Όταν, μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, δημιουργήθηκε το 1948 το κράτος του Ισραήλ και πάρα πολλοί Εβραίοι άρχισαν να επιστρέφουν για να ζήσουν εκεί, τέθηκε το ζήτημα της εθνικής γλώσσας του νέου κράτους, της γλώσσας που θα μιλούσαν όλοι οι πολίτες. Αποφασίστηκε να είναι η παλιά εβραϊκή (η βιβλική εβραϊκή, όπως ονομάζεται), που είχε επιζήσει, όπως είπαμε, ως γλώσσα της λειτουργίας και μόνο. Αυτή η παλιά εβραϊκή εμπλουτίστηκε με νέες λέξεις που ήταν απαραίτητες για τις ανάγκες της σύγχρονης ζωής και έγινε η γλώσσα του νέου κράτους, της διοίκησης, της εκπαίδευσης, της καθημερινής ζωής.
Η σχετική ευκολία με την οποία έγινε η «ανάσταση» των αρχαίων εβραϊκών στο νέο κράτος του Ισραήλ οφείλεται στο γεγονός ότι δεν υπήρχαν «νέα εβραϊκά». Οι Εβραίοι της Διασποράς μιλούσαν πολλές και διαφορετικές γλώσσες και όχι μία, «απόγονο» της εβραϊκής. Και εδώ φαίνεται καθαρά η διαφορά με τη δική μας περίπτωση. Η αρχαΐζουσα γλώσσα, που κυριάρχησε στις επίσημες, γραπτές κυρίως, μορφές λόγου ήδη από τα τέλη της αρχαιότητας με το κίνημα του αττικισμού, δεν μπορούσε να γίνει το κοινό γλωσσικό εργαλείο όλων των Ελλήνων, γιατί υπήρχε ένας σοβαρός ανταγωνιστής: τα νέα ελληνικά. Ένας τέτοιος ανταγωνιστής δεν υπήρχε στην περίπτωση της εβραϊκής. Δεν υπήρχαν νέα εβραϊκά!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου