Πέμπτη 29 Ιουνίου 2023

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΞΕΝΟΦΩΝ, ΚΥΡΟΥ ΑΝΑΒΑΣΙΣ

ΞΕΝ ΚΑναβ 7.6.16–7.6.26

Ο Ξενοφώντας ανασκευάζει τις κατηγορίες για πλουτισμό σε βάρος του στρατεύματος

Ο Σεύθης, που φιλοδοξούσε να ανακτήσει τον θρόνο των Μελανδιτών και Τρανιψών Θρακών, στρατολόγησε τους εναπομείναντες Μυρίους. Μετά από δύο μήνες κατέφθασαν απεσταλμένοι των Σπαρτιατών, προτείνοντάς του να επιτρέψει να ενταχθούν οι έλληνες μισθοφόροι στις σπαρτιατικές δυνάμεις που θα εξεστράτευαν υπό τον Θίβρωνα εναντίον του Πέρση σατράπη Τισσαφέρνη, ώστε να αποφύγει να καταβάλει τους μισθούς των Μυρίων. Στη συνέλευση που ακολούθησε κάποιοι κατηγόρησαν τον Ξενοφώντα για πλουτισμό σε βάρος τους, λόγω της επιμονής του να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στον Σεύθη. Ακολουθεί απόσπασμα από τον απαντητικό του λόγο.


[7.6.16] ἀλλ’ εἴποιτ’ ἂν ὅτι ἔξεστι καὶ τὰ
ὑμέτερα ἔχοντα παρὰ Σεύθου τεχνάζειν. οὐκοῦν δῆλον τοῦτό
γέ ἐστιν, εἴπερ ἐμοὶ ἐτέλει τι Σεύθης, οὐχ οὕτως ἐτέλει
δήπου ὡς ὧν τε ἐμοὶ δοίη στέροιτο καὶ ἄλλα ὑμῖν ἀποτείσειεν,
ἀλλ’ οἶμαι, εἰ ἐδίδου, ἐπὶ τούτῳ ἂν ἐδίδου ὅπως ἐμοὶ δοὺς
μεῖον μὴ ἀποδοίη ὑμῖν τὸ πλέον. [7.6.17] εἰ τοίνυν οὕτως ἔχειν
οἴεσθε, ἔξεστιν ὑμῖν αὐτίκα μάλα ματαίαν ταύτην τὴν πρᾶξιν
ἀμφοτέροις ἡμῖν ποιῆσαι, ἐὰν πράττητε αὐτὸν τὰ χρήματα.
δῆλον γὰρ ὅτι Σεύθης, εἰ ἔχω τι παρ’ αὐτοῦ, ἀπαιτήσει με,
καὶ ἀπαιτήσει μέντοι δικαίως, ἐὰν μὴ βεβαιῶ τὴν πρᾶξιν
αὐτῷ ἐφ’ ᾗ ἐδωροδόκουν. [7.6.18] ἀλλὰ πολλοῦ μοι δοκῶ δεῖν τὰ
ὑμέτερα ἔχειν· ὀμνύω γὰρ ὑμῖν θεοὺς ἅπαντας καὶ πάσας
μηδ’ ἃ ἐμοὶ ἰδίᾳ ὑπέσχετο Σεύθης ἔχειν· πάρεστι δὲ καὶ
αὐτὸς καὶ ἀκούων σύνοιδέ μοι εἰ ἐπιορκῶ· [7.6.19] ἵνα δὲ μᾶλλον
θαυμάσητε, συνεπόμνυμι μηδὲ ἃ οἱ ἄλλοι στρατηγοὶ ἔλαβον
εἰληφέναι, μὴ τοίνυν μηδὲ ὅσα τῶν λοχαγῶν ἔνιοι. [7.6.20] καὶ τί
δὴ ταῦτ’ ἐποίουν; ᾤμην, ἄνδρες, ὅσῳ, μᾶλλον συμφέροιμι
τούτῳ τὴν τότε πενίαν, τοσούτῳ μᾶλλον αὐτὸν φίλον ποιή-
σεσθαι, ὁπότε δυνασθείη. ἐγὼ δὲ ἅμα τε αὐτὸν ὁρῶ εὖ
πράττοντα καὶ γιγνώσκω δὴ αὐτοῦ τὴν γνώμην. [7.6.21] εἴποι δή τις
ἄν, οὔκουν αἰσχύνῃ οὕτω μώρως ἐξαπατώμενος; ναὶ μὰ Δία
ᾐσχυνόμην μεντἄν, εἰ ὑπὸ πολεμίου γε ὄντος ἐξηπατήθην·
φίλῳ δὲ ὄντι ἐξαπατᾶν αἴσχιόν μοι δοκεῖ εἶναι ἢ ἐξαπατᾶσθαι.
[7.6.22] ἐπεὶ εἴ γε πρὸς φίλους ἐστὶ φυλακή, πᾶσαν οἶδα ἡμᾶς φυλαξα-
μένους ὡς μὴ παρασχεῖν τούτῳ πρόφασιν δικαίαν μὴ ἀποδι-
δόναι ἡμῖν ἃ ὑπέσχετο· οὔτε γὰρ ἠδικήσαμεν τοῦτον οὐδὲν
οὔτε κατεβλακεύσαμεν τὰ τούτου οὐδὲ μὴν κατεδειλιάσαμεν
οὐδὲν ἐφ’ ὅ τι ἡμᾶς οὗτος παρεκάλεσεν. [7.6.23] ἀλλά, φαίητε ἄν,
ἔδει τὰ ἐνέχυρα τότε λαβεῖν, ὡς μηδ’ εἰ ἐβούλετο ἐδύνατο
ἐξαπατᾶν. πρὸς ταῦτα δὴ ἀκούσατε ἃ ἐγὼ οὐκ ἄν ποτε εἶπον
τούτου ἐναντίον, εἰ μή μοι παντάπασιν ἀγνώμονες ἐδοκεῖτε
εἶναι ἢ λίαν εἰς ἐμὲ ἀχάριστοι. [7.6.24] ἀναμνήσθητε γὰρ ἐν ποίοις
τισὶ πράγμασιν ὄντες ἐτυγχάνετε, ἐξ ὧν ὑμᾶς ἐγὼ ἀνήγαγον
πρὸς Σεύθην. οὐκ εἰς μὲν Πέρινθον προσῇτε [πόλιν], Ἀρί-
σταρχος δ’ ὑμᾶς ὁ Λακεδαιμόνιος οὐκ εἴα εἰσιέναι ἀποκλείσας
τὰς πύλας; ὑπαίθριοι δ’ ἔξω ἐστρατοπεδεύετε, μέσος δὲ
χειμὼν ἦν, ἀγορᾷ δὲ ἐχρῆσθε σπάνια μὲν ὁρῶντες τὰ ὤνια,
σπάνια δ’ ἔχοντες ὅτων ὠνήσεσθε, ἀνάγκη δὲ ἦν μένειν ἐπὶ
Θρᾴκης· [7.6.25] τριήρεις γὰρ ἐφορμοῦσαι ἐκώλυον διαπλεῖν· εἰ δὲ
μένοι τις, ἐν πολεμίᾳ εἶναι, ἔνθα πολλοὶ μὲν ἱππεῖς ἦσαν
ἐναντίοι, πολλοὶ δὲ πελτασταί, [7.6.26] ἡμῖν δὲ ὁπλιτικὸν μὲν ἦν ᾧ
ἁθρόοι μὲν ἰόντες ἐπὶ τὰς κώμας ἴσως ἂν ἐδυνάμεθα σῖτον
λαμβάνειν οὐδέν τι ἄφθονον, ὅτῳ δὲ διώκοντες ἂν ἢ ἀνδράποδα
ἢ πρόβατα κατελαμβάνομεν οὐκ ἦν ἡμῖν· οὔτε γὰρ ἱππικὸν
οὔτε πελταστικὸν ἔτι ἐγὼ συνεστηκὸς κατέλαβον παρ’ ὑμῖν.

***
Αλλ' ηθέλετε είπει ότι είναι δυνατόν εις εμέ και να μεταχειρίζωμαι τρόπους προς εξαπάτησίν σας, έχων παρά του Σεύθου όσα σας ανήκουν. Λοιπόν το εξής βεβαίως είναι φανερόν, ότι δηλαδή, εάν ο Σεύθης μου έδιδε κάτι, δεν θα το έδιδε βεβαίως ούτως ώστε να στερηθή αυτά, τα οποία ήθελε δώσει εις εμέ, και διά να πληρώση άλλα εις σας, αλλά, νομίζω, εάν έδιδε κάτι, θα το έδιδε βεβαίως με τον σκοπόν τούτον, όπως δίδων εις εμέ ολιγώτερα, μη αποδώση εις σας τα περισσότερα (τον μισθόν σας). Εάν λοιπόν πιστεύετε ότι τα πράγματα έχουν τοιουτοτρόπως, δύνασθε τώρα αμέσως μάλιστα να καταστήσετε ανωφελή και διά τους δύο μας την πράξιν ταύτην της δωροδοκίας, εάν ζητήσητε από αυτόν τα χρήματα. Διότι είναι φανερόν, ότι ο Σεύθης, εάν έχω λάβει τι από αυτόν, θα μου το ζητήση μάλιστα πολύ δικαίως, εάν δεν αποδείξω ως γενομένην πράγματι την πράξιν διά την οποίαν ελάμβανον τα χρήματα. Αλλά νομίζω ότι πολύ απέχω από του να έχω λάβει όσα σας ανήκουν∙ διότι, ορκίζομαι εις όλους τους θεούς και τας θεάς ότι δεν έλαβον ούτε εκείνα, τα οποία μου υπεσχέθη ο Σεύθης. Είναι δε παρών αυτός ο ίδιος και ακούων δύναται να μαρτυρήση, αν επιορκώ∙ διά να εκπλαγήτε δε ακόμη περισσότερον, σας ορκίζομαι επιπροσθέτως ότι δεν έχω λάβει ούτε εκείνα τα οποία έλαβον οι άλλοι στρατηγοί, αλλ' ούτε ακόμη και όσα έλαβον μερικοί από τους λοχαγούς. Διατί λοιπόν ενήργησα τοιουτοτρόπως; ενόμιζον, στρατιώται, ότι όσον ήθελον υποφέρει μαζί με τον Σεύθην την τότε πενίαν του, τόσον περισσότερον θα τον έκαμνα φίλον, όταν ήθελε δυνηθή να μας ωφελήση. Εγώ δε σήμερον τον βλέπω να ευτυχή και συγχρόνως αντελήφθην με ποίον έχω να κάμω.

»Λοιπόν, δύναταί τις να είπη, δεν εντρέπεσαι να εξαπατάσαι τόσον μωρώς; Ναι, μα τον Δία, θα εντρεπόμουν βεβαίως, εάν εξηπατώμην από κάποιον, ο οποίος ήτο εχθρός∙ διότι νομίζω ότι είναι αισχρότερον να εξαπατώ κάποιον, ενώ είμαι φίλος του, παρά να εξαπατώμαι υπ' αυτού. Πράγματι, εάν πρέπει να λαμβάνεται κάποια προφύλαξις απέναντι των φίλων, γνωρίζω ότι σεις ελάβετε πάσαν προφύλαξιν ώστε να μη του δώσετε πρόφασιν δικαίαν διά να μη μας δώση όσα υπεσχέθη∙ διότι ούτε τον ηδικήσαμεν καθόλου, ούτε από οκνηρίαν παρημελήσαμεν τας υποθέσεις του, αλλ' ούτε και εφάνημεν, έστω και κατ' ελάχιστον, δειλοί οπουδήποτε μας προσεκάλεσεν εις βοήθειάν του. Αλλά, δύνασθε να είπετε, έπρεπε τότε να λάβω εγγυήσεις, ώστε και αν ακόμη ήθελε, να μη δύναται να μας εξαπατά. Εν σχέσει προς αυτά λοιπόν ακούσατε εκείνα τα οποία εγώ ουδέποτε θα έλεγον ενώπιον τούτου, εάν δεν μου εφαίνεσθε ότι είσθε τελείως αγνώμονες και πάρα πολύ αχάριστοι απέαντί μου. Ενθυμηθήτε εις ποίαν κατάστασιν ευρίσκεσθε, από την οποίαν εγώ σας έβγαλα και σας ωδήγησα προς τον Σεύθην. Μήπως εις την Πέρινθον, ότε επλησιάζετε προς την πόλιν, ο Αρίσταρχος ο Λακεδαιμόνιος δεν σας εμπόδιζε να εισέλθετε, κλείσας τας πύλας της πόλεως; Ούτω εστρατοπεδεύετε έξω εις το ύπαιθρον, μέσα εις την καρδιά του χειμώνος, τα τρόφιμά σας έπρεπε να τα αγοράζετε, ενώ πολύ ολίγα εβλέπετε εις την αγοράν, ολίγα δε ήσαν και τα χρήματα με τα οποία θα τα ηγοράζετε. Λοιπόν ήτο ανάγκη να μείνετε εις την Θράκην, διότι τα πλοία τα οποία απέκλειαν τον λιμένα, μας ημπόδιζαν να διαπεραιωθώμεν εις την Ασίαν∙ εάν δε ηθέλομεν μείνει, θα ευρισκόμεθα εις εχθρικήν χώραν, όπου πολλοί ιππείς μας επίεζον από όλα τα μέρη και πολλοί πελτασταί. Ημείς βεβαίως είχομεν οπλίτας με τους οποίους βαδίζοντας συγκεντρωμένοι ηδυνάμεθα να έλθωμεν εις τας κώμας και να λάβωμεν σίτον καθ' όλα άφθονον, αλλά δεν είχομεν τα μέσα με τα οποία επερχόμενοι θα ηδυνάμεθα να συλλαμβάνωμεν αιχμαλώτους ή πρόβατα∙ διότι εγώ δεν εύρον εις τας τάξεις σας ούτε ιππείς ούτε πελταστάς ωργανωμένους προς μάχην.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου