Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου 2023

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΠΛΑΤΩΝ, ΙΠΠΙΑΣ ΕΛΑΤΤΩΝ

ΠΛ ΙππΕ 372a–373a

Ένα δείγμα της σωκρατικής προσποίησης άγνοιας

Στον παράδοξο αυτόν διάλογο ο Σωκράτης ελέγχει τον σοφιστή Ιππία, που υποστήριξε ότι ο Αχιλλέας, σε αντίθεση με τον πανούργο Οδυσσέα, ήταν ο πιο άξιος ανάμεσα στους Έλληνες που εξεστράτευσαν στην Τροία. Με αφορμή ένα χωρίο της Ιλιάδας ο Σωκράτης ισχυρίστηκε ότι ο Αχιλλέας, όπως και οποιοσδήποτε που λόγω άγνοιας λέει ψέματα ακούσια, ήταν κατώτερος από κάποιον που είχε επίγνωση ότι έλεγε ψέματα. Η θέση αυτή προκάλεσε την αντίδραση του Ιππία. Η απάντηση του Σωκράτη ακολουθεί.


ΣΩ. Ὁρᾷς, ὦ Ἱππία, ὅτι ἐγὼ ἀληθῆ λέγω, λέγων ὡς
[372b] λιπαρής εἰμι πρὸς τὰς ἐρωτήσεις τῶν σοφῶν; καὶ κινδυνεύω
ἓν μόνον ἔχειν τοῦτο ἀγαθόν, τἆλλα ἔχων πάνυ φαῦλα·
τῶν μὲν γὰρ πραγμάτων ᾗ ἔχει ἔσφαλμαι, καὶ οὐκ οἶδ’ ὅπῃ
ἐστί. τεκμήριον δέ μοι τούτου ἱκανόν, ὅτι ἐπειδὰν συγγέ-
νωμαί τῳ ὑμῶν τῶν εὐδοκιμούντων ἐπὶ σοφίᾳ καὶ οἷς οἱ
Ἕλληνες πάντες μάρτυρές εἰσι τῆς σοφίας, φαίνομαι οὐδὲν
εἰδώς· οὐδὲν γάρ μοι δοκεῖ τῶν αὐτῶν καὶ ὑμῖν, ὡς ἔπος
[372c] εἰπεῖν. καίτοι τί μεῖζον ἀμαθίας τεκμήριον ἢ ἐπειδάν τις
σοφοῖς ἀνδράσι διαφέρηται; ἓν δὲ τοῦτο θαυμάσιον ἔχω
ἀγαθόν, ὅ με σῴζει· οὐ γὰρ αἰσχύνομαι μανθάνων, ἀλλὰ
πυνθάνομαι καὶ ἐρωτῶ καὶ χάριν πολλὴν ἔχω τῷ ἀποκρινο-
μένῳ, καὶ οὐδένα πώποτε ἀπεστέρησα χάριτος. οὐ γὰρ πώ-
ποτε ἔξαρνος ἐγενόμην μαθών τι, ἐμαυτοῦ ποιούμενος τὸ
μάθημα εἶναι ὡς εὕρημα· ἀλλ’ ἐγκωμιάζω τὸν διδάξαντά με
ὡς σοφὸν ὄντα, ἀποφαίνων ἃ ἔμαθον παρ’ αὐτοῦ. καὶ δὴ καὶ
[372d] νῦν ἃ σὺ λέγεις οὐχ ὁμολογῶ σοι, ἀλλὰ διαφέρομαι πάνυ
σφόδρα· καὶ τοῦτ’ εὖ οἶδα ὅτι δι’ ἐμὲ γίγνεται, ὅτι τοιοῦτός
εἰμι οἷόσπερ εἰμί, ἵνα μηδὲν ἐμαυτὸν μεῖζον εἴπω. ἐμοὶ
γὰρ φαίνεται, ὦ Ἱππία, πᾶν τοὐναντίον ἢ ὃ σὺ λέγεις· οἱ
βλάπτοντες τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἀδικοῦντες καὶ ψευδόμενοι
καὶ ἐξαπατῶντες καὶ ἁμαρτάνοντες ἑκόντες ἀλλὰ μὴ ἄκοντες,
βελτίους εἶναι ἢ οἱ ἄκοντες. ἐνίοτε μέντοι καὶ τοὐναντίον
δοκεῖ μοι τούτων καὶ πλανῶμαι περὶ ταῦτα, δῆλον ὅτι διὰ
[372e] τὸ μὴ εἰδέναι· νυνὶ δὲ ἐν τῷ παρόντι μοι ὥσπερ κατηβολὴ
περιελήλυθεν, καὶ δοκοῦσί μοι οἱ ἑκόντες ἐξαμαρτάνοντες
περί τι βελτίους εἶναι τῶν ἀκόντων. αἰτιῶμαι δὲ τοῦ νῦν
παρόντος παθήματος τοὺς ἔμπροσθεν λόγους αἰτίους εἶναι,
ὥστε φαίνεσθαι νῦν ἐν τῷ παρόντι τοὺς ἄκοντας τούτων
ἕκαστα ποιοῦντας πονηροτέρους ἢ τοὺς ἑκόντας. σὺ οὖν
χάρισαι καὶ μὴ φθονήσῃς ἰάσασθαι τὴν ψυχήν μου· πολὺ
[373a] γάρ τοι μεῖζόν με ἀγαθὸν ἐργάσῃ ἀμαθίας παύσας τὴν ψυχὴν
ἢ νόσου τὸ σῶμα. μακρὸν μὲν οὖν λόγον εἰ ’θέλεις λέγειν,
προλέγω σοι ὅτι οὐκ ἄν με ἰάσαιο ―οὐ γὰρ ἂν ἀκολουθήσαιμι―
ὥσπερ δὲ ἄρτι εἰ ’θέλεις μοι ἀποκρίνεσθαι, πάνυ ὀνήσεις,
οἶμαι δὲ οὐδ’ αὐτὸν σὲ βλαβήσεσθαι. δικαίως δ’ ἂν καὶ σὲ
παρακαλοίην, ὦ παῖ Ἀπημάντου· σὺ γάρ με ἐπῆρας Ἱππίᾳ
διαλέγεσθαι, καὶ νῦν, ἐὰν μή μοι ἐθέλῃ Ἱππίας ἀποκρίνεσθαι,
δέου αὐτοῦ ὑπὲρ ἐμοῦ.

***
Σωκράτης: Βλέπεις, καλέ Ιππία, ότι εγώ λέγω την αλήθειαν, διισχυριζόμενος ότι είμαι προσκολλημένος εις τας ερωτήσεις των σοφών; Και σχεδόν αυτό και μόνον το καλόν έχω επάνω μου, ενώ όλα τα άλλα μου είναι ποταπά. Δηλαδή όσον διά τα πράγματα πλανώμαι, και δεν γνωρίζω πώς είναι. Απόδειξις δε τούτου είναι ότι, όταν συναναστραφώ κανένα από σας που φημίζεσθε διά την σοφίαν σας και διά τους οποίους όλοι οι Έλληνες μαρτυρούν την σοφίαν των, αποδεικνύομαι ότι δεν γνωρίζω τίποτε. Διότι εις τίποτε δεν συμφωνεί η γνώμη μου μαζί σας, διά να ειπώ ούτω πως. Και βεβαίως ποία μεγαλιτέρα απόδειξις υπάρχει διά την αμάθειαν παρά το να διαφωνή κανείς με τους σοφούς άνδρας; Έχω όμως τούτο μόνον το αξιοθαύμαστον προτέρημα, το οποίον με σώζει. Δηλαδή δεν εντρέπομαι να μανθάνω, αλλά εξετάζω και ερωτώ και γνωρίζω μεγάλην χάριν εις τον αποκρινόμενον, και κανένα έως τώρα δεν τον εστέρησα την οφειλομένην χάριν. Δηλαδή ποτέ μου δεν ηρνήθην ότι έμαθα κάτι τι, και δεν είπα ότι είναι ιδικόν μου το μάθημα ως να το ευρήκα στον δρόμον. Αλλά εγκωμιάζω εκείνον που με εδίδαξε ως σοφόν, και αποδεικνύω τι έμαθα από αυτόν. Ομοίως και τώρα εις όσα λέγεις συ δεν συμφωνώ, αλλά πάρα πολύ διαφωνώ. Και αυτό γνωρίζω καλά ότι γίνεται εξ αιτίας μου, δηλαδή διότι είμαι όπως είμαι, διά να μην ειπώ τίποτε μεγαλίτερον διά τον εαυτόν μου. Δηλαδή εις εμέ φαίνεται, Ιππία μου, όλως το αντίθετον από ό,τι λέγεις συ· ότι δηλαδή όσοι βλάπτουν τους ανθρώπους και τους αδικούν και τους εξαπατούν και σφάλλουν εκουσίως, και όχι ακουσίως, είναι καλλίτεροι παρά όσοι το κάμνουν ακουσίως. Κάποτε όμως φρονώ και το αντίθετον από αυτά και πλανώμαι ως προς αυτά, βεβαίως διότι δεν γνωρίζω. Τώρα λοιπόν αυτήν την στιγμήν μου ήλθε ωσάν περίοδος παροξυσμού και μου φαίνονται οι εκουσίως σφάλλοντες εις τι ότι είναι καλλίτεροι από τους ακουσίως. Λοιπόν προφασίζομαι με το τωρινόν μου αυτό πάθημα ότι πταίουν οι προηγούμενοι λόγοι, ώστε να μου φαίνεται αυτήν την στιγμήν ότι όσοι κάμνουν έκαστον από αυτά ακουσίως είναι πονηρότεροι παρά οι εκουσίως. Συ λοιπόν κάνε μου την χάριν και μη φθονήσης να μου ιατρεύσης την ψυχήν μου. Διότι πολύ μεγαλίτερον καλόν θα μου κάμης, αν θεραπεύσης την ψυχήν μου από την αμάθειαν παρά το σώμα από ασθένειαν. Και λοιπόν, εάν μεν θελήσης να ειπής μακρόν λόγον, σου το προλέγω, ότι δεν είναι δυνατόν να με θεραπεύσης ―διότι δεν θα ημπορέσω να τον παρακολουθήσω― αν θέλης όμως να μου απαντήσης καθώς προηγουμένως, πολύ θα με ωφελήσης, νομίζω δε ότι δεν θα βλαφθής και συ ο ίδιος. Είναι δίκαιον δε να παρακαλέσω και σε, υιέ του Απημάντου. Διότι συ με έβαλες να συζητήσω με τον Ιππίαν. Δι' αυτό και τώρα, εάν δεν θελήση να μου απαντήση ο Ιππίας, συ παρακάλεσέ τον εκ μέρους μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου