μαζί με τα ξερά καήκανε και τα χλωρά. Γιατί και τα χλωρά ήτανε άκαρπα κλαδιά ενός δένδρου που μονάχα απομυζούσε χυμούς από την γή.
Ήτανε άκαρπα κλαδιά αιωνόβιου δένδρου, που στέγνωσε την γή, γιατί δεν σταθήκανε τα δημοσιογραφικά όργανα, να στιγματίσουνε, να επισημάνουνε, να διαφωτίσουνε με την πένα τους,
Ο Τύπος και το πολιτικό σύστημα, αγκαζέ, χρησιμοποιήσανε τον πολίτη ως τον χρήσιμο ηλίθιο, που με έξοδα του τελευταίου, το σύστημα έκανε επανειλημμένως τους κύκλους του. Τώρα πια, ο νοήμων κόσμος, δεν αποφεύγει την σοβαρή ενημέρωση. Γιατί αυτήν, την βρίσκει και την αποκτά, με δικά του μέσα και έρευνα. Και κυρίως, με μελέτη και με γνώση, βαθύτερη και ουσιαστικώτερη. Κι επί πλέον, το ξέρει καλά, πως η παρεχόμενη επαγγελματική «καθημερινή σοβαρή ενημέρωση» τον μπερδεύει, έτσι που του σερβίρεται, ανάμεσα σέ τόσα και τόσα στολίδια και παραγεμίσματα και με τόσο επαμφοτερίζουσα φρασεολογία.
Ειπώθηκε πως υπάρχουν και οι λειτουργικά αναλφάβητοι που δεν μπορούν να κατανοήσουν την πολιτική και οικονομική ορολογία.
Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι «τύποις και ουσία» αναλφάβητοι, ως σημαντικό τμήμα της κοινωνίας, είναι έργο των δομών και των μηχανισμών της πολιτικής και των σκοπών αυτής. Αλλά και των μέσων που χρησιμοποιούνται για την διαφθορά και την εξαγορά των εκάστοτε προθύμων να υπηρετήσουν την εξουσία και να συμμετέχουν στα δείπνα της.
Ο περιστασιακός λειτουργικός αναλφαβητισμός, υπάρχει παντού και είναι κοινωνικά μη αμελητέος. Το ζήτημα αυτό επιδέχεται την ερμηνεία που ο Λεμπέσης προσδίδει στο φαινόμενο της κοινωνικής ποσόστωσης των ηλιθίων ανά τους αιώνες. Παραμένει σταθερό το ποσοστό τους. Αλλά το κρίσιμο μέγεθος πνευματικής εξηλιθίωσης και ηθικής εξαχρείωσης των πολιτών, δημιουργείται από τους μηχανισμούς άγρας και απόκτησης της εξουσίας και τους συνεργούς αυτών.
Οι μηχανισμοί αυτοί σήμερα, έχουν γιγαντωθεί, στην προσπαθειά τους να επιτύχουν τους εξουσιαστικούς τους στόχους, δεδομένης της εκτεταμένης πλειοψηφίας των πολιτών που έχουν πανεπιστημιακά διπλώματα. Το γεγονός αυτό, σημαίνει δυσκολώτερο, δηλ. λιγώτερο εύπιστο, λιγώτερο αφελές ακροατήριο. [Αν και δεν σημαίνει ηθικώτερο, ειλικρινέστερο, ευγενέστερο ή εντιμώτερο πολιτικό ακροατήριο].
Ο Τύπος, που διαχειρίζεται την ενημέρωση του κοινού, δεν ακολουθεί την διαδικασία «ενημέρωσης του πολίτη, ώστε αυτός να κατανοήσει την πολιτική κατάσταση και να επιλέξει την κατάλληλη κατά την γνώμη του πολιτική δύναμη».
Παρατηρείται συνήθως προηγούμενη δημοσιογραφική μεθόδευση έντασης, επαμφοτερίζουσα υπόδειξη λύσεων και μέσα στην γενική σύγχυση ο πολίτης συνήθως προβαίνει στην επιλογή του μη χείρονος κακού.
Η σχέση της εξουσίας με τους ψηφοφόρους δεν είναι πια άμεση, αλλά έχει και την έντονη ανάμιξη του Τύπου, που «ανεβάζει και κατεβάζει κυβερνήσεις», κι αυτό δεν είναι καινούργιο. Εδώ και χρόνια η σχέση της εξουσίας με τον Τύπο είναι αμοιβαία, θερμή, αλληλέγγυος, και... πώς να το πούμε: τό 'να χέρι νίβει τ' άλλο, και τα δυο... το πρόσωπο των κρατούντων, ένθεν και ένθεν! Η εξουσία δεν μπορεί πια να ειπεί στους ψηφοφόρους «σου δίνω κάτι και με ψηφίζεις», γιατί τά'χει ξοδέψει για να πριμοδοτήσει τον κομματικό της Τύπο [προκειμένου αυτός να επιβιώσει, ώστε να εξακολουθήσει να διατυμπανίζει τους άθλους, την δόξα και το μεγαλείο της, που ασφαλώς είναι δεδομένα, εφόσον είναι -και για όσο είναι- εξουσία!]
Η σχέση της εξουσίας με τον πολίτη, μακριά από τον διαφωτισμό που κατάργησε την δουλοπαροικία, εξακολουθεί, παρόλα αυτά, να είναι ακόμη φεουδαρχική, κι ο κάθε πολίτης να είναι ένας «δουλοπάροικος της εξουσίας» που αυτή τον απομυζά μέχρι τελικής του πτώσεως. Και μάλιστα όσο αναντίρρητα ο πολίτης δέχεται την μοίρα που του επιφυλάσσει η εξουσία, τόσο το καλύτερο. Όσο για το πώς θα «χτιστεί» το αναντίρρητο, αυτό πια έχει γίνει απλό αίνιγμα για τα νηπιαγωγεία: Όσο κρατάς μακριά από την σκέψη, την δημιουργία, την ευθύνη και την συνέπεια, τον νέο άνθρωπο, ένα είναι σίγουρο: Τόσο πιο ακατοίκητο θα είναι το κρανίο του!
[Ο άνθρωπος αυτός, ο homo σάπιος, θα ξέρει μόνο δυο λέξεις, δυο φράσεις που του διδάξαμε με το δόγμα του μίσους για τους άλλους, που δεν συμφωνούμε μαζί τους: εγώ θέλω και εσύ δώσε. «Θέλω να φύγει αυτή η εξουσία, δώσε το σήμα να τους διαλύσουμε και να τους επιβληθούμε». Κι έτσι αρχίζει η πολιτική ζωή της σάπιας κοινωνίας. Και το κτίσμα που ανήγειρε ο εθισμός στο «αναντίρρητο», δεν έχει πρόσημο, δεν έχει χρώμα ούτε πολιτικο-κομματική επωνυμία. Η μεθόδευση είναι ίδια. Γι' αυτό και δεν υπάρχει αλλαγή.]
Σήμερα, δεν υπάρχει κοινωνικό πρόταγμα πολιτικής αλλαγής, ούτε πολιτική πρόταση κοινωνικής ανάκαμψης. Η πολιτική δεν θέλει μια άλλη κοινωνία, αλλά θέλει την κοινωνία που την υπηρετεί, την συντηρεί και την αναπαράγει.
Εμείς, όμως ως πολίτες, ως Έλληνες, ως κοινωνία, αναρωτιέμαι αν επιθυμούμε την διατήρηση αυτού του συστήματος που κατατείνει στην πνευματική μας εξηλιθίωση και την ηθική μας εξαχρείωση, ή αν πρέπει να σπάσουμε τα δεσμά της βλακείας και της αποχαύνωσης, και να πούμε, επί τέλους, ένα ΟΧΙ στον εμπαιγμό μας και την απομύζηση του ιστορικού και εθνικού μας μέλλοντος, που συστηματικά στεγνώνει από τις στείρες πολιτικές που εφαρμόζονται τα τελευταία χρόνια, κι από τις διάφορες εξουσίες που υφαρπάζουν την εντολή μας με ψεύδη και με απατηλές υποσχέσεις.
Δεν μπορούμε να μένουμε ανένταχτοι στο αύριο, γιατί δεν μπορούμε να μην συμμετέχουμε στην δημιουργία του. Το αντίθετο, θα μας έχει εξουδετερώσει πνευματικά, ηθικά, υπαρξιακά, οντολογικά.
'Οσο για τις εφημερίδες και τον Τύπο, επιχειρήσεις είναι κι αυτές. Κάτι κάνει ο καθένας για να βγάλει το ψωμί του. Να το κάνει. Αρκεί να μην παίρνει το ψωμί από τα χέρι του φτωχού, αρκεί να μην επιδιώκει να βγάλει παντεσπάνι σε βάρος των αναγκεμένων, αρκεί να μην είναι αέρας το προϊόν του. Γιατί, μάλλον θα τον πάρει και θα τον σηκώσει ο ίδιος αυτός αέρας, και δεν θα ξέρει πόσο μακριά θα τον πετάξει και πώς αυτός θα προσγειωθεί.
Δεν αρκεί το μίσος κατά των εχθρών σου για να δημιουργήσεις, να παράγεις και να ζήσεις από το έργο του μίσους. Αυτό, το μίσος, αρκεί προς στιγμήν για να τους επιτεθείς. Το τί θα προκαλέσεις στην συνέχεια, ποτέ δεν το γνωρίζεις.
Το ερώτημα είναι τί κοινωνία θέλουμε να έχουμε, τί κοινωνία θέλουμε να είμαστε. Αυτό δεν το έχουμε συζητήσει αρκετά και δεν θα το αποφασίσουν κάποιοι, για όλους μας. Θα το συζητήσουμε όλοι μαζί. Είναι ζητούμενο.
Έτσι, αν κάποτε ο Τύπος ήταν ο φορέας εκείνος που γνωστοποιούσε στην κοινωνία τις προτάσεις και το έργο των πολιτευομένων (προσώπων και κομμάτων), που προέβαλε και έθετε σε κοινωνικό έλεγχο τις προτάσεις και το έργο των πολιτευομένων και της εξουσίας, σήμερα οι όροι έχουν αλλάξει, και μάλιστα διεθνώς.
Σήμερα η συνεργασία των συμφερόντων ανάμεσα στην εξουσία και τα συγκροτήματα του Τύπου έχει πάρει άλλη μορφή. Εξελίχθηκε σε μια αμοιβαία και οικονομικά αποδοτική αλληλοϋποστήριξη. [Τα συγκροτήματα τύπου, που υποστηρίζουν και ωραιοποιούν τα έργα της εξουσίας δέχονται σε ανταπόδοση «διευκολύνσεις» και ανταμοιβές, που συχνά δεν είναι μόνο... ιδεαλιστικές! Αλλά χειροπιαστές και μετρήσιμες, στον υλικό κόσμο που ζούμε. Είδαμε άπειρα τέτοια δημοσιεύματα εφημερίδων, για τα έργα της μιας εναντίον της άλλης].
Η συστράτευση συγκροτημάτων διεθνώς, στην υποστήριξη μιας πολιτικής και η ενορχηστρωμένη εναντίωση σε μια άλλη, πρωτοφανής σε ένταση, και με εκφραζόμενη την αποστροφή των μεν κατά των δε, είναι ενοχλητική ως αφελής οπαδοποίηση και ως ύποπτος και ιδιοτελής συντεχνιασμός! Ακατανόητη παραμένει η τάση εξάλειψης του πλουραλισμού στις απόψεις, στην πολιτισμική πρόταση και την ιδιαιτερότητα των λαών. Δεν είναι αντιφατικό, ύποπτο κι ανόητο να επιζητούμε την αποδοχή της ιδιαιτερότητας των ατόμων και να καταδικάζουμε την ιδιαιτερότητα και την ιδιομορφία των λαών και των πολιτισμών;
Η φράση δεν διαβάζω εφημερίδες, σήμερα, δεν είναι τόσο αποκρουστική, όσο φαίνεται κατ' αρχήν. Οι εφημερίδες της εποχής, είναι συχνά παραγεμισμένες με αρώματα και πορτοφόλια, σορτσάκια, δίσκους και διάφορα ευτελούς αξίας και καταναλωτικής χρήσης αγαθά, άσχετα με την πληροφόρηση του πολίτη, που σε μια δεύτερη σκέψη, όλα αυτά, τα πετάει. Σήμερα, μιλάμε για ενημέρωση, παραγόμενη από «μέσα » και σε «ποσότητες μη δυνάμενες να καταναλωθούν»!
Η ανεύρεση ενός άρθρου με πολιτικό περιεχόμενο και πνευματικό προσανατολισμό, που να συνιστά πρόταση, να προβληματίζει ή να πληροφορεί, είναι γεγονός τόσο σπάνιο, που όταν συμβαίνει, θα έπρεπε να βραβεύεται! Η εφημερίδα που δεν κατορθώνει να αφήσει τον αναγνώστη σοφώτερο καθώς την κλείνει, έχει επιτύχει τα στάνταρντ της εποχής. Θολούρα, αμφιβολία, έρις, κουτσομπολιό, πληροφορία χωρίς προορισμό και προοπτική, και κινητικότητα, για το τίποτε!
Η συνηθέστερη περίπτωση έχει να κάνει με πολυσχιδή δημοσιογραφική αρθρογραφία με την οποία επιδιώκεται συγκεκριμένα ή/και υποβάλλονται μεθοδευμένα στους αναγνώστες να κατευθυνθούν προς ασαφώς λανθάνουσες και αδιάγνωστες πολιτικές επιλογές για την εξυπηρέτηση προφανώς ξένων συμφερόντων. Συνηθέστατα δε, και προφανώς αντίθετες στα συμφέροντα και τις αξιακές αρχές των ίδιων των πολιτών. Αυτό δεν γίνεται για να βλάψουν τους αναγνώστες [Ποιός επιχειρηματίας λογαριάζει τους πρόθυμους να πληρώσουν!] αλλά, (θα λέγαμε πως μπορεί και να) γίνεται, ώστε με έξοδα των αναγνωστών να προωθηθούν τα οργανωμένα και συνεργαζόμενα συμφέροντα! Αυτό εξ άλλου προκύπτει και από το γεγονός πως ποτέ δεν επανήλθε δημοσιογράφος ή δημοσιογραφικό συγκρότημα για να ζητήσει συγγνώμη, για τα ψέμματα ή τις υπερβολές που δημοσίευσε, ή για την αποτυχημένη του πρόταση ή την υποστήριξη μιας κακής ή αποτυχημένης πολιτικής πρότασης. Κάθε μέρα μας εμφανίζουν την αντίθετη από την χθεσινή τους άποψη, ως κάτι νέο, ενδιαφέρον, που αξίζει να το διαβάσουμε, να συμμετέχουμε στην ανάδειξη και την υποστήριξή του, ή ως κάτι εξαιρετικά σημαντικό που μας αφορά και που θα επηρεάσει άμεσα την ζωή μας.
Η δημοσιογραφικά παρεχόμενη εγρήγορση του ανθρώπου-πολίτη μέσω του Τύπου, είναι συνήθως ισοδύναμη με την παρεχόμενη αντιστοίχως αποχαύνωση. Το ζήτημα έγκειται στην ωριμότητα του ανθρώπου-πολίτη να δεχθεί και να επηρεαστεί από το τυχόν σημαντικό πολιτικό ή όποιο άλλο δημοσιογραφικό μήνυμα δημοσιεύεται στον Τύπο.
Αλλά για να φτάσουμε εκεί, πρέπει ο άνθρωπος να έχει εγκαταλείψει το σπήλαιο της άγνοιας, την ομφαλοσκόπηση, την εφηβική συμμοριοσύμπραξη, το μίσος για την άλλη άποψη, τον αυταρχισμό και την τυραννία του εγώ, τον καθεστωτισμό, αλλά και την παντογνωστική του μοναδικότητα. [Και τόσα άλλα, που ένα μυαλό, δύσκολα μπορεί όλα να τα σκεφθεί]. Κι αυτό θα επιτευχθεί με τις ίδιες εκάστου δυνάμεις, με την αναζήτηση την μόρφωση, την μαθητεία, αλλά και μέσω των κοινωνικών ερεθισμάτων που θα λάβει ως πολίτης, πρωτίστως δε από τα δημοσιεύματα και τις καμπάνιες του ημερήσιου και περιοδικού (ειδικού) Τύπου.
Οι υστερόβουλοι και οι άνοες είναι οι εξαιρετικοί -μεταξύ των πρώτων- ακόλουθοι και υπήκοοι κάθε συστήματος εξουσίας. Είναι οι έναντι πινακίου φακής υποτασσόμενοι, αλλά πλεονεκτούντες ατελευτήτως όταν τελειώσει η φακή. Γιατί αυτοί δεν γνωρίζουν την αλληλεπίδραση και την δημιουργία. Αυτοί γνωρίζουν μόνο την έναντι ανταλλάγματος απολαβή και την οπαδική υποστήριξη της πολιτικής τους ομάδας. Με αυτούς συνομιλεί και υπ' αυτών δορυφορείται αρχικώς το κάθε εν σπαργάνοις πολιτικό μικροσύστημα.
Για την κατηγορία αυτών των «πελατών» και στυλοβατών του συστήματος δεν έχουν καμμιά χρήση η μόρφωση του υποκειμένου, το σχολείο, το δίπλωμα, τα προσόντα. Είναι το ίδιο, είτε αυτά είναι πλαστά και εικονικά, είτε είναι πραγματικά. Αρκεί τα επιδιωκόμενα πολιτικά προτάγματα να υποστηρίζονται και δια του Τύπου και να τελούν υπό την προστασία του.
Αν η αποστασιοποίηση του κοσμάκη από την πολιτική και από τον Τύπο, εγείρει διαμαρτυρίες, ενστάσεις, καταγγελίες και εκσφενδόνιση κατηγοριών, ύβρεων και υποτιμητικών σχολίων από την πλευρά του Τύπου, ας εξηγηθεί γιατί ο Τύπος θορυβήθηκε τόσο πολύ, ξαφνικά, και προς τί όλος αυτός ο χαλασμός;
Αν ο Τύπος, απέστη του λειτουργήματός του, και κατέστη περιχαρώς περιφερόμενος, κουδουνίζοντας τα «χρυσά» στην τσέπη από τις επαγγελματικές Τυπικά εξυπηρετήσεις οικείων και ημετέρων, χωρίς να επισημαίνει τα κοινωνικά προβλήματα, χωρίς να αποδίδει τα γεγονότα όπως αυτά συνέβαιναν χρόνια τώρα, δεν φταίνε εκείνοι που περιφρονήσανε τις φυλλάδες και τα φύλλα, τώρα που εκλείψανε τα μέσα πληρωμής. Μαζί με τα ξερά καήκανε και τα χλωρά. Γιατί και τα χλωρά ήτανε άκαρπα κλαδιά ενός δένδρου που μονάχα απομυζούσε χυμούς από την γή.
Ήτανε άκαρπα κλαδιά αιωνόβιου δένδρου, που στέγνωσε την γή, γιατί δεν σταθήκανε τα δημοσιογραφικά όργανα, να στιγματίσουνε, να επισημάνουνε, να διαφωτίσουνε με την πένα τους,
- τις (μεθοδευμένες ή όχι, δεν έχει σημασία, αλλά, πολιτικά επαγγελματικές) κινητοποιήσεις για την διάλυση των σχολείων (που κατά βάσιν «ξυπνάνε και παιδεύουν» τον άνθρωπο),
- για την καταστροφή μέσω των καταλήψεων κ.ά. δράσεων των παραγωγικών μονάδων,
- για την καταστροφή με εμπρησμούς του εθνικού μας πλούτου,
- για την καταλήστευση της εθνικής περιουσίας,
- για την περιύβριση των οσίων και ιερών της πατρίδας,
- για την καταλήστευση του δημοσίου χρήματος μέσω άχρηστων διορισμών (των ημετέρων), και
- να προτείνουν δημιουργικές ανατροπές ή προτάσεις παραγωγικών λύσεων με οικονομικά αποτελέσματα και σύμμετρο περιορισμό της σπατάλης των επιφανών σε βάρος των ενδεών
- αντί να μας καλούν για συσπείρωση στην αναποτελεσματικότητα.
Ο Τύπος και το πολιτικό σύστημα, αγκαζέ, χρησιμοποιήσανε τον πολίτη ως τον χρήσιμο ηλίθιο, που με έξοδα του τελευταίου, το σύστημα έκανε επανειλημμένως τους κύκλους του. Τώρα πια, ο νοήμων κόσμος, δεν αποφεύγει την σοβαρή ενημέρωση. Γιατί αυτήν, την βρίσκει και την αποκτά, με δικά του μέσα και έρευνα. Και κυρίως, με μελέτη και με γνώση, βαθύτερη και ουσιαστικώτερη. Κι επί πλέον, το ξέρει καλά, πως η παρεχόμενη επαγγελματική «καθημερινή σοβαρή ενημέρωση» τον μπερδεύει, έτσι που του σερβίρεται, ανάμεσα σέ τόσα και τόσα στολίδια και παραγεμίσματα και με τόσο επαμφοτερίζουσα φρασεολογία.
Ειπώθηκε πως υπάρχουν και οι λειτουργικά αναλφάβητοι που δεν μπορούν να κατανοήσουν την πολιτική και οικονομική ορολογία.
Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι «τύποις και ουσία» αναλφάβητοι, ως σημαντικό τμήμα της κοινωνίας, είναι έργο των δομών και των μηχανισμών της πολιτικής και των σκοπών αυτής. Αλλά και των μέσων που χρησιμοποιούνται για την διαφθορά και την εξαγορά των εκάστοτε προθύμων να υπηρετήσουν την εξουσία και να συμμετέχουν στα δείπνα της.
Ο περιστασιακός λειτουργικός αναλφαβητισμός, υπάρχει παντού και είναι κοινωνικά μη αμελητέος. Το ζήτημα αυτό επιδέχεται την ερμηνεία που ο Λεμπέσης προσδίδει στο φαινόμενο της κοινωνικής ποσόστωσης των ηλιθίων ανά τους αιώνες. Παραμένει σταθερό το ποσοστό τους. Αλλά το κρίσιμο μέγεθος πνευματικής εξηλιθίωσης και ηθικής εξαχρείωσης των πολιτών, δημιουργείται από τους μηχανισμούς άγρας και απόκτησης της εξουσίας και τους συνεργούς αυτών.
Οι μηχανισμοί αυτοί σήμερα, έχουν γιγαντωθεί, στην προσπαθειά τους να επιτύχουν τους εξουσιαστικούς τους στόχους, δεδομένης της εκτεταμένης πλειοψηφίας των πολιτών που έχουν πανεπιστημιακά διπλώματα. Το γεγονός αυτό, σημαίνει δυσκολώτερο, δηλ. λιγώτερο εύπιστο, λιγώτερο αφελές ακροατήριο. [Αν και δεν σημαίνει ηθικώτερο, ειλικρινέστερο, ευγενέστερο ή εντιμώτερο πολιτικό ακροατήριο].
Ο Τύπος, που διαχειρίζεται την ενημέρωση του κοινού, δεν ακολουθεί την διαδικασία «ενημέρωσης του πολίτη, ώστε αυτός να κατανοήσει την πολιτική κατάσταση και να επιλέξει την κατάλληλη κατά την γνώμη του πολιτική δύναμη».
Παρατηρείται συνήθως προηγούμενη δημοσιογραφική μεθόδευση έντασης, επαμφοτερίζουσα υπόδειξη λύσεων και μέσα στην γενική σύγχυση ο πολίτης συνήθως προβαίνει στην επιλογή του μη χείρονος κακού.
Η σχέση της εξουσίας με τους ψηφοφόρους δεν είναι πια άμεση, αλλά έχει και την έντονη ανάμιξη του Τύπου, που «ανεβάζει και κατεβάζει κυβερνήσεις», κι αυτό δεν είναι καινούργιο. Εδώ και χρόνια η σχέση της εξουσίας με τον Τύπο είναι αμοιβαία, θερμή, αλληλέγγυος, και... πώς να το πούμε: τό 'να χέρι νίβει τ' άλλο, και τα δυο... το πρόσωπο των κρατούντων, ένθεν και ένθεν! Η εξουσία δεν μπορεί πια να ειπεί στους ψηφοφόρους «σου δίνω κάτι και με ψηφίζεις», γιατί τά'χει ξοδέψει για να πριμοδοτήσει τον κομματικό της Τύπο [προκειμένου αυτός να επιβιώσει, ώστε να εξακολουθήσει να διατυμπανίζει τους άθλους, την δόξα και το μεγαλείο της, που ασφαλώς είναι δεδομένα, εφόσον είναι -και για όσο είναι- εξουσία!]
Η σχέση της εξουσίας με τον πολίτη, μακριά από τον διαφωτισμό που κατάργησε την δουλοπαροικία, εξακολουθεί, παρόλα αυτά, να είναι ακόμη φεουδαρχική, κι ο κάθε πολίτης να είναι ένας «δουλοπάροικος της εξουσίας» που αυτή τον απομυζά μέχρι τελικής του πτώσεως. Και μάλιστα όσο αναντίρρητα ο πολίτης δέχεται την μοίρα που του επιφυλάσσει η εξουσία, τόσο το καλύτερο. Όσο για το πώς θα «χτιστεί» το αναντίρρητο, αυτό πια έχει γίνει απλό αίνιγμα για τα νηπιαγωγεία: Όσο κρατάς μακριά από την σκέψη, την δημιουργία, την ευθύνη και την συνέπεια, τον νέο άνθρωπο, ένα είναι σίγουρο: Τόσο πιο ακατοίκητο θα είναι το κρανίο του!
[Ο άνθρωπος αυτός, ο homo σάπιος, θα ξέρει μόνο δυο λέξεις, δυο φράσεις που του διδάξαμε με το δόγμα του μίσους για τους άλλους, που δεν συμφωνούμε μαζί τους: εγώ θέλω και εσύ δώσε. «Θέλω να φύγει αυτή η εξουσία, δώσε το σήμα να τους διαλύσουμε και να τους επιβληθούμε». Κι έτσι αρχίζει η πολιτική ζωή της σάπιας κοινωνίας. Και το κτίσμα που ανήγειρε ο εθισμός στο «αναντίρρητο», δεν έχει πρόσημο, δεν έχει χρώμα ούτε πολιτικο-κομματική επωνυμία. Η μεθόδευση είναι ίδια. Γι' αυτό και δεν υπάρχει αλλαγή.]
Σήμερα, δεν υπάρχει κοινωνικό πρόταγμα πολιτικής αλλαγής, ούτε πολιτική πρόταση κοινωνικής ανάκαμψης. Η πολιτική δεν θέλει μια άλλη κοινωνία, αλλά θέλει την κοινωνία που την υπηρετεί, την συντηρεί και την αναπαράγει.
Εμείς, όμως ως πολίτες, ως Έλληνες, ως κοινωνία, αναρωτιέμαι αν επιθυμούμε την διατήρηση αυτού του συστήματος που κατατείνει στην πνευματική μας εξηλιθίωση και την ηθική μας εξαχρείωση, ή αν πρέπει να σπάσουμε τα δεσμά της βλακείας και της αποχαύνωσης, και να πούμε, επί τέλους, ένα ΟΧΙ στον εμπαιγμό μας και την απομύζηση του ιστορικού και εθνικού μας μέλλοντος, που συστηματικά στεγνώνει από τις στείρες πολιτικές που εφαρμόζονται τα τελευταία χρόνια, κι από τις διάφορες εξουσίες που υφαρπάζουν την εντολή μας με ψεύδη και με απατηλές υποσχέσεις.
Δεν μπορούμε να μένουμε ανένταχτοι στο αύριο, γιατί δεν μπορούμε να μην συμμετέχουμε στην δημιουργία του. Το αντίθετο, θα μας έχει εξουδετερώσει πνευματικά, ηθικά, υπαρξιακά, οντολογικά.
'Οσο για τις εφημερίδες και τον Τύπο, επιχειρήσεις είναι κι αυτές. Κάτι κάνει ο καθένας για να βγάλει το ψωμί του. Να το κάνει. Αρκεί να μην παίρνει το ψωμί από τα χέρι του φτωχού, αρκεί να μην επιδιώκει να βγάλει παντεσπάνι σε βάρος των αναγκεμένων, αρκεί να μην είναι αέρας το προϊόν του. Γιατί, μάλλον θα τον πάρει και θα τον σηκώσει ο ίδιος αυτός αέρας, και δεν θα ξέρει πόσο μακριά θα τον πετάξει και πώς αυτός θα προσγειωθεί.
Δεν αρκεί το μίσος κατά των εχθρών σου για να δημιουργήσεις, να παράγεις και να ζήσεις από το έργο του μίσους. Αυτό, το μίσος, αρκεί προς στιγμήν για να τους επιτεθείς. Το τί θα προκαλέσεις στην συνέχεια, ποτέ δεν το γνωρίζεις.
Το ερώτημα είναι τί κοινωνία θέλουμε να έχουμε, τί κοινωνία θέλουμε να είμαστε. Αυτό δεν το έχουμε συζητήσει αρκετά και δεν θα το αποφασίσουν κάποιοι, για όλους μας. Θα το συζητήσουμε όλοι μαζί. Είναι ζητούμενο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου