Ο Κόιντος Κικέρων γράφει σε επιστολή[1] τις συμβουλές του στον αδερφό του Μάρκο Κικέρων (τον πιο διάσημο από τους δύο) για το πώς να διασφαλίσει αρκετές ψήφους ώστε να αναλάβει το αξίωμα του ύπατου στο κράτος της Ρώμης. Δεν είναι φυσικά ότι ο Μάρκος δεν ξέρει πώς να κερδίσει ψηφοφόρους, ή υποστήριξη στην ψηφοθηρία, αλλά, όπως του γράφει ο μικρός του αδερφός, είναι χρήσιμο να υπάρχουν συγκεντρωμένα σε ένα μέρος όλα όσα θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει από το οπλοστάσιό του για να κερδίσει το αξίωμα. Το μεγαλύτερο εμπόδιο του Μάρκου αποτελεί το γεγονός πως είναι «νέος άνδρας» (homo novus), είναι δηλαδή ο πρώτος στην οικογένειά του που επιδιώκει αυτό το αξίωμα. Ο Κόιντος θεωρεί πως το μέσο για να ξεπεράσει αυτό το εμπόδιο είναι οι ρητορικές του ικανότητες, τις οποίες έχει τροχίσει μελετώντας το έργο του ρήτορα Δημοσθένη. Ο κόσμος της Ρώμης ελέγχεται με τη ρητορεία –έτσι γοητεύεται και έτσι εμποδίζεται απ’ το να ενοχλεί ή να βλάπτει.
Η πόλη, ένα συνονθύλευμα εθνικοτήτων όπου πρέπει να προσαρμοστεί κανείς σε μια ποικιλία χαρακτήρων, λόγων και αισθημάτων, είναι για τον Κόιντο γεμάτη παγίδες, απάτες, κακίες κάθε είδους, ένα μέρος όπου «πρέπει να υφίστασαι τη θρασύτητα, την κακοβουλία, την υπεροψία, το μίσος, την αυθάδεια του πλήθους». Εχθρότητα και δυσφήμηση κάνουν σχεδόν αδύνατο να ζει κανείς εκεί, και τη δουλειά κάποιου που θέλει να αναλάβει κάποιο αξίωμα με ψήφο του λαού ένα πολύ μεγάλο βάρος. Ο κυνισμός του Κόιντου είναι ολοφάνερος και πρέπει να εννοηθεί πως και ο αδερφός του τον συμμερίζεται. Ενώ δεν έχει ούτε έναν καλό λόγο να πει για το λαό της Ρώμης, μετά από τη ζοφερή πραγματικότητα που περιγράφει παραπάνω συνεχίζει διατεινόμενος πως το χειρότερο χαρακτηριστικό των Ρωμαίων είναι η λήθη˙ η λήθη που συνεπάγεται αχαριστία προς τον Μάρκο για όλα όσα έχει προσφέρει στην καριέρα του σαν δικηγόρος, αγορανόμος και δικαστής, αλλά και για τις εξυπηρετήσεις που έχει κάνει σε επιφανείς άντρες.
«Και επειδή σ’ αυτήν την πόλη το πιο μεγάλο ελάττωμα είναι η λήθη, από τη στιγμή που η διαφθορά εξαπλώνεται, προσπάθησε να κάνεις γνωστή πολύ καλά την αρετή σου και την τιμή σου˙ θέλω να πω ότι πρέπει να καταλάβεις πως εσύ είσαι στην καλύτερη θέση, ώστε οι ανταγωνιστές σου να φοβηθούν ότι θα δικαστούν˙ να μάθουν ότι τους επιτηρείς, ότι τους παρακολουθείς˙ οπότε όχι μόνο θα φοβούνται τη δραστηριότητά σου, το γόητρό σου, τη ρητορική σου δύναμη, αλλά ακόμα και την υποστήριξη που σου παρέχουν οι ιππείς.»
Δεν είναι ότι πρέπει να επιτεθεί ανοιχτά στους υπόλοιπους υποψήφιους με απειλές δικαστηρίων ή ρητές δηλώσεις εναντίον τους, αλλά οι ανταγωνιστές πρέπει να είναι σίγουροι πως, σε περίπτωση που κερδίσει στις εκλογές, αν ο Μάρκος το αποφάσιζε αυτοί θα κινδύνευαν από έναν εχθρό αποφασισμένο και αποτελεσματικό στο να καταστρέψει την καριέρα τους, ίσως και κάτι παραπάνω. Οι απειλές όμως μπορούν να αντικρουστούν εύκολα και δημόσια από τους αντιπάλους, ενώ οι υπόνοιες και οι ψίθυροι λειτουργούν πιο καταλυτικά στην κακοφημία τους. Φυσικά, αν ο Μάρκος βρει στοιχεία κατηγορίας οφείλει να τα χρησιμοποιήσει κατά το δοκούν και προς το συμφέρον του, και μάλιστα είναι υποχρεωμένος να ψάξει για αυτά εφόσον θα του χαρίσουν το πολυπόθητο ρόλο του ύπατου.
Οι ευγενείς ανταγωνιστές του (ο Πόπλιος Γάλβας, ο Λεύκιος Κάσσιος, ο Γάιος Αντώνιος και ο Κατιλίνας) θα τον ζηλεύουν εξαιτίας της πρωτιάς του στην οικογένειά του για τη διεκδίκηση του αξιώματος, και θα κάνουν τα πάντα για να τον υποσκελίσουν. Θα είναι όμως δύσκολο να πουν πως η ευγενική καταγωγή τους είναι καλό κριτήριο της αξίας τους ενώ του Κικέρωνα η κερδισμένη από τα έργα του αξία όχι.
Συνεχίζει γράφοντας: «Όταν κάνουμε εκστρατεία για ένα αξίωμα, πρέπει να εξασφαλίζουμε μεθοδικά δύο πράγματα: την αφοσίωση των φίλων και τη συμπάθεια του λαού». Τρεις είναι οι τρόποι για να κερδηθεί η συμπάθεια: η υποχρέωση, η ελπίδα και η αφιλοκερδής συμπάθεια.
Ο Κόιντος δεν ασχολείται με ρητορείες για το καλό του λαού και το συμφέρον του τόπου. Αυτό είναι δουλειά του υποψήφιου αδερφού του, ο οποίος πρέπει να πουλήσει ελπίδα και κύρος τόσο στους πολίτες όσο και στους επιφανείς άρχοντες που έχουν τη δύναμη επιρροής για να τον αναδείξουν στο αξίωμα. Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας πρέπει να δείχνει δημόσια το πλήθος των φίλων του καθώς και την ποικιλία τους, αλλά και το ποιόν τους. Με το μέρος του έχει επιχειρηματίες (δημοσιώτες), την ιππική τάξη, ευγενείς, όσους είχε υπερασπιστεί επιτυχημένα στο δικαστήριο με τις αγορεύσεις τους, συντεχνίες, νέους που τον ακολουθούν «για να μάθουν την τέχνη της ευγλωττίας», και πιστούς φίλους. Δημόσιες εμφανίσεις με όλους αυτούς αλλά και δημόσια στήριξη εκ μέρους τους θα είναι μεγάλα ατού για αυτόν. Το κομμάτι της νεολαίας που τον ακολουθεί πρέπει να προσεχτεί ιδιαιτέρως αφού, όσον αφορά την ψηφοθηρία, τη διάδοση ειδήσεων και τη συνοδεία του υποψηφίου, οι νέοι είναι που δείχνουν εκπληκτικότερο ζήλο, και μάλιστα ολοφάνερα. Είναι σημαντικό για τον Μάρκο να φαίνεται συνέχεια περιτριγυρισμένος από πολλούς και άξιους. Μια ωραία συνοδεία που τον ακολουθεί στην αγορά φέρνει φήμη και γόητρο.
Όλοι όσοι είναι υποχρεωμένοι στον Κικέρωνα, τώρα είναι η ώρα να ξεπληρώσουν το χρέος τους. Τώρα είναι η ευκαιρία να ανταποδοθούν χάρες και να δοθούν υποσχέσεις. Οι απαιτήσεις, οι υπενθυμίσεις και οι παρακλήσεις πρέπει να πολλαπλασιαστούν με επιμονή για να μη χαθεί η ευκαιρία να ανταποδώσουν όσα του οφείλουν. Εξάλλου, τους συμφέρει να ανταποδώσουν χάρες που τους είχαν εξυπηρετήσει˙ αν δεν το κάνουν θα χάσουν και την εκτίμηση του δικού τους περιβάλλοντος. Η συνεισφορά τους στην εκστρατεία αποτελεί, εκτός από υποχρέωση, ευκαιρία να ξεφορτωθούν «το βάρος του χρέους», όπως γράφει ο Κόιντος, αλλά και να αποφύγουν την κακοφημία που συνεπάγεται η αχαριστία. Και αν οδηγηθούν στο συμπέρασμα πως έχουν να ελπίζουν σε μελλοντική ανταπόδοση αυτής της εξυπηρέτησης, ακόμα καλύτερα. Πρέπει, λοιπόν, ο Μάρκος να παρατηρεί προσεκτικά τη συμπεριφορά τους και να διακρίνει τις ικανότητες και την καταγωγή τους, για να τους μεταχειριστεί κατάλληλα, να υποσχεθεί ταιριαστά στον καθένα οφέλη, και να μη χάνει τον καιρό του με ανίκανους ή ασήμαντους. «Δεν υπάρχει πιο μάταιο πράγμα από το να υπολογίζεις ως οπαδό κάποιον τον οποίο δεν γνωρίζεις καν».
Γι’ αυτούς που τον συμπαθούν αφιλοκερδώς, νύξεις πως συμπαράσταση στην προεκλογική εκστρατεία θα οδηγήσει σε πιο στενή φιλία θα δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για τη στήριξή τους. Κανένα χρήσιμος πολίτης δεν πρέπει να μείνει χωρίς να τον επισκεφτεί ο υποψήφιος. Και σε κανέναν δεν πρέπει να επιτραπεί να ισχυρισθεί αργότερα πως δεν τον παρακάλεσε όταν είχε ευκαιρία και ανάγκη, ούτε ότι δεν το έκανε έντονα κι με επιμονή. Αυτό θα ισοδυναμούσε με σπατάλη ευκαιριών για κέρδος πιθανών ψήφων, αλλά και αφορμή για τον παραμελημένο να πει αργότερα πως δεν τον θυμήθηκε στην ώρα ανάγκης του.
Όσο για τους φίλους, ο Μάρκος θα πρέπει να ευρύνει εννοιολογικά την αντίληψή του για το ποιους θα ονομάζει έτσι, αφού για έναν υποψήφιο πρέπει «η έννοια αυτής της φιλίας να εκλαμβάνεται πιο ευρέως απ’ ό,τι στην καθημερινή ζωή». Οποιοσδήποτε δείχνει το ελάχιστο ενδιαφέρον ή συχνάζει στο σπίτι του πρέπει να θεωρείται ‘φίλος’, η αφοσίωση του οποίου θα αποκτηθεί με ευεργεσίες που του έχει κάνει ή με την υπόσχεση μελλοντικών.
Οι υπόλοιποι, οι πραγματικοί φίλοι, πρέπει να εξασφαλιστεί πως θα τον εκτιμούν και θα τον αγαπούν. Για τον Κόιντο όμως, στον πολιτικό αγώνα δε χωράνε αυθεντικές ανθρώπινες σχέσεις˙ χωρίς περιορισμούς, επιφυλάξεις ή ανταλλάγματα. Αυτές είναι μόνο προϋποθέσεις για την επίτευξη του στόχου. Και προσοχή στους γείτονες, τους πελάτες και τους δούλους! «Διότι τα λόγια που θεμελιώνουν μια φήμη προέρχονται σχεδόν πάντα από τους οικείους». (Εδώ θα ήταν μάλλον δίκαιο να σημειώσουμε πως ο Μάρκος Κικέρων, στον διάλογό του Περί Φιλίας, αποδεικνύεται πολύ πιο ζεστός άνθρωπος απ’ ό,τι πιθανόν θα ήθελε ο Κουίντος να μας κάνει να πιστέψουμε. Η περιγραφή του τού φίλου ως κάτι τόσο πολύτιμο όσο ο ήλιος για τον κόσμο, θα πρέπει να μας κάνει να το ξανασκεφτούμε πριν του αποδώσουμε χαρακτηριστικά όπως «Μακιαβελικός» – αν και ο Μακιαβέλι ο ίδιος θα έπρεπε ίσως να ιδωθεί όχι ως κυνικός, αλλά ρεαλιστής· και ο Ηγεμόνας του ως απλή περιγραφή του κόσμου, όχι ως ηθικολογία.)
Αυτοί που εμφανίζονται απλώς για να χαιρετήσουν, πρέπει να πιστέψουν πως όσο μικρή και να είναι η προσφορά τους, τον αγγίζει βαθύτατα και θα τη θυμάται πολύ καλά. Πρέπει να τους επαινεί, και μάλιστα μπροστά στους φίλους τους, για να αισθανθούν σημαντικοί. Έτσι, όσοι από αυτούς αμφιταλαντεύονται για το ποιον να υποστηρίξουν, θα γίνουν γνήσιοι οπαδοί. Και αν κάποιος από αυτούς είναι εκεί για να ρίξει στάχτη στα μάτια του υποψηφίου ενώ πίσω από την πλάτη του τον κακολογεί, δεν πρέπει να φανεί πως ο υποψήφιος το ξέρει. Ακόμα κι αυτός μπορεί να κερδηθεί. «Το να μην εμπιστεύεσαι εύκολα αποτελεί δείγμα σοφίας», αλλά και η ζήλια κάποιου μπορεί να μετατραπεί σε δήλωση φιλίας, με τον κατάλληλο χειρισμό. Η έχθρα κάποιου, αν προέρχεται επειδή ο Μάρκος επιτέθηκε στα συμφέροντά του σε κάποια προηγούμενη περίσταση, μπορεί να μετατραπεί σε υποστήριξη αν ο τέως προσβαλλόμενος πειστεί πως η επίθεση επήλθε λόγω φιλίας του Μάρκου με τον δικό του αντίπαλο, και άρα μια φιλία με τον Μάρκο θα σημαίνει υπεράσπιση των δικών του συμφερόντων σε μελλοντικές παρόμοιες περιστάσεις.
Το σπίτι του υποψηφίου πρέπει να είναι συνέχεια ανοιχτό σε όλους, και αν δεν είναι συνέχεια γεμάτο σημαίνει πως δεν δίνει αρκετές υποσχέσεις. «Ποτέ δε θα βλέπαμε το σπίτι μας γεμάτο εάν δεχόμασταν μόνο αυτούς που μπορούμε να εξυπηρετήσουμε». ‘Ανοιχτό’ πρέπει να είναι και το ύφος του υποψηφίου, η έκφρασή του. Να δίνει την εντύπωση πως ακούει με ενδιαφέρον το αίτημα του επισκέπτη, να φαίνεται πως είναι γενναιόδωρος και με κατανόηση. Αν το αίτημα είναι κάτι που μπορεί να ικανοποιήσει, να δείξει ότι θα το κάνει με προθυμία, όχι σαν βάρος. Αλλιώς, ο επισκέπτης μπορεί να μην πιστέψει στην πραγματοποίηση της εξυπηρέτησης και να χαθεί η ψήφος.
Αν το αίτημα είναι κάτι που δεν μπορεί να γίνει, δεν πρέπει να του το αρνηθεί. Αν το αρνηθεί, θα δείξει πως είναι «καλός άνδρας». Αν όχι, πως είναι «καλός υποψήφιος». Το πρώτο όμως δεν χαρίζει την επιτυχία. Η υπόσχεση πρέπει να δοθεί ακόμα κι αν δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί. Θα είναι αποκαρδιωτικό για τον επισκέπτη να πάρει αρνητική απάντηση επιτόπου, ενώ αν αργότερα δεν ικανοποιηθεί το αίτημά του, θα είναι πιο εύκολο να κατανοήσει πως υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι για τους οποίους δεν μπορεί να περαιωθεί, ή πως ο Μάρκος δεν είναι σε θέση να του το ικανοποιήσει αυτήν τη στιγμή. «Όλοι προτιμούν ένα ψέμα από μια άρνηση».
Κάποιοι γοητεύονται από ένα πρόσωπο και μια κουβέντα πολύ περισσότερο από την πιθανότητα της μελλοντικής πραγματοποίησης μιας υπόσχεσης. Άλλοι, ζητάνε μια εξυπηρέτηση περισσότερο για να μάθουν αν μπορούν γενικά να υπολογίζουν σε κάποιον, παρά για να πραγματοποιηθεί η συγκεκριμένη χάρη. Ζητάνε ακόμα και κάτι που ξέρουν ότι δεν είναι πραγματοποιήσιμο, αλλά θέλουν να ξέρουν ότι ο υποψήφιος θα είναι στο πλευρό τους και τους καταλαβαίνει˙ ότι είναι ο άνθρωπός τους. Κι αν κάποιος απογοητευτεί αργότερα από την αγνόηση του αιτήματός του, θα είναι πολύ αργά. «Όσο για την οργή εκείνου στον οποίο λες ψέματα, είναι το τελευταίο πράγμα που θα σε απασχολήσει!»
Αν κάτι κάνει εντύπωση στο κείμενο του Κόιντου, δεν είναι το πόσο εξαιρετικό είναι, αλλά η κοινοτοπία του. Και αν κάποιος ζητά απόδειξη του ρητού «η ιστορία επαναλαμβάνεται» δεν νομίζω να χρειαστεί καλύτερο (ή συντομότερο) παράδειγμα από την επιστολή του για να πειστεί. Ο Κόιντος διαβλέπει όσα κάθε μεταγενέστερος πολιτικός που ζητά ψήφους μαθαίνει πολύ γρήγορα στην καριέρα του. Το πώς πρέπει να καλοπιάνει τους επιφανείς και να τους πείθει πως θα δουλέψει για τη σταθερότητα του πολιτεύματος ‘αδειάζοντας’ τους πληβείους, που δεν του είναι εξίσου χρήσιμοι, ενώ μπροστά σε αυτούς μιλάει για ανατροπές στο σύστημα και πρόοδο, το πώς να μοιράζει υποσχέσεις όσο πιο γενικόλογες γίνεται, να απευθύνεται σε όσο το δυνατό μικρότερες ομάδες συμφερόντων αναγνωρίζοντας τις ιδιαιτερότητές της για να τις μεταχειρίζεται αντίστοιχα με τις ανάγκες της, να κάνει εντυπωσιακή την εκστρατεία του με φανφάρες και πολυπληθείς εμφανίσεις στην αγορά, αλλά και την αξία τού να διατηρεί καλά στη μνήμη πρόσωπα και ονόματα των υποστηρικτών του για να δείχνει πιο ανθρώπινο, φιλικό πρόσωπο. Το να κερδίσει ο πολιτικός τη νεανική ψήφο είναι σήμερα όσο σημαντικό ήταν πάντα, αφού αυτοί καλούνται να παίξουν το ρόλο μικρών υποψηφίων, προπαγανδίζοντας πειθήνια και ενεργητικά τις θέσεις του αρχηγού, ενώ ταυτόχρονα η αρνητική διαφήμιση (ή η δυσφήμιση) προτείνεται όχι απλά σαν χρήσιμη αλλά σαν απαραίτητη για την επίτευξη του στόχου.
«Πρόσεξε πολύ ώστε η εκστρατεία σου να είναι εν τέλει μεγαλειώδεις, φωτεινή, εκκωφαντική, δημοφιλής˙ ώστε να έχει ευπρέπεια και παραδειγματική αξιοπρέπεια˙ να ψάξεις να βρεις κάποιο στοιχείο ενοχοποιητικό για τους ανταγωνιστές σου (έγκλημα, διαφθορά ή ανηθικότητα) σύμφωνα με το χαρακτήρα τους».
Από όπου και αν προέρχεται η γνώση του Μάρκου Κικέρωνα της πολιτικής στρατηγικής που παρουσιάζεται στην επιστολή, είτε την απόκτησε από τον αδερφό του είτε μέσα από τη δική του τριβή στην πολιτική σκηνή της Ρώμης, την επόμενη χρονιά (το 63 π.Χ., όταν ήταν 43 χρόνων) κέρδισε στις εκλογές το αξίωμα του ύπατου ακολουθώντας αυτές ακριβώς τις συμβουλές, οι οποίες, μοιραία, θα είναι χρήσιμες σε κάθε υποψήφιο για κάθε αξίωμα.
---------------
[1] Εφόσον η επιστολή είναι γραμμένη σε ρητορική μορφή, η οποία δεν θα περιμέναμε να χρησιμοποιείται σε γράμμα προς τον αδερφό του συγγραφέα, η αυθεντικότητά της έχει αμφισβητηθεί. Όμως, από τη στιγμή που αυτό που είναι σημαντικό εδώ είναι το περιεχόμενο του κειμένου και όχι η ταυτότητα του συγγραφέα, αυτό έχει μικρή σημασία. Επιπροσθέτως, θα το έβρισκα άστοχο να πει κανείς πως αυτά που περιγράφονται δεν αφορούν την πραγματικότητα της πολιτικής σκηνής.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου