260 μέλλουσα δ᾽ ἡ μήτηρ θεῷ θύειν τινί—
οὐκ οἶδ᾽ ὅτῳ—ποιεῖ δὲ τοῦθ᾽ ὁσημέραι,
περιέρχεται θύουσα τὸν δῆμον κύκλῳ
ἅπαντ᾽—ἀπέσταλκ᾽ αὐτὸν αὐτόθεν τινὰ
μισθωσόμενον μάγειρον. ἐρρῶσθαι δὲ τῇ
265 θυσίᾳ φράσας ἥκω πάλιν πρὸς τἀνθάδε.
καί μοι δοκῶ τοὺς περιπάτους τούτους ἀφεὶς
αὐτὸς διαλέξεσθ᾽ ὑπὲρ ἐμαυτοῦ. τὴν θύραν
κόψω δ᾽, ἵν᾽ ᾖ μοι μηδὲ βουλεύσασθ᾽ ἔτι.
ΓΟ. μειράκιον, ἐθελήσαις ἂν ὑπομεῖναι λόγον
270 σπουδαιότερόν μου; (ΣΩ.) καὶ μάλ᾽ ἡδέως· λέγε.
(ΓΟ.) εἶναι νομίζω πᾶσιν ἀνθρώποις ἐγὼ
τοῖς τ᾽ εὐτυχοῦσιν τοῖς τε πράττουσιν κακῶς
πέρας τι τούτου καὶ μεταλλαγήν τινα,
καὶ τῷ μὲν εὐτυχοῦντι μέχρι τούτου μένειν
275 τὰ πράγματ᾽ εὐθενοῦντ᾽ ἀεὶ τὰ τοῦ βίου
ὅσον ἂν χρόνον φέρειν δύνηται τὴν τύχην
μηδὲν ποήσας ἄδικον· εἰς δὲ τοῦθ᾽ ὅταν
ἔλθῃ προαχθεὶς τοῖς ἀγαθοῖς, ἐνταῦθά που
τὴν μεταβολὴν τὴν εἰς τὸ χεῖρον λαμβάνει·
280 τοῖς δ᾽ ἐνδεῶς πράττουσιν, ἂν μηδὲν κακὸν
ποιῶσιν ἀποροῦντες, φέρωσιν δ᾽ εὐγενῶς
τὸν δαίμον᾽, εἰς πίστιν ποτ᾽ ἐλθόντας χρόνῳ,
βελτίον᾽ εἶναι μερίδα προσδοκᾶν τινα.
τί οὖν λέγω; μήτ᾽ αὐτός, εἰ σφόδρ᾽ εὐπορεῖς,
285 πίστευε τούτῳ, μήτε τῶν πτωχῶν πάλιν
ἡμῶν καταφρόνει· τοῦ διευτυχεῖν δ᾽ ἀεὶ
πάρεχε σεαυτὸν τοῖς ὁρῶσιν ἄξιον.
οὐκ οἶδ᾽ ὅτῳ—ποιεῖ δὲ τοῦθ᾽ ὁσημέραι,
περιέρχεται θύουσα τὸν δῆμον κύκλῳ
ἅπαντ᾽—ἀπέσταλκ᾽ αὐτὸν αὐτόθεν τινὰ
μισθωσόμενον μάγειρον. ἐρρῶσθαι δὲ τῇ
265 θυσίᾳ φράσας ἥκω πάλιν πρὸς τἀνθάδε.
καί μοι δοκῶ τοὺς περιπάτους τούτους ἀφεὶς
αὐτὸς διαλέξεσθ᾽ ὑπὲρ ἐμαυτοῦ. τὴν θύραν
κόψω δ᾽, ἵν᾽ ᾖ μοι μηδὲ βουλεύσασθ᾽ ἔτι.
ΓΟ. μειράκιον, ἐθελήσαις ἂν ὑπομεῖναι λόγον
270 σπουδαιότερόν μου; (ΣΩ.) καὶ μάλ᾽ ἡδέως· λέγε.
(ΓΟ.) εἶναι νομίζω πᾶσιν ἀνθρώποις ἐγὼ
τοῖς τ᾽ εὐτυχοῦσιν τοῖς τε πράττουσιν κακῶς
πέρας τι τούτου καὶ μεταλλαγήν τινα,
καὶ τῷ μὲν εὐτυχοῦντι μέχρι τούτου μένειν
275 τὰ πράγματ᾽ εὐθενοῦντ᾽ ἀεὶ τὰ τοῦ βίου
ὅσον ἂν χρόνον φέρειν δύνηται τὴν τύχην
μηδὲν ποήσας ἄδικον· εἰς δὲ τοῦθ᾽ ὅταν
ἔλθῃ προαχθεὶς τοῖς ἀγαθοῖς, ἐνταῦθά που
τὴν μεταβολὴν τὴν εἰς τὸ χεῖρον λαμβάνει·
280 τοῖς δ᾽ ἐνδεῶς πράττουσιν, ἂν μηδὲν κακὸν
ποιῶσιν ἀποροῦντες, φέρωσιν δ᾽ εὐγενῶς
τὸν δαίμον᾽, εἰς πίστιν ποτ᾽ ἐλθόντας χρόνῳ,
βελτίον᾽ εἶναι μερίδα προσδοκᾶν τινα.
τί οὖν λέγω; μήτ᾽ αὐτός, εἰ σφόδρ᾽ εὐπορεῖς,
285 πίστευε τούτῳ, μήτε τῶν πτωχῶν πάλιν
ἡμῶν καταφρόνει· τοῦ διευτυχεῖν δ᾽ ἀεὶ
πάρεχε σεαυτὸν τοῖς ὁρῶσιν ἄξιον.
***
ΣΩΣ., χωρίς να δει το Γοργία και το Δάο, που στο αναμεταξύ παραμέρισανΤο Γέτα δεν τον βρήκα μες στο σπίτι·
260 τον είχε στείλει η μάνα μου να τρέξει
και με το μεροκάματο ένα μάγερα
να πάει να βρει, γιατί σε κάποιον θέλει
θεό θυσία να κάμει· αυτή δα κιόλας
είναι η δουλειά της· όλου μας του δήμου
την περιοχή διαρκώς την παίρνει σβάρνα
κι όλο θυσίες προσφέρνει. Εγώ, αψηφώντας
την τελετή, ήρθα πίσω εδώ τρεχάτος·
και λέω ν᾽ αφήσω πια τα σύρε κι έλα
και για το ζήτημά μου να φροντίσω
εγώ προσωπικώς. Χτυπάω την πόρτα,
ώστε να μην μπορώ να μετανιώσω.
Πάει να χτυπήσει την πόρτα του Κνήμωνα, αλλά
σταματά βλέποντας να τον πλησιάζει ο Γοργίας.
ΓΟΡ. Νεαρέ, μπορείς ν᾽ ακούσεις ένα λόγο
270 από με σοβαρό; ΣΩΣ. Πολύ ευχαρίστως.
ΓΟΡ. Στην τύχη των ανθρώπων όλων, είτε
δυστυχισμένων είτε ευτυχισμένων,
λέω πως πάντα υπάρχει κάποιο τέρμα
και μια μεταστροφή· σ᾽ εκείνον που έχει
την ευτυχία, κρατιέται αυτή κι ανθίζει,
όσο σηκώνει την καλή του τύχη
χωρίς κακό να κάνει σε κανέναν·
όταν παρασυρμένος απ᾽ τα πλούτη
πράξει αδικίες, σ᾽ αυτό πια το σημείο
η τύχη αλλάζει και να πέφτει αρχίζει·
280 και πάλι αυτοί που φτωχικά περνούνε,
αν τον καιρό της φτώχειας τους κανένα
δεν κάνουνε κακό παρά σηκώνουν
την τύχη τους μ᾽ ευγένεια και με θάρρος,
να ελπίζουνε μπορούνε, να προσμένουν
με τον καιρό καλύτερη μερίδα.
Γιατί τα λέω αυτά; Νά· αν είσαι πλούσιος,
στα πλούτη μη βασίζεσαι και τόσο,
και μην περιφρονείς εμάς τους άλλους,
τους φτωχούς· και στα μάτια όσων σε βλέπουν
μόνιμης ευτυχίας να δείχνεσαι άξιος.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου