ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων [στρ. γ]
ἀκέσματ᾽ ἄνδρεσσι καὶ γυναιξὶ νέμει,
65 πόρεν τε κίθαριν, δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ,
ἀπόλεμον ἀγαγών
ἐς πραπίδας εὐνομίαν,
μυχόν τ᾽ ἀμφέπει
μαντήϊον· τῷ {καὶ} Λακεδαίμονι
70 ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ
ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος
ἐκγόνους Αἰγιμιοῦ τε. τὸ δ᾽ ἐμὸν γαρύει
ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος,
ὅθεν γεγενναμένοι [αντ. γ]
75 ἵκοντο Θήρανδε φῶτες Αἰγεΐδαι,
ἐμοὶ πατέρες, οὐ θεῶν ἄτερ, ἀλλὰ Μοῖρά τις ἄγεν·
πολύθυτον ἔρανον
ἔνθεν ἀναδεξάμενοι,
Ἄπολλον, τεᾷ,
80 Καρνήϊ᾽, ἐν δαιτὶ σεβίζομεν
Κυράνας ἀγακτιμέναν πόλιν·
ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι
Τρῶες Ἀντανορίδαι· σὺν Ἑλένᾳ γὰρ μόλον,
καπνωθεῖσαν πάτραν ἐπεὶ ἴδον
85 ἐν Ἄρει· τὸ δ᾽ ἐλάσιππον ἔθνος ἐνδυκέως [επωδ. γ]
δέκονται θυσίαισιν ἄνδρες οἰχνέοντές σφε δωροφόροι,
τοὺς Ἀριστοτέλης ἄγαγε ναυσὶ θοαῖς
ἁλὸς βαθεῖαν κέλευθον ἀνοίγων.
κτίσεν δ᾽ ἄλσεα μείζονα θεῶν,
90 εὐθύτομόν τε κατέθηκεν Ἀπολλωνίαις
ἀλεξιμβρότοις πεδιάδα πομπαῖς
ἔμμεν ἱππόκροτον
σκυρωτὰν ὁδόν, ἔνθα πρυ-
μνοῖς ἀγορᾶς ἔπι δίχα κεῖται θανών·
***
Αυτός και τις βαριές αρρώστιες ανδρών και γυναικών [στρ. γ]65γιατρεύει, και την κιθάρα χάρισε, και σε όσους θέλειδίνει τη Μούσα, και την ειρηνική μες στις καρδιέςτην ευνομία φέρνει, και το ιερό μαντείο κυβερνά.Αυτός στη Λακεδαίμονα εγκατέστησε70και στο Άργος και στην Πύλο την ιερήτους αντρειωμένους απογόνους του Ηρακλή και του Αιγιμιού.Και την εράσμια δόξα μου προφήτεψε πως θά ᾽ρθειαπό τη Σπάρτη,
75απ᾽ όπου γεννημένοι φτάσανε στη Θήρα [αντ. γ]οι πρόγονοί μου οι Αιγείδες,με των θεών το θέλημακαι από κάποια Μοίρα οδηγημένοι·εκείθε παραλάβαμε κι εμείς, ω Κάρνειε Απόλλωνα,το πλούσιο σε θυσίες ιερό συμπόσιο,80όπου τιμούμε στη γιορτή σουτην ομορφοχτισμένη πόλη της Κυρήνης.Αυτήν την κατοικούν οι ξένοι με τα χάλκινα κοντάρια,οι Τρώες Αντηνορίδες· γιατί έφτασαν εδώ μαζί με την Ελένη,αφού είδαν την πατρίδα τους στάχτη ότι εγίνη από τον Άρη.
85Εκείνο το πλήθος των καβαλάρηδων υποδέχονται [επωδ. γ]όπως ταιριάζει με θυσίες, και φέρνουν δώραοι άντρες, που με τα γοργά καράβια ο Αριστοτέληςδρόμο ανοίγοντας τους έφερε μέσ᾽ από το βαθύ πέλαγος.Κι έχτισε τα μεγάλα ιερά των θεών90κι εχάραξε έναν δρόμο ολόισιο και ομαλόγια τις απολλώνειες πομπές που σώζουν τους ανθρώπους,δρόμο πλακόστρωτο όπου αντηχεί το βήμα των αλόγων,κι εκεί, σαν πέθανε, ξέχωρα κείτεται στης αγοράς την άκρη·
ἀκέσματ᾽ ἄνδρεσσι καὶ γυναιξὶ νέμει,
65 πόρεν τε κίθαριν, δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ,
ἀπόλεμον ἀγαγών
ἐς πραπίδας εὐνομίαν,
μυχόν τ᾽ ἀμφέπει
μαντήϊον· τῷ {καὶ} Λακεδαίμονι
70 ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ
ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος
ἐκγόνους Αἰγιμιοῦ τε. τὸ δ᾽ ἐμὸν γαρύει
ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος,
ὅθεν γεγενναμένοι [αντ. γ]
75 ἵκοντο Θήρανδε φῶτες Αἰγεΐδαι,
ἐμοὶ πατέρες, οὐ θεῶν ἄτερ, ἀλλὰ Μοῖρά τις ἄγεν·
πολύθυτον ἔρανον
ἔνθεν ἀναδεξάμενοι,
Ἄπολλον, τεᾷ,
80 Καρνήϊ᾽, ἐν δαιτὶ σεβίζομεν
Κυράνας ἀγακτιμέναν πόλιν·
ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι
Τρῶες Ἀντανορίδαι· σὺν Ἑλένᾳ γὰρ μόλον,
καπνωθεῖσαν πάτραν ἐπεὶ ἴδον
85 ἐν Ἄρει· τὸ δ᾽ ἐλάσιππον ἔθνος ἐνδυκέως [επωδ. γ]
δέκονται θυσίαισιν ἄνδρες οἰχνέοντές σφε δωροφόροι,
τοὺς Ἀριστοτέλης ἄγαγε ναυσὶ θοαῖς
ἁλὸς βαθεῖαν κέλευθον ἀνοίγων.
κτίσεν δ᾽ ἄλσεα μείζονα θεῶν,
90 εὐθύτομόν τε κατέθηκεν Ἀπολλωνίαις
ἀλεξιμβρότοις πεδιάδα πομπαῖς
ἔμμεν ἱππόκροτον
σκυρωτὰν ὁδόν, ἔνθα πρυ-
μνοῖς ἀγορᾶς ἔπι δίχα κεῖται θανών·
***
Αυτός και τις βαριές αρρώστιες ανδρών και γυναικών [στρ. γ]65γιατρεύει, και την κιθάρα χάρισε, και σε όσους θέλειδίνει τη Μούσα, και την ειρηνική μες στις καρδιέςτην ευνομία φέρνει, και το ιερό μαντείο κυβερνά.Αυτός στη Λακεδαίμονα εγκατέστησε70και στο Άργος και στην Πύλο την ιερήτους αντρειωμένους απογόνους του Ηρακλή και του Αιγιμιού.Και την εράσμια δόξα μου προφήτεψε πως θά ᾽ρθειαπό τη Σπάρτη,
75απ᾽ όπου γεννημένοι φτάσανε στη Θήρα [αντ. γ]οι πρόγονοί μου οι Αιγείδες,με των θεών το θέλημακαι από κάποια Μοίρα οδηγημένοι·εκείθε παραλάβαμε κι εμείς, ω Κάρνειε Απόλλωνα,το πλούσιο σε θυσίες ιερό συμπόσιο,80όπου τιμούμε στη γιορτή σουτην ομορφοχτισμένη πόλη της Κυρήνης.Αυτήν την κατοικούν οι ξένοι με τα χάλκινα κοντάρια,οι Τρώες Αντηνορίδες· γιατί έφτασαν εδώ μαζί με την Ελένη,αφού είδαν την πατρίδα τους στάχτη ότι εγίνη από τον Άρη.
85Εκείνο το πλήθος των καβαλάρηδων υποδέχονται [επωδ. γ]όπως ταιριάζει με θυσίες, και φέρνουν δώραοι άντρες, που με τα γοργά καράβια ο Αριστοτέληςδρόμο ανοίγοντας τους έφερε μέσ᾽ από το βαθύ πέλαγος.Κι έχτισε τα μεγάλα ιερά των θεών90κι εχάραξε έναν δρόμο ολόισιο και ομαλόγια τις απολλώνειες πομπές που σώζουν τους ανθρώπους,δρόμο πλακόστρωτο όπου αντηχεί το βήμα των αλόγων,κι εκεί, σαν πέθανε, ξέχωρα κείτεται στης αγοράς την άκρη·
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου